Ὁ π. Βασίλειος Βολουδάκης μηρυκάζει
τίς παραποιήσεις καί τίς πλάνες του.
Ἀγαπητός ἀδελφός μᾶς ἀπέστειλε ἀποσπάσματα ἀπό δύο πρόσφατες ὁμιλίες τοῦ π. Βασιλείου Βολουδάκη (στό ἑξῆς: π. Β.). Μέ ἔκπληξιν, ἀλλά καί βαθύτατη θλίψιν, ἀκούσαμε τόν π. Β. νά ἀναμασᾶ ὅσα πεπλανημένα, ἀλλά καί ψευδῆ καί ἀνυπόστατα, ἤδη ἀπό τοῦ 1986 καί κατά διαστήματα ἔχει γράψει, μέ διάφορες παραλλαγές καί ἀντιφάσεις, σχετικῶς μέ τό 666,
τίς ταυτότητες, τό χάραγμα, τόν Ἅγιο Παΐσιο, τήν θέσιν τῆς Ἐκκλησίας, κ.λπ., καί διά τά ὁποῖα ἔχει δεχθεῖ πληθώρα ἀναιρέσεων. Τό φαιδρόν δέ -ἤ μᾶλλον ἀξιοθρήνητον- εἶναι ὅτι ἔχει τό κουράγιο νά καυχᾶται ἀνερυθρίαστα ὅτι οὐδείς ἐτόλμησε νά ἀναιρέσει τίς «θεολογικές» του θέσεις! Κατόπιν παροτρύνσεως ἀδελφῶν καί διά νά μήν μένη τό ψεῦδος καί ἡ πλάνη ἀναπάντητη καί ἐπηρεάζει τούς ἁπλοϊκούς, ἀλλά καί τούς ἀγνοοῦντας τήν προϊστορίαν τῆς ὑποθέσεως, θεωρήσαμε χρέος μας νά ἀναφερθοῦμε δι’ ὀλίγων στήν προϊστορίαν αὐτήν, καί, ἐν συνεχείᾳ, νά ἀνασκευάσωμε μερικά ἀπό τά ἀναρίθμητα μαργαριτάρια ἐκ τῶν δύο προσφάτων ὁμιλιῶν του. Ἐφ’ ὅσον δέ ὁ π. Β. ἐπιμένει εἰλικρινῶς νά ἐπιθυμῆ ἐκτενεστέραν ἀπάντησιν, εἴμεθα πρόθυμοι χάριν τῆς ἀληθείας –παρά τήν ἔλλειψιν τοῦ ἀπαιτουμένου χρόνου πού ἀντιμετωπίζομε- νά τοῦ ἀπαντήσωμε ἀναλυτικώτερον.Α’. Ἡ προϊστορία τῆς ὑποθέσεως.
Ὁ π. Β. διά πρώτην φοράν, καθ’ ὅσον γνωρίζομε, κατά τά τέλη τοῦ 1986 δημοσίευσε κείμενον στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο», σχετικά μέ τόν δυσώνυμο ἀριθμό 666, μέ θέσεις ἐφησυχαστικές, σοφιστικές καί πάντως ἀντίθετες ἀπό τήν Ἁγίαν Γραφήν καί τήν παράδοσιν τῶν Ἁγίων Πατέρων μας.
Πέραν τῆς συγχύσεως μεταξύ τῆς χρήσεως τοῦ 666 ὡς συμβόλου καί τῆς χρήσεώς του ὡς ἁπλοῦ αὔξοντος ἀριθμοῦ, πού φυσικά ἡ δευτέρα εἶναι ἀθώα, τό φοβερώτερον ὅλων εἶναι ἡ ἐν τῷ τέλει τοῦ κειμένου του κυριολεκτικῶς «ἀνάποδη» ἀνάγνωσις ἀποσπάσματος τοῦ Ἁγίου Εἰρηναίου, καί ἡ ἐξαγωγή ἐξ αὐτῆς τῶν διαμετρικῶς ἀντιθέτων ἐξ ὅσων ὁ Ἅγιος προτρέπει.
Ἀκολούθησαν ἔντονες διαμαρτυρίες καί ἀποδοκιμασίες δι’ ἐπιστολῶν ἀπό τούς πιστούς, πού ἀνάγκασαν τόν π.Β. νά ἀπαντήση στίς ἀρχές τοῦ 1987 μέ δύο δημοσιεύματα, στά ὁποῖα προσπαθώντας νά δικαιολογηθῆ, συγχέει περισσότερον τά πράγματα καί ἀναδεικνύει μεγαλυτέρα τήν πλάνη του. Κατ’ ἀρχάς, συγχέοντας μεταξύ ἀριθμήσεως ὡς ἐννοίας καί ὡς γραφῆς, κατηγορεῖ τούς ἀντιδρῶντας στό 666 ὅτι δῆθεν χρησιμοποιοῦν ἀποκλειστικά τήν ἀραβικήν ἀρίθμησιν! Στήν πραγματικότητα, ὅμως, ἡ ἀρίθμησις ὡς ἔννοια εἶναι μία· λ.χ.: στό ἐν λόγῳ χωρίον τῆς Ἀποκαλύψεως: «ἑξακόσια ἑξήκοντα ἕξ», εἴτε αὐτή γραφεῖ στά ἀραβικά (666), εἴτε στά ἑλληνικά (χξϚ’) εἴτε στά λατινικά (DCLXVI) κ.λπ. Ἐξ ἄλλου δέν ἀσχολούμεθα μέ τό εἶδος τῆς γραφῆς, καθόσον πᾶσα γραφή εἶναι ἀπορριπτέα· καί, ἐν προκειμένῳ, οἱ ἀντιδρῶντες δέν ὁμιλοῦν γιά καμμίαν ἀπό τίς γραφές, πού ὁ π. Β. ἀναφέρει, ἀλλά διά τήν γραφήν τοῦ γραμμωτοῦ κώδικα.
Στήν συνέχεια, διά νά ὑποστηρίξει ὅτι τό 666 δέν εἶναι δαιμονικό σύμβολον, ἰσχυρίζεται ὅτι «τό σύμβολο ἔχει πάντοτε ὡρισμένο σχῆμα» (τά bold εἶναι τοῦ π.Β.). Τό φαιδρόν ἐν προκειμένῳ εἶναι ὅτι, ὅταν ὁ π.Β. δημοσίευσε ἀργότερα στόν Ο.Τ. φωτοτυπίαν τοῦ χειρογράφου τοῦ ἀνωτέρω κειμένου, ἡ ὁποία, ὡς ἰσχυρίζετο, ἦταν ἐλεγμένη καί διορθωμένη ἀπό τόν μακαριστό π. Ἐπιφάνιον Θεοδωρόπουλον, στήν ἐν λόγῳ φράσιν ἀντί τοῦ «πάντοτε» ὑπῆρχε «συνήθως»!!!
Ἀκολούθως, ἀγωνίζεται διά πολλῶν σοφιστειῶν νά ἀποδείξῃ ὅτι τό «χάραγμα» τῆς Ἀποκαλύψεως ἑρμηνεύεται ἀλληγορικά ὡς ἐσωτερικόν, ὡς «ἡ διαμόρφωση μιᾶς ἀμετανοήτου προσωπικότητος»∙ καί κατωτέρω «”τό χάραγμα” ... εἶναι ἡ σατανόσχημη προσωπικότητα». Ἀναγκάζεται, ὅμως, -ἴσως γιατί τοῦ εἶχε ἀντιπαρατηρηθῆ ὅτι, ἄν ἴσχυε αὐτό, οἱ μπακάληδες καί οἱ ταμειακές μηχανές θά πρέπει νά ἔχουν διορατικό χάρισμα, ὥστε νά ἀναγνωρίζουν τίς ἀμετανόητες προσωπικότητες καί νά τίς ἀποκλείουν ἀπό τίς πωλήσεις καί τίς ἀγορές- νά προσθέση: «ἀσχέτως τῆς ἐξωτερικῆς σφραγίδος πού εἶναι ἔνδειξι τῆς ἐσωτερικῆς» (ἡ ὑπογράμμισις ἡμετέρα). Ἡ φράσις του, ὅμως, αὐτή αὐτομάτως καταρρίπτει ὅλους τούς προηγουμένους σοφιστικούς συλλογισμούς του πρός στήριξιν τῆς ἀλληγορικῆς ἑρμηνείας του. Καθόσον δηλώνει ἀπερίφραστα ὅτι πᾶς ὅστις ὑποχωρήση καί δεχθῆ τό ἐξωτερικόν σφράγισμα, καταδεικνύει καί τό ἐσωτερικόν του τοιοῦτον («ἔνδειξις τῆς ἐσωτερικῆς»), καί ἑπομένως θά ὑποστῆ τίς φοβερές συνέπειες πού ἀναφέρει σχετικῶς ἡ Ἀποκάλυψις.
Παραλείπουμε τήν ἀναφορά στήν ἐπιλεκτική καί μονομερῆ ὑπό τοῦ π. Β. ἑρμηνείαν τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἀποστόλου Παύλου περί εἰδωλοθύτων, διότι ἀπαιτεῖται ἐκτενής σχολιασμός, ἐπί τῇ βάσει τῆς πεφωτισμένης ἑρμηνείας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ἐπιφυλασσώμεθα διά τόν μελλοντικόν διάλογόν μας.
Φυσικόν ἦταν νά ὑπάρξουν καί πάλιν ἀντιδράσεις καί δημοσιεύσεις ἀναιρετικῶν κειμένων. Μεταξύ αὐτῶν δεσπόζουσαν καί καθοριστικήν θέσιν ἔχει τό κείμενον (κακῶς χαρακτηρίζεται ὑπό τοῦ π. Β. «ἐπιστολή») «Σημεῖα τῶν καιρῶν -666» τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, καί τό ἀντίστοιχον «Ὁ Βεελζεβούλ καί ὁ “Ε.Κ.Α.Μ.”» τοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου. Βεβαίως, οὐδείς ἐκ τῶν δύο ἐχρησιμοποίησε τό ὄνομα τοῦ π. Β., οὔτε καί ἐγράφησαν ὡς ἀποκλειστικαί ἀπαντήσεις πρός αὐτόν, διότι παρεμφερεῖς ἑτεροδιδασκαλίαι εἶχαν ὑποστηριχθῆ καί ὑπό ἑτέρων τινῶν. Ἔδιδαν, ὅμως, σαφεῖς ἀπαντήσεις σέ ἀπαράδεκτες θέσεις τοῦ π. Β. Ἐδῶ ἀναφερόμαστε δι’ ὀλίγων μόνον στό κείμενον τοῦ π. Ἐπιφανίου, διότι ὁ π. Β. τόν παρουσιάζει ὡς υἱοθετοῦντα κατά πάντα τίς θέσεις του, (ἐνῶ σαφῶς ὁμολογεῖ τήν ἀντίθεσιν τοῦ Ἁγίου Παϊσίου) καί ἐπισημαίνομε ὅτι ὁ π. Ἐπιφάνιος:
α’. Θεωρεῖ σαφῶς τόν 666 ὡς σύμβολον τοῦ Ἀντιχρίστου!
β’. Ἀκόμη καί στήν ὑποθετική περίπτωσιν, πού θά ἐχρησιμοποιεῖτο ἀποδεδειγμένως διά τυχόν ὑπάρχοντα μαθηματικά πλεονεκτήματά του, τόν θεωρεῖ ὡς «ὕποπτον καί διαβλητόν ἀριθμόν» καί «προκαλοῦντα τήν θρησκευτικήν μας εὐαισθησίαν» (ὑπογραμμίσαμε ἐμεῖς τό “μας”, διά νά ἐρωτήσωμε τόν π. Β. μήπως θεωρεῖ καί τόν π. Ἐπιφάνιον ὡς “ἀσθενῆ τῇ πίστει”).
γ’. Καί στίς δύο περιπτώσεις θεωρεῖ τά δελτία ταυτότητος «ἀπολύτως ἀπαράδεκτα» καί δηλώνει: «ΔΕΝ ΘΑ ΤΑ ΠΑΡΑΛΑΒΩΜΕΝ!» (μέ κεφαλαῖα γράμματα καί θαυμαστικόν).
δ’. Εἰς τήν περίπτωσιν θεσπίσεώς των διά Νόμου τοῦ Κράτους, μᾶς ὡθεῖ εἰς τήν παρανομίαν, καί πείθει διά ἀδιασείστων ἐπιχειρημάτων ὅτι ἡ ἐξουσία θά ὑπαναχωρήση.
ε’. Ἀλλά καί εἰς τήν λίαν ἀπίθανον περίπτωσιν πού αὐτό δέν συμβεῖ, μᾶς ὠθεῖ εἰς «τό ὑπὲρ Αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ, ὄχι χάριν τῶν “ἀσθενῶν τῇ πίστει”) πάσχειν».
Πάντα τά ἀνωτέρω εἶναι διαμετρικῶς ἀντίθετα πρός τάς τοποθετήσεις τοῦ π.Β. καί δή:
-«τό 666 δέν εἶναι κἄν σύμβολον τοῦ Ἀντιχρίστου».
-τίς εἰρωνεῖες καί κατηγορίες του περί «Ἀριθμοφοβίας».
-τά περί ἀλληγορίας καί προτροπῆς του διά ἀδιαφορίαν διά τήν ὕπαρξιν τοῦ 666.
-τό ὅτι ἡ τυχόν ἀντίδρασίς μας αἰτιολογεῖται μόνον χάριν τῶν “ἀσθενῶν τῇ πίστει”, κ.ἄ.
Ὕστερα ἀπό τά ἀνωτέρω –καταλυτικά διά τίς θέσεις τοῦ π.Β.- κείμενα, ὁ π.Β. ἐσιώπησε ἐπί δέκα περίπου ἔτη.
Μετά τήν κοίμησιν τοῦ π. Ἐπιφανίου καί τοῦ Ὁσίου Παϊσίου, ξεθαρρεύει καί τό 1996 ἐκδίδει σέ βιβλίο τά πρό δεκαετίας γραφέντα κείμενά του. Ὅμως, προσθέτει στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου προλογικό σημείωμα, στό ὁποῖον, διά νά συσκιάση, προφανῶς, τήν σαφῆ διαφοροποίησίν του πρός τούς ἔχοντας ὑπερβάλλον κῦρος δύο συγγραφεῖς (Ἅγιο Παΐσιο καί Γέροντα Ἐπιφάνιον), δηλώνει διά πρώτην του φοράν: «Θά πολεμήσω τίς νέες ταυτότητες, ἄν αὐτές ἔχουν τόν ἀριθμό 666 ἤ ἄλλα δαιμονικά σύμβολα καί θά συστήσω στούς πιστούς πού θά μέ συμβουλευθοῦν νά ἀρνηθοῦν τήν παραλαβήν τους». Ἐλπίζομε κάποτε νά δοῦμε κάποια πολεμική του ἐνέργεια... Τοὐλάχιστον, τώρα (1996), μέ τήν δήλωσίν του αὐτήν ὁμολογεῖ ὅτι τό 666 εἶναι δαιμονικόν σύμβολον· παρότι καί αὐτό θά τό ἀρνηθῆ μετ’ ὀλίγον, στήν ἀπάντησίν του πρός τόν π. Θεοδώρητον.
Λόγῳ τῶν ἐπικρίσεων καί ἀναιρέσεων πού ἀκολούθησαν, τό ἑπόμενον ἔτος, σέ ἑτέρα ἔκδοσιν τοῦ βιβλίου του, ἀναγκάζεται νά ἀπαντήση. Ἀπαντᾶ, ὅμως, μόνον σέ μία πρόσφατη κριτική τοῦ π. Θεοδωρήτου Μαύρου καί στό παλαιότερο κείμενον τοῦ Ἁγίου Παϊσίου. Οἱ ἀπαντήσεις εἶναι ἐπιλεκτικές (σέ ὅ,τι νομίζει ὅτι τόν συμφέρει), παραποιητικές (παραποιεῖ τό γραφόμενον καί ἀντικρούει τήν παραποίησίν του· ὄχι τό γραφόμενον), λογοκριτικές κειμένων, καί περιέχουν ἀσύστολα ψεύδη καί ἀνυπόστατα γεγονότα. Πρό τῆς συμπεριλήψεώς των στό βιβλίο, οἱ ἀπαντήσεις εἶχαν δημοσιευθῆ στόν Ο.Τ. σέ συνέχειες (νομίζομε ἕξι). Μία Ἁγιορείτικη Ἱ. Μονή καί τέσσαρες Ἁγιορειτικές συνοδεῖες (καί ὄχι “πέντε Ἁγιορεῖτες” -οὔτε “τρεῖς”, ὅπως γράφει ὁ π. Β. στόν Ο.Τ. τῆς 15-4-11), ἀπό τό στενόν περιβάλλον τοῦ Ὁσίου Παϊσίου, σπεύσαμε μέ σύντομη ἐπιστολή μας στόν Ο.Τ. νά ἐνημερώσωμε τούς ἀναγνώστας περί τῶν ψευδῶν τοῦ π. Β. Σ’ αὐτήν περιωρισθήκαμε μόνον στό νά καταδείξωμε τήν μέχρι τελευτῆς τοῦ Ὁσίου ἀταλάντευτον παραμονήν του ἐπί τῶν συναφῶν θέσεών του, διαψεύδοντες τόν ἰσχυρισμόν τοῦ π. Β. ὅτι ὁ Ὅσιος ἄλλαξε στάσιν, καί νά ἀποκαλύψωμε τό ψεῦδος περί τῆς δῆθεν ἐπικροτήσεως τῶν θέσεων τοῦ π.Β. ὑπό τῶν ἐχόντων μέγα κῦρος στήν συνείδησιν τῶν πιστῶν Γέροντος Ἐπιφανίου καί Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου. Ὑπῆρχε πρόθεσις διά προσεχῆ ἐκτενῆ γενικωτέραν ἀναίρεσιν τῶν «θεολογικῶν» ἐπιχειρημάτων τοῦ π. Β., ἀλλ’ ὁ Ο.Τ. μᾶς ἄφησεν ἀναύδους. Ἀφοῦ καθυστέρησεν τήν ἀπάντησίν μας, διά νά τήν συνδημοσιεύση μέ τήν ἀνταπάντησιν τοῦ π. Β. (συνήθης εὐμενής πρακτική τοῦ Ο.Τ. πρός τόν π. Β.), μετά τήν ἀνταπάντησιν διέκοψε τόν διάλογον! (καί αὐτή συνήθης εὐμενής πρακτική τοῦ Ο.Τ. πρός τόν π. Β. Πλήν ἄλλων παλαιοτέρων π.ρ.βλ. καί προσφάτως τήν διακοπήν τοῦ διαλόγου τοῦ π. Β. μέ τόν θεολόγον κ. Στ. Μποζοβίτη, χωρίς μάλιστα νά δημοσιεύση τήν ἀναμενομένην ἀπάντησιν τοῦ τελευταίου).
Σιωπήσας ὁ π. Β. ἐπί 14 περίπου ἔτη (πάντοτε γράφομε βάσει ὅσων ἔχουν πέσει στήν ἀντίληψίν μας), ἄρχισε κατά τά τέλη τοῦ 2010 καί ἀρχάς τοῦ 2011, μέ διάφορα ἄρθρα του, νά ἐπαναλαμβάνη τίς παλαιές ἀπόψεις του, καθώς καί τήν ψευδῆ καύχησίν του: «γράφω ἐπί μίαν εἰκοσιπενταετίαν ... χωρίς νά ἔχη ἀναιρέσει κανείς οὔτε λέξη ἀπό τά γραφέντα»!
Εἴκοσι τέσσαρες Ἁγιορεῖται1 σέ γενικώτερη ἐπιστολή μας πρός τόν Ο.Τ. ἀναφερθήκαμε δι’ ὀλίγων καί στήν περίπτωσιν τοῦ π. Β. Ἀπεδείξαμε διά στοιχείων ἀναληθῆ τήν καύχησίν του, ἐπεσημάναμε πρόχειρα καί ἐπιγραμματικά μερικά ἐκ τῶν σοβαρωτέρων ὀλισθημάτων του καί σέ ὑποσημείωσίν μας δηλώναμε ὅτι, ἀνταποκρινόμενοι στήν πρόκλησιν τοῦ π.Β. γιά διάλογον, θά προβοῦμε σέ πλήρη καί ἀναλυτικήν ἀναίρεσιν, ἐάν ὁ Ο.Τ. ὑπέσχετο τήν δημοσίευσιν. Ὁ Ο.Τ. συνδημοσίευσε2 μέν τήν ἐπιστολήν μας μέ τήν ἀπάντησιν τοῦ π.Β., παραλείψας, ὅμως, τήν ἐν λόγῳ ὑποσημείωσιν! Αὐτό ἔδωσε τήν δυνατότητα στόν π. Β. νά καυχᾶται καί νά μᾶς ἐπικρίνη στά μάτια τῶν ἀναγνωστῶν, πού ἀγνοῦσαν τήν παραληφθεῖσαν ὑποσημείωσιν, ὅτι τοῦ ρίχνομε «μόνο λάσπη χωρίς νά προσάγωμε ἐπιχειρήματα» καί πολλά ἄλλα παρόμοια. Τό γεγονός, ὅμως, ὅτι αὐτός ἦτο γνώστης τῆς ὑποσημειώσεως (καθόσον εἶχε στά χέρια του τό πλῆρες κείμενό μας πρό τῆς δημοσιεύσεώς του στόν Ο.Τ.), τόν ἀφήνει ἐκτεθειμένον ἀνεπανόρθωτα!
Ἀνταπαντήσαμε μέ ἐκτενέστερο κείμενον3, στό ὁποῖον ἐπισημάναμε τήν παράλειψιν, ἐπανελάβαμε τήν πρόθεσίν μας διά διάλογον καί ἀπεκαλύψαμε ἀρκετά ἀπό τό πλῆθος τῶν ἀσυστόλων ψευδῶν, συκοφαντιῶν, παραποιήσεων καί λογοκρισιῶν του σέ πατερικά κείμενα, κ.ἄ. πού περιεῖχε ἡ ἀπάντησίς του. Σημαντική ἦταν καί ἡ ἀποκατάστασις τῆς ἀληθείας, ὅσον ἀφορᾶ τάς Ἐγκυκλίους 2626/1997 καί 2641/1998, ἔναντι τῆς συγχυτικῆς ἀναφορᾶς τοῦ π. Β. Δυστυχῶς, ὁ Ο.Τ., καλύπτοντας καί πάλιν τόν π.Β., ὄχι μόνον δέν ἐδημοσίευσε τήν ἀνταπάντησίν μας, ἀλλ’ οὔτε κἄν αἰτιολόγησε τήν μή δημοσίευσιν. Τελείως ἀγνόησε καί περιφρόνησε 24 Ἁγιορείτας. ἤ μᾶλλον, τήν ἀλήθειαν πού αὐτοί ἀπεκάλυπταν. Τοὐλάχιστον, δέν ξαναδημοσίευσε μέχρι σήμερα καί κείμενον τοῦ π. Β. μέ παρομοίας πεπλανημένας θέσεις.
Ἀγαπητός ἀδελφός μερίμνησε ὥστε ἡ ἀνταπάντησίς μας νά δημοσιευθεῖ σέ ἱστοσελίδας. Ἀπό φωτοτυπία πού μᾶς ἀπεστάλη, γνωρίζομε ὅτι δημοσιεύθηκε τοὐλάχιστον στό «Ὀρθόδοξον Παρατηρητήριον». Ἄν εἰλικρινά τό ἐπιθυμῆ ὁ π.Β., μπορεῖ νά ἀρχίση τόν διάλογον ἀπαντῶντας σ’ αὐτήν. Ἄν πάλι δυσκολεύεται, καί θέλη νά ἀρχίσωμε ἀπό μηδενικῆς βάσεως, δέν θά τοῦ τό ἀρνηθοῦμε. Μόνον, γιά νά μήν πελαγοδρομήσωμε, ὁ διάλογος θά διεξάγεται καί θά ὁλοκληροῦται κατά θέμα. Ἐπίσης, καλόν καί λίαν διευκρινιστικόν θά ἦτο, ἐάν ἠδύνατο νά ἀνταπαντήση καί στήν θαυμασίαν ἀπάντησιν τοῦ π. Ἰ. Φωτοπούλου, ὑπό τόν τίτλον «Μέ τό “ἀρνίον” ἤ μέ τό “θηρίον”»4, διά τῆς ὁποίας ὁ π. Ἰωάννης κονιορτοποιεῖ ὀκτώ ἐσφαλμένας καί συγκεχυμένας τοποθετήσεις τοῦ δημοσιευθέντος στόν Ο.Τ. κειμένου τοῦ π.Β.: «Σὺ εἶ ὁ ἐρχόμενος ἤ ἕτερον προσδοκῶμεν». Περιττόν νά λεχθῆ ὅτι ὁ Ο.Τ. δέν ἐδημοσίευσεν τήν θεολογικήν καί πλήρη Ἁγιογραφικῶν καί πατερικῶν χωρίων μελέτην, τήν ὁποίαν ὁ π. Β. ἐλλείψει ἐπιχειρημάτων ἐσυκοφάντησε ὡς «μυθιστορηματικήν», χωρίς νά τολμήση μέχρι σήμερα νά ἀρθρώση λέξιν. Καί, παρά ταῦτα, συνεχίζει νά καυχᾶται ὅτι οὐδείς τοῦ ἔχει ἀπαντήσει θεολογικά!
Β’. Περί τῶν δύο προσφάτων ὁμιλιῶν του.
Σ’ αὐτές ὁ π. Β., μέ τήν συμπαράστασιν τῆς πρεσβυτέρας του καί 3-4 ὁμοϊδεατῶν του, ἐπαναλαμβάνει πλεῖστα ὅσα ψευδῆ, ἀνυπόστατα, συγχυτικά, ἀντιγραφικά καί ἀντιπατερικά ἔχει κατά καιρούς ὑποστηρίξει. Ἐνίοτε, μάλιστα, ἀντιφάσκει καί πρός τά παλαιότερα, ἀλλά ἀκόμη καί πρός σημεῖα τῶν ἐν λόγῳ ὁμιλιῶν. (Φυσικά, ἀναγνωρίζομε ἐλαφρυντικά, καί διότι ὁ λόγος εἶναι προφορικός, ἀλλά καί ἐπειδή φαίνεται ἀπροετοίμαστος· ἐνίοτε «πηδάει» ἀπό θέμα σέ θέμα, χωρίς νά ὁλοκληρώνει τό προηγούμενον). Ἀρκετές δέ φορές ἐπαναλαμβάνει τήν ματαία καί ψευδῆ καύχησίν του, ὅτι οὐδείς ἐτόλμησε νά ἀναιρέση ἐπί τόσα ἔτη οὔτε μίαν λέξιν ἐκ τῶν γραφομένων του !
Ἀναφέρομε ἐπιγραμματικῶς μερικά σημεῖα. Στά περισσότερα ἔχουν δοθῆ ἀναλυτικώτερες ἀναιρέσεις καί διά τῶν παλαιοτέρων ἀπαντήσεών μας, ἀλλά καί διά τοῦ Α’ μέρους τῆς παρούσης.
1. Ἡ προτεστάντισσα Relfe πρώτη μετέτρεψε τό χξϚ’ σέ 666!!! [Δέν διάβασε καθόλου Ἁγίους Πατέρας; (λ.χ.: Ἅγ. Εἰρηναῖο)· οὔτε συγχρόνους ἑρμηνευτάς πρό τῆς Relfe; (λ.χ.: Τρεμπέλα, Κολιτσάρα, π. Εὐσέβιο Βίττη)].
2. Τό 666 δέν εἶναι σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου ! (Ἐπιμένει ἀκόμη καί ὕστερα ἀπό τήν σαφῆ τοποθέτησιν τοῦ π. Ἐπιφανίου, πού ἰσχυρίζεται ὅτι τόν θεωρεῖ Ἅγιο !).
3. Σύγχυσις μεταξύ ἀριθμήσεως ὡς ἐννοίας καί ὡς γραφῆς (βλ. καί Α’ μέρος τῆς παρούσης).
4. Σύγχυσις μεταξύ χρήσεως τοῦ 666 ὡς αὔξοντος ἀριθμοῦ καί ὡς συμβόλου! (βλ. καί Α’ μέρος τῆς παρούσης).
5. Οἱ ἠλεκτρονικοί ἐπιστήμονες καί οἱ τεχνικοί διαφωνοῦν μέ τήν ὕπαρξιν τοῦ 666 στό barcode! (Ποίους ἐννοεῖ; Τόν υἱόν του, τόν χημικόν Ἰ. Καρδάση καί τόν πλανεμένο θεολόγο Ὀδ. Τσολογιάννη; Ἐμεῖς αὐτούς μόνον γνωρίζομε ὅτι διαφωνοῦν. Ἀγνοεῖ τήν ὁμολογίαν τοῦ ἐφευρέτου τοῦ barcode G. Laurer, τίς τρεῖς ἀποδεικτικές μελέτες τῆς Ἱ. Μ. Γρηγορίου, ὑπό τοῦ ἠλεκτρολόγου-μηχανικοῦ π. Προδρόμου Γρηγοριάτου, τήν μαρτυρία τοῦ κ. Στ. Κούλουθρου, τ. τεχνικοῦ συμβούλου τῆς Ἱ. Συνόδου, τήν ὁμάδα εἰδημόνων πού ἐξεπόνησε τήν ἠλεκτρονική μελέτη στό βιβλίο «Στή Δύση τῆς ἐλευθερίας» τοῦ ἱερομονάχου Χριστοδούλου, κ.ἄ.; Παραπέμπομε, τέλος, καί σέ δημοσιευθεῖσαν ἐπιστολήν τοῦ μακαριστοῦ π. Σαράντη πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἱερώνυμον, εἰς τήν ὁποίαν ἀνεφέροντο ἑπτά ὀνόματα ὑπουργῶν, βουλευτῶν καί δημοσιογράφων, οἱ ὁποῖοι ρητῶς εἶχαν ἀναγγείλει ὅτι στίς νέες ἠλεκτρονικές ταυτότητες θά ὑπάρχη τό 666.
6. Σύγχυσις καί ἀντιφάσεις μεταξύ ἐξωτερικοῦ καί ἐσωτερικοῦ χαράγματος! Τό χάραγμα τῆς Ἀποκαλύψεως ἄλλοτε τό ἑρμηνεύει ἀλληγορικά ὡς ἐσωτερικόν, καί ἄλλοτε ὡς καί ἐξωτερικόν, πού εἶναι ὅμως ἔνδειξις τοῦ ἐσωτερικοῦ!
7. Σύγχυσις ὅσον ἀφορᾶ τήν δύναμη καί τήν δρᾶσιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἀφ’ ἑνός μέν εἰς τούς μετανοοῦντας καί ἀφ’ ἑτέρου εἰς τούς δολίως χρησιμοποιοῦντας Αὐτόν, ὅπως λ.χ. σ’ αὐτούς πού θά τόν βάζουν στό 666, τό εὑρισκόμενον ἐπί τῆς ταυτότητος, τῶν μετώπων καί τῆς χειρός των, γιά νά ἀναπαύσουν ψεύτικα τήν συνείδησίν τους!
8. Παραποίησις τοῦ μακαριστοῦ Γ. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, ὡς δῆθεν συμφωνοῦντος μέ τίς θέσεις τοῦ π. Β.! (βλ. καί Α’ μέρος τῆς παρούσης).
Τά ἑπόμενα τέσσερα θά τά σχολιάσωμε ἐκτενέστερα:
9. Ψευδεῖς ἰσχυρισμοί ἀναφορικά μέ τήν συγγραφήν τοῦ κειμένου τοῦ Ἁγίου Παϊσίου «Σημεῖα τῶν καιρῶν-666»!
Ὁ π. Β. ἰσχυρίζεται αὐθαίρετα καί ἄνευ οὐδεμιᾶς μαρτυρίας ὅτι δῆθεν ὁ Ὅσιος, λόγῳ ἐλλείψεως θεολογικῆς παιδείας καί ἕνεκα τῆς ταπεινώσεώς του, ὑπήκουσε καί παρεπλανήθη ὑπό λογίου Ἁγιορείτου Μοναχοῦ καί συνέγραψε τό ἐν λόγῳ κείμενον. Τώρα, μετά τήν κοίμησιν τοῦ Μοναχοῦ (!), ἀναφέρει γιά πρώτη φορά καί τόν ὄνομά του: π. Νικόδημος Μπιλάλης. (Σέ ἕνα σημεῖον τῆς ὁμιλίας κατανοεῖται -ἴσως λόγῳ κακῆς διατυπώσεως-ὅτι καί ἡ συγγραφή ἦταν τοῦ π. Νικοδήμου! Σέ ἕτερον σημεῖον ἀναφέρει ὅτι παρεπλανήθει ἀπό τήν προτεστάντισσα Relfe, ἐνῶ, ἀντιθέτως, σέ ἄλλο σημεῖο λέει ὅτι τήν ἀγνοοῦσε!!!). Μοναδικό του ἐπιχείρημα: Ἡ ὕπαρξις Ἁγιογραφικῶν καί Πατερικῶν χωρίων καί παραπομπῶν! Καί αὐτό τό χρησιμοποιεῖ ξανά, ὕστερα ἀπό τήν ἀνταπάντησίν μας, πού τοῦ ἀποδεικνύομε ὅτι καί τά χωρία εἶναι ἐλάχιστα καί οἱ παραπομπές ἐλλειπεῖς καί πρόχειρες καί πάντως ὄχι μέ ἐπιστημονικόν τρόπον, ὅπως θά ἦσαν τοῦ π. Νικοδήμου. Ἀλλά, καί μόνον πού καθόμαστε καί ἀντικρούομε τέτοιους μύθους εἶναι σφάλμα μας.
Ὁ π. Β. ἀποδεικνύει διά τῶν ἀνωτέρω ὅτι ἀγνοοῦσε 100% τόν Ἅγιο. Καί ἐάν δέν τόν συκοφαντῆ συνειδητά καί ἀσυστόλως, τοὐλάχιστον ἀποδέχεται τά τῆς φαντασίας του ἤ τίς φαντασίες ἄλλων ἀσχέτων. Ὁ Ἅγιος, σέ σοβαρά θέματα, οὐδόλως ὑπήκουε τυφλά σέ ἄλλους. Πολλῷ μᾶλλον νά ὑποστηρίζη μέ ἐπιμονή τήν γνώμη τους, νά ἐπικρίνη ὀξέως τούς ἀντιτιθεμένους, νά δημοσιεύη τό κείμενον καί μάλιστα μέ τόν γραφικόν του χαρακτῆρα καί νά τό διαδίδη φωτοτυπικῶς. Τά ἀνωτέρω οὐδέποτε ἔπραξε καί ὅταν ἐπρόκειτο διά προσωπικήν του γνώμην. Τήν μετέφερε ἁπλῶς μέ συστολήν σέ στενό του κύκλο, προέτασσε τήν φράσιν: «ὁ λογισμός μοῦ λέει» καί ἀπαγόρευε τήν δημοσιοποίησιν. Ἡ στάσις του διά τό κείμενον «Σημεῖα τῶν καιρῶν-666» συνέβει διά μοναδικήν φοράν.
Ὁ π. Β. στό βιβλίο του φαίνεται ὅτι ἐκτιμᾶ καί ἀναγνωρίζει ὡς τά γνήσια πνευματικά παιδιά τοῦ Ἁγίου τίς μοναχές τοῦ Ἡσυχαστηρίου τῆς Σουρωτῆς. Ἔ, λοιπόν, στό βιβλίο τους: «Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης», ἀναφερόμεναι στό ἐν λόγῳ κείμενον ἀποκαλύπτουν ὅτι «δέν ἦταν ἁπλῶς “ἀπόψεις” του, ἀλλά καρπός προσευχῆς καί θείας πληροφορίας» (σελ. 435). Καί σχολιάζουν σέ ὑποσημείωσιν: «Τίς θεοφώτιστες θέσεις τοῦ Ὁσίου υἱοθέτησε ὁμοφώνως ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τό 1998, ὅταν προέκυψε πάλι τό ζήτημα αὐτό. Ἐξέδωσε δέ καί σχετική ἐγκύκλιο πού διαβάστηκε σέ ὅλους τούς Ναούς».
Ὁ μακαριστός π. Νικόδημος στεκόταν μπροστά στόν Ἅγιο σάν μικρός μαθητής. Μᾶς εἶχε ἀποκαλύψει ὅτι εἶχε ὑπακούσει τυφλά σέ συγκεκριμένη ἀπαγόρευσιν τοῦ Ὁσίου.Ὅσον ἀφορᾶ δέ τό ἐν λόγῳ κείμενον, εἶχε ζητήσει καί λάβει ἄδεια ἀπό τόν Ὅσιο νά τό δημοσιεύση στό Περιοδικό τῶν Πολυτέκνων. Κατά τήν δημοσίευσιν -ἡ ὁποία διά πρακτικούς λόγους ἐγένετο διά τυπογραφικῶν στοιχείων καί ὄχι φωτοτυπικῶς- συνέβη ἕνα λαθάκι. Καπου, ἀντί γιά «αὐτά» ἐγράφη «αὐτοί». Καί μόνον γι’ αὐτό, ὁ Ὅσιος στενοχωρήθηκε πολύ καί ὡμίλησε αὐστηρά καί ἐπιτιμητικά. Καί ὕστερα ἀπό ὅλα αὐτά, ὁ π. Β. ἐπιμένει ὅτι δῆθεν ὁ ταπεινός καί ἀγράμματος π. Παΐσιος ἔκανε ὑπακοή στόν λόγιο Μοναχό!!! Τό θλιβερώτερο ἐν προκειμένῳ εἶναι ὅτι ἡ ἐπιμονή του αὐτή συνεχίζεται καί ὕστερα ἀπό τήν ἐπιτευχθεῖσαν συνάντησιν π. Β. καί π. Νικοδήμου, κατά τήν ὁποίαν ὁ π. Νικόδημος τόν διεβεβαίωσε διά τό ἀνυπόστατον τῶν ἰσχυρισμῶν του!!! (Αὐτό ἀπό πληροφορία ἔμπιστου κοινοῦ γνωστοῦ).
(Στό βιβλίον του ἀναφέρονται καί ἄλλοι σχετικοί ἀνυπόστατοι ἰσχυρισμοί καί ἀνακρίβειες, πού δέν τίς ἀκούσαμε στίς ὁμιλίες του. Θά σχολιασθοῦν στόν μελλοντικό διάλογό μας).
10. Τά «θεολογικά λάθη» τοῦ κειμένου τοῦ Ὁσίου
Ὁ π. Β. παρανοεῖ -ἤ συνειδητά παραποιεῖ- σημεῖα του κειμένου καί ἐν συνεχείᾳ ἀντικρούει τήν παραποίησίν του.
α’. Ἰσχυρίζεται –παρανοώντας τόν Ἅγιο- ὅτι, δῆθεν, ὁ Ἅγιος ταυτίζει τούς «ἐκλεκτούς» μέ τούς «γνωστικούς», καί ἀκολούθως ἀγωνίζεται διά πολλῶν νά ἀναιρέση αὐτήν τήν παρανόησίν του, καί νά μᾶς διδάξη ὅτι οἱ «ἐκλεκτοί» εἶναι οἱ «ἅγιοι». Πέραν τοῦ ὅτι οἱ ὅροι «ἅγιοι» καί «ἐκλεκτοί» στήν Ἁγία Γραφή δέν ἔχουν –τουλάχιστον πάντοτε- τήν αὐτήν ἀκριβῶς συημασίαν πού ἔχουν σήμερα, ἀλλά συνήθως διά τοῦ «ἅγιοι» ἐννοοῦνται ὅλοι οἱ πιστοί, οἱ «δυνάμει ἅγιοι», καί διά τοῦ «ἐκλεκτοί» οἱ περισσότερον προχωρημένοι πνευματικά, ὁ Ὅσιος οὐδόλως ταυτίζει τούς «ἐκλεκτούς» μέ τούς «γνωστικούς».
Γιά κάποιον πού γνώριζε τόν τρόπον ὁμιλίας τοῦ Ὁσίου, ἀλλά καί γιά κάθε καλοπροαίρετον, ἡ φράσις του «Θά πλανεθοῦν αὐτοί πού τά ἑρμηνεύουν μέ τό μυαλό» δέν εἶναι ἑρμηνεία-μετάφρασις τοῦ προηγουμένου χωρίου, ἀλλά διευκρίνησις - ἐπεξήγησις. Ἄλλωστε τό χωρίον δέν ἀναφέρεται σέ γεγονός (δέν λέει «θά πλανηθοῦν οἱ ἐκλεκτοί»), ἀλλά σέ σκοπό-ἐπιδίωξιν τῶν ψευδοπροφητῶν («πρός τό ἀποπλανᾶν»). Μᾶς διευκρινίζει, δηλαδή, ὁ Ἅγιος ὅτι θά πέσουν θύματα τῶν ψευδοπροφητῶν ΟΣΟΙ ΕΚ ΤΩΝ ΕΚΛΕΚΤΩΝ τά ἑρμηνεύουν μέ τό μυαλό.
β’. Ὁ Ἅγιος στήν ἀναφορά του στήν πλάνην τῶν σημερινῶν «Γνωστικῶν» ὅτι θά λάβουν ταυτότητα καί σφράγισμα μέ τό 666 καί, βάζοντας ἕνα σταυρό, θά τά ἁγιάσουν, παραθέτει ἕνα παράδειγμα, γιά νά γίνη κατανοητό τό ἀναιρετικό συμπέρασμά του πού ἀκολουθεῖ. Λέγει, λοιπόν, ὅτι τό νερό καί ἡ πέτρα δέχονται ἁγιασμόν καί γίνονται θαυματουργικά Ἁγιασμός καί Ψωμί ἀντιστοίχως, ἐνῶ τά οὖρα καί οἱ ἀκαθαρσίες δέν δέχονται ἁγιασμόν. Καί ὡς συμπέρασμα ἐπιλέγει ὅτι ἔτσι ἀκριβῶς καί ὁ διάβολος, ὁ ἀντίχριστος, ὅταν εἶναι στήν ταυτότητα ἤ στό χέρι ἤ στό κεφάλι μας μέ τό σύμβολό του, τό 666, δέν ἁγιάζονται διά τῆς ἐπιθέσεως Σταυροῦ.
Ὁ π. Β. ἀποφεύγοντας νά ὑπερασπισθῆ τήν θέσιν τῶν Γνωστικῶν καί νά ἀπορρίψη εὐθέως τό συμπέρασμα τοῦ Ὁσίου, ἀσχολεῖται μέ τό παράδειγμα. (Ἡ πρεσβυτέρα του, ὅμως, σέ παρέμβασή της, μέ ἀφορμήν σχετικούς λόγους κάποιου ἱεροκήρυκος, συντάσσεται μέ τήν ἄποψιν τῶν Γνωστικῶν, χαρακτηρίζουσα, μάλιστα, ὡς βλασφημίαν (!) τήν δῆθεν ἀδυναμίαν τοῦ Σταυροῦ. Ἀδυνατεῖ νά κατανοήση τήν τεραστίαν διαφοράν, συγχέουσα τήν ἐν πονηρίᾳ καί δολιότητι χρῆσιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ πρός τήν ἐν εὐλαβείᾳ καί μετανοίᾳ τοιαύτην). Ὁ π. Β., ὅμως, ἀσχολεῖται μέ τό παράδειγμα, παραποιώντας τόν Ὅσιον καί ἀντικρούοντας τήν παραποίησίν του. Ἔτσι, ἀναληθῶς παρουσιάζει ὅτι ὁ Ἅγιος συσχετίζει τά οὖρα καί τίς ἀκαθαρσίες μέ τόν ἄνθρωπον, ἐνῷ ὁ Ἅγιος τά συσχετίζει μέ τό σύμβολον τοῦ Ἀντιχρίστου (666). Ἐπί πλέον, περιορίζει τό ἀκάθαρτον τῶν οὔρων καί τῶν ἀκαθαρσιῶν μόνον στό ὅτι εἶναι βλαβερά. Ἔτσι, ρητορεύει διά μακρῶν, ἀντικρούοντας τίς παραποιήσεις του καί καταλήγει στό ἀνήκουστον συμπέρασμα (δέν τό λέγει ἐπί λέξει, ἀλλ’ αὐτό ἐξάγεται) ὅτι ἐν ἐνδείᾳ ὕδατος εἶναι δυνατόν καί τά οὖρα νά γίνουν Ἁγιασμός!!! Παρότι τοῦ εἴχαμε ἐπισημάνη, σέ παλαιοτέραν ἀπάντησίν μας, ὅτι ἀκόμη καί ὁ συνοδοιπόρος του ἐν πολλοῖς μακαριστός Μητροπολίτης Πρεβέζης Μελέτιος αὐτό τό χαρακτηρίζει «ἱεροσυλίαν» ὡς, ἐπίσης, καί τό ὅτι οὐδέποτε στήν δισχιλιετῆ ἐκκλησιαστικήν μας ἱστορίαν συνέβη παρόμοιόν τι. Καί ὅτι ἄν δέν ὑπάρχη καθαρόν ὕδωρ καί «ὁ Θεός κρίνει πώς πρέπει» νά τελεσθῆ Ἁγιασμός, θά δημιουργήση θαυματουργικῶς· ἐκ πέτρας, ἐκ νεφιδρίου· ἀκόμη καί ἐκ τοῦ μηδενός, καί ἐπ’ οὐδενί χρησιμοποιώντας ἀκάθαρτόν τι.
(Τίς ὑπόλοιπες παραποιήσεις τοῦ π. Β. πού κάνει στό κείμενο τοῦ Ἁγίου, πού ὑπάρχουν μέν στό βιβλίο του, δέν ἔθιξε, ὅμως, στίς ὁμιλίες του, θά τίς σχολιάσωμε στόν μελλοντικό μας διάλογο).
11. Ἡ μαρτυρία τοῦ π. Ἀθανασίου Σιμωνοπετρίτου.
Ὁ π. Β. διαβάζει ὁλόκληρη τήν μαρτυρία τοῦ π. Ἀθανασίου, παραλείπει, ὅμως, νά ἀναφέρει τό ἱστορικόν τῆς μαρτυρίας αὐτῆς (πιθανῶς νά τό ἀγνοῆ), τό ὁποῖον κλονίζει τήν ἀξιοπιστίαν της. Ἡ μαρτυρία ἀρχικῶς εἶχε δοθῆ στό ραδιοφωνικό ἵδρυμα Κύπρου, πρός τόν κ. Κλεῖτο Ἰωαννίδη, ὁ ὁποῖος καί τήν περιέλαβε στό βιβλίο του «Γεροντικό τοῦ 20οῦ αἰῶνος», καί ἀπό ἐκεῖ ὁ κ. Καρακόλης τήν παρέθεσε στό «Ἀνθολόγιον Συμβουλῶν» πού ἐξέδωσε τό Ἡσυχαστήριον. Ὅμως, μέχρι τήν πρώτην (πιθανῶς καί τήν δευτέραν) ἔκδοσιν τοῦ Ἀνθολογίου, τό βασικώτερον τμῆμα αὐτῆς, τό παρουσιάζον τήν δῆθεν διαδασκαλίαν τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου διά τό χάραγμα τοῦ ἀντιχρίστου, εἶχεν ὡς ἑξῆς: «Ἐάν ἐρχόταν τώρα ὁ ἴδιος ὁ ἀντίχριστος μέ μία συσκευή μέ ἀκτῖνες Laser καί μέ σφράγιζε μέ τό 666, ἐγώ θά δεχόμουνα (!!!)... καί χίλια 666 νά μοῦ ἔγραφε ἐπάνω μου μέ τίς ἀκτῖνες Laser ἀνεξίτηλα, ἐγώ θά δεχόμουνα» (!!!).
Ὅταν τό ἡσυχαστήριον στό Μήλεσι ἀντελήφθη τήν ἀντίχριστον καί βλάσφημον αὐτήν φράσιν, πού ἐτίθετο στό στόμα τοῦ Ἁγίου(!), ἔσπευσε (στήν β’ ἤ τήν γ’ ἔκδοσιν· ἐμεῖς ἔχομε τήν γ’) νά μπαλώση τήν κατάστασιν. Προσέθεσε ἐκτενῆ ὑποσημείωσιν, στήν ὁποίαν δήλωνε τήν ἀλλαγήν τῆς διατυπώσεως τῶν λόγων τοῦ Ὁσίου, ὥστε νά ἀποδίδεται ὀρθῶς τό νόημα τῶν λόγων του. Στήν οὐσίαν, διά τῆς προσθήκης: «μέ τό ζόρι» καί τῆς ἀλλαγῆς τοῦ «θά δεχόμουνα» μέ τό «δέν θά στενοχωριόμουνα», κατέδειξε ὅτι ὁ Ἅγιος ἀνεφέρετο στό ὑπό τινων θρυλούμενον «βίαιο» καί «ἀκούσιον» σφράγισμα, τό ὁποῖον -ἄν ποτε συμβῆ- φυσικά εἶναι ἀνένοχον, ἐφ’ ὅσον δέν συμμετέχει ἡ προαίρεσίς μας. Δι’ αὐτήν καί μόνον τήν περίπτωσιν ἔχουν νόημα καί τά ἀκολουθοῦντα ἐπιχειρήματα περί θαυματουργιῶν κατά τά μαρτύρια τῶν Ἁγίων Μαρτύρων διά τῆς σφραγίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἄλλως, σέ περίπτωσιν, δηλαδή, ἐλευθέρας ἀποδοχῆς τοῦ χαράγματτος, καί μάλιστα ἀπό τόν ἴδιον τόν ἀντίχριστον (!!!), εἶναι ἀδιανόητα. Σέ μεταγενεστέρα δέ ἔκδοσιν, τό Ἡσυχαστήριον ἀπήλειψε ὅλον τό ἀπόσπασμα καί τήν ὑποσημείωσιν! (τό πληροφορηθήκαμε ἀπό ἀδελφό πού ἔχει τήν θ’ ἔκδοσιν).
Ἐκ τῶν ἀνωτέρω καθίσταται εὐνόητον καί ἀναντίρρητον ὅτι ἡ οὐσιώδης καί φοβερά αὐτή παραποίησις καθιστᾶ ὁλόκληρον τήν μαρτυρίαν ἀφερέγγυον καί ἀναξιόπιστον. Εἶναι ὄντως ὀλέθριον τό νά χρησιμοποιοῦμε ἀλλοιωμένα ἤ καί τελείως ἀνυπόστατα λόγους καί ἐνέργειες τῶν Ἁγίων, καί ἰδίως ὅταν ἀναφέρωνται σέ σοβαρά καί ἅπτοντα τῆς σωτηρίας μας θέματα.
12. Ἡ μαρτυρία τοῦ π. Ἀκακίου Καυσοκαλυβίτου.
Ἡ μαρτυρία αὐτή ἐδόθη σέ ὁμιλία τοῦ π. Ἀκακίου στήν Κατερίνη καί ὑπάρχει στό διαδίκτυο. Ἐμεῖς τήν ἔχομε καταγεγραμμένην διά χειρός τοῦ π. Ἀκακίου, κατά τήν πρό ἐτῶν ἀλληλογραφίαν μας, καί μάλιστα ἐμπλουτισμένην μέ περισσότερα στοιχεῖα καί λεπτομερείας. Ἐπειδή, ὅμως, δέν ἔχομεν τήν ἄδειάν του πρός δημοσιοποίησιν, δέν θά ἀναφέρωμε κάτι πέραν τῆς ὁμιλίας του στήν Κατερίνη. Ὁ π. Β. τήν μεταφέρει ἀρκετά ἱκανοποιητικά. Δέν θά τήν ἐπαναλάβωμε ἐδῶ, διότι ὑποτίθεται ὅτι οἱ ἀναγνῶσται τήν ἄκουσαν ἀπό τόν π. Β. Ἁπλῶς, θά ποροσθέσωμε μερικά σημεῖα πού παρελείφθησαν, ἴσως διότι ὁ π. Β. τά ἐθεώρησε ἐπουσιώδη:
Ι. Στήν συζήτησιν τοῦ π. Ἀκακίου μέ τόν Ἅγιο Πορφύριο, ἐκτός ἀπό τίς σκέψεις καί τά ἐπιχειρήματα τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, πού ἔβγαιναν ἀπό τό στόμα τοῦ π. Ἀκακίου, εἶχε ἀλλάξει καί ἡ φωνή του, καί ἀκουγόταν ἡ φωνή τοῦ Ἁγίου Παϊσίου!
ΙΙ. Ὁ παρών κατά τήν συζήτησιν ἀνώτατος δικαστικός κ. Γεώργιος Ἀρβανίτης στό τέλος τῆς συζητήσεως συνεπέρανε: «Μά δέν διαφωνοῦν οἱ Γέροντες!».
ΙΙΙ. Αὐτό πού τονίζει ὁ π. Ἀκάκιος, στηριζόμενος στήν φωτισμένην ἑρμηνείαν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ἀναφορικῶς μέ τήν «διαφωνίαν» τῶν Πρωτοκορυφαίων Πέτρου καί Παύλου στήν Ἀντιόχειαν, ὅτι πολλές φορές Ἅγιοι εἶχαν συμφωνήσει (: προσυνεννοηθῆ) νά «διαφωνήσουν» διά λόγους πνευματικούς. Πρός αὐτήν τήν ἑρμηνείαν κλίνει καί ὁ π. Ἀκάκιος, στήν πρός ἡμᾶς ἐπιστολήν του, ὅσον ἀφορᾶ καί στήν προεκειμένην «διαφωνίαν» τῶν δύο Ἁγίων Πορφυρίου καί Παϊσίου.
Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, καί ἐφ’ ὅσον ὁ π. Β. ἀποδέχεται τήν μαρτυρίαν ὡς αὐθεντικήν, θεωροῦμεν ὡς χρέος του νά παραδεχθῆ ὅτι ἡ μαρτυρία αὐτή εἶναι πολλαπλῶς ὑπέρ τῶν θέσεων τοῦ Ἁγίου Παϊσίου καί ὄχι ἐναντίον. Καθόσον:
Ι. Ἡ παρουσία τῶν Ἁγιοπνευματικῶν ἐνεργειῶν στόν Ἅγιον, ἀφ’ ἑνός, δηλαδή, τῆς προοράσεως, τοῦ ὑπερφυσικοῦ διαλόγου, πού πιστοποιεῖται ἀπό τό τριπλόν «Εὐχαριστῶ», καί ἀφ’ ἑτέρου αὐτῆς ταύτης τῆς ὑπερφυσικῆς ὁμιλίας του διά στόματος τοῦ π. Ἀκακίου, ἐπισφραγίζει τήν ὀρθότητα τῶν θέσεών του. Θά ἦταν ἀδιανόητον ὁ Θεός δι’ Ἁγιοπνευματικῶν ἐνεργειῶν νά ἐπισφραγίση τήν πλάνην.
ΙΙ. Ἡ καταληκτική πρόταση τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου διά ὑπακοήν ὅλων στήν Ἐκκλησίαν δικαιώνει τήν σχετικήν διδασκαλίαν τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, ἐφ’ ὅσον ἡ Ἱερά Σύνοδος, καί δι’ ἑτέρων ἀποφάσεών της (καί προηγουμένων καί ἑπομένων), ἀλλά κυρίως διά τῆς 2641/1998 ἐγκυκλίου της, ὁμοφώνως ἐπεσφράγισε καί τήν περί ταυτότητος καί τήν περί χαράγματος διδασκαλίαν του. Καί δέν ἐπρόκειτο ἁπλῶς καί μόνον δι’ ἀπόφασιν Συνόδου, ἀλλά διά καθολικήν φωνήν τῆς Ἐκκλησίας. Διότι καί πρό αὐτῆς εἶχαν γραφῆ πλῆθος ἀνακοινώσεων, συμφώνων πρός τήν Συνοδικήν ἀπόφασιν (Ἁγιορειτικῶν, τῶν Ἱ. Μονῶν Μετεώρων, τῶν Ἱ. Μονῶν Δωδεκανήσου, κειμένων ὑπογεγραμμένων ὑπό πλήθους διακεκριμένων εὐλαβῶν Ἡγουμένων, λοιπῶν κληρικῶν, καθηγητῶν Πανεπιστημίου, κ.ἄ.), ἀλλά καί κατά τήν ἀνάγνωσίν της σ’ ὅλους τούς Ἱ. Ναούς τῆς Πατρίδος μας ἐγένετο ἐνθουσιωδῶς ἀποδεκτή ἀπό τό εὐλαβές πλήρωμα.
Καί, ἀσφαλῶς, δέν εἶναι «φοῦρνος τοῦ Χότζα» ἡ Ἐκκλησία, ὥστε πιεζομένη ἤ δελεαζομένη ἀπό τούς πολιτικούς –γεγονός πού ὀρθῶς καταγγέλει ὁ π. Β. σέ μίαν ἀπό τίς ὁμιλίες του- νά ἀναιρῆ καί νά ἀνακαλῆ τήν ἀπόφασίν της. Ἄν –Θεός φυλάξοι- τό θεσμικόν ὄργανον, ἡ Ἱερά Σύνοδος πιεζομένη ἤ δελεαζομένη ἀπό ἀνταλλάγματα, ὑποχωρήση καί ἀρνηθῆ τήν πολλάκις ἤδη διατυπωθεῖσαν ἀλήθειαν, ἁπλούστατα ΔΕΝ εἶναι Ἐκκλησία. Ὄπως δέν ἦταν Ἐκκλησία ἡ Ληστρική Σύνοδος τοῦ 449, οὔτε ἡ Σύνοδος τῆς Ἱερείας ἐπί εἰκονομαχίας, οὔτε τῆς Λυών, οὔτε τῆς Φεράρας-Φλωρεντίας, οὔτε τό Κολυμπάρι, οὔτε αἱ ἀποδεχθεῖσαι εἰς κοινωνίαν τούς σχισματοαιρετικούς Οὐκρανούς, τήν στιγμήν μάλιστα πού δέκα Πατριαρχεῖα καί Αὐτοκέφαλοι Ἐκκλησίαι ἀρνοῦνται, παρά τάς πιέσεις πού δέχονται ἐπί τόσα ἔτη.
Ὅσον ἀφορᾶ δέ τήν «διαφωνίαν» τῶν δύο Ἁγίων, συμφωνοῦντες μέ τόν π. Ἀκάκιον, τήν θεωροῦμε φαινομενικήν. Καί ἐάν ὄχι προσυμπεφωνημένην, τοὐλάχιστον κατά Θείαν Οἰκονομίαν γενομένην, ὥστε νά ἀποκρούωνται καί αἱ δύο ἀκρότητες. Οἱ φοβίες διά «βίαιον» καί «ἀκούσιον» καί «ἐν ἀγνοίᾳ» χάραγμά μας ἐξ ἑνός, καί ἡ ἀδιαφορία καί ἡ συμπαράταξίς μας μετά τοῦ κοσμοκράτορος καί τῶν ἐκπροσώπων του διά νά ἔχωμε τό βόλεμά μας ἐξ ἑτέρου. Αὐτήν τήν κατ’ οὐσίαν συμφωνίαν καί φαινομενικήν διαφωνίαν τῶν δύο Ἁγίων διεπίστωσε, ἄλλωστε, καί ὁ παρών κατά τήν «συζήτησίν» των ἀνώτατος δικαστικός κ. Γεώργιος Ἀρβανίτης, ὅπως προαναφέραμε.
Τελειώνοντας, διηγούμεθα καί τό ἑξῆς σχετικόν: Πρό ἐτῶν εἶχε κυκλοφορηθεῖ μία φήμη ὅτι, δῆθεν, ὁ Ἅγιος Πορφύριος εἶχε στείλει ἐπιστολή στόν Ἅγιο Παΐσιο, στήν ὁποίαν τόν ἐπέπληττε πού ὡμιλοῦσε γιά τό 666 κ.τ.ὅ. καί τοῦ ἀπαγόρευε νά ξαναμιλήση! Καί ὅτι δῆθεν, ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ὡς ταπεινός, ὑπήκουσε! Αὐτό τό εἶχε καταγράψει στήν ἱστοσελίδα του καί ὁ Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος. Ὅταν, ὅμως, πληροφορήθηκε ὅτι κάποιοι τό διέψευδαν, ἔσπευσε νά πληροφορηθῆ ἀπό τήν πηγήν. Ἦταν ἀκόμη ἐν ζωῇ στό Ἡσυχαστήριον στό Μήλεσι ὁ κ. Γ. Ἀρβανίτης, ὁ ὁποῖος ἦταν γνώστης τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου. Μόλις, λοιπόν, ὁ Μητροπολίτης ἐνημερώθηκε ὅτι δέν ὑπῆρξε ποτέ τέτοια ἐπιστολή, ἔσπευσε νά ἀνακαλέση καί νά ζητήση συγγνώμη, πού πίστευσε χωρίς νά ἐξετάση, καί δημοσίευσε κάτι ἀνυπόστατο, πού εἶχε ἀκούσει ἀπό κάποιο Ἁγιορείτη. Ἡ ταπείνωσίς του καί ἡ εἰλικρίνειά του, ὄχι μόνον τόν ἐξιλέωσε καί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἐνώπιον τῶν δύο Ἁγίων, ἀλλά καί τόν ἐξύψωσε στά μάτια τῶν ἀναγνωστῶν του. Ὅλοι μας κάνομε λάθη. Ἀρκεῖ ὅταν μᾶς τά ἀποδεικνύουν, νά τά ἀναγνωρίζωμε καί νά τά διορθώνωμε.
Ζητοῦμε συγγνώμη ἀπό τόν π.Β., ἄν κάτι ἀπό τά γραφέντα ἤ λεχθέντα του τό παρανοήσαμε. Εὐχαρίστως θά δεχθοῦμε ὁποιαδήποτε κατωχυρωμένην παρατήρησίν του. Ἐπίσης, ζητοῦμε συγγνώμην, διότι, ἕνεκα τῆς ἀτελοῦς εἰσέτι καθαρσεώς μας, καί σέ ὅσα ὀρθά ὑποστηρίξαμε, ἐνίοτε ἐκφρασθήκαμε μετά ὀξύτητος, ἴσως ἀκόμη καί μετά ἐμπαθείας. Ἄς εὔχεται καί ἄς μᾶς μνημονεύη στίς Θ. Λειτουργίες του διά νά καθαρθοῦμε, ὥστε ὁ λόγος μας νά προέρχεται μόνον ἀπό καθαρή ἀγάπη καί πόνον διά τήν ἀλήθειαν καί τούς ἀδελφούς μας. Ὅπως καί ἐμεῖς εὐχόμεθα καί τόν μνημονεύομε, καί μάλιστα ἐν ὄψει τῆς δοκιμασίας πού μετ’ ὀλίγας ἡμέρας θά περάση. Τέλος ἐπαναλαμβάνομε τήν διάθεσίν μας διά διάλογον πρός ἀνάδειξιν τῆς ἀληθείας –παρά τήν μεγάλην ἔλλειψιν χρόνου. Μόνον τόν παρακαλοῦμε, ἐπειδή στερούμεθα προσβάσεως στό διαδίκτυο, νά μᾶς κοινοποιῆ τάς ἀπαντήσεις του, διά νά μήν τάς λαμβάνωμε πολύ καθυστερημένα ἀπό ἄλλους. Ἀναμένομεν.
Μετά τῆς ἐν Κυρίῳ ἀγάπης,
Ἱερομόναχος Ἀρσένιος, Γέρων τοῦ Κελλίου «Γενέθλιον τῆς Θεοτόκου-‘ “Παναγούδα”» (Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου).
Μοναχός
Ἡσαΐας, Ἱ. Κελλίον «Γενέθλιον τῆς Θεοτόκου-“Παναγούδα”» (Ἱ. Μ. Κουτλουμουσίου).
[1], [2]. Τό πρῶτο κείμενό μας τῶν 24 Ἁγιορειτῶν Πατέρων και ἡ ἀπάντησις τοῦ π. Β.
[3]. Ἡ ἀναπάντησίς μας (ἡ δημοσιευθεῖσα ὑπό τοῦ Ο.Τ. καί μή εἰσέτι ἀπαντηθεῖσα ὑπό τοῦ π.Β.).
[4]. Ἡ ἀπάντησις στόν π. Β. τοῦ π. Ἰ. Φωτοπούλου ὑπό τόν τίτλον «Μέ τό “ἀρνίον” ἤ μέ τό “θηρίον”». https://www.freemonks.gr/index.php?page=news_info&lang=1&id=375
[5]. Σχετικόν κείμενό μας (πρωτοδημοσιευθέν τό 2017): «Σοφιστεῖες-“Προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις” πρός παραλαβήν τῆς “Κάρτας τοῦ Πολίτη”».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου