Γιατί γεννήθηκε ο Χριστός; Για μάς, αγαπητοί μου, για μάς τούς ανθρώπους και για τη σωτηρία τη δική μας ο Υιός και Λόγος τού Θεού κατέβηκε από τούς ουρανούς, «εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της παρθένου», και ενανθρώπησε. Αυτή είναι η απάντηση τού πιστού στο ερώτημα, και αυτό βροντοφωνεί η Εκκλησία διά τού Συμβόλου της πίστεως (άρθρ. 3).
Μέγα το μυστήριο! Ποιος ποτέ θα μπορέσει να καταλάβει σε όλο το βάθος και το πλάτος το υπερφυέστατο γεγονός ότι ένας Θεός σαρκώνεται, γίνεται άνθρωπος, για να σώσει την ανθρωπότητα; Εδώ και οι μεγαλύτερες διάνοιες, χωρίς τη βοήθεια της πίστεως, συντρίβονται.
Μικρός εμπρός στο Θεό ο άνθρωπος, ας είναι κ᾽ ένας Σωκράτης. Θα ομολογήσει την άγνοια και την αδυναμία του εμπρός στο μυστήριο. Μικρός ο άνθρωπος, μεγάλος ο Θεός! Μόνο η πίστη ρίχνει φως στο μυστήριο.
Ο πιστός το αισθάνεται, το βλέπει, το ζει, και δεν βρίσκει λέξεις για να εξωτερικεύσει την υπερκόσμια αγαλλίαση πού δοκιμάζει όταν ακούει να ψάλλεται το «Χριστός γεννάται, δοξάσατε…»(καταβ. Χριστουγ. ᾠδ. α΄). Νομίζει ότι δεν πατάει στη γη, αλλά μεταφέρεται στον ουρανό, στη χώρα των αγγέλων, κι ακούει τις υμνωδίες τους.
Ο άπιστος ζει και περιπλανάται στο σκοτάδι. Δεν μπορεί να βρει μόνος του το δρόμο πού οδηγεί στη Βηθλεέμ, εκεί πού λάμπει το άστρο, το φως της αιωνίου αληθείας. Άπιστοι, αποκαλυφθείτε εμπρός στο μυστήριο της φάτνης, καταθέστε την πανοπλία τού εγωισμού σας. Άλλα εφόδια χρειάζονται για να νιώσετε το μυστήριο.
Πάρτε μαζί σας την ταπείνωση των αγραυλούντων ποιμένων, την πίστη των μάγων, την αθωότητα των σφαγιασθέντων νηπίων, και τότε θα βρείτε το δρόμο, θα συναντήσετε το Χριστό, και θα ομολογήσετε ότι στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας πριν δυο χιλιάδες χρόνια έγινε το μεγαλύτερο θαύμα, πού κατέγραψε στις σελίδες της η ιστορία ως το σπουδαιότερο γεγονός αφ᾽ όπου έγινε ο κόσμος. Ποιο το γεγονός; ότι «εγεννήθη Παιδίον νέον ο προ αιώνων Θεός» (κοντάκ.). Μέγα το μυστήριο!
Το σπασμένο άγαλμα συναρμολογείται. Ένα παράδειγμα, για να πάρουμε μια αμυδρή ιδέα τού μυστηρίου. Υποθέστε, αγαπητοί μου, ότι στο κέντρο μιας πόλεως έχει στηθεί ένα άγαλμα. Είναι θαυμάσιο και ως σύλληψη και ως εκτέλεση. Όλα του συμμετρικά, κανείς δεν μπορεί να βρει μια ατέλεια. Όλοι το θαυμάζουν, αλλά οι σοφώτεροι θαυμάζουν περισσότερο τον άγνωστο εκείνο γλύπτη, πού είχε τέτοια δύναμη τέχνης, ώστε από ένα άμορφο μαρμάρινο όγκο να βγάλει ένα τέτοιο αριστούργημα.
Κανείς δεν υπάρχει πού να πει, ότι το άγαλμα αυτό βρέθηκε τυχαία, ότι έτσι μόνο του ξεφύτρωσε ένα πρωί από τα σπλάχνα τού λατομείου της Πεντέλης ή της Πάρου κι ότι έτσι μόνο του στήθηκε εκεί. Το άγαλμα, δημιούργημα άριστου τεχνίτη, λάμπει στη θέση του. Πόσο ωραίο είναι! Το βλέπεις και νομίζεις πως θα σού μιλήσει. Εκείνα τα χείλη, εκείνη η έκφραση, εκείνο το χαμόγελο στο πρόσωπο· τι θαύμα
Αλλ᾿ αναπάντεχα –ώ συμφορά!– μια νύχτα κάποιος, πού ζήλεψε φαίνεται τη δόξα τού Ηροστράτου, αποφάσισε να το καταστρέψει. Πλησιάζει λοιπόν, τοποθετεί στη βάση του δυναμίτη, ανάβει το φιτίλι, κι ο κακούργος απομακρύνεται. Κρυμμένος σε μια γωνία τού σύμπαντος περιμένει το αποτέλεσμα.
Σε λίγο ένας δαιμονιώδης κρότος ακούγεται. Το έδαφος σείεται. Οι κάτοικοι της ευτυχισμένης πόλεως ξυπνούν, ανάβουν φώτα, και τι να δουν; Το άγαλμα, το καύχημα της πόλεως πού προσείλκυε περιηγητάς απ᾽ όλα τα μέρη, αυτό το αριστούργημα, δεν υπάρχει πια. Τι λέω, δεν υπάρχει; Υπάρχει, αλλ᾽ όχι ως ομορφιά· υπάρχει ως ερείπια. Ο δυναμίτης το ᾽κανε χίλια συντρίμμια σκορπισμένα εδώ κ᾽ εκεί. Όλοι κλαίνε και καταριόνται το δράστη τού εγκλήματος.
Τα χρόνια περνούν, οι αιώνες διαβαίνουν. Αλλά η ομορφιά τού αγάλματος δεν ξεχνιέται. Οι γέροι διηγούνται στα παιδιά τη δόξα του. Ο πόθος όλων εκφράζεται με μια ευχή, μια κρυφή ελπίδα· Ώ και να ήταν δυνατόν να διορθωθεί το κακό και να στηθεί πάλι στη μέση της πλατείας το άγαλμα, όπως ήταν στην αρχή!…
Και να ο κοινός μύχιος πόθος εκπληρώνεται! Έρχεται κάποιος. Είναι εκείνος πού κατασκεύασε το άγαλμα. Λυπήθηκε για την καταστροφή τού καλύτερου έργου πού βγήκε απ᾽ το εργαστήριό του. Γιατί ποιος τεχνίτης δεν πονάει το έργο του; Το πόνεσε λοιπόν και αυτός. Είδε τα συντρίμματα. Τα μαζεύει ένα – ένα και μέσα στο εργαστήριό του τα συναρμολογεί όλα. Καί ξαφνικά μια μέρα ευλογημένη, ενῷ θαυμάζουν όλοι, άγγελοι και άνθρωποι, το άγαλμα τοποθετείται και πάλι στη μέση της πόλεως, όπως ήταν κι ακόμη ωραιότερο.
Το έμψυχο άγαλμα αναστηλώνεται. Παραβολικός μέχρι εδώ είναι ο λόγος. Θέλετε τώρα την ερμηνεία τού παραδείγματος; Ακούστε.
Το άγαλμα, το έμψυχο άγαλμα, είναι ο άνθρωπος. Όταν δημιουργήθηκε από το Θεό, οι άγγελοι θαύμασαν τον άνθρωπο ως το τελειότερο δημιούργημα. Γιατί ο άνθρωπος βγήκε από το θεϊκό εργαστήριο ωραίος, «καλός λίαν», αγαθός, άκακος, αθώος.
Μια αρμονία και ειρήνη βασίλευε στη φύση και την καρδιά του. Αλλά ξαφνικά –τί συμφορά!– ο άνθρωπος έπεσε. Σατανική δύναμη συνέτριψε το θεϊκό κάλλος. Ποιος μπορεί να το αρνηθεί;
Από τότε η ειρήνη φυγαδεύθηκε, πόλεμος αόρατος άρχισε. Μέσα στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής μάχονται δυο αντίθετες δυνάμεις, «άγγελος και σατανάς γρονθοκοπούνται». Και κάτω από τη δύναμη τού κακού ο άνθρωπος γίνεται ένα ηθικό ερείπιο, διασπάται η ψυχική του ενότητα, γίνεται αγνώριστος. Ιδέστε τον· κλέφτης, ψεύτης, πλαστογράφος, πλεονέκτης, μωροφιλόδοξος, μοιχός, πόρνος, βλάστημος, φονιάς, εμπρηστής, προδότης, θηρίο μάλλον παρά άνθρωπος. Θεέ μου, πού κατήντησε το έμψυχο άγαλμα! πεσμένο σε συντρίμμια, σε ερείπια. Ποιος τώρα θα τον σώσει;
Και ενώ οι φιλόσοφοι σαν απλοί θεαταί παρακολουθούσαν το δράμα τού ανθρώπου πού κυλούσε στην κατηφόρα τού ηθικού ολέθρου, ξαφνικά ένα πρωτοφανές άστρο φωτίζει τον κόσμο, σμήνη αγγέλων πετούν πάνω απ᾽ τη Βηθλεέμ, θεία μουσική αντηχεί, ακούγεται το εμβατήριο «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκ. 2,14).
Τι συμβαίνει; Μέγα μυστήριο εκτυλίσσεται. Ο Θεός σπλαχνίσθηκε το πλάσμα των χειρών του. Άκουσε τούς στεναγμούς, είδε τα ηθικά του ερείπια και συντρίμμια, και αποφάσισε να σώσει τον άνθρωπο. Ώ θαύμα θαυμάτων! Κλίνει ουρανούς και κατεβαίνει. Σαρκώνεται από τα αίματα της πανάγνου Κόρης.
Γίνεται άνθρωπος, χωρίς να παύσει να είναι Θεός, για να κάνει θεό τον άνθρωπο. Με την όλη ένσαρκη οικονομία ο ενανθρωπήσας Θεός Λόγος ανορθώνει το πεσμένο ανθρώπινο πρόσωπο, αναστηλώνει το κατεστραμμένο έμψυχο άγαλμα, αποκαθιστά το πλάσμα του στο αρχικό κάλλος του κι ακόμη ανώτερα.
Π ε ρ ι μ έ ν ε τ ε ! Η διδασκαλία, πού θα κηρύξει το Νήπιο της Βηθλεέμ, τα θαύματα πού θα κάνει, η αγία ζωή πού θα ζήσει, και προ παντός το τίμιο αίμά του με το οποίο θα βάψει το λόφο τού Γολγοθά και μάλιστα η ένδοξη ανάστασί του με την οποία θα νικήσει το θάνατο, αυτά θα σώσουν, θα λυτρώσουν, θα ωραΐσουν, θα θεώσουν τον άνθρωπο. Και μόνο όσοι θα μείνουν μακριά του, μόνο όσοι θα τον αρνηθούν και θα τον σταυρώσουν, αυτοί θα χαθούν.
Η ζωή τού ανθρώπου, αγαπητοί μου, είναι ολόκληρο δράμα. Μακριά απ᾽ το Χριστό η ζωή μας γίνεται ή τραγωδία ή κωμωδία. Μύρια σύγχρονα παραδείγματα πιστοποιούν την αλήθεια αυτή. Μόνο διά τού Χριστού επέρχεται η λύσις τού δράματός μας.
Χριστιανοί! Μη περιπλανάσθε μακριά, μη ζητάτε άλλα φώτα. Στραφείτε με πίστη προς το άστρο της Βηθλεέμ. Το άστρο αυτό φέρνει ειρήνη, αγάπη, δικαιοσύνη, αλήθεια. Αργά ή γρήγορα όλοι θα καταλάβουμε, ότι ο άνθρωπος μόνο διά τού Χριστού εξευγενίζεται, εξωραΐζεται ηθικά, γίνεται έμψυχο άγαλμα αρετής, ηθική προσωπικότης, για την οποία οι αρχαίοι πρόγονοί μας έλεγαν· «Ως χαρίεν ε- στ᾽ άνθρωπος, όταν άνθρωπος ή» (= πόσο χαριτωμένο πλάσμα είναι ο άνθρωπος όταν είναι πράγματι άνθρωπος). Μόνο διά τού Ιησού ο άνθρωπος επανέρχεται στην θεία μακαριότητα από την οποία έχει εκπέσει, φτάνει στο «καθ᾿ ομοίωσιν» Θεού (Γέν. 1,26), γίνεται μικρός θεός, θεός κατ αχάριν.
Ας ψάλουμε λοιπόν με αγαλλίαση· «Χριστός γεννάται, δοξάσατε· Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε· Χριστός επί γης, υψώθητε. Άσατε τω Κυρίω, πάσα η γη, και εν ευφροσύνῃ ανυμνήσατε, λαοί, ότι δεδόξασται».
(†) επίσκοπος Αυγουστίνος
Άρθρο πού δημοσιεύθηκε στο φυλλάδιο «Η Αγάπη» Κοζάνης
φ. 4/25Δεκεμβρίου 1943 Μεταγλώττισις και ελάχιστη σύντμησις 23-11-2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου