
Στὴ λογική μας σκέψη ὑπάρχει μία ἀνυπέρβλητη ἀτέλεια: Ἐκεῖνα τὰ ἐπιχειρήματα ποὺ κατέχουμε ἢ ἐκεῖνες οἱ ἀρχές, μὲ βάση τὶς ὁποῖες βγαίνουν τὰ συμπεράσματα, ποτὲ δὲν ἀποδεικνύονται στὴν πράξη ἐπαρκῆ.
Ἂν ὅμως ἐμπιστευόμαστε τὴ διαίσθηση μᾶς γιὰ πράγματα ὑπέρτατης σημασίας, τότε τὸ κάθε λάθος μπορεῖ νὰ ἀπειλήσει τὸν ἄνθρωπο ἀκόμη καὶ μὲ ἀπώλεια. Μὲ τὴν ἔννοια λοιπὸν αὐτὴ νὰ ὑπακοῦς στὴν πεῖρα τῶν ἀρχαίων ἀσκητῶν, ποὺ δὲν ἐπιτρέπει νὰ ἐμπιστευόμαστε σὲ τέτοιο βαθμὸ τὴ διαίσθηση μας.
Δυστυχῶς στὸν κόσμο γίνεται διαρκῶς αὐτὸ τὸ λάθος. Πρέπει ἀναπόφευκτα νὰ χειραγωγούμαστε μὲ τὸ «ὄργανο» ἐκεῖνο ποὺ ἔχουμε. Εἴτε βέβαιοι εἴτε ὄχι, δὲν μποροῦμε νὰ παραβλέψουμε τὸ καρδιακό μας ραντάρ. Ὁπωσδήποτε ὅμως ὀφείλουμε νὰ ὑπερνικήσουμε τὴν αὐτοπεποίθησή μας μὲ δύσκολο ἀγῶνα, ψυχικὸ καὶ διανοητικό. Ἡ διαίσθηση μᾶς θὰ ἦταν ἀπολύτως ὀρθή, ἀλάθητη, ἂν ἤμασταν ὁλότελα ἅγιοι.
Ἂν ὅμως δὲν ἔχουμε φθάσει σὲ αὐτὴ τὴν ἁγιότητα, τότε καὶ ἡ διαίσθηση μας, ὅπως καὶ ἡ λογική μας, δὲν λειτουργοῦν ἐντελῶς σωστά.
Κάπου ἔγραφα ὅτι τὰ συμπεράσματα τῆς λογικῆς μας παρουσιάζονται σὲ μᾶς μὲ «ψυχολογικὸ καὶ αὐθόρμητο» τρόπο ὡς τὰ πιὸ ὀφθαλμοφανῆ καὶ ἀναμφίβολα. Ἂν ὅμως συλλογισθοῦμε πράγματι βαθύτερα μήπως εἶναι ἔτσι αὐτό, τότε θὰ πεισθοῦμε ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ συμβαίνει αὐτὸ μὲ μᾶς. Γιατί; Διότι βεβαίως γιὰ τὸν ἄνθρωπο τὸ ζητούμενο ἀληθινὰ καὶ ἀποκλειστικὰ εἶναι μόνο ἡ ἀπολύτως δίκαιη κρίση. Γι’ αὐτὴν ὅμως εἶναι ἀπαραίτητο νὰ κατέχουμε τὴ Θεία Παγγνωσία, ποὺ ἐμεῖς δὲν ἔχουμε.
Στὴ λογική μας σκέψη ὑπάρχει μία ἀνυπέρβλητη ἀτέλεια: Ἐκεῖνα τὰ ἐπιχειρήματα ποὺ κατέχουμε ἢ ἐκεῖνες οἱ ἀρχές, μὲ βάση τὶς ὁποῖες βγαίνουν τὰ συμπεράσματα, ποτὲ δὲν ἀποδεικνύονται στὴν πράξη ἐπαρκῆ. Στὴν ἀσήμαντη καθημερινότητα τῆς ὑπάρξεώς μας ἀκόμη καὶ τέτοια λογικὴ μὲ τὰ ἀνεπαρκῆ αὐτὰ συμπεράσματα εἶναι κάπως ὠφέλιμη. Ἀλλὰ στὴν ἀναζήτηση τῆς αἰώνιας Ἀλήθειας βγαίνουμε ἀπὸ τὰ ὅρια ὅλων ἐκείνων ποὺ βλέπουμε ἢ ἀκόμη καὶ νοοῦμε. Καὶ αὐτὸ δὲν μᾶς ἐπιτρέπεται νὰ τὸ ξεχνοῦμε. Συνεπῶς, χωρὶς περαιτέρω ἐπεξηγήσεις, ἐπίτρεψέ μου νὰ σοῦ συστήσω νὰ μετριάσεις τὴν ἐμπιστοσύνη στὴ διαίσθηση σου…
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἁγίου Σωφρονίου του Ἔσσεξ, «Γράμματα στὴ Ρωσία», Ἔκδοσις Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου.
Συμβουλὲς τοῦ Ἁγίου Σωφρονίου του Ἔσσεξ
–Ξέρεις, τώρα μιλᾶμε μὲ τὸ τηλέφωνο… ἔτσι νὰ
μιλᾶς μὲ τὸν Θεό, σὰν νὰ σηκώνεις τὸ τηλέφωνο καὶ νὰ τοῦ λὲς ὅ,τι
θέλεις ἀπ’ εὐθείας.
Νὰ ἔχεις πάντα ἀνοικτὴ γραμμή, μὴ σπάσεις ποτὲ τὸ καλώδιο αὐτό. Ὑπάρχει πρόνοια, μὴ φοβᾶσαι νὰ χαίρεσαι.
Νὰ ἔχεις τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ ὡς μία ὀμπρέλα καὶ νὰ εἶσαι ἀπὸ κάτω.
Νὰ πιστεύετε ἀκράδαντα στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, παρὰ τὶς ὅποιες θλίψεις καὶ κόπους ποὺ ἔχετε.
-Ἡ μετάνοια δὲν ἔχει τέλος πάνω στὴ γῆ, γιατί τὸ τέλος τῆς μετανοίας θὰ σήμαινε ὅτι γίναμε σὲ ὅλα ὅμοιοι μὲ τὸν Χριστό. Μόνον ὅταν μᾶς φωτίσει το φῶς τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νὰ βλέπουμε τὶς ἁμαρτίες μας.
-Ὁ Χριστὸς προσέφερε τὴ θεία Τοῦ ζωὴ σ’ αὐτοὺς ποὺ εἶναι πλασμένοι κατ’ εἰκόνα Του, ἀλλὰ ἔλαβε ὡς ἀπάντηση τὸ μῖσος. Σήμερα, μετὰ ἀπὸ δύο χιλιάδες χρόνια Χριστιανισμοῦ, τί βλέπουμε; Ὁ σύγχρονος κόσμος χάνει ὅλο καὶ περισσότερο τὸν Χριστό, τὴ ζωὴ τὴν αἰώνια. Τὸ βαθὺ σκοτάδι τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν, τὸ μῖσος, ἡ καταδυνάστευση, οἱ πόλεμοι ὅλων τῶν εἰδῶν, διαμορφώνουν τὴ γήινη ὕπαρξη μας. Στὴν προκειμένη κατάσταση ὁ Χριστὸς δίνει σ’ αὐτοὺς ποὺ ἀποφασίζουν νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν τὴν ἐντολή: ”ἀγαπᾶτε τὸὺς ἐχθροὺς ὑμῶν”. Γιατί ὁ κόσμος φοβᾶται ἕναν τέτοιο Θεό; Μπορεῖ κανεὶς νὰ βρεῖ καλύτερη ἀρχὴ ἀπὸ αὐτή: ”εὐλογεῖτε τὸὺς καταρωμένους ὑμᾶς, ἀγαπᾶτε τὸὺς ἐχθροὺς ὑμῶν”;
-Θά ‘ρθει ἐποχὴ ποὺ θὰ κατασκευαστοῦν μηχανὲς οἱ ὁποῖες θὰ ἐλέγχουν τὸν τρόπο σκέψης τῶν ἀνθρώπων…
Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ μόνο ὅσοι κατέβασαν τὸν νοῦ τους στὴν καρδιὰ θὰ μείνουν ἀνεπηρέαστοι ἀπὸ αὐτὴ τὴν δικτατορία…
-Στὴν Δύση οἱ ἄνθρωποι ζοῦν μὲ τὸν ἐγκέφαλο, δηλαδὴ ἔχουν κέντρο τῆς ζωῆς τους τὴν λογική. Ἔτσι, ἂν οἱ ἐπιστήμονες ἀνακαλύψουν ἕνα μηχάνημα, τότε θὰ μπορέσουν νὰ διαβάσουν τὶς σκέψεις τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ τοὺς κατευθύνουν. Ὅσοι, ὅμως, ζοῦν μὲ τὴν καρδιά, μέσα στὴν ὁποία ἐνεργεῖ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, καὶ προσεύχονται καρδιακά, αὐτοὶ ἔχουν τὸ χάραγμα τοῦ Σταυροῦ μέσα σὲ αὐτὴν καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς ἐλέγξει πνευματικά. Αὐτοὶ ἔχουν τὴν ἐλευθερία τοῦ πνεύματος.
-Ἀπὸ τὸ πρωΐ ἀρχίζει ὁ ἐγκλωβισμὸς τῶν ἀνθρώπων τῶν πόλεων,
ἀλλὰ τώρα καὶ τῶν χωριῶν, στὴν κοσμικὴ ζωή, ποὺ παρασύρει τὸν νοῦ καὶ τὴ
φαντασία μας στὴν ἐξέλιξη τῶν γεγονότων καὶ τὰ αἰσθήματά μας στὴ
συμμετοχὴ σὲ αὐτά.
Πῶς λοιπὸν μὲ τοὺς ὅρους αὐτοὺς νὰ ἀναχθοῦμε σ’ ἐκείνη
τὴν ἡσυχία τοῦ νοῦ καὶ τὴν ἠρεμία τῆς καρδιᾶς, ποὺ εἶναι πράγματα τόσο
ἀπαραίτητα γιὰ τὴν προσευχή; Νὰ τὸ ἐρώτημα…
Ἡ λειτουργικὴ προσευχὴ μὲ τὴ συχνὴ θεία μετάληψη ἀποτελεῖ τὸ πλήρωμα…
-Μὴν ἀνησυχεῖς γιὰ τὴν ἀνικανότητά σου νὰ συγκεντρωθεῖς, ὅταν στέκεσαι στὴν προσευχή. Κράτησε πρὶν ἀπ’ ὅλα τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς. Γιὰ νὰ βρεῖς τὸν σωστὸ δρόμο, εἶναι καλύτερο ἀπ’ ὅλα νὰ τὸ ζητήσεις ἀπὸ τὸν ἴδιο τόν Θεὸ στὴν προσευχή.
-Στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος μοῦ ἔτυχε κάποτε νὰ ἔχω ταυτοχρόνως ὡς δεκατέσσερα διακονήματα. Τὸ ἀνέφερα στὸν Πνευματικό μου: ”Δὲν κατορθώνω νὰ ἐκπληρώσω τὰ καθήκοντά μου: Ἔχω δεκατέσσερα διακονήματα!”. Μοῦ ἀπάντησε: ”Κάνεις λάθος, δὲν ἔχεις παρὰ ἕνα μόνο”. ”Ἀλλά, Πατέρα μου”, ἀπήντησα, ”ἔχω δεκατέσσερα!”. ”Ὄχι”, μοῦ εἶπε πάλι, ”δὲν κάνεις παρὰ ἕνα μόνο πρᾶγμα κάθε φορά. Κάνε το λοιπὸν καλὰ καὶ προχώρησε στὸ ἑπόμενο…”.
-Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἄπειρος Θεός. Δὲ σταυρώθηκε μόνο γιὰ τοὺς πιστούς, ἀλλὰ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ ὡς τὸν τελευταῖο ποὺ θὰ γεννηθεῖ ἀπὸ γυναῖκα. Νὰ ἀκολουθεῖ κάποιος τὸν Χριστό, σημαίνει νὰ πάσχει, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ καὶ νὰ σωθεῖ ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι διαφορετικά.
-Κάποτε, ὅταν ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἐγγίζει, αἰσθανόμαστε τὴν αἰωνιότητα. Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει κατανοητὸ μὲ τὴ λογική. Ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ μὲ τὸ δικό Του τρόπο ποὺ ξεφεύγει τὴ λογική. Δὲν πρέπει νὰ εἴμαστε ὑπερβολικὰ λογικοὶ στὴ χριστιανική μας ζωή.
-Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι σκοτάδι ἀπαίσιο, ὁ ἀντίποδας τῆς Θείας Ἀγαθοσύνης. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ἀρχὴ τοῦ κακοῦ, ἡ ρίζα κάθε τραγωδίας, ὁ σπορέας τοῦ μίσους, ὁ ἀφανιστῇς τῆς εἰρήνης, ἀντικείμενη στὴν τάξη ποὺ θέσπισε ὁ Θεός. Σὲ αὐτὴ βρίσκεται ἡ οὐσία τοῦ ἅδη. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἐκεῖνο τὸ «σκότος τὸ ἐξώτερον», στὸ ὁποῖο διαμένοντας ὁ ἄνθρωπος ἀποχωρίζεται ἀπὸ τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης. «Οἱ ἄνθρωποι …ἠγάπησαν τὸ σκότος» (Ἰωάνν. γ᾽ 19). Ἡ σωτηρία ἀπὸ τὸν ἅδη αὐτὸ εἶναι δυνατὴ μόνο μὲ τὴ μετάνοια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου