Αποφθέγματα του π. Σίμωνος Αρβανίτη (+1988)
επιλεγμένα από τα πέντε βιβλία που έγραψε γι’ αυτόν ο μαθητής του π. Ζωσιμάς
Το παρόν κείμενο είναι το μεγαλύτερο μέρος μιας εργασίας
του εν Χριστώ αδελφού Νικολάου Ζερβού, χειροτονημένου
αναγνώστη της μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.
Όπως αναφέρει ο ίδιος: «Στο εν συνεχεία ολιγοσέλιδο
πόνημα, που παραδίδω ανιδιοτελώς στην αγάπη των πιστών
αδελφών, συνέλλεξα μόνο όσα ευρίσκονται ειπωμένα από τον
πατέρα Σίμωνα και περιλαμβάνονται στους πέντε τόμους των
βιβλίων του πατρός Ζωσιμά, τα οποία παρουσιάζουν ένα
κάποιο γενικότερο ενδιαφέρον, όπως π.χ. οι προφητείες του. Η
όλη αυτή σύντομη εργασία μου ακολουθεί τη σειρά των τόμων του
πατρός Ζωσιμά.
Στο τέλος κάθε κειμένου υπάρχει μια παρένθεση και μέσα
στις αγκύλες της είναι γραμμένο ένα κεφαλαίο γράμμα που
παραπέμπει στον τόμο της συγγραφής του πατρός Ζωσιμά,
ακολουθεί μία παύλα και ένας ή περισσότεροι αριθμοί, που
παραπέμπουν στις σελίδες του τόμου, απ’ όπου ξεσήκωσα το σχετικό κείμενο. Π.χ., (Γ-89), θα
πει ότι το συγκεκριμένο κείμενο το βρήκα στον Γ΄ Τόμο, στη σελίδα 89, της συγγραφής του
πατρός Ζωσιμά, κ.ο.κ.». Τρίτη, 21 Φεβρ. 2012. Ν. Ζερβός.
Παρουσίαση του επιλεγμένου κειμένου, με προσθήκη αρίθμησης, τίτλων και
υποσημειώσεων υπό Λεοντίου Μοναχού Διονυσιάτου:
01. Η σωματική εργασία ως άσκηση. Το 1942, ο π. Σίμων διορίστηκε, από τον
Μητροπολίτη Καρυστίας Παντελεήμονα (Φωστίνη), δικαίος και πνευματικός της Μονής της
Μεταμορφώσεως, που απέχει από την Κύμη 5 χιλ. περίπου. Εκεί ο π. Σίμων έσκαβε τον κήπο
της μονής επίτηδες για άσκηση. Και όταν τον ρωτούσαν γιατί δούλευε, αφού δεν είχε φάει
τίποτε, πώς θα άντεχε, απαντούσε:
«Τώρα πρέπει να ασκηθώ και να νικήσω τις αμαρτίες, αλλιώς η αμαρτία δεν νικιέται με
τίποτα. Νικιέται μόνο με την άσκηση και την πίστη». (Α-59/60).
02. Ο Γέροντας είχε πολύ παρρησία και αφοβία. Μια ημέρα, στο Μοναστήρι της
Μεταμορφώσεως στην Κύμη, είχε μαζευτεί πολύς κόσμος. Είχαν πάει και μερικοί αντάρτες και
είχαν και ένα κοντάρι με το κεφάλι κάποιου παπά που είχαν σκοτώσει. Ένας από αυτούς είχε
ανέβει ψηλά σε μια εξέδρα και φώναζε: Ζήτω η ελευθερία, κάτω η παρθενία!
Ο Γέροντας, ακούγοντας αυτά, κυριεύθηκε από ζήλο Κυρίου Σαβαώθ και ξεκίνησε να
πάει να δώσει ένα μάθημα στον ασεβή. Ένας από τους πατέρες της Μονής προσπάθησε να τον
συγκρατήσει, λέγοντάς του: «Τι πας να κάνεις πάτερ Σίμων; Δεν βλέπεις το κεφάλι του παπά
στο κοντάρι»;
Ο Γέροντας δεν του έδωσε σημασία και προχώρησε προς τον αντάρτη. Ανέβηκε πάνω
στην εξέδρα και τον ήλεγξε με πολύ αυστηρό τρόπο και κατέληξε:
«Όλα όσα λες είναι αμαρτία. Πού ξέρεις εσύ, τι είναι παρθενία; Πώς τολμάς να λες
τέτοιες βλακείες και ανοησίες για πράγματα που δεν ξέρεις; Δεν μπορείς να λες «ζήτω η
ελευθερία, κάτω η παρθενία. Και επί πλέον δεν σου επιτρέπεται να μιλάς με τον τρόπο αυτό σε
ένα άγιο χώρο, όπως είναι το Μοναστήρι».
Και τον πιάνει ο π. Σίμων και με δύναμη, που εκείνος δεν φανταζόταν πως είχε ετούτος ο
παπάς, τον κατέβασε από την εξέδρα. Ο κόσμος όλος, που ήταν μάρτυρας της σκηνής εκείνης,
έμεινε κατάπληκτος από το θάρρος του π. Σίμωνα και από την παρρησία και την αφοβία, με την
οποία μίλησε για την παρθενία.
Μαινόμενος ο αντάρτης όπλισε το όπλο του έτοιμος να σκοτώσει τον π. Σίμωνα. Όμως,
ένας άλλος αντάρτης, που ήταν μαζί του, τον σταμάτησε, λέγοντάς του: «Για όνομα του Θεού!
Μην το κάνεις αυτό! Αν τον σκοτώσεις, όλο το χωριό θα ξεσηκωθεί εναντίον μας, γιατί, αν το χωριό αυτό ζει ακόμη, το οφείλει στον παπά αυτόν. Αυτός είναι ένας άγιος άνθρωπος. Μάλιστα
κάνει και θαύματα». «Έτσι, σταμάτησε το κακό ως εκεί. Φανερή ήταν η επέμβαση του Θεού»,
τελειώνει ο αφηγητής. (Α-66/67).
03. Χορτασμός πολλών με ολίγα:
Ένα απόγευμα είχαν πάει πάλι εκατοντάδες άνθρωποι στο Μοναστήρι (Ιερά Μονή
Μεταμορφώσεως στην Κύμη) για αγρυπνία και με την ελπίδα πως ίσως υπήρχε και δυνατότητα
να φάνε κάτι, γιατί η πείνα θέριζε τον κόσμο. Έτος 1943, γερμανική κατοχή. Στο Μοναστήρι
είχαν μόνο μια φούχτα ρεβίθια σε ένα σακκουλάκι και μία φούχτα πλιγούρι σε ένα άλλο.
Ο π. Σίμων είπε στη μαγείρισσα Μοσχούλα: Άκουσε τι θα κάνεις. Θα βάλεις στη φωτιά
τα δύο μεγάλα καζάνια και θα γεμίσεις ως τη μέση νερό. Μόλις δεις να κοχλάζει το νερό, ρίξε τα
ρεβίθια στο ένα καζάνι και το πλιγούρι στο άλλο, για να κάνουμε φαγητό και να φάει ο κόσμος.
Η Μοσχούλα είχε ζωηρές αμφιβολίες γι’ αυτά που άκουσε, αλλά ο π. Σίμων την ήλεγξε
αυστηρά και της είπε:
Κάνε, παιδί μου, υπακοή. Κάνε ό,τι σου λέω εγώ και άφησε τις κουβέντες. Η Μοσχούλα φοβήθηκε, βλέποντας τόσο αυστηρό και στεναχωρημένο τον Γέροντα και είπε: Καλά πάτερ
Σίμων. Θα κάνω όπως είπες. Μόλις έβρασε το νερό, η Μοσχούλα έριξε τα υλικά στα δυο
καζάνια. Μετά από λίγο πήγε να δει, τι γίνεται με το φαγητό. Και τι να δει! Βλέπει τα δύο καζάνια
να έχουν γεμίσει φαΐ και να φουσκώνουν! Στις φωνές της έτρεξαν όλοι, φέρνοντας διάφορα
δοχεία και τα γέμισαν φαγητό, να προλάβουν, να μη ξεχειλίσουν τα καζάνια και χυθεί το φαΐ.
Το πρωί έφαγαν όλοι όσοι είχαν πάρει μέρος στην αγρυπνία. Και ήταν πολύς λαός! Και
οι πατέρες της Μονής είχαν για αρκετές ημέρες πλούσια και χορταστική τροφή!
Πολύ αργότερα μετά από το παραπάνω θαύμα, ο πατήρ Σίμων διηγήθηκε σε Μοναχούς,
ότι προβληματίσθηκε, βλέποντας όλα τα θαύματα που γινόντουσαν στο Μοναστήρι και, όπως
περπατούσε στον κήπο, έλεγε απευθυνόμενος προς τον Κύριο:
«Κύριέ μου, παρακαλώ, δεν ξέρω εγώ ποιος είμαι; Δεν ξέρω εγώ ότι είμαι ένας μεγάλος
αμαρτωλός; Αυτά τα θαύματα γίνονται μόνο από Αγίους. Πώς συμβαίνει να γίνονται και με μένα;
Κύριέ μου, σε παρακαλώ να μου λύσεις την απορία μου αυτή».
Εκείνη τη στιγμή μου έγινε μια ζωντανή αποκάλυψη, είπε ο Γέροντας. Άκουσα δυνατά
τη φωνή του Θεού να μου μιλάει, αναφέροντας το όνομά μου και ένοιωθα κάθε λέξη να μου
χτυπάει αισθητά το μέτωπο:
«Σίμων, λες πως είσαι αμαρτωλός. Είσαι! Δεν σε έχω κατατάξει στους αγίους μου,
αλλά στους δικαίους. Όταν βλέπω να με παρακαλάς νύχτα-μέρα να σου στέλνω βοήθεια για να φάει ο κόσμος και τους έχεις σαν μπαρμπούνια κι’ εσύ να μην τρως, αλλά να μένεις
μερόνυχτα νηστικός, να είσαι σαν μια σκιά του εαυτού σου, αφού έχεις τόσο μεγάλη αγάπη για
τα πλάσματά μου, πώς Εγώ να μη σου στέλνω αυτό που μου ζητάς; Γι’ αυτό σου λέω πως,
αν συνεχίσεις να έχεις αυτή την αγάπη μέχρι τέλους, εγώ θα σε ευλογώ και δεν θα σου
λείψει τίποτε». Ο Κύριος σταμάτησε να μιλάει. Ήμουν έπειτα από αυτό, συνέχισε ο Γέροντας,
όλος χαρά. (Α-69/71)
04. Φιλοξενία. Μετά τα θαύματα του χορτασμού εκατοντάδων ή και χιλιάδων λαού κατά τη
διάρκεια της Κατοχής, που σημειώθηκαν στο Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως, όπου ήταν
τοποθετημένος ο π. Σίμων από τον Μητροπολίτη Καρυστίας, ο Γέροντας, διηγούμενος
αργότερα τα θαύματα αυτά στους Μοναχούς του, στην Ιερά Μονή πλέον του Αγίου
Παντελεήμονος, στη Νέα Πεντέλη, της οποίας υπήρξε ο κτήτωρ, τους έλεγε:
«Παιδιά μου, προσέξτε καλά τη φιλοξενία. Ας μην έρθει κανένας και φύγει χωρίς να
πάρει κάτι. Όσο κι’ αν αυτός δεν θέλει να πάρει τίποτε, εσείς να επιμένετε να του δώσετε κάτι για
ευλογία, λίγο φαγητό, έναν καφέ, λίγο ψωμί, ό,τι έχετε. Γιατί, προσέξτε καλά, αν φύγει κανένας
και δεν πάρει τίποτε, εγώ νιώθω να κατεβαίνω στον Άδη. Εδώ δεν ήρθαμε να κάνουμε έργα
οικοδομικά, αλλά πνευματικά. Προηγείται η φιλοξενία και η αγάπη. Ό,τι θα μας μείνει
τελικά, αυτό θα χρησιμοποιήσουμε για έργα τεχνικά». Ακόμη έλεγε και τούτα: «Να ξέρετε
καλά, ότι η Κυριακή είναι ημέρα του Κυρίου, ημέρα αναστάσιμη. Πρέπει να μαγειρεύουμε κρέας (χάριν των προσκυνητών) και όχι όσπρια. Τα όσπρια είναι για τις καθημερινές. Και παίρνοντας
κρέας, να παίρνετε ό,τι πιο εκλεκτό, για να ευχαριστείται ο Κύριος». (Α-71)
05. Προσωπικές οικονομίες. Μια κυρία ρώτησε τον Γέροντα:
«Πάτερ Σίμων, είναι αμαρτία να βάζει κανένας κάτι στην άκρη από τις οικονομίες του για
κάποιες ανάγκες»; «Όχι, παιδί μου, δεν είναι αμαρτία να έχει κανένας κάτι στην άκρη για ώρα
ανάγκης. Αμαρτία είναι το να σκέφτεσαι μόνο τα λεφτά σου και τίποτε άλλο», είπε ο
Γέροντας. (Α-79 / 80).
06. Ακριβής τήρηση σε τάμα. Η ίδια ως αφηγήτρια προσθέτει:
«Είχαμε τάξει να κάνουμε θεία Λειτουργία σ’ ένα εκκλησάκι κοντά στην Αγία Βαρβάρα
Λυκόβρυσης. Το εκκλησάκι αυτό βρισκόταν σε μια ρεματιά και ο δρόμος για εκεί ήταν πολύ
δύσβατος. Είπα, λοιπόν, στον π. Σίμωνα: Πάτερ Σίμων, ας μη πάμε εκεί. Είναι μακριά και
φοβούμαι μήπως κουράσουμε τον κόσμο. Δεν κάνουμε εδώ τη λειτουργία, στην Αγία
Βαρβάρα»; «Όχι, παιδί μου. Εκεί που τάξαμε, εκεί πρέπει να κάνουμε τη Λειτουργία»,απάντησε ο Γέροντας. (Α - 80)
07. Συνείδηση. Μια ενορίτισσα της Αγίας Βαρβάρας, Λυκόβρυση, γράφει: «Ο π. Σίμων στην
εξομολόγηση δεν μας έβαζε κανόνα. Σε ρωτούσε, πώς είναι η συνείδησή σου, αν αισθάνεσαι
καλά ή αν κρατάς κακία στον γείτονά σου ή ο,τιδήποτε άλλο κακό μέσα σου και απαντούσες
ανάλογα. Αν δεν συνέβαινε τίποτε κακό, έλεγε πως δεν έχεις τίποτε. Πήγαινε στο καλό και κάνε
όπως σε φωτίσει ο Θεός». (Α-87)
08. Πρώτα ο άνθρωπος από το χρήμα. Η ίδια ως άνω κυρία συνεχίζει: «Όταν χάνονταν
χρήματα από την Εκκλησία, ο π. Σίμων ήξερε, γιατί τα έβλεπε όλα, αλλά δεν ήθελε να
φανερώσει κανέναν. Σκέπαζε τον κλέφτη για το πνευματικό του καλό». (Α- 87).
09. Για τα ψέματα. Κάποτε, ρωτήθηκε ο Γέροντας, αν κάνει να λέμε ψέματα. Σκέφθηκε,
σκέφθηκε και τελικά είπε: «Αν είναι να σώσουμε άνθρωπο από κάποιον κίνδυνο, επιβάλλεται να
πούμε και ένα ψέμα».
«Μα, δεν είναι αυτό αμαρτία»; αντέτεινε η κυρία που ρώτησε.
«Είναι», απάντησε ο Γέροντας, «αλλά, αν είναι μια κατάσταση ανάγκης για να σωθεί μια ψυχή, ο
Θεός το συγχωράει αυτό». (Α- 88).
10. Πως καταστρέφονται τα μάγια. Μια φορά είπε μια κυρία στον π. Σίμωνα, πως στο
σπίτι της βρήκε κάτι μάγια, με καρφίτσες και τα παρόμοια, και πως τα έκαψε. Ο π. Σίμων της
απάντησε, πως αυτά δεν τα καίνε, αλλά οι πιστοί τα παραδίδουν στην Εκκλησία, γιατί μόνο η
Εκκλησία μπορεί να λύσει τα μάγια και κανένας άλλος. (Α - 89).
11. Κατηγορίες γάμων... Ένα φτωχό ζευγάρι αρραβωνιασμένων ήθελε να παντρευτεί στην
Αθήνα, όπου είχαν και πολλούς συγγενείς. Σε όλες τις εκκλησίες τους ρωτούσαν, ποιας
κατηγορίας γάμο θέλανε να κάνουν και ζητούσαν τα ανάλογα χρήματα. Οι πεντακόσιες δραχμές
ήταν πολλές γι’ αυτούς και τον κουμπάρο τους.
Ο π. Σίμων, στον οποίο πήγαν και τον ρώτησαν το ίδιο πράγμα για κατηγορίες γάμου,
χαμογέλασε. Έλαμψε το πρόσωπό του, όταν του είπαν πως ήθελαν την τελευταία κατηγορία,
χωρίς πολυέλαιο. Ο πατήρ Σίμων τότε τους είπε: «Παιδιά μου, η Εκκλησία δεν έχει κατηγορίες.
Οι πολυέλαιοι θα ανάψουν όλοι να φωτιστεί το Μυστήριο. Όσο για τα χρήματα, ρίξτε ό,τι
μπορείτε στο κουτί της Εκκλησίας». (Α - 90).
12. Αφιλάργυρος και συμπονετικός. Από διήγηση ενορίτη:
Όταν χτιζόταν η μεγάλη Εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας στη Λυκόβρυση, ήρθε από τη
Γαλλία μια Γαλλίδα με οχτώ - εννέα παιδιά. Ο π. Σίμων βγήκε και έκανε έρανο και της έχτισε
σπίτι, να βάλει η γυναίκα μέσα τα παιδιά της. Ήταν μόνη της και χωρίς άντρα και τη λυπήθηκε.Ερχόταν και έκανε αγιασμό και όταν ήθελα να βάλω κανένα πενηντάρι στην τσέπη του, μου
έλεγε: «Όχι, παιδί μου. Ο Χριστός ανέστησε τον Λάζαρο και δεν πήρε φράγκο. Θεράπευσε
τόσους παράλυτους και δεν πήρε φράγκο. Εμείς, γιατί να πάρουμε λεφτά»; Και δεν έπαιρνε.
Κάθε μήνα πήγαινε στους κήπους και έκανε αγιασμό. Ο πατήρ Σίμων βοηθούσε όλο τον κόσμο.
Δεν άφηνε κανέναν αβοήθητο. (Α – 92)
13. Ακενόδοξο ντύσιμο και συμπεριφορά. Η πριγκίπισσα Ειρήνη επισκέφθηκε τον Γέροντα
στην Αγία Βαρβάρα και εξομολογήθηκε. Φεύγοντας, πήρε την ευχή του και τον παρακάλεσε να
περάσει την επομένη από το Γραφείο της.
Ο Γέροντας την άλλη μέρα φόρεσε τα παλιά του ράσα και ένα παλιό, τριμμένο
καλυμμαύχι, άφησε και τα μαλλιά του ελεύθερα και αφρόντιστα, τα τράβηξε και λίγο μπροστά
του, για να φαίνονται ακατάστατα. Πήγε στο Παλάτι, τον οδήγησαν στο Γραφείο της
πριγκίπισσας και στάθηκε μπροστά της. Εκείνη τα έχασε, βλέποντας τόση ταπείνωση από τη
μεριά του Γέροντα. Έμεινε για λίγη ώρα έτσι ακίνητη, αποσβολωμένη, θαρρείς. Μόλις συνήλθε,
βγάζει από το συρτάρι της ένα χρυσό μετάλλιο και το κρέμασε στο λαιμό του. Ο πατήρ Σίμων τη
χαιρέτησε και έφυγε χωρίς να πει λέξη.
Τα πνευματικά του παιδιά και ιδίως οι γυναίκες τον ρωτούσαν, πως τα πέρασε στο
Παλάτι και τι το έκανε το χρυσό μετάλλιο, που του χάρισε η πριγκίπισσα. Ο Γέροντας τις μάλωνε
τότε με πολύ αυστηρό τόνο και είπε πως, αν άλλη φορά τον ρωτούσαν για το ίδιο πράγμα, θα
τους έβαζε αυστηρό κανόνα. Απ’ ό,τι ακούστηκε αργότερα στη Μονή του, του Αγίου Παντελεήμονος, στη Νέα Πεντέλη, ο Γέροντας δεν κράτησε καθόλου το μετάλλιο, αλλά το έδωσε
σε μια πολύ φτωχή χήρα. (Α-94 / 95).
14. Ειρηνική και αξιοπρεπής συμπεριφορά. Όταν ο Γέροντας ήταν στην Αγία Βαρβάρα,
είχε διαταχθεί από την Μητρόπολη να πάρει τα δισκοπότηρα από την Μονή της Αγίας Ειρήνης
Χρυσοβαλάντου. Ο Γέροντας, όμως, είχε πολύ καλές σχέσεις με το Μοναστήρι που ήταν
παλαιο-ημερολογήτικο. Πήγε εκεί και παρακάλεσε, εάν έχουν τίποτε παλιά και άχρηστα
Δισκοπότηρα να του τα δώσουν. Πήρε, λοιπόν, αυτά τα Δισκοπότηρα και τα έδωσε στη
Μητρόπολη. Έτσι, τακτοποιήθηκε έναντι της Μητροπόλεως, αλλά και δεν δυσκόλεψε το
Μοναστήρι. Ποιος ξέρει, τι θα έκανε άλλος στη θέση του. (Α - 95).
15. Στη Λυκόβρυση και στη Ζούρβα. Μόλις αποπερατώθηκε και εγκαινιάσθηκε ο Ιερός
Ναός της Αγίας Βαρβάρας στη Λυκόβρυση, ο Γέροντας υπέβαλε την παραίτησή του από
εφημέριος του Ι. Ναού. Μόλις μαθεύτηκε, πήγε στον πατέρα Σίμωνα η Γερόντισσα από τη Μονή
της Ζούρβας και του ζήτησε να πάει εκεί ως πνευματικός και Γέροντάς τους. Εκείνος δέχθηκε,
αλλά όχι για μόνιμα, γιατί επιθυμία του ήταν να ιδρύσει δικό του, ανδρικό μοναστήρι.
Εκεί στη Ζούρβα πήγε να τον επισκεφθεί, ύστερα από λίγες ημέρες, αφ’ ότου έφυγε από
την Αγία Βαρβάρα, κάποιο πνευματικό του τέκνο. Δεν βρισκόταν στο Μοναστήρι και η
Γερόντισσα του έδειξε προς τα πού πήγε στο βουνό. Τον βρήκε και τον ρώτησε, γιατί
αποσύρεται στην ερημιά. Ο Γέροντας του εξήγησε τότε, πόσο απαραίτητη είναι για τον Μοναχό
η μόνωση και η μελέτη μέσα στη σιωπή. (Α-100).
16. Εντολή θεία. Ο Γέροντας είπε κάποτε ότι η εντολή ενός ευσεβούς πνευματικού, σε
σχέση με τη νηστεία, είναι θεία και δεν επεμβαίνει σ’ αυτήν ούτε Σύνοδος. (Α-115).
17. Άμεση προσευχή. Είπε ο Γέροντας: Όταν σου λέει κάποιος να προσευχηθείς γι’
αυτόν, να το κάνεις αμέσως, εκεί που βρίσκεσαι. Θα κ άν εις τ ο σ ταυρό σ ου κ αι θ α λ ες:
«Κύριέ μου ή Παναγία μου, δείξε, σε παρακαλώ, το έλεός σου στο δούλο σου τάδε και δώσε του
την υγεία του ή ό,τι άλλο». Αυτό θα λες. Δύο λέξεις και με αγάπη. (Α - 140).
18. Η αξία του Μεγάλου Αγιασμού. Ο Γέροντας είπε σε κάποιον: «Παιδί μου, ό,τι σου λέω
να το πιστέψεις. Αυτό που ένιωσες, το επέτρεψε ο Θεός, για να πιστέψεις πως ο Μέγας
Αγιασμός είναι μισή Θεία Κοινωνία. (Α-188).19. Παρηγορητής ποιμένας. Ο πατέρας Ζωσιμάς, όταν ήταν ακόμη λαϊκός και πήγαινε για
εξομολόγηση στο Γέροντα, πολλές φορές πήγαινε σε κατάσταση απογνώσεως για τις πτώσεις
του που διαπίστωνε. Ο Γέροντας πάντα τον στήριζε και τον παρηγορούσε και του έλεγε συχνά:
«Αγάλι’ αγάλι φύτευε ο γεωργός τ’ αμπέλι, κι’ αγάλι’ αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι». (Α-189).
Στην ποιμαντική μέριμνα του Γέροντα εντελώς ξεχωριστή θέση είχε πάντοτε η έμπρακτη αγάπη.
Ήθελε να δίνει, να δίνει, να δίνει! (Α-190, όρα και Α-186).
20. Διδακτικός ποιμένας. Ο πατέρας Ζωσιμάς σημειώνει ότι ο πατέρας Σίμων δεν
παρέλειψε το έργο της διδαχής στο βαθμό που μπορούσε να το κάνει. Αν και ολιγογράμματος,
ήταν «διδακτός Θεού» και προσέφερε ως σοφός γραμματεύς ό,τι είχε αποθησαυρισμένο στην
αγιασμένη καρδιά του, από την οποία, σαν από θησαυροφυλάκιο, έβγαζε «καινά και παλαιά».
(Α-193/195). Ο π. Ζωσιμάς σταχυολόγησε αποσπάσματα από κάποιες ομιλίες του Γέροντα
στην Τράπεζα της Μονής του Αγίου Παντελεήμονος, οι οποίες είχαν μαγνητοφωνηθεί από
πνευματικά του τέκνα, ως εξής:
Α) Εκείνο που προέχει σήμερα είναι να πιστέψουμε ολόψυχα στο Θεό και ότι τίποτε
δεν γίνεται χωρίς Αυτόν. Όλα περιλαμβάνονται στη Θεία Του Πρόνοια. Ίσως, όμως, ρωτήσουν κάποιοι: «Και τα κακά πώς εξηγούνται; Από το Θεό
προέρχονται»; Είναι πολύ μεγάλο ζήτημα αυτό και δεν το επιτρέπουν τα πέντε λεπτά που
διατίθενται γι’ αυτήν την προσλαλιά να το θίξουμε. Εκείνο που μπορώ να πω είναι πως ο Θεός
ούτε θέλει τα κακά ούτε είναι δημιουργός τους. Είναι γεννήματα της δικής μας αμαρτίας και
κακίας. Και επειδή εφευρέτης του κακού και της αμαρτίας είναι ο σατανάς, εκμεταλλεύεται τη
δική μας κακία και μας κάνει συνεργάτες του. Βλέποντας ο Θεός πως μένουμε στην κακία και
την αμαρτία, την οποία, αν και μας θανατώνει, λατρεύουμε και την έχουμε θρονιασμένη στις
καρδιές μας, θέλει να μας βοηθήσει να καταλάβουμε πως το κακό είναι κακό και αποβλέπει
στην καταστροφή μας εδώ στη γη και στον αιώνιο όλεθρό μας κατόπιν. Και για να βοηθηθούμε
σ’ αυτό, επιτρέπει να μας βρούν κάποια δυσάρεστα πράγματα, όπως είναι ο πόνος, η θλίψη, οι
αναποδιές της ζωής, οι αρρώστιες κλπ. Αν κάποιος π.χ. φθονεί κάποιον άλλον, ο Θεός
επιτρέπει να του συμβεί κάποιο κακό για να καταλάβει την κακία του και να μετανοήσει, για να
μπει στο δρόμο του καλού και να μη φθονεί, αλλά να αγαπάει τον άλλον.
Εμείς, όμως, τι λέμε; «Ναι, βέβαια, το κακό είναι κακό, αλλά έλα που δεν μπορούμε να
απαλλαγούμε από αυτό»!
Λησμονούμε όμως πως ο Χριστός έγινε άνθρωπος γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, για να μας βοηθήσει να απαλλαγούμε από το κακό, μέσα στο οποίο ζούμε και το οποίο μας βασανίζει. Ο
Χριστός όμως δεν ήρθε απλώς στη γη για να φύγει από κοντά μας κάπου στα βάθη του
ουρανού. Ο Χριστός είναι διαρκώς παρών στην Εκκλησία Του και πάντα κοντά μας. Δεν είπε,
αφήνοντας τους Μαθητάς Του μετά την ανάστασή του: «Ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας
ημέρας έως της συντελείας του αιώνος»; (Ματθ. κη΄ 20). Και είμαι παρών όχι μόνο σε έναν
τόπο, αλλά παντού (σαν Θεός). Επομένως μπορώ να πραγματοποιήσω ό,τι σας υποσχέθηκα.
Αυτά λέει ο Χριστός. Πρέπει όμως να αποφασίσουμε κι’ εμείς να πάμε κοντά του. Και αν θέλετε
να με ακολουθήσετε, λέει ο Κύριος, και να είστε πάντα κοντά μου, θα με έχετε πάντα κοντά σας,
γιατί εγώ είμαι πάντα παρών. Και θα σας δώσω όλα όσα σας υποσχέθηκα και θα ζήτε σαν σε
παράδεισο. «Δόξα και τιμή και ειρήνη παντί τω εργαζομένω το αγαθόν» (Ρωμ. β΄ 10). Η ειρήνη
είμαι εγώ, ο Χριστός, και μόνον εγώ μπορώ να σας δώσω δόξα και τιμή. Αν όμως εσείς τρέχετε
στα όσα σας προσφέρει ο κόσμος και όχι σε ό,τι σας προσφέρω εγώ, τι να σας κάνω τότε; Εφ’
όσον θα θέλετε να με λατρεύετε, θα με έχετε κοντά σας. Αν όμως θεωρείτε ευτυχία σας τη μέθη
και τις απολαύσεις του κόσμου αυτού, πώς θα είμαι παρών μέσα σας στην περίπτωση αυτή;
Ο κόσμος σας οδηγεί στη διαφθορά και στη φθορά. Σας υπόσχεται χαρά, υγεία, ευτυχία.
Αλλά αυτά που υπόσχεται ο κόσμος, αποτελούν απλούστατα δόλωμα για να σας τραβήξει
κοντά του. Δεν έχει όμως τίποτε να σας προσφέρει. Θέλει ο κόσμος να σας εμποδίσει να ζήσετε
παραδεισένια ζωή από αυτή τη ζωή και σας ετοιμάζει την κόλαση από τώρα, γιατί ο παράδεισος
του κόσμου είναι πραγματική κόλαση.
Θα πείτε, ίσως, πως ο Θεός επιτρέπει δοκιμασίες.Επομένως δε πρόκειται και κοντά του να τις αποφύγουμε. Και βέβαια θα επιτρέψει δοκιμασίες ο Θεός, μας λέγει ο Κύριος. Πώς
αλλιώς θα απαλλαγείτε από τις κακίες σας; Αν όμως με αφήσετε να σας θεραπεύσω, τότε θα
γίνετε άγγελοι. Εφόσον λοιπόν δεν δίνουμε σημασία στην πρόσκληση του Χριστού να είμαστε
μαζί του, τότε μένουμε σε κόλαση, που μόνοι μας δημιουργούμε. Εάν δεχθούμε όμως με
ευγνωμοσύνη τη δοκιμασία που στέλνει ο Θεός, τότε και θα διορθωθούμε και πάντα θα υπάρχει
η ελπίδα να απαλλαγούμε από τη δοκιμασία. Αλλά και αν την κρατήσει, θα έχει άλλο νόημα για
μας και αυτό θα σημαίνει την προαγωγή μας σε αγιασμό.
Για να απαλλαγούμε από τα κακά ο Θεός μας αφαιρεί τα υλικά αγαθά, τα οποία μας
βλάπτουν. Αν όμως έχουμε καλή διάθεση να υπηρετήσουμε τους άλλους με αγάπη και ζούμε
ως οικονόμοι Θεού, τότε μας τα διατηρεί και γινόμαστε άγγελοι Θεού και προκαλούμε τους
άλλους να μας μιμηθούν.
Το κακό, αγαπητοί, προέρχεται από εμάς και όχι από τους άλλους. Και για μας
φέρει σε συναίσθηση ο Θεός επιτρέπει να μας κακοποιήσουν οι κακοί. Αν όμως δεν φταίμε, και
μας αδικούν οι κακοί, τότε ας χαίρωμεν και ας αγαλλιώμεν εν εκείνη τη ημέρα. Ο Θεός θα μας
αποδώσει πολλαπλάσια τιμή, που τώρα τσαλακώνεται από τους αδίκους και πολλαπλάσια
αυτών που χάνουμε ή ζημιωνόμαστε. Ας προσέχουμε, λοιπόν, να μη βλάπτουμε εμείς τον εαυτό
μας. «Εαυτόν μη βλάπτοντα, ουδείς παραβλάψαι δύναται», λέγει ο άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος. Όποιος δεν βλάπτει τον εαυτό του, κανένας άλλος δεν μπορεί να τον βλάψει.
Βεβαίως, κάνοντας το καλό, μπορεί να συναντήσουμε την αδικία και συκοφαντία εκ μέρους άλλων. Ας μην απογοητευόμαστε εμείς. Δεν θα επιτρέψει ο Θεός να χαθούμε. Εμείς θα κάνουμε
υπομονή, δεν θα κακολογούμε ούτε θα βρίζουμε ούτε θα καταριόμαστε κανέναν ούτε θα
τρέχουμε στα δικαστήρια. Και ο Θεός ξέρει και μπορεί να μας ανοίξει πηγές ευλογίας.
Η πηγή των αγαθών είναι μία, ο Θεός και Δημιουργός των όλων. Από αυτήν την πηγή
του καλού πηγάζουν και όλες οι άλλες πηγές. Ο Θεός είναι η πηγή της χάριτος. Και δεν μπορεί
ο άνθρωπος που θα πάρει κάποια χάρη και δωρεά να μην έχει χαρά και όποια άλλη ευλογία.
Καρπός του Πνεύματος, λέγει η Γραφή, είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης,
αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια (Γαλ. ε΄ 22). Παίρνοντας λοιπόν από την πηγή των
χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος τις διάφορες χάριτες, τα διάφορα χαρίσματα, πώς είναι
δυνατόν να έχει κανένας μίσος, να αδικεί τους άλλους, να είναι γενικά κακός; Παίρνοντας,
λοιπόν, το Άγιον Πνεύμα, δεν παίρνουμε λόγια, αλλά καταστάσεις μοναδικές, όπως είναι αυτές
που είδαμε πιο πάνω ως καρπούς του Πνεύματος. Ας μη παύσουμε να ζητούμε τα χαρίσματα
αυτά που ανανεώνουν την καρδιά και την κάνουν να μη γερνάει ποτέ.
Τα δώρα αυτά αναφέρονται στην ψυχή. Και αυτή αποτελεί τον κυρίως άνθρωπο. Αυτήν
πρέπει να φροντίζουμε να ομορφαίνουμε, οπότε τιμούμε και προστατεύουμε και το σώμα μας
από τη φθορά και διαφθορά της αμαρτίας. Ο εγκρατής άνθρωπος π.χ. δεν αφήνει το σώμα του
να κυλιέται στη λάσπη. Το ντύνει με χίλια δυό όμορφα καλύμματα, όπως είναι η αγάπη, η
ελεημοσύνη, η συγχωρητικότητα και αποκλείει τα αντίθετα, π.χ. τη φιλαργυρία, τη ματαιοδοξία, το μίσος και όλα τα αντίστοιχά τους, που δεν φέρνουν την ειρήνη και την τιμή.
Ο προφήτης Δαβίδ λέει σε κάποιον ψαλμό: «εθαυμαστώθη η γνώσις σου εξ εμού».
Μια ψυχή και ένα σώμα στολισμένα με πνευματικά χαρίσματα δημιουργεί στις ψυχές των άλλων
τον θαυμασμό για τον Δημιουργό τέτοιου θαύματος. Αν ακολουθήσουμε, λοιπόν, σταθερά την
ωραία και βασιλική οδό της αγάπης προς όλους, της αλληλοβοηθείας και γενικά της αρετής,
τότε ο Χριστός θα είναι πάντα παρών μέσα μας και η χαρά θα βασιλεύει μέσα μας, ενώ η ειρήνη
θα χαρακτηρίζει τις σχέσεις μας με τους γύρω μας, μέσα και έξω από την οικογένειά μας.
Β). Όσοι αγωνίζονται επάξια, θα πάρουν διπλό μισθό, αυτό μας βεβαιώνει η Γραφή.
Γιατί; Γιατί κανένας άγιος και κανένας αγωνιστής της Εκκλησίας μας δεν πέρασε χωρίς
διωγμούς και συκοφαντίες, χωρίς ιδιαίτερα μεγάλο πόνο και μαρτύριο για τον Κύριο. Για όλα
αυτά κάνει ιδιαίτερο λόγο ο απόστολος Παύλος, που τα έζησε, όπως και όλοι οι άγιοι απόστολοι
και οι άλλοι άγιοι. «Εν παντί θλιβόμενοι, αλλ’ ου στενοχωρούμενοι, απορούμενοι, αλλ’ ουκ
εξαπορούμενοι, διωκόμενοι, αλλ’ ουκ εγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι, αλλ’ ουκ απολλύμενοι
...ως αγνοούμενοι και επιγινωσκόμενοι, ως αποθνήσκοντες και ιδού ζώμεν… λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα…». Αυτά διαβάζουμε στις δύο προς Κορινθίους επιστολές
του. Και αυτά που έζησαν αυτοί οι άγιοι, τα ίδια, τηρουμένων κάποιων αναλογιών, πρέπει να
ζούμε κι’ εμείς και με τον ίδιο τρόπο να αντιμετωπίζουμε τις διάφορες καταστάσεις.
Λένε όμως κάποιοι: «Κάνεις το καλό και βρίσκεις τον μπελά σου». Τέτοιους «μπελάδες»
βρήκαν οι άγιοι, όπως αναφέραμε πιο πάνω. Και τους δέχτηκαν εκείνοι με πίστη, με χαρά, με
ενθουσιασμό, με υπομονή, με αγάπη και αφοσίωση στον Κύριο μέχρι θανάτου. Και γι’ αυτό και
είναι άξιοι διπλού μισθού. Θα είναι δε κρίμα να χάνουμε το καλό, να πάψουμε να το ενεργούμε,
γιατί θα υπάρξουν αντιδράσεις, συκοφαντίες κλπ. Ας μη λησμονούμε πόσα αγαθά και αμοιβές
μας ετοιμάζει ο Κύριος και τί χάνουμε λυγίζοντας, επειδή μας κατηγορεί ο κόσμος.
Ο χριστιανός δεν φοβάται την εχθρότητα που θα συναντήσει στην καλωσύνη και την
αγάπη, με την οποία αντιμετωπίζει την κακότητα και την αντίδραση του κόσμου. Αυτό δεν έκανε
ο Χριστός; Όχι μόνο συγχώρεσε τους σταυρωτές του, αλλά και προσευχήθηκε γι’ αυτούς. Και
πρέπει ο χριστιανός να συγχωρεί σε τόσο βαθμό, που να μπορεί να προσεύχεται γι’ αυτούς που
του κάνουν κακό. Ο χριστιανός ακόμη αποφεύγει να κατακρίνει τους άλλους. Ο απόστολος
Παύλος λέει: «Σύ τις εί ο κρίνων αλλότριον οικέτην; Τω ιδίω Κυρίω στήκει ή πίπτει. Σταθήσεται
δε. Δυνατός γάρ εστίν Θεός στήσαι αυτόν» (Ρωμ. ιδ΄ 4). Και ο ίδιος ο Κύριος είπε: «Μη κρίνετε,
ίνα μη κριθήτε» (Ματθ. ζ΄ 1). Είναι αλλουνού δούλος ο άλλος, δούλος του Θεού. Και είναι
υπεύθυνος έναντι μόνον του Θεού. Και αν τυχόν πέσει, ο Θεός μπορεί να τον ξανασηκώσει. Με ποιό δικαίωμα τον κατακρίνουμε εμείς; Ο Κύριος μέρα και νύχτα προσπαθεί και θέλει να
βοηθήσει τον άνθρωπο, προκειμένου να ξαναγυρίσει στη σωστή πορεία, στην αρχική του τάξη
και κατάσταση. Κι αν το θέλει ο Κύριος για τον κάθε πιστό, πολύ περισσότερο το θέλει για τον
κάθε κληρικό και λειτουργό του.
Κάτι που πρέπει να επιδιώκει ο κάθε χριστιανός είναι η πραότης, που τελικά σημαίνει
ταπείνωση και ειρηνική διάθεση. Και αυτό οφείλεται στο ότι ταπείνωση σημαίνει κατοχή του
πλούτου της Θεότητος. Γι’ αυτό ο ταπεινός δεν οργίζεται, αλλά είναι ο πράος, ο ειρηνικός και ο
γεμάτος γλυκύτητα, ο απλός άνθρωπος.
Όλα αυτά αποτελούν θείο δώρο. Και μπορεί και ο πιο ασήμαντος άνθρωπος να είναι
στολισμένος με το θείο αυτό δώρο, πράγμα που ίσως οι θεωρούμενοι σημαντικοί άνθρωποι να
μη δίνουν σημασία σ’ αυτά και ιδιαιτέρως σ’ αυτούς τους άσημους ανθρώπους. Αλλά αν οι
άνθρωποι, όποιοι και να είναι αυτοί, τους αγνοούν, δεν τους αγνοούν όμως οι άγγελοι του Θεού.
«Οράτε μη καταφρονήσητε ενός των μικρών τούτων. Λέγω γαρ υμίν, ότι οι άγγελοι αυτών διά
παντός βλέπουσι το πρόσωπον του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. ιη΄ 10).
Οι μικροί και ασήμαντοι άνθρωποι, κατά κόσμον, δεν είναι ασήμαντοι στον ουρανό. Δεν
είναι περιφρονημένοι ή άξιοι υποτιμήσεως, γιατί τους προσέχουν οι άγγελοι του Θεού, οι οποίοι
σχετίζονται άμεσα με τον Θεό. Αν οι άνθρωποι αυτοί αμαρτάνουν, θλίβονται και πονούν γι’
αυτούς οι άγγελοι. Αν, αντίθετα, προοδεύουν, χαίρονται και πανηγυρίζουν. Και μιλούν ευνοϊκά
γι’ αυτούς στο Θεό. Ο Θεός, λοιπόν, αυτούς τους απλούς και πράους και ταπεινούς ανθρώπους θέλει, αυτούς που δεν φαίνονται, αλλά μένουν κρυμμένοι και αφανείς, που όμως είναι πλούσιοι
εσωτερικά, πλούσιοι σε ευσέβεια, ταπείνωση και κάθε αρετή.
Εκείνο που κάνει αξιοθαύμαστο έναν άνθρωπο είναι η γλυκύτης και η καλοσύνη πάντοτε,
αλλά περισσότερο σε περιπτώσεις υποδείξεως και ελέγχου. Γιατί είναι πολύ σημαντικό πράγμα
να ελέγξει κανένας. Μόνον όποιος μιλάει με γλυκό και πράο τρόπο, προ πάντων σήμερα,
μπορεί να οδηγήσει τον άλλον σε συναίσθηση και μετάνοια. Και τι πιο ωραίο να υβρίζεσαι και
εσύ να μιλάς με γλυκό τρόπο;
Γ). Τίποτε δεν είναι γλυκύτερο και σημαντικότερο από αυτό που δημιούργησε ο Θεός και
καλούμαστε να κοπιάσουμε κι’ εμείς λίγο για να γίνει ο κόσμος, κόσμος χαράς, ευφροσύνης και
αγαλλιάσεως. Ο Θεός λέγει διά του προφήτου Ησαΐου: «Εάν θέλητε και εισακούσητέ μου, τα
αγαθά της γης φάγεσθε. Εάν δε μη θέλητε μηδέ εισακούσητέ μου, μάχαιρα υμάς
κατέδεται». Ο προφήτης μας λέει πως δεν θα μπορέσει ο άνθρωπος να ιδεί ημέρες χαράς και
γαλήνης και απολαύσεως των αγαθών, που έδωσε άφθονα ο Θεός στη γη ετούτη, αν δεν
υπάρξει υπακοή στο θέλημά του. Σε αντίθετη περίπτωση, θα φάει τον άνθρωπο το μαχαίρι, δηλαδή θα βρίσκεται ο άνθρωπος σε αντίθεση και με τον ίδιο τον εαυτό του και με τους άλλους.
Μακριά από τον Θεό υπάρχει η ταραχή, η εχθρότητα, ο θάνατος. Κοντά στο Θεό υπάρχει ο
παράδεισος για εμάς και η θύρα εισόδου μας σ’ αυτόν είναι η μετάνοια. Και ενώ δεν έχουμε να
χάσουμε τίποτε πλησιάζοντας το Χριστό, κοντά του κερδίζουμε το παν.
Πολύ σωστά τονίζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης πως η επιθυμία της σαρκός και η επιθυμία
των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου, που δεν είναι του Θεού, είναι πράγματα που φεύγουν,
είναι απατηλά και προσωρινά.
Αντίθετα, η ευσέβεια είναι ωφέλιμη αιωνίως. Και αληθινή ευσέβεια είναι να ακολουθεί
κανένας όσα είπε ο Κύριος και διδάσκει η Εκκλησία διά των Πατέρων.
Τι έχασαν οι άνθρωποι που επεδίωξαν δόξα αιώνια και ακατάλυτη; Έγιναν μεγάλοι, όχι
κατά κόσμον, αλλά κατά Θεόν… Ας επιδιώξουμε κι εμείς να τα πετάξουμε όλα από πάνω μας
και να ντυθούμε τον Χριστόν. Ας προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε τη σοφία του Χριστού και
όχι του κόσμου. Ο Θεός δεν έπλασε τον κόσμον ματαίως, αλλά για να ζει και να ευφραίνεται
αιωνίως. Αν αυτό το κατανοήσουμε πλήρως, τότε χάνει ο θάνατος το φοβερό του κεντρί και
γίνεται παίγνιο των ανθρώπων. Γνωρίζοντας τον ωραίο αυτόν προορισμό, θα υποφέρουμε
λιγότερο στον κόσμο αυτόν και θα αποκτήσουν όλα υψηλότερο και ωραιότερο νόημα… Αλλά γι’
αυτό οφείλουμε να αποκτήσουμε και τη συνείδηση αυτής της αλήθειας και τη βίωσή της, ώστε
να αποτελούν οι πιστοί το ζωντανό παράδειγμα και τη ζωντανή διδασκαλία αυτής της αλήθειας για όλους και ιδιαίτερα για τη νέα γενεά.
Έχοντας ο άνθρωπος υπόψη του τον ωραίο του προορισμό, θα σκέπτεται μόνο το καλό
για τον πλησίον του, το καλό για τον γείτονά του και ουδέποτε θα τον εκμεταλλευθεί, ουδέποτε
θα τον αδικήσει ή θα του κάνει κακό. Και έτσι οι σχέσεις του με τους άλλους θα είναι ομαλές,
γιατί θα είναι επίσης συνεπής στις υποχρεώσεις του, π.χ. ο εργοδότης έναντι του εργαζομένου
και αντίστροφα. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν, ότι βασιλεύει η καλοσύνη και η αγάπη,
βασιλεύει η χαρά και ο ένας προσέχει τον άλλο. Τότε και η φιλία γίνεται στέρεη και ακατάλυτη
και ο ένας φίλος θυσιάζεται για τον άλλον. Και δεν υπάρχει αντάλλαγμα πολυτιμότερο στη ζωή
σου από φίλο πιστό. ΄Εχεις φίλο; Θα ζήσεις στις δύσκολες στιγμές. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τα
χρήματα που είναι φίλος άπιστος ή μάλλον δεν είναι καν φίλος. Γνωρίζοντας, λοιπόν, τον
προορισμό σου, θα μπορέσεις να αποκτήσεις το πνεύμα της αγάπης και της θυσίας και
επομένως τις προϋποθέσεις της αληθινής φιλίας και αμοιβαιότητος.
Απλά πράγματα αυτά, αλλά δεν μπορεί το ανθρώπινο πνεύμα να τα αντιληφθεί και πολύ
περισσότερο να τα θέσει σε εφαρμογή, αν κάποια από αυτά τα συλλάβει. Γι’ αυτό πρέπει κοντά
στα άλλα ή, μάλλον, πριν από τα άλλα, να ξεκαθαρίσει τη σκέψη του και τις ιδέες του. Και αυτό
θα το πετύχει μελετώντας τον λόγο του Θεού, Παλαιά και Καινή Διαθήκη και τους Πατέρας που
την ερμηνεύουν σωστά. Έτσι, θα έχει ανοιχτούς τους ουρανούς, όπως λέγει και ο άγιος Ιωάννης
ο Χρυσόστομος για τη μελέτη της Γραφής: «Η των Γραφών ανάγνωσις, των ουρανών υπάνοιξις εστί». (Α-195 έως 203).
21. Το πνευματικό σχολείο. Μια περίοδο, στην Μονή του Αγίου Παντελεήμονος, στη Νέα
Πεντέλη, Ο Γέροντας συνήθιζε, μετά τη θεία Λειτουργία, να «ανοίγει το σχολείο». Συγκέντρωνε,
δηλαδή, τους Μοναχούς του και όσους από τους πιστούς παρέτειναν την παραμονή τους στο
Μοναστήρι, και άρχιζαν την ανάγνωση και ερμηνεία των επιστολών του Αποστόλου Παύλου,
από την έκδοση του 1968 του εκδοτικού οίκου Δημ. Παναγοπούλου, η οποία έχει εκπονηθεί
από τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη και ο οποίος έχει λάβει υπόψη του όλους τους Πατέρες.
Ο Γέροντας πάντα έλεγε, πως πρέπει να μελετούμε την Αγία Γραφή διά των Πατέρων.
Μάλιστα δε, του άρεσε πάρα πολύ ο ιερός Χρυσόστομος και έλεγε: «Το στόμα του Χριστού, το
στόμα του αποστόλου Παύλου και το στόμα του ιερού Χρυσοστόμου, ένα στόμα. Όταν διαβάζεις
Χρυσόστομο, είναι σαν να πηγαίνεις κατ’ ευθείαν στον Ουρανό, τη βασιλεία των Ουρανών. Άμα
βαδίσεις την οδό Πατησίων, πηγαίνεις κατ’ ευθείαν στην Ακρόπολη. Έτσι, άμα διαβάζεις τον
ιερό Χρυσόστομο, πηγαίνεις κατ’ ευθείαν στον Ουρανό, στη βασιλεία των Ουρανών».
Αυτά όλα τα υπογράμμιζε και με το Χρυσοστομικό: «η των γραφών ανάγνωσις, ουρανών
υπάνοιξις εστί». (Α-257).22. Να μιλάμε με ταπείνωση. Ο Γέροντας συμβούλευε τα πνευματικά του τέκνα: «Όταν
μιλάμε για πνευματικά πράγματα, να μιλάμε με ταπείνωση και όχι όλοι μαζί, γιατί υπάρχει το
κακό πνεύμα και διαστρέφει την αλήθεια και κάνει να ακούγονται άλλα λόγια από αυτά που ήδη
έχουν ειπωθεί». (Α-281)
23. Δύο οι κτύποι του πονηρού. Μια πνευματική θυγατέρα του Γέροντα γράφει, ότι ένα
βράδυ που είχε μείνει στο Μοναστήρι, κάνανε προσευχή στο κελί της Γερόντισσας με άλλες
γυναίκες και ακούσανε στο παράθυρο δύο χτυπήματα: «τάκ - τάκ»!
Την άλλη μέρα πήγε στον Γέροντα, του το είπε, και τον ρώτησε: Τι ήτανε Γέροντα; Και
εκείνος της είπε: «Ο σατανάς ήτανε, παιδάκι μου. Γιατί εκείνος δεν χτυπάει τρεις. Χτυπάει
δύο. Το τρία το φοβάται»! (Α-320).
24. Φάρμακα. Ο Γέροντας, όταν κάποιος του έλεγε για κάποια ασθένειά του και για τα
φάρμακα που έπαιρνε, πάντα συνιστούσε να σταματήσει τα φάρμακα και να ακολουθήσει τα
φάρμακα του Θεού, που είναι η νηστεία, η προσευχή και η πίστη, και που αυτά έχουν
οπωσδήποτε θετικό αποτέλεσμα. (Α - 342).25. Δύσκολες μέρες. Ο Γέροντας έλεγε πολλά για την κατάσταση της κοινωνίας. Θα
έλθουν, έλεγε, πολύ δύσκολες ημέρες. Ο κόσμος έχει ξεφύγει από τον δρόμο. (Α-353). Μια
φορά ρωτήθηκε ο πατήρ Σίμων: Τι γίνεται με τις βόμβες που πέφτουν συνέχεια στην
Αθήνα; Ήταν η χρονιά του 1982 ή 83 και ο Γέροντας είπε: «Αυτά δεν είναι τίποτα. Πάρα
πολλά θα δείτε. Πάρα πολλά για να δοκιμαστεί ο λαός που δεν καταλαβαίνει». (Α-354).
26. Ίαση και προφητεία. Μια χριστιανή, η οποία είχε ζήσει από κοντά και είχε λάβει πολλές
χάρες από τον Γέροντα, σε μια περίπτωση που η κόρη της, ενώ ήταν καταδικασμένη από τους
γιατρούς του Νοσοκομείου Παίδων «ΑΓΛΑΪΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ» και ανέμεναν την κατάληξη του
παιδιού μέσα σε λίγες ώρες, η μικρή ασθενής «γύρισε» και έγινε γρήγορα καλά. Η μάνα έκανε
τάμα, μόλις έπαιρνε την κόρη της από το Νοσοκομείο, να πήγαινε πρώτα το παιδί της στον
Γέροντα και μετά στο σπίτι της. Επί πλέον, να πουλούσε ένα οικόπεδο που είχε προίκα της και
να έδινε τα χρήματα στο Μοναστήρι. Όταν, όμως, πήγε με το παιδί στον Γέροντα και του τα είπε
όλα αυτά, εκείνος της είπε:
«Τι είναι αυτά που λες, παιδί μου; Ο Θεός δεν πληρώνεται. Να αγαπάτε τον κόσμο, να
μην κ ρατάτε μ ίσος στην κ αρδιά σ ας, ν α μ η σ ας ε νδιαφέρει τ ι κ άν ει ο δ ιπλ αν ός σ ας κ αι ν α
βοηθάτε, όταν βλέπετε άνθρωπο να υποφέρει. Και όταν οι άνθρωποι καταλάβουν ποιο είναι το φάρμακο, θα σωθούνε, ειδεμή θα πάνε χαμένοι». Η μάνα τον ρώτησε: Ποιό είναι το φάρμακο
Γέροντα; Και ο Γέροντας της είπε:
«Η Αγία Κοινωνία με την Ιερά Εξομολόγηση και μετάνοια, παιδί μου. Θα έρθει ημέρα
που δεν θα έχετε μέρος να θάβετε τους νεκρούς και θα τους θάβετε ομαδικά σε λάκκους
από τα ατυχήματα και τις αρρώστιες. Αυτή είναι η κατάντια του ανθρώπου από την αμαρτία.
Ξέχασε τον Θεό, τις νηστείες. Δεν προσέχει τίποτα ιερό». (Α-383/384).
27. Πείνα. Μια άλλη φορά, στο ίδιο παραπάνω πρόσωπο, ο Γέροντας είπε, ότι θα έρθει μια
τέτοια πείνα, που η πείνα του 1941 δεν είναι τίποτα, μπροστά σ’ αυτή που έρχεται. Η
κυρία τον ρώτησε, αν θα γίνει πόλεμος και απάντησε: Κάτι άλλο θα γίνει, παιδί μου. (Α-388).
28. Κόσμος και δικαιοσύνη. Ο Γέροντας, σε μια νυκτερινή συζήτηση με ένα πνευματικό του
τέκνο, του είπε και τούτο μεταξύ άλλων: «Ο κόσμος αυτός που ζούμε δεν γνωρίζει, τι κάνει.
Εσύ μη ζητάς να εύρεις από τον αμαρτωλό κόσμο Αλήθεια και Δικαιοσύνη». (Α-438).
29. Οικουμενισμός. Σε σχετική ερώτηση, τι γνώμη έχει για την λεγόμενη οικουμενική κίνηση ,ο Γέροντας απάντησε με φράση του μακαριστού πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς: «Ο
Οικουμενισμός, παιδί μου, είναι η παναίρεση των αιώνων». (Β-20)30. Ξεκαθάρισμα. Ο Γέροντας συχνά έλεγε: «Έρχεται η ώρα που θα ξεχωρίσει η ήρα
από το σιτάρι», εννοώντας πολέμους και ακαταστασίες (υλικές και πνευματικές) και ημέρες
εκδικήσεως. (Β-20)
31. Καθολικοί. Στα θέματα της πίστεως ήταν απόλυτος και ασυμβίβαστος. Κάποτε ένας
προσκυνητής είπε κάτι για τους Καθολικούς. Ο Γέροντας αμέσως άναψε και κοκκίνισε, και με
χειρονομίες και έντονη φωνή είπε: «Οι Καθολικοί δεν έχουν Χάρη και έγιναν χίλια κομμάτια,
διαλύθηκαν, δεν είναι εκκλησία οι Καθολικοί, δεν έχουν ιεροσύνη, δεν έχουν Μυστήρια,
ακόμη και στον αγιασμό βάζουν αλάτι να μη βρωμίσει». (Β-43/44)
32. Νοερά προσευχή.
Μια ημέρα, λέει ο π. Ζωσιμάς (+2009), μου είπε ο Γέροντας Σίμων (+ 1988) περί νοεράς
προσευχής: «Εγώ, πατέρα Ζωσιμά, μπορώ και τα δύο να κάνω: Να εξομολογώ τον
κόσμο, να τους μιλάω, και να λέω και την νοερά προσευχή, χωρίς να εμποδίζομαι και να
με κουράζει. Έχω και τα δύο μαζί». Ο Γέροντας, επίσης, μου είπε για την νοερά προσευχή:
«Όταν αρχίσεις ν α π ροσεύχεσαι κ αι ν α λ ες τ ο « Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού,
ελέησόν με», θα συγκεντρωθείς πρώτα στο μυαλό σου και θα αρχίζεις να την λες, αργά στην
αρχή, να προσέξεις η συγκέντρωση και οι λέξεις, που θα λες, να πηγαίνουν μαζί και σιγά-σιγά
θα την λες πιο γρήγορα. Όταν θα φεύγει ο νους σου και οι λέξεις σου δεν πάνε μαζί, θα την λες
ξανά αργά. Όταν βλέπεις ότι πηγαίνεις καλά, θα την λες γρήγορα. Αυτό θα κάνεις κάθε φορά,που θα προσεύχεσαι με την νοερά προσευχή».
Όταν έδωσα τον λόγο μου στον Γέροντα ότι θα μείνω στο Μοναστήρι για Μοναχός, μια από
τις πολλές συμβουλές, που μου έδωσε, ήταν: «Την νοερά προσευχή θα την λες, λέγοντας το
Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με».
«Να είναι ευλογημένο», είπα.
Κάποτε ήλθε ένας προσκυνητής στο Μοναστήρι και είδα να κρατάει στο χέρι του ένα
κομποσχοίνι μεγάλο και να λέει την ευχή πολύ γρήγορα. Σαν μηχανή πήγαινε το χέρι του. Εγώ
τον κοιτούσα και απόρησα μέσα μου και έλεγα «τι ευχή να λέει άραγε και το κάνει τόσα
γρήγορα»; Ήθελα να μάθω και τον ερώτησα πώς την λέει την ευχή και μου είπε: Κύριε Ιησού
Χριστέ ελέησόν με.
Καλά, του είπα, το «Υιέ του Θεού» γιατί δεν το λες; Δεν χρειάζεται, είπε, το ίδιο είναι. Με
λίγες λέξεις λέγεται πιο γρήγορα. Εγώ το πίστεψα και άρχισα εκείνη την ημέρα να κάνω και εγώ
το ίδιο με την ευχή. Φούσκωνα από την υπερηφάνειά μου, που έλεγα και εγώ γρήγορα την
ευχή. Το βράδυ που κοιμήθηκα βλέπω στον ύπνο μου έναν αράπη γεροδεμένο, σαν παλαιστής
ήταν. Είχαμε αγκαλιαστεί στήθος με στήθος και παλεύαμε. Αυτός είχε πολύ δύναμη.
Καταλάβαινα ότι δεν θα μπορούσα να τον νικήσω. Άρχισα να λέω την ευχή, το «Κύριε Ιησού
Χριστέ ελέησόν με». Με τίποτα δεν ελευθερωνόμουν, πότε με έσπρωχνε αυτός πίσω, πότε εγώ.
Αυτό γινόταν συνέχεια και έλεγα μέσα μου και απορούσα, να λέω την ευχή τόση ώρα και να μη
μπορώ να ελευθερωθώ. Δεν ήξερα, τι άλλο να κάνω. Να λέω την ευχή συνέχεια πολύ και να μη πιάνει καθόλου. Είχα κουραστεί να παλεύω, είχα καταϊδρώσει. Εκείνη τη στιγμή θυμήθηκα να
πω την ευχή, όπως μου είχε πει ο Γέροντας, «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με».
Ακούω τον σατανά να βγάζει μια κραυγή πολύ δυνατή «Όχι!!! Δεν μπορώ να το αντέξω αυτό».
Αμέσως έγινε ένας μαύρος καπνός και ελευθερώθηκα.
Εγώ έμεινα κατάπληκτος και είπα εκείνη τη στιγμή: «πόση δύναμη έχει η ευχή, όταν είναι
μέσα και το «Υιέ του Θεού». Χίλιες φορές είπα την ευχή χωρίς «Υιέ του Θεού» και δεν
ελευθερωνόμουν. Μια φορά είπα «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», δεν το
άντεξε ο σατανάς, έσκασε και διαλύθηκε σαν καπνός.
Το πρωί πήγα και τα εξομολογήθηκα στον Γέροντα... Ο Γέροντας μου είπε: «Παιδί μου, η
καλή προσευχή και η αληθινή έτσι είναι. Εσύ να μην κοιτάς πως την λένε οι άλλοι, να την λες
όπως πρέπει». Γι’ αυτό επιβάλλεται να λέμε την νοερά προσευχή με το «Υιέ του Θεού», διότι είναι ομολογία πίστεως.1
Πρέπει αυτά να τα εφαρμόζουμε και να τα βιώνουμε, για να αισθάνεται ο χριστιανός ότι
βρίσκεται μέσα στον οίκο του Θεού και να είναι συγκεντρωμένος. (Β- 105).
(Β-80/85)
33. Όχι «ευχή» και πολυλογία. Μια ημέρα σκεφτόμουν τον Γέροντα και έλεγα: «Θεέ μου,
πώς ο Γέροντας τα κατάφερε και έφτασε τόσο ψηλά»; και λέγοντας αυτά ήρθα σε έκσταση και
βλέπω τον Γέροντα ανάσκελα ξαπλωμένο κάτω με το κομποσχοίνι στο χέρι του και
προσευχόταν ψυχή και σώματι με την νοερά προσευχή, κοιτάζοντας τον ουρανό. Εκεί που τον
κοιτούσα, ανασηκώνεται λίγο προς τα επάνω από το έδαφος, με κοιτάζει αυστηρά με θυμό, με
μάλωσε και είπε: «Δεν σ’ έχω πει, να μη μιλάς πολύ»; Με τον έλεγχο, που μου έκανε,
τρόμαξα και συνήλθα αμέσως. Εγώ κατάλαβα πως, για να έχω την νοερά προσευχή, χρειάζεται
να φύγω από την πολυλογία, όπως λένε οι πατέρες «εκ γαρ πολυλογίας ουκ εκφεύξει
αμαρτίας». Καταστροφή στην προσευχή είναι η πολυλογία. (Β-80/85)
34. Καλός τρόπος στην ομιλία. Όταν θύμωνα, μου έκανε ο Γέροντας συστάσεις να μιλάω
με καλό τρόπο: «Να προσέχεις και τον καλό τρόπο και όχι σαν αστυνομικός. Να προσέχεις και
το περπάτημά σου. Να μην είναι γρήγορες και νευρικές οι κινήσεις σου, διότι αυτό είναι της
υπερηφανείας. Να είσαι σεμνός σ’ όλα, να είσαι πολύ ευσεβής, για να σε αγαπάνε όλοι. Να
αποφεύγεις τους κακούς ανθρώπους, πολυλογάδες και φιλοκατήγορους, γ ια ν α μ η σ ου βγει το όνομα, γιατί δεν θα μπορέσεις κατόπιν να σταθείς πουθενά. Πάντα να σκέφτεσαι το
καλό, να λες το καλό και να κάνεις το καλό. Και πάντα να θυμάσαι ότι εδώ δεν ήλθαμε για
τίποτα άλλο, μόνο και μόνο να πάμε στον Παράδεισο». (Β-80/85)
35. Εξάψαλμος. Έλεγε, ο γέροντας Σίμων, πως ο καλός Χριστιανός πρέπει να πηγαίνει
πρωί-πρωί στην εκκλησία τις Κυριακές και τις εορτές. Πρέπει να είναι μέσα, όταν ο ιερεύς
βάζει το «ευλογητός», διότι η πρώτη προσευχή, που γίνεται, είναι ο «Εξάψαλμος», που είναι η
προσευχή της κρίσεως, διότι με αυτήν την προσευχή θα κριθούμε όλοι μας. Εάν τύχει,
πηγαίνοντας στην Εκκλησία, να έχει αρχίσει ο «Εξάψαλμος» και τον ακούσεις απ’ έξω να
διαβάζεται, θα μείνεις επί τόπου, όπου τον ακούσεις, δεν θα κινηθείς καθόλου, ούτε ένα βήμα
δεν θα κάνεις. Αν σου πει ο λογισμός σου, «μπες μέσα στην εκκλησία και κάθισε», εσύ να μην
το κάνεις. Να μείνεις εκεί που βρίσκεσαι μέχρι να τελειώσει. Θα κάθεται ένας στα κεριά και δεν
θα αφήνει κανέναν να κινείται αυτή την ώρα, διότι γίνεται η «κρίσις» και θα κριθούμε όπου
βρεθούμε. Επίσης, θα σβήνει όλα τα κεριά, όταν αρχίζει ο «Εξάψαλμος», και θα τα ανάβει,
μόλις τελειώσει. Τα κεριά πρέπει να σβήνουν, διότι εκείνη τη στιγμή κάνει την παρουσία του ο Χριστός, «το αληθινό φως».Πρέπει αυτά να τα εφαρμόζουμε και να τα βιώνουμε, για να αισθάνεται ο χριστιανός ότι
βρίσκεται μέσα στον οίκο του Θεού και να είναι συγκεντρωμένος. (Β- 105).1 Όταν υπάρχει στη μέση υπακοή, επειδή η υπακοή είναι μεγαλύτερη και περιεκτικότερη αρετή από την
προσευχή, πρέπει να τηρούμε την υπακοή. Εδώ ήταν κυρίως θέμα υπακοής στον γέροντα, και δευτερευόντως
θέμα δυνάμεως της πληρέστερης ευχής. Κι αυτό διότι κατά τον Απόστολο, δεν μπορεί να πει κανείς «Κύριον
Ιησούν» παρά μόνο εν Πνεύματι Αγίω (1η Κορ. Ιβ 3). Είναι επομένως νοερά προσευχή με δύναμη από το Άγιο
Πνεύμα και το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», διά της οποίας πέντε λόγους λαλούμε δια του νοός μας (βλ. 1η
Κορ. Ιδ 19). Εξ άλλου όσοι χρησιμοποιούν την σύντομη έκφραση της ευχής έχουν προηγουμένως διδαχθεί γιατί
μέσα στα λόγια αυτά περιέχεται το «Υιέ του Θεού».
Όταν λέμε «Κύριε» τότε απευθυνόμαστε στο Θεό, που κατά απόλυτη έννοια είναι ο Κύριος. Όλοι οι άλλοι
έχουν σχετική εκ Θεού την κυριότητα. Του αποδίδομε το όνομα Ιησούς (=Σωτήρ) υποδηλώνοντας και την
ενανθρώπισή του. Ο Θεός δεν μπορούσε να σώσει τον άνθρωπο μεροληπτώντας υπέρ αυτού, εις βάρος της
απόλυτης Δικαιοσύνης του. Αλλά το επιτυγχάνει δια της σοφίας Του μέσω της ενανθρώπισής Του, το οποίο
επιβεβαιώνεται από το ότι ο Ιησούς αποκαλείται Χριστός, που σημαίνει ότι έλαβε Χρίσμα, ενώ ο Θεός δεν χρίεται
αλλά χρίει. Επομένως ο Ιησούς Χριστός είναι άνθρωπος για να χρίεται, ενώ είναι και Κύριος (=Θεός) όπως
συγχρόνως τον αποκαλούμε, δηλαδή είναι ο ενανθρωπίσας Θεός. Δεν είναι κακό να τονίζεται όπως έλεγε ο γ.
Σίμων το «Υιέ του Θεού», αν και ο άγιος Νείλος ο Μυροβλύτης λέει ότι η ευχή όπως λεγόταν από τους παλαιούς
πατέρες ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού, διά της Θεοτόκου ελέησόν με». Επειδή ο νους
δύσκολα συγκεντρώνεται στα πολλά λόγια, γιαυτό λέγεται, ειδικά από τους αρχαρίους, η συντομότερη έκφραση της
ευχής. http://www.imdleo.gr/diaf/2012/gSimon_Arban.pdf
επιλεγμένα από τα πέντε βιβλία που έγραψε γι’ αυτόν ο μαθητής του π. Ζωσιμάς
Το παρόν κείμενο είναι το μεγαλύτερο μέρος μιας εργασίας
του εν Χριστώ αδελφού Νικολάου Ζερβού, χειροτονημένου
αναγνώστη της μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.
Όπως αναφέρει ο ίδιος: «Στο εν συνεχεία ολιγοσέλιδο
πόνημα, που παραδίδω ανιδιοτελώς στην αγάπη των πιστών
αδελφών, συνέλλεξα μόνο όσα ευρίσκονται ειπωμένα από τον
πατέρα Σίμωνα και περιλαμβάνονται στους πέντε τόμους των
βιβλίων του πατρός Ζωσιμά, τα οποία παρουσιάζουν ένα
κάποιο γενικότερο ενδιαφέρον, όπως π.χ. οι προφητείες του. Η
όλη αυτή σύντομη εργασία μου ακολουθεί τη σειρά των τόμων του
πατρός Ζωσιμά.
Στο τέλος κάθε κειμένου υπάρχει μια παρένθεση και μέσα
στις αγκύλες της είναι γραμμένο ένα κεφαλαίο γράμμα που
παραπέμπει στον τόμο της συγγραφής του πατρός Ζωσιμά,
ακολουθεί μία παύλα και ένας ή περισσότεροι αριθμοί, που
παραπέμπουν στις σελίδες του τόμου, απ’ όπου ξεσήκωσα το σχετικό κείμενο. Π.χ., (Γ-89), θα
πει ότι το συγκεκριμένο κείμενο το βρήκα στον Γ΄ Τόμο, στη σελίδα 89, της συγγραφής του
πατρός Ζωσιμά, κ.ο.κ.». Τρίτη, 21 Φεβρ. 2012. Ν. Ζερβός.
Παρουσίαση του επιλεγμένου κειμένου, με προσθήκη αρίθμησης, τίτλων και
υποσημειώσεων υπό Λεοντίου Μοναχού Διονυσιάτου:
01. Η σωματική εργασία ως άσκηση. Το 1942, ο π. Σίμων διορίστηκε, από τον
Μητροπολίτη Καρυστίας Παντελεήμονα (Φωστίνη), δικαίος και πνευματικός της Μονής της
Μεταμορφώσεως, που απέχει από την Κύμη 5 χιλ. περίπου. Εκεί ο π. Σίμων έσκαβε τον κήπο
της μονής επίτηδες για άσκηση. Και όταν τον ρωτούσαν γιατί δούλευε, αφού δεν είχε φάει
τίποτε, πώς θα άντεχε, απαντούσε:
«Τώρα πρέπει να ασκηθώ και να νικήσω τις αμαρτίες, αλλιώς η αμαρτία δεν νικιέται με
τίποτα. Νικιέται μόνο με την άσκηση και την πίστη». (Α-59/60).
02. Ο Γέροντας είχε πολύ παρρησία και αφοβία. Μια ημέρα, στο Μοναστήρι της
Μεταμορφώσεως στην Κύμη, είχε μαζευτεί πολύς κόσμος. Είχαν πάει και μερικοί αντάρτες και
είχαν και ένα κοντάρι με το κεφάλι κάποιου παπά που είχαν σκοτώσει. Ένας από αυτούς είχε
ανέβει ψηλά σε μια εξέδρα και φώναζε: Ζήτω η ελευθερία, κάτω η παρθενία!
Ο Γέροντας, ακούγοντας αυτά, κυριεύθηκε από ζήλο Κυρίου Σαβαώθ και ξεκίνησε να
πάει να δώσει ένα μάθημα στον ασεβή. Ένας από τους πατέρες της Μονής προσπάθησε να τον
συγκρατήσει, λέγοντάς του: «Τι πας να κάνεις πάτερ Σίμων; Δεν βλέπεις το κεφάλι του παπά
στο κοντάρι»;
Ο Γέροντας δεν του έδωσε σημασία και προχώρησε προς τον αντάρτη. Ανέβηκε πάνω
στην εξέδρα και τον ήλεγξε με πολύ αυστηρό τρόπο και κατέληξε:
«Όλα όσα λες είναι αμαρτία. Πού ξέρεις εσύ, τι είναι παρθενία; Πώς τολμάς να λες
τέτοιες βλακείες και ανοησίες για πράγματα που δεν ξέρεις; Δεν μπορείς να λες «ζήτω η
ελευθερία, κάτω η παρθενία. Και επί πλέον δεν σου επιτρέπεται να μιλάς με τον τρόπο αυτό σε
ένα άγιο χώρο, όπως είναι το Μοναστήρι».
Και τον πιάνει ο π. Σίμων και με δύναμη, που εκείνος δεν φανταζόταν πως είχε ετούτος ο
παπάς, τον κατέβασε από την εξέδρα. Ο κόσμος όλος, που ήταν μάρτυρας της σκηνής εκείνης,
έμεινε κατάπληκτος από το θάρρος του π. Σίμωνα και από την παρρησία και την αφοβία, με την
οποία μίλησε για την παρθενία.
Μαινόμενος ο αντάρτης όπλισε το όπλο του έτοιμος να σκοτώσει τον π. Σίμωνα. Όμως,
ένας άλλος αντάρτης, που ήταν μαζί του, τον σταμάτησε, λέγοντάς του: «Για όνομα του Θεού!
Μην το κάνεις αυτό! Αν τον σκοτώσεις, όλο το χωριό θα ξεσηκωθεί εναντίον μας, γιατί, αν το χωριό αυτό ζει ακόμη, το οφείλει στον παπά αυτόν. Αυτός είναι ένας άγιος άνθρωπος. Μάλιστα
κάνει και θαύματα». «Έτσι, σταμάτησε το κακό ως εκεί. Φανερή ήταν η επέμβαση του Θεού»,
τελειώνει ο αφηγητής. (Α-66/67).
03. Χορτασμός πολλών με ολίγα:
Ένα απόγευμα είχαν πάει πάλι εκατοντάδες άνθρωποι στο Μοναστήρι (Ιερά Μονή
Μεταμορφώσεως στην Κύμη) για αγρυπνία και με την ελπίδα πως ίσως υπήρχε και δυνατότητα
να φάνε κάτι, γιατί η πείνα θέριζε τον κόσμο. Έτος 1943, γερμανική κατοχή. Στο Μοναστήρι
είχαν μόνο μια φούχτα ρεβίθια σε ένα σακκουλάκι και μία φούχτα πλιγούρι σε ένα άλλο.
Ο π. Σίμων είπε στη μαγείρισσα Μοσχούλα: Άκουσε τι θα κάνεις. Θα βάλεις στη φωτιά
τα δύο μεγάλα καζάνια και θα γεμίσεις ως τη μέση νερό. Μόλις δεις να κοχλάζει το νερό, ρίξε τα
ρεβίθια στο ένα καζάνι και το πλιγούρι στο άλλο, για να κάνουμε φαγητό και να φάει ο κόσμος.
Η Μοσχούλα είχε ζωηρές αμφιβολίες γι’ αυτά που άκουσε, αλλά ο π. Σίμων την ήλεγξε
αυστηρά και της είπε:
Κάνε, παιδί μου, υπακοή. Κάνε ό,τι σου λέω εγώ και άφησε τις κουβέντες. Η Μοσχούλα φοβήθηκε, βλέποντας τόσο αυστηρό και στεναχωρημένο τον Γέροντα και είπε: Καλά πάτερ
Σίμων. Θα κάνω όπως είπες. Μόλις έβρασε το νερό, η Μοσχούλα έριξε τα υλικά στα δυο
καζάνια. Μετά από λίγο πήγε να δει, τι γίνεται με το φαγητό. Και τι να δει! Βλέπει τα δύο καζάνια
να έχουν γεμίσει φαΐ και να φουσκώνουν! Στις φωνές της έτρεξαν όλοι, φέρνοντας διάφορα
δοχεία και τα γέμισαν φαγητό, να προλάβουν, να μη ξεχειλίσουν τα καζάνια και χυθεί το φαΐ.
Το πρωί έφαγαν όλοι όσοι είχαν πάρει μέρος στην αγρυπνία. Και ήταν πολύς λαός! Και
οι πατέρες της Μονής είχαν για αρκετές ημέρες πλούσια και χορταστική τροφή!
Πολύ αργότερα μετά από το παραπάνω θαύμα, ο πατήρ Σίμων διηγήθηκε σε Μοναχούς,
ότι προβληματίσθηκε, βλέποντας όλα τα θαύματα που γινόντουσαν στο Μοναστήρι και, όπως
περπατούσε στον κήπο, έλεγε απευθυνόμενος προς τον Κύριο:
«Κύριέ μου, παρακαλώ, δεν ξέρω εγώ ποιος είμαι; Δεν ξέρω εγώ ότι είμαι ένας μεγάλος
αμαρτωλός; Αυτά τα θαύματα γίνονται μόνο από Αγίους. Πώς συμβαίνει να γίνονται και με μένα;
Κύριέ μου, σε παρακαλώ να μου λύσεις την απορία μου αυτή».
Εκείνη τη στιγμή μου έγινε μια ζωντανή αποκάλυψη, είπε ο Γέροντας. Άκουσα δυνατά
τη φωνή του Θεού να μου μιλάει, αναφέροντας το όνομά μου και ένοιωθα κάθε λέξη να μου
χτυπάει αισθητά το μέτωπο:
«Σίμων, λες πως είσαι αμαρτωλός. Είσαι! Δεν σε έχω κατατάξει στους αγίους μου,
αλλά στους δικαίους. Όταν βλέπω να με παρακαλάς νύχτα-μέρα να σου στέλνω βοήθεια για να φάει ο κόσμος και τους έχεις σαν μπαρμπούνια κι’ εσύ να μην τρως, αλλά να μένεις
μερόνυχτα νηστικός, να είσαι σαν μια σκιά του εαυτού σου, αφού έχεις τόσο μεγάλη αγάπη για
τα πλάσματά μου, πώς Εγώ να μη σου στέλνω αυτό που μου ζητάς; Γι’ αυτό σου λέω πως,
αν συνεχίσεις να έχεις αυτή την αγάπη μέχρι τέλους, εγώ θα σε ευλογώ και δεν θα σου
λείψει τίποτε». Ο Κύριος σταμάτησε να μιλάει. Ήμουν έπειτα από αυτό, συνέχισε ο Γέροντας,
όλος χαρά. (Α-69/71)
04. Φιλοξενία. Μετά τα θαύματα του χορτασμού εκατοντάδων ή και χιλιάδων λαού κατά τη
διάρκεια της Κατοχής, που σημειώθηκαν στο Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως, όπου ήταν
τοποθετημένος ο π. Σίμων από τον Μητροπολίτη Καρυστίας, ο Γέροντας, διηγούμενος
αργότερα τα θαύματα αυτά στους Μοναχούς του, στην Ιερά Μονή πλέον του Αγίου
Παντελεήμονος, στη Νέα Πεντέλη, της οποίας υπήρξε ο κτήτωρ, τους έλεγε:
«Παιδιά μου, προσέξτε καλά τη φιλοξενία. Ας μην έρθει κανένας και φύγει χωρίς να
πάρει κάτι. Όσο κι’ αν αυτός δεν θέλει να πάρει τίποτε, εσείς να επιμένετε να του δώσετε κάτι για
ευλογία, λίγο φαγητό, έναν καφέ, λίγο ψωμί, ό,τι έχετε. Γιατί, προσέξτε καλά, αν φύγει κανένας
και δεν πάρει τίποτε, εγώ νιώθω να κατεβαίνω στον Άδη. Εδώ δεν ήρθαμε να κάνουμε έργα
οικοδομικά, αλλά πνευματικά. Προηγείται η φιλοξενία και η αγάπη. Ό,τι θα μας μείνει
τελικά, αυτό θα χρησιμοποιήσουμε για έργα τεχνικά». Ακόμη έλεγε και τούτα: «Να ξέρετε
καλά, ότι η Κυριακή είναι ημέρα του Κυρίου, ημέρα αναστάσιμη. Πρέπει να μαγειρεύουμε κρέας (χάριν των προσκυνητών) και όχι όσπρια. Τα όσπρια είναι για τις καθημερινές. Και παίρνοντας
κρέας, να παίρνετε ό,τι πιο εκλεκτό, για να ευχαριστείται ο Κύριος». (Α-71)
05. Προσωπικές οικονομίες. Μια κυρία ρώτησε τον Γέροντα:
«Πάτερ Σίμων, είναι αμαρτία να βάζει κανένας κάτι στην άκρη από τις οικονομίες του για
κάποιες ανάγκες»; «Όχι, παιδί μου, δεν είναι αμαρτία να έχει κανένας κάτι στην άκρη για ώρα
ανάγκης. Αμαρτία είναι το να σκέφτεσαι μόνο τα λεφτά σου και τίποτε άλλο», είπε ο
Γέροντας. (Α-79 / 80).
06. Ακριβής τήρηση σε τάμα. Η ίδια ως αφηγήτρια προσθέτει:
«Είχαμε τάξει να κάνουμε θεία Λειτουργία σ’ ένα εκκλησάκι κοντά στην Αγία Βαρβάρα
Λυκόβρυσης. Το εκκλησάκι αυτό βρισκόταν σε μια ρεματιά και ο δρόμος για εκεί ήταν πολύ
δύσβατος. Είπα, λοιπόν, στον π. Σίμωνα: Πάτερ Σίμων, ας μη πάμε εκεί. Είναι μακριά και
φοβούμαι μήπως κουράσουμε τον κόσμο. Δεν κάνουμε εδώ τη λειτουργία, στην Αγία
Βαρβάρα»; «Όχι, παιδί μου. Εκεί που τάξαμε, εκεί πρέπει να κάνουμε τη Λειτουργία»,απάντησε ο Γέροντας. (Α - 80)
07. Συνείδηση. Μια ενορίτισσα της Αγίας Βαρβάρας, Λυκόβρυση, γράφει: «Ο π. Σίμων στην
εξομολόγηση δεν μας έβαζε κανόνα. Σε ρωτούσε, πώς είναι η συνείδησή σου, αν αισθάνεσαι
καλά ή αν κρατάς κακία στον γείτονά σου ή ο,τιδήποτε άλλο κακό μέσα σου και απαντούσες
ανάλογα. Αν δεν συνέβαινε τίποτε κακό, έλεγε πως δεν έχεις τίποτε. Πήγαινε στο καλό και κάνε
όπως σε φωτίσει ο Θεός». (Α-87)
08. Πρώτα ο άνθρωπος από το χρήμα. Η ίδια ως άνω κυρία συνεχίζει: «Όταν χάνονταν
χρήματα από την Εκκλησία, ο π. Σίμων ήξερε, γιατί τα έβλεπε όλα, αλλά δεν ήθελε να
φανερώσει κανέναν. Σκέπαζε τον κλέφτη για το πνευματικό του καλό». (Α- 87).
09. Για τα ψέματα. Κάποτε, ρωτήθηκε ο Γέροντας, αν κάνει να λέμε ψέματα. Σκέφθηκε,
σκέφθηκε και τελικά είπε: «Αν είναι να σώσουμε άνθρωπο από κάποιον κίνδυνο, επιβάλλεται να
πούμε και ένα ψέμα».
«Μα, δεν είναι αυτό αμαρτία»; αντέτεινε η κυρία που ρώτησε.
«Είναι», απάντησε ο Γέροντας, «αλλά, αν είναι μια κατάσταση ανάγκης για να σωθεί μια ψυχή, ο
Θεός το συγχωράει αυτό». (Α- 88).
10. Πως καταστρέφονται τα μάγια. Μια φορά είπε μια κυρία στον π. Σίμωνα, πως στο
σπίτι της βρήκε κάτι μάγια, με καρφίτσες και τα παρόμοια, και πως τα έκαψε. Ο π. Σίμων της
απάντησε, πως αυτά δεν τα καίνε, αλλά οι πιστοί τα παραδίδουν στην Εκκλησία, γιατί μόνο η
Εκκλησία μπορεί να λύσει τα μάγια και κανένας άλλος. (Α - 89).
11. Κατηγορίες γάμων... Ένα φτωχό ζευγάρι αρραβωνιασμένων ήθελε να παντρευτεί στην
Αθήνα, όπου είχαν και πολλούς συγγενείς. Σε όλες τις εκκλησίες τους ρωτούσαν, ποιας
κατηγορίας γάμο θέλανε να κάνουν και ζητούσαν τα ανάλογα χρήματα. Οι πεντακόσιες δραχμές
ήταν πολλές γι’ αυτούς και τον κουμπάρο τους.
Ο π. Σίμων, στον οποίο πήγαν και τον ρώτησαν το ίδιο πράγμα για κατηγορίες γάμου,
χαμογέλασε. Έλαμψε το πρόσωπό του, όταν του είπαν πως ήθελαν την τελευταία κατηγορία,
χωρίς πολυέλαιο. Ο πατήρ Σίμων τότε τους είπε: «Παιδιά μου, η Εκκλησία δεν έχει κατηγορίες.
Οι πολυέλαιοι θα ανάψουν όλοι να φωτιστεί το Μυστήριο. Όσο για τα χρήματα, ρίξτε ό,τι
μπορείτε στο κουτί της Εκκλησίας». (Α - 90).
12. Αφιλάργυρος και συμπονετικός. Από διήγηση ενορίτη:
Όταν χτιζόταν η μεγάλη Εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας στη Λυκόβρυση, ήρθε από τη
Γαλλία μια Γαλλίδα με οχτώ - εννέα παιδιά. Ο π. Σίμων βγήκε και έκανε έρανο και της έχτισε
σπίτι, να βάλει η γυναίκα μέσα τα παιδιά της. Ήταν μόνη της και χωρίς άντρα και τη λυπήθηκε.Ερχόταν και έκανε αγιασμό και όταν ήθελα να βάλω κανένα πενηντάρι στην τσέπη του, μου
έλεγε: «Όχι, παιδί μου. Ο Χριστός ανέστησε τον Λάζαρο και δεν πήρε φράγκο. Θεράπευσε
τόσους παράλυτους και δεν πήρε φράγκο. Εμείς, γιατί να πάρουμε λεφτά»; Και δεν έπαιρνε.
Κάθε μήνα πήγαινε στους κήπους και έκανε αγιασμό. Ο πατήρ Σίμων βοηθούσε όλο τον κόσμο.
Δεν άφηνε κανέναν αβοήθητο. (Α – 92)
13. Ακενόδοξο ντύσιμο και συμπεριφορά. Η πριγκίπισσα Ειρήνη επισκέφθηκε τον Γέροντα
στην Αγία Βαρβάρα και εξομολογήθηκε. Φεύγοντας, πήρε την ευχή του και τον παρακάλεσε να
περάσει την επομένη από το Γραφείο της.
Ο Γέροντας την άλλη μέρα φόρεσε τα παλιά του ράσα και ένα παλιό, τριμμένο
καλυμμαύχι, άφησε και τα μαλλιά του ελεύθερα και αφρόντιστα, τα τράβηξε και λίγο μπροστά
του, για να φαίνονται ακατάστατα. Πήγε στο Παλάτι, τον οδήγησαν στο Γραφείο της
πριγκίπισσας και στάθηκε μπροστά της. Εκείνη τα έχασε, βλέποντας τόση ταπείνωση από τη
μεριά του Γέροντα. Έμεινε για λίγη ώρα έτσι ακίνητη, αποσβολωμένη, θαρρείς. Μόλις συνήλθε,
βγάζει από το συρτάρι της ένα χρυσό μετάλλιο και το κρέμασε στο λαιμό του. Ο πατήρ Σίμων τη
χαιρέτησε και έφυγε χωρίς να πει λέξη.
Τα πνευματικά του παιδιά και ιδίως οι γυναίκες τον ρωτούσαν, πως τα πέρασε στο
Παλάτι και τι το έκανε το χρυσό μετάλλιο, που του χάρισε η πριγκίπισσα. Ο Γέροντας τις μάλωνε
τότε με πολύ αυστηρό τόνο και είπε πως, αν άλλη φορά τον ρωτούσαν για το ίδιο πράγμα, θα
τους έβαζε αυστηρό κανόνα. Απ’ ό,τι ακούστηκε αργότερα στη Μονή του, του Αγίου Παντελεήμονος, στη Νέα Πεντέλη, ο Γέροντας δεν κράτησε καθόλου το μετάλλιο, αλλά το έδωσε
σε μια πολύ φτωχή χήρα. (Α-94 / 95).
14. Ειρηνική και αξιοπρεπής συμπεριφορά. Όταν ο Γέροντας ήταν στην Αγία Βαρβάρα,
είχε διαταχθεί από την Μητρόπολη να πάρει τα δισκοπότηρα από την Μονή της Αγίας Ειρήνης
Χρυσοβαλάντου. Ο Γέροντας, όμως, είχε πολύ καλές σχέσεις με το Μοναστήρι που ήταν
παλαιο-ημερολογήτικο. Πήγε εκεί και παρακάλεσε, εάν έχουν τίποτε παλιά και άχρηστα
Δισκοπότηρα να του τα δώσουν. Πήρε, λοιπόν, αυτά τα Δισκοπότηρα και τα έδωσε στη
Μητρόπολη. Έτσι, τακτοποιήθηκε έναντι της Μητροπόλεως, αλλά και δεν δυσκόλεψε το
Μοναστήρι. Ποιος ξέρει, τι θα έκανε άλλος στη θέση του. (Α - 95).
15. Στη Λυκόβρυση και στη Ζούρβα. Μόλις αποπερατώθηκε και εγκαινιάσθηκε ο Ιερός
Ναός της Αγίας Βαρβάρας στη Λυκόβρυση, ο Γέροντας υπέβαλε την παραίτησή του από
εφημέριος του Ι. Ναού. Μόλις μαθεύτηκε, πήγε στον πατέρα Σίμωνα η Γερόντισσα από τη Μονή
της Ζούρβας και του ζήτησε να πάει εκεί ως πνευματικός και Γέροντάς τους. Εκείνος δέχθηκε,
αλλά όχι για μόνιμα, γιατί επιθυμία του ήταν να ιδρύσει δικό του, ανδρικό μοναστήρι.
Εκεί στη Ζούρβα πήγε να τον επισκεφθεί, ύστερα από λίγες ημέρες, αφ’ ότου έφυγε από
την Αγία Βαρβάρα, κάποιο πνευματικό του τέκνο. Δεν βρισκόταν στο Μοναστήρι και η
Γερόντισσα του έδειξε προς τα πού πήγε στο βουνό. Τον βρήκε και τον ρώτησε, γιατί
αποσύρεται στην ερημιά. Ο Γέροντας του εξήγησε τότε, πόσο απαραίτητη είναι για τον Μοναχό
η μόνωση και η μελέτη μέσα στη σιωπή. (Α-100).
16. Εντολή θεία. Ο Γέροντας είπε κάποτε ότι η εντολή ενός ευσεβούς πνευματικού, σε
σχέση με τη νηστεία, είναι θεία και δεν επεμβαίνει σ’ αυτήν ούτε Σύνοδος. (Α-115).
17. Άμεση προσευχή. Είπε ο Γέροντας: Όταν σου λέει κάποιος να προσευχηθείς γι’
αυτόν, να το κάνεις αμέσως, εκεί που βρίσκεσαι. Θα κ άν εις τ ο σ ταυρό σ ου κ αι θ α λ ες:
«Κύριέ μου ή Παναγία μου, δείξε, σε παρακαλώ, το έλεός σου στο δούλο σου τάδε και δώσε του
την υγεία του ή ό,τι άλλο». Αυτό θα λες. Δύο λέξεις και με αγάπη. (Α - 140).
18. Η αξία του Μεγάλου Αγιασμού. Ο Γέροντας είπε σε κάποιον: «Παιδί μου, ό,τι σου λέω
να το πιστέψεις. Αυτό που ένιωσες, το επέτρεψε ο Θεός, για να πιστέψεις πως ο Μέγας
Αγιασμός είναι μισή Θεία Κοινωνία. (Α-188).19. Παρηγορητής ποιμένας. Ο πατέρας Ζωσιμάς, όταν ήταν ακόμη λαϊκός και πήγαινε για
εξομολόγηση στο Γέροντα, πολλές φορές πήγαινε σε κατάσταση απογνώσεως για τις πτώσεις
του που διαπίστωνε. Ο Γέροντας πάντα τον στήριζε και τον παρηγορούσε και του έλεγε συχνά:
«Αγάλι’ αγάλι φύτευε ο γεωργός τ’ αμπέλι, κι’ αγάλι’ αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι». (Α-189).
Στην ποιμαντική μέριμνα του Γέροντα εντελώς ξεχωριστή θέση είχε πάντοτε η έμπρακτη αγάπη.
Ήθελε να δίνει, να δίνει, να δίνει! (Α-190, όρα και Α-186).
20. Διδακτικός ποιμένας. Ο πατέρας Ζωσιμάς σημειώνει ότι ο πατέρας Σίμων δεν
παρέλειψε το έργο της διδαχής στο βαθμό που μπορούσε να το κάνει. Αν και ολιγογράμματος,
ήταν «διδακτός Θεού» και προσέφερε ως σοφός γραμματεύς ό,τι είχε αποθησαυρισμένο στην
αγιασμένη καρδιά του, από την οποία, σαν από θησαυροφυλάκιο, έβγαζε «καινά και παλαιά».
(Α-193/195). Ο π. Ζωσιμάς σταχυολόγησε αποσπάσματα από κάποιες ομιλίες του Γέροντα
στην Τράπεζα της Μονής του Αγίου Παντελεήμονος, οι οποίες είχαν μαγνητοφωνηθεί από
πνευματικά του τέκνα, ως εξής:
Α) Εκείνο που προέχει σήμερα είναι να πιστέψουμε ολόψυχα στο Θεό και ότι τίποτε
δεν γίνεται χωρίς Αυτόν. Όλα περιλαμβάνονται στη Θεία Του Πρόνοια. Ίσως, όμως, ρωτήσουν κάποιοι: «Και τα κακά πώς εξηγούνται; Από το Θεό
προέρχονται»; Είναι πολύ μεγάλο ζήτημα αυτό και δεν το επιτρέπουν τα πέντε λεπτά που
διατίθενται γι’ αυτήν την προσλαλιά να το θίξουμε. Εκείνο που μπορώ να πω είναι πως ο Θεός
ούτε θέλει τα κακά ούτε είναι δημιουργός τους. Είναι γεννήματα της δικής μας αμαρτίας και
κακίας. Και επειδή εφευρέτης του κακού και της αμαρτίας είναι ο σατανάς, εκμεταλλεύεται τη
δική μας κακία και μας κάνει συνεργάτες του. Βλέποντας ο Θεός πως μένουμε στην κακία και
την αμαρτία, την οποία, αν και μας θανατώνει, λατρεύουμε και την έχουμε θρονιασμένη στις
καρδιές μας, θέλει να μας βοηθήσει να καταλάβουμε πως το κακό είναι κακό και αποβλέπει
στην καταστροφή μας εδώ στη γη και στον αιώνιο όλεθρό μας κατόπιν. Και για να βοηθηθούμε
σ’ αυτό, επιτρέπει να μας βρούν κάποια δυσάρεστα πράγματα, όπως είναι ο πόνος, η θλίψη, οι
αναποδιές της ζωής, οι αρρώστιες κλπ. Αν κάποιος π.χ. φθονεί κάποιον άλλον, ο Θεός
επιτρέπει να του συμβεί κάποιο κακό για να καταλάβει την κακία του και να μετανοήσει, για να
μπει στο δρόμο του καλού και να μη φθονεί, αλλά να αγαπάει τον άλλον.
Εμείς, όμως, τι λέμε; «Ναι, βέβαια, το κακό είναι κακό, αλλά έλα που δεν μπορούμε να
απαλλαγούμε από αυτό»!
Λησμονούμε όμως πως ο Χριστός έγινε άνθρωπος γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, για να μας βοηθήσει να απαλλαγούμε από το κακό, μέσα στο οποίο ζούμε και το οποίο μας βασανίζει. Ο
Χριστός όμως δεν ήρθε απλώς στη γη για να φύγει από κοντά μας κάπου στα βάθη του
ουρανού. Ο Χριστός είναι διαρκώς παρών στην Εκκλησία Του και πάντα κοντά μας. Δεν είπε,
αφήνοντας τους Μαθητάς Του μετά την ανάστασή του: «Ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας
ημέρας έως της συντελείας του αιώνος»; (Ματθ. κη΄ 20). Και είμαι παρών όχι μόνο σε έναν
τόπο, αλλά παντού (σαν Θεός). Επομένως μπορώ να πραγματοποιήσω ό,τι σας υποσχέθηκα.
Αυτά λέει ο Χριστός. Πρέπει όμως να αποφασίσουμε κι’ εμείς να πάμε κοντά του. Και αν θέλετε
να με ακολουθήσετε, λέει ο Κύριος, και να είστε πάντα κοντά μου, θα με έχετε πάντα κοντά σας,
γιατί εγώ είμαι πάντα παρών. Και θα σας δώσω όλα όσα σας υποσχέθηκα και θα ζήτε σαν σε
παράδεισο. «Δόξα και τιμή και ειρήνη παντί τω εργαζομένω το αγαθόν» (Ρωμ. β΄ 10). Η ειρήνη
είμαι εγώ, ο Χριστός, και μόνον εγώ μπορώ να σας δώσω δόξα και τιμή. Αν όμως εσείς τρέχετε
στα όσα σας προσφέρει ο κόσμος και όχι σε ό,τι σας προσφέρω εγώ, τι να σας κάνω τότε; Εφ’
όσον θα θέλετε να με λατρεύετε, θα με έχετε κοντά σας. Αν όμως θεωρείτε ευτυχία σας τη μέθη
και τις απολαύσεις του κόσμου αυτού, πώς θα είμαι παρών μέσα σας στην περίπτωση αυτή;
Ο κόσμος σας οδηγεί στη διαφθορά και στη φθορά. Σας υπόσχεται χαρά, υγεία, ευτυχία.
Αλλά αυτά που υπόσχεται ο κόσμος, αποτελούν απλούστατα δόλωμα για να σας τραβήξει
κοντά του. Δεν έχει όμως τίποτε να σας προσφέρει. Θέλει ο κόσμος να σας εμποδίσει να ζήσετε
παραδεισένια ζωή από αυτή τη ζωή και σας ετοιμάζει την κόλαση από τώρα, γιατί ο παράδεισος
του κόσμου είναι πραγματική κόλαση.
Θα πείτε, ίσως, πως ο Θεός επιτρέπει δοκιμασίες.Επομένως δε πρόκειται και κοντά του να τις αποφύγουμε. Και βέβαια θα επιτρέψει δοκιμασίες ο Θεός, μας λέγει ο Κύριος. Πώς
αλλιώς θα απαλλαγείτε από τις κακίες σας; Αν όμως με αφήσετε να σας θεραπεύσω, τότε θα
γίνετε άγγελοι. Εφόσον λοιπόν δεν δίνουμε σημασία στην πρόσκληση του Χριστού να είμαστε
μαζί του, τότε μένουμε σε κόλαση, που μόνοι μας δημιουργούμε. Εάν δεχθούμε όμως με
ευγνωμοσύνη τη δοκιμασία που στέλνει ο Θεός, τότε και θα διορθωθούμε και πάντα θα υπάρχει
η ελπίδα να απαλλαγούμε από τη δοκιμασία. Αλλά και αν την κρατήσει, θα έχει άλλο νόημα για
μας και αυτό θα σημαίνει την προαγωγή μας σε αγιασμό.
Για να απαλλαγούμε από τα κακά ο Θεός μας αφαιρεί τα υλικά αγαθά, τα οποία μας
βλάπτουν. Αν όμως έχουμε καλή διάθεση να υπηρετήσουμε τους άλλους με αγάπη και ζούμε
ως οικονόμοι Θεού, τότε μας τα διατηρεί και γινόμαστε άγγελοι Θεού και προκαλούμε τους
άλλους να μας μιμηθούν.
Το κακό, αγαπητοί, προέρχεται από εμάς και όχι από τους άλλους. Και για μας
φέρει σε συναίσθηση ο Θεός επιτρέπει να μας κακοποιήσουν οι κακοί. Αν όμως δεν φταίμε, και
μας αδικούν οι κακοί, τότε ας χαίρωμεν και ας αγαλλιώμεν εν εκείνη τη ημέρα. Ο Θεός θα μας
αποδώσει πολλαπλάσια τιμή, που τώρα τσαλακώνεται από τους αδίκους και πολλαπλάσια
αυτών που χάνουμε ή ζημιωνόμαστε. Ας προσέχουμε, λοιπόν, να μη βλάπτουμε εμείς τον εαυτό
μας. «Εαυτόν μη βλάπτοντα, ουδείς παραβλάψαι δύναται», λέγει ο άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος. Όποιος δεν βλάπτει τον εαυτό του, κανένας άλλος δεν μπορεί να τον βλάψει.
Βεβαίως, κάνοντας το καλό, μπορεί να συναντήσουμε την αδικία και συκοφαντία εκ μέρους άλλων. Ας μην απογοητευόμαστε εμείς. Δεν θα επιτρέψει ο Θεός να χαθούμε. Εμείς θα κάνουμε
υπομονή, δεν θα κακολογούμε ούτε θα βρίζουμε ούτε θα καταριόμαστε κανέναν ούτε θα
τρέχουμε στα δικαστήρια. Και ο Θεός ξέρει και μπορεί να μας ανοίξει πηγές ευλογίας.
Η πηγή των αγαθών είναι μία, ο Θεός και Δημιουργός των όλων. Από αυτήν την πηγή
του καλού πηγάζουν και όλες οι άλλες πηγές. Ο Θεός είναι η πηγή της χάριτος. Και δεν μπορεί
ο άνθρωπος που θα πάρει κάποια χάρη και δωρεά να μην έχει χαρά και όποια άλλη ευλογία.
Καρπός του Πνεύματος, λέγει η Γραφή, είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης,
αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια (Γαλ. ε΄ 22). Παίρνοντας λοιπόν από την πηγή των
χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος τις διάφορες χάριτες, τα διάφορα χαρίσματα, πώς είναι
δυνατόν να έχει κανένας μίσος, να αδικεί τους άλλους, να είναι γενικά κακός; Παίρνοντας,
λοιπόν, το Άγιον Πνεύμα, δεν παίρνουμε λόγια, αλλά καταστάσεις μοναδικές, όπως είναι αυτές
που είδαμε πιο πάνω ως καρπούς του Πνεύματος. Ας μη παύσουμε να ζητούμε τα χαρίσματα
αυτά που ανανεώνουν την καρδιά και την κάνουν να μη γερνάει ποτέ.
Τα δώρα αυτά αναφέρονται στην ψυχή. Και αυτή αποτελεί τον κυρίως άνθρωπο. Αυτήν
πρέπει να φροντίζουμε να ομορφαίνουμε, οπότε τιμούμε και προστατεύουμε και το σώμα μας
από τη φθορά και διαφθορά της αμαρτίας. Ο εγκρατής άνθρωπος π.χ. δεν αφήνει το σώμα του
να κυλιέται στη λάσπη. Το ντύνει με χίλια δυό όμορφα καλύμματα, όπως είναι η αγάπη, η
ελεημοσύνη, η συγχωρητικότητα και αποκλείει τα αντίθετα, π.χ. τη φιλαργυρία, τη ματαιοδοξία, το μίσος και όλα τα αντίστοιχά τους, που δεν φέρνουν την ειρήνη και την τιμή.
Ο προφήτης Δαβίδ λέει σε κάποιον ψαλμό: «εθαυμαστώθη η γνώσις σου εξ εμού».
Μια ψυχή και ένα σώμα στολισμένα με πνευματικά χαρίσματα δημιουργεί στις ψυχές των άλλων
τον θαυμασμό για τον Δημιουργό τέτοιου θαύματος. Αν ακολουθήσουμε, λοιπόν, σταθερά την
ωραία και βασιλική οδό της αγάπης προς όλους, της αλληλοβοηθείας και γενικά της αρετής,
τότε ο Χριστός θα είναι πάντα παρών μέσα μας και η χαρά θα βασιλεύει μέσα μας, ενώ η ειρήνη
θα χαρακτηρίζει τις σχέσεις μας με τους γύρω μας, μέσα και έξω από την οικογένειά μας.
Β). Όσοι αγωνίζονται επάξια, θα πάρουν διπλό μισθό, αυτό μας βεβαιώνει η Γραφή.
Γιατί; Γιατί κανένας άγιος και κανένας αγωνιστής της Εκκλησίας μας δεν πέρασε χωρίς
διωγμούς και συκοφαντίες, χωρίς ιδιαίτερα μεγάλο πόνο και μαρτύριο για τον Κύριο. Για όλα
αυτά κάνει ιδιαίτερο λόγο ο απόστολος Παύλος, που τα έζησε, όπως και όλοι οι άγιοι απόστολοι
και οι άλλοι άγιοι. «Εν παντί θλιβόμενοι, αλλ’ ου στενοχωρούμενοι, απορούμενοι, αλλ’ ουκ
εξαπορούμενοι, διωκόμενοι, αλλ’ ουκ εγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι, αλλ’ ουκ απολλύμενοι
...ως αγνοούμενοι και επιγινωσκόμενοι, ως αποθνήσκοντες και ιδού ζώμεν… λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα…». Αυτά διαβάζουμε στις δύο προς Κορινθίους επιστολές
του. Και αυτά που έζησαν αυτοί οι άγιοι, τα ίδια, τηρουμένων κάποιων αναλογιών, πρέπει να
ζούμε κι’ εμείς και με τον ίδιο τρόπο να αντιμετωπίζουμε τις διάφορες καταστάσεις.
Λένε όμως κάποιοι: «Κάνεις το καλό και βρίσκεις τον μπελά σου». Τέτοιους «μπελάδες»
βρήκαν οι άγιοι, όπως αναφέραμε πιο πάνω. Και τους δέχτηκαν εκείνοι με πίστη, με χαρά, με
ενθουσιασμό, με υπομονή, με αγάπη και αφοσίωση στον Κύριο μέχρι θανάτου. Και γι’ αυτό και
είναι άξιοι διπλού μισθού. Θα είναι δε κρίμα να χάνουμε το καλό, να πάψουμε να το ενεργούμε,
γιατί θα υπάρξουν αντιδράσεις, συκοφαντίες κλπ. Ας μη λησμονούμε πόσα αγαθά και αμοιβές
μας ετοιμάζει ο Κύριος και τί χάνουμε λυγίζοντας, επειδή μας κατηγορεί ο κόσμος.
Ο χριστιανός δεν φοβάται την εχθρότητα που θα συναντήσει στην καλωσύνη και την
αγάπη, με την οποία αντιμετωπίζει την κακότητα και την αντίδραση του κόσμου. Αυτό δεν έκανε
ο Χριστός; Όχι μόνο συγχώρεσε τους σταυρωτές του, αλλά και προσευχήθηκε γι’ αυτούς. Και
πρέπει ο χριστιανός να συγχωρεί σε τόσο βαθμό, που να μπορεί να προσεύχεται γι’ αυτούς που
του κάνουν κακό. Ο χριστιανός ακόμη αποφεύγει να κατακρίνει τους άλλους. Ο απόστολος
Παύλος λέει: «Σύ τις εί ο κρίνων αλλότριον οικέτην; Τω ιδίω Κυρίω στήκει ή πίπτει. Σταθήσεται
δε. Δυνατός γάρ εστίν Θεός στήσαι αυτόν» (Ρωμ. ιδ΄ 4). Και ο ίδιος ο Κύριος είπε: «Μη κρίνετε,
ίνα μη κριθήτε» (Ματθ. ζ΄ 1). Είναι αλλουνού δούλος ο άλλος, δούλος του Θεού. Και είναι
υπεύθυνος έναντι μόνον του Θεού. Και αν τυχόν πέσει, ο Θεός μπορεί να τον ξανασηκώσει. Με ποιό δικαίωμα τον κατακρίνουμε εμείς; Ο Κύριος μέρα και νύχτα προσπαθεί και θέλει να
βοηθήσει τον άνθρωπο, προκειμένου να ξαναγυρίσει στη σωστή πορεία, στην αρχική του τάξη
και κατάσταση. Κι αν το θέλει ο Κύριος για τον κάθε πιστό, πολύ περισσότερο το θέλει για τον
κάθε κληρικό και λειτουργό του.
Κάτι που πρέπει να επιδιώκει ο κάθε χριστιανός είναι η πραότης, που τελικά σημαίνει
ταπείνωση και ειρηνική διάθεση. Και αυτό οφείλεται στο ότι ταπείνωση σημαίνει κατοχή του
πλούτου της Θεότητος. Γι’ αυτό ο ταπεινός δεν οργίζεται, αλλά είναι ο πράος, ο ειρηνικός και ο
γεμάτος γλυκύτητα, ο απλός άνθρωπος.
Όλα αυτά αποτελούν θείο δώρο. Και μπορεί και ο πιο ασήμαντος άνθρωπος να είναι
στολισμένος με το θείο αυτό δώρο, πράγμα που ίσως οι θεωρούμενοι σημαντικοί άνθρωποι να
μη δίνουν σημασία σ’ αυτά και ιδιαιτέρως σ’ αυτούς τους άσημους ανθρώπους. Αλλά αν οι
άνθρωποι, όποιοι και να είναι αυτοί, τους αγνοούν, δεν τους αγνοούν όμως οι άγγελοι του Θεού.
«Οράτε μη καταφρονήσητε ενός των μικρών τούτων. Λέγω γαρ υμίν, ότι οι άγγελοι αυτών διά
παντός βλέπουσι το πρόσωπον του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. ιη΄ 10).
Οι μικροί και ασήμαντοι άνθρωποι, κατά κόσμον, δεν είναι ασήμαντοι στον ουρανό. Δεν
είναι περιφρονημένοι ή άξιοι υποτιμήσεως, γιατί τους προσέχουν οι άγγελοι του Θεού, οι οποίοι
σχετίζονται άμεσα με τον Θεό. Αν οι άνθρωποι αυτοί αμαρτάνουν, θλίβονται και πονούν γι’
αυτούς οι άγγελοι. Αν, αντίθετα, προοδεύουν, χαίρονται και πανηγυρίζουν. Και μιλούν ευνοϊκά
γι’ αυτούς στο Θεό. Ο Θεός, λοιπόν, αυτούς τους απλούς και πράους και ταπεινούς ανθρώπους θέλει, αυτούς που δεν φαίνονται, αλλά μένουν κρυμμένοι και αφανείς, που όμως είναι πλούσιοι
εσωτερικά, πλούσιοι σε ευσέβεια, ταπείνωση και κάθε αρετή.
Εκείνο που κάνει αξιοθαύμαστο έναν άνθρωπο είναι η γλυκύτης και η καλοσύνη πάντοτε,
αλλά περισσότερο σε περιπτώσεις υποδείξεως και ελέγχου. Γιατί είναι πολύ σημαντικό πράγμα
να ελέγξει κανένας. Μόνον όποιος μιλάει με γλυκό και πράο τρόπο, προ πάντων σήμερα,
μπορεί να οδηγήσει τον άλλον σε συναίσθηση και μετάνοια. Και τι πιο ωραίο να υβρίζεσαι και
εσύ να μιλάς με γλυκό τρόπο;
Γ). Τίποτε δεν είναι γλυκύτερο και σημαντικότερο από αυτό που δημιούργησε ο Θεός και
καλούμαστε να κοπιάσουμε κι’ εμείς λίγο για να γίνει ο κόσμος, κόσμος χαράς, ευφροσύνης και
αγαλλιάσεως. Ο Θεός λέγει διά του προφήτου Ησαΐου: «Εάν θέλητε και εισακούσητέ μου, τα
αγαθά της γης φάγεσθε. Εάν δε μη θέλητε μηδέ εισακούσητέ μου, μάχαιρα υμάς
κατέδεται». Ο προφήτης μας λέει πως δεν θα μπορέσει ο άνθρωπος να ιδεί ημέρες χαράς και
γαλήνης και απολαύσεως των αγαθών, που έδωσε άφθονα ο Θεός στη γη ετούτη, αν δεν
υπάρξει υπακοή στο θέλημά του. Σε αντίθετη περίπτωση, θα φάει τον άνθρωπο το μαχαίρι, δηλαδή θα βρίσκεται ο άνθρωπος σε αντίθεση και με τον ίδιο τον εαυτό του και με τους άλλους.
Μακριά από τον Θεό υπάρχει η ταραχή, η εχθρότητα, ο θάνατος. Κοντά στο Θεό υπάρχει ο
παράδεισος για εμάς και η θύρα εισόδου μας σ’ αυτόν είναι η μετάνοια. Και ενώ δεν έχουμε να
χάσουμε τίποτε πλησιάζοντας το Χριστό, κοντά του κερδίζουμε το παν.
Πολύ σωστά τονίζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης πως η επιθυμία της σαρκός και η επιθυμία
των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου, που δεν είναι του Θεού, είναι πράγματα που φεύγουν,
είναι απατηλά και προσωρινά.
Αντίθετα, η ευσέβεια είναι ωφέλιμη αιωνίως. Και αληθινή ευσέβεια είναι να ακολουθεί
κανένας όσα είπε ο Κύριος και διδάσκει η Εκκλησία διά των Πατέρων.
Τι έχασαν οι άνθρωποι που επεδίωξαν δόξα αιώνια και ακατάλυτη; Έγιναν μεγάλοι, όχι
κατά κόσμον, αλλά κατά Θεόν… Ας επιδιώξουμε κι εμείς να τα πετάξουμε όλα από πάνω μας
και να ντυθούμε τον Χριστόν. Ας προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε τη σοφία του Χριστού και
όχι του κόσμου. Ο Θεός δεν έπλασε τον κόσμον ματαίως, αλλά για να ζει και να ευφραίνεται
αιωνίως. Αν αυτό το κατανοήσουμε πλήρως, τότε χάνει ο θάνατος το φοβερό του κεντρί και
γίνεται παίγνιο των ανθρώπων. Γνωρίζοντας τον ωραίο αυτόν προορισμό, θα υποφέρουμε
λιγότερο στον κόσμο αυτόν και θα αποκτήσουν όλα υψηλότερο και ωραιότερο νόημα… Αλλά γι’
αυτό οφείλουμε να αποκτήσουμε και τη συνείδηση αυτής της αλήθειας και τη βίωσή της, ώστε
να αποτελούν οι πιστοί το ζωντανό παράδειγμα και τη ζωντανή διδασκαλία αυτής της αλήθειας για όλους και ιδιαίτερα για τη νέα γενεά.
Έχοντας ο άνθρωπος υπόψη του τον ωραίο του προορισμό, θα σκέπτεται μόνο το καλό
για τον πλησίον του, το καλό για τον γείτονά του και ουδέποτε θα τον εκμεταλλευθεί, ουδέποτε
θα τον αδικήσει ή θα του κάνει κακό. Και έτσι οι σχέσεις του με τους άλλους θα είναι ομαλές,
γιατί θα είναι επίσης συνεπής στις υποχρεώσεις του, π.χ. ο εργοδότης έναντι του εργαζομένου
και αντίστροφα. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν, ότι βασιλεύει η καλοσύνη και η αγάπη,
βασιλεύει η χαρά και ο ένας προσέχει τον άλλο. Τότε και η φιλία γίνεται στέρεη και ακατάλυτη
και ο ένας φίλος θυσιάζεται για τον άλλον. Και δεν υπάρχει αντάλλαγμα πολυτιμότερο στη ζωή
σου από φίλο πιστό. ΄Εχεις φίλο; Θα ζήσεις στις δύσκολες στιγμές. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τα
χρήματα που είναι φίλος άπιστος ή μάλλον δεν είναι καν φίλος. Γνωρίζοντας, λοιπόν, τον
προορισμό σου, θα μπορέσεις να αποκτήσεις το πνεύμα της αγάπης και της θυσίας και
επομένως τις προϋποθέσεις της αληθινής φιλίας και αμοιβαιότητος.
Απλά πράγματα αυτά, αλλά δεν μπορεί το ανθρώπινο πνεύμα να τα αντιληφθεί και πολύ
περισσότερο να τα θέσει σε εφαρμογή, αν κάποια από αυτά τα συλλάβει. Γι’ αυτό πρέπει κοντά
στα άλλα ή, μάλλον, πριν από τα άλλα, να ξεκαθαρίσει τη σκέψη του και τις ιδέες του. Και αυτό
θα το πετύχει μελετώντας τον λόγο του Θεού, Παλαιά και Καινή Διαθήκη και τους Πατέρας που
την ερμηνεύουν σωστά. Έτσι, θα έχει ανοιχτούς τους ουρανούς, όπως λέγει και ο άγιος Ιωάννης
ο Χρυσόστομος για τη μελέτη της Γραφής: «Η των Γραφών ανάγνωσις, των ουρανών υπάνοιξις εστί». (Α-195 έως 203).
21. Το πνευματικό σχολείο. Μια περίοδο, στην Μονή του Αγίου Παντελεήμονος, στη Νέα
Πεντέλη, Ο Γέροντας συνήθιζε, μετά τη θεία Λειτουργία, να «ανοίγει το σχολείο». Συγκέντρωνε,
δηλαδή, τους Μοναχούς του και όσους από τους πιστούς παρέτειναν την παραμονή τους στο
Μοναστήρι, και άρχιζαν την ανάγνωση και ερμηνεία των επιστολών του Αποστόλου Παύλου,
από την έκδοση του 1968 του εκδοτικού οίκου Δημ. Παναγοπούλου, η οποία έχει εκπονηθεί
από τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη και ο οποίος έχει λάβει υπόψη του όλους τους Πατέρες.
Ο Γέροντας πάντα έλεγε, πως πρέπει να μελετούμε την Αγία Γραφή διά των Πατέρων.
Μάλιστα δε, του άρεσε πάρα πολύ ο ιερός Χρυσόστομος και έλεγε: «Το στόμα του Χριστού, το
στόμα του αποστόλου Παύλου και το στόμα του ιερού Χρυσοστόμου, ένα στόμα. Όταν διαβάζεις
Χρυσόστομο, είναι σαν να πηγαίνεις κατ’ ευθείαν στον Ουρανό, τη βασιλεία των Ουρανών. Άμα
βαδίσεις την οδό Πατησίων, πηγαίνεις κατ’ ευθείαν στην Ακρόπολη. Έτσι, άμα διαβάζεις τον
ιερό Χρυσόστομο, πηγαίνεις κατ’ ευθείαν στον Ουρανό, στη βασιλεία των Ουρανών».
Αυτά όλα τα υπογράμμιζε και με το Χρυσοστομικό: «η των γραφών ανάγνωσις, ουρανών
υπάνοιξις εστί». (Α-257).22. Να μιλάμε με ταπείνωση. Ο Γέροντας συμβούλευε τα πνευματικά του τέκνα: «Όταν
μιλάμε για πνευματικά πράγματα, να μιλάμε με ταπείνωση και όχι όλοι μαζί, γιατί υπάρχει το
κακό πνεύμα και διαστρέφει την αλήθεια και κάνει να ακούγονται άλλα λόγια από αυτά που ήδη
έχουν ειπωθεί». (Α-281)
23. Δύο οι κτύποι του πονηρού. Μια πνευματική θυγατέρα του Γέροντα γράφει, ότι ένα
βράδυ που είχε μείνει στο Μοναστήρι, κάνανε προσευχή στο κελί της Γερόντισσας με άλλες
γυναίκες και ακούσανε στο παράθυρο δύο χτυπήματα: «τάκ - τάκ»!
Την άλλη μέρα πήγε στον Γέροντα, του το είπε, και τον ρώτησε: Τι ήτανε Γέροντα; Και
εκείνος της είπε: «Ο σατανάς ήτανε, παιδάκι μου. Γιατί εκείνος δεν χτυπάει τρεις. Χτυπάει
δύο. Το τρία το φοβάται»! (Α-320).
24. Φάρμακα. Ο Γέροντας, όταν κάποιος του έλεγε για κάποια ασθένειά του και για τα
φάρμακα που έπαιρνε, πάντα συνιστούσε να σταματήσει τα φάρμακα και να ακολουθήσει τα
φάρμακα του Θεού, που είναι η νηστεία, η προσευχή και η πίστη, και που αυτά έχουν
οπωσδήποτε θετικό αποτέλεσμα. (Α - 342).25. Δύσκολες μέρες. Ο Γέροντας έλεγε πολλά για την κατάσταση της κοινωνίας. Θα
έλθουν, έλεγε, πολύ δύσκολες ημέρες. Ο κόσμος έχει ξεφύγει από τον δρόμο. (Α-353). Μια
φορά ρωτήθηκε ο πατήρ Σίμων: Τι γίνεται με τις βόμβες που πέφτουν συνέχεια στην
Αθήνα; Ήταν η χρονιά του 1982 ή 83 και ο Γέροντας είπε: «Αυτά δεν είναι τίποτα. Πάρα
πολλά θα δείτε. Πάρα πολλά για να δοκιμαστεί ο λαός που δεν καταλαβαίνει». (Α-354).
26. Ίαση και προφητεία. Μια χριστιανή, η οποία είχε ζήσει από κοντά και είχε λάβει πολλές
χάρες από τον Γέροντα, σε μια περίπτωση που η κόρη της, ενώ ήταν καταδικασμένη από τους
γιατρούς του Νοσοκομείου Παίδων «ΑΓΛΑΪΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ» και ανέμεναν την κατάληξη του
παιδιού μέσα σε λίγες ώρες, η μικρή ασθενής «γύρισε» και έγινε γρήγορα καλά. Η μάνα έκανε
τάμα, μόλις έπαιρνε την κόρη της από το Νοσοκομείο, να πήγαινε πρώτα το παιδί της στον
Γέροντα και μετά στο σπίτι της. Επί πλέον, να πουλούσε ένα οικόπεδο που είχε προίκα της και
να έδινε τα χρήματα στο Μοναστήρι. Όταν, όμως, πήγε με το παιδί στον Γέροντα και του τα είπε
όλα αυτά, εκείνος της είπε:
«Τι είναι αυτά που λες, παιδί μου; Ο Θεός δεν πληρώνεται. Να αγαπάτε τον κόσμο, να
μην κ ρατάτε μ ίσος στην κ αρδιά σ ας, ν α μ η σ ας ε νδιαφέρει τ ι κ άν ει ο δ ιπλ αν ός σ ας κ αι ν α
βοηθάτε, όταν βλέπετε άνθρωπο να υποφέρει. Και όταν οι άνθρωποι καταλάβουν ποιο είναι το φάρμακο, θα σωθούνε, ειδεμή θα πάνε χαμένοι». Η μάνα τον ρώτησε: Ποιό είναι το φάρμακο
Γέροντα; Και ο Γέροντας της είπε:
«Η Αγία Κοινωνία με την Ιερά Εξομολόγηση και μετάνοια, παιδί μου. Θα έρθει ημέρα
που δεν θα έχετε μέρος να θάβετε τους νεκρούς και θα τους θάβετε ομαδικά σε λάκκους
από τα ατυχήματα και τις αρρώστιες. Αυτή είναι η κατάντια του ανθρώπου από την αμαρτία.
Ξέχασε τον Θεό, τις νηστείες. Δεν προσέχει τίποτα ιερό». (Α-383/384).
27. Πείνα. Μια άλλη φορά, στο ίδιο παραπάνω πρόσωπο, ο Γέροντας είπε, ότι θα έρθει μια
τέτοια πείνα, που η πείνα του 1941 δεν είναι τίποτα, μπροστά σ’ αυτή που έρχεται. Η
κυρία τον ρώτησε, αν θα γίνει πόλεμος και απάντησε: Κάτι άλλο θα γίνει, παιδί μου. (Α-388).
28. Κόσμος και δικαιοσύνη. Ο Γέροντας, σε μια νυκτερινή συζήτηση με ένα πνευματικό του
τέκνο, του είπε και τούτο μεταξύ άλλων: «Ο κόσμος αυτός που ζούμε δεν γνωρίζει, τι κάνει.
Εσύ μη ζητάς να εύρεις από τον αμαρτωλό κόσμο Αλήθεια και Δικαιοσύνη». (Α-438).
29. Οικουμενισμός. Σε σχετική ερώτηση, τι γνώμη έχει για την λεγόμενη οικουμενική κίνηση ,ο Γέροντας απάντησε με φράση του μακαριστού πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς: «Ο
Οικουμενισμός, παιδί μου, είναι η παναίρεση των αιώνων». (Β-20)30. Ξεκαθάρισμα. Ο Γέροντας συχνά έλεγε: «Έρχεται η ώρα που θα ξεχωρίσει η ήρα
από το σιτάρι», εννοώντας πολέμους και ακαταστασίες (υλικές και πνευματικές) και ημέρες
εκδικήσεως. (Β-20)
31. Καθολικοί. Στα θέματα της πίστεως ήταν απόλυτος και ασυμβίβαστος. Κάποτε ένας
προσκυνητής είπε κάτι για τους Καθολικούς. Ο Γέροντας αμέσως άναψε και κοκκίνισε, και με
χειρονομίες και έντονη φωνή είπε: «Οι Καθολικοί δεν έχουν Χάρη και έγιναν χίλια κομμάτια,
διαλύθηκαν, δεν είναι εκκλησία οι Καθολικοί, δεν έχουν ιεροσύνη, δεν έχουν Μυστήρια,
ακόμη και στον αγιασμό βάζουν αλάτι να μη βρωμίσει». (Β-43/44)
32. Νοερά προσευχή.
Μια ημέρα, λέει ο π. Ζωσιμάς (+2009), μου είπε ο Γέροντας Σίμων (+ 1988) περί νοεράς
προσευχής: «Εγώ, πατέρα Ζωσιμά, μπορώ και τα δύο να κάνω: Να εξομολογώ τον
κόσμο, να τους μιλάω, και να λέω και την νοερά προσευχή, χωρίς να εμποδίζομαι και να
με κουράζει. Έχω και τα δύο μαζί». Ο Γέροντας, επίσης, μου είπε για την νοερά προσευχή:
«Όταν αρχίσεις ν α π ροσεύχεσαι κ αι ν α λ ες τ ο « Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού,
ελέησόν με», θα συγκεντρωθείς πρώτα στο μυαλό σου και θα αρχίζεις να την λες, αργά στην
αρχή, να προσέξεις η συγκέντρωση και οι λέξεις, που θα λες, να πηγαίνουν μαζί και σιγά-σιγά
θα την λες πιο γρήγορα. Όταν θα φεύγει ο νους σου και οι λέξεις σου δεν πάνε μαζί, θα την λες
ξανά αργά. Όταν βλέπεις ότι πηγαίνεις καλά, θα την λες γρήγορα. Αυτό θα κάνεις κάθε φορά,που θα προσεύχεσαι με την νοερά προσευχή».
Όταν έδωσα τον λόγο μου στον Γέροντα ότι θα μείνω στο Μοναστήρι για Μοναχός, μια από
τις πολλές συμβουλές, που μου έδωσε, ήταν: «Την νοερά προσευχή θα την λες, λέγοντας το
Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με».
«Να είναι ευλογημένο», είπα.
Κάποτε ήλθε ένας προσκυνητής στο Μοναστήρι και είδα να κρατάει στο χέρι του ένα
κομποσχοίνι μεγάλο και να λέει την ευχή πολύ γρήγορα. Σαν μηχανή πήγαινε το χέρι του. Εγώ
τον κοιτούσα και απόρησα μέσα μου και έλεγα «τι ευχή να λέει άραγε και το κάνει τόσα
γρήγορα»; Ήθελα να μάθω και τον ερώτησα πώς την λέει την ευχή και μου είπε: Κύριε Ιησού
Χριστέ ελέησόν με.
Καλά, του είπα, το «Υιέ του Θεού» γιατί δεν το λες; Δεν χρειάζεται, είπε, το ίδιο είναι. Με
λίγες λέξεις λέγεται πιο γρήγορα. Εγώ το πίστεψα και άρχισα εκείνη την ημέρα να κάνω και εγώ
το ίδιο με την ευχή. Φούσκωνα από την υπερηφάνειά μου, που έλεγα και εγώ γρήγορα την
ευχή. Το βράδυ που κοιμήθηκα βλέπω στον ύπνο μου έναν αράπη γεροδεμένο, σαν παλαιστής
ήταν. Είχαμε αγκαλιαστεί στήθος με στήθος και παλεύαμε. Αυτός είχε πολύ δύναμη.
Καταλάβαινα ότι δεν θα μπορούσα να τον νικήσω. Άρχισα να λέω την ευχή, το «Κύριε Ιησού
Χριστέ ελέησόν με». Με τίποτα δεν ελευθερωνόμουν, πότε με έσπρωχνε αυτός πίσω, πότε εγώ.
Αυτό γινόταν συνέχεια και έλεγα μέσα μου και απορούσα, να λέω την ευχή τόση ώρα και να μη
μπορώ να ελευθερωθώ. Δεν ήξερα, τι άλλο να κάνω. Να λέω την ευχή συνέχεια πολύ και να μη πιάνει καθόλου. Είχα κουραστεί να παλεύω, είχα καταϊδρώσει. Εκείνη τη στιγμή θυμήθηκα να
πω την ευχή, όπως μου είχε πει ο Γέροντας, «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με».
Ακούω τον σατανά να βγάζει μια κραυγή πολύ δυνατή «Όχι!!! Δεν μπορώ να το αντέξω αυτό».
Αμέσως έγινε ένας μαύρος καπνός και ελευθερώθηκα.
Εγώ έμεινα κατάπληκτος και είπα εκείνη τη στιγμή: «πόση δύναμη έχει η ευχή, όταν είναι
μέσα και το «Υιέ του Θεού». Χίλιες φορές είπα την ευχή χωρίς «Υιέ του Θεού» και δεν
ελευθερωνόμουν. Μια φορά είπα «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», δεν το
άντεξε ο σατανάς, έσκασε και διαλύθηκε σαν καπνός.
Το πρωί πήγα και τα εξομολογήθηκα στον Γέροντα... Ο Γέροντας μου είπε: «Παιδί μου, η
καλή προσευχή και η αληθινή έτσι είναι. Εσύ να μην κοιτάς πως την λένε οι άλλοι, να την λες
όπως πρέπει». Γι’ αυτό επιβάλλεται να λέμε την νοερά προσευχή με το «Υιέ του Θεού», διότι είναι ομολογία πίστεως.1
Πρέπει αυτά να τα εφαρμόζουμε και να τα βιώνουμε, για να αισθάνεται ο χριστιανός ότι
βρίσκεται μέσα στον οίκο του Θεού και να είναι συγκεντρωμένος. (Β- 105).
(Β-80/85)
33. Όχι «ευχή» και πολυλογία. Μια ημέρα σκεφτόμουν τον Γέροντα και έλεγα: «Θεέ μου,
πώς ο Γέροντας τα κατάφερε και έφτασε τόσο ψηλά»; και λέγοντας αυτά ήρθα σε έκσταση και
βλέπω τον Γέροντα ανάσκελα ξαπλωμένο κάτω με το κομποσχοίνι στο χέρι του και
προσευχόταν ψυχή και σώματι με την νοερά προσευχή, κοιτάζοντας τον ουρανό. Εκεί που τον
κοιτούσα, ανασηκώνεται λίγο προς τα επάνω από το έδαφος, με κοιτάζει αυστηρά με θυμό, με
μάλωσε και είπε: «Δεν σ’ έχω πει, να μη μιλάς πολύ»; Με τον έλεγχο, που μου έκανε,
τρόμαξα και συνήλθα αμέσως. Εγώ κατάλαβα πως, για να έχω την νοερά προσευχή, χρειάζεται
να φύγω από την πολυλογία, όπως λένε οι πατέρες «εκ γαρ πολυλογίας ουκ εκφεύξει
αμαρτίας». Καταστροφή στην προσευχή είναι η πολυλογία. (Β-80/85)
34. Καλός τρόπος στην ομιλία. Όταν θύμωνα, μου έκανε ο Γέροντας συστάσεις να μιλάω
με καλό τρόπο: «Να προσέχεις και τον καλό τρόπο και όχι σαν αστυνομικός. Να προσέχεις και
το περπάτημά σου. Να μην είναι γρήγορες και νευρικές οι κινήσεις σου, διότι αυτό είναι της
υπερηφανείας. Να είσαι σεμνός σ’ όλα, να είσαι πολύ ευσεβής, για να σε αγαπάνε όλοι. Να
αποφεύγεις τους κακούς ανθρώπους, πολυλογάδες και φιλοκατήγορους, γ ια ν α μ η σ ου βγει το όνομα, γιατί δεν θα μπορέσεις κατόπιν να σταθείς πουθενά. Πάντα να σκέφτεσαι το
καλό, να λες το καλό και να κάνεις το καλό. Και πάντα να θυμάσαι ότι εδώ δεν ήλθαμε για
τίποτα άλλο, μόνο και μόνο να πάμε στον Παράδεισο». (Β-80/85)
35. Εξάψαλμος. Έλεγε, ο γέροντας Σίμων, πως ο καλός Χριστιανός πρέπει να πηγαίνει
πρωί-πρωί στην εκκλησία τις Κυριακές και τις εορτές. Πρέπει να είναι μέσα, όταν ο ιερεύς
βάζει το «ευλογητός», διότι η πρώτη προσευχή, που γίνεται, είναι ο «Εξάψαλμος», που είναι η
προσευχή της κρίσεως, διότι με αυτήν την προσευχή θα κριθούμε όλοι μας. Εάν τύχει,
πηγαίνοντας στην Εκκλησία, να έχει αρχίσει ο «Εξάψαλμος» και τον ακούσεις απ’ έξω να
διαβάζεται, θα μείνεις επί τόπου, όπου τον ακούσεις, δεν θα κινηθείς καθόλου, ούτε ένα βήμα
δεν θα κάνεις. Αν σου πει ο λογισμός σου, «μπες μέσα στην εκκλησία και κάθισε», εσύ να μην
το κάνεις. Να μείνεις εκεί που βρίσκεσαι μέχρι να τελειώσει. Θα κάθεται ένας στα κεριά και δεν
θα αφήνει κανέναν να κινείται αυτή την ώρα, διότι γίνεται η «κρίσις» και θα κριθούμε όπου
βρεθούμε. Επίσης, θα σβήνει όλα τα κεριά, όταν αρχίζει ο «Εξάψαλμος», και θα τα ανάβει,
μόλις τελειώσει. Τα κεριά πρέπει να σβήνουν, διότι εκείνη τη στιγμή κάνει την παρουσία του ο Χριστός, «το αληθινό φως».Πρέπει αυτά να τα εφαρμόζουμε και να τα βιώνουμε, για να αισθάνεται ο χριστιανός ότι
βρίσκεται μέσα στον οίκο του Θεού και να είναι συγκεντρωμένος. (Β- 105).1 Όταν υπάρχει στη μέση υπακοή, επειδή η υπακοή είναι μεγαλύτερη και περιεκτικότερη αρετή από την
προσευχή, πρέπει να τηρούμε την υπακοή. Εδώ ήταν κυρίως θέμα υπακοής στον γέροντα, και δευτερευόντως
θέμα δυνάμεως της πληρέστερης ευχής. Κι αυτό διότι κατά τον Απόστολο, δεν μπορεί να πει κανείς «Κύριον
Ιησούν» παρά μόνο εν Πνεύματι Αγίω (1η Κορ. Ιβ 3). Είναι επομένως νοερά προσευχή με δύναμη από το Άγιο
Πνεύμα και το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», διά της οποίας πέντε λόγους λαλούμε δια του νοός μας (βλ. 1η
Κορ. Ιδ 19). Εξ άλλου όσοι χρησιμοποιούν την σύντομη έκφραση της ευχής έχουν προηγουμένως διδαχθεί γιατί
μέσα στα λόγια αυτά περιέχεται το «Υιέ του Θεού».
Όταν λέμε «Κύριε» τότε απευθυνόμαστε στο Θεό, που κατά απόλυτη έννοια είναι ο Κύριος. Όλοι οι άλλοι
έχουν σχετική εκ Θεού την κυριότητα. Του αποδίδομε το όνομα Ιησούς (=Σωτήρ) υποδηλώνοντας και την
ενανθρώπισή του. Ο Θεός δεν μπορούσε να σώσει τον άνθρωπο μεροληπτώντας υπέρ αυτού, εις βάρος της
απόλυτης Δικαιοσύνης του. Αλλά το επιτυγχάνει δια της σοφίας Του μέσω της ενανθρώπισής Του, το οποίο
επιβεβαιώνεται από το ότι ο Ιησούς αποκαλείται Χριστός, που σημαίνει ότι έλαβε Χρίσμα, ενώ ο Θεός δεν χρίεται
αλλά χρίει. Επομένως ο Ιησούς Χριστός είναι άνθρωπος για να χρίεται, ενώ είναι και Κύριος (=Θεός) όπως
συγχρόνως τον αποκαλούμε, δηλαδή είναι ο ενανθρωπίσας Θεός. Δεν είναι κακό να τονίζεται όπως έλεγε ο γ.
Σίμων το «Υιέ του Θεού», αν και ο άγιος Νείλος ο Μυροβλύτης λέει ότι η ευχή όπως λεγόταν από τους παλαιούς
πατέρες ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού, διά της Θεοτόκου ελέησόν με». Επειδή ο νους
δύσκολα συγκεντρώνεται στα πολλά λόγια, γιαυτό λέγεται, ειδικά από τους αρχαρίους, η συντομότερη έκφραση της
ευχής. http://www.imdleo.gr/diaf/2012/gSimon_Arban.pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου