Άγιοι Διονύσιος ο Αεροπαγίτης, 2ος Επίσκοπος Αθηνών και οι μαθητές του Ρουστικός Πρεσβύτερος και Ελευθέριος Διάκονος, Ισαπόστολοι Γαλλίας, ιερομάρτυρες στο Παρίσι Γαλλίας (96)
Αγία Δάμαρις η Αθηναία, 1η Αθηναία γυναίκα Χριστιανή, μαθήτρια Απ. Παύλου (Πρξ 18, 24) (1ος αι.)
Άγιος Πούπλιος Επίσκοπος Αθηνών και πρώην 1ος Επίσκοπος Μάλτας, ιερομάρτυς, μαθητής Αγ. Διονυσίου Αεροπαγίτου (112) [Πραξ. 28, 7]
Όσιος Ιωάννης ο Χοζεβίτης, Επίσκοπος Καισάρειας Παλαιστίνης, (5ος αι.)
Όσιος Ησύχιος ο Χωρηβίτης, του Σινά Αιγύπτου (6ος αι.)
Όλγα η διά Χριστόν σαλή της Πετρούπολης Ρωσίας (1960), Κοίμηση
Εορτάζουν στις 3 Οκτωβρίου.
Τέμνη κεφαλήν· και το λοιπόν ως μέγα!
Άρας γαρ αυτήν, Διονύσιε τρέχεις.
Τμηθείς Διονύσιε τρίτη κεφαλήν θέες αίρων.
Έρωτι φλεγόμενος του σου Δεσπότου,
τη φλογί παρέδωκας σαυτόν ηδέως.
Τρίτη Οκτωβρίοιο θάνε Διονύσιος.
“Τινές δε άνδρες κολληθέντες αυτώ επίστευσαν, εν οις και Διόνυσος ο Αρεοπαγίτης και γυνή ονόματι Δάμαρις και έτεροι συν αυτοίς…” (Πράξ. ιζ΄, 34)
Άγιος Διονύσιος ο Αεροπαγίτης, ο ”ουράνιος μύστης των αρρήτων”
Ο ιερομάρτυρας
Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, Επίσκοπος Αθηνών γεννήθηκε το ένατο έτος μ.Χ.
στην Αθήνα από εύπορη οικογένεια και έλαβε μια εξαιρετική κλασική
ελληνική παιδεία. Κατά την παράδοση, πήγε στην Αίγυπτο, όπου σπούδασε αστρονομία στην πόλη της Ηλιουπόλεως (κοντά στο σημερινό Κάιρο).
Ήταν στην Ηλιούπολη, μαζί με τον φίλο του
φιλόσοφο Απολλοφάνη όταν γινόταν η Σταύρωση του Χριστού που αν και
μεσημέρι, σκοτείνιασε ο Ήλιος. “Από δε έκτης ώρας σκότος εγένετο επί πάσαν την γην έως ώρας ενάτης”(Ματ. 27,45). Ο Διονύσιος συγκλονίστηκε από το παράδοξο και ανεξήγητο αυτό φαινόμενο και αναφώνησε: «Ή Θεός πάσχει ή το πάν απόλλυται»
(«Ή ο Θεός υποφέρει ή αυτό είναι το τέλος του κόσμου»). Γυρίζοντας στην
Αθήνα αναδείχθηκε κορυφαίος δικαστής και πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Όταν ο μέγας Απόστολος Παύλος, καθοδηγούμενος από το Άγιο Πνεύμα, ήλθε
να κηρύξει το Ευαγγέλιο στην Αθήνα, ο Διονύσιος τον κάλεσε να λάβει τον
λόγο στον Άρειο Πάγο στην Πνύκα. Κι όταν άκουσε στο κήρυγμα του να μιλά
για τη Σταύρωση του Χριστού και τα σημεία που συνέβησαν μετά τον θάνατό
του, ο σοφός Διονύσιος θυμήθηκε το ανεξήγητο γεγονός που συνέβη όταν
βρισκόταν στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου. Προετοιμασμένος κατ’ αυτό τον
τρόπο από την θεία Πρόνοια, ο Διονύσιος και ο διδάσκαλός του Ιερόθεος
άκουσαν με προθυμία τη διδασκαλία του αγίου Αποστόλου και του ζήτησαν να
βαπτισθούν. Σύμφωνα με την παράδοση αρπάχθηκε θαυματουργικά από νεφέλη
και παρευρέθηκε μαζί με τους Αγίους Αποστόλους, τον διδάσκαλο του Άγιο
Ιερόθεο και τον Άγιο Τιμόθεο στο θείο γεγονός της Κοίμησςη της Υπεραγίας
Θεοτόκου. Η ιδιαίτερη αγάπη των ιεραρχών για την Παναγία δημιούργησε
μια βαθιά σχέση λατρείας του λαού των Αθηνών στο πρόσωπο της Παρθένου
και Θεοτόκου. Αργότερα, κατά τον 5ο αιώνα μ.Χ., επί Ιουστινιανού Α΄ στον
βράχο της Αθηναϊκής Ακροπόλεως, στον Παρθενώνα, όπου ήταν ναός αφιερωμένος στην θεά Αθηνά την Παρθένο, καθαγιάστηκε και ορίστηκε να τιμάται η Παναγία Παρθένος Θεοτόκος. Έκτοτε, η Υπεραγία Θεοτόκος, έλαβε το προσωνύμιο Αθηνιώτισσα ή Παντάνασσα ή Βασίλισσα των Αθηνών.
Η Παναγία λατρεύτηκε στην Αθήνα περισσότερο από κάθε άλλο τόπο. Τα
μοναστήρια και οι εκκλησίες της ήταν εκατοντάδες. Ανακηρύχθηκε,
επισήμως, ως Παντάνασσα – βασίλισσα και πολιούχος των Αθηναίων. Ο
Βασίλειος Βουλγαροκτόνος μετά τις νίκες του εναντίον των Βουλγάρων
επισκέφθηκε την Αθήνα το 1019 και προσκύνησε την Παναγία στην Ακρόπολη,
εκόσμησε δε την εκκλησία με λαμπρά και πολυτελή αναθήματα. Η Παναγία
Θεοτόκος, παρέμεινε πολιούχος της πόλεως για περισσότερο από επτά
αιώνες, μέχρις ότου έπεσε στα χέρια των Φράγκων Ο Βαυαρός βασιλιάς, επί
της αναλήψεως των καθηκόντων του, μετά την δολοφονία του Καποδίστρια,
φρόντισε με ύπουλο τρόπο να ξερίζωσουν κυριολεκτικά την Παναθήναια
λατρευτική συνήθεια των ντόπιων, προς το πρόσωπο της Μητέρας του φωτός,
γκρεμίζοντας μοναστήρια κι εκκλησίες και αποδίδοντας τον Παρθενώνα σε
μια παγανιστική θεώρηση.
***
Ο Θεός δεν αρκέσθηκε να δώσει στον άγιο μάρτυρα το χάρισμα της θεογνωσίας και της διδασκαλίας, θέλησε επίσης να δείξει μέσω του μάρτυρος ότι δια της πίστεως, οι χριστιανοί νικούν τον θάνατο. Μία παράδοση αναφέρει ότι μετά τον αποκεφαλισμό του Αγίου συνέβη το εξής πανθαύμαστο γεγονός:
Ο Άγιος πήρε με τα ίδια του τα χέρια την αγία του κεφαλή και, κρατώντάς την, περπάτησε περίπου δύο μίλια, αφήνοντας κατάπληκτους όλους εκείνους που έβλεπαν το μέγιστο αυτό θαύμα. Και την αγία κεφαλή του δεν την άφησε από τα χέρια του, παρά όταν συνάντησε μία ευσεβή χριστιανή, ονόματι Κατούλα, και αφού στάθηκε κατά θεία Πρόνοια, την εναπόθεσε στις παλάμες της ως έναν πολύτιμο θησαυρό.
Συγχρόνως με τον αποκεφαλισμό του αγίου Διονυσίου αποκεφαλίστηκαν και οι δύο μαθητές του, ο Ρουστικός και ο Ελευθέριος. Τα σώματα δε των Αγίων αυτών μαζί με το μαρτυρικό σώμα του διδασκάλου τους αγίου Διονυσίου ο τύραννος τα άφησε άθαφτα, ώστε να αποτελέσουν τροφή για τα θηρία και τα όρνια. Όμως κάποιοι πιστοί τόλμησαν και περισυνέλεξαν τα άγια λείψανα, τα οποία και εναπόθεσαν σε κάποιο κρυφό μέρος «διά τον φόβο των δημίων». Αλλά μόλις εξέλειπε ο φόβος αυτός, η μακαριστή Κατούλα πήρε τα λείψανα των αγίων Μαρτύρων και τα ενταφίασε σε επίσημο υπέργειο τάφο, στις 3 Οκτωβρίου. Η τιμία κάρα του αγίου Διονυσίου φυλάσσεται σήμερα στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου στο Άγιον Όρος, στην οποία τη δώρησε ο αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός (11ος αιώνας).
Γέροντας Θαδδαίος της Βιτόβνιτσα,
ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, λαχταρούσε να δει την Υπεραγία Θεοτόκο.
Έχουμε πολλά παραδείγματα από τα οποία μπορούμε να διδαχθούμε. Πρώτα απ’ όλα, ο Κύριος μας έδωσε την Υπεραγία Θεοτόκο. Ήταν δικό Του θέλημα να μείνει η Υπεραγία Θεοτόκος μαζί με του αγίους Αποστόλους μετά την Ανάσταση και την Ανάληψη Του, προκειμένου να τους παρηγορεί και να τους ενθαρρύνει. Ένας από τους θεοφόρους Πατέρες, γηγενής των Αθηνών, ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, λαχταρούσε να δει την Υπεραγία Θεοτόκο.
Όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ, τον πήγαν στο σπίτι του αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, όπου ζούσε η Υπεραγία Θεοτόκος. Όταν εισήλθε στο δωμάτιό της, ελευθερώθηκε μεμιάς απ’ όλες τις μέριμνες και τις ανησυχίες του, και τον κατέλαβε άφατη ειρήνη και χαρά. Να πώς περιγράφει τη συνάντηση του με την Υπεραγία Θεοτόκο: «Αν δεν είχα διδαχθεί στα νιάτα μου περί του αληθινού Θεού, θα ήταν η Υπεραγία Θεοτόκος για μένα Θεός».
Βλέπετε πόση ειρήνη, ηρεμία και χαρά ακτινοβολεί η Υπεραγία Θεοτόκος! Ο Θεός επιτρέπει να εκπέμπεται ειρήνη και χαρά μέσα από κάθε ψυχή που είναι ενωμένη μαζί Του. Από κάθε τέτοιο άνθρωπο εκπηγάζει θεία ειρήνη και χαρά, κι εμείς νιώθουμε καλοσύνη όταν είναι Εκείνος παρών. Βλέπετε τι σημαίνει Βασιλεία των Ουρανών; «Η βασιλεία του Θεού… δικαιοσύνη και ειρήνη και χαρά εν Πνεύματι Αγίω» (Ρωμ. 14,17).
Η Υπεραγία Θεοτόκος προσεύχεται αδιάκοπα για μας. Μας
επισκέπτεται πάντα. Όποτε κι αν στραφούμε σε εκείνη με την καρδιά μας,
είναι εκεί. Μετά τον Κύριο, εκείνη είναι η μεγαλύτερη προστάτις της
ανθρωπότητας.
Από το βιβλίο: Οι λογισμοί καθορίζουν
τη ζωή μας, Βίος και διδαχές του γέροντα Θαδδαίου της Βιτόβνιτσα, Λόγος
στην Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου, Εκδόσεις Εν πλω.
Όσιος Ησύχιος ο Χωρηβίτης ο Σιωπηλός …αναζητήσαμε το άγιό του λείψανο, αλλά δεν τον ευρήκαμε.
https://iconandlight.wordpress.com/2018/10/02/25464/
Η αγιότητα αποτελεί την φυσική κατάσταση για την θεοειδή ανθρώπινη ψυχή, Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς
https://iconandlight.wordpress.com/2016/07/09/%ce%b7-%ce%b1%ce%b3%ce%b9%cf%8c%cf%84%ce%b7%cf%84%ce%b1-%ce%b1%cf%80%ce%bf%cf%84%ce%b5%ce%bb%ce%b5%ce%af-%cf%84%ce%b7%ce%bd-%cf%86%cf%85%cf%83%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%ba%ce%b1%cf%84%ce%ac%cf%83%cf%84/
Απολυτίκιον
Ήχος δ’.
Χρηστότητα εκδιδαχθείς, και νήφων εν πάσιν, αγαθήν συνείδησιν ιεροπρεπώς ενδυσάμενος, ήντλησας εκ του Σκεύους της εκλογής τα απόρρητα, και την πίστιν τηρήσας, τον ίσον δρόμον τετέλεκας, Ιερομάρτυς Διονύσιε. Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Θεοτόκιον
“Εν τη σεπτή κοιμήσει σου, Παναγία Παρθένε, παρήν ο Διονύσιος, συv τω Ιεροθέω, και Τιμοθέω τω θείω, Άμα τοις, Αποστόλοις, έκαστος ύμνοv άδοντες, πρόσφοροv τη ση μνήμη. μεθ’ ων και νυν, πάσα γλώσσα βρότειος αvυμvει σε, τηv του Θεού λοχεύτριαν, και του κόσμου προστάτιν”.
Απολυτίκιον Αγίας Δαμαρίδος της Αθηναίας. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Του Παύλου ως ήκουσας, δημηγορούντος σοφώς, εδέξω το κήρυγμα, της ευσεβείας θερμώς, Κυρίω πιστεύσασα. Όθεν η εν Αθήναις, Εκκλησία τιμά σε, Δάμαρις μακαρία, ως θεράπαιναν θείαν, Χριστώ οικειουμένην, τους σε μακαρίζοντας.
Εξαποστειλάριον. Τοις Μαθηταίς.
Τω Παύλω Διονύσιε, τω κλεινώ κορυφαίω, μαθητευθείς πανόλβιε,υπ’ αυτού εμυήθης, των αποκρύφων την γνώσιν· όθεν σε και λαμπτήρα, τη Εκκλησία τίθησιν, Αθηνών προχειρίσας, τη ευσεβούς, Ιεράρχην πόλεως, ην φυλάττοις, ορθοδοξούσαν πάνσοφε,σαίς ευχαίς θεοκήρυξ.
Πράξεις Αποστόλων (ιζ΄ 16 – 34)
Ἀδελφοί, ἐν ταῖς Ἀθήναις ἐκδεχομένου τοῦ Παύλου, παρωξύνετο τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ θεωροῦντι κατείδωλον οὖσαν τὴν πόλιν.
Διελέγετο μὲν οὖν ἐν τῇ συναγωγῇ τοῖς
Ἰουδαίοις καὶ τοῖς σεβομένοις καὶ ἐν τῇ ἀγορᾷ κατὰ πᾶσαν ἡμέραν πρὸς
τοὺς παρατυγχάνοντας. Τινὲς δὲ τῶν Ἐπικουρείων καὶ τῶν Στοϊκῶν φιλοσόφων
συνέβαλλον αὐτῷ, καί τινες ἔλεγον· τί ἂν θέλοι ὁ σπερμολόγος οὗτος
λέγειν; Οἱ δέ· ξένων δαιμονίων δοκεῖ καταγγελεὺς εἶναι· ὅτι τὸν Ἰησοῦν
καὶ τὴν ἀνάστασιν εὐηγγελίζετο αὐτοῖς.
Ἐπιλαβόμενοί τε αὐτοῦ ἐπὶ τὸν Ἄρειον πάγον
ἤγαγον λέγοντες· δυνάμεθα γνῶναι τίς ἡ καινὴ αὕτη ἡ ὑπὸ σοῦ λαλουμένη
διδαχή; Ξενίζοντα γάρ τινα εἰσφέρεις εἰς τὰς ἀκοὰς ἡμῶν· βουλόμεθα οὖν
γνῶναι τί ἂν θέλοι ταῦτα εἶναι. Ἀθηναῖοι δὲ πάντες καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες
ξένοι εἰς οὐδὲν ἕτερον εὐκαίρουν ἢ λέγειν τι καὶ ἀκούειν καινότερον.
Σταθεὶς δὲ ὁ Παῦλος ἐν μέσῳ τοῦ Ἀρείου
πάγου ἔφη· ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κατὰ πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς
θεωρῶ. Διερχόμενος γὰρ καὶ ἀναθεωρῶν τὰ σεβάσματα ὑμῶν εὗρον καὶ βωμὸν
ἐν ᾧ ἐπεγέγραπτο, ἀγνώστῳ Θεῷ. Ὅν οὖν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ
καταγγέλλω ὑμῖν. Ὁ Θεὸς ὁ ποιήσας τὸν κόσμον καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ, οὗτος
οὐρανοῦ καὶ γῆς Κύριος ὑπάρχων οὐκ ἐν χειροποιήτοις ναοῖς κατοικεῖ,
οὐδὲ ὑπὸ χειρῶν ἀνθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενός τινος, αὐτὸς διδοὺς
πᾶσι ζωὴν καὶ πνοὴν κατὰ πάντα· ἐποίησέ τε ἐξ ἑνὸς αἵματος πᾶν ἔθνος
ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπὶ πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, ὁρίσας προστεταγμένους
καιροὺς καὶ τὰς ὁροθεσίας τῆς κατοικίας αὐτῶν, ζητεῖν τὸν Κύριον, εἰ ἄρα
γε ψηλαφήσειαν αὐτὸν καὶ εὕροιεν, καί γε οὐ μακρὰν ἀπὸ ἑνὸς ἑκάστου
ἡμῶν ὑπάρχοντα.
Ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν,
ὡς καί τινες τῶν καθ᾿ ὑμᾶς ποιητῶν εἰρήκασι· τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν.
Γένος οὖν ὑπάρχοντες τοῦ Θεοῦ οὐκ ὀφείλομεν νομίζειν χρυσῷ ἢ ἀργύρῳ ἢ
λίθῳ, χαράγματι τέχνης καὶ ἐνθυμήσεως ἀνθρώπου, τὸ θεῖον εἶναι ὅμοιον.
Τοὺς μὲν οὖν χρόνους τῆς ἀγνοίας ὑπεριδὼν ὁ
Θεὸς τανῦν παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν, διότι
ἔστησεν ἡμέραν ἐν ᾗ μέλλει κρίνειν τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ, ἐν
ἀνδρὶ ᾧ ὥρισε, πίστιν παρασχὼν πᾶσιν ἀναστήσας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν.
Ἀκούσαντες δὲ ἀνάστασιν νεκρῶν οἱ μὲν
ἐχλεύαζον, οἱ δὲ εἶπον· ἀκουσόμεθά σου πάλιν περὶ τούτου. Καὶ οὕτως ὁ
Παῦλος ἐξῆλθεν ἐκ μέσου αὐτῶν.
Τινὲς δὲ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν οἷς καὶ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καὶ γυνὴ ὀνόματι Δάμαρις καὶ ἕτεροι σὺν αὐτοῖς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου