Ο όσιος Γέρων Πορφύριος, κατά κόσμον Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης, τη μνήμη
του οποίου γιορτάζει η εκκλησία στις 2 Δεκεμβρίου, γεννήθηκε στις 7
Φεβρουαρίου 1906 μ.Χ., στην Εύβοια, στο χωριό Άγιος Ιωάννης. Οι γονείς
του, Λεωνίδας Μπαϊρακτάρης και Ελένη, ήταν ευσεβείς και φιλόθεοι
άνθρωποι. Ο πατέρας του, μάλιστα, ήταν ψάλτης στο χωριό και είχε
γνωρίσει προσωπικά τον Άγιο Νεκτάριο. Η οικογένειά του ήταν πολυμελής
και οι γονείς, φτωχοί γεωργοί, δυσκολεύονταν να τη συντηρήσουν. Γι’ αυτό
ο πατέρας υποχρεώθηκε να φύγει στην Αμερική, όπου δούλεψε στην
κατασκευή της διώρυγας του Παναμά.Ο μικρός Ευάγγελος ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας. Φύλαγε πρόβατα
στο βουνό και είχε παρακολουθήσει μόνο την πρώτη τάξη του δημοτικού,
όταν αναγκάστηκε και αυτός λόγω της μεγάλης φτώχειας να πάει στη Χαλκίδα
για να δουλέψει. Ήταν, τότε, μόλις επτά χρονών. Εργάστηκε δύο τρία
χρόνια σ ἕνα κατάστημα. Μετά πήγε στον Πειραιά, όπου δούλεψε δύο χρόνια
στο παντοπωλείο ενός συγγενούς.
Στα δώδεκά του χρόνια έφυγε κρυφά για το Άγιον Όρος, με τον πόθο να μιμηθεί τον Άγιο Ιωάννη τον Καλυβίτη, τον οποίο είχε ιδιαίτερα αγαπήσει, όταν παλαιότερα είχε διαβάσει το βίο του. Η χάρις του Θεού τον οδήγησε στην καλύβη του Αγίου Γεωργίου Καυσοκαλυβίων και στην υποταγή δύο Γερόντων, του Παντελεήμονος, ο οποίος ήταν και πνευματικός, και του Ιωαννικίου, αδελφών κατά σάρκα. Αφοσιώθηκε στους δύο Γέροντες, που κατά κοινή ομολογία ήταν ιδιαίτερα αυστηροί, με μεγάλη αγάπη και με πνεύμα απόλυτης υπακοής.
Έγινε μοναχός σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών και πήρε το όνομα Νικήτας. Μετά από δύο χρόνια έγινε μεγαλόσχημος. Λίγο αργότερα ο Θεός του δώρισε το διορατικό χάρισμα.
Στα δεκαεννέα του χρόνια ο Γέροντας αρρώστησε πολύ σοβαρά, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει οριστικά το Άγιον Όρος. Επέστρεψε τότε στην Εύβοια, όπου εγκαταβίωσε στη Μονή του Αγίου Χαραλάμπους Λευκών. Ένα χρόνο αργότερα, το έτος 1926 μ.Χ., σε ηλικία είκοσι ετών, χειροτονήθηκε ιερέας στον Άγιο Χαράλαμπο Κύμης από τον Πορφύριο Γ’ , Αρχιεπίσκοπο Σινά, ο οποίος του έδωσε το όνομα Πορφύριος. Στα είκοσι δύο του έγινε πνευματικός-εξομολόγος και λίγο αργότερα αρχιμανδρίτης. Για ένα διάστημα εργάστηκε ως εφημέριος στους Τσακαίους, χωριό της Εύβοιας.
Στην Εύβοια, στην Ιερά Μονή Αγίου Χαραλάμπους, έζησε δώδεκα χρόνια, διακονώντας τους ανθρώπους ως πνευματικός και εξολόγος, και τρία χρόνια στην Άνω Βάθεια, στην εγκαταλελειμμένη Μονή του Αγίου Νικολάου.
Το 1940 παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Γέροντας Πορφύριος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ανέλαβε καθήκοντα εφημερίου και πνευματικού στην Πολυκλινική Αθηνών. Όπως ο ίδιος έλεγε, έζησε εκεί τριάντα τρία χρόνια σαν μία μέρα, ασκώντας ακαταπόνητα το πνευματικό έργο και ανακουφίζοντας τον πόνο και την ασθένεια των ανθρώπων.
Από το 1955 είχε εγκατασταθεί στα Καλλίσια, όπου είχε μισθώσει από την Ιερά Μονή Πεντέλης το εκεί ευρισκόμενο μονύδριο του Αγίου Νικολάου με την αγροτική περιοχή που το περιέβαλλε, την οποία καλλιεργούσε με μεγάλη επιμέλεια. Εδώ, παράλληλα εξασκούσε το πλούσιο πνευματικό του έργο.
Το καλοκαίρι του 1979, εγκαταστάθηκε στο Μήλεσι με το όνειρο να χτίσει μοναστήρι. Εκεί ζούσε στην αρχή σε ένα τροχόσπιτο κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες και μετά σε ένα απέριττο κελλάκι από τσιμεντόλιθους, όπου και υπέμενε αγόγγυστα τις πολλές δοκιμασίες της υγείας του. Το 1984 μεταφέρθηκε σε κτίσμα του υπό ανέγερση μοναστηριού, για την ολοκλήρωση του οποίου ο Γέροντας, παρόλο που ήταν πολύ άρρωστος και τυφλός, εργαζόταν ακατάπαυστα και ακαταπόνητα. Με τη θεμελίωση του Καθολικού της Μονής Μεταμορφώσεως, στις 26 Φεβρουαρίου 1990, αξιώθηκε να δει το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα.
Τα τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής του άρχισε να προετοιμάζεται για την κοίμησή του. Επιθυμούσε να αποσυρθεί στο Άγιον Όρος, στα αγαπημένα του Καυσοκαλύβια, όπου μυστικά και αθόρυβα, όπως έζησε, θα έδιδε την ψυχή του στο Νυμφίο της. Πολλές φορές τον άκουσαν να λέει: «Επιδιώκω και τώρα που εγήρασα να πάω και να πεθάνω εκεί πάνω».
Πράγματι, τον Ιούνιο του 1991, προαισθανόμενος το τέλος του, και μη θέλοντας να κηδευθεί με τιμές, αναχώρησε για το καλύβι του Αγίου Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου είχε καρεί μοναχός πριν από περίπου 70 χρόνια και στις 4:31΄ το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1991 παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο, που τόσο αγάπησε στη ζωή του.
Τα τελευταία λόγια που ακούστηκαν από το στόμα του ήταν από την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου, αυτά που τόσο αγαπούσε και πολύ συχνά επαναλάμβανε: «ἵνα ὦσιν ἓν».
Στην αγιοκατάταξη του Γέροντος Πορφυρίου προχώρησε η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κατά την συνεδρίαση της 27ης Νοεμβρίου 2013, υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο. http://www.dogma.gr/default.php?pname=Article&art_id=7792&catid=3
Στα δώδεκά του χρόνια έφυγε κρυφά για το Άγιον Όρος, με τον πόθο να μιμηθεί τον Άγιο Ιωάννη τον Καλυβίτη, τον οποίο είχε ιδιαίτερα αγαπήσει, όταν παλαιότερα είχε διαβάσει το βίο του. Η χάρις του Θεού τον οδήγησε στην καλύβη του Αγίου Γεωργίου Καυσοκαλυβίων και στην υποταγή δύο Γερόντων, του Παντελεήμονος, ο οποίος ήταν και πνευματικός, και του Ιωαννικίου, αδελφών κατά σάρκα. Αφοσιώθηκε στους δύο Γέροντες, που κατά κοινή ομολογία ήταν ιδιαίτερα αυστηροί, με μεγάλη αγάπη και με πνεύμα απόλυτης υπακοής.
Έγινε μοναχός σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών και πήρε το όνομα Νικήτας. Μετά από δύο χρόνια έγινε μεγαλόσχημος. Λίγο αργότερα ο Θεός του δώρισε το διορατικό χάρισμα.
Στα δεκαεννέα του χρόνια ο Γέροντας αρρώστησε πολύ σοβαρά, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει οριστικά το Άγιον Όρος. Επέστρεψε τότε στην Εύβοια, όπου εγκαταβίωσε στη Μονή του Αγίου Χαραλάμπους Λευκών. Ένα χρόνο αργότερα, το έτος 1926 μ.Χ., σε ηλικία είκοσι ετών, χειροτονήθηκε ιερέας στον Άγιο Χαράλαμπο Κύμης από τον Πορφύριο Γ’ , Αρχιεπίσκοπο Σινά, ο οποίος του έδωσε το όνομα Πορφύριος. Στα είκοσι δύο του έγινε πνευματικός-εξομολόγος και λίγο αργότερα αρχιμανδρίτης. Για ένα διάστημα εργάστηκε ως εφημέριος στους Τσακαίους, χωριό της Εύβοιας.
Στην Εύβοια, στην Ιερά Μονή Αγίου Χαραλάμπους, έζησε δώδεκα χρόνια, διακονώντας τους ανθρώπους ως πνευματικός και εξολόγος, και τρία χρόνια στην Άνω Βάθεια, στην εγκαταλελειμμένη Μονή του Αγίου Νικολάου.
Το 1940 παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Γέροντας Πορφύριος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ανέλαβε καθήκοντα εφημερίου και πνευματικού στην Πολυκλινική Αθηνών. Όπως ο ίδιος έλεγε, έζησε εκεί τριάντα τρία χρόνια σαν μία μέρα, ασκώντας ακαταπόνητα το πνευματικό έργο και ανακουφίζοντας τον πόνο και την ασθένεια των ανθρώπων.
Από το 1955 είχε εγκατασταθεί στα Καλλίσια, όπου είχε μισθώσει από την Ιερά Μονή Πεντέλης το εκεί ευρισκόμενο μονύδριο του Αγίου Νικολάου με την αγροτική περιοχή που το περιέβαλλε, την οποία καλλιεργούσε με μεγάλη επιμέλεια. Εδώ, παράλληλα εξασκούσε το πλούσιο πνευματικό του έργο.
Το καλοκαίρι του 1979, εγκαταστάθηκε στο Μήλεσι με το όνειρο να χτίσει μοναστήρι. Εκεί ζούσε στην αρχή σε ένα τροχόσπιτο κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες και μετά σε ένα απέριττο κελλάκι από τσιμεντόλιθους, όπου και υπέμενε αγόγγυστα τις πολλές δοκιμασίες της υγείας του. Το 1984 μεταφέρθηκε σε κτίσμα του υπό ανέγερση μοναστηριού, για την ολοκλήρωση του οποίου ο Γέροντας, παρόλο που ήταν πολύ άρρωστος και τυφλός, εργαζόταν ακατάπαυστα και ακαταπόνητα. Με τη θεμελίωση του Καθολικού της Μονής Μεταμορφώσεως, στις 26 Φεβρουαρίου 1990, αξιώθηκε να δει το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα.
Τα τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής του άρχισε να προετοιμάζεται για την κοίμησή του. Επιθυμούσε να αποσυρθεί στο Άγιον Όρος, στα αγαπημένα του Καυσοκαλύβια, όπου μυστικά και αθόρυβα, όπως έζησε, θα έδιδε την ψυχή του στο Νυμφίο της. Πολλές φορές τον άκουσαν να λέει: «Επιδιώκω και τώρα που εγήρασα να πάω και να πεθάνω εκεί πάνω».
Πράγματι, τον Ιούνιο του 1991, προαισθανόμενος το τέλος του, και μη θέλοντας να κηδευθεί με τιμές, αναχώρησε για το καλύβι του Αγίου Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου είχε καρεί μοναχός πριν από περίπου 70 χρόνια και στις 4:31΄ το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1991 παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο, που τόσο αγάπησε στη ζωή του.
Τα τελευταία λόγια που ακούστηκαν από το στόμα του ήταν από την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου, αυτά που τόσο αγαπούσε και πολύ συχνά επαναλάμβανε: «ἵνα ὦσιν ἓν».
Στην αγιοκατάταξη του Γέροντος Πορφυρίου προχώρησε η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κατά την συνεδρίαση της 27ης Νοεμβρίου 2013, υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο. http://www.dogma.gr/default.php?pname=Article&art_id=7792&catid=3
«Την άνοιξη του 1985, (αφηγείται η Γερόντισσα Θεοδοσία),
Ιερά Μονή των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων
Ιερά Μονή των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων
Ευρισκόμενη εις την Μονήν των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων, μία νύχτα
περίπου 2.30′ πρωϊνή, άκουσα λίγο πιο πέρα από το παράθυρο του κελλιού
μου, στην αυλή της Μονής, κάποιον να σκάβει. Για να βεβαιωθώ, έσβησα το
φως του κελλιού μου και κοίταξα από το παράθυρο. Είδα ότι αναβόσβηνε
ένας φακός. Τότε έκανα μία προσευχή στους θαυματουργούς Αγίους μας να
μας προστατεύσουν. Ήλεγξα τα παράθυρα και τις σαθρές πόρτες προς την
αυλή της ερειπωμένης Μονής, μήπως εισχωρήσουν στο εσωτερικό της, και
αφού διεπίστωσα ότι επικρατούσε ησυχία στο χώρο αυτό, επέστρεψα στο
κελλί μου.
Το πρωΐ είχαμε μία ιδιωτική λειτουργία. Την ώρα πού ετοιμαζόμουν να πάω στην Εκκλησία, ώρα 5.55′ πρωϊνή, χτύπησε το τηλέφωνο. Σκέφτηκα μήπως κάποια πονεμένη ψυχή έχει κάποιο πρόβλημα – κάτι άλλωστε πού συνέβαινε συχνά – και σήκωσα το τηλέφωνο. Προς μεγάλη μου έκπληξη άκουσα:
- «Άκου παιδάκι μου, είμαι ο Γέροντας Πορφύριος. Μη βγεις έξω που ακούς και σκάβουν, θα σε χτυπήσουν. Διαβολεμένοι άνθρωποι γυρίζουν στο Μοναστήρι σου».
- Τον ερωτώ: «Γέροντα, γιατί σκάβουν; Βρήκαν τίποτα;»
- Απαντά: «Όχι παιδάκι μου, τα έχουν πάρει άλλοι νωρίτερα».
- Τον ερωτώ πάλι: «Γέροντα έχετε έλθει στο Μοναστήρι μας;»
- Μου απαντά: «Όχι παιδάκι μου, αλλά τώρα είμαι εκεί. Ρώτα με ότι θες».
Παίρνοντας λοιπόν αφορμή από το λόγο του αυτό, τον ρώτησα για την ιστορικής σημασίας σπηλιά του Μοναστηριού μας…
… – Με ερωτά: «Ποια σπηλιά; Γιατί είναι δύο σπηλιές κοντά σας. Αυτή πού κάθισαν οι πρώτοι μοναχοί;»
- Του απαντώ: «Ναι Γέροντα».
Μου λέει:
«Καλό είναι, παιδάκι μου, να το κάνης αυτό, γιατί η σπηλιά είναι αγιασμένη. Αλλά θα σε αφήσουν οι χωρικοί; Θα αντιδράσουν».
Έμεινα με το ακουστικό στο χέρι, χωρίς να μιλάω από την έκπληξη μου, γιατί μου μιλούσε για γεγονότα.
Ας σημειωθεί ότι όντως υπάρχουν δύο σπηλιές, αλλά εμείς δεν την είχαμε δει τη δεύτερη σπηλιά, καίτοι είχαμε εγκατασταθεί στη Μονή περισσότερο από ένα χρόνο. Μας το είχαν πει όμως οι βοσκοί της περιοχής, ότι υπάρχει και δεύτερη σπηλιά.
Την ώρα λοιπόν που είχα μείνει αμίλητη με το ακουστικό στο χέρι, ακούω το Γέροντα να μου λέει: «Ψάρια, Γερόντισσα, Ψάρια!».
- Τον ερωτώ: «Τι ψάρια, Γέροντα;»
- «Παιδάκι μου», μου λέει, «το νερό από τους κούτουλες δεν είναι κατάλληλο για ψάρια; Βάλε λοιπόν ψάρια να φάει ο κόσμος. Θα ‘ρθούν δύσκολοι καιροί!».
Και όντως, όταν είχαμε εγκατασταθεί στο Μοναστήρι, εξήτασα στο Χημείο των Πατρών το νερό, που τρέχει άφθονο από τους δύο κούτουλες (πηγή) στην αυλή της Μονής, αν είναι πόσιμο και παράλληλα αν είναι κατάλληλο για ψάρια, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες της Μονής και των φιλοξενουμένων προσκυνητών της. Όντως το νερό απεδείχθη καθαρό και κατάλληλο για ιχθυοτροφείο… (από τις σελ. 60, 62).
Την παρουσία του Γέροντα (Πορφύριου) την αισθανόμεθα έντονα, γιατί σε κάθε δίλημμα μας εκείνος επικοινωνούσε μαζί μας και μας έδινε λύση. Μια φορά, μου είχε πει τηλεφωνικώς:
- «Παιδάκι μου, έχεις μεγάλο αγώνα, αλλά μη φοβάσαι, εγώ κάθε βράδυ κάνω μαζί σας προσευχή».
Ας σημειωθεί ότι με τον Γέροντα δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ, ούτε τον είχα δει ποτέ, μόνον είχα ακούσει για το προορατικό του χάρισμα από άλλους, ούτε ποτέ είχα τηλεφωνικώς επικοινωνήσει μαζί του. Απόρησα λοιπόν. Πώς ήξερε εμάς και τα προβλήματα μας; Πού βρήκε το τηλέφωνο μας;
Για το λόγο αυτό πήρα τηλέφωνο μία ηγουμένη άλλου Μοναστηριού, πού γνώριζε τον Γέροντα, και την ρώτησα: «Μήπως, Γερόντισσα, δώσατε τον αριθμό του τηλεφώνου μας στον Γέροντα Πορφύριο;» Μου απαντά: «Είναι ανάγκη να του τον δώσω; Το μυαλό του πατρός Πορφυρίου είναι τηλεόραση».
Κάποτε επεσκέφθην με μερικές αδελφές της Μονής μας ένα άλλο Μοναστήρι. Ο Γέροντας Πορφύριος, επειδή υπήρχε ένα επείγον και σημαντικό θέμα, πήρε εκεί τηλέφωνο, με ζήτησε και μου είπε:
«Παιδί μου, τους πέντε ανθρώπους πού θέλουν να καταθέσουν ως μάρτυρες για τα όρια της Μονής σας, να τους αφήσεις να προσέλθουν στο δικαστήριο. Πρέπει να ακουστεί η αλήθεια και να υπερασπισθείς ό,τι ανήκει στη Μονή, γιατί θαρθούν δύσκολοι καιροί και ο κόσμος θα χρειασθεί φροντίδα από τα Μοναστήρια».
Πραγματικά, πέντε γηραιοί άνθρωποι, πού ήσαν ευγνώμονες στο Μοναστήρι, μου ζητούσαν επιμόνως να πουν την αλήθεια σε μια αδικία πού είχε γίνει εις βάρος της Μονής. Έτσι κι έγινε και η Μονή δικαιώθηκε. (Από τις σελ. 63, 64).
Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΚΡΟΥΣΤΑΛΑΚΗ
(Καθηγητού της Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΧΝΗΛΑΣΙΑ», 1997
- See more at:
http://ekklisiaonline.gr/arxontariki/item/8615-martyria-peri-prooratikoy-xarismatos-tou-gerontos-porfyriou#sthash.NXOUtSRC.dpufΤο πρωΐ είχαμε μία ιδιωτική λειτουργία. Την ώρα πού ετοιμαζόμουν να πάω στην Εκκλησία, ώρα 5.55′ πρωϊνή, χτύπησε το τηλέφωνο. Σκέφτηκα μήπως κάποια πονεμένη ψυχή έχει κάποιο πρόβλημα – κάτι άλλωστε πού συνέβαινε συχνά – και σήκωσα το τηλέφωνο. Προς μεγάλη μου έκπληξη άκουσα:
- «Άκου παιδάκι μου, είμαι ο Γέροντας Πορφύριος. Μη βγεις έξω που ακούς και σκάβουν, θα σε χτυπήσουν. Διαβολεμένοι άνθρωποι γυρίζουν στο Μοναστήρι σου».
- Τον ερωτώ: «Γέροντα, γιατί σκάβουν; Βρήκαν τίποτα;»
- Απαντά: «Όχι παιδάκι μου, τα έχουν πάρει άλλοι νωρίτερα».
- Τον ερωτώ πάλι: «Γέροντα έχετε έλθει στο Μοναστήρι μας;»
- Μου απαντά: «Όχι παιδάκι μου, αλλά τώρα είμαι εκεί. Ρώτα με ότι θες».
Παίρνοντας λοιπόν αφορμή από το λόγο του αυτό, τον ρώτησα για την ιστορικής σημασίας σπηλιά του Μοναστηριού μας…
… – Με ερωτά: «Ποια σπηλιά; Γιατί είναι δύο σπηλιές κοντά σας. Αυτή πού κάθισαν οι πρώτοι μοναχοί;»
- Του απαντώ: «Ναι Γέροντα».
Μου λέει:
«Καλό είναι, παιδάκι μου, να το κάνης αυτό, γιατί η σπηλιά είναι αγιασμένη. Αλλά θα σε αφήσουν οι χωρικοί; Θα αντιδράσουν».
Έμεινα με το ακουστικό στο χέρι, χωρίς να μιλάω από την έκπληξη μου, γιατί μου μιλούσε για γεγονότα.
Ας σημειωθεί ότι όντως υπάρχουν δύο σπηλιές, αλλά εμείς δεν την είχαμε δει τη δεύτερη σπηλιά, καίτοι είχαμε εγκατασταθεί στη Μονή περισσότερο από ένα χρόνο. Μας το είχαν πει όμως οι βοσκοί της περιοχής, ότι υπάρχει και δεύτερη σπηλιά.
Την ώρα λοιπόν που είχα μείνει αμίλητη με το ακουστικό στο χέρι, ακούω το Γέροντα να μου λέει: «Ψάρια, Γερόντισσα, Ψάρια!».
- Τον ερωτώ: «Τι ψάρια, Γέροντα;»
- «Παιδάκι μου», μου λέει, «το νερό από τους κούτουλες δεν είναι κατάλληλο για ψάρια; Βάλε λοιπόν ψάρια να φάει ο κόσμος. Θα ‘ρθούν δύσκολοι καιροί!».
Και όντως, όταν είχαμε εγκατασταθεί στο Μοναστήρι, εξήτασα στο Χημείο των Πατρών το νερό, που τρέχει άφθονο από τους δύο κούτουλες (πηγή) στην αυλή της Μονής, αν είναι πόσιμο και παράλληλα αν είναι κατάλληλο για ψάρια, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες της Μονής και των φιλοξενουμένων προσκυνητών της. Όντως το νερό απεδείχθη καθαρό και κατάλληλο για ιχθυοτροφείο… (από τις σελ. 60, 62).
Την παρουσία του Γέροντα (Πορφύριου) την αισθανόμεθα έντονα, γιατί σε κάθε δίλημμα μας εκείνος επικοινωνούσε μαζί μας και μας έδινε λύση. Μια φορά, μου είχε πει τηλεφωνικώς:
- «Παιδάκι μου, έχεις μεγάλο αγώνα, αλλά μη φοβάσαι, εγώ κάθε βράδυ κάνω μαζί σας προσευχή».
Ας σημειωθεί ότι με τον Γέροντα δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ, ούτε τον είχα δει ποτέ, μόνον είχα ακούσει για το προορατικό του χάρισμα από άλλους, ούτε ποτέ είχα τηλεφωνικώς επικοινωνήσει μαζί του. Απόρησα λοιπόν. Πώς ήξερε εμάς και τα προβλήματα μας; Πού βρήκε το τηλέφωνο μας;
Για το λόγο αυτό πήρα τηλέφωνο μία ηγουμένη άλλου Μοναστηριού, πού γνώριζε τον Γέροντα, και την ρώτησα: «Μήπως, Γερόντισσα, δώσατε τον αριθμό του τηλεφώνου μας στον Γέροντα Πορφύριο;» Μου απαντά: «Είναι ανάγκη να του τον δώσω; Το μυαλό του πατρός Πορφυρίου είναι τηλεόραση».
Κάποτε επεσκέφθην με μερικές αδελφές της Μονής μας ένα άλλο Μοναστήρι. Ο Γέροντας Πορφύριος, επειδή υπήρχε ένα επείγον και σημαντικό θέμα, πήρε εκεί τηλέφωνο, με ζήτησε και μου είπε:
«Παιδί μου, τους πέντε ανθρώπους πού θέλουν να καταθέσουν ως μάρτυρες για τα όρια της Μονής σας, να τους αφήσεις να προσέλθουν στο δικαστήριο. Πρέπει να ακουστεί η αλήθεια και να υπερασπισθείς ό,τι ανήκει στη Μονή, γιατί θαρθούν δύσκολοι καιροί και ο κόσμος θα χρειασθεί φροντίδα από τα Μοναστήρια».
Πραγματικά, πέντε γηραιοί άνθρωποι, πού ήσαν ευγνώμονες στο Μοναστήρι, μου ζητούσαν επιμόνως να πουν την αλήθεια σε μια αδικία πού είχε γίνει εις βάρος της Μονής. Έτσι κι έγινε και η Μονή δικαιώθηκε. (Από τις σελ. 63, 64).
Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΚΡΟΥΣΤΑΛΑΚΗ
(Καθηγητού της Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΧΝΗΛΑΣΙΑ», 1997
«Την άνοιξη του 1985, (αφηγείται η Γερόντισσα Θεοδοσία),
Ιερά Μονή των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων
Ιερά Μονή των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων
Ευρισκόμενη εις την Μονήν των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων, μία νύχτα
περίπου 2.30′ πρωϊνή, άκουσα λίγο πιο πέρα από το παράθυρο του κελλιού
μου, στην αυλή της Μονής, κάποιον να σκάβει. Για να βεβαιωθώ, έσβησα το
φως του κελλιού μου και κοίταξα από το παράθυρο. Είδα ότι αναβόσβηνε
ένας φακός. Τότε έκανα μία προσευχή στους θαυματουργούς Αγίους μας να
μας προστατεύσουν. Ήλεγξα τα παράθυρα και τις σαθρές πόρτες προς την
αυλή της ερειπωμένης Μονής, μήπως εισχωρήσουν στο εσωτερικό της, και
αφού διεπίστωσα ότι επικρατούσε ησυχία στο χώρο αυτό, επέστρεψα στο
κελλί μου.
Το πρωΐ είχαμε μία ιδιωτική λειτουργία. Την ώρα πού ετοιμαζόμουν να πάω στην Εκκλησία, ώρα 5.55′ πρωϊνή, χτύπησε το τηλέφωνο. Σκέφτηκα μήπως κάποια πονεμένη ψυχή έχει κάποιο πρόβλημα – κάτι άλλωστε πού συνέβαινε συχνά – και σήκωσα το τηλέφωνο. Προς μεγάλη μου έκπληξη άκουσα:
- «Άκου παιδάκι μου, είμαι ο Γέροντας Πορφύριος. Μη βγεις έξω που ακούς και σκάβουν, θα σε χτυπήσουν. Διαβολεμένοι άνθρωποι γυρίζουν στο Μοναστήρι σου».
- Τον ερωτώ: «Γέροντα, γιατί σκάβουν; Βρήκαν τίποτα;»
- Απαντά: «Όχι παιδάκι μου, τα έχουν πάρει άλλοι νωρίτερα».
- Τον ερωτώ πάλι: «Γέροντα έχετε έλθει στο Μοναστήρι μας;»
- Μου απαντά: «Όχι παιδάκι μου, αλλά τώρα είμαι εκεί. Ρώτα με ότι θες».
Παίρνοντας λοιπόν αφορμή από το λόγο του αυτό, τον ρώτησα για την ιστορικής σημασίας σπηλιά του Μοναστηριού μας…
… – Με ερωτά: «Ποια σπηλιά; Γιατί είναι δύο σπηλιές κοντά σας. Αυτή πού κάθισαν οι πρώτοι μοναχοί;»
- Του απαντώ: «Ναι Γέροντα».
Μου λέει:
«Καλό είναι, παιδάκι μου, να το κάνης αυτό, γιατί η σπηλιά είναι αγιασμένη. Αλλά θα σε αφήσουν οι χωρικοί; Θα αντιδράσουν».
Έμεινα με το ακουστικό στο χέρι, χωρίς να μιλάω από την έκπληξη μου, γιατί μου μιλούσε για γεγονότα.
Ας σημειωθεί ότι όντως υπάρχουν δύο σπηλιές, αλλά εμείς δεν την είχαμε δει τη δεύτερη σπηλιά, καίτοι είχαμε εγκατασταθεί στη Μονή περισσότερο από ένα χρόνο. Μας το είχαν πει όμως οι βοσκοί της περιοχής, ότι υπάρχει και δεύτερη σπηλιά.
Την ώρα λοιπόν που είχα μείνει αμίλητη με το ακουστικό στο χέρι, ακούω το Γέροντα να μου λέει: «Ψάρια, Γερόντισσα, Ψάρια!».
- Τον ερωτώ: «Τι ψάρια, Γέροντα;»
- «Παιδάκι μου», μου λέει, «το νερό από τους κούτουλες δεν είναι κατάλληλο για ψάρια; Βάλε λοιπόν ψάρια να φάει ο κόσμος. Θα ‘ρθούν δύσκολοι καιροί!».
Και όντως, όταν είχαμε εγκατασταθεί στο Μοναστήρι, εξήτασα στο Χημείο των Πατρών το νερό, που τρέχει άφθονο από τους δύο κούτουλες (πηγή) στην αυλή της Μονής, αν είναι πόσιμο και παράλληλα αν είναι κατάλληλο για ψάρια, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες της Μονής και των φιλοξενουμένων προσκυνητών της. Όντως το νερό απεδείχθη καθαρό και κατάλληλο για ιχθυοτροφείο… (από τις σελ. 60, 62).
Την παρουσία του Γέροντα (Πορφύριου) την αισθανόμεθα έντονα, γιατί σε κάθε δίλημμα μας εκείνος επικοινωνούσε μαζί μας και μας έδινε λύση. Μια φορά, μου είχε πει τηλεφωνικώς:
- «Παιδάκι μου, έχεις μεγάλο αγώνα, αλλά μη φοβάσαι, εγώ κάθε βράδυ κάνω μαζί σας προσευχή».
Ας σημειωθεί ότι με τον Γέροντα δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ, ούτε τον είχα δει ποτέ, μόνον είχα ακούσει για το προορατικό του χάρισμα από άλλους, ούτε ποτέ είχα τηλεφωνικώς επικοινωνήσει μαζί του. Απόρησα λοιπόν. Πώς ήξερε εμάς και τα προβλήματα μας; Πού βρήκε το τηλέφωνο μας;
Για το λόγο αυτό πήρα τηλέφωνο μία ηγουμένη άλλου Μοναστηριού, πού γνώριζε τον Γέροντα, και την ρώτησα: «Μήπως, Γερόντισσα, δώσατε τον αριθμό του τηλεφώνου μας στον Γέροντα Πορφύριο;» Μου απαντά: «Είναι ανάγκη να του τον δώσω; Το μυαλό του πατρός Πορφυρίου είναι τηλεόραση».
Κάποτε επεσκέφθην με μερικές αδελφές της Μονής μας ένα άλλο Μοναστήρι. Ο Γέροντας Πορφύριος, επειδή υπήρχε ένα επείγον και σημαντικό θέμα, πήρε εκεί τηλέφωνο, με ζήτησε και μου είπε:
«Παιδί μου, τους πέντε ανθρώπους πού θέλουν να καταθέσουν ως μάρτυρες για τα όρια της Μονής σας, να τους αφήσεις να προσέλθουν στο δικαστήριο. Πρέπει να ακουστεί η αλήθεια και να υπερασπισθείς ό,τι ανήκει στη Μονή, γιατί θαρθούν δύσκολοι καιροί και ο κόσμος θα χρειασθεί φροντίδα από τα Μοναστήρια».
Πραγματικά, πέντε γηραιοί άνθρωποι, πού ήσαν ευγνώμονες στο Μοναστήρι, μου ζητούσαν επιμόνως να πουν την αλήθεια σε μια αδικία πού είχε γίνει εις βάρος της Μονής. Έτσι κι έγινε και η Μονή δικαιώθηκε. (Από τις σελ. 63, 64).
Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΚΡΟΥΣΤΑΛΑΚΗ
(Καθηγητού της Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΧΝΗΛΑΣΙΑ», 1997
- See more at:
http://ekklisiaonline.gr/arxontariki/item/8615-martyria-peri-prooratikoy-xarismatos-tou-gerontos-porfyriou#sthash.NXOUtSRC.dpufΤο πρωΐ είχαμε μία ιδιωτική λειτουργία. Την ώρα πού ετοιμαζόμουν να πάω στην Εκκλησία, ώρα 5.55′ πρωϊνή, χτύπησε το τηλέφωνο. Σκέφτηκα μήπως κάποια πονεμένη ψυχή έχει κάποιο πρόβλημα – κάτι άλλωστε πού συνέβαινε συχνά – και σήκωσα το τηλέφωνο. Προς μεγάλη μου έκπληξη άκουσα:
- «Άκου παιδάκι μου, είμαι ο Γέροντας Πορφύριος. Μη βγεις έξω που ακούς και σκάβουν, θα σε χτυπήσουν. Διαβολεμένοι άνθρωποι γυρίζουν στο Μοναστήρι σου».
- Τον ερωτώ: «Γέροντα, γιατί σκάβουν; Βρήκαν τίποτα;»
- Απαντά: «Όχι παιδάκι μου, τα έχουν πάρει άλλοι νωρίτερα».
- Τον ερωτώ πάλι: «Γέροντα έχετε έλθει στο Μοναστήρι μας;»
- Μου απαντά: «Όχι παιδάκι μου, αλλά τώρα είμαι εκεί. Ρώτα με ότι θες».
Παίρνοντας λοιπόν αφορμή από το λόγο του αυτό, τον ρώτησα για την ιστορικής σημασίας σπηλιά του Μοναστηριού μας…
… – Με ερωτά: «Ποια σπηλιά; Γιατί είναι δύο σπηλιές κοντά σας. Αυτή πού κάθισαν οι πρώτοι μοναχοί;»
- Του απαντώ: «Ναι Γέροντα».
Μου λέει:
«Καλό είναι, παιδάκι μου, να το κάνης αυτό, γιατί η σπηλιά είναι αγιασμένη. Αλλά θα σε αφήσουν οι χωρικοί; Θα αντιδράσουν».
Έμεινα με το ακουστικό στο χέρι, χωρίς να μιλάω από την έκπληξη μου, γιατί μου μιλούσε για γεγονότα.
Ας σημειωθεί ότι όντως υπάρχουν δύο σπηλιές, αλλά εμείς δεν την είχαμε δει τη δεύτερη σπηλιά, καίτοι είχαμε εγκατασταθεί στη Μονή περισσότερο από ένα χρόνο. Μας το είχαν πει όμως οι βοσκοί της περιοχής, ότι υπάρχει και δεύτερη σπηλιά.
Την ώρα λοιπόν που είχα μείνει αμίλητη με το ακουστικό στο χέρι, ακούω το Γέροντα να μου λέει: «Ψάρια, Γερόντισσα, Ψάρια!».
- Τον ερωτώ: «Τι ψάρια, Γέροντα;»
- «Παιδάκι μου», μου λέει, «το νερό από τους κούτουλες δεν είναι κατάλληλο για ψάρια; Βάλε λοιπόν ψάρια να φάει ο κόσμος. Θα ‘ρθούν δύσκολοι καιροί!».
Και όντως, όταν είχαμε εγκατασταθεί στο Μοναστήρι, εξήτασα στο Χημείο των Πατρών το νερό, που τρέχει άφθονο από τους δύο κούτουλες (πηγή) στην αυλή της Μονής, αν είναι πόσιμο και παράλληλα αν είναι κατάλληλο για ψάρια, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες της Μονής και των φιλοξενουμένων προσκυνητών της. Όντως το νερό απεδείχθη καθαρό και κατάλληλο για ιχθυοτροφείο… (από τις σελ. 60, 62).
Την παρουσία του Γέροντα (Πορφύριου) την αισθανόμεθα έντονα, γιατί σε κάθε δίλημμα μας εκείνος επικοινωνούσε μαζί μας και μας έδινε λύση. Μια φορά, μου είχε πει τηλεφωνικώς:
- «Παιδάκι μου, έχεις μεγάλο αγώνα, αλλά μη φοβάσαι, εγώ κάθε βράδυ κάνω μαζί σας προσευχή».
Ας σημειωθεί ότι με τον Γέροντα δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ, ούτε τον είχα δει ποτέ, μόνον είχα ακούσει για το προορατικό του χάρισμα από άλλους, ούτε ποτέ είχα τηλεφωνικώς επικοινωνήσει μαζί του. Απόρησα λοιπόν. Πώς ήξερε εμάς και τα προβλήματα μας; Πού βρήκε το τηλέφωνο μας;
Για το λόγο αυτό πήρα τηλέφωνο μία ηγουμένη άλλου Μοναστηριού, πού γνώριζε τον Γέροντα, και την ρώτησα: «Μήπως, Γερόντισσα, δώσατε τον αριθμό του τηλεφώνου μας στον Γέροντα Πορφύριο;» Μου απαντά: «Είναι ανάγκη να του τον δώσω; Το μυαλό του πατρός Πορφυρίου είναι τηλεόραση».
Κάποτε επεσκέφθην με μερικές αδελφές της Μονής μας ένα άλλο Μοναστήρι. Ο Γέροντας Πορφύριος, επειδή υπήρχε ένα επείγον και σημαντικό θέμα, πήρε εκεί τηλέφωνο, με ζήτησε και μου είπε:
«Παιδί μου, τους πέντε ανθρώπους πού θέλουν να καταθέσουν ως μάρτυρες για τα όρια της Μονής σας, να τους αφήσεις να προσέλθουν στο δικαστήριο. Πρέπει να ακουστεί η αλήθεια και να υπερασπισθείς ό,τι ανήκει στη Μονή, γιατί θαρθούν δύσκολοι καιροί και ο κόσμος θα χρειασθεί φροντίδα από τα Μοναστήρια».
Πραγματικά, πέντε γηραιοί άνθρωποι, πού ήσαν ευγνώμονες στο Μοναστήρι, μου ζητούσαν επιμόνως να πουν την αλήθεια σε μια αδικία πού είχε γίνει εις βάρος της Μονής. Έτσι κι έγινε και η Μονή δικαιώθηκε. (Από τις σελ. 63, 64).
Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΚΡΟΥΣΤΑΛΑΚΗ
(Καθηγητού της Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΧΝΗΛΑΣΙΑ», 1997
«Την άνοιξη του 1985, (αφηγείται η Γερόντισσα Θεοδοσία),
Ιερά Μονή των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων
Ιερά Μονή των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων
Ευρισκόμενη εις την Μονήν των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων, μία νύχτα
περίπου 2.30′ πρωϊνή, άκουσα λίγο πιο πέρα από το παράθυρο του κελλιού
μου, στην αυλή της Μονής, κάποιον να σκάβει. Για να βεβαιωθώ, έσβησα το
φως του κελλιού μου και κοίταξα από το παράθυρο. Είδα ότι αναβόσβηνε
ένας φακός. Τότε έκανα μία προσευχή στους θαυματουργούς Αγίους μας να
μας προστατεύσουν. Ήλεγξα τα παράθυρα και τις σαθρές πόρτες προς την
αυλή της ερειπωμένης Μονής, μήπως εισχωρήσουν στο εσωτερικό της, και
αφού διεπίστωσα ότι επικρατούσε ησυχία στο χώρο αυτό, επέστρεψα στο
κελλί μου.
Το πρωΐ είχαμε μία ιδιωτική λειτουργία. Την ώρα πού ετοιμαζόμουν να πάω στην Εκκλησία, ώρα 5.55′ πρωϊνή, χτύπησε το τηλέφωνο. Σκέφτηκα μήπως κάποια πονεμένη ψυχή έχει κάποιο πρόβλημα – κάτι άλλωστε πού συνέβαινε συχνά – και σήκωσα το τηλέφωνο. Προς μεγάλη μου έκπληξη άκουσα:
- «Άκου παιδάκι μου, είμαι ο Γέροντας Πορφύριος. Μη βγεις έξω που ακούς και σκάβουν, θα σε χτυπήσουν. Διαβολεμένοι άνθρωποι γυρίζουν στο Μοναστήρι σου».
- Τον ερωτώ: «Γέροντα, γιατί σκάβουν; Βρήκαν τίποτα;»
- Απαντά: «Όχι παιδάκι μου, τα έχουν πάρει άλλοι νωρίτερα».
- Τον ερωτώ πάλι: «Γέροντα έχετε έλθει στο Μοναστήρι μας;»
- Μου απαντά: «Όχι παιδάκι μου, αλλά τώρα είμαι εκεί. Ρώτα με ότι θες».
Παίρνοντας λοιπόν αφορμή από το λόγο του αυτό, τον ρώτησα για την ιστορικής σημασίας σπηλιά του Μοναστηριού μας…
… – Με ερωτά: «Ποια σπηλιά; Γιατί είναι δύο σπηλιές κοντά σας. Αυτή πού κάθισαν οι πρώτοι μοναχοί;»
- Του απαντώ: «Ναι Γέροντα».
Μου λέει:
«Καλό είναι, παιδάκι μου, να το κάνης αυτό, γιατί η σπηλιά είναι αγιασμένη. Αλλά θα σε αφήσουν οι χωρικοί; Θα αντιδράσουν».
Έμεινα με το ακουστικό στο χέρι, χωρίς να μιλάω από την έκπληξη μου, γιατί μου μιλούσε για γεγονότα.
Ας σημειωθεί ότι όντως υπάρχουν δύο σπηλιές, αλλά εμείς δεν την είχαμε δει τη δεύτερη σπηλιά, καίτοι είχαμε εγκατασταθεί στη Μονή περισσότερο από ένα χρόνο. Μας το είχαν πει όμως οι βοσκοί της περιοχής, ότι υπάρχει και δεύτερη σπηλιά.
Την ώρα λοιπόν που είχα μείνει αμίλητη με το ακουστικό στο χέρι, ακούω το Γέροντα να μου λέει: «Ψάρια, Γερόντισσα, Ψάρια!».
- Τον ερωτώ: «Τι ψάρια, Γέροντα;»
- «Παιδάκι μου», μου λέει, «το νερό από τους κούτουλες δεν είναι κατάλληλο για ψάρια; Βάλε λοιπόν ψάρια να φάει ο κόσμος. Θα ‘ρθούν δύσκολοι καιροί!».
Και όντως, όταν είχαμε εγκατασταθεί στο Μοναστήρι, εξήτασα στο Χημείο των Πατρών το νερό, που τρέχει άφθονο από τους δύο κούτουλες (πηγή) στην αυλή της Μονής, αν είναι πόσιμο και παράλληλα αν είναι κατάλληλο για ψάρια, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες της Μονής και των φιλοξενουμένων προσκυνητών της. Όντως το νερό απεδείχθη καθαρό και κατάλληλο για ιχθυοτροφείο… (από τις σελ. 60, 62).
Την παρουσία του Γέροντα (Πορφύριου) την αισθανόμεθα έντονα, γιατί σε κάθε δίλημμα μας εκείνος επικοινωνούσε μαζί μας και μας έδινε λύση. Μια φορά, μου είχε πει τηλεφωνικώς:
- «Παιδάκι μου, έχεις μεγάλο αγώνα, αλλά μη φοβάσαι, εγώ κάθε βράδυ κάνω μαζί σας προσευχή».
Ας σημειωθεί ότι με τον Γέροντα δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ, ούτε τον είχα δει ποτέ, μόνον είχα ακούσει για το προορατικό του χάρισμα από άλλους, ούτε ποτέ είχα τηλεφωνικώς επικοινωνήσει μαζί του. Απόρησα λοιπόν. Πώς ήξερε εμάς και τα προβλήματα μας; Πού βρήκε το τηλέφωνο μας;
Για το λόγο αυτό πήρα τηλέφωνο μία ηγουμένη άλλου Μοναστηριού, πού γνώριζε τον Γέροντα, και την ρώτησα: «Μήπως, Γερόντισσα, δώσατε τον αριθμό του τηλεφώνου μας στον Γέροντα Πορφύριο;» Μου απαντά: «Είναι ανάγκη να του τον δώσω; Το μυαλό του πατρός Πορφυρίου είναι τηλεόραση».
Κάποτε επεσκέφθην με μερικές αδελφές της Μονής μας ένα άλλο Μοναστήρι. Ο Γέροντας Πορφύριος, επειδή υπήρχε ένα επείγον και σημαντικό θέμα, πήρε εκεί τηλέφωνο, με ζήτησε και μου είπε:
«Παιδί μου, τους πέντε ανθρώπους πού θέλουν να καταθέσουν ως μάρτυρες για τα όρια της Μονής σας, να τους αφήσεις να προσέλθουν στο δικαστήριο. Πρέπει να ακουστεί η αλήθεια και να υπερασπισθείς ό,τι ανήκει στη Μονή, γιατί θαρθούν δύσκολοι καιροί και ο κόσμος θα χρειασθεί φροντίδα από τα Μοναστήρια».
Πραγματικά, πέντε γηραιοί άνθρωποι, πού ήσαν ευγνώμονες στο Μοναστήρι, μου ζητούσαν επιμόνως να πουν την αλήθεια σε μια αδικία πού είχε γίνει εις βάρος της Μονής. Έτσι κι έγινε και η Μονή δικαιώθηκε. (Από τις σελ. 63, 64).
Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΚΡΟΥΣΤΑΛΑΚΗ
(Καθηγητού της Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΧΝΗΛΑΣΙΑ», 1997
- See more at:
http://ekklisiaonline.gr/arxontariki/item/8615-martyria-peri-prooratikoy-xarismatos-tou-gerontos-porfyriou#sthash.NXOUtSRC.dpufΤο πρωΐ είχαμε μία ιδιωτική λειτουργία. Την ώρα πού ετοιμαζόμουν να πάω στην Εκκλησία, ώρα 5.55′ πρωϊνή, χτύπησε το τηλέφωνο. Σκέφτηκα μήπως κάποια πονεμένη ψυχή έχει κάποιο πρόβλημα – κάτι άλλωστε πού συνέβαινε συχνά – και σήκωσα το τηλέφωνο. Προς μεγάλη μου έκπληξη άκουσα:
- «Άκου παιδάκι μου, είμαι ο Γέροντας Πορφύριος. Μη βγεις έξω που ακούς και σκάβουν, θα σε χτυπήσουν. Διαβολεμένοι άνθρωποι γυρίζουν στο Μοναστήρι σου».
- Τον ερωτώ: «Γέροντα, γιατί σκάβουν; Βρήκαν τίποτα;»
- Απαντά: «Όχι παιδάκι μου, τα έχουν πάρει άλλοι νωρίτερα».
- Τον ερωτώ πάλι: «Γέροντα έχετε έλθει στο Μοναστήρι μας;»
- Μου απαντά: «Όχι παιδάκι μου, αλλά τώρα είμαι εκεί. Ρώτα με ότι θες».
Παίρνοντας λοιπόν αφορμή από το λόγο του αυτό, τον ρώτησα για την ιστορικής σημασίας σπηλιά του Μοναστηριού μας…
… – Με ερωτά: «Ποια σπηλιά; Γιατί είναι δύο σπηλιές κοντά σας. Αυτή πού κάθισαν οι πρώτοι μοναχοί;»
- Του απαντώ: «Ναι Γέροντα».
Μου λέει:
«Καλό είναι, παιδάκι μου, να το κάνης αυτό, γιατί η σπηλιά είναι αγιασμένη. Αλλά θα σε αφήσουν οι χωρικοί; Θα αντιδράσουν».
Έμεινα με το ακουστικό στο χέρι, χωρίς να μιλάω από την έκπληξη μου, γιατί μου μιλούσε για γεγονότα.
Ας σημειωθεί ότι όντως υπάρχουν δύο σπηλιές, αλλά εμείς δεν την είχαμε δει τη δεύτερη σπηλιά, καίτοι είχαμε εγκατασταθεί στη Μονή περισσότερο από ένα χρόνο. Μας το είχαν πει όμως οι βοσκοί της περιοχής, ότι υπάρχει και δεύτερη σπηλιά.
Την ώρα λοιπόν που είχα μείνει αμίλητη με το ακουστικό στο χέρι, ακούω το Γέροντα να μου λέει: «Ψάρια, Γερόντισσα, Ψάρια!».
- Τον ερωτώ: «Τι ψάρια, Γέροντα;»
- «Παιδάκι μου», μου λέει, «το νερό από τους κούτουλες δεν είναι κατάλληλο για ψάρια; Βάλε λοιπόν ψάρια να φάει ο κόσμος. Θα ‘ρθούν δύσκολοι καιροί!».
Και όντως, όταν είχαμε εγκατασταθεί στο Μοναστήρι, εξήτασα στο Χημείο των Πατρών το νερό, που τρέχει άφθονο από τους δύο κούτουλες (πηγή) στην αυλή της Μονής, αν είναι πόσιμο και παράλληλα αν είναι κατάλληλο για ψάρια, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες της Μονής και των φιλοξενουμένων προσκυνητών της. Όντως το νερό απεδείχθη καθαρό και κατάλληλο για ιχθυοτροφείο… (από τις σελ. 60, 62).
Την παρουσία του Γέροντα (Πορφύριου) την αισθανόμεθα έντονα, γιατί σε κάθε δίλημμα μας εκείνος επικοινωνούσε μαζί μας και μας έδινε λύση. Μια φορά, μου είχε πει τηλεφωνικώς:
- «Παιδάκι μου, έχεις μεγάλο αγώνα, αλλά μη φοβάσαι, εγώ κάθε βράδυ κάνω μαζί σας προσευχή».
Ας σημειωθεί ότι με τον Γέροντα δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ, ούτε τον είχα δει ποτέ, μόνον είχα ακούσει για το προορατικό του χάρισμα από άλλους, ούτε ποτέ είχα τηλεφωνικώς επικοινωνήσει μαζί του. Απόρησα λοιπόν. Πώς ήξερε εμάς και τα προβλήματα μας; Πού βρήκε το τηλέφωνο μας;
Για το λόγο αυτό πήρα τηλέφωνο μία ηγουμένη άλλου Μοναστηριού, πού γνώριζε τον Γέροντα, και την ρώτησα: «Μήπως, Γερόντισσα, δώσατε τον αριθμό του τηλεφώνου μας στον Γέροντα Πορφύριο;» Μου απαντά: «Είναι ανάγκη να του τον δώσω; Το μυαλό του πατρός Πορφυρίου είναι τηλεόραση».
Κάποτε επεσκέφθην με μερικές αδελφές της Μονής μας ένα άλλο Μοναστήρι. Ο Γέροντας Πορφύριος, επειδή υπήρχε ένα επείγον και σημαντικό θέμα, πήρε εκεί τηλέφωνο, με ζήτησε και μου είπε:
«Παιδί μου, τους πέντε ανθρώπους πού θέλουν να καταθέσουν ως μάρτυρες για τα όρια της Μονής σας, να τους αφήσεις να προσέλθουν στο δικαστήριο. Πρέπει να ακουστεί η αλήθεια και να υπερασπισθείς ό,τι ανήκει στη Μονή, γιατί θαρθούν δύσκολοι καιροί και ο κόσμος θα χρειασθεί φροντίδα από τα Μοναστήρια».
Πραγματικά, πέντε γηραιοί άνθρωποι, πού ήσαν ευγνώμονες στο Μοναστήρι, μου ζητούσαν επιμόνως να πουν την αλήθεια σε μια αδικία πού είχε γίνει εις βάρος της Μονής. Έτσι κι έγινε και η Μονή δικαιώθηκε. (Από τις σελ. 63, 64).
Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΚΡΟΥΣΤΑΛΑΚΗ
(Καθηγητού της Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΧΝΗΛΑΣΙΑ», 1997
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου