ΚΑΤΗΧΗΣΗ 5η
«Η κοινοβιακή ζωή»
Αδελφοί και πατέρες, οι
«τα πάντα καλώς διαταξάμενοι» πνευματοφόροι Πατέρες, οργάνωσαν το
κοινοβιακό μας σύστημα λαμβάνοντας υπόψη τους ασθενέστερους χαρακτήρες,
για ευκολώτερη τήρηση του μοναστικού μας βιώματος.
Πρότυπο του
κοινοβιακού μας συστήματος είναι η πρώτη χριστιανική Εκκλησία στην οποία
«ην αυτοίς άπαντα κοινά» (Πραξ. δ΄, 32) και η οποία μιμήθηκε τον
κοινοβιακό τρόπο ζωής του Κυρίου με τους Αποστόλους πριν αποσταλούν στο
κήρυγμα.
Το κοινόβιο στην
πράξη είναι αντίγραφο κάθε ιδανικής οικογένειας. Σ αυτήν κάτω από την
πρόνοια και κηδεμονία του πατέρα, παρά το ανόμοιο της ηλικίας και το
χαρακτήρα των μελών της, υπάρχει συμφωνία και αρμονία στο βίωμα, που
οφείλεται στο σύνδεσμο και την ένωση, που προκαλεί η αγάπη.Εμείς, στο
κοινοβιακό σύστημα, δημιουργήσαμε νέα και υψηλότερου επιπέδου
οικογένεια, που στηρίζεται στην «εν Χριστώ» αγάπη, η οποία «ου λογίζεται
το κακόν και ου ζητεί τα εαυτής» (Α Κορ. ιγ΄, 5). Αυτή αντικατέστησε
την πρσωπική μας οικογένεια, που
αρνηθήκαμε. Ο σκοπός, που αναφέρουμε τα γνωστά αυτά στοιχεία, είναι η αναζωπύρωση της καλής πρόθεσης. Σκεφτείτε ότι ο Κύριος μας κάλεσε στην πνευματική ενότητα και στρατεία και μας συγκέντρωσε στο σύνδεσμο αυτό της παναγάπης του. Ας μη ραθυμήσουμε κάτω από την πίεση των παράλογων προφάσεων της μάταιης ζωής. Ας κρατήσουμε την πνευματική μας πανοπλία. Την υπακοή, την ταπείνωση, την πραότητα, την ελπίδα, την πίστη, την καρτερία, την ευλάβεια, την αγάπη. Ιδιαίτερα την ειρήνη και την αδιάλειπτη αίνεση και ευχή του Κυρίου μας, που ευδόκησε, ως πανάγαθος, να μας χαρίσει τη βασιλεία του. Εμείς, ως συνετοί και πρόθυμοι, θα είμαστε ε΄τοιμοι πάντοτε και στον κατάλληλο χρόνο θα την αρπάξουμε, ως αληθινοί βιαστές.
αρνηθήκαμε. Ο σκοπός, που αναφέρουμε τα γνωστά αυτά στοιχεία, είναι η αναζωπύρωση της καλής πρόθεσης. Σκεφτείτε ότι ο Κύριος μας κάλεσε στην πνευματική ενότητα και στρατεία και μας συγκέντρωσε στο σύνδεσμο αυτό της παναγάπης του. Ας μη ραθυμήσουμε κάτω από την πίεση των παράλογων προφάσεων της μάταιης ζωής. Ας κρατήσουμε την πνευματική μας πανοπλία. Την υπακοή, την ταπείνωση, την πραότητα, την ελπίδα, την πίστη, την καρτερία, την ευλάβεια, την αγάπη. Ιδιαίτερα την ειρήνη και την αδιάλειπτη αίνεση και ευχή του Κυρίου μας, που ευδόκησε, ως πανάγαθος, να μας χαρίσει τη βασιλεία του. Εμείς, ως συνετοί και πρόθυμοι, θα είμαστε ε΄τοιμοι πάντοτε και στον κατάλληλο χρόνο θα την αρπάξουμε, ως αληθινοί βιαστές.
«Τοις έμπροσθεν
επεκτεινόμενοι» (Φιλ. γ΄, 13) συνεχώς. Ουδέποτε οπισθοχωρούμε μετρώντας
ανθρώπινα και υπολογίζοντας τους δικού μας σκοπούς και στόχους. Δεν
βαδίζουμε «δια είδους», αλλά μόνο «δια πίστεως». Αναλογιζόμαστε ότι όσα
κατέχουμε και κρατούμε, με τη Χάρη αυτού που μας κάλεσε, είναι
περισσότερα από όσα προσδοκούμε και τα οποία στον κατάλληλο καιρό θα
αποδοθούν και «υπέρ εκ περισσού», κατά το λόγο του Κυρίου. «Υμείς δε
εστε», μας πληροφορεί, οι διαμεμενηκότες μετ εμού εν τοις πειρασμοίς
μου» και εάν υπομείνετε καρτερικά, «διαθήσομαι υμίν βασιλείαν, ίνα
εσθίητε και πίνητε επί της τραπέζης μου» (Λουκ. κβ΄, 28 30), «ότι ουκέτι
υμάς λέγω δούλους... υμάς δε είρηκα φίλους» (Ιω. ιε΄, 15).
«Ουκ άξια τα
παθήματα», αδελφοί και πατέρες, «του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν
αποκαλυφθήναι» (Ρωμ. η΄, 18). Μήπως όσοι ζουν στον κόσμο της
ματαιότητας δεν κοπιάζουν και πιέζονται και αδικούνται και υποβιβάζονται
και πολλές φορές στερούνται και τη ζωή τους, για μία προσωρινή και
φανταστική ευημερία, που μετά από λίγο αποχωρίζονται εξαιτίας του
θανάτου και των τόσων φανερών κινδύνων;
Όλη η δική μας
προσπάθεια και ο κόπος δεν γίνονται για τα φαινόμενα και την ύλη, αλλά
για την ακριβέστερη τήρηση του θείου θελήματος. Για την απαλλαγή μας από
τα παράλογα πάθη και συστήματα, που η προηγούμενη ζωή μας μετέδωσε,
αλλά και γενικά για τα μεταπτωτικά τραύματα του αντιστρατευόμενου νόμου
που μας ωθούν στην αποστασία. Εδώ βρισκόμαστε με κύριο σκοπό την τήρηση
των υποσχέσεων του βαπτίσματος, τις οποίες εγκαταλείψαμε λόγω της
αμέλειάς μας. Όχι μόνο αυτό, αλλά βαδίζοντας «εν καινότητι ζωής» και
γνωρίζοντας ότι δεν ανήκουμε στον εαυτό μας, αλλά ανήκουμε «τω υπέρ ημών
αποθανόντι και εγερθέντι», ετοιμαζόμαστε για να νεκρώσουμε τα γήινα
μέλη μας. «Ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον
αυτού εβαπτίσθημεν... ίνα ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών δια της δόξης
του πατρός, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν. Ει γαρ
σύμφυτοι γεγόναμεν τω ομοιώματι του θανάτου αυτου, αλλά και της
αναστάσεως εσόμεθα» (Ρωμ.στ΄, 3, 5).
Με την ολοκληρωτική
αυταπάρνηση και υπακοή της πατερική μας παράδοσης καταργούμε τον παλαιό
άνθρωπο, τον οποίο περιφέρουμε, και ντυνόμαστε τον νέο που δεν
φθείρεται «κατά τας επιθυμίας της απάτης» (Εφ. δ΄,22) και εισερχόμαστε
«ενδότερον του καταπετάσματος», όπου τα πάντα είναι «καινά». Εκεί η
αγάπη περισσεύει και τότε ρυθμίζουμε τους εαυτούς μας, ω΄στε όλα να
γίνονται με αγάπη. Που τότε αντιλογία, που γογγυσμός, που μεμψιμοιρία,
που η καταραμένη κατάκριση και κατηγορία, που η ραθυμία και αμέλεια και η
άνομη προφασιολογία; Τότε πραγματικά ενεργείται έμπρακτα η μακάρια
εντολή «παντα υμών εν αγάπη γινέσθω» (Α Κορ. ιστ΄, 14). Σ αυτήν την
αίσθηση εφαρμόζεται και η εντολή του Κυρίου μας. «Εάν αγαπάτε με, τας
εντολάς τας εμάς τηρήσατε» (Ιω. ιδ΄, 15).
Προβάλαμε σύντομα την
αγάπη, η οποία είναι ο σύνδεσμος της τελειότητας, αλλά δίκαια αυτός
ανήκει στους νόμιμους αθλητές του αναίμακτου μαρτυρίου, στο οποίο η θεία
αγάπη μας κατέταξε.
Οι υπεύθυνοι της
αδελφότητας με σύνεση και φόβο να χειρίζονται τις διακονίες. Με τον
τρόπο αυτό θα γίνονται σεβαστοί στους νεώτερους και θα αποτελούν για
αυτούς παράδειγμα. Η «φιλαδελφεία μενέτω» (Εβρ. ιγ΄, 1), ειδικά στους
ασθενέστερους στο χαρακτήρα. Με συμπαθή τρόπο να ελέγχεται η παρακοή και
η ιδιορρυθμία και ειδικά η απόκρυψη οποιασδήποτε ενέργειας αντίθετης
στη γνώμη του Ηγουμένου και πνευματικού πατέρα. Οι πιο ικανοί από τους
αδελφούς, μετά από έγκριση και προτροπή του Γέροντα, να ενθαρρύνουν τους
αδύνατους και να επιβάλλουν με ειρήνη την τάξη και την εφαρμογή του
τυπικού προγράμματος. Ειδικά να επιμένουν στο αδιάλειπτο της θείας
επίκλησης, της ευχής, για τους αδύνατους ελαφρώς προφορικά, για να
αποφεύγεται η αργολογία και ο μετεωρισμός. Εντονώτερα πάντως επιβάλλεται
επιμονή στο πρόγραμμα, τόσο του κοινοβίου όσο και στο προσωπικό του
καθενός αδελφού, ώστε να μη μας υποκλέπτει η ραθυμία και η αμέλεια.
Όλα αυτά να τα
κάνετε χωρίς γογγυσμούς και διαλογισμούς, «ίνα γένησθε άμεμπτοι και
ακέραιοι, τέκνα Θεού αμώμητα εν μέσω γενάς σκολιάς και διεστραμμένης εν
οις φαίνεσθε ως φωστήρες εν κόσμω» (Φιλ. β΄,15). Η έμπρακτη ενάρετη ζωή
το φως, το οποίο φωτίζει το σκότος της αγνωσίας, που υπάρχει στον κόσμο.
Με αυτόν τον τρόπο εκπληρώνουμε την εντολή, που υπάρχει για τη διακονία
της ιεραποστολής, ως «ηλεημένοι υπό Χριστού». «Ου δύναται πόλις
κρυβήναι επάνω όρους κειμένη, ουδέ καίουσι λύχνον και τιθέασιν αυτόν υπό
τον μόδιον, αλλ επί την λυχνίαν, και λάμπει πάσι» (Ματ. ε΄,14 15).
Και στα τέλη των
αιώνων, τα οποία σήμερα ζούμε, υπάρχουν οι απορίες και ερωτήσεις:
Εφαρμόζεται και σήμερα η πίστη; Γίνεται και σήμερα πραγματικότητα το
ιερό ευαγγέλιο; Να, λοιπόν, και η δική μας ζωντανή μαρτυρία. Ότι, όχι
μόνο η αλήθεια του Χριστού και της πίστης ζει και ενεργείται από του
φιλόθεους, αλλά και η περίσσεια της Χάρης και της αυτοθυσίας είναι ορατή
και εφαρμόζεται από τους ήρωες μοναχούς και Γέροντες, είτε στα αντρικά,
είτε στα γυναικεία μοναστήρια.
Ας γυρίσουμε όμως
και πάλι στην ουσία και την έμπρακτη ζωή, τον κύριο σκοπό της αποστολής
μας. «Έστωσαν υμών αι οσφύες περιεζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι»
(Λουκ. ιβ΄, 35). διότι αναμένουμε αυτόν που μας κάλεσε να τον
ακολουθήσουμε. Ο εχθρός μας, «ως λέων ωρυόμενος», ζητά όχι μόνο τον
τραυματισμό, αλλά και την ολοκληρωτική καταστροφή και για το σκοπό αυτό
γρηγορούμε, «υπωπιάζοντες» το σώμα και «δουλαγωγούντες», υποτάσσοντας
ταυτόχρονα και κάθε νόημα στην υπακοή του Χριστού. «Μη τα υψηλά
φρονούντες», αλλά τα ταπεινά κρατούντες. Ας κρατήσουμε τη σωτήρια
αυτομεμψία, η οποία προετοιμάζει την ταπείνωση και μας ανακόπτει από την
κρίση και την απείθεια, και την πίστη, με την οποία θα αντλούμε χάρη
και δύναμη από τον Κύριό μας.
Βλέπετε, αδελφοί,
πως ασφαλίζει ο Κύριος τους μαθητές του; Και ποιοι είναι αυτοί; Δεν
είμαστε μάλλον εμείς, οι οποίοι τα στίγματα του Κυρίου μας περιφέρουμε
στη σταυρωμένη μας ζωή; «Μη ποτε έσται εν τινι υμών καρδία πονηρά
απιστίας εν τω αποστήναι από Θεού ζώντος» (Εβρ. γ΄, 12). Το δε
«αποστήναι» δεν σημαίνει την άρνηση των επαγγελιών και υποσχέσεων, τις
οποίες δώσαμε γυμνοί μπροστά στην ωραία πύλη; Και συνεχίζει ο παύλος:
«Φοβηθώμεν ουν μη ποτε, καταλειπομένης επαγγελίας εισελθείν εις την
κατάπαυσιν αυτού, δοκή τις εξ υμών υστερηκέναι» (Εβρ. δ΄,1).
«Εισερχόμεθα γαρ εις την κατάπαυσιν οι πιστεύσαντες» (Εβρ. δ΄,3).
«Σπουδάσωμεν ουν εισελθείν εις εκείνην την κατάπαυσιν, ίνα μη εν τω αυτώ
τις υποδείγματι πέση της απειθείας (Εβρ. δ΄,11). Και «κατάπαυσις» σε
μας δεν είναι άλλη παρά η απολύτρωσή μας από τα πάθη, και η πληρέστατη
και ενεργής ενοίκηση του Παναγίου Πνεύματος στην ψυχή μας. «Προσερχώμεθα
μετά αληθινής καρδίας εν πληροφορία πίστεως ερραντισμένοι τας καρδίας
από συνειδήσεως πονηράς» (Εβρ. ι΄,22). Έτσι πιστεύοντας και ζώντας, «το
αίμα του Χριστού... καθαριεί την συνείδησιν υμών από νεκρών έργων εις το
λατρεύειν Θεώ ζώντι» (Εβρ. θ΄,14). Ποιά είναι τα νεκρά έργα, παρά τα
παράλογα πάθη, οι ανταρσίες και απείθειές μας στον αγώνα που κάνουμε;
Αποτελέσματα της
πρακτικής εργασίας του μοναχού που γίνεται με φόβο Θεού, είναι ο
στεναγμός, τα δάκρυα, η κατήφεια, η ησυχία, η προσευχή, η σιωπή, η
επιμονή και το οδυνηρό πένθος, ως συναισθήματα. Έργα είναι η αγρυπνία, η
νηστεία, η εγκράτεια, η πραότητα, η μακροθυμία, η επίμονη προσευχή, η
πνευματική μελέτη, η ταπείνωση, η φιλαδελφία, η υποταγή, η κακοπάθεια
και η μόνιμη αγάπη προς όλους.
Όσων είναι ράθυμοι
και δεν θέλουν να υποταχθούν και να αποβάλουν την καταστρεπτική
κρυψίνοια, είναι ως μόνιμο «προσόν» η ακηδία, ο μετεωρισμός, η
απροσεξία. η περιέργια, ο γιγγυσμός και ο μαρασμός, ως συναισθήματα της
παραμελημένης ζωής. Πράξεις,σ αυτούς που ζουν κατ αυτόν τον τρόπο, είναι
η αδηφαγία, η οργή, ο θυμός, η καταλαλιά, η φυσίωση, η ματαιολογία, η
ακαταστασία, η λήθη, η ταραχή, η ζήλεια, η φλυαρία, το παράλογο γέλιο
και ο σκοτισμός και η απόγνωση, που προέρχονται απ αυτά!
Με κόπο και
αποστροφή καταγράψαμε, σύμφωνα με την κρίση των Πατέρων μας, τις
συνέπειες της ζωής της αμέλειας, ώστε να είναι προσεκτικοί «οι του
Χριστού».
Χρειάζεται να έχουν
πολλή προσοχή οι αγωνιζόμενοι και ειδικά εκείνοι στους οποίους κατά το
παρελθόν συνέβησαν τραύματα, πτώσεις και λάθη, που οι εικόνες και μνήμες
τους κρατιούνται από τη διάνοια. Με θάρρος να συνεχίζουν την πορεία του
προγράμματος και της υπακοής και να μην τρομάζουν ή αποθαρρύνονται,
όταν παράδοξα και χωρίς αφορμή αισθάνονται πόλεμο από διάφορα πάθη, είτε
με τη μορφή λογισμών, είτε με τη μορφή πύρωσης των μελών. Αυτό δεν
σημαίνει ούτε ήττα, ούτε οπισθοχώρηση. Ο πόλεμος δημιουργείται από τις
προλήψεις που υπάρχουν, με τις οποίες μας ερεθίζουν οι πονηροί δαίμονες,
ίσως και από την αδαότητα και απειρία στον τρόπο της πάλης. Υπάρχει και
άλλος λόγος για τον οποίο επιμένουν οι μορφές του παρελθόντος και
ταλαιπωρούν. Είναι ο αντιστρατευόμενος νόμος, κληρονομιά της αδαμιαίας
πτώσης, τον οποίο η παντοδύναμη Χάρη του Κυρίου μας θα καταργήσει και θα
χαρίσει με πατρική αγάπη και πλουσιοπάροχα, στους νόμιμους αθλητές το
βραβείο της «άνω κλήσεως». Αμήν.
Βατοπαιδινές Κατηχήσεις (Ψ.Β. 10)
ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ
Εκδότης: Ι.ΜΕΓΙΣΤΗ ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ
Χρονολογία Έκδοσης: 1999
ISBN: 9607735145
Διάθεση εκδόσεων Σταμούλη
€10,97
http://anavaseis.blogspot.gr/2009/12/5.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου