«ΒΙΩΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΑΊΣΙΟ«
Όταν τον αντίκρυσα όμως, όλοι οι λογισμοί, η αγωνία μου, εξαφανίστηκαν. Είδα ένα γεροντάκι χαριτωμένο, λευκό, μικρόσωμο, ασκητικό, χαμογελαστό, απλό, φωτεινό και γαλήνιο. Η όλη του μορφή ήτανε γλυκιά. Εξέπεμπε κάτι όχι συνηθισμένο, κάτι μυστικό, κάτι ελκυστικό, θείο, μεγαλειώδες, κάτι ουράνιο και θεϊκό.
Ερχόταν σιγά-σιγά προς την εξώπορτα επαναλαμβάνοντας αργά με γλυκιά φωνή,
– Ελάτε. Για να δούμε. Για να δούμε τι θέλετε εσείς;
Πήραμε ευχή και καθίσαμε. Μας κέρασε λουκούμι.
– Εσείς παιδιά πάρτε κι άλλο, δεν έχετε ζάχαρο, μας είπε χαμογελώντας.
Έκατσε στον πάγκο, έβγαλε το κομποσχοινάκι του από την τσέπη του και άρχισε να πλέκει ενώ συγχρόνως μας μιλούσε. Μας είπε για τον παράδεισο και την κόλαση. Σε κάποια στιγμή σταματά, με κοιτά στα μάτια και μου λέει,
– Ρε παιδί, εσύ τι λες; Εμείς, σε τι τόπο θα πάμε;
Με είχε συνεπάρει η μορφή του και δεν μπόρεσα να απαντήσω παρά μόνον με σεβασμό τον κοιτούσα. Στη συνέχεια με ρώτησε για την καταγωγή μου και χάρηκα όταν μου είπε πως ξέρει τους γονείς και τους θείους μου.
– Και σένα σε ξέρω, μου είπε.
Αφού είδε τους προσκυνητές, τους επισκέπτες, ήρθε και η σειρά μου. Του είπα πως θέλω να γίνω μοναχός. Μου έκανε διάφορες ερωτήσεις αλλά αυτό που με εντυπωσίασε ήταν η ελευθερία και ο σεβασμός στην κάθε μου επιλογή. Με ρώτησε αν θέλω να πάω σε κοινόβιο ή σε ιδιόρρυθμο, παρ’ ότι η μοναστική ζωή τα τελευταία χρόνια στα ιδιόρρυθμα κατά κάποιον τρόπο είχε παρακμάσει. Εν τούτοις όμως με ρώτησε αν θέλω να πάω και σε ιδιόρρυθμο. Για μια στιγμή έμεινε σιωπηλός, σταμάτησε να πλέκει. Σήκωσε τα μάτια του ψηλά κοιτώντας τον ουρανό. Μετά, γυρίζει και μου λέει,
– Σε κελί θέλεις να πας;
Δεν μου είπε πήγαινε αλλά με ρώτησε, θέλεις να πας; Μετά τη δική μου συγκατάθεση μου λέει,
– Θα πας στον παπά Ισαάκ τον Λιβανέζο. Εκεί θα ωφεληθείς πολύ. Πήγαινε και όταν χρειαστεί θα βγεις έξω να διακονήσεις τον κόσμο. Ο παπά Ισαάκ είναι δικός μου, τον έχω αναλάβει ως μεγαλόσχημο μοναχό κι αν θες, πες του ότι σε στέλνω εγώ. Μετά από ένα χρόνο περίπου, μου είπε, θα πάτε μαζί με τον πατέρα Θεόδωρο να ανοίξετε το Μολυβδοσκέπαστο Μοναστήρι στην Κόνιτσα. Το Μοναστήρι θα βοηθήσει πολύ τον κόσμο. Θα βοηθήσει πολύ και την Βόρειο Ήπειρο διότι θα αλλάξουν τα πράγματα. Η κατάσταση θα αλλάξει.
Στον Γέροντα πατέρα Θεόδωρο που είχε εκφράσει κάποιον δισταγμό για την εγκατάστασή του στη Μονή Μολυβδοσκέπαστη του είπε,
– Πήγαινε και θα δεις τι έχει να γίνει. Πήγαινε και να ξέρεις ότι εγώ θα είμαι κάθε μέρα εκεί.
Και όντως είναι πολύ ζωντανή η παρουσία του Γέροντα. Κι άλλοτε του είπε,
– Και πίσω από τον ήλιο να πάτε, όταν θα έχετε συνέπεια ο κόσμος και εκεί θα σας βρίσκει.
Αυτό βέβαια ισχύει για όλους τους κληρικούς και για όλους τους χριστιανούς.
Το γεγονός που θα σας διηγηθώ στη συνέχεια φανερώνει την πλούσια χάρη και την αγιότητα του Γέροντα. Επίσης, αποδεικνύει πόσο απλά μεταδίδει τη χάρη ένας Άγιος, είτε με την ευχή του είτε με το άγγιγμά του.
Ήμασταν μέσα στο κελάκι. Μου μιλούσε για τα καλογερικά και μεταξύ των άλλων μου είπε για τους γυμνούς, τους αόρατους ασκητές του Άθωνα. Μου είπε πως αυτοί είναι δώδεκα τον αριθμό και όταν κάποιος κοιμηθεί, αναπληρώνεται από αυτόν που θα στείλει η Παναγία. Ο ίδιος ο Γέροντας είχε επικοινωνία με αυτούς τους ασκητές και μου ανέφερε διάφορα περιστατικά και γεγονότα από τη ζωή τους.
Αφού τελειώσαμε τη συζήτηση, βαδίζαμε προς την εξώπορτα. Ο Γέροντας στάθηκε πάνω στο κατώφλι της πόρτας. Γύρισα, του έβαλα μετάνοια και πήρα ευχή. Τότε, έβαλε τα δυο του χέρια στο λαιμό μου, δεξιά κι αριστερά, και με ασπάστηκε στους κροτάφους. Σε κάθε ασπασμό αισθανόμουν μια έντονη χαρά, μια ευφροσύνη, να εισχωρούν και να πλημμυρίζουν την καρδιά μου. Με ρώτησε,
– Τον βίο του Αγίου Αρσενίου τον έχεις;
– [Δεν τον] έχω Γέροντα αλλά τον έχω διαβάσει.
– Περίμενε, μου λέει, και φέρνει τον βίο του Αγίου.
Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα, αφού τον έχω διαβάσει .. να μου έδινε τον Σταυρό που ήταν στο τζάκι του, με ένα καντηλάκι εκεί που έκαιγε.
– Περίμενε, μου λέει πάλι.
Μπήκε στο κελάκι και επιστρέφοντας μου δίνει τον χάλκινο Σταυρό που είχε στο τζάκι. Δηλαδή, διάβασε τη σκέψη και μου έφερε ως ευλογία αυτόν τον Σταυρό. Πήρα τον Σταυρό και συγχρόνως του φίλησα το χέρι, μα και πάλι με ασπάστηκε κατά τον ίδιο τρόπο. Σε κάθε ασπασμό αισθανόμουν τώρα πιο έντονη τη χαρά, πιο έντονη την ευφροσύνη και την εγλυκύτητα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι μου συνέβαινε. Έβλεπα, πως όλα γύρω μου ήταν διαφορετικά. Η φύση είχε αλλάξει, είχε μεταμορφωθεί, είχε μια ιδιαίτερη ομορφιά. Ομορφιά και φως. Έβαλα μετάνοια παίρνοντας ευχή για να φύγω. Ο Γέροντας με ασπάστηκε για άλλη μια φορά κατά τον ίδιο τρόπο στους κροτάφους. Και πάλι, σε κάθε ασπασμό δυνάμωνε αυτό που ζούσα. Ζούσα κάτι που δεν μπορούσα να το εξηγήσω. Κοιτούσα γύρω και όλα ήταν λουσμένα μέσα σε ένα φως.
Έβαλα ξανά μετάνοια από την αυλόπορτα και έφυγα -από μακριά δηλαδή έκανα την υπόκλιση. Δεν ήθελα να φύγω αλλά δεν μπορούσα και να μείνω. Τον κοιτούσα από μακριά και πλημμύριζε η καρδιά μου. Έφευγα, μα η καρδιά μου όμως έμεινε εκεί. Η παρουσία του με έλκυε σα μαγνήτης. Ένα γεροντάκι μικρόσωμο, ασκητικό, που όλη του η μορφή εξέπεμπε κάτι, κάτι άλλο όχι συνηθισμένο, κάτι μυστικό, μυσταγωγικό αν θέλετε. Δύσκολο να το προσδιορίσει κανείς τι ακριβώς ήταν, σίγουρα, κάτι ουράνιο.
Έφευγα, αλλά συνεχώς γύριζα το βλέμμα μου πίσω να τον δω, διότι ένοιωθα πως απ’ αυτόν πήγαζε αυτή η κατάσταση. Όλα λες και ήταν παράδεισος, εξέπεμπαν μια ιδιαίτερη γλυκύτητα. Είχαν μια ιδιαίτερη ομορφιά, ομορφιά και φως. Όλη η φύση έντονα μα σιωπηλά, μυστικά, δοξολογούσε και υμνούσε ακατάπαυστα τον Κτίστη των απάντων. Μυστήριο! Μυστήριο που δεν μπορούσα να το εξηγήσω. Όλα ταίριαζαν με τα λόγια του Ψαλμωδού, «.. τὰ ὄρη καὶ πάντες οἱ βουνοί, ξύλα καρποφόρα καὶ πᾶσαι κέδροι·.. αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου.. ὅτι αὐτὸς εἶπε, καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο, καὶ ἐκτίσθησαν ..»
Ένοιωθα το ψαλμικό, «Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον. ..» Τα συναισθήματά μου ήταν χαρά, χαρά και δοξολογία. Η κατάσταση αυτή διήρκησε έντονα μία με δύο ώρες περίπου. Έφθασα στο κελί της Αναστάσεως και με χαρά έδειξα τις ευλογίες από τον παππού στον Γέροντα Ισαάκ. Έτσι όπως ήμουν δεν ήθελα να μένω μέσα στο κελλί. Λαχταρούσα να είμαι έξω, μέσα στη φύση. Ήθελα να βλέπω αυτό το μεγαλείο, αυτό το πρωτόκτιστο κάλος της κτίσης, το κάλος της δημιουργίας. Αυτό συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες, μα μέρα με τη μέρα λιγόστευε, ώσπου την εβδόμη ή ογδόη ημέρα επανήλθαν όλα στη φυσική τους κατάσταση, στην κατάσταση που ήταν και πριν. Αυτό το μεγαλείο της κτίσης, αυτές οι εικόνες και οι στιγμές, έρχονται στη μνήμη μου ιδιαίτερα όταν εκφωνώ .. και εις τους αιώνας των αιώνων ..
Σε άλλη συνάντηση ο Γέροντας μου είπε,
– Για να βοηθήσουμε σωστά τους πιστούς και ιδιαίτερα τους νέους στο να γίνουν πραγματικοί ορθόδοξοι χριστιανοί, δεν πρέπει να τους αδικούμε.
– Πως τους αδικούμε Γέροντα;
– Τους αδικούμε ας υποθέσουμε όταν θέλουμε να τους κάνουμε σαν τον εαυτό μας. Όταν τους δίνουμε να φάνε αυτά που τρώμε κι εμείς. Δεν υπολογίζουμε τη διάθεση του άλλου, τη δίψα και την πείνα του. Να σου πω ένα παράδειγμα. Έχουμε κοπαδιάρικα πρόβατα που βόσκουν εκεί πέρα στα βουνά. Έχουμε και τα μαλτέζικα, αυτά τα τρέφουμε περισσότερο με την έτοιμη τροφή. Η ράτσα τους θέλει έτοιμη και πολλή τροφή. Ε, αν στα μαλτέζικα δώσουμε την τροφή που δίνουμε στα βουνίσια, τότε τα αδικούμε τα καημένα. Όχι όλους με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια τροφή. Στον καθένα να δίνουμε ανάλογα με τη διάθεσή του, τον αγώνα του, τη δίψα του. Τότε, δεν αδικούμε κανέναν. Στους χριστιανούς που δεν είναι ορθόδοξοι δεν πρέπει να τους πει κανείς ότι θα πάνε στην κόλαση ή ότι είναι αντίχριστοι αλλά ούτε κι ότι θα σωθούν, διότι με αυτόν τον τρόπο τους επαναπαύουμε και θα κριθούμε για αυτό. Θα πρέπει να τους βάλουμε την καλή ανησυχία, να τους πούμε ότι βρίσκονται σε πλάνη. Κάποιοι, πατούν τα μάτια τους να δουν αστεράκια. Άλλοι, πατούν τα αυτιά για να ακούσουν ήχους. Αυτά ο διάβολος τα αυξάνει και για τα μάτια μετά τους ανάβει προβολείς, για τα αυτιά τους φέρνει ολόκληρες ορχήστρες. Φτάνουν στο σημείο να τραβούν ακόμα και τη γλώσσα τους προς τα έξω.
Άλλοτε, κάποιος από την παρέα ρώτησε για την ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε. Ήτανε μια βλάσφημη ταινία και ο Γέροντας απάντησε,
– Θα έρθει και η μπουνάτσα.
– Θα είναι Γέροντα στις μέρες μας; τον ρώτησε
– Γιατί; Εσύ βιάζεσαι; Η τρικυμία θα αυξηθεί, μετά θα τραβήξει σκούπα. Η τρικυμία θα πετάξει τα κονσερβοκούτια που έχει η θάλασσα. Μετά δεν θα υπάρχει άπιστος πάνω στη γη αλλά η πίστη τους αυτή δεν θα έχει αξία.
Προσωπικά μου διευκρίνισε.
– Ο Χριστός θα λυπηθεί τον κόσμο εκεί που θα φτάσει και θα φανερώσει ένα σημείο. Να ξέρεις όμως ότι αυτό το σημείο δεν θα είναι η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Μετά δεν θα υπάρχει άπιστος επάνω στη γη. Όλοι θα πιστεύουν στο Χριστό. Θα ψάχνεις να βρεις έναν άπιστο και δεν θα βρίσκεις, αλλά η πίστη αυτή δεν έχει αξία διότι τώρα θέλω και πιστεύω από μόνος μου. Ενώ τότε; Να ξέρεις, θα έρθει καιρός που θα έρχονται οι άνθρωποι και θα σε παίρνουν από το χέρι.
Σηκώθηκε, με έπιασε από το χέρι και παραστατικά τραβώντας με, μου λέει
– Να έτσι. Και θα σου λένε, πες μας κάτι για τον Χριστό. Εσύ θα τους λες δεν ξέρω, και αυτοί θα σου λένε πες μας ό,τι ξέρεις. Θα έρθει καιρός που ο κόσμος θα παλαβώσει. Θα έρθει καιρός που οι άνθρωποι θα μπαίνουν στα σπίτια τους από τα παράθυρα και όχι από τις πόρτες. Όσοι θα μπαίνουν από τις πόρτες, δηλαδή κανονικά, θα τους λένε, να οι τρελλοί.
Υπάρχει και μια παρόμοια προφητεία, κάπως σχετική, του Αγίου Αντωνίου.
– Τα παιδιά τώρα τι να σου κάνουν; Τα παιδιά είναι σαν τις άγραφες κασέτες. Ό,τι τους πεις αυτό θα γράψουν.
Σε κάποια άλλη επίσκεψη όταν η συζήτηση ήρθε στα εθνικά θέματα έλεγε ..
– Όταν έχουμε δίκιο νικούμε. Ο λύκος όταν πλησιάσει στο κοπάδι κι ένα κουταβάκι να του γαυγίσει, ο λύκος φεύγει διότι είναι ένοχος. Το 1940 ένας στρατιώτης πήρε άδεια να πάει να δει την οικογένειά του. Στο δρόμο προχωρούσε αμέριμνος με τη γκλίτσα του. Φτάνοντας σε μια βρύση πέφτει πάνω στον εχθρό. Με θάρρος τότε σηκώνει τη γκλίτσα του· να, έτσι σαν τουφέκι, και φωνάζει ‘αλτ’. Αυτοί αιφνιδιάστηκαν από τον στρατιώτη και παραδόθηκαν. Τους βάζει τότε μπροστά και τους γυρίζει πίσω στο στρατόπεδο.
Σε άλλη επίσκεψη βρήκα τον Γέροντα να είναι αγανακτισμένος και σκέφτηκα πως δεν θα έχει διάθεση για να τα πούμε. Μονολογούσε,
– Ακούς εκεί; Ακούς; Ήρθαν κάτι στρατιωτικοί και μου είπαν πως οι Τούρκοι θα φτάσουν μέχρι τα Εξαμίλια της Κορίνθου. Τους έβαλα τότε τις φωνές. Τους έδωσα ένα γερό ξεσκόνισμα. Τι είναι αυτά που λέτε και δημιουργείτε σύγχυση στο λαό; Ακούς εκεί; Ακούς; Το αμάρτημά μου είναι η αγανάκτηση. Κάθε ένας λέει τις προφητείες του. Αν πούμε αυτά στον κόσμο, τότε ο κόσμος θα περιμένει τους Τούρκους στην Κόρινθο. .. Οι Τούρκοι, ούτε μέχρι τα Εξαμίλια της Κορίνθου θα έρθουν, ούτε της Κύπρου αλλά ούτε και της Βορείου Ηπείρου. Τα εξαμίλια που αναφέρει ο Άγιος Κοσμάς είναι τα έξι μίλια του Αιγαίου (δηλαδή η υφαλοκρηπίδα). Από ‘κει θα ξεκινήσει ο πόλεμος αλλά θα βοηθήσουν οι Ρώσσοι. Αφού ελευθερωθεί η Κωνσταντινούπολη, τότε όλοι θα την διεκδικούν για δική τους και θα υπάρχει κίνδυνος νέας σύρραξης. Γι’ αυτό θα πουν να τη δώσουν στην Ελλάδα που της ανήκει, όχι επειδή μας αγαπούνε αλλά για να δώσουν λύση στο πρόβλημα. Εγώ χαίρομαι με την θρασύτητα των Τούρκων, χαίρομαι όταν κάνουν κάτι τέτοια για να τους καταλάβουν. Αυτοί που τώρα τους χαϊδεύουν, αυτοί θα τους διαμελίσουν. Οι Σέρβοι τώρα μας έχουν ανάγκη και γι’ αυτό λένε, έχουμε τον Θεό στον ουρανό και τους Έλληνες στη γη. Αυτοί θα μας δημιουργήσουν προβλήματα. Αυτοί θα διεκδικούν τη Μικρά Ασία ως δική τους. Θα λένε ότι αυτοί ήταν εκεί πριν από τους Έλληνες.
Ένας φίλος μου σε άλλη επίσκεψη του ανέφερε,
– Γέροντα, να κάνετε προσευχή για τη Βόρειο Ήπειρο. Δεν έχουν εκκλησιές, δεν βαπτίζονται, δεν στεφανώνονται. Υποφέρουν και δεν μπορούμε να πάμε.
– Ποιος σου είπε ρε παιδί ότι δεν μπορούμε να πάμε; Να περάσω από τα Γιάννενα να σε πάρω και να πάμε;
Άλλος φίλος μου τον ρώτησε.
– Πάτερ Παΐσιε, φοβόμαστε, τι θα γίνει με τα Σκόπια;
– Πρώτη φορά βλέπω άνθρωπο να φοβάται από τα σκόπια. Ξέρεις τι λένε στο χωριό μου στην Ήπειρο σκόπια;
– Τα ραβδιά Γέροντα.
– Ε, αυτά.
Σε προσωπική συζήτηση τον ρώτησα.
– Γέροντα, τι θα γίνει με τη Βόρειο Ήπειρο;
– Η Βόρειος Ήπειρος θα ελευθερωθεί.
– Δηλαδή Γέροντα, θα γίνει Ελληνική;
– Ρε παιδί, πρώτα να βρουν την ελευθερία τους οι άνθρωποι, να λειτουργούν οι εκκλησιές. Μετά έχει ο Θεός. Μετά θα αλλάξει ο χάρτης. Θα βρεθούν και κάτι παλαβοί και μετά θα πουν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ό,τι έγινε, έγινε.
Ο Γέροντας, στέλνοντας στο Μοναστήρι μας έναν νεαρό ο οποίος ήθελε να μονάσει του είπε το εξής, χωρίς να του πει το όνομα της Μονής. Του λέει,
– Εσύ θα πας σε ένα Μοναστήρι που είναι στα σύνορα αλλά που σύνορα δεν είναι.
Να σας πω και δυο γεγονότα που αποδεικνύουν τόσο το διορατικό χάρισμα όσο και για την μέριμνα και το ενδιαφέρον του για τους νέους.
Εκεί που συζητούσαμε με τον Γέροντα πρόβαλλε κάποιος νέος. Ο Γέροντας σηκώθηκε, τον πλησίασε, έβαλε τα χέρια του στους δύο ώμους και τον ρωτά,
– Εσύ ποιος είσαι ρε παιδί;
– Ο Κώστας, του απαντάει.
– Καλά μου είπε ο λογισμός μου ότι εσύ είσαι ο Κώστας. Ξέρεις ότι οι δικοί σου σε ψάχνουν;
– Τους έστειλα τηλεγράφημα Γέροντα.
– Μα κι εγώ τηλεγράφημα έλαβα ρε παιδάκι μου και σου λέω πως σε ψάχνουν, του είπε.
Μετά τον πήρε από το χέρι, με στοργή πατρική και αγάπη, απομακρύνθηκαν λίγο και συζήτησαν.
Άλλοτε, τον επισκέφτηκα με έναν άλλο φίλο μου. Ο Γέροντας μας πρόσφερε στον καθένα μας από δυο αχλάδια. Αφού τον ευχαριστήσαμε τα πήραμε. Εγώ τα κράτησα, σκεπτόμενος να τα πάω ευλογία όταν επιστρέψω στους φίλους μου.
– Είναι πλυμένα, να τα φάτε, μας είπε.
Και ο φίλος μου, άρχισε να τρώει το αχλάδι.
– Πριν φάτε οτιδήποτε και όταν πίνετε νερό, να κάνετε πάντα το Σταυρό σας. Αυτό θα σας βοηθήσει πάρα πολύ .. Εκεί πέρα να βρείτε και έναν πνευματικό και να εξομολογείστε.
– Να ‘ναι ευλογημένο Γέροντα του είπαμε. Έκανε το Σταυρό του και συνέχισε να τρώει το αχλάδι.
Ιδιαιτέρως μου είπε ο Γέροντας,
– Το παλληκάρι αυτό ο φίλος σου, έχει έναν φίλο που τον εμπιστεύεται. Αυτός όμως τελικά θα ασχοληθεί με μαγικά. Θα του δώσει πολλές φορές να φάει και να πιεί μαγεμένα πράγματα. Κάνοντας το Σταυρό του θα προφυλάσσεται. Θα βρει και πνευματικό, θα εξομολογείται, θα κοινωνεί. Και με το φτυάρι να του τα ρίχνει τότε δεν τον πιάνει και δεν τον επηρεάζει τίποτα.
Κάποτε ήταν μια περίοδος όπου γινόταν λόγος για τον αντίχριστο και βρήκα την ευκαιρία να πείσω τον πατέρα μου, ο οποίος συνέχεια άνοιγε δουλειές, για να τις περιορίσουμε. Του λέω,
– Πατέρα, αφού θα έλθει ο αντίχριστος τι θα θέλουμε όλα αυτά; Να περιοριστούμε σε αυτά που έχουμε, χαμένα θα πάνε.
Όταν μετά από μήνες επισκέφτηκα τον Γέροντα, στη συζήτηση που κάναμε μου λέει,
– Εμείς οι χριστιανοί θα πρέπει να κάνουμε τις δουλειές μας, τα έργα μας, κανονικά. Δεν είναι σωστό να λέμε να μην τα κάνουμε αφού θα έρθει ο αντίχριστος και θα πάνε χαμένα. Να μην κάνουμε κι εμείς όπως έκαναν οι Θεσσαλονικείς.
– Γέροντα στ’ αλήθεια, πότε θα έρθει ο αντίχριστος;
Έμεινε σιωπηλός αρκετή ώρα κι ένοιωσα άσχημα διότι ένοιωθα ότι τον δυσκόλεψα. Γι’ αυτό σκεφτόμουν να ρωτήσω κάτι άλλο για να τον βγάλω από αυτή τη δύσκολη θέση που τον είχα φέρει. Τελικά, πριν ολοκληρώσω τη σκέψη μου, μου απάντησε με μια μικρή πρόταση που κατά κάποιον τρόπο προσδιόριζε περίπου την εποχή αυτή.
Ο Γέροντας Ισαάκ κάποτε που είχαμε επισκεφθεί τον Γέροντα μαζί, τον ρώτησε,
– Γέροντα ο Γιώργος ρωτάει (το κοσμικό μου όνομα είναι Γιώργος) αν θα πρέπει να πάρει την καινούρια ταυτότητα.
– Δεν έχεις ταυτότητα; με ρωτάει.
– Έχω Γέροντα την παλιά.
– Ε, εμείς, πάμε με τα παλιά.
Για κάποιον πολιτικό έλεγε,
– Κάποτε ένας χριστιανός αξιώθηκε να πάει στον παράδεισο. Στενοχωρήθηκε όμως διότι στον παράδεισο εκεί που πήγε δεν βρήκε τον Άγιο Αντώνιο, τον οποίο ευλαβείτο ιδιαίτερα. Ο άγγελος που τον συνόδευε του είπε ότι ο Άγιος Αντώνιος βρίσκεται κοντά στο θρόνο του Θεού και τον τάδε πολιτικό (και ανέφερε το όνομά του) τον ψάχνουν οι μάγοι να τον βρουν και δεν τον βρίσκουν. Δεν τον βρίσκουν διότι βρίσκεται δίπλα στο θρόνο του διαβόλου.
Κάποια άλλη φορά ο Γέροντας για το ίδιο πολιτικό πρόσωπο είπε,
– Αυτός; Αυτός κάνει και φροντιστήρια στο διάβολο.
Ενώ για κάποιο άλλο πρόσωπο έλεγε,
– Αυτοί που τώρα τον πολεμούν, αυτοί θα τον φέρουν.
Τελειώνοντας, να πούμε και για τα ‘παλιά αγγλικά’ που μιλούσε ο Γέροντας. Ο πατήρ Αρσένιος, ένας Αγιορείτης μοναχός, κάποια φορά επισκέφθηκε τον Γέροντα να τον συμβουλευθεί. Τον βρήκε να συζητά με τους προσκυνητές. Ο Γέροντας για να μην τον καθυστερήσει του λέει,
– Πατέρα Αρσένιε, έλα εδώ να σου πω δυο λόγια.
Και του απάντησε στις ερωτήσεις και μάλιστα με τη σειρά που σκεφτόταν να τον ρωτήσει ο πατήρ Αρσένιος. Οι προσκυνητές φυσικά παραξενεύτηκαν ακούγοντας τον Γέροντα να απαντά σε ξένη γι’ αυτούς και άγνωστη γλώσσα.
– Εσείς τι κοιτάτε; τους λέει. Εμείς με τον πατέρα Αρσένιο μιλάμε τα παλιά αγγλικά.
Εσείς ξέρατε, είχατε ακούσει, ότι υπάρχουν και παλιά αγγλικά; Θα το μάθετε απόψε. Τα παλιά αγγλικά που μιλούσε ο Γέροντας ήταν τα Βλάχικα. Όταν ήταν στο Στόμιο τα είχε μάθει από τους χωριανούς μου οι οποίοι εργάζονταν εκεί στην περιοχή του Στομίου σαν ξυλοκόποι. Εκεί τα είχε μάθει και είναι και άλλοι οι οποίοι μου λένε ότι μιλούσαν με το Γέροντα Βλάχικα.
Να μην σας κουράζω άλλο, τελειώνω..
Το απόλυτο δόσιμο και η αγάπη του Γέροντα στο Θεό με πολύ φιλότιμο το εισπράξαμε εμείς και όλος ο κόσμος και μας βοηθά να αναστηθούμε από τον παλιό μας εαυτό. Τον ίδιο δρόμο καλούμαστε να ακολουθήσουμε και εμείς ώστε να αναστηθούμε από την πτώση. Η ανάσταση που μας χαρίζει ο Χριστός δεν είναι μόνο μια βεβαιότητα, είναι η αρχή και το τέλος της πίστεώς μας. Είναι η ίδια η βάση της υπάρξεώς μας. Η ανάσταση είναι παρούσα, είναι επίκαιρη κάθε στιγμή και ξεκινά από τον καθένα μας. Η ανάστασή μας στην παρούσα ζοφερή συγκυρία που διανύουμε, την οποία παιδευτικά επέτρεψε ο Θεός, ξεκινά και πάλι από μέσα μας. Αυτό ας το θυμόμαστε, ιδίως στην κορύφωση του πάθους του ο καθένας μας. Σκοτάδι και δεσμά θανάτου δεν μας αγγίζουν. Την ώρα της λαίλαπας, την ώρα της θύελλας κι αν γύρω μας γίνεται χαλασμός, το αγαπητικό βλέμμα του Πατέρα μας δια πρεσβειών του Αγίου Του θα μας κρατήσει σκανδαλωδώς ασφαλείς. Άλλωστε, όπως βεβαιώνει και ο ίδιος ο Γέροντας, μετά τη μπόρα τη δαιμονική, έρχεται λιακάδα θεϊκή.
Είθε να έχουμε πάντα την αγαπητική του μέριμνα και τις πρεσβείες του προς τον Κύριον. Αμήν.
Πηγή βίντεο ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
https://averoph.wordpress.com/2016/05/22/%ce%ac%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%82-%cf%80%ce%b1%ce%90%cf%83%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%bf-%ce%b1%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%81%ce%b5%ce%af%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%bf-%ce%ac%ce%bd%ce%b8%cf%81%cf%89%cf%80%ce%bf%cf%82/
ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΕΝΩΜΕΝΗΣ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ ΣΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ
Ομιλεί ο πατήρ Αρσένιος ο Μολυβδοσκεπαστινός από την Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Μολυβδοσκεπάστου Κονίτσης.
***
Ήταν Ιούνιος του 1987, όταν
κατηφορίσαμε από τις Καρυές για τον Γέροντα. Απόλυτη ησυχία και ηρεμία
επικρατούσε παντού, μα μέσα μου, είχα αγωνία και ποικίλους λογισμούς.
Είχα ακούσει τόσα πολλά για τον Γέροντα. Σε λίγο θα συναντούσαμε έναν
Άγιο. Πως θα ήταν; Θα αξιωνόμουν να τον δω; Κι αν ναι, πως θα με
αντιμετώπιζε;Όταν τον αντίκρυσα όμως, όλοι οι λογισμοί, η αγωνία μου, εξαφανίστηκαν. Είδα ένα γεροντάκι χαριτωμένο, λευκό, μικρόσωμο, ασκητικό, χαμογελαστό, απλό, φωτεινό και γαλήνιο. Η όλη του μορφή ήτανε γλυκιά. Εξέπεμπε κάτι όχι συνηθισμένο, κάτι μυστικό, κάτι ελκυστικό, θείο, μεγαλειώδες, κάτι ουράνιο και θεϊκό.
Ερχόταν σιγά-σιγά προς την εξώπορτα επαναλαμβάνοντας αργά με γλυκιά φωνή,
– Ελάτε. Για να δούμε. Για να δούμε τι θέλετε εσείς;
Πήραμε ευχή και καθίσαμε. Μας κέρασε λουκούμι.
– Εσείς παιδιά πάρτε κι άλλο, δεν έχετε ζάχαρο, μας είπε χαμογελώντας.
Έκατσε στον πάγκο, έβγαλε το κομποσχοινάκι του από την τσέπη του και άρχισε να πλέκει ενώ συγχρόνως μας μιλούσε. Μας είπε για τον παράδεισο και την κόλαση. Σε κάποια στιγμή σταματά, με κοιτά στα μάτια και μου λέει,
– Ρε παιδί, εσύ τι λες; Εμείς, σε τι τόπο θα πάμε;
Με είχε συνεπάρει η μορφή του και δεν μπόρεσα να απαντήσω παρά μόνον με σεβασμό τον κοιτούσα. Στη συνέχεια με ρώτησε για την καταγωγή μου και χάρηκα όταν μου είπε πως ξέρει τους γονείς και τους θείους μου.
– Και σένα σε ξέρω, μου είπε.
Αφού είδε τους προσκυνητές, τους επισκέπτες, ήρθε και η σειρά μου. Του είπα πως θέλω να γίνω μοναχός. Μου έκανε διάφορες ερωτήσεις αλλά αυτό που με εντυπωσίασε ήταν η ελευθερία και ο σεβασμός στην κάθε μου επιλογή. Με ρώτησε αν θέλω να πάω σε κοινόβιο ή σε ιδιόρρυθμο, παρ’ ότι η μοναστική ζωή τα τελευταία χρόνια στα ιδιόρρυθμα κατά κάποιον τρόπο είχε παρακμάσει. Εν τούτοις όμως με ρώτησε αν θέλω να πάω και σε ιδιόρρυθμο. Για μια στιγμή έμεινε σιωπηλός, σταμάτησε να πλέκει. Σήκωσε τα μάτια του ψηλά κοιτώντας τον ουρανό. Μετά, γυρίζει και μου λέει,
– Σε κελί θέλεις να πας;
Δεν μου είπε πήγαινε αλλά με ρώτησε, θέλεις να πας; Μετά τη δική μου συγκατάθεση μου λέει,
– Θα πας στον παπά Ισαάκ τον Λιβανέζο. Εκεί θα ωφεληθείς πολύ. Πήγαινε και όταν χρειαστεί θα βγεις έξω να διακονήσεις τον κόσμο. Ο παπά Ισαάκ είναι δικός μου, τον έχω αναλάβει ως μεγαλόσχημο μοναχό κι αν θες, πες του ότι σε στέλνω εγώ. Μετά από ένα χρόνο περίπου, μου είπε, θα πάτε μαζί με τον πατέρα Θεόδωρο να ανοίξετε το Μολυβδοσκέπαστο Μοναστήρι στην Κόνιτσα. Το Μοναστήρι θα βοηθήσει πολύ τον κόσμο. Θα βοηθήσει πολύ και την Βόρειο Ήπειρο διότι θα αλλάξουν τα πράγματα. Η κατάσταση θα αλλάξει.
Στον Γέροντα πατέρα Θεόδωρο που είχε εκφράσει κάποιον δισταγμό για την εγκατάστασή του στη Μονή Μολυβδοσκέπαστη του είπε,
– Πήγαινε και θα δεις τι έχει να γίνει. Πήγαινε και να ξέρεις ότι εγώ θα είμαι κάθε μέρα εκεί.
Και όντως είναι πολύ ζωντανή η παρουσία του Γέροντα. Κι άλλοτε του είπε,
– Και πίσω από τον ήλιο να πάτε, όταν θα έχετε συνέπεια ο κόσμος και εκεί θα σας βρίσκει.
Αυτό βέβαια ισχύει για όλους τους κληρικούς και για όλους τους χριστιανούς.
Το γεγονός που θα σας διηγηθώ στη συνέχεια φανερώνει την πλούσια χάρη και την αγιότητα του Γέροντα. Επίσης, αποδεικνύει πόσο απλά μεταδίδει τη χάρη ένας Άγιος, είτε με την ευχή του είτε με το άγγιγμά του.
Ήμασταν μέσα στο κελάκι. Μου μιλούσε για τα καλογερικά και μεταξύ των άλλων μου είπε για τους γυμνούς, τους αόρατους ασκητές του Άθωνα. Μου είπε πως αυτοί είναι δώδεκα τον αριθμό και όταν κάποιος κοιμηθεί, αναπληρώνεται από αυτόν που θα στείλει η Παναγία. Ο ίδιος ο Γέροντας είχε επικοινωνία με αυτούς τους ασκητές και μου ανέφερε διάφορα περιστατικά και γεγονότα από τη ζωή τους.
Αφού τελειώσαμε τη συζήτηση, βαδίζαμε προς την εξώπορτα. Ο Γέροντας στάθηκε πάνω στο κατώφλι της πόρτας. Γύρισα, του έβαλα μετάνοια και πήρα ευχή. Τότε, έβαλε τα δυο του χέρια στο λαιμό μου, δεξιά κι αριστερά, και με ασπάστηκε στους κροτάφους. Σε κάθε ασπασμό αισθανόμουν μια έντονη χαρά, μια ευφροσύνη, να εισχωρούν και να πλημμυρίζουν την καρδιά μου. Με ρώτησε,
– Τον βίο του Αγίου Αρσενίου τον έχεις;
– [Δεν τον] έχω Γέροντα αλλά τον έχω διαβάσει.
– Περίμενε, μου λέει, και φέρνει τον βίο του Αγίου.
Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα, αφού τον έχω διαβάσει .. να μου έδινε τον Σταυρό που ήταν στο τζάκι του, με ένα καντηλάκι εκεί που έκαιγε.
– Περίμενε, μου λέει πάλι.
Μπήκε στο κελάκι και επιστρέφοντας μου δίνει τον χάλκινο Σταυρό που είχε στο τζάκι. Δηλαδή, διάβασε τη σκέψη και μου έφερε ως ευλογία αυτόν τον Σταυρό. Πήρα τον Σταυρό και συγχρόνως του φίλησα το χέρι, μα και πάλι με ασπάστηκε κατά τον ίδιο τρόπο. Σε κάθε ασπασμό αισθανόμουν τώρα πιο έντονη τη χαρά, πιο έντονη την ευφροσύνη και την εγλυκύτητα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι μου συνέβαινε. Έβλεπα, πως όλα γύρω μου ήταν διαφορετικά. Η φύση είχε αλλάξει, είχε μεταμορφωθεί, είχε μια ιδιαίτερη ομορφιά. Ομορφιά και φως. Έβαλα μετάνοια παίρνοντας ευχή για να φύγω. Ο Γέροντας με ασπάστηκε για άλλη μια φορά κατά τον ίδιο τρόπο στους κροτάφους. Και πάλι, σε κάθε ασπασμό δυνάμωνε αυτό που ζούσα. Ζούσα κάτι που δεν μπορούσα να το εξηγήσω. Κοιτούσα γύρω και όλα ήταν λουσμένα μέσα σε ένα φως.
Έβαλα ξανά μετάνοια από την αυλόπορτα και έφυγα -από μακριά δηλαδή έκανα την υπόκλιση. Δεν ήθελα να φύγω αλλά δεν μπορούσα και να μείνω. Τον κοιτούσα από μακριά και πλημμύριζε η καρδιά μου. Έφευγα, μα η καρδιά μου όμως έμεινε εκεί. Η παρουσία του με έλκυε σα μαγνήτης. Ένα γεροντάκι μικρόσωμο, ασκητικό, που όλη του η μορφή εξέπεμπε κάτι, κάτι άλλο όχι συνηθισμένο, κάτι μυστικό, μυσταγωγικό αν θέλετε. Δύσκολο να το προσδιορίσει κανείς τι ακριβώς ήταν, σίγουρα, κάτι ουράνιο.
Έφευγα, αλλά συνεχώς γύριζα το βλέμμα μου πίσω να τον δω, διότι ένοιωθα πως απ’ αυτόν πήγαζε αυτή η κατάσταση. Όλα λες και ήταν παράδεισος, εξέπεμπαν μια ιδιαίτερη γλυκύτητα. Είχαν μια ιδιαίτερη ομορφιά, ομορφιά και φως. Όλη η φύση έντονα μα σιωπηλά, μυστικά, δοξολογούσε και υμνούσε ακατάπαυστα τον Κτίστη των απάντων. Μυστήριο! Μυστήριο που δεν μπορούσα να το εξηγήσω. Όλα ταίριαζαν με τα λόγια του Ψαλμωδού, «.. τὰ ὄρη καὶ πάντες οἱ βουνοί, ξύλα καρποφόρα καὶ πᾶσαι κέδροι·.. αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου.. ὅτι αὐτὸς εἶπε, καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο, καὶ ἐκτίσθησαν ..»
Ένοιωθα το ψαλμικό, «Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον. ..» Τα συναισθήματά μου ήταν χαρά, χαρά και δοξολογία. Η κατάσταση αυτή διήρκησε έντονα μία με δύο ώρες περίπου. Έφθασα στο κελί της Αναστάσεως και με χαρά έδειξα τις ευλογίες από τον παππού στον Γέροντα Ισαάκ. Έτσι όπως ήμουν δεν ήθελα να μένω μέσα στο κελλί. Λαχταρούσα να είμαι έξω, μέσα στη φύση. Ήθελα να βλέπω αυτό το μεγαλείο, αυτό το πρωτόκτιστο κάλος της κτίσης, το κάλος της δημιουργίας. Αυτό συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες, μα μέρα με τη μέρα λιγόστευε, ώσπου την εβδόμη ή ογδόη ημέρα επανήλθαν όλα στη φυσική τους κατάσταση, στην κατάσταση που ήταν και πριν. Αυτό το μεγαλείο της κτίσης, αυτές οι εικόνες και οι στιγμές, έρχονται στη μνήμη μου ιδιαίτερα όταν εκφωνώ .. και εις τους αιώνας των αιώνων ..
Σε άλλη συνάντηση ο Γέροντας μου είπε,
– Για να βοηθήσουμε σωστά τους πιστούς και ιδιαίτερα τους νέους στο να γίνουν πραγματικοί ορθόδοξοι χριστιανοί, δεν πρέπει να τους αδικούμε.
– Πως τους αδικούμε Γέροντα;
– Τους αδικούμε ας υποθέσουμε όταν θέλουμε να τους κάνουμε σαν τον εαυτό μας. Όταν τους δίνουμε να φάνε αυτά που τρώμε κι εμείς. Δεν υπολογίζουμε τη διάθεση του άλλου, τη δίψα και την πείνα του. Να σου πω ένα παράδειγμα. Έχουμε κοπαδιάρικα πρόβατα που βόσκουν εκεί πέρα στα βουνά. Έχουμε και τα μαλτέζικα, αυτά τα τρέφουμε περισσότερο με την έτοιμη τροφή. Η ράτσα τους θέλει έτοιμη και πολλή τροφή. Ε, αν στα μαλτέζικα δώσουμε την τροφή που δίνουμε στα βουνίσια, τότε τα αδικούμε τα καημένα. Όχι όλους με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια τροφή. Στον καθένα να δίνουμε ανάλογα με τη διάθεσή του, τον αγώνα του, τη δίψα του. Τότε, δεν αδικούμε κανέναν. Στους χριστιανούς που δεν είναι ορθόδοξοι δεν πρέπει να τους πει κανείς ότι θα πάνε στην κόλαση ή ότι είναι αντίχριστοι αλλά ούτε κι ότι θα σωθούν, διότι με αυτόν τον τρόπο τους επαναπαύουμε και θα κριθούμε για αυτό. Θα πρέπει να τους βάλουμε την καλή ανησυχία, να τους πούμε ότι βρίσκονται σε πλάνη. Κάποιοι, πατούν τα μάτια τους να δουν αστεράκια. Άλλοι, πατούν τα αυτιά για να ακούσουν ήχους. Αυτά ο διάβολος τα αυξάνει και για τα μάτια μετά τους ανάβει προβολείς, για τα αυτιά τους φέρνει ολόκληρες ορχήστρες. Φτάνουν στο σημείο να τραβούν ακόμα και τη γλώσσα τους προς τα έξω.
Άλλοτε, κάποιος από την παρέα ρώτησε για την ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε. Ήτανε μια βλάσφημη ταινία και ο Γέροντας απάντησε,
– Θα έρθει και η μπουνάτσα.
– Θα είναι Γέροντα στις μέρες μας; τον ρώτησε
– Γιατί; Εσύ βιάζεσαι; Η τρικυμία θα αυξηθεί, μετά θα τραβήξει σκούπα. Η τρικυμία θα πετάξει τα κονσερβοκούτια που έχει η θάλασσα. Μετά δεν θα υπάρχει άπιστος πάνω στη γη αλλά η πίστη τους αυτή δεν θα έχει αξία.
Προσωπικά μου διευκρίνισε.
– Ο Χριστός θα λυπηθεί τον κόσμο εκεί που θα φτάσει και θα φανερώσει ένα σημείο. Να ξέρεις όμως ότι αυτό το σημείο δεν θα είναι η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Μετά δεν θα υπάρχει άπιστος επάνω στη γη. Όλοι θα πιστεύουν στο Χριστό. Θα ψάχνεις να βρεις έναν άπιστο και δεν θα βρίσκεις, αλλά η πίστη αυτή δεν έχει αξία διότι τώρα θέλω και πιστεύω από μόνος μου. Ενώ τότε; Να ξέρεις, θα έρθει καιρός που θα έρχονται οι άνθρωποι και θα σε παίρνουν από το χέρι.
Σηκώθηκε, με έπιασε από το χέρι και παραστατικά τραβώντας με, μου λέει
– Να έτσι. Και θα σου λένε, πες μας κάτι για τον Χριστό. Εσύ θα τους λες δεν ξέρω, και αυτοί θα σου λένε πες μας ό,τι ξέρεις. Θα έρθει καιρός που ο κόσμος θα παλαβώσει. Θα έρθει καιρός που οι άνθρωποι θα μπαίνουν στα σπίτια τους από τα παράθυρα και όχι από τις πόρτες. Όσοι θα μπαίνουν από τις πόρτες, δηλαδή κανονικά, θα τους λένε, να οι τρελλοί.
Υπάρχει και μια παρόμοια προφητεία, κάπως σχετική, του Αγίου Αντωνίου.
– Τα παιδιά τώρα τι να σου κάνουν; Τα παιδιά είναι σαν τις άγραφες κασέτες. Ό,τι τους πεις αυτό θα γράψουν.
Σε κάποια άλλη επίσκεψη όταν η συζήτηση ήρθε στα εθνικά θέματα έλεγε ..
– Όταν έχουμε δίκιο νικούμε. Ο λύκος όταν πλησιάσει στο κοπάδι κι ένα κουταβάκι να του γαυγίσει, ο λύκος φεύγει διότι είναι ένοχος. Το 1940 ένας στρατιώτης πήρε άδεια να πάει να δει την οικογένειά του. Στο δρόμο προχωρούσε αμέριμνος με τη γκλίτσα του. Φτάνοντας σε μια βρύση πέφτει πάνω στον εχθρό. Με θάρρος τότε σηκώνει τη γκλίτσα του· να, έτσι σαν τουφέκι, και φωνάζει ‘αλτ’. Αυτοί αιφνιδιάστηκαν από τον στρατιώτη και παραδόθηκαν. Τους βάζει τότε μπροστά και τους γυρίζει πίσω στο στρατόπεδο.
Σε άλλη επίσκεψη βρήκα τον Γέροντα να είναι αγανακτισμένος και σκέφτηκα πως δεν θα έχει διάθεση για να τα πούμε. Μονολογούσε,
– Ακούς εκεί; Ακούς; Ήρθαν κάτι στρατιωτικοί και μου είπαν πως οι Τούρκοι θα φτάσουν μέχρι τα Εξαμίλια της Κορίνθου. Τους έβαλα τότε τις φωνές. Τους έδωσα ένα γερό ξεσκόνισμα. Τι είναι αυτά που λέτε και δημιουργείτε σύγχυση στο λαό; Ακούς εκεί; Ακούς; Το αμάρτημά μου είναι η αγανάκτηση. Κάθε ένας λέει τις προφητείες του. Αν πούμε αυτά στον κόσμο, τότε ο κόσμος θα περιμένει τους Τούρκους στην Κόρινθο. .. Οι Τούρκοι, ούτε μέχρι τα Εξαμίλια της Κορίνθου θα έρθουν, ούτε της Κύπρου αλλά ούτε και της Βορείου Ηπείρου. Τα εξαμίλια που αναφέρει ο Άγιος Κοσμάς είναι τα έξι μίλια του Αιγαίου (δηλαδή η υφαλοκρηπίδα). Από ‘κει θα ξεκινήσει ο πόλεμος αλλά θα βοηθήσουν οι Ρώσσοι. Αφού ελευθερωθεί η Κωνσταντινούπολη, τότε όλοι θα την διεκδικούν για δική τους και θα υπάρχει κίνδυνος νέας σύρραξης. Γι’ αυτό θα πουν να τη δώσουν στην Ελλάδα που της ανήκει, όχι επειδή μας αγαπούνε αλλά για να δώσουν λύση στο πρόβλημα. Εγώ χαίρομαι με την θρασύτητα των Τούρκων, χαίρομαι όταν κάνουν κάτι τέτοια για να τους καταλάβουν. Αυτοί που τώρα τους χαϊδεύουν, αυτοί θα τους διαμελίσουν. Οι Σέρβοι τώρα μας έχουν ανάγκη και γι’ αυτό λένε, έχουμε τον Θεό στον ουρανό και τους Έλληνες στη γη. Αυτοί θα μας δημιουργήσουν προβλήματα. Αυτοί θα διεκδικούν τη Μικρά Ασία ως δική τους. Θα λένε ότι αυτοί ήταν εκεί πριν από τους Έλληνες.
Ένας φίλος μου σε άλλη επίσκεψη του ανέφερε,
– Γέροντα, να κάνετε προσευχή για τη Βόρειο Ήπειρο. Δεν έχουν εκκλησιές, δεν βαπτίζονται, δεν στεφανώνονται. Υποφέρουν και δεν μπορούμε να πάμε.
– Ποιος σου είπε ρε παιδί ότι δεν μπορούμε να πάμε; Να περάσω από τα Γιάννενα να σε πάρω και να πάμε;
Άλλος φίλος μου τον ρώτησε.
– Πάτερ Παΐσιε, φοβόμαστε, τι θα γίνει με τα Σκόπια;
– Πρώτη φορά βλέπω άνθρωπο να φοβάται από τα σκόπια. Ξέρεις τι λένε στο χωριό μου στην Ήπειρο σκόπια;
– Τα ραβδιά Γέροντα.
– Ε, αυτά.
Σε προσωπική συζήτηση τον ρώτησα.
– Γέροντα, τι θα γίνει με τη Βόρειο Ήπειρο;
– Η Βόρειος Ήπειρος θα ελευθερωθεί.
– Δηλαδή Γέροντα, θα γίνει Ελληνική;
– Ρε παιδί, πρώτα να βρουν την ελευθερία τους οι άνθρωποι, να λειτουργούν οι εκκλησιές. Μετά έχει ο Θεός. Μετά θα αλλάξει ο χάρτης. Θα βρεθούν και κάτι παλαβοί και μετά θα πουν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ό,τι έγινε, έγινε.
Ο Γέροντας, στέλνοντας στο Μοναστήρι μας έναν νεαρό ο οποίος ήθελε να μονάσει του είπε το εξής, χωρίς να του πει το όνομα της Μονής. Του λέει,
– Εσύ θα πας σε ένα Μοναστήρι που είναι στα σύνορα αλλά που σύνορα δεν είναι.
Να σας πω και δυο γεγονότα που αποδεικνύουν τόσο το διορατικό χάρισμα όσο και για την μέριμνα και το ενδιαφέρον του για τους νέους.
Εκεί που συζητούσαμε με τον Γέροντα πρόβαλλε κάποιος νέος. Ο Γέροντας σηκώθηκε, τον πλησίασε, έβαλε τα χέρια του στους δύο ώμους και τον ρωτά,
– Εσύ ποιος είσαι ρε παιδί;
– Ο Κώστας, του απαντάει.
– Καλά μου είπε ο λογισμός μου ότι εσύ είσαι ο Κώστας. Ξέρεις ότι οι δικοί σου σε ψάχνουν;
– Τους έστειλα τηλεγράφημα Γέροντα.
– Μα κι εγώ τηλεγράφημα έλαβα ρε παιδάκι μου και σου λέω πως σε ψάχνουν, του είπε.
Μετά τον πήρε από το χέρι, με στοργή πατρική και αγάπη, απομακρύνθηκαν λίγο και συζήτησαν.
Άλλοτε, τον επισκέφτηκα με έναν άλλο φίλο μου. Ο Γέροντας μας πρόσφερε στον καθένα μας από δυο αχλάδια. Αφού τον ευχαριστήσαμε τα πήραμε. Εγώ τα κράτησα, σκεπτόμενος να τα πάω ευλογία όταν επιστρέψω στους φίλους μου.
– Είναι πλυμένα, να τα φάτε, μας είπε.
Και ο φίλος μου, άρχισε να τρώει το αχλάδι.
– Πριν φάτε οτιδήποτε και όταν πίνετε νερό, να κάνετε πάντα το Σταυρό σας. Αυτό θα σας βοηθήσει πάρα πολύ .. Εκεί πέρα να βρείτε και έναν πνευματικό και να εξομολογείστε.
– Να ‘ναι ευλογημένο Γέροντα του είπαμε. Έκανε το Σταυρό του και συνέχισε να τρώει το αχλάδι.
Ιδιαιτέρως μου είπε ο Γέροντας,
– Το παλληκάρι αυτό ο φίλος σου, έχει έναν φίλο που τον εμπιστεύεται. Αυτός όμως τελικά θα ασχοληθεί με μαγικά. Θα του δώσει πολλές φορές να φάει και να πιεί μαγεμένα πράγματα. Κάνοντας το Σταυρό του θα προφυλάσσεται. Θα βρει και πνευματικό, θα εξομολογείται, θα κοινωνεί. Και με το φτυάρι να του τα ρίχνει τότε δεν τον πιάνει και δεν τον επηρεάζει τίποτα.
Κάποτε ήταν μια περίοδος όπου γινόταν λόγος για τον αντίχριστο και βρήκα την ευκαιρία να πείσω τον πατέρα μου, ο οποίος συνέχεια άνοιγε δουλειές, για να τις περιορίσουμε. Του λέω,
– Πατέρα, αφού θα έλθει ο αντίχριστος τι θα θέλουμε όλα αυτά; Να περιοριστούμε σε αυτά που έχουμε, χαμένα θα πάνε.
Όταν μετά από μήνες επισκέφτηκα τον Γέροντα, στη συζήτηση που κάναμε μου λέει,
– Εμείς οι χριστιανοί θα πρέπει να κάνουμε τις δουλειές μας, τα έργα μας, κανονικά. Δεν είναι σωστό να λέμε να μην τα κάνουμε αφού θα έρθει ο αντίχριστος και θα πάνε χαμένα. Να μην κάνουμε κι εμείς όπως έκαναν οι Θεσσαλονικείς.
– Γέροντα στ’ αλήθεια, πότε θα έρθει ο αντίχριστος;
Έμεινε σιωπηλός αρκετή ώρα κι ένοιωσα άσχημα διότι ένοιωθα ότι τον δυσκόλεψα. Γι’ αυτό σκεφτόμουν να ρωτήσω κάτι άλλο για να τον βγάλω από αυτή τη δύσκολη θέση που τον είχα φέρει. Τελικά, πριν ολοκληρώσω τη σκέψη μου, μου απάντησε με μια μικρή πρόταση που κατά κάποιον τρόπο προσδιόριζε περίπου την εποχή αυτή.
Ο Γέροντας Ισαάκ κάποτε που είχαμε επισκεφθεί τον Γέροντα μαζί, τον ρώτησε,
– Γέροντα ο Γιώργος ρωτάει (το κοσμικό μου όνομα είναι Γιώργος) αν θα πρέπει να πάρει την καινούρια ταυτότητα.
– Δεν έχεις ταυτότητα; με ρωτάει.
– Έχω Γέροντα την παλιά.
– Ε, εμείς, πάμε με τα παλιά.
Για κάποιον πολιτικό έλεγε,
– Κάποτε ένας χριστιανός αξιώθηκε να πάει στον παράδεισο. Στενοχωρήθηκε όμως διότι στον παράδεισο εκεί που πήγε δεν βρήκε τον Άγιο Αντώνιο, τον οποίο ευλαβείτο ιδιαίτερα. Ο άγγελος που τον συνόδευε του είπε ότι ο Άγιος Αντώνιος βρίσκεται κοντά στο θρόνο του Θεού και τον τάδε πολιτικό (και ανέφερε το όνομά του) τον ψάχνουν οι μάγοι να τον βρουν και δεν τον βρίσκουν. Δεν τον βρίσκουν διότι βρίσκεται δίπλα στο θρόνο του διαβόλου.
Κάποια άλλη φορά ο Γέροντας για το ίδιο πολιτικό πρόσωπο είπε,
– Αυτός; Αυτός κάνει και φροντιστήρια στο διάβολο.
Ενώ για κάποιο άλλο πρόσωπο έλεγε,
– Αυτοί που τώρα τον πολεμούν, αυτοί θα τον φέρουν.
Τελειώνοντας, να πούμε και για τα ‘παλιά αγγλικά’ που μιλούσε ο Γέροντας. Ο πατήρ Αρσένιος, ένας Αγιορείτης μοναχός, κάποια φορά επισκέφθηκε τον Γέροντα να τον συμβουλευθεί. Τον βρήκε να συζητά με τους προσκυνητές. Ο Γέροντας για να μην τον καθυστερήσει του λέει,
– Πατέρα Αρσένιε, έλα εδώ να σου πω δυο λόγια.
Και του απάντησε στις ερωτήσεις και μάλιστα με τη σειρά που σκεφτόταν να τον ρωτήσει ο πατήρ Αρσένιος. Οι προσκυνητές φυσικά παραξενεύτηκαν ακούγοντας τον Γέροντα να απαντά σε ξένη γι’ αυτούς και άγνωστη γλώσσα.
– Εσείς τι κοιτάτε; τους λέει. Εμείς με τον πατέρα Αρσένιο μιλάμε τα παλιά αγγλικά.
Εσείς ξέρατε, είχατε ακούσει, ότι υπάρχουν και παλιά αγγλικά; Θα το μάθετε απόψε. Τα παλιά αγγλικά που μιλούσε ο Γέροντας ήταν τα Βλάχικα. Όταν ήταν στο Στόμιο τα είχε μάθει από τους χωριανούς μου οι οποίοι εργάζονταν εκεί στην περιοχή του Στομίου σαν ξυλοκόποι. Εκεί τα είχε μάθει και είναι και άλλοι οι οποίοι μου λένε ότι μιλούσαν με το Γέροντα Βλάχικα.
Να μην σας κουράζω άλλο, τελειώνω..
Το απόλυτο δόσιμο και η αγάπη του Γέροντα στο Θεό με πολύ φιλότιμο το εισπράξαμε εμείς και όλος ο κόσμος και μας βοηθά να αναστηθούμε από τον παλιό μας εαυτό. Τον ίδιο δρόμο καλούμαστε να ακολουθήσουμε και εμείς ώστε να αναστηθούμε από την πτώση. Η ανάσταση που μας χαρίζει ο Χριστός δεν είναι μόνο μια βεβαιότητα, είναι η αρχή και το τέλος της πίστεώς μας. Είναι η ίδια η βάση της υπάρξεώς μας. Η ανάσταση είναι παρούσα, είναι επίκαιρη κάθε στιγμή και ξεκινά από τον καθένα μας. Η ανάστασή μας στην παρούσα ζοφερή συγκυρία που διανύουμε, την οποία παιδευτικά επέτρεψε ο Θεός, ξεκινά και πάλι από μέσα μας. Αυτό ας το θυμόμαστε, ιδίως στην κορύφωση του πάθους του ο καθένας μας. Σκοτάδι και δεσμά θανάτου δεν μας αγγίζουν. Την ώρα της λαίλαπας, την ώρα της θύελλας κι αν γύρω μας γίνεται χαλασμός, το αγαπητικό βλέμμα του Πατέρα μας δια πρεσβειών του Αγίου Του θα μας κρατήσει σκανδαλωδώς ασφαλείς. Άλλωστε, όπως βεβαιώνει και ο ίδιος ο Γέροντας, μετά τη μπόρα τη δαιμονική, έρχεται λιακάδα θεϊκή.
Είθε να έχουμε πάντα την αγαπητική του μέριμνα και τις πρεσβείες του προς τον Κύριον. Αμήν.
***
Απομαγνητοφώνηση Φαίη/Αβερωφ.Πηγή βίντεο ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
https://averoph.wordpress.com/2016/05/22/%ce%ac%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%82-%cf%80%ce%b1%ce%90%cf%83%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%bf-%ce%b1%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%81%ce%b5%ce%af%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%bf-%ce%ac%ce%bd%ce%b8%cf%81%cf%89%cf%80%ce%bf%cf%82/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου