Δαμασκηνός μοναχός Αγιορείτης
Η επί γης ζωή της Θεοτόκου Μαρίας
· Η
Παναγία, συλλαμβάνεται, ως καρπός προσευχής, από τους αγίους Ιωακείμ
και Άννα, τους γονείς της, υπέρ τους νόμους της φύσεως (διότι, η μητέρα
της ήταν στείρα και γηραιά, όταν συνέλαβε). Η Σύλληψις της Παναγίας εις
την κοιλίαν της αγίας Άννης εορτάζεται την 9ην Δεκεμβρίου.
· Η Παναγία γεννάται, εις τα Ιεροσόλυμα το έτος 16 π.Χ. Το Γενέθλιον της Παναγίας εορτάζομε την 8ην Σεπτεμβρίου.
· Εις
ηλικίαν τριών ετών, οι γονείς της την αφιερώνουν εις τον Θεόν, και την
παραδίδουν εις τα χέρια του προφήτη Ζαχαρία, αρχιερέα, τότε, του ναού
του Σολομώντος, και πατρός, μετέπειτα, του Τιμίου Προδρόμου, ο οποίος
την εισάγει, θεία νεύσει, εις τα Άγια των Αγίων του ναού του
Σολομώντος. Η είσοδος της Παναγίας εις τα Άγια των Αγίων εορτάζεται την
21ην Νοεμβρίου.
· Εκεί,
η Παναγία, περέμεινε έγκλειστη δώδεκα χρόνια, έως ότου έγινε ηλικίας 15
ετών. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, ετρέφετο, καθημερινώς με ουράνιο
άρτο, δια χειρός του αρχαγγέλου Γαβριήλ, έζη υπέρ τους νόμους της
φύσεως, και ήτο αφιερωμένη εις αδιάλειπτον νοεράν προσευχήν.
· Εις
ηλικίαν 15 ετών, την εξάγει, θεία νεύσει, ο προφήτης Ζαχαρίας, από τον
ναό του Σολομώντος, και την μνηστεύει, παραδίδοντάς την προς προστασίαν,
με τον δίκαιο Ιωσήφ, του οποίου η νόμιμη σύζυγος είχε αποθάνει, και με
την οποίαν είχε αποκτήσει υιούς και θυγατέρας. Ο Ιωσήφ, παραλαμβάνει
την Παναγία και την εγκαθιστά εις τον οίκον του εις την Ναζαρέτ.
·
Εκεί, μετά 4 μήνες από την άφιξή της, και 6 μήνες από τη Σύλληψη του
Τιμίου Προδρόμου εις την γηραλέα μήτρα της Ελισάβετ, λαμβάνει χώραν ο
Ευαγγελισμός της, από τον αρχάγγελο Γαβριήλ (Λουκ., α’ 26-27). Ο
Ευαγγελισμός της Παναγίας εορτάζεται την 25ην Μαρτίου.
· Ταυτόχρονα,
μετά την συγκατάθεσή της εις το μήνυμα του Αρχαγγέλου, λαμβάνει χώραν
και η άσπορος και άφραστος Σύλληψις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, εκ
Πνεύματος Αγίου, εις την κοιλίαν της Παναγίας (Λουκ., α’ 38).
· Αμέσως
μετά τον Ευαγγελισμό της, η Παναγία μεταβαίνει εις την πνευματική της
μητέρα, την Ελισάβετ, την μητέρα του Τιμίου Προδρόμου, η οποία
εκατοικούσε εις την ορεινή περιοχή της Ιουδαίας, και παραμένει μαζί της
τρεις μήνες, μέχρις ότου η Ελισάβετ γεννήση τον Τίμιο Πρόδρομο (τότε, η
Ελισάβετ ήτο έγκυος 6 μηνών) (Λουκ., α’ 39 και 56).
· Όταν
η Παναγία ήτο έγκυος 9 μηνών τον Χριστόν, μεταβαίνει, με τον μνήστορα
Ιωσήφ, εις την Βηθλεέμ, για την απογραφή του πληθυσμού (Λουκ., β’ 3-4).
· Εκεί,
εις την Βηθλεέμ, γεννά η Παναγία τον Χριστόν, μέσα εις την φάτνη,
αφθόρως και χωρίς λοχείαν, υπέρ τους νόμους της φύσεως (Λουκ., β’ 7). Η
Γέννησις του Χριστού εορτάζεται την 25ην Δεκεμβρίου. Εκεί, έρχονται και προσκυνούν τον Χριστόν οι ποιμένες των προβάτων (Λουκ., β’ 16).
· Μακρυά,
τώρα, εις την Περσία, μόλις εγεννήθη ο Χριστός, εφάνη ένας παράξενα
κινούμενος αστέρας εις τον ουρανό. Παρατηρήσαντες αυτόν, οι μάγοι,
ξεκίνησαν και τον ηκολούθησαν μέχρι την Ιουδαία, τα Ιεροσόλυμα (Ματθ.,
β’ 1-2). Το ταξείδι αυτό, διήρκεσε περίπου δύο χρόνια.
· Εν
τω μεταξύ, μετά την Γέννησιν του Χριστού, παρέμειναν, η Παναγία με τον
Χριστό και τον Ιωσήφ, εις την Βηθλεέμ, μέχρις ότου συνεπληρώθησαν οι
νομικές ημέρες του καθαρισμού της (Λουκ., β’ 22).
· Οκτώ
ημέρες μετά την Γέννησιν, λαμβάνει χώρα, εις την Βηθλεέμ, η Περιτομή
του Χριστού. Τότε, έλαβε ο Χριστός το όνομα «Ιησούς» (δηλ. «Σωτήρ»)
(Λουκ., β’ 22). Η Υπαπαντή του Χριστού εορτάζεται την 2αν Φεβρουαρίου.
· Μετά την Υπαπαντή, οδηγεί, ο Ιωσήφ, την Παναγία με τον Χριστό, εις τον οίκον του, εις την Ναζαρέτ.
· Μετά
παρέλευσιν δύο ετών, μεταβαίνουν, ως είχε συνήθειαν ο Ιωσήφ, εις τα
Ιεροσόλυμα, για την εορτή του νομικού Πάσχα (Λουκ., β’ 41).
· Μετά, ή πριν την εορτή του Πάσχα, μεταβαίνουν εις την Βηθλεέμ, για λίγες ημέρες, όπου διαμένουν εις κάποιαν οικίαν.
· Όταν
οι μάγοι έφθασαν εις τα Ιεροσόλυμα, ηρώτησαν πού ευρίσκετο ο Χριστός
(Ματθ., β’ 1). Ο Ηρώδης τους αποστέλλει εις την Βηθλεέμ (Ματθ., β’
8-9).
· Εκεί,
εις την Βηθλεέμ, ο αστέρας τους οδηγεί ακριβώς εις την οικία, όπου
ευρίσκοντο η Παναγία με τον Χριστόν, τον οποίον οι μάγοι προσκυνούν, ως
Θεόν και Βασιλέα, μέσα εις την οικίαν αυτήν (Ματθ., β’ 9 και 11).
· Όταν
οι μάγοι ανεχώρησαν, αναχωρούν, ο Ιωσήφ με την Παναγία και τον Χριστόν,
για την Αίγυπτο, την νύκτα της ιδίας ημέρας (Ματθ., β’ 14).
· Μετά μερικές ημέρες, ο Ηρώδης αποστέλλει στρατιώτες εις την Βηθλεέμ και τα πέριξ, και σφάζει τα νήπια (Ματθ., β’ 16).
· Ο
Ιωσήφ με την Παναγία και τον Χριστό, παρέμειναν εις την Αίγυπτον, έως
ότου απέθανεν ο Ηρώδης (Ματθ., β’ 19). Εκεί, έμειναν τρία έτη, εις την
Ηλιούπολιν της Μέμφιδος.
· Μετά,
επέστρεψαν εις την Ναζαρέτ, όπου παρέμειναν μόνιμα, μέχρις ότου ο
Χριστός έγινε τριάκοντα ετών ηλικίας (Ματθ., β’ 23, Μάρκ., α’ 9, Λουκ.,
β’ 51 και γ’ 23).
· Κατά το διάστημα αυτό, ήρχοντο κατ’ έτος εις τα Ιεροσόλυμα, για την εορτή του Πάσχα (Λουκ., β’ 41).
· Μετά
την Βάπτισιν του Χριστού υπό του Τιμίου Προδρόμου, η Παναγία ηκολούθει
τον Χριστόν, μαζί με τους Αποστόλους και τις Μυροφόρες, και Τον
διακονούσε μέχρι και την Σταύρωσιν και την Ταφήν Του (Ματθ., κζ’ 55-56,
Μάρκ., ιε’ 40-41, Λουκ., κγ’ 49, και Ιωάν., β’ 12 και ιθ’ 25-26).
· Μετά
την Σταύρωσιν του Χριστού, παρέλαβε την Παναγία ο απόστολος Ιωάννης, ο
Θεολόγος και Ευαγγελιστής, εις τον οίκον του, εις την Ιερουσαλήμ (Ιωάν.,
ιθ’ 27), μετά την ανάθεσιν της προστασίας της εις αυτόν, υπό του
Χριστού (Ιωάν., κ’ 27). Αυτός ο οίκος ήταν η μόνιμη κατοικία της, μέχρι
τη μακαρία της Κοίμηση.
· Μετά
την Ανάστασιν του Χριστού, πρώτη η Παναγία, μαζί με την Μαρία την
Μαγδαληνή, είδε τον αναστάντα Χριστόν (Ματθ., κη’ 1, Μάρκ., κστ’ 1,
Λουκ., κδ’ 10), και ησπάσθη τους πόδας Αυτού.
· Κατά την Ανάληψιν του Χριστού, η Παναγία ευρίσκετο μαζί με τους Αποστόλους, εις το όρος των Ελαιών.
· Κατά την Πεντηκοστήν, πάλιν, η Παναγία, ευρίσκετο μαζί με τους Αποστόλους, τους δώδεκα και τους εβδομήκοντα.
· Η παράδοσις της Εκκλησίας αναφέρει, ότι η Παναγία μετέβη εις την Κύπρον ως και εις το Άγιον Όρος, κατά την επίγεια ζωή της.
· Η
Παναγία εκοιμήθη εις ηλικίαν 59 ετών. Ετάφη εις τον κήπον της
Γεθσημανή, εις Ιεροσόλυμα, από όπου ανέστη τριήμερος, και αμέσως
ανελήφθη εις τους ουρανούς, με το σώμα της, όπως και ο Χριστός.
Περί ενσαρκώσεως του Θεού Λόγου
(Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΛΘ’ εις τα Άγια Φώτα)
«… Επεί δε ούτω ταύτα, ή τούτο, έδει δε μη τοις άνω μόνον την προσκύνησιν περιγράφεσθαι, αλλ’ είναί τινας και κάτω προσκυνητάς, ίνα πληρωθή τα πάντα δόξης Θεού, επεί και Θεού· και διά τούτο κτίζεται άνθρωπος, χειρί Θεού τιμηθείς και εικόνι. Τούτον δε φθόνω διαβόλου και πικρά γεύσει της αμαρτίας, Θεού του πεποιηκότος ελεεινώς χωριζόμενον παριδείν, ου Θεού. Τι γίνεται; Και τι το μέγα περί ημάς μυστήριον; Καινοτομούνται φύσεις και Θεός άνθρωπος γίνεται· και ο επιβεβηκώς επί τον ουρανόν του ουρανού κατά ανατολάς της ιδίας δόξης τε και λαμπρότητος, επί δυσμών δοξάζεται της ημετέρας ευτελείας και ταπεινότητος, και ο Υιός του Θεού δέχεται και υιός ανθρώπου γενέσθαι τε και κληθήναι. Ουχ ο ην μεταβαλών (άτρεπτον γαρ), ίνα χωρηθή ο αχώρητος, διά μέσης σαρκός ομιλήσας ημίν, ως εκ παραπετάσματος, επειδή καθοράν αυτού την θεότητα φέρειν, ου της εν γενέσει και φθορά φύσεως. Διά τούτο τα άμικτα μίγνυται· ου γενέσει μόνον Θεός, ουδέ σαρκί νους, ουδέ χρόνω το άχρονον, ουδέ μέτρω το απερίγραπτον, αλλά και παρθενία γέννησις, και ατιμία τω και τιμής απάσης υψηλοτέρω, και πάθει το απαθές, και τω φθαρτώ το αθάνατον. Επειδή γαρ ώετο αήττητος είναι της κακίας ο σοφιστής, θεότητος ελπίδι δελεάσας ημάς, σαρκός προβλήματι δελεάζεται· ιν’ ως τω Αδάμ προσβαλών, τω Θεώ περιπέση, και ούτως ο νέος Αδάμ τον παλαιόν ανασώσηται, και λυθή το κατάκριμα της σαρκός, σαρκί του θανάτου θανατωθέντος» (τη Αναστάσει).
«… Επεί δε ούτω ταύτα, ή τούτο, έδει δε μη τοις άνω μόνον την προσκύνησιν περιγράφεσθαι, αλλ’ είναί τινας και κάτω προσκυνητάς, ίνα πληρωθή τα πάντα δόξης Θεού, επεί και Θεού· και διά τούτο κτίζεται άνθρωπος, χειρί Θεού τιμηθείς και εικόνι. Τούτον δε φθόνω διαβόλου και πικρά γεύσει της αμαρτίας, Θεού του πεποιηκότος ελεεινώς χωριζόμενον παριδείν, ου Θεού. Τι γίνεται; Και τι το μέγα περί ημάς μυστήριον; Καινοτομούνται φύσεις και Θεός άνθρωπος γίνεται· και ο επιβεβηκώς επί τον ουρανόν του ουρανού κατά ανατολάς της ιδίας δόξης τε και λαμπρότητος, επί δυσμών δοξάζεται της ημετέρας ευτελείας και ταπεινότητος, και ο Υιός του Θεού δέχεται και υιός ανθρώπου γενέσθαι τε και κληθήναι. Ουχ ο ην μεταβαλών (άτρεπτον γαρ), ίνα χωρηθή ο αχώρητος, διά μέσης σαρκός ομιλήσας ημίν, ως εκ παραπετάσματος, επειδή καθοράν αυτού την θεότητα φέρειν, ου της εν γενέσει και φθορά φύσεως. Διά τούτο τα άμικτα μίγνυται· ου γενέσει μόνον Θεός, ουδέ σαρκί νους, ουδέ χρόνω το άχρονον, ουδέ μέτρω το απερίγραπτον, αλλά και παρθενία γέννησις, και ατιμία τω και τιμής απάσης υψηλοτέρω, και πάθει το απαθές, και τω φθαρτώ το αθάνατον. Επειδή γαρ ώετο αήττητος είναι της κακίας ο σοφιστής, θεότητος ελπίδι δελεάσας ημάς, σαρκός προβλήματι δελεάζεται· ιν’ ως τω Αδάμ προσβαλών, τω Θεώ περιπέση, και ούτως ο νέος Αδάμ τον παλαιόν ανασώσηται, και λυθή το κατάκριμα της σαρκός, σαρκί του θανάτου θανατωθέντος» (τη Αναστάσει).
Δαμασκηνός μοναχός Αγιορείτης
Βιβλιογραφία
1. «Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου. 2. Κείμενο της Αγίας Γραφής, και Ιερά Παράδοσις της Ορθοδόξου Εκκλησίας.3. «Εορτοδρόμιο» αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.4. Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, «Λόγος εις τα Εισόδια της Θεοτόκου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου