Πρόβλεψη μελλόντων
Ο Γέροντας Εύμένιος δέν έβλεπε καλά, έβλεπε θολά. Μία φορά, σκέφθηκε ό πατήρ Σπυρίδων νά τον πάνε σέ κάποιον καλό οφθαλμίατρο στήν Αθήνα καί τού τό πρότεινε, για νά τον άκούσει νά τού λέει:
-Οι, όι, παιδί μου, που θά πάμε, για νά γυρίσουμε τό βράδυ στο κελλί μου; Θά προλάβουμε νά πάμε τό πρωϊ καί νά γυρίσουμε τό βράδυ; Σημειωτέον ότι ό Γέροντας Εύμένιος είχε βάλει κανόνα στον έαυτό του, όπου καινά πήγαινε, τό βράδυ νά ήταν στο κελλί του. Δέν ήθελε νά είναι έξω άπό τό Μοναστήρι τό βράδυ. Γιά τον λόγο αύτό δέν είχε πάει σέ άλλα προσκυνήματα, Άγιους Τόπους, Άγιο Ορος κλπ.
Ό πατήρ Σπυρίδων, παρά τις άντιρρήσεις τού Γέροντος, βρίσκει έναν καλό οφθαλμίατρο, κλείνει εισιτήρια καί τού τό άνακοίνωσε. Εκείνος, άν καί δέν ήθελε νά πάει, γιά νά μήν στενοχωρήσει τον πατέρα Σπυρίδωνα, συναινεί νά κάνει τό ταξίδι.
Λίγες ή μέρες πριν τό ταξίδι, επικοινωνεί ό Γέροντας μέ τον πατέρα Σπυρίδωνα καί τού λέει νά πάνε μέ τήν πρεσβυτέρα στο Μοναστήρι. Συναντούν, λοιπόν, τον Γέροντα Εύμένιο καί συζητούν παρούσης καί τής αδελφής του Ιωάννας. Σέ κάποια στιγμή λέει ό Γέροντας:
-Ετούτο τό ταξίδι πού πρόκειται να κάνουμε δεν τό θέλει ό διάβολος καί θά φέρει πάρα πολλά εμπόδια, άλλά νά μήν φοβηθείτε. Θέλω νά σάς πώ κάποια πράγματα, γιά νά έχετε τον νού σας.
Καί άπευθύνεται πρώτα στήν άδελφή του:
-Ιωάννα, νά προσέχεις πάρα πολύ, νά μήν βάλεις καμιά φωτιά με τό τηγάνι. Μήν τό ξεχνάς αύτό καί πιάνεις τήν κουβέντα στο τηλέφωνο με τήν άδελφή σου τήν Μαρία καί πιάσει φωτιά τό τηγάνι καί καείς!
Λέει στή συνέχεια στήν πρεσβυτέρα:
-Κυρία πρεσβυτέρα, νά προσέχεις, παιδί μου, πολύ στήν οδήγηση, διότι πετιούνται αυτοκίνητα πού δεν ελέγχουν ούτε τό πρωι ούτε τίποτα καί βγαίνουν στους δρόμους. Νά προσέχεις, παιδί μου, πάρα πολύ.
Τέλος, λέει στον πατέρα Σπυρίδωνα:
-Τώρα πού θά πάμε στήν Αθήνα, γιά καλό καί γιά κακό, έπειδή θά είμαστε μακρυά άπό τό σπίτι, νά πάρεις μαζί τό βιβλιάριο υγείας σου.
Ό πατήρ Σπυρίδων φοβήθηκε με αυτά πού άκουσε καί λέει στον Γέροντα:
-Δηλαδή, Γέροντα, μόνο τό άεροπλάνο δεν θά πέσει ή μήπως πέσει καί αύτό;
-Όχι, παιδί μου, δεν παθαίνουμε τίποτα, άλλά σάς τά λέω.
Δύο-τρείς ή μέρες πριν τό ταξίδι πήγε ή άδελφή του ή Ιωάννα νά τηγανήσει πατάτες. Ξεχναει, όμως, το τηγάνι στην εστία, παίρνει φωτιά τό κουζινάκι καί εκείνη φοβήθηκε ότι θά επεκταθεί ή φωτιά στο ύπόλοιπο Μοναστήρι. Πιάνει τό τηγάνι νά τό πετάξει έξω στήν αυλή. Βρίσκει, όμως, τό τηγάνι στο κλειστό φύλλο τής δίφυλλης πόρτας καί πετάγεται πάνω της τό καυτό λάδι, με άποτέλεσμα νά καεί καί τά σημάδια στά πόδια της νά ήταν ορατά μέχρι τον θάνατό της.
Όταν έφυγαν άπό τό Μοναστήρι γιά νά πάνε στο άεροδρόμιο γιά Αθήνα ήταν άκόμη νύχτα. Οδηγούσε ή πρεσβυτέρα στον κεντρικό δρόμο άπό Ρέθυμνο γιά Χανιά. Σέ ένα σημείο μέ μεγάλη εύθεία καί καλή ορατότητα, πετάγεται ξαφνικά άπό ένα κάθετο δρόμο μία νταλίκα μέ συρόμενο όχημα καί τούς φράζει τον δρόμο.
Πατάει τό φρένο ή πρεσβυτέρα γιά νά άποφύγει τήν σύγκρουση, τό όχημα ξεφεύγει τής πορείας του κατευθυνόμενο στήν άλλη πλευρά τού δρόμου προς τό χαντάκι, άλλά τελικά σταμάτησε στήν άκρη τού δρόμου. Όπως πρόλαβε νά δει ή πρεσβυτέρα, τήν στιγμή πού πετάγεται μπροστά τους ή νταλίκα ό Γέροντας κάνει μέ τό χέρι του τό σημείο τού Σταυρού. Κατεβαίνουν νά δούν ποιος ήταν αυτός ό οδηγός τής νταλίκας πού δέν είδε τίποτα καί βγήκε χωρίς νά σταματήσει στήν διασταύρωση. Νταλίκα, όμως, δέν ύπήρχε πουθενά. Καί λέει ό π. Εύμένιος.
-Θωρεις, παιδί μου, μεταμορφώθηκε ό διάβολος σέ σακαράκα γιά νά μάς σκοτώσει.
Φθάνοντας στήν Αθήνα πήγαν στον οφθαλμίατρο, όπου μέ μία μικροεπέμβαση βελτιώθηκε ή όραση του πατρός Εύμένιου. Τό βράδυ, πού φιλοξενήθηκαν σέ ένα φιλικό σπίτι, ό Γέροντας ανέβασε πυρετό. Ό πατήρ Σπυρίδων φοβήθηκε ότι κάτι θά πάθει ό Γέροντας καί τον έπιασε πόνος στο στομάχι του. Πήγαν στο νοσοκομείο, όπου εκεί χρειάσθηκε τό βιβλιάριο ύγείας γιά τή συνταγογράφηση φαρμάκων.
Όλα έγιναν, όπως τά είχε προβλέψει ό Γέροντας!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΔΡΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΜΠΟΥΣΙΑ.Ο ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΡΟΥΣΤΙΚΩΝ. Π ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΛΑΜΠΑΚΗΣ
Ο Γέροντας Εύμένιος δέν έβλεπε καλά, έβλεπε θολά. Μία φορά, σκέφθηκε ό πατήρ Σπυρίδων νά τον πάνε σέ κάποιον καλό οφθαλμίατρο στήν Αθήνα καί τού τό πρότεινε, για νά τον άκούσει νά τού λέει:
-Οι, όι, παιδί μου, που θά πάμε, για νά γυρίσουμε τό βράδυ στο κελλί μου; Θά προλάβουμε νά πάμε τό πρωϊ καί νά γυρίσουμε τό βράδυ; Σημειωτέον ότι ό Γέροντας Εύμένιος είχε βάλει κανόνα στον έαυτό του, όπου καινά πήγαινε, τό βράδυ νά ήταν στο κελλί του. Δέν ήθελε νά είναι έξω άπό τό Μοναστήρι τό βράδυ. Γιά τον λόγο αύτό δέν είχε πάει σέ άλλα προσκυνήματα, Άγιους Τόπους, Άγιο Ορος κλπ.
Ό πατήρ Σπυρίδων, παρά τις άντιρρήσεις τού Γέροντος, βρίσκει έναν καλό οφθαλμίατρο, κλείνει εισιτήρια καί τού τό άνακοίνωσε. Εκείνος, άν καί δέν ήθελε νά πάει, γιά νά μήν στενοχωρήσει τον πατέρα Σπυρίδωνα, συναινεί νά κάνει τό ταξίδι.
Λίγες ή μέρες πριν τό ταξίδι, επικοινωνεί ό Γέροντας μέ τον πατέρα Σπυρίδωνα καί τού λέει νά πάνε μέ τήν πρεσβυτέρα στο Μοναστήρι. Συναντούν, λοιπόν, τον Γέροντα Εύμένιο καί συζητούν παρούσης καί τής αδελφής του Ιωάννας. Σέ κάποια στιγμή λέει ό Γέροντας:
-Ετούτο τό ταξίδι πού πρόκειται να κάνουμε δεν τό θέλει ό διάβολος καί θά φέρει πάρα πολλά εμπόδια, άλλά νά μήν φοβηθείτε. Θέλω νά σάς πώ κάποια πράγματα, γιά νά έχετε τον νού σας.
Καί άπευθύνεται πρώτα στήν άδελφή του:
-Ιωάννα, νά προσέχεις πάρα πολύ, νά μήν βάλεις καμιά φωτιά με τό τηγάνι. Μήν τό ξεχνάς αύτό καί πιάνεις τήν κουβέντα στο τηλέφωνο με τήν άδελφή σου τήν Μαρία καί πιάσει φωτιά τό τηγάνι καί καείς!
Λέει στή συνέχεια στήν πρεσβυτέρα:
-Κυρία πρεσβυτέρα, νά προσέχεις, παιδί μου, πολύ στήν οδήγηση, διότι πετιούνται αυτοκίνητα πού δεν ελέγχουν ούτε τό πρωι ούτε τίποτα καί βγαίνουν στους δρόμους. Νά προσέχεις, παιδί μου, πάρα πολύ.
Τέλος, λέει στον πατέρα Σπυρίδωνα:
-Τώρα πού θά πάμε στήν Αθήνα, γιά καλό καί γιά κακό, έπειδή θά είμαστε μακρυά άπό τό σπίτι, νά πάρεις μαζί τό βιβλιάριο υγείας σου.
Ό πατήρ Σπυρίδων φοβήθηκε με αυτά πού άκουσε καί λέει στον Γέροντα:
-Δηλαδή, Γέροντα, μόνο τό άεροπλάνο δεν θά πέσει ή μήπως πέσει καί αύτό;
-Όχι, παιδί μου, δεν παθαίνουμε τίποτα, άλλά σάς τά λέω.
Δύο-τρείς ή μέρες πριν τό ταξίδι πήγε ή άδελφή του ή Ιωάννα νά τηγανήσει πατάτες. Ξεχναει, όμως, το τηγάνι στην εστία, παίρνει φωτιά τό κουζινάκι καί εκείνη φοβήθηκε ότι θά επεκταθεί ή φωτιά στο ύπόλοιπο Μοναστήρι. Πιάνει τό τηγάνι νά τό πετάξει έξω στήν αυλή. Βρίσκει, όμως, τό τηγάνι στο κλειστό φύλλο τής δίφυλλης πόρτας καί πετάγεται πάνω της τό καυτό λάδι, με άποτέλεσμα νά καεί καί τά σημάδια στά πόδια της νά ήταν ορατά μέχρι τον θάνατό της.
Όταν έφυγαν άπό τό Μοναστήρι γιά νά πάνε στο άεροδρόμιο γιά Αθήνα ήταν άκόμη νύχτα. Οδηγούσε ή πρεσβυτέρα στον κεντρικό δρόμο άπό Ρέθυμνο γιά Χανιά. Σέ ένα σημείο μέ μεγάλη εύθεία καί καλή ορατότητα, πετάγεται ξαφνικά άπό ένα κάθετο δρόμο μία νταλίκα μέ συρόμενο όχημα καί τούς φράζει τον δρόμο.
Πατάει τό φρένο ή πρεσβυτέρα γιά νά άποφύγει τήν σύγκρουση, τό όχημα ξεφεύγει τής πορείας του κατευθυνόμενο στήν άλλη πλευρά τού δρόμου προς τό χαντάκι, άλλά τελικά σταμάτησε στήν άκρη τού δρόμου. Όπως πρόλαβε νά δει ή πρεσβυτέρα, τήν στιγμή πού πετάγεται μπροστά τους ή νταλίκα ό Γέροντας κάνει μέ τό χέρι του τό σημείο τού Σταυρού. Κατεβαίνουν νά δούν ποιος ήταν αυτός ό οδηγός τής νταλίκας πού δέν είδε τίποτα καί βγήκε χωρίς νά σταματήσει στήν διασταύρωση. Νταλίκα, όμως, δέν ύπήρχε πουθενά. Καί λέει ό π. Εύμένιος.
-Θωρεις, παιδί μου, μεταμορφώθηκε ό διάβολος σέ σακαράκα γιά νά μάς σκοτώσει.
Φθάνοντας στήν Αθήνα πήγαν στον οφθαλμίατρο, όπου μέ μία μικροεπέμβαση βελτιώθηκε ή όραση του πατρός Εύμένιου. Τό βράδυ, πού φιλοξενήθηκαν σέ ένα φιλικό σπίτι, ό Γέροντας ανέβασε πυρετό. Ό πατήρ Σπυρίδων φοβήθηκε ότι κάτι θά πάθει ό Γέροντας καί τον έπιασε πόνος στο στομάχι του. Πήγαν στο νοσοκομείο, όπου εκεί χρειάσθηκε τό βιβλιάριο ύγείας γιά τή συνταγογράφηση φαρμάκων.
Όλα έγιναν, όπως τά είχε προβλέψει ό Γέροντας!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΔΡΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΜΠΟΥΣΙΑ.Ο ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΡΟΥΣΤΙΚΩΝ. Π ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΛΑΜΠΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου