της Ειρήνης Ιωαννίδου
Η γράφουσα, ως γυναίκα, φυσικά δεν μισεί το γυναικείο φύλο, δηλαδή τη φύση της, αλλά παραμένει σταθερή στην παράδοση της Εκκλησίας μας
Μετά το περιστατικό στον Άγιο Νικόλαο Ραγκαβά, φαίνεται πως γίνεται συντονισμένη προσπάθεια τα κορίτσια “παπαδάκια” να γίνουν θεσμός.
Η Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου (της Εκκλησίας της Κρήτης) δεν έλαβε υπόψη της τη θέση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος στην υπόθεση του πατέρα Αλέξανδρου Καριώτογλου του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά. Παρά λοιπόν το γεγονός ότι ο π. Αλέξανδρος τέθηκε σε αργία, η Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου έδωσε τη συναίνεσή της ώστε να συμμετέχουν στη Θεία Λειτουργία, μεταξύ άλλων, και κορίτσια του Πειραματικού Γυμνασίου [1].
Όσοι αντέδρασαν σε αυτές τις καινοτομίες κατηγορήθηκαν για μισογυνισμό και σεξιστικές διακρίσεις. Για την γράφουσα ευτυχώς δεν μπορούν να ισχύουν αυτές οι κατηγορίες γιατί, ως γυναίκα νιώθει φυσική αγάπη και οικειότητα προς το φύλο της. Η προσωπική μας αντίθεση και αντίδραση σε τέτοια φαινόμενα βασίζεται μόνο στην παράδοση της Αγίας μας Εκκλησίας. Και για την Ορθόδοξη Εκκλησία το ζήτημα αν τα κορίτσια μπορούν να διακονούν στο ιερό είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το ζήτημα της χειροτονίας των γυναικών, ή, καλύτερα, με την απαγόρευση της χειροτονίας των γυναικών.
Η εξαίρεση των γυναικών από την ιερωσύνη δεν σημαίνει υποτίμηση, δεδομένου ότι ο χριστιανισμός εξύψωσε για πρώτη φορά στην ιστορία τη γυναίκα: «οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ· πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Μάλιστα ο ίδιος ο Κύριος αλλά και οι Απόστολοι μετέπειτα είχαν στη συνοδεία τους άνδρες και γυναίκες. Εκείνο που επιβεβαιώνει ακόμη πως δεν υφίσταται υποτίμηση προς το γυναικείο φύλο είναι η ύπαρξη αγίων γυναικών, όπου πρωτοστατεί η Θεοτόκος Παναγία, η οποία εξυψώνεται πάνω από όλους τους Αγίους, άνδρες και γυναίκες.
Η γυναίκα λοιπόν μπορεί να τελειοποιηθεί πνευματικά, να διεκδικήσει τη θέωση και την τελείωση ως πλάσμα του Θεού, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον άνδρα.
Πληθώρα θεολογικών επιχειρημάτων αναπτύσσει σχετικά ο Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ, πρωτοπρεσβύτερος π.Θεόδωρος Ζήσης, επιτρέποντας σε όλους εμάς που σήμερα βλέπουμε να διαδραματίζεται μία βίαιη τοποθέτηση της γυναίκας στα λειτουργικά τελούμενα, να συμπεράνουμε ότι οι προθέσεις του σύγχρονου ανθρώπου δεν είναι αγνές. Αντιθέτως, όσοι διατρανώνουν τέτοιου είδους θέσεις είναι προωθητές μίας ενωτικής, οικουμενιστικής, μορμονικής και μασονικής ατζέντας είτε εν αγνοία τους είναι εν γνώσει.
Ο π.Θεόδωρος στη σχετική του τοποθέτηση παρουσιάζει έναν λόγο του π.Επιφανίου σύμφωνα με τον οποίο αν υπήρξε κάποια σκέψη είτε στον Χριστό, είτε στους Αποστόλους είτε στην Εκκλησία να δοθεί το χάρισμα της ιερωσύνης και στις γυναίκες, το πρώτο πρόσωπο το οποίο θα κατηξιούτο αυτής της χάριτος της ιερωσύνης θα ήταν η Θεοτόκος αναμφιβόλως.
Λέει συγκεκριμένα: «Εν τούτοις βλέπουμε ότι η Θεοτόκος μένει μακριά, έξω από τους Αποστόλους, πολύ διακριτικά, έξω από τον χορό των Αποστόλων. Πάντοτε ταπεινά ακολουθεί τον χορό των Αποστόλων. Βοηθάει τους Αποστόλους αλλά ουδέποτε η Παναγία ήγειρε αξιώσεις ιερωσύνης.
Ένα άλλο επιχείρημα που επικαλείται ο Άγιος Επιφάνιος είναι ότι ένας λόγος για τον οποίο η Εκκλησία αντέδρασε στον θεσμό της ιερωσύνης των γυναικών είναι ότι είχε εξευτελιστεί στην ειδωλολατρία, στην ειδωλολατρία υπήρχαν ιέρειες, οι οποίες είχαν συνδεθεί με απρέπειες μέσα στους ναούς. Είχε δυσφημιστεί η παρουσία των γυναικών μέσα στα ιερά των θεών.
Στη συνέχεια ο Άγιος Επιφάνιος εξετάζει αλλά και άλλοι πατέρες της Εκκλησίας των θεσμό των διακονισσών, για τον οποίο σήμερα υπάρχει μία κίνηση επανόδου. Πράγματι ο θεσμός των διακονισσών μνημονεύεται από την Καινή Διαθήκη και σταθερά στη ζωή της Εκκλησίας. Υπάρχει τοποθέτηση του Θεοδώρου Βαλσαμώνος η οποία αναλύει ότι οι από την αρχαιότητα υπήρχαν τάγματα διακονισσών και είχαν κάποια θέση μέσα στο ιερό βήμα. Ο Βαλσαμών θεωρεί ως λόγο για τον οποίον έφυγαν τελικών ο γυναίκες από το άγιο βήμα, τον κύκλο των εμμήνων. Το χαρακτηριστικό εδώ είναι ότι χρησιμοποιεί μία λέξη η οποία είναι πολύ ενδεικτική, διότι υπάρχει η εντύπωσις και πολλοί κατηγορούν τους πατέρες της Εκκλησίας και τους κανονολόγους, ότι δήθεν αυτόν τον βιολογικό κύκλο της γυναίκας, τον θεωρούν κάτι το ακάθαρτο. Ο Θεόδωρος Βαλσαμών δεν συνηγορεί σε κάτι τέτοιο. Λέει, η δε των εμμήνων κάκωσις, κάκωσις σημαίνει «ταλαιπωρία». Και πραγματικά ξέρουμε όλοι ότι την ταλαιπωρεί τη γυναίκα, την εξουθενώνει, την αναστατώνει. Και κάθε μήνα επαναλαμβάνεται αυτή η αναστάτωση και αυτή η κάκωσις και βέβαια αυτό έχει και ψυχολογικές επιδράσεις, όχι μόνο βιολογικές.
Ο θεσμός των διακονισσών είχε την εξής αποστολή. Η διακόνισσες είχαν τον ρόλο υπήρχε μία χειροθεσία να βοηθούν στην επιτέλεσε πράξεων εκκλησιαστικών κατά των οποίων θα ήταν λίγο άσεμνο και απρεπές οι άνδρες διάκονοι να λαμβάνουν μέρος. Παραδείγματος χάριν όταν υπήρχε ο θεσμός του βαπτίσματος ενηλίκων, εβαπτίζοντο ενήλικες γυναίκες. Τότε λοιπόν για να μην υπάρχει σκανδαλισμός και στο πλήρωμα αλλά και στους ιδίους τους άνδρες, παρίσταντο γυναίκες διακόνισσες οι οποίες υπηρετούσαν εις την βάπτισιν ενηλίκων γυναικών, όπως επίσης και στη μεταφορά των Τιμίων Δώρων σε γυναίκες, στα σπίτια τους, σε χήρες, για να μην σκανδαλίζονται άλλοι και κακολογούν διακόνους ιερείς οι οποίοι θα επισκέπτοντο σπίτια γυναικών για να μεταφέρουν τα Τίμια Δώρα, πήγαιναν στα σπίτια αυτών των γυναικών γυναίκες διακόνισσες και μετέφεραν τα Τίμια Δώρα. Τέτοιες διακονίες, η Εκκλησία τις ανέθετε στις γυναίκες αλλά το διακόμημα αυτό δεν είναι όπως ο ιερατικός βαθμός του διακόνου και βγαίνει αυτό από την έρευνα από τον εξής λόγο: όταν χειροτονείται άνδρας διάκονος στην ευχή της χειροτονίας, υπάρχει η ευχή και αξίωσον αυτόν τον περεταίρω βαθμό της ιερωσύνης», αξίωσέ τον να γίνει πρεσβύτερος, να γίνει Επίσκοπος. Μέσα στην ευχή υπάρχει η προοπτική περαιτέρω να προχωρήσει ο διάκονος, στην ευχή της χειροθεσίας της διακόνισσας γυναίκας, δεν υπάρχει αυτή η ευχή. Επομένως σταματάει η ιερωσύνη της γυναίκας στη διακόνισσα με μία συγκεκριμένη αποστολή μέσα στο χώρο της Εκκλησίας.
Ο βαθμός του διακόνου του ανδρός πότε δεν εξισώθηκε με τον βαθμό διακόνου της γυναίκας. Και στην Ορθόδοξη Εκκλησία η παράδοση δεν αλλάζει, γιατί δεν θεωρείται έργο των ανθρώπων.
Αυτά περίπου είναι η παράδοση της Εκκλησίας. Βλέπουμε ότι στην Παράδοση της Εκκλησίας από τις αρχές της αποστολικής εποχής, από τον ίδιο τον Χριστό από τους Αποστόλους, από τη μετέπειτα ζωή της Εκκλησίας, ουδέποτε υπήρξε περίπτωση χειροτονίας εις το βαθμό του πρεσβυτέρου και επισκόπου, αλλά ακόμη και εις τον βαθμόν του διακόνου του ανδρός υπό την ίσην έννοιαν του όρου, να έχει δηλαδή τα ίδια ιερατικά καθήκοντα με αυτά του ανδρός. Και σε εμάς τους ορθοδόξους, η παράδοση δεν είναι ένα πράγμα το οποίο αλλάζει. Η παράδοσις θεωρείται πως δεν είναι έργο των ανθρώπων. Δεν δημιουργούμε την παράδοση εμείς οι άνθρωποι, ώστε να παλιώνει, να γηράσκει και να μπορούμε να την αλλάξουμε στη συνέχεια. Την παράδοση, τη δημιουργεί το Άγιο Πνεύμα, και ό,τι δημιουργεί το Άγιο Πνεύμα έχει μία χάρη πάντα καινούργιου, δεν έχει ανάγκη ανανεώσεως. Δεν παλιώνει αυτό που δημιουργεί το Άγιο Πνεύμα. Αν λοιπόν αυτή η παράδοση της Εκκλησίας, της εξαιρέσεως της γυναικός μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, δεν είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, όπως θέλουν να παρουσιάζουν εκσυχρονισταί θεολόγοι, αλλά ότι υπάρχουν λόγοι βασικοί, θεολογικοί, ότι ο Χριστός, οι Απόστολοι, το Άγιο Πνεύμα στη συνέχεια καθοδηγώντας και φωτίζοντας την Εκκλησία οδήγησε στην εξαίρεση της γυναίκας από την ιερωσύνη, αυτή την παράδοση τη δισχιλιετή, εμείς οι ορθόδοξοι οφείλουμε να τη σεβαστούμε».
Τέλος ο π.Θεόδωρος κάνει αναφορά σε μία πολύ χαριτωμένη γνώμη μίας μοναχής από τη Μονή της Νέας Μάκρης στην Αλεξανδρούπολη, η οποία είχε συμμετάσχει σε θεολογικό συνέδριο σχετικό με το θέμα που μας απασχολεί στη Ρόδο. Η μοναχή λοιπόν Θεολογία εξέθεσε μερικές απόψεις σχετικά με το θέμα του αποκλεισμού των γυναικών από την ιερωσύνη. Λέει λοιπόν: «Mε πολύ δισταγμό προτείνουμε ακόμη και μία σκέψη αναλογίας. Ίσως είναι λογικό να πούμε, όπως η εμφάνιση της γυναίκας από την ανυπαρξία στη ζωή έγινε μέσα από τον άνδρα, στον Παράδεισο, έτσι και η επάνοδός της από τον θάνατο στην καινή ζωή, πρέπει να γίνει πάλι μέσα από τον άνδρα. Τότε χτίστηκε από την πλευρά του, τώρα αναζωογονείται από το αίμα της πλευράς του Χριστού εις τύπον του οποίου ο άνδρας ιερουργεί τα μυστήρια.
Και συνεχίζει η μοναχή Θεολογία: Μήπως η σημερινή γυναίκα, η σημερινή Εύα, βρίσκεται πάλι σε ένα παρόμοιο πειρασμό με εκείνον που αντιμετώπιζε η προμήτωρ μας μέσα στον Παράδεισο; Μήπως η επιθυμία της να δοκιμάσει τον απαγορευμένο γι΄ αυτή καρπό της ιερωσύνης της ετοιμάζει πάλι την πικρή γεύση της πρώτης παρακοής; Και τότε ο Θεός απαγόρευσε τη μετάληψη του ξύλου της ζωής δίχως να αιτιολογήσει την απαγόρευση, προειδοποίησε μόνο για τις συνέπειες. Δεν αρκεί άραγε η στάση του Χριστού και η δισχιλιετής πράξη της Εκκλησίας να πείσει πάνω σε αυτό το θέμα εκείνους που μας ζητούν τον λόγο ώστε να χρειάζεται οπωσδήποτε να βρούμε το γιατί. Μήπως το γιατί αυτό προέρχεται από πειραστή του αιώνος τούτου, του απατεώνος, και την απάντηση δίκην υποβολής μας την δώσει πάλι ο ίδιος; Mήπως πάει ο Διάβολος να μας παρασύρει να δρούμε γιατί η γυναίκα εξαιρείται από την ιερωσύνη, γιατί να μην φάμε από τον απαγορευμένο καρπό.
Μήπως η μητέρα μας Εκκλησία δεν μας αποκαλύπτει μία αλήθεια και ένα μυστήριο που είναι πέρα από τη νόησή μας; Μήπως η εξαίρεση των γυναικών από την ιερωσύνη είναι ένα μυστήριο και η Εκκλησία και η Εκκλησία λέει αφού το έκανα εγώ, σημαίνει πως έτσι πρέπει να γίνει, μην ζητάτε τον λόγο για τον οποίο εξαιρείται η γυναίκα από την ιερωσύνη».
Στην συνέχεια ο π.Θεόδωρος παραθέτει μερικούς θεολογικούς λόγους για τους οποίους εξαιρείται η γυναίκα από την ιερωσύνη. «Καταρχήν ένας λόγος που αφήνει και ο Απόστολος Παύλος να φανεί είναι ότι στη θεία οικονομία ο Θεός προσπαθεί να εισαγάγει θεσμούς οι οποίοι δεν θα επιτρέψουν επανάληψη του προπατορικού αμαρτήματος. Στον Παράδεισο υπήρξε πλήρης ισοτιμία μεταξύ ανδρός και γυναικός, μολονότι η γυναίκα δημιουργήθηκε δεύτερη, της της πλευράς του Αδάμ, εντούτοις υπήρχε ισοτιμία, κατ΄ εικόνα και τα δύο γένη, δύο πρόσωπα σε πλήρη κοινωνία. Τότε στον Παράδεισο, έγινε μία προσπάθεια ανατροπής της ιεραρχίας και της ισότητος και των φύλων. Και αυτή η προσπάθεια έγινε μέρος της Εύας. Η Εύα, ενώ όφειλε ως δευτέρα ιεραρχικώς, ως προς την τάξη, όχι ως προς την αξία, να ακολουθεί τον Αδάμ στον Παράδεισο, εντούτοις επιχείρησε να κατεξουσιάσει τον Αδάμ και να τον πείσει, και να γίνει εκείνη πρώτη. Ενώ έπρεπε εκείνη να ακολουθεί, εκείνη αναλαμβάνει και γίνεται δάσκαλος του Αδάμ και παρασύρει τον Αδάμ στην αμαρτία και στην πτώση. Αυτό είναι ένα στοιχείο το οποίο πολλοί πατέρες της Εκκλησίας αλλά και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, το θεωρούν ως λόγο για τον οποίο στη συνέχεια ο Θεός, μολονότι στην αρχή υπήρξε ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα υποτάσσει τη γυναίκα στον άνδρα. Όπου παρουσιάζεται σφάλμα, όχι εκ μέρους του Θεού, ο Θεός τα έκανε πάντα εν σοφία, αλλά από τη συμπεριφορά των ανθρώπων στη θεία οικονομία, εκεί προσπαθεί ο Θεός να διορθώσει».
Χρειάζεται λοιπόν να λάβουν σοβαρά υπόψη τους οι νεωτεριστές ιερείς πως θέτουν σε κίνδυνο πνευματικό όλες αυτές τις νεαρές κοπέλες που τις προτρέπουν να ενδυθούν ως παπαδάκια. Δεν είναι άλλωστε λίγες οι φορές που γυναίκες παραβιάσουν το «άβατο» της παράδοσης και των κανόνων της Εκκλησίας, ήρθαν αντιμέτωπες με φρικτές συνέπειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου