Ἤθελαν νὰ τὸ πάρουν στὸ γηροκομεῖο, ἀλλὰ δὲν δεχόταν, καὶ ὅλοι μετὰ ἔλεγαν: «αὐτὸς εἶναι πλανεμένος», γιατί καθόταν μόνος του ἐκεῖ.
Μιὰ μέρα ποὺ ἦρθε στὸ Καλύβι, μοῦ εἶπε γιὰ ποιὸν λόγο δὲν ἤθελε νὰ φύγη: Ὅταν ζοῦσε ὁ Γέροντάς του, τὸ Καλύβι τους δὲν εἶχε ναὸ καὶ ἐκεῖνος παρακαλοῦσε τὸν Γέροντά του νὰ κάνουν ναό.
«Ἂς κάνουμε ναό, τοῦ εἶπε τελικὰ ὁ Γέροντάς του, ἀλλὰ μετὰ δὲν πρέπει ποτὲ νὰ φύγης ἀπὸ ‘δῶ, γιατί θὰ μένη στὸ Ἱερὸ ὁ Φύλακας Ἄγγελος καὶ δὲν κάνει νὰ τὸν ἀφήσης μόνον». Τότε αὐτὸς τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ μείνη γιὰ πάντα στὸ Καλύβι, καὶ ἔτσι ἔκαναν τὸν ναό.
Τελευταία εἶχε γκρεμισθῆ καὶ τὸ Κελλί του καὶ ἔμενε μέσα στὴν ἐκκλησία· κοιμόταν σὲ ἕνα στασίδι. Τέτοια αὐταπάρνηση!
Εἶχα φροντίση νὰ ἔχη μερικὰ ροῦχα, γιὰ νὰ ἀλλάζη τουλάχιστον, γιατί ὑπέφερε ἀπὸ τὰ ἔντερα καὶ εἶχε κοψίματα. Μία μέρα ἔστειλα ἕναν γνωστὸ γιατρὸ νὰ πάη νὰ τὸν δῆ. Πῆγε μὲ ἕναν ἄλλον, χτυποῦν, ξαναχτυποῦν, τίποτε.
Ὅταν ἄνοιξαν, τὸν βρῆκαν πεθαμένο στὸ στασίδι ποὺ ἔμενε, σκεπασμένο μὲ μιὰ κουβέρτα. Ἐκεῖ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ!
Ἡ σκληρότητα στὴν ζωή μας γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ φέρνει στὴν καρδιὰ τὴν τρυφεράδα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ θεῖες ἡδονὲς γεννιοῦνται ἀπὸ τὶς σωματικὲς ὀδύνες. Οἱ Πατέρες ἔδωσαν αἷμα καὶ ἔλαβαν πνεῦμα. Μὲ ἱδρώτα καὶ κόπο πῆραν τὴν Χάρη. Πέταξαν τὸν ἑαυτό τους καὶ τὸν βρῆκαν στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου