Ή
Τίμια Ελληνόπουλα
Συνήθεια
είναι εν καιρώ πολέμου να γίνεται καί επιστράτευση, αλλά
καί
να αγγαρεύουν κατά κάποιον τρόπο από τά πλησίον χωριά
τούς
χωρικούς γιά διάφορες μεταφορές. Είναι δε παρατηρημένο ότι όσοι πιστεύουν πολύ,
φυσικά ζούνε καί τίμια, χριστιανικά, καί τό
σώμα
τους τό τίμιο προστατεύεται από τά πυρά περισσότερο από
όταν
φορούσαν τιμιόξυλο.
Επίσης
όσοι πιστεύουν πολύ, έχουν καί πολλή καλοσύνη, δέχονται καί την θεϊκή δύναμη
καί θεϊκό θάρρος. Αυτοί ορμάνε επάνω στούς ενόχους, δεν τούς σκοτώνουν, τούς
πιάνουν ζωντανούς, αιχμάλωτους.
Βλέπει
κανείς ένα μικρό κουταβάκι να ορμάει στο θηρίο τόν λύκο, καί ό ένοχος λύκος να υποχωρεί,
πόσο μάλλον στο πλάσμα του, όταν βάρβαροι περνούν τά σύνορα μέ σκοπό να ατιμάσουν
καί να ρημάξουν. Ό λιγότερο λοιπόν πιστός έχει καί λιγότερη κακία, καί γιά να προφυλάξει
τόν εαυτό του τραυματίζει τόν εχθρό. Ό δε πολύ φοβιτσιάρης έχει καί την
περισσότερη κακία, γιατί δεν αρκείται στο να τόν τραυματίσει, άλλά χωρίς καν να
εξετάσει τί άνθρωπος είναι: έρχεται να παραδοθεί, είναι συνάδελφός του, είναι
χωρικός, αδειάζει όλες τίς σφαίρες του, γιατί τόν εαυτό του μόνο σκέφτεται, μην
τυχόν καί τόν πιάσουν.
Αυτοί
λοιπόν οι άπιστοι, οι δειλοί, έχουν καί άλλο χειρότερο κακό, πού δεν
συγκλονίζονται, δεν πονάνε γιά τούς διπλανούς των πού τραυματίζονται ή σκοτώνονται,
άλλά εάν βρουν ευκαιρία καί να αμαρτήσουν ακόμη επιδιώκουν, διότι φοβούνται
μήπως σκοτωθούν, καί δεν προλάβουν να γλεντήσουν, ένώ έπρεπε τουλάχιστον εν ώρα
κινδύνου να μετανοήσουν. Κάποτε λοιπόν εν καιρώ πολέμου είχαν αγγαρεύει
μερικούς χωρικούς μέ τά ζώα τους, όπως ανέφερα πιο πάνω, καί είχαν αποκλεισθεί
σ’ ένα ύψωμα από τά χιόνια. Οι μεν άνδρες κάτω από τά χιονισμένα έλατα έκαναν
κάτι υπόστεγα μέ κλωνάρια από έλατα, γιά να προφυλαχθούν από τό κρύο. Οι
γυναίκες αναγκάστηκαν να προστατευτούν από τούς γνωστούς ανθρώπους
συγχωριανούς.
Μια κοπέλα καί μια γριά ήταν από κάποιο μακρινό χωριό, αναγκάστηκαν
καί αυτές να μπουν σ’ ένα από αυτά τά ελάτινα υπόστεγα, άλλά δυστυχώς ένας σάν
κι αυτούς πού ανέφερα, πού καί εν καιρώ πολέμου δεν σκέφτονται να μετανοήσουν,
άλλά να αμαρτήσουν, την ενοχλούσε άσχημα, πού αναγκάστηκε να φύγη καί προτίμησε
να ξυλιάση, καί να πεθάνη ακόμη έξω στά χιόνια παρά να χάση την τιμή της. Βλέποντας
ή καημένη ή γριά την κοπέλα πού έφυγε, ακολούθησε καί αύτή τά ίχνη της, καί την
βρήκε 30 λεπτά μακριά έξω από ένα μικρό υπόστεγο ενός εξωκκλησιού τού Τιμίου
Προδρόμου. Ό Τίμιος Πρόδρομος ενδιαφέρθηκε γιά την τίμια κοπέλα καί την οδήγησε
στο εκκλησάκι του, χωρίς καν να τό ήξερε.
Καί στη συνέχεια τί έκανε ό Τίμιος
Πρόδρομος! Παρουσιάσθηκε στον ύπνο σ’ ένα στρατιώτη, καί τού είπε να πάη στο
έξωκκλήσι του τό συντομότερο. Σηκώνεται λοιπόν ό στρατιώτης καί ξεκινάει στήν
φωτισμένη νύχτα από τά χιόνια καί φθάνει στο εξωκκλήσι, ήξερε περίπου πού
είναι. Τί να δη όμως; Μια γριά καί μια κοπέλα καρφωμένες μέσα στο χιόνι μέχρι
τά γόνατα μελανιασμένες καί ξυλιασμένες από τό κρύο. Άνοιξε αμέσως τό
εκκλησάκι, μπήκαν μέσα καί συνήλθαν κάπως. Δεν είχε τίποτε να τούς προσφέρει ό
στρατιώτης παρά τό κασκόλ στη γριά καί από ένα γάντι στήν καθεμιά καί τίς είπε να
τ’ αλλάζουν στα χέρια. Τού διηγήθηκαν μετά τόν πειρασμό πού συνάντησαν. «Καλά»,
της λέει της κοπέλας, «πώς αποφάσισες να φύγεις μέσα στα χιόνια τή νύχτα καί σε
άγνωστο μέρος;».
Απήντησε: «Εγώ μόνο αυτό μπορούσα να κάνω καί πίστευα ότι ό
Χριστός θα μέ βοηθήσει από κει καί πέρα». Της λέει μετά ό στρατιώτης:
«Τελείωσαν πια τά βάσανά σας, τό βράδυ θα είσθε στα σπίτια σας. Ξεκίνησαν τά
ΛΟΜ. Ανοίγεται ό δρόμος καί τό πρωί θα είναι τά στρατιωτικά μεταγωγικά έδώ καί σεις
θα πάτε στα σπίτια σας» όπως καί έγινε. Μέ τά λόγια αυτά χάρηκαν πολύ καί
ζεστάθηκαν περισσότερο.
Τέτοιες
Ελληνοπούλες πρέπει να θαυμάζονται καί να επαινούνται πού είναι ντυμένες καί μέ
Θεία χάρη καί όχι οι απογυμνωμένες καί από Θεία χάρη.
*
Είναι γνωστό ότι ό στρατιώτης αυτός ήταν ό Άγιος Παΐσιος, όταν υπηρετούσε τή
θητεία του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου