«Τήν ζωήν ἡ κυήσασα πρός ζωήν μεταβέβηκας, τῇ σεπτῇ Κοιμήσει σου τήν ἀθάνατον, δορυφορούντων Ἀγγέλων σοι, Ἀρχῶν καί Δυνάμεων, Ἀποστόλων, Προφητῶν καί ἁπάσης τῆς κτίσεως, δεχομένου τε ἀκηράτοις παλάμαις τοῦ Υἱοῦ σου, τήν ἀμώμητον ψυχήν σου, Παρθενομῆτορ Θεόνυμφε» (Στιχηρό τῶν Αἴνων τοῦ Ὅρθρου τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου)
«Εσύ που κυοφόρησες την Ζωή των Απάντων (τον Χριστό), έκανες την μετάβαση προς την αθάνατη ζωή, ενώ γύρω γύρω σου βρίσκονταν ως δορυφόροι σου οι Άγγελοι, οι Αρχές, οι Δυνάμεις, οι Απόστολοι, οι Προφήτες και όλη ανεξαιρέτως η κτίση, και δεχόταν στις αθάνατες παλάμες του την ακηλίδωτη ψυχή σου ο Υιός σου, Μητέρα και Παρθένε, Νύμφη του Θεού»«Όταν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός θέλησε να παραλάβει προς Αυτόν την Μητέρα Του, απέστειλε έναν άγγελο, τρεις ημέρες πριν, για να της αναγγείλει την είδηση. Η Παναγία, ακούγοντας το νέο, μετέβη στο όρος των Ελαιών, όπως συνήθιζε, για να προσευχηθεί. Τα δέντρα τότε έκλιναν τα κλαδιά τους, προσκυνώντας και αποδίδοντας σέβας και τιμή στην Κυρία του κόσμου, σαν δούλοι που διέθεταν λογικό. Η Παναγία επέστρεψε, κατόπιν, στο σπίτι της. Ετοίμασε το νεκρικό κρεβάτι της. Φώναξε τις γειτόνισσες και έδωσε σε αυτές ένα κλαδί φοινικιάς, σύμβολο νίκης και αφθαρσίας, που της είχε παραδώσει ο άγγελος. Έδωσε ακόμη παραγγελία να δώσουν τα δύο φορέματά της σε δύο φτωχές χήρες, που ήταν συντρόφισσες και φίλες της. Μία βροντή ακούστηκε και πάνω στα σύννεφα ήρθαν στο σπίτι οι δώδεκα Απόστολοι από τα πέρατα της γης. Μαζί τους και οι άγιοι Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο άγιος Ιερόθεος και ο απόστολος Τιμόθεος. Όλοι ήταν λυπημένοι, αλλά η Παναγία τους παρηγόρησε. Ήρθε εκείνη τη στιγμή και ο απόστολος Παύλος και προσκύνησε την Παναγία παίρνοντας την ευχή της. Η Παναγία τους αποχαιρέτησε και προσευχόμενη έφυγε από αυτόν τον κόσμο χωρίς πόνους και λύπες, όπως ανώδυνος ήταν και ο τοκετός της.
Ο απόστολος Πέτρος έψαλε τον επιτάφιο ύμνο και με επικεφαλής τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο όλοι οδήγησαν την Παναγία στον τάφο της. Βλέποντας το συγκλονιστικό θέαμα οι αρχηγοί των Ιουδαίων έστειλαν ανθρώπους να ανατρέψουν το νεκροκρέβατο και να συλήσουν το σώμα. Όμως όσοι επιτέθηκαν έμειναν τυφλοί! Ο ιερέας Ιεφονίας κατάφερε να αδράξει την ιερή κλίνη. Όμως και τα δύο του τα χέρια έμειναν κομμένα από τους αγγέλους που συνόδευαν την Παναγία και έμειναν γραπωμένα στο φέρετρο. Ο Ιεφονίας, μέσα στους πόνους του, μετενόησε και ο απόστολος Πέτρος τον γιάτρεψε. Του έδωσε ένα κλαδάκι από τον φοίνικα της Παναγίας, που ο Ιεφονίας έβαλε στα μάτια των συντρόφων του και εκείνοι γιατρεύτηκαν. Οι απόστολοι ενταφίασαν στον κήπο της Γεθσημανή το σώμα. Παρέμειναν τρεις ημέρες εκεί προσευχόμενοι. Κατ’ οικονομίαν Θεού ο απόστολος Θωμάς δεν είχε έρθει και εμφανίστηκε τρεις ημέρες μετά την κηδεία. Ζήτησε να ανοιχτεί ο τάφος και να προσκυνήσει κι αυτός το θεωμένο σώμα της Θεοτόκου. Όταν ο τάφος ανοίχτηκε, διαπίστωσαν ότι το σώμα έλειπε και είχε μείνει μόνο το σινδόνι, όπου ήταν τυλιγμένο, κρατώντας το σχήμα του σκηνώματος. Ήταν μια αδιάψευστη απόδειξη της μεταστάσεως στον Ουρανό της Θεοτόκου, ήτοι της αναστάσεως και αναλήψεως του σώματός της που ενώθηκε ξανά με την ψυχή της υπεράνω των ουρανών, σε στενή οικειότητα με τον Υιό της, για να εκπροσωπεί το ανθρώπινο γένος και να πρεσβεύει υπέρ ημών παρά τω Θεώ. Η Κοίμηση και η εις ουρανούς Μετάσταση της Παναγίας εορτάζεται στις 15 Αυγούστου» («Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ, τόμος δωδέκατος)
Ο θάνατος είναι ένα γεγονός μοναχικό.
Όταν ο άνθρωπος φεύγει από τον κόσμο, ο ίδιος μόνος του βιώνει το
γεγονός που φέρνει απορία, άρνηση, αποστροφή, αγώνα για να αποφευχθεί.
Είναι μυστήριο ο θάνατος και ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα είναι
βίαιη πράξη. Ουδείς θέλει κατά βάθος να πεθάνει, ακόμη κι αν γνωρίζει
ότι ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, ακόμη κι αν τον προκαλεί ο ίδιος,
ακόμη κι αν έχει αποφασίσει να παραιτηθεί από την ζωή. Ο θάνατος είναι
ξένος του ανθρώπου, μολονότι τον ζούμε κάθε στιγμή στα κύτταρά μας που
πεθαίνουν και γεννιούνται. Η σκέψη μας και η καρδιά μας ποθούν την ζωή.
Γι’ αυτό και όσοι κι αν βρίσκονται δίπλα σ’ αυτόν που φεύγει από τον
κόσμο, μολονότι είναι παρηγοριά, εντούτοις δεν μπορούν να τον βοηθήσουν.
Τον θάνατο θα τον βιώσει ο καθένας αποκλειστικά μόνος του.
Η
εορτή της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου ανατρέπει αυτή την κοσμική
πεποίθηση και βεβαιότητα για την μοναξιά του θανάτου. Η Παναγία γνώριζε
την ώρα και την στιγμή που θα έφευγε από τον κόσμο. Δεν αντιστάθηκε,
ούτε λυπήθηκε. Αντίθετα, αυτή παρηγορούσε τους οικείους της για το
γεγονός του θανάτου της. Δεν πέθανε μόνη της, καθώς όλη η κτίση της απέδωσε τον έσχατο σεβασμό, ως Μητέρα του Θεού, Μητέρα της όντως Ζωής. Αλλά και όλοι όσοι είχαν οριστεί από τον Υιό της να συνεχίσουν το έργο της σωτηρίας του κόσμου, της
διακήρυξης της Βασιλείας των ουρανών και της βίωσής της στον κόσμο,
ήταν με θαυματουργικό τρόπο παρόντες. Ακόμη και οι άγγελοι του Θεού την
συντρόφευαν. Και η Παναγία δεν ήταν λυπημένη διότι γνώριζε πως είχε
ολοκληρώσει την αποστολή της σ’ αυτόν τον κόσμο, που ήταν η αγάπη για
τον Θεό και όλη την ανθρωπότητα, και θα συνέχιζε δίπλα στον Υιό της στην
αιωνιότητα, να αγαπά και να προσεύχεται για τους πάντες. Ο θάνατος
λοιπόν ήρθε ως πέρας της εν τω κόσμω αγάπης και αρχή της αγάπης στην
αιωνιότητα που εξακολουθεί να αγκαλιάζει τον κόσμο.Ο θάνατος ως τέλος και εκ νέου αρχή της αγάπης. Να γιατί γιορτάζουμε την Κοίμηση της Θεοτόκου ως Πάσχα του καλοκαιριού, ως χαρά και όχι ως λύπη. Διότι στο πρόσωπο της Παναγίας καταλαβαίνουμε ότι δεν είμαστε μόνοι μας σε κανένα σημείο και σε καμία στιγμή της ζωής μας, καθώς εκείνη προσεύχεται, παρηγορεί, δίνει την ευχή της, όπως έκανε στους αποστόλους και σε όλους όσοι ήταν παρόντες στην Κοίμησή της. Ακόμη και σε δύσκολες περιστάσεις, όπως είναι ο θάνατος, η Παναγία είναι παρούσα. Και περιμένει όποιον την επικαλείται για να τον συντροφεύσει στην πορεία και συνάντηση με τον Υιό και Θεό της στον τρόπο της Βασιλείας των ουρανών, στον άχρονο χρόνο της αιωνιότητας, στην ατελεύτητη αγάπη και κοινωνία. Και αφήνει παρηγοριά ότι το σώμα μπορεί να μένει πίσω στον θάνατο, όμως η ψυχή συνεχίζει να υπάρχει και, ανάλογα με την αγάπη, γεύεται την χαρά της σχέσης με την όντως Ζωή. Το δικό της σώμα δεν έμεινε πίσω, αλλά μετέστη στους ουρανούς. Το δικό μας θα περιμένει την ανάσταση των νεκρών, ώστε να είναι ο καθένας μας και η καθεμιά μας πλήρης στην σωτηρία από τον θάνατο.
Γιορτή αγάπης, ζωής, υπενθύμισης ότι η Μήτηρ της Ζωής είναι και δική μας μητέρα. Ότι δεν είμαστε μόνοι μας ούτε και στην έσχατη στιγμή. Αλήθεια, μπορούμε να νιώσουμε αυτήν την χαρά και να αφήσουμε την ύπαρξή μας να ξεκουραστεί και να ελπίσει; Να νιώσουμε τους άλλους ως αδέλφια μας με Μάνα την Παναγία και να συμπορευθούμε και προς το δικό μας Πάσχα; Ας είναι η ευχή της Παναγίας μας το δώρο και η απαντοχή μας!
Χρόνια πολλά κι ευλογημένα!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου