Άγιος Λουκιανός ο ιερομάρτυρας Πρεσβύτερος της Αντιοχείας
Όσιος Σαβίνος ο επίσκοπος
Όσιος Βάρσος Ἐδέσσης Μεσσοποταμίας (σημ. Οὔρφα) Ἰράκ, ὁμολογητής (4ος αἰ.)
Άγιος Ευθύμιος ο Νέος
Διήγηση μοναχού υποτακτικού περί υπακοής
Άγιος Λουκιανός ο ιερομάρτυρας Πρεσβύτερος των Σπηλαίων του Κιέβου
Άγιος Διονύσιος Αρχιεπίσκοπος Σουζδαλίας
Γέρων Σάββας Καψαλιώτης. (1991)
Εορτάζουν στις 13 Οκτωβρίου.
Άγιος Λουκιανός, Πρεσβύτερος της Αντιοχείας
Οι άγιοι του Θεού δίνουν μεγάλη σημασία στη μετάληψη της Θείας Κοινωνίας πριν από την κοίμηση τους. Μολονότι θυσίασαν τη ζωή τους για τον Χριστό τον Κύριο και έπλυναν όλες τις αμαρτίες τους με το αίμα του μαρτυρίου, οι μάρτυρες λάμβαναν με λαχταρά τα Ιερά Μυστήρια όποτε ήταν δυνατόν. Ο Άγιος Λουκιανός ήταν στη φυλακή μαζί με αρκετούς μαθητές του και άλλους ακόμη Χριστιανούς.
Την παραμονή των Θεοφανείων, ο Λουκιανός ποθούσε, σε μια τόσο μεγάλη χριστιανική γιορτή, να λάβει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, γιατί γνώριζε ότι ο θάνατός του ήταν επικείμενος. Βλέποντας την ειλικρινή επιθυμία του μάρτυρός Του, ο Παντοδύναμος Θεός, επέτρεψε κάποιοι Χριστιανοί να περάσουν άρτο και κρασί μέσα στη φυλακή.
Όταν ξημερώσε η γιορτή των Θεοφανειων, ο Λουκιανός κάλεσε όλους τους φυλακισμένους χριστιανούς να σταθούν κυκλικά γύρω του και τους είπε: «Κυκλώστε με και γίνετε η Εκκλησία». Δεν είχαν τραπέζι, ούτε καρέκλα, ούτε πέτρα ή ξύλο για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. «Άγιε Πατέρα, πού θα τοποθετήσουμε τον αρτο και τον οίνο;» ρώτησαν τον Λουκιανό. Τότε ξάπλωσε στο κέντρο και είπε: «Βάλτε τα στο στήθος μου, ας είναι αυτό ένα ζωντανό θυσιαστήριο για τον Ζωντανό Θεό!» Και έτσι η Λειτουργία τελεστηκε με ένθερμη προσευχή στο στήθος του μάρτυρος, και όλοι έλαβαν την Θεία Κοινωνία.
Την επόμενη μέρα, ο αυτοκράτορας έστειλε στρατιώτες να φέρουν ενώπιον του τον Λουκιανό για να βασανιστεί. Όταν οι στρατιώτες άνοιξαν την πόρτα της φυλακής, ο Λουκιανός φώναξε τρεις φορές: «Είμαι Χριστιανός! Είμαι Χριστιανός! Είμαι Χριστιανός! » Και με την τελευταία αυτή φράση, παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό του. ( Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς – Ο Πρόλογος της Αχρίδος)
Η εξομολόγηση
Επιστροφή στον Θεό στην κόλαση των γκούλαγκς
Αυτοί οι άνθρωποι έρχονται στην πίστη με έργα κι όχι με λόγια. Στην εξομολόγηση, πολλοί απ’αυτούς λένε: «Είμαι φονιάς. “Όμως η ποινή που θα μου επιβληθεί, δεν με φοβίζει. Φοβάμαι την κατάκριση της συνειδήσεως μου που νιώθω…».
Ένας μου είπε: «Πάτερ, θυμάμαι συνεχώς τα λόγια της μάνας μου: “Γιε μου, να πηγαίνεις στην εκκλησία. Μην ακούς που σας λένε στο σχολείο ότι δεν υπάρχει ο Θεός. Λένε ψέματα! Κάποτε θα καταλάβεις ότι ζει ο Θεός κι ότι πάντα είναι μαζί μας!”. Ο ίδιος φυλακισμένος, μου είπε στη συνέχεια: «Πάτερ, εδώ στη φυλακή βρήκα τον Θεό!».‘Ολοι τους εκφράζουν την ελπίδα ότι θα τους συγχωρήσει ο Κύριος.
Στην εξομολόγηση βλέπουμε να γίνονται θαύματα. Κάποιος απ΄αυτούς εγκαταλείφθηκε από συγγενείς και φίλους κι έμεινε ολομόναχος. Μου είπε ότι τον αρνήθηκαν όλοι κι ότι μόνο τον Θεό αισθάνεται κοντά του. Τον ρώτησα, τι τον οδήγησε στον Θεό• μου απάντησε:
«Πριν μπω στη φυλακή, ήμουν σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Εκεί γνωρίσθηκα με πιστούς ανθρώπους. ‘Ηξερα, βέβαια, ότι η παράγραφος 59 προέβλεπε την ποινή της φυλακίσεως, για όποιον πίστευε στο Θεό! Πρώτη φορά στη ζωή μου είδα πιστούς να φυλακίζονται για την πίστη τους. Τους βασάνιζαν για ν’ αρνηθούν τον Θεό, λέγοντας τους ότι αν το κάνουν, θα τους ελευθερώσουν, εξασφαλίζοντας τους καλή ζωή. Εκείνοι όμως έμεναν σταθεροί και αμετακίνητοι. Πολλές φορές θυμήθηκα τη μάνα μου που έβαλε στην καρδιά μου την αγάπη στον Θεό και στην Εκκλησία Του. Μέχρι τώρα, τη μισή ζωή μου την πέρασα στις φυλακές και τα στρατόπεδα σαν εγκληματίας. Σ’ αυτούς τους χώρους, άρχισα να θυμάμαι έντονα τα λόγια της μάνας μου και να ψάχνω συνειδητά τον Θεό. Τώρα πια, προσεύχομαι αδιάκοπα. Νιώθω, είμαι βέβαιος ότι μ’ ακούει ο Θεός. Βλέπω τη βοήθεια Του!».
Ο κρατούμενος αυτός ονομάζεται Αλέξανδρος κι είναι τριανταοκτώ ετών. Απ’ αυτά, τα εικοσιέξι χρόνια τα πέρασε σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως, φυλακές ανηλίκων και άλλα σωφρονιστικά ιδρύματα. Εξομολογώ στη λαύρα πολλά χρόνια.
“Οσα όμως μου είπε ο Αλέξανδρος, αλλά και ο τρόπος που τα είπε, με συνεκλόνισαν. ~ Ήλθαν φορές που κι εγώ αναρωτήθηκα αν ο Θεός θα συγχωρήσει αυτά που άκουσα. Σ’ αυτό το σημείο έδειξα την ολιγοπιστία μου. Εξομολογούσα τον Αλέξανδρο δύο μέρες συνεχώς! Στο τέλος, συλλογίστηκα: Αφού ο Θεός συγχώρησε το ληστή που το ζήτησε κι αυτόν εδώ θα συγχωρήσει. Του είπα να προσέξει τα λόγια του, να μη φάει τίποτε την παραμονή της Θείας Κοινωνίας και να μη καπνίσει. Το έκανε. Μπορεί αυτοί οι άνθρωποι να μη ξέρουν τίποτα από γράμματα κι επιστήμες, όμως το Νόμο του Θεού ξέρουν να τον σέβονται• και μάλιστα, καλύτερα απ’ ο,τι εμείς.
Την επομένη που λειτούργησα, πλησίασαν στο «μετά φόβου…» οι κρατούμενοι που ήσαν προγραμματισμένοι και περίμενα να πλησιάσει κι ο Αλέξανδρος. Δεν ερχόταν. Του έκανα νόημα. Τίποτα! “Ετσι μακριά όπως στεκόταν, κουνούσε το κεφάλι, δείχνοντας μου ότι δεν μπορούσε να κοινωνήσει. Μετά το «δι’ ευχών» τον πλησίασα και τον ρώτησα γιατί δεν κοινώνησε. «Δεν είμαι εσωτερικά έτοιμος ακόμη» ήταν η απάντηση του που με άφησε άναυδο! «Πρώτη φορά στη ζωή μου παρακολούθησα λειτουργία», συνέχισε «κι ένιωθα ότι ο ίδιος ο Θεός ήταν μαζί μας! Κατάλαβα ότι κάποιο μέγα Μυστήριο γινόταν. “Ενιωσα λοιπόν, ότι δεν ήμουν άξιος να συμμετάσχω…».
Τον είδα από τότε αρκετές φορές. Κάποια μέρα μου είπε ότι βγήκε η απόφαση του δικαστηρίου και φεύγει για στρατόπεδο. Παρακάλεσε να του δώσω το κομποσχοίνι μου για ευλογία και να προσεύχομαι γι’ αυτόν. Μου είπε με σημασία: «Κι εγώ θα προσεύχομαι για σας! “Οταν με καλό ελευθερωθώ, θέλω να μου υποδείξετε να μείνω κοντά σε κάποιο μοναστήρι ή ενοριακό ναό, για ν’ αφιερώσω την υπόλοιπη ζωή μου -όση μου δώσει ο Θεός- σ’ Εκείνον και στον συνάνθρωπο!».
Δόξα τω Θεώ, στη φυλακή βλέπω γνήσια ανανέωση της ψυχής. Πολλοί κρατούμενοι μας λεν ότι στο πρόσωπό μας βλέπουν τον Θεό να τους επισκέπτεται!
Πέρασε καιρός που δεν έβλεπα στο ναό τον Αλέξανδρο. “Υπέθεσα ότι θα τον μετέφεραν στο στρατόπεδο. Κάποια στιγμή κατέβηκα στα υπόγεια, εκεί που είναι τα φοβερά κελιά της απομονώσεως. Χοντροί τσιμεντένιοι τοίχοι, μ’ ένα μόνο μικρό παραθυράκι στην βαριά πόρτα. Ξάφνου ακούω μια γνώριμη φωνή, να βγαίνει μέσα από μια πόρτα: «Πάτερ Τρύφων, πάτερ Τρυφων…». Τρέχω στο μικρό παραθυράκι της σιδερόπορτας και βλέπω τον Αλέξανδρο! Μόνος, μέσα σ’ ένα κλουβί από μπετόν. Στεκόταν κρατώντας το Ευαγγέλιο! Κόλλησε το πρόσωπο του στο παραθυράκι κι άρχισε να κλαίει. “Ένας σκληρός άντρας έκλαιγε σαν παιδί… Το πρόσωπο του έλαμπε.
«Πάτερ, είμαι τρίτη εβδομάδα εδώ κάτω. “Άκουγα που περπατούσατε απ’ έξω κάθε μέρα, μα δεν τολμούσα να σας φωνάξω. Επειδή όμως άκουσα που ρωτήσατε για μένα, πήρα το θάρρος και σας φώναξα. Πάτερ Τρύφων, είμαι ευγνώμων στον Θεό και σε σας. Ευχαριστώ πολύ Εκείνον και σας που με μάθατε να κλαίω για τις αμαρτίες μου! Είχα σταματήσει από πολλά χρόνια να κλαίω. Σχεδόν είχα ξεχάσει πως κλαίνε! “Ήμουν πολύ σκληρός. Εδώ μ’ εσάς έμαθα να κλαίω και να ζητώ το έλεος του Θεού!». Συνέχισε να κλαίει, ενώ συγχρόνως χαμογελούσε ευτυχισμένος!
Από το στρατόπεδο που μεταφέρθηκε, μου έστειλε την έξης επιστολή:
«Σεβαστέ π. Τρύφων, σας ευχαριστώ γι’ άλλη μία φορά, για τη φωτιά της ελπίδας που ανάψατε στην ψυχή μου. “Ήμουν μεγάλος αμαρτωλός, βλάστημούσα τον Θεό μας και τους αγίους Του, δεν πίστευα… Με την πνευματική συζήτηση, με κάνατε να δω με καινούργια ματιά ολ’ αυτά που γίνονται γύρω μας. Ευχαριστώ και τους άλλους πατέρες που έρχονταν. Τώρα ξέρω πολύ καλά ότι ο Κύριος και Θεός μας δεν είναι κάτι το φανταστικό, αλλά υπάρχει και μας βλέπει τι κάνουμε και πως ζούμε.’Ολοι σχεδόν είχαμε μάθει στο σχολείο ότι η Εκκλησία αποβλακώνει τους ανθρώπους. Πλήρης διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Εγώ κι οι φίλοι μου δεν θα ξαναγυρίσουμε στα παλιά χάλια που ήμασταν βουτηγμένοι πριν σας γνωρίσουμε.
Μας βοηθήσατε να καθαρισθούμε από τη λάσπη των αμαρτιών μας, οπού είχαμε βουτηχτεί απ’ την κορυφή μέχρι τα νύχια. Ζητούμε την ευχή σας• Αλέξανδρος και άλλοι κρατούμενοι της ζώνης 50!».
Σε άλλη επιστολή του, έγραφε:
«Κάποιος κρατούμενος -ο Ιβάν- που του είχατε δώσει επιστήθιο σταυρό, σώθηκε από βέβαιο θάνατο, λόγω του σταυρού αυτού! Να τι έγινε ακριβώς: Μια μέρα έγινε μεγάλος τσακωμός στο μπλοκ μας. Κάποιος συγκρατούμενος άρπαξε ένα μαχαίρι και πήγε να σκοτώσει τον Ιβάν. Καθώς όμως τον τράβηξε από το πουκάμισο, το έσκισε και φάνηκε ο σταυρός. Εκείνη τη στιγμή το ηλιακό φως ακτινοβολούσε πάνω στο σταυρουδάκι. Ποιος ξέρει τι ένιωσε ο επίδοξος φονιάς και σταμάτησε!’Ετσι ο σταυρός έσωσε τη ζωή του Ιβάν! Δεν είναι θαύμα;! Τώρα ο Ιβάν, εγώ κι όλοι οι άλλοι καταλαβαίνουμε πολύ καλά το παύλειο ρητό που μας λέγατε: Αυτό που δεν θέλουμε να μας κάνουν, να μη το κάνουμε κι εμείς στους άλλους”……..
***
Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς
Το να φονεύσεις άνθρωπο σημαίνει να του αρπάξεις τον χρόνο πού του έδωσε ο Θεός ώστε, με την επίγειο ζωή του μέσα στον χρόνο, να αποκτήσει την αιώνια ζωή. Σημαίνει ακόμη ότι απλώνεις το χέρι σου επάνω στο πολυτιμότερο δημιούργημα του Θεού μέσα στον ορατό κόσμο. Στο τέλος – τέλος σημαίνει ότι στρέφεσαι ενάντια σε αυτόν τον ίδιο τον Θεό αφού, ότι έχει ο άνθρωπος, από το Θεό προέρχεται, η ψυχή και το σώμα.
Κάθε άνθρωπος είναι ο αιώνιος αδελφός σου, ο αιώνιος συνάδελφος σου. Πρόσεχε λοιπόν πώς του συμπεριφέρεσαι! Πρόσεχε τί σκέφτεσαι περί αυτού! Πρόσεχε τί επιθυμείς γι’ αυτόν! Επειδή στην αιωνιότητα μέλλεις να ζήσεις μαζί με εκείνον. Γι’ αυτό, ας είναι όλα μέσα μας αθάνατα και αιώνια: η αγάπη μας προς τον άνθρωπο, το αγαθό μας, η αλήθεια μας, η δικαιοσύνη μας. Για να μην ντρεπόμαστε στον άλλο κόσμο μήτε για την αγάπη μας μήτε για το καλό μας μήτε για την αλήθεια μας μήτε και για την δικαιοσύνη μας ενώπιον του Κυρίου.
Άγιος Λουκιανός Απολυτίκιον ― Ήχος γ’. Θείας πίστεως
Θείω Πνεύματι, λελαμπρυσμένος, γνώσιν ένθεον, εταμιεύσω, και της πίστεως τον λόγον ετράνωσας· όθεν Μαρτύρων αλείπτης γενόμενος, Λουκιανέ εν αθλήσει ηρίστευσας. Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου