Τα
χρόνια πέρασαν, παντρευτήκαμε και εγκατασταθήκαμε στο Sibiu. Αφού
γεννήθηκαν το πρώτο και το δεύτερο κοριτσάκια και μεγάλωσαν λίγο, πήγαμε
μαζί τους στη Μονή Χουρέζη. Στον Εσπερινό εκείνη την καλοκαιρινή μέρα,
καθόμουν με τα κορίτσια στον προαύλιο χώρο του μοναστηριού, για να μην
ενοχλήσω τη λειτουργία. Ποιος κάνει την εμφάνισή του; Πάτερ
Γερόντιος! Φεύγει από την εκκλησία και τρίβοντας τα χέρια του από χαρά
με ρωτάει: «Joai, αγάπη μου, είναι και τα δύο δικά σου;» «Ναι!», του
απαντώ έκπληκτη που τον ξανασυναντώ. Τα κοιτάζει πότε πότε και ξαφνικά
έρχεται να γαργαλήσει το κοριτσάκι, που βλέποντας ότι βρήκε συμπαίκτη,
αρχίζει να γελάει δυνατά και να τρέχει στην αυλή, κι εκείνος πίσω της. Η
μικρή μου είχε πιάσει τη φούστα και έδειχνε φοβισμένη. Μετά από λίγα
λεπτά, ο πατέρας επέστρεψε στην εκκλησία για να προσευχηθεί. Δεν αργεί
να ξαναβγεί και να με ρωτήσει «Πού είναι το μικρό μου πού είναι το μικρό
μου ;». Του δείχνω με το δάχτυλο, τρέχω προς το μέρος της και το
«τρεξιμο » αρχίζει πάλι. Με εξέπληξε, όντως, η στάση του και αυτή τη
φορά, ειδικά που η λειτουργία δεν είχε τελειώσει, και μάλιστα
αναρωτήθηκα , «Τι προσευχή θα γίνει από τόν πατέρα, που διακόπτεται
παίζοντας με τα παιδιά;». Μετά τήν λειτουργία, αφού ο κόσμος έφυγε από
την εκκλησία, έμεινα στο προαύλιο μιλώντας με τις μοναχές και τις
γνωστές. Όταν μείναμε μόνοι, μόνο ο άντρας μου και τα κορίτσια, έτοιμοι
να φύγουμε για το δωμάτιο, ο πατέρας Γεροντιος έφυγε και αυτός από την
εκκλησία και, ερχόμενος γρήγορα κοντά μας, μας είπε , χωρίς καμία
εισαγωγή, λίγα λόγια για το μέλλον των παιδιών μας λόγια που κρατάμε
προσεκτικά στο μυστήριο της ψυχής μας.
Σύντομα
ο Θεός μας ευλόγησε με ένα άλλο κοριτσάκι. Το επόμενο καλοκαίρι,
πήγαμε και οι τρεις μας σε ένα ιερό ευχέλαιο, το οποίο τελέστηκε στο
προαύλιο της εκκλησίας στη λεωφόρο Mihai Viteazul στο Sibiu. Οι
μεγαλύτεροι, ηλικίας 3 και 5 ετών, ήταν εκατέρωθεν του καροτσιού στο
οποίο καθόταν η μικρή. Η λειτουργία τελείωνε και πλήθος κόσμου είχε
μαζευτεί στην αυλή για το χρίσμα. Ο πατέρας Γερόντιος εμφανίζεται πίσω
μου σαν μετεωρίτης, αναφωνώντας χαρούμενος: «Joai, αγαπητέ, τι ωραίοι
που είναι!». Αυτό είναι μια έκπληξη! Ήταν η πρώτη φορά που
ξανασυναντηθήκαμε μετά τη στιγμή μπροστά στην εκκλησία της Μονής
Χουρέζι. Γονάτισε δίπλα στο καρότσι και άρχισε να προσεύχεται, «Κύριε,
έλα μάρτυρες!». Τρόμαξα τόσο πολύ όταν άκουσα τη λέξη «μάρτυρες» που
μου ξέφυγε ένα «Θεός φυλάξοι!» σαν να είχε εκπληρωθεί η προσευχή του και
ο Ευσεβής με ξανακοίταξε και επανόρθωνε: «Αν όχι μάρτυρες, τουλάχιστον
μαθητευόμενοι! Αφήστε τα να γίνουν μαθητές μου!» Αμέσως ηρέμησα και
είπα: «Ναι!».
Είθε
ο Κύριος να δώσει, για τις προσευχές του Ευσεβή Γεροντίου, να είμαστε
όλοι μαθητές και μαθητές Του και, αν χρειαστεί, να έστω και με κόστος
ζωής!
Ομιλητής Μαρία Οπρέα,
Πανεπιστήμιο "Lucian Blaga" του Sibiu.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου