Γερόντισσα Μακρίνα: Σας το έχω πει καί άλλη φορά. Ήταν ένας Γέροντας -τώρα στις μέρες μας-, πού με αξίωσε ο Θεός νά τον γνωρίσω. Είχε δει πολλές οπτασίες.
Τρυγούσαν τά σταφύλια, ανέβαινε στήν ταράτσα καί τά πετούσε ελεημοσύνη. Μιά μέρα ήρθε ένα γεροντάκι καί ζητούσε ψωμί. Πήγε η μοναχή στον Γέροντα, -δέν κάνανε κάτι χωρίς την ευλογία του Γέροντα-, καί του λέει:
-Γέροντα, ήρθε ένα γεροντάκι και ζητάει ψωμί. Τί νά κάνω, δέν έχουμε. Εχουμε μόνο λίγο ψωμάκι γιά αύριο πού θά πάμε στ’ αμπέλι.
-Νά τό δώσετε.
-Τί θά φάμε αύριο, σταφύλια σκέτα θά τρώμε, Γέροντα;
-Ναί, σταφύλια σκέτα νά φάτε- γιατί να μη φάτε;
Εφυγε η μοναχή καί από μέσα της έλεγε: «Θά κάνω παρακοή- δέν το δίνω, εμείς τί θά φάμε;». Εκεί στην αυλή όμως πού βάδιζε, σκέφτηκε και είπε: «Αφού ο Γέροντας θέλει νά τό δώσω, ας τό δώσω. Θά πάω νά αναπιάσω προζύμι».
Πήγε στο ζυμωτήριο, και τί νά δη; Πάνω στον πάγκο ήταν αχνισμένα ροδοκόκκινα ψωμιά. «Αρχισε νά φωνάζη και έτρεξε στον Γέροντα. Μαζί με τον Γέροντα ήταν και ένας ιερέας. «Γέροντα, τρέξτε, ο πάγκος είναι γεμάτος από ροδοκόκκινα ψωμιά!».
Πήραν τά πετραχήλια, πήγαν και είδαν τά ψωμιά καί άρχισαν νά διαβάζουν εξορκισμούς, να τά σταυρώνουν καί τά ψωμιά παράμεναν εκεί, στόν πάγκο. Τότε η μοναχή λέει στον Γέροντα: «Συγχώρησέ με, Γέροντα, πολύ αγανάκτησα καί είπα ένα σωρό λόγια».
Γι’ αυτό θέλησε ο Θεός νά γίνη αυτό, γιά νά φανή τί κάνει ο Γέροντας καί η υπακοή στόν Γέροντα. Επειτα πήραν τά ψωμιά, τά κόψανε ευλογίες, τά κάνανε παξιμάδι καί τό τρώγανε σαν ευλογία γιά πολύ καιρό.
Αυτός ο παππούλης είχε πολλή αγάπη στήν Αγία Τριάδα. Ελεγε: «Τό πρώτο κομποσχοίνι πού θά κάνετε αρχίζοντας τήν προσευχή σας, θά είναι γιά τήν ‘Αγία Τριάδα- θά λέτε: “’Αγία Τριάς, ελέησον ήμάς”». ’Έτσι λοιπόν νά επικαλήσθε την Αγία Τριάδα, μέ πολλή αγάπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου