Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2022

Ο Κρυπτοχριστιανός Κιαμήλ μπέης διηγείται:

 

Ο Κρυπτοχριστιανός Κιαμήλ μπέης διηγείται:
... Σάν εμάς κρυφούς Χριστιανούς έχουμε πολλούς στήν Πόλη. Όλοι τους
είναι πλούσιοι  και  στις  μεγάλες τίς θέσεις. Ως του βασιλιά το παλάτι  και  ως το Υπουργικό Συμβούλιο μέσα βρίσκονται απ᾽ αυτούς. Τους βλέπεις απ᾽ έξω  και  φοβάσαι. Τί άγριοι κι ανήμεροι Τούρκοι είναι, λές... Όταν φθάσω στην Πόλη, ή στου συμπεθέρου μου του Σουλεϊμάν πασά το κονάκι θα πάω ή στου Φερίτ πασά, του συνταγματάρχη. Ο πατέρας του είναι απ᾽ εδώ κοντά στο Κάνι, από τη Γόδωνα. Ο Φερίτ πασάς είναι μέγας  και  τρανός. Με τον ίδιο το σουλτάνο κάθεται  και  κουβεντιάζει. Το αρχοντικό του είναι κοντά στην Αγιά Σοφιά. Ένα αρχοντικό μεγάλο όσο η μισή Ζερμούδα. Δεν έχει μέση κι άκρη. Πέντε πατώματα. Οι πόρτες, τα παράθυρα, οι σκάλες, όλα μαρμάρινα.
Λιμπίζεσαι να τα βλέπης. Από κάτω μέσα στη γη έσκαψαν κι έκτισαν μιά εκκλησία, πού μπαίνεις μέσα  και  θαμπώνουν τα μάτια σου. Όλα λάμπουν. Τα εικονίσματα, τα καντήλια όλα χρυσά. Κάθε χρόνο, τη Μεγάλη Σαρακοστή, φέρνει κρυφά ένα παπά και τους εξομολογεί  και  τους μεταλαβαίνει  και  βαφτίζει τα παιδιά τους,  και  του γεμίζει τον κόρφο λίρες  και  τον στέλνει πίσω.
Στή γειτονιά του οι περισσότεροι Τούρκοι είναι κρυφοί Χριστιανοί. Ερχόντουσαν εκεί στην εκκλησία... Το χρόνο πού πήγα στην Πόλη για τα μάτια μου, είναι από τότε πέντε χρόνια, πήγα μουσαφίρης στο σπίτι τους. Σαρακοστή ήταν. Τη μέρα φανερά τρώγαμε κρέας  και  το βράδυ νηστεύαμε. Φασόλια  και φακή με το λάδι. Τών Βαΐων το βράδυ καθόμασταν στή σάλα  και  κουβεντιάζαμε, όταν βλέπω πως μαζεύτηκαν μέσα ως εκατό νομάτοι, άντρες, γυναίκες και  παιδιά. Εγώ σάστισα. Τί γύρευαν τόσοι νομάτοι; Ο Φερίτ πασάς γέλασε  και  μού λέει. «Όλοι είναι από τους δικούς μας».Και  άρχισαν όλοι να μιλούν
ελληνικά. Όλοι ήξεραν τα ελληνικά φαρσί, σπουδασμένοι,  και  να λένε τα χριστιανικά τους ὀνόματα. Εγώ περιμένω να δώ τί θα γίνη... Ο Φερίτ πασάς λέει τότε. «Απόψε έχουμε τα Νυμφία. Οι Χριστιανοί πήγαν  στις  εκκλησιές τους  και  τώρα γύρισαν στα σπίτια τους ήσυχοι. Κανείς δεν τους πειράζει, κανείς δεν τους λέει τίποτα. Η δική μας τύχη όμως είναι να δοξάζουμε το Θεό κρυφά με χίλιους φόβους. Αλλά κι εμας δίχως άλλο ο Θεός δεν θα μας εγκαταλείψει. Κάποτε θα δούμε φως και μέρα. Δεν τέλειωσε τον λόγο του και μπήκε μέσα ο εφημέριος της Παναγίας του Γαλατά, ὁ Μελέτιος, γέρος εβδομήντα χρονών. .Ο Φερίτ είχε στείλει δυο παιδιά  και  τού είπαν ψέμματα. «Έλα να κοινωνήσης ένα άρρωστο πού πεθαίνει». Όταν μπήκε μέσα ο Μελέτιος  και  είδε τόσο κόσμο, πασάδες με τα χρυσά φορέματα τους, μολλάδες με τα σαρίκια , ετρόμαξε και σάστισε.
«Μή φοβάσαι», τού είπε ο Φερίτ πασάς  και  τού ιστόρησε τή δουλειά... Αμέσως όλοι κατεβήκαμε στην εκκλησία  και  ψάλαμε τά Νυμφία. Όλη την εβδομάδα κράτησαν εκεί τον Μελέτιο  και  τους ξομολογούσε  και  τους μεταλάβαινε... Τήν ἄλλη μέρα οι εφημερίδες έγραφαν: χάθηκε ο Μελέτιος.  Και  οι αστυφύλακες  και  οι χωροφύλαχες έτρεχαν να τον βρούν, ενώ αυτός καθόταν ήσυχος στού Φερίτ πασά το αρχοντικό.  Και  το νόστιμο ήταν πώς ο Διευθυντής τής Αστυνομίας από βραδύς ερχόταν μαζί μας στήν εκκλησία  και  όλη την ημέρα έστελνε δεξιά  και  αριστερά τους χωροφύλακες  και  τους αστυφύλακες και  γύρευαν τόν Μελέτιο.
Ένα βράδυ ήρθεν εκεί  και  ὁ Δεσπότης μας ο Γερβάσιος, εξάδελφός μου. Εγώ τον πήρα  και  πήγα. Αυτούς τους κρυφούς Χριστιανούς όλους τους ξέρουν στό Πατριαρχείο,  και  όταν έχουν ζόρι, σ᾽ αὐτούς τρέχουν. Πόσες φορές αυτοί γλύτωσαν τους Χριστιανούς.
Μιά μέρα πήγα στην Αγιά Σοφιά. Σαν καλός Τούρκος, πλύθηκα, έβγα-
λα τις κουντούρες μου καί φόρεσα παντούφλες πού έχουν μπροστά στήν πόρτα. Ένας χότζας μ᾽ ένα πελώριο σαρίκι στό κεφάλι του ήρθε να μού δείξη τα αξιοθέατα τής Αγιά Σοφιάς. Εγώ είχα πάει πολλές φορές εκεί  και  τα ήξερα όλα, αλλά σκέφτηκα. Ας δώ τί θα μου πή κι αὐτός. .Ο Χότζας με πήρε, με οδήγησε κοντά στό άγιο βήμα, για να μη μάς ακούση κανείς, και με βλέπει και γελά. «Δεν με γνώρισες;» μού λέει . Τον καλοκοιτάζω ήταν ὁ Χατζῇ Χαμζάς, ο πατέρας του Απτουλά μπέη, Σταυριώτης από τό Ακ Ντάγ. Χαράλαμπος ήταν το ελληνικό του όνομα. Φανατικός Χριστιανός. «Όλη τη μέρα», μού είπε, «κρυφοψάλλω μέσα στην ᾿Αγιά Σοφιά».
Πηγή : Κρυπτοχριστιανικά κείμενα . Νικολάου Ανδριώτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου