Απόδοσις της εορτής της αποτομής της τιμίας κεφαλής Ιωάννου του Προδρόμου
άγιος Αλέξανδρος του Σβίρ (1533)
Αλέξανδρος (337), Παυλος Γ΄ (693), Ιωάννης Η΄ ο Ξιφιλίνος (1075) αρχιεπίσκοποι Κωνσταντινουπόλεως
16 Θηβαίοι μάρτυρες στις Θήβες Αιγύπτου
αββάς Σαρματάς ερημίτης στην Αίγυπτο (4ος αι.)
Φαντίνος ο Καλαβρός (9ος αι.)
Βρυαίνη, μητέρα αγιου Φαντίνου του Καλαβρού, στην Calabria Ιταλίας (9ος αι.)
Αγγελίνα/Αγγελική Μπράνκοβιτς, η επικαλούμενη “Μητέρα Αγγελίνα”, πριγκίπισσα Σερβίας, μοναχή και ιδρύτρια Μονής στο Κρουσεντόλ Σερβίας, σύζυγος αγίου Στεφάνου Μπράνκοβιτς (1446)
Θεοφύλακτος ιερέας δια Χριστόν σαλός της μονής Αγίας Σκέπης Μιχαϊλόφ του Ρυαζάν (1779 – 1841)
Ανακομιδή ιερών λειψάνων του Αγίου Αλεξάνδρου «Νιέφσκι» (23/11, 1263)
Εορτάζουν στις 30 Αυγούστου
Στίχ. Ήκει καταπτάς Άγγελος Θεού Λόγου,
Λέγων· έγειραι Σαρματά χαίρων έπου
Στίχοι.
Ζη εν Χριστώ Αλέξανδρος Σβιρ ο μέγας,
Ώσπερ μαρτυρεί σκήνος αυτού μεγάλως.
α’ . Είπε ο Αββάς Σαρματάς: «Προτιμώ άνθρωπο αμαρτωλό αν ξέρη ότι αμάρτησε και μετανοή, από άνθρωπο αναμάρτητο οπού έχει την ιδέα ότι κάνει το θέλημα του Θεού».
β’ . Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Σαρματά, λέγοντας: «Οι λογισμοί μου λέγουν: Μη εργασθής, αλλά φάγε, πιες, κοιμήσου». Του λέγει ο γέρων: «Όταν πεινάς, φάγε. Όταν διψάς, πιες. Όταν νυστάξης, κοιμήσου». Άλλος δε γέρων συνέβη να έλθη στον αδελφό. Και του ανέφερε ο αδελφός τί του είχε πη ο Αββάς Σαρματάς. Του λέγει λοιπόν ο γέρων: «Αυτό εννοούσε ο Αββάς Σαρματάς: Όταν πεινάς πολύ και διψάς ανυπόφορα, φάγε τότε και πιες. Και όταν αγρυπνήσης υπερβολικά και νυστάξης, κοιμήσου. Αυτό είναι οπού σου έλεγε ο γέρων».
Έλεγαν με θαυμασμό οι αδελφοί στη σκήτη γιά τον Άββα Σαρματα, πώς τόσο πολύ είχε υποτάξει τον ΰπνο με τη διαρκή εγκράτεια, πού όταν του έλεγε, έλα, ερχόταν, κι’ όταν πάλι του έλεγε να φύγη, έφευγε.
***
Ρωτήθηκε ένας Γέροντας: «Γιατί δεν μπορώ να κατοικήσω μαζί με άλλους αδελφούς;» Κι εκείνος είπε: «Γιατί δεν φοβάσαι τον Θεό. Αν θυμόσουν αυτά που λέει η αγία Γραφή ότι στα Σόδομα σώθηκε ο Λώτ, επειδή δεν κατέκρινε κανένα (Γεν. 19,1-23• πρβλ. Β’ Πετρ. 2,6-8) και εσύ θα έβαζες τον εαυτό σου να κατοικήσει και σε θηρία ανάμεσα ».
Ο ευλογημένος Θεοφύλακτος ο δια Χριστόν σαλός του Ρυαζάν σε όλη του τη ζωή εποίησε την εντολή του Σωτήρα: «Ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν», (Ματθαίος 6:33).
***
Άγιος Αλέξανδρος του Σβίρ,
Άνθρωπος θείων επιθυμιών
Όλους εκείνους που ήθελαν να τον ακολουθήσουν τους παρηγορούσε με γλυκειά διδασκαλία και τους ενδυνάμωνε στους ασκητικούς αγώνες με χείλη που αντλούσαν την διδασκαλία από το Άγιο Πνεύμα, λέγοντας:
-Αδελφοί, μην φοβάστε την οδυνηρή εγκράτεια και τον αγώνα της νηστείας, ούτε τον έρημο αυτό τόπο και την στενή και τεθλιμμένη ζωή. Οι αγώνές μας, η σωματική άσκηση, η στερημένη ζωή, η συγκράτηση των επιθυμιών και ο,τιδήποτε άλλο οδυνηρό πάσχουμε για τον Θεό, όπως επίσης και η αγάπη, η μετάνοια, τα δάκρυα και η εξομολόγηση των αμαρτιών μας, μας προπαρασκευάζουν για να απολαύσουμε τα μέλλοντα εκείνα αγαθά.
Εκείνοι ακούγοντας την διδασκαλία του αισθάνονταν αγαλλίαση και αγωνίζονταν με ζήλο ανάλογα με την δύναμή τους. Και ο αριθμός των αδελφών αυξάνονταν και ο καθένας ζούσε χωριστά από τους άλλους με σιωπή, ακολουθώντας το παράδειγμα του καλού τους ποιμένα και διδασκάλου.
Μετά από λίγο καιρό, ο Ανδρέας Ζαβαλίσιν, ήρθε πάλι στον Όσιο Αλέξανδρο μαζί με τα παιδιά του. Έφερε ένα φορτίο με ψωμί, σίκαλη και κριθάρι και ζήτησε την ευλογία του και τις προσευχές του. Ο Όσιος τον ευλόγησε και πριν τον αφήσει να φύγει είχε μαζί του μία συζήτηση πνευματικής οικοδομής. Μετά κάλεσε όλους μαζί τους αδελφούς, τους έδειξε όλα όσα τους είχαν φέρει και είπε:
–Κοιτάξτε αδελφοί μου, πως φροντίζει ο Θεός για όλους εμάς τους δούλους Του, που ζούμε σε αυτή την έρημο. Δεν ξέχασε εμάς τους φτωχούς, και να είστε βέβαιοι ότι δεν θα περιφρονήσει ποτέ αυτόν τον τόπο, και εκείνους που ζούν εδώ και τον υπηρετούν πιστά.
Από τότε ο Όσιος άρχισε να κόβει ξύλα, να οργώνει την γη και να σπέρνει, να τρέφεται από τους κόπους του, να τροφοδοτεί τους φτωχούς και τους ταξιδιώτες και ελεεί γενναιόδωρα αυτούς που του το ζητούσαν. Και όσο έδινε εκείνος, τόσο τα πλήθυνε ο Θεός, γιατί ήθελε να δοξάσει τον Όσιό Του.
Ο Όσιος Αλέξανδρος όμως αγαπούσε την ησυχία και ήθελε να ζήσει σε αυτήν όλες τις μέρες της ζωής του. Για αυτό προσευχόταν όλο και περισσότερο στον Θεό, να τον ελευθερώσει από κάθε απάτη του εχθρού. Κάποτε, που είχε απομακρυνθεί από την καλύβα του και όπως το συνήθιζε προσευχόταν μερικές ώρες συνέχεια, ξαφνικά, εμφανίστηκε πάλι ο Άγγελος Κυρίου, και του είπε:
-Αλέξανδρε, όπως σου είπα την
προηγούμενη φορά, φτιάξε μία εκκλησία, συγκέντρωσε αδελφούς και ίδρυσε
Μοναστήρι, γιατί πολλοί που επιζητούν να σωθούν θα έρθουν σε σένα και
πρέπει να τους οδηγήσεις εις οδόν σωτηρίας.
Και λέγοντας αυτά ο Άγγελος, έγινε και πάλι άφαντος.
***
“Ο Όσιος Αλέξανδρος του Σβιρ μία νύκτα προσηύχετο στην καλύβη του. Ξαφνικά, ένα δυνατό φως έλαμψε και ο Άγιος είδε Τρεις Άνδρας, ενδεδυμένους απαστράπτοντας λευκούς χιτώνας, οι Οποίοι τον επλησίαζαν. Έκλαμπροι με ουράνια δόξα, φεγγοβολούσαν με καθαρή λαμπρότητα υπέρ τον ήλιον! Ο κάθε Ένας από Αυτούς κρατούσε στο χέρι Του σκήπτρο! Ο Άγιος έπεσε κάτω με τρόμο και όταν συνήλθε, έβαλε βαθειά μετάνοια έως εδάφους. Ανασηκώνοντάς τον ΑΠΟ ΤΟ ΧΕΡΙ οι Άνδρες του είπαν: “Έχε πίστιν, ευλογημένε, και μη φοβήσαι, άνθρωπε θείων επιθυμιών, γιατί το Άγιο Πνεύμα ευαρεστήθηκε να κατοικήσει σε σένα για την αγνότητα της καρδιάς σου”! Είπαν στον Άγιο να κτίση μία εκκλησία και μία μονή. Ο Άγιος έπεσε διαμαρτυρόμενος για την αναξιότητά του, όμως ο Κύριος τον ΑΝΑΣΗΚΩΣΕ και του παρήγγειλε να εκπληρώση τις εντολές. Ο Άγιος ερώτησε σε ποιο όνομα θα έπρεπε να αφιερωθή ο ναός. Ο Κύριος του είπε: “Αγαπημένε, όπως βλέπεις σου ομιλεί ο Ένας σε Τρία Πρόσωπα, γι’ αυτό να κατασκευάσης τον ναό στο Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, της Ομοουσίου Τριάδος. Σου αφήνω την ειρήνη Μου και η ειρήνη Μου πού σου χαρίζω θα είναι μαζί σου”.
***
Κάποτε, που πλησίαζε η γιορτή της Υπεραγίας Τριάδος, εκείνοι που ήταν εντεταλμένοι να προετοιμάσουν τα απαραίτητα για τους προσκυνητές, διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε νερό. Ο κελλάρης, που ονομαζόταν Ρωμανός, πήγε στον Όσιο Αλέξανδρο να τον πληροφορήσει σχετικά, ώστε να διατάξει μερικούς από τους αδελφούς που δεν ήταν απασχολημένοι, για να κουβαλήσουν νερό. Ο Όσιος όμως σηκώθηκε αμέσως και άρχισε μόνος του να κουβαλάει νερό στην κουζίνα από την λίμνη. Ένας από τους αδελφούς που είδε τον Όσιο να κουβαλάει νερό, πήγε γρήγορα και ειδοποίησε τους άνεργους μοναχούς, και εκείνοι έτρεξαν, του ζήτησαν συγγνώμη και άρχισαν να μεταφέρουν όσο νερό τους χρειαζόταν.
Άλλοτε πάλι που δεν υπήρχαν καυσόξυλα στην κουζίνα για το μαγείρεμα και ο κελλάρης τον ειδοποίησε για να διατάξει κάποιον από τους άνεργους αδελφούς να φροντίσει για την προμήθειά τους, μόλις τον άκουσε ο Όσιος, επειδή είχε στείλει τους αδελφούς σε κάποιο διακόνημα, απάντησε:
-Αδελφέ, εγώ είμαι άνεργος.
Μετά, πήρε ένα τσεκούρι και άρχισε να κόβει ξύλα. Μερικοί από τους αδελφούς όμως, είδαν από τα κελλιά τους τον Όσιο να κόβει ξύλα και έσπευσαν με τσεκούρια για να κόψουν εκείνοι όσα τους χρειάζονταν.
Μερικές φορές ο Όσιος πήγαινε την νύχτα στο εργαστήρι όπου οι αδελφοί άλεθαν σιτάρι και ενώ εκείνοι κοιμόνταν, έβλεπε το μερίδιο του σιταριού που υπήρχε για κάποιον αδελφό, το έπαιρνε, το άλεθε, το τοποθετούσε στην ίδια θέση και μετά γύριζε στο κελλί του. Και αυτό ο Όσιος το έκανε πολλές φορές. Γιατί είχε βάλει κανόνα στους αδελφούς να αλέθει ο καθένας τους το μερίδιό του την νύκτα, πριν την πρωινή ψαλμωδία και μετά άρχιζαν τους ψαλμούς· μετά πήγαινε καθένας στο διατεταγμένο διακόνημά του και συγκεντρώνονταν πάλι για να διαβάσουν τις Ώρες, να ακούσουν την Θεία Λειτουργία και στην συνέχεια άρχιζαν πάλι την δουλειά τους. Εργαζόμενοι έτσι κάθε μέρα παρέμεναν στην αγάπη και τον φόβο του Θεού, αμιλλώμενοι σε όλα τον πνευματικό τους πατέρα και διδάσκαλο. Και εκείνος σαν πραγματικός ποιμένας, ήταν για αυτούς υπόδειγμα σε όλες τις αρετές, γιατί είχε πραγματική ταπείνωση και μεγάλη πραότητα, μιμούμενος σε όλα τον Αρχιποίμενα Χριστό. Θεωρούσε τον εαυτό του ελαχιστότερο από όλους και υπέφερε όλες τις θλίψεις με πραότητα. Έφτανε πρώτος από όλους στην Εκκλησία και έφευγε τελευταίος. Δεν κοιμήθηκε ποτέ σε στρώμα, ούτε έπλυνε ποτέ με νερό το σώμά του, παρά μόνο τα χέρια του. Το ράσο του ήταν απλό, σκληρό και μπαλωμένο. Και πολλοί που τον έβλεπαν έτσι ατιμέλητα ντυμένο τον μέμφονταν απερίσκεπτα και τον βρίζανε, ο Όσιος όμως δεχόταν κάθε ύβρη με χαρά.
***
Στην έρημο αυτή ο Όσιος είχε έρθει με την επιθυμία να ζήσει μόνος του στην ησυχία.
Όταν όμως με την Πρόνοια του Παντεπόπτου
Θεού οι αδελφοί που ο Θεός εξέλεξε αυξήθηκαν και η αδελφότητα μεγάλωσε,
διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε κοντά στο Μοναστήρι κατάλληλος τόπος για να
χτιστεί ένας μύλος, που ήταν απαραίτητος, γιατί την εποχή του θερισμού,
οι μοναχοί άλεθαν το σιτάρι με τα χέρια τους. Για αυτό τον λόγο μερικοί
από τους αδελφούς μουρμούριζαν εναντίον του Οσίου ότι τους έλειπε η
προνοητικότητα και φορτώθηκαν με τόσο πολλή δουλειά. Ο Όσιος τους
απάντησε με πραότητα:
–Αδελφοί, εγώ ήθελα να ζήσω μόνος
μου σε αυτή την έρημο με ησυχία, αλλά ευδοκία Θεού ήταν να χτίσω
Μοναστήρι προς δόξα Του. Για αυτό σας παρακαλώ· ασχοληθείτε με την
προσευχή σας, μην απελπίζεστε και ας αφήσουμε τον Θεό να φροντίσει για
μας.
Κάτω από το Μοναστήρι υπήρχε μία βαθιά
λίμνη με αρκετό νερό. Πιο ψηλά στο βουνό υπήρχε μία άλλη λίμνη, η οποία
επίσης είχε πολύ νερό, και δεν απείχε πολύ από το Μοναστήρι. Η απόσταση
μεταξύ των δύο λιμνών ήταν περίπου μισό χιλιόμετρο.
Ενώ όμως έσκαβαν, ξαφνικά το νερό όρμησε με
μεγάλο θόρυβο και πλαταγισμό και άρχισε να κατέρχεται από την επάνω
λίμνη προς την κάτω με μεγάλη ορμή, σαν να επρόκειτο να σχηματίσει μία
μεγάλη λίμνη ακριβώς μπροστά από το Μοναστήρι. Ο Όσιος και οι αδελφοί
που είδαν την ασυνήθιστη ορμητικότητα του νερού, νόμισαν ότι το
Μοναστήρι θα παρασυρθεί. Και πέφτοντας στα γόνατά του ο Όσιος άρχισε να
προσεύχεται στον Θεό.
Μετά επικαλέσθηκε με μεγάλη φωνή το όνομα
του Χριστού, έκανε με το δεξί του χέρι το σημείο του σταυρού πάνω στα
ορμητικά νερά, και ξαφνικά το νερό σταμάτησε. Οι αδελφοί και όλοι όσοι
είδαν το θαύμα αυτό χάρηκαν υπερβολικά και δόξασαν τον Θεό που έδωσε
χάρη στον Όσιό Του για να κάνει ένα τόσο εκπληκτικό θαύμα· και μετά
έκτισαν στο ποταμάκι αυτό ένα μύλο για να εξυπηρετήσει τους αδελφούς και
τις ανάγκες του Μοναστηριού.
Ο όσιος συνήθιζε να τους λέει τις εξής παραινέσεις:
-Σε μας αδελφοί που καλούμαστε μοναχοί, αρμόζει να κλαίμε πάντα για τις αμαρτίες μας και να προσφέρουμε πραγματική μετάνοια στον Κύριο και Θεό μας, ο Οποίος είναι Παντοδύναμος, για να μας καθαρίσει από τις αμαρτίες μας. Δεν υπάρχει αμαρτία που να νικήσει την αγάπη του Θεού για το ανθρώπινο γένος. Για αυτό αδελφοί, ας πέφτουμε συχνά στα πόδια Του με δάκρυα και ας εξομολογούμεθα σε Αυτόν τις αμαρτίες μας και Εκείνος θα μας σώσει με σωτηρία αιώνια. Η μετάνοια είναι ο δρόμος και το κλειδί χωρίς τα οποία κανένας δεν μπορεί να μπεί στην Βασιλεία των Ουρανών. Ας ακολουθήσουμε αυτόν τον δρόμο αδελφοί. Γιατί ο δρόμος αυτός τώρα, σε αυτή την πρόσκαιρη ζωή, είναι στενός και τεθλιμμένος, αργότερα όμως, στην ατελεύτητη μέλλουσα ζωή, θα είναι πλούσιος και οι ανταποδόσεις του ανέκφραστες.
***
Κατά το 1522, 40 χρόνια από τότε που ο Όσιος είχε έρθει στην έρημο, κάποιος άνθρωπος που ονομαζόταν Δανιήλ αρρώστησε ξαφνικά από μία φοβερή αρρώστια. Ήταν ευλαβής, είχε φόβο Θεού και ήταν πνευματικό παιδί αλλά ευεργέτης του Οσίου Αλεξάνδρου · κατοικούσε κάπου 20 μίλα μακριά από το Μοναστήρι. Η αρρώστιά του χειροτέρευε και για 7 μέρες ήταν σαν νεκρός. Την 8η μέρα κινήθηκε λίγο στο κρεββάτι του, άρχισε να μουγκρίζει και ήταν τρομοκρατημένος, αλλά δεν μπορούσε να πεί τίποτα και παρέμεινε έτσι άλλες 8 μέρες και μετά άρχισε να μιλάει και να λέει σε αυτούς που ήταν κοντά του:
-Την 7η νύκτα της φοβερής αρρώστιάς μου ήρθαν δύο Άγγελοι για να πάρουν την ψυχή μου, αλλά μία φωνή από ψηλά τους απαγόρευσε να την πάρουν. Εγώ τότε άρχισα να τους παρακαλώ· Άγιοι Άγγελοι του Θεού, ελεήστέ με και δείξτέ μου που βρίσκεται ο Όσιος πατέρας και διδάσκαλός μας Αλέξανδρος και σε ποια θέση έχει προετοιμαστεί η αιώνια κατοικία του. Και εκείνοι για να μην λυπηθώ, με μετέφεραν ανατολικά, σε ένα λαμπρό και ένδοξο τόπο, γεμάτο από κάθε χαρά και ευωδία και εκεί μου έδειξαν τα ενδιαιτήματα που έχει προετοιμάσει ο Θεός για πολλούς Αγίους. Και πάλι οι Άγιοι Άγγελοι με πήραν από εκεί και με μετέφεραν σε έναν άλλο λαμπρότατο και ωραιότατο τόπο, γεμάτο από όλα τα αγαθά, που είναι αδύνατον να εκφραστούν με λόγια. Και στην μέση αυτών των θαυμασίων πραγμάτων είδα μία περίφημη πόλη, φτιαγμένη από καθαρό χρυσό και πολύτιμες πέτρες και μέσα σε αυτή άνθρωποι με φτερά έψαλαν γλυκύτατους ύμνους, και η χαρά και η αγαλλίαση ήταν ανέκφραστες. Οι Άγγελοι με οδήγησαν σε αυτή την μεγάλη χαρά και την λαμπρή πόλη. Και ξαφνικά, στην μέση αυτής της πόλης, είδα τον όσιο πατέρα και διδάσκαλό μας Αλέξανδρο να κάθεται σε έναν θρόνο με μεγάλη δόξα. στο κεφάλι του ήταν ένα στεφάνι από χρυσό, στολισμένο με πολύτιμες πέτρες και διάφορα λουλούδια, το πρόσωπό του έλαμπε σαν τον ήλιο και τα ρούχά του ήταν σαν καλλικέλαδα αηδόνια, και τα ρούχα τους ήταν επίσης λευκά σαν το φως. Εγώ όταν τον είδα να κάθεται σε τέτοια δόξα, είχα κυριευτεί από τρόμο και χαρά μαζί. Τον πλησίασα με φόβο, του έβαλα εδαφιαία μετάνοια και είπα· Ευλόγησέ με Άγιε Πατέρα και πνευματικέ μου διδάσκαλε.. και εκείνος με κοίταξε, με ευλόγησε και είπε: Είθε ο Θεός να σε ευλογήσει παιδί μου Δανιήλ. Τι ήρθες να ζητήσεις εδώ; Εγώ του απάντησα: Θα ήθελα και εγώ να μείνω εδώ, εάν μου δείξεις το έλεός σου Άγιε Πατέρα. Εκείνος μου αποκρίθηκε: Εάν θέλεις να έρθεις εδώ, πήγαινε πίσω και αγωνίσου ασκητικά. Τότε οι Άγγελοι με πήραν πάλι και με έφεραν σε κάποιον τόπο, στην όχθη ενός ποταμού που είναι κοντά στο χωριό μου. Εκεί μου έδειξαν μία νέα εκκλησία και μετά έγιναν άφαντοι. Και εγώ βρέθηκα πάλι στο κρεββάτι μου.
Όταν ο Κύριος ανακούφισε τον Δανιήλ από
την αρρώστιά του, ήρθε στο Μοναστήρι και διηγήθηκε στον Όσιο με
λεπτομέρειες αυτά που είχε δεί. Ο Όσιος Αλέξανδρος, όταν άκουσε αυτά
χαμογέλασε λίγο και μετά ξέσπασε σε δάκρυα και του είπε:
-Παιδί μου Δανιήλ, πραγματικά είδες έναν
άγιο Άγγελο που εμφανίστηκε με την μορφή μου, εγώ όμως είμαι αμαρτωλός.
Πως μπορώ να λάβω ένα τέτοιο δώρο από τον Θεό σαν και αυτά που έχει
ετοιμάσει για τους Αγίους Του; Σε παρακαλώ παιδί μου, όσο ζω να τα
κρατήσεις μυστικά όσα είδες.
Ο Δανιήλ πήρε την ευλογία του Οσίου και
γύρισε στο σπίτι του χαρούμενος και δοξολογώντας τον Θεό που δόξασε τον
Άγιό Του. Και στην θέση που τον άφησαν οι Άγγελοι, έχτισε μία εκκλησία
στο όνομα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, στο σχήμα που του είχαν
δείξει τότε. Το όραμα αυτό έλαβε χώρα πριν την κοίμηση του Οσίου.
Έναν
χρόνο πριν αναχωρήσει από την πρόσκαιρη αυτή ζωή για την αιώνια,
προβλέποντας με το Πανάγιο Πνεύμα την επικείμενη κοίμησή του, κάλεσε
όλους τους αδελφούς και τους είπε:
-Να λοιπόν αδελφοί μου, το τέλος της ζωής
μου πλησιάζει και η αναχώρησή μου από αυτόν τον κόσμο είναι πολύ κοντά.
Σας παραδίδω στα χέρια του Θεού και της Παναγίας Μητέρας Του. Είθε να
σας διατηρήσει και να σας στερεώσει στην αγάπη Του· και είθε η πάναγνη
Μητέρα του Θεού, με την ευπαρρησίαστη και υπέροχη μεσιτεία Της, να σας
ελευθερώσει από όλες τις επιθέσεις των ορατών και αοράτων εχθρών.
Όταν πάλι πλησίασε ο καιρός για την
αποδημία του προς τον Κύριο, συμβούλευσε πολύ τους αδελφούς για την
πνευματική προκοπή τους και κατάληξε:
–Ο
καιρός της αποδημίας μου έφτασε. Σας εμπιστεύομαι στον Παντοδύναμο Θεό
και την Παναγία Μητέρα Του. Είθε Αυτή να γίνει Καταφυγή σας και Τείχος
σε όλες τις επιθέσεις και τις προσβολές του εχθρού.
-Αγαπητοί μου αδελφοί, σας παρακαλώ, μετά την κοίμησή μου, να δέσετε το αμαρτωλό σώμά μου από τα πόδια με ένα σχοινί, να το ρίξετε στην μέση του βάλτου, και εκεί, αφού το αποθέσετε πάνω στα βρύα, να το τσαλαπατήσετε με τα πόδια σας.
Ο Όσιος, έζησε συνολικά 85 χρόνια και αναπαύτηκε στις 30 Αυγούστου του 1533. Το θαυμαστό άφθαρτο λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου Σβιρ
ανακομίσθηκε στις 17 Απριλίου το 1641. Όταν επικράτησε ο άθεος
κομμουνισμός στη Ρωσία, το «απήγαγαν» και το έκλεισαν στο «επιστημονικό
εργαστήριο» της Ακαδημίας Πολέμου Πετρουπόλεως, για… πειραματισμούς και
στη συνέχεια το πέταξαν σε μια αποθήκη.. Μετα την τελευταία εύρεση του,
όταν το Λείψανο μετεφέρθη στον Ναό της Μονής του, η ροή του
ευώδους μύρου ήταν τόσο ισχυρή, ώστε πετούσαν μέλισσες κοντά στα πόδια
του Αγίου. Μυροβλύζει και θαυματουργεί. Εικόνες του Αγίου, οι οποίες
ευλογήθηκαν στην λειψανοθήκη, άρχισαν ομοίως να αναδίδουν είτε μύρο είτε
ευωδία.
Ο Ηγούμενος μας πληροφορεί ότι πριν από λίγο καιρό ο
Άγιος σήκωσε με τα χέρια του ένα βρέφος, που έπεσε από τη μητέρα του
στη Λάρνακα, και το έβαλε στην αγκαλιά της μπρος στα έκπληκτα μάτια
Μοναχών και Προσκυνητών.» (έ. Α, σ. 7-8).
Από τον βίο του αγίου Αλεξάνδρου του Σβιρ
Άγιος Αλέξανδρος του Σβίρ, τα χέρια και τα πόδια του Αγίου άρχισαν να αναβλύζουν σταγόνες ευώδους μύρου.
https://iconandlight.wordpress.com/2018/08/29/25051/
Απολυτίκιον μεθεόρτιον Προδρόμου. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως πάντων υπέρτερος, των Προφητών αληθώς, αυτόπτης και Πρόδρομος, της παρουσίας Χριστού, Προφήτα γεγένησαι· όθεν και παρ’ Ηρώδου, εκτμηθείς σου την Κάραν, έδραμες τοις εν Άδη, προκηρύξαι το λύτρον· διό σε Ιωάννη Βαπτιστά, πόθω γεραίρομεν.
Απολυτίκιον Αγίου Αλεξάνδρου του Σβιρ. Ήχος α΄. Της ερήμου πολίτης
Προ γεννήσεως μάκαρ σκεύος θείον προώρισαι, και τη οδηγία Πανάγνου, θείας γνώσεως πέπλησαι· ποθήσας δε ζωήν των μοναστών, κατείληφας την μάνδραν Βαλαάμ, και εν Σβιρ εν τέλει ζήσας ασκητικώς, Τριάδα είδες όσιε, Ης εντολή την σην Μονήν, ίδρυσας και ηξίωσαι, της αφθαρσίας του σεπτού, λειψάνου σου Αλέξανδρε.
Απολυτίκιον. Όσιος Φαντίνος — Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε
Ταις θείαις λαμπρότησι, καταυγασθείς την ψυχήν, τα σκάματα ήνυσας, της εναρέτου ζωής, Φαντίνε μακάριε· όθεν την των θαυμάτων, κομισάμενος χάριν, λύεις των παθημάτων, χαλεπάς αμαυρώσεις, πρεσβεύων θεοφόρε, υπέρ των τιμώντων σε.
Ήχος δ΄. Ως γενναίον εν μάρτυσι.
Προσευχήν των γονέων σου, επακούσας ο Κύριος, σε αυτοίς Αλέξανδρε εδωρήσατο, οι ευσεβεία σε θρέψαντες, καλώς προητοίμασαν, του γενέσθαι εκλεκτόν, υπηρέτην της Χάριτος, και ανάκτορον, της Αγίας Τριάδος, Ης της θέας, υπερλόγως ηξιώθης, ως Αβραάμ πάλαι Όσιε.
Ήχος πλ.δ΄. Ω του παραδόξου θαύματος.
Πάτερ θεόφρον Αλέξανδρε, άρας σταυρόν του Χριστού, τον γλυκύπικρον ώδευσας, δρόμον της ασκήσεως, ως ενσώματος άγγελος· και γαρ εν κρύει και πείνη ασκούμενος, είχες ως βρώσιν και πόσιν σου άφθαρτον, μνήμην ζωήρρυτον, Ιησού παρέχοντος υπερφυώς, τοις Αυτόν λατρεύουσι, δύναμιν άνωθεν.
Αίτησαι πάτερ Αλέξανδρε, του εν Τριάδι Θεού, Ου θεάμων υπέρτιμος, γέγονας ως άξιος, της δοθείσης σοι χάριτος, όπως καθάρη ημών αισθητήρια, και χορηγήση αφθόνως την δύναμιν, όπως τηρήσαντες, τα Αυτής θελήματα, θεοπρεπώς, Βασιλείας μέτοχοι, πάντες γενώμεθα.
στιχηρόν ιδιόμελον. Ήχος πλ.β΄.
Στιχ. Ελέησόν με ο Θεός.…
Τον θεατήν της τρισυποστάτου Θεότητος, και της Θεοτόκου ευλογημένον επόπτην, Αλέξανδρον του Σβιρ ασκητήν τον οσιώτατον, ύμνοις τιμώντες εξαιτούμεθα πιστώς· πρέσβευε πάτερ αγιώτατε τω ελεήμονι Θεώ Ον ηγάπησας, υπέρ των ψυχών ημών.
ΕIΣ ΤΗΝ ΛΙΤΗΝ *
Ψάλλομεν στιχηρά ιδιόμελα
Ήχος α΄.
Ως Σαμουήλ και Πρόδρομος, καρπός προσευχής τοις ευσεβέσι γονεύσί σου εδόθης παρά Θεού, πάτερ θεοφόρε Αλέξανδρε. Ούτω πως ενσημανθείς αοράτω νεύσει, δούλος πιστός Κυρίου ανεδείχθης, Ον εκ ψυχής ηγάπησας και Ον αεί ικέτευε υπέρ των ψυχών ημών.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις Σβιρ ερήμου ο οικιστής, και σεπτής Τριάδος, ο υπέρτιμος θεατής· χαίροις ο εκβλύζων, εκ σου αφθάρτου σκήνους, καθάπερ ύδωρ μύρον, πάτερ Αλέξανδρε.
Αγίου Σωφρονίου του Έσσεξ
Ώ Άγιο Πνεύμα, παντοδύναμε Θεέ
φιλάνθρωπε Παράκλητε και παντοδύναμε Υπερασπιστή,
Δοτήρα της σοφίας και φως της αποκαλύψεως,
που με την κάθοδο σου έφερες στα πέρατα του κόσμου
τη μοναδική αληθινή γνώση του Θεού.
Έλα μέσα μας, παρότι σε λυπούμε διαρκώς.
Φώτισε μας και αγίασε μας
Και με τη Θεία σου παρηγοριά
Θεράπευσε και δόσε παρηγοριά στις καρδιές μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου