"Είναι σπάνιες, εξ ου και ριζώνονται βαθιά στο ρουν της ιστορίας, περιπτώσεις όπου προσωπικότητες όπως ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, με τη παρουσία και τη δραστηριότητα τους, άφησαν βαθιά ίχνη στο κοινωνικό περιβάλλον. Καθόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι, απ’ τις πρώτες κιόλας επαφές, η εντύπωση που προκάλεσε στους ανθρώπους, στις κοινότητες των πιστών και σε όλη την κοινωνία, που τον τίμησε ως άνθρωπο του Θεού, ως άγιο. Ήταν διψασμένες οι ψυχές των ανθρώπων στην έρημο του Οθωμανικού σκοταδισμού κι εκείνος προσέφερε, απ’ την αστέρευτη πηγή της εν Χριστώ πίστεως, ψυχική παρηγοριά, κηρυκτική διδασκαλία ανανέωσης πνευματικής, υπομονής κι ελπίδος, ταυτοχρόνως όμως και μια προσέγγιση σε νέα διάσταση της ανάγκης για εφαρμοσμένη χριστιανική ηθική και κοινωνική αναγέννηση.
Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, εκτός του ότι υπήρξε ακάματος εργάτης του Ευαγγελίου, ήταν επίσης και παράδειγμα ανθρωπιστή διαφωτιστή σε μια περίοδο όπου, ακόμη και για τους Ορθόδοξους πληθυσμούς σε μεγάλες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η αξία του ανθρώπου ήταν σχεδόν αμελητέα. Ο Άγιος Κοσμάς, σε ένα κοινωνικό περιβάλλον εξουθενωμένο απ’ τον πολιτιστικό σκοταδισμό και τον μαζικό αναλφαβητισμό, που παρόλο τόσο κοντά με την Ευρώπη, ήταν απολύτως στερημένο απ’ τις εξελίξεις που συντελούνταν στο πεδίο της αναγέννησης του ανθρώπου, αφύπνισε ακριβώς το φως της προηγούμενης κατάστασης. Εάν θα γυρίζαμε πίσω στο χρόνο και στις συνθήκες που κυριαρχούσαν στις περιοχές που σήμερα συντελεί το σωτήριο πνευματικό της έργο η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας, εκεί όπου εκείνος ανέπτυξε το σημαντικότερο αλλά και δυσκολότερο κομμάτι της ιεραποστολής και επανευαγγελισμού του λαού του Θεού, θα μπορούσαμε και να επανεξετάσουμε – συλλάβουμε εκ νέου- και τη διάσταση της προσωπικότητας του Αγίου Κοσμά και της δυνάμεως του κηρύγματος του.
Ιδιαίτερα ισχυρά υπήρξε η επιρροή του Αγίου και μεταξύ των Ορθόδοξων κοινοτήτων που συμπεριλαμβάνονται στα όρια της πνευματικής υπευθυνότητας των Επισκοπών Δρυϊνουπόλεως και Αργυροκάστρου, Δελβίνου και Χιμάρας, που σήμερα βρίσκονται ενωμένες υπό τον τίτλο της Ιεράς Μητροπόλεως Αργυροκάστρου. Οι ανεξίτηλες εντυπώσεις έχουν παραμείνει αποτυπωμένες στην ιστορία μέσα από ενθυμίσεις αλλά και από τις γραπτές πηγές και υλικές αποδείξεις.
Στην πλειονότητα των κοινοτήτων που ο Άγιος Κοσμάς επισκέφθηκε, κήρυξε και τις παρότρυνε στην ενδυνάμωση της Ορθόδοξης πίστης, είναι ζωντανή η ανάμνηση του έως τις μέρες μας. Πολύ συχνά οι κάτοικοι διηγούνται με καμάρι τις ιστορίες και τα θαυμαστά γεγονότα που συνέβησαν στο χωριό ή την ενορία τους. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, μοιάζουν η μια με την άλλη, ανεξαρτήτως απ’ το σημείο που βρέθηκε ο Άγιος κι ίσως στη λαϊκή διήγηση να ενυπάρχει μια θεολογική σύγχυση, εκείνο όμως που μένει, είναι η περηφάνια και η ζωντανή μνήμη.
Όχι άσκοπα, απεναντίας, εξ άλλου ο Μητροπολίτης Αργυροκάστρου, μετά την κανονική ανασύσταση της Εκκλησίας μας και της εν λόγω Μητροπόλεως, ανακήρυξε τον Άγιο Κοσμά των Αιτωλό ως τον προστάτη άγιο της Μητροπόλεως, των ενοριών, των κοινοτήτων και των ιδρυμάτων της. Στη λήψη της απόφασης αυτής οδηγήθηκε, καθότι όσες φορές πηγαίνει σε χωριά και διάφορες πλατείες, σε διασταυρώσεις παραδοσιακών δρόμων και αλώνια, παντού μνημονεύουν τον άγιο Κοσμά.
Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, ο Μακαριώτατος κ. κ. Αναστάσιος, βαδίζοντας την πορεία και στα πνευματικά ίχνη της ιεραποστολής του αγίου Κοσμά, προίκισε αυτή τη Μητρόπολη με νέους ναούς αφιερωμένους που τιμώνται στη μνήμη Του. Ο ι. Ναός στην Τσαρσώβα της Πρεμετής, στη Λειβαδιά των Αγίων Σαράντα και στα Βρυσερά στη Δρόπολη, στο ετήσιο Πανηγύρι του, συγκεντρώνουν ακριβώς την ευλάβεια των ντόπιων πιστών στο πρόσωπο του αγίου Κοσμά. Εκτός αυτών, με την ίδια φροντίδα ανοικοδομήθηκε το παρεκκλήσι του Αγίου Κοσμά στο Μουρσί των Αγίων Σαράντα και αυτό στη Χιμάρα, πλησίον του ι. Ναού των Αγίων Πάντων.
Ας γυρίσουμε όμως εδώ στις περιοδείες του αγίου Κοσμά στις περιοχές της εν λόγω Μητροπόλεως. Τα δύο αυτά παρεκκλήσια αποτελούν μαρτυρία της τιμής που του αποδόθηκε σχεδόν αμέσως μετά τις επισκέψεις του σ’ αυτές τις περιοχές και πάρα πολύ πιο νωρίς απ’ τη στιγμή που το Οικουμενικό Πατριαρχείο προβεί στην επίσημη κατάταξη του στην τάξη των Αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η λαϊκή συνείδηση τον είχε θεωρήσει τέτοιον απ’ την πρώτη κιόλας στιγμή της επικοινωνίας. Μάλιστα, στο παρεκκλήσι του αγίου Κοσμά στη Χιμάρα διασώθηκε η πέτρινη επιγραφή που εντοιχίστηκε εκ νέου με την αναφορά στην ημερομηνία της συνάντησης του Αγίου στο μεγάλο αλώνι της Χιμάρας, δίπλα στο Κάστρο της, πολύ πιθανό να είναι και η περίοδος που αμέσως κτίστηκε το εκκλησάκι. Ωστόσο στο Μουρσί όταν το παρεκκλήσι που κτίστηκε στην πλατεία όπου ο Άγιος στάθηκε και κήρυξε, μετατράπηκε σε λαϊκό καφενείο στα χρόνια του διωγμού, μια πιστή γυναίκα, μακαρίτισσα πλέον, έσωσε κρύβοντας την εικόνα του Αγίου που σήμερα έχει τοποθετηθεί και πάλι στο εικονοστάσι.
Η συχνότητα με την οποία συναντούμε το όνομα Κοσμάς μεταξύ των πιστών αυτών των περιοχών, ερμηνεύεται επίσης με την τιμητική ανάμνηση του Αγίου, με την βαθύτατη εντύπωση που άφησε και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, γι αυτό και με καμάρι εξ άλλου βάζουν στη βάπτιση το όνομα αυτό στα παιδιά τους, ακόμη και μη βαπτίζοντας τα όπως συνέβη στις δύσκολες δεκαετίες της αθεϊστικής απαγόρευσης της θρησκευτικής πίστης. Και την περίοδο εκείνη, μετά τη φυσική παρουσία του Αγίου Κοσμά δίπλα στους πιστούς και τις Ορθόδοξες κοινότητες στις περιοχές που σήμερα αναφέρονται στην Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας, με σκοπό την ενίσχυση του ηθικού, της ελπίδας και της αντιστασιακής τους και σωτήριας υπομονής, διαθέτουμε τοιχογραφίες που έχουν εικονογραφηθεί σε ναούς και μοναστήρια ως εικόνες του Αγίου ή και συνθέσεις με θέμα τις λατρευτικές και κηρυκτικές συνάξεις του. Σ’ αυτό έχει εκδοθεί ολοκληρωμένη και λεπτομερή εργασία του φιλολόγου Μιχαήλ Χρ. Παντούλα απ’ τα Ιωάννινα. Το λεύκωμα που κυκλοφόρησε και η ημερίδα παρουσίας του που οργανώθηκε απ’ τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο στα Τίρανα και το Αργυρόκαστρο επιβεβαιώνει ακριβώς την απήχηση που ο Άγιος είχε πολύ πριν την επίσημη αγιοποίηση του. Στις δεκαετίες που ακολουθούν την παρουσία και τις περιοδείες του και δεδομένου ότι οι δύσκολες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, κατά συνέπεια και τα εμπόδια στην ελευθερία πίστεως και λατρείας, συνεχίζονταν για τους Ορθόδοξους πληθυσμούς υπό την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η αγιογράφηση τοιχογραφιών και φορητών εικόνων για τους ναούς και τα σπίτια των πιστών ήταν μια πολύ ξεκάθαρη ανάμνηση. Όχι μόνο του γεγονότος ότι από τόσο στενά είχαν γνωρίσει τον άγιο και το φλογερό του κήρυγμα, αλλά κυρίως ότι ήταν αποφασισμένοι να παραμείνουν πιστοί στην ανανέωση της πίστης που είχαν μαζί του υποσχεθεί: να βαδίσουν σταθερά στην πίστη των Πατέρων, στον Ιησού Χριστό, Κύριο και Θεό.
Εκτός των φορητών εικόνων τον Άγιο Κοσμά τον συναντάμε σε τοιχογραφίες ναών όπως: στην Αγία Παρασκευή στο Βραϊλάτες, στον Άγιο Νικόλαο στο Ζερβάτες, στην Αγία Μαρίνα στην Κουλουρίτσα, στην Κοίμηση της Θεοτόκου – Μονή στο Σκουταρά, Χιμάρας, στον ι. Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στους Δρυμάδες κ.α.
Τοιχογραφία με την σκηνή της υποδοχής απ’ τον Ηγούμενο και τους αδελφούς μοναχούς, όπως επίσης απ’ τον ευλαβή λαό της περιοχής είχε εφαμροστεί σε επιφάνεια της εξωτερικής πλευράς του νότιου τοίχους του καθολικού στην Ι. Μονή της Αγίας Τριάδας στην Πέπελη. Δεν μπόρεσε να σωθεί απ’ τους διωγμούς περίοδο κατά την οποία το Μοναστήρι μετατράπηκε σε στρατόπεδο των ενόπλων δυνάμεων της Αλβανίας, όπως επίσης και η τοιχογραφία στην εσωτερική πλευρά του νοτίου τοίχους στον ι. Ναό των Αγίων Πάντων στη Χιμάρα. Ο Μητροπολίτης Αργυροκάστρου φροντίζει εξ άλλου όπως γίνει αναπαράσταση αυτών με παρόμοιες αντιγραφές όπως έχουν διασωθεί από φωτογραφικό υλικό.
Ωστόσο, σχεδόν σε κάθε χωριό και ενορία όπου στάθηκε κατά την σωτήριο για την Ορθόδοξη πίστη περιοδεία του, η ανάμνηση του Αγίου Κοσμά διατηρείται έχοντας κτιστεί εκεί μικρά αφιερωματικά εικονίσματα. Μετά την περίοδο του αθεϊστικού διωγμού, οι πιστοί, με την ίδια πνευματική δίψα και ευλαβική αφοσίωση, γύρισαν και πάλι σ’ αυτά τα ιερά σημεία ξανακτίζοντας τα εικονίσματα ή τοποθετώντας μεγάλους σταυρούς σαν αυτούς που συνήθιζε να τοποθετεί ο Άγιο πριν προχωρήσει στο κήρυγμα, τα μνημονεύουν τα γεγονότα εκείνα και τελούνται ιερές ακολουθίες στην Γιορτή του Αγίου, την ημέρα της μαρτυρικής του κοίμησης, στις 24 Αυγούστου. Στο κέντρο του χωριού Βουλιαράτες, δίπλα στο κτίριο του σχολείου, εκεί όπου πριν υπήρχε ανεγερμένο κτίστηκε και πάλι το εικόνισμα, όπου ιδιαίτερα τιμούν οι πιστοί, εντοιχίστηκε εκ νέου και η γνήσια πέτρα με σκαλισμένη την επιγραφή «1777», έτος κατά το οποίο ο άγιος έμεινε και κήρυξε για τους πιστούς των Βουλιαρατών. Λίγο πιο νότια, στο χωριό Βόδριστα, επίσης, έναντι του κεντρικού ναού της ενορίας, των Ταξιαρχών, είναι το πέτρινο εικόνισμα καθώς κι ένα δέντρο που φυτεύτηκε σχετικά πρόσφατα απ’ τους πιστούς, διότι ακριβώς διαφυλάσσεται η μνήμη της στάσης του εκεί, κάτω απ’ τη σκιά ενός δρυός δέντρου που υπήρχε…»
Β Μέρος
Συνεχίζουμε στο χωριό Φράστανη, όπου ο Άγιος κήρυξε για τους πιστούς του, της Λιούγκαρης και της Γορίτσας σε μικρό αλώνι δίπλα στο παρεκκλήσι του Αγίου Βασιλείου. Είναι καταγεγραμμένο σε ιστορικές γραπτές πηγές ότι ο ξύλινος Σταυρός που είχε τοποθετήσει ο Άγιος, ανανεώνονταν όσες φορές ήταν απαραίτητο και υπήρχε εκεί έως την περίοδο του αθεϊστικού διωγμού. Πιο πέρα, βόρια, στην είσοδο του χωριού Τεριαχάτες, στην ανατολική πλευρά, διατηρείται ακόμη το αλώνι του Αγίου Κοσμά, όπως αποκαλούν μικρό λιβάδι όπου τους μίλησε λόγους πνευματικούς, παροτρυντικούς και υποστηρικτικούς στους πιστούς της Ενορίας του Αγίου Γεωργίου. Μετά την επάνοδο της ελευθερίας πίστεως ξανακτίστηκε εκεί το λυτό εικόνισμα εις ανάμνηση της σπουδαίας ευλογημένης ιστορικής συνάντησης. Μετά, στη Δούβιανη, όπου ο Άγιος έμεινε στο Μοναστήρι και κήρυξε στην πλατεία του χωριού, που αργότερα αναγνωρίζεται ως το αλώνι του Αγίου Κοσμά και που σήμερα υψώνεται Σταυρός στην ανάμνηση του. Στη Δερβιτσάνη, στο Παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, όπου είχαν συρρεύσει πλήθος πιστών και απ’ το Αργυρόκαστρο, επίσης είναι δυνατά ριζωμένη η ανάμνηση του κηρύγματος και η επιμονή των ανθρώπων ανεξαρτήτως ότι σκοτείνιαζε να παραμένουν και να μην απομακρύνονται.
Στη Δρόβιανη, όπου ο Άγιος καθώς φαίνεται βρήκε ιδιαίτερα φιλικό κοινωνικό περιβάλλον, για να μιλήσει και κυρίως κοινωνήσει τις φωτισμένες και φιλοπρόοδες απόψεις του, κτίστηκε ναός στον τόπο του κηρύγματος, που αφιερώθηκε στον Άγιο Δημήτριο, ως αφορμή μάλιστα να ενωθούν οι συνοικισμοί της κωμόπολης. Κι επίσης σ’ αυτό το σημείο λειτούργησε το σχολείο, γεγονός που συνεχίζουν να το θυμούνται και μνημονεύουν γενιά με γενιά στο χωριό αλλά και τη γύρω περιοχή. Ενώ στη διασταύρωση των δρόμων απ’ το Κρα (επίσης έμεινε και κήρυξε) προς Δρόβιανη, όπου στάθηκε να ξεκουραστεί ο Άγιος, υπήρχε εικόνισμα που οι πιστοί φρόντισαν και ανέγειραν και πάλι πολύ νωρίς μετά τους διωγμούς.
Από ιστορικά έγγραφα, κώδικες και χρονικά της εποχής, είναι καλά καταγεγραμμένη η συγκλονιστική συνάντηση από πνευματικό βάθος και συναίσθημα, με τον Επίσκοπο της εποχής εκείνης, Δελβίνου και Χιμάρας, Ιωαννίκιο. Ο Άγιος Κοσμάς, θερμά φιλοξενούμενος, έμεινε στο Επισκοπείο για δύο μέρες και συζήτησαν ζητήματα πνευματικά, την κατάσταση που είχε περιέλθει το ποίμνιο των πιστών και ειδικά την επιδημία του εξισλαμισμού των χριστιανικών πληθυσμών. Ο Άγιος έλαβε την ευλογία να κηρύξει στις περιοχές της πνευματικής και διοικητικής αρμοδιότητας του Επισκόπου Δελβίνου.
Απ’ τις πιο ζωντανές και συγκινητικές αναμνήσεις παραμένει η πρωτοβουλία του Αγίου Κοσμά για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, για την ίδρυση σχολείων, και πιο γενικά, τη φροντίδα για την ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου των πιστών των Ορθοδόξων κοινοτήτων. Τούτο αποτελεί στην ουσία και την διαθήκη και κληρονομιά της κοινωνικής παρέμβασης του Αγίου, της τελικής συγκεκριμενοποίησης της συμβολής της Εκκλησίας στην χειραφέτηση του ανθρώπου. Ο Άγιος Κοσμάς συνέδεσε τη φροντίδα για παιδεία και γνώση με το Ευαγγέλιο, προσδίδοντας ιερά διάσταση στην προσπάθεια του για σχολεία και εκπαίδευση. Απ’ τη μια πλευρά, θα έπρεπε να ιδρυθούν σχολεία, να βρεθούν τα απαραίτητα οικονομικά μέσα, και, απ’ την άλλη πλευρά να αφυπνιστεί το ενδιαφέρον των κατοίκων, οι οποίοι είχαν σχεδόν αγριέψει και είχαν συμβιβαστεί με την ιδέα ότι η παιδεία δεν είναι στοιχείο απαραίτητο γι αυτούς και τα τέκνα τους. Η επιρροή του κηρύγματος του Αγίου στα πλήθη, μάλιστα και στις μοναστικές αδελφότητες και τους κληρικούς, καθώς και τις κοινότητες των πιστών, μετατράπηκε σε ισχυρά κινητήριος δύναμη. Έχουν διασωθεί οι επιστολές που ο Άγιος Κοσμάς έστελνε στους πιστούς, δημογεροντίες (εκκλησιαστικά συμβούλια), κληρικούς στη Δρόβιανη. τη Χιμάρα, της Μουζίνα, το Σιρακάτες, τη Δούβιανη, το Κρα κ.α., αφού έφευγε από κει, και με σκοπό να τους παροτρύνει και υπενθυμίσει να παραμείνουν συνεπείς στην υπόσχεση που του είχαν δώσει ώστε να κρατήσουν ζωντανά τα σχολεία που ιδρύθηκαν κατά την περιοδεία του και να τα στηρίξουν με τα οικονομικά μέσα και ανθρώπινους κόπους.
Η προσεκτική ανάγνωση των σημειώσεων που διασώθηκαν, των κωδίκων των μοναστηριών και ενοριών, μαρτυρούν ότι είναι ισχυρά, μάλιστα με τη μορφή εντολής, «η σύμβαση» που συνάφθηκε κατά το πέρασμα του Αγίου σ’ αυτές, ώστε να δαπανούν μέρος των εισπράξεων και οικονομικών τους πόρων για τα σχολεία. Τα σχολεία αυτά επιβίωσαν και αργότερα με τη στήριξη και άλλων ευεργετών και κατά την εξέλιξη τους, διασφάλισαν για τις Ορθόδοξες κοινότητες το σπουδαίο προνόμιο ώστε να είναι στην πρωτοπορία για το εκπαιδευτικό και πολιτιστικό τους επίπεδο, σε όλη την κοινωνία της χώρας. Αυτό δεν οφείλεται σε λόγους γενετικούς ή μεταφυσικούς, αλλά στο γεγονός ότι συσσωρεύτηκε, μάλιστα σε μια διάσταση απορρέουσα απ’ την πίστη, εμπειρία πλούσια στην οργάνωση σχολείων δίπλα στις ενορίες και της υποχρέωσης των γονέων ώστε να εκπαιδεύσουν τα παιδιά τους.
Οι σημειώσεις για τα λογιστικά των ταμείων, τα έσοδα και έξοδα του Μοναστηριού της Παναγίας στο Δρυϊάνο, της Γέννησης της Θεοτόκου στη Δούβιανη, της Αγίας Τριάδας στην Πέπελημ των Ενοριών της Δρόβιανης, της Χιμάρας κ.α., βεβαιώνουν με τον καλύτερο τρόπο το γεγονός ότι και πολλές δεκαετίες μετά το πέρασμα του Αγίου σ’ αυτά τα μέρη, το μερίδιο που τους αναλογούσε για την αμοιβή δασκάλων, δωμάτιο διαμονής τους, εξόδων για βιβλία ή οικονομική υποστήριξη των μαθητών, φιλοξενία τους σε διπλανά με το σχολείο οικίες, έβγαινε με συνέπεια απ’ το παγκάρι, εμβάσματα των πιστών ή και από έσοδα από τις γαίες, το νερόμυλο, τις νεροτρουβιές κ.α. που ανήκαν ιδιοκτησιακά στα μοναστήρια.
Η συγγραφή των ελάχιστων τούτων γραμμών δεν είναι ζήτημα ιστορικής νοσταλγίας και ούτε για αβάσιμο καύχημα για το ιστορικό γεγονός ότι οι περιοχές αυτές ευλογήθηκαν και αγιάστηκαν απ’ το φωτισμένο κήρυγμα του Αγίου Κοσμά. Στην πραγματικότητα, αποτελούν υπενθύμιση του χρέους ώστε να είμαστε συνεπείς στην διδασκαλία του, για αφοσίωση με όλη την καρδιά και τη διάνοια στον Κύριο μας και Θεό Ιησού Χριστό. Για περισσότερη αγάπη, που αποτελεί το θεμέλιο του κηρύγματος του και της κατανοητής ερμηνείας του σωτήριου Ευαγγελίου από πλευράς του. Για περισσότερη μετάνοια στην καθημερινή μας ζωή. Για πιο φλογερή θέληση συμμετοχής στη λατρεία του Τριαδικού Θεού.
Όλα τούτα, ως άξιος συνεχιστής στις νέες κοινωνικές συνθήκες, μας τα διδάσκει με τρόπο μοναδικό, την ίδια αξιοσύνη και συνοχή, ο νέος ιεραπόστολος, ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος. Συχνά οι ευλογημένες περιοδείες του στα πλαίσια της ιεραποστολής, στα πρώτα χρόνια ειδικά, της έλευσης του στην Αλβανία, ακολούθησαν ακριβώς τα ίχνη όπου περπάτησε και κήρυξε ο Άγιος Κοσμάς. Γι αυτό και η μνήμη του όχι απλά διαιωνίστηκε, αλλά ανανεώθηκε και αναζωογονήθηκε".
(Το κείμενο είναι του Ορφέα Μπέτση. Γράφτηκε πρωτογενής στην Αλβανική για το περιοδικό επιστημονικής έρευνας «ΚΕRKIM» (Αναζήτηση) που εκδίδεται υπό την μέριμνα του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου. Τεύχος 17ο – αφιερωμένο στα 240 χρόνια απ’ τον μαρτυρικό θάνατο του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου