‘‘Πνεύμα Άγιον, Φως άδυτον, Φως απρόσιτον, Παράκλητε αγαθέ, ο στεναγμοίς αλαλήτοις πρεσβεύων υπέρ ημών Ελθέ και σκήνωσον εν ημίν…”
Το βασίλεμα του Ηλίου
του Φώτη Κόντογλου
Έχουμε στο σπίτι μας ένα μικρό δωμάτιο μ’ ένα εικονοστάσι, που βρίσκεται προς τη μιά γωνιά του. Απάνω στο εικονοστάσι είναι βαλμένο , στη μέση, ένα παλιό μεγάλο Ευαγγέλιο με ασημωμένες τάβλες, ένας αρχαίος σκαλιστός σταυρός, ένα μικρό κουτάκι με άγιο λείψανο, ένα ασημένο χέρι, μεγάλο όσο είναι το φυσικό χέρι, που έχει μέσα άγιο λείψανο της αγιάς Παρασκευής, και κάμποσα εικονίσματα, που ανάμεσά τους είναι μία μεγάλη εικόνα της αγιάς Παρασκευής, παλιά κι ασημωμένη απο τέμπλο. Όλα αυτά ήτανε της οικογενειακής εκκλησιάς μας, και τα πήραμε μαζί μας τον καιρό που φύγαμε από τη Μικρά Ασία, καταδιωγμένοι από τον Τούρκο, μαζί με λίγα εκκλησιαστικά βιβλία. Αντί να πάρουμε άλλα πράγματα, που θα ήτανε πιό χρήσιμα σε μας, κατά τη γνώμη του κόσμου, προτιμήσαμε να πάρουμε αυτά τα αγιασμένα πράγματα. Περάσαμε στη Μυτηλήνη, που είναι κοντά στο μέρος που γεννηθήκαμε, αντίκρυ στη μεγάλη στεριά της Ανατολής.
Το καντήλι καίει μέρα-νύχτα ακοίμητο, μπροστά σ’ αυτό το εικονοστάσι. Το δωμάτιο μοσκοβολά κερί και λιβάνι. Εκεί είναι το καταφύγιο μας στις δύσκολες περιστάσεις της ζωής μας , εκεί λέμε και τις ευχαριστίες μας στον Θεό για ό,τι καλό μας στέλνει. Εκεί λέμε τον εσπερινό και τον όρθρο, όποτε τύχει να μην πάμε στην εκκλησία, τις παρακλήσεις, τις δοξολογίες. εκεί γίνουνται οι αγιασμοί και τα ευχέλαια, από αγιαμένους παπάδες και καλογήρους. Η ψυχή μας κ’ η καρδιά μας, βρίσκονται εκεί. Έχουμε τα Μηναία, το Πεντηκοστάριο, την Παρακλητική, το Τριώδιο, το Ωρολόγιο, το Αγιασματάρι, κλπ.. Εκείνο το θαλάμι είναι η κατ οίκον εκκλησία μας.
Απο τα δεξιά βρίσκεται ένα παραθύρι, δίπλα στη βορεινή γωνιά. Απ’ εκείνο το παραθύρι , που είναι βορεινό, δεν μπαίνει ολότελα ο ήλιος όλον τον χειμώνα. Μονάχα κατά την αρχή του καλοκαιριού αρχίζουν και τρυπώνουν λοξά χρυσές αχτίνες απο τον ήλιο, την ώρα που βασιλεύει.
Τρυπώνει δειλά-δειλά, αυτό το φώς, το “Φώς ιλαρόν”, όπως το λέγω, και κάνει μιά στενή λουρίδα όρθια, χρυσαφένια, δίπλα στη βορεινή γωνιά, αριστερά απο το εικονοστάσι.Φανερώνεται τις πρώτες μέρες του Ιουνίου, και χάνεται τις πρώτες μέρες του Αυγούστου. Το αγιασμένο πυροτέχνημα στην αρχή βαστά λίγες στιγμές κ’ ύστερα αποτραβιέται. Κατά την αρχή Ιουλίου στέκεται ίσαμε μιά ώρα. Και στις τελευταίες μέρες του βαστά πάλι λίγες στιγμές, ως που χάνεται, και δεν ξαναφαίνεται πιά.
Αυτό είναι το “Φώς ιλαρόν”. Από μικρό παιδί το ‘βλεπα το βράδυ που βασίλευε ο ήλιος, εξωτικό, χρυσοκκόκινο, να χρυσώνει τα σπίτια, τα μικρά τα βουνά, τα βράχια, τα πανιά των καραβιών, σαν να ήτανε χρυσοκαπνισμένα. Το θέαμα ήτανε πανηγυρικό, κ’ έπεφτα σε έκσταση, σαν να ερχότανε εκείνο το φως απο έναν άλλον κόσμο, απο τη βασιλεία των ουρανών, κατά κει που βασιλεύει ο ήλιος.
Πόσο ποιητικά εκφράζει ο λαός μας τη μεγαλοπρέπεια που έχει εκείνη η ιερή ώρα, λέγοντας πως ο ήλιος “βασιλεύει”. Αληθινά, ποιός βασιλιάς ντύθηκε ποτέ με τέτοια πορφύρα; Θα’ λεγε κανένας πως δεν είναι ο ήλιος αυτός ο βασιλέας, αλλά ο Χριστός, ο βασιλεύς των βασιλευόντων. Έχω την ιδέα μαλιστα πως ο ευλαβής λαός μας, λεγοντας “ο ήλιος εβασίλεψε”, επήρε τα λόγια , γυρίζοντάς τα, απο το “Προκείμενον” που λέγει ο ψάλτης το Σαββατόβραδο στον εσπερινό: “ο Κύριος εβασίλευσεν, ευπρέπειαν ενεδύσατο” ίσα-ίσα την ίδια ώρα που βασιλεύει ο ήλιος. Εκείνη την ώρα το χρυσορρόδινο φώς μπαίνει απο το παράθυρο της εκκλησίας, που είναι κατά το δυτικό μέρος, και χτυπά απάνω στο σκαλιστό τέμπλο, κάνοντας το να λαμποκοπά σάν “χρυσοπλοκώτατος πύργος”.
Λίγο πρίν το “Προκείμενον” λέγει ο ψάλτης, ή κανένας καλόγερος, ή κανένανς ταπεινός αναγνώστης το “Φώς ιλαρόν”, εκείνον τον θεσπέσιον εσπερινόν ύμνον.
Έχω γράψει πολλές φορές γι’ αυτή την αγιασμένη και κατανυκτική ώρα: Σ’ένα τέτοιο γράψιμο μου λέγω τα παρακάτω: “Πρός το βράδυ, ένα χρυσαφένιο γλυκό φως μπαίνει μέσα στον αγιασμένο πύργο της εκκλησιάς (στον τρούλλο), σαν να τον γεμίζει με θυμίαμα. Τούτη την ιερή ώρα βουΐζει ο τελευταίος φτερωτός προσκυνητής, ένας αθώος καντηλοσβήστης… Απο κάτω, την ίδια ώρα, λέγει ο καλόγερας με φωνή ήσυχη το “Φώς ιλαρόν”, ενώ ο ήλιος βασιλεύει, και τελειώνει η μέρα: “Φώς ιλαρόν αγίας δόξης αθανάτου Πατρός, ουρανίου, αγίου, μάκαρος, Ιησού Χριστέ, ελθόντες επί την ηλίου δύσιν, ιδόντες φως εσπερινόν, υμνούμεν Πατέρα, Υιόν και άγιον Πνεύμα, Θεόν. Άξιόν Σε εν πάσι καιροίς υμνείσθαι φωναίς αισίαις, Υιέ Θεού, ζωήν ο διδούς. Διό ο κόσμος Σε δοξάζει”.
Δάκρυα έρχουνται στα μάτια του ανθρώπου, ακούγοντας αυτά τ’ αρχαία λόγια, που είναι απλά και αιώνια σαν το βασίλεμα του ήλιου. Το βιβλίο που’ ναι ακουμπισμένο απάνω στ’ αναλόγι, γράφει πως είναι “ποίημα Αθηνογένους του Μάρτυρος”. Παμπάλαιος ύμνος, που τον λένε κάθε βράδυ, σαν τελειώνει η μέρα, απο δυό χιλιάδες χρόνια ίσαμε σήμερα, απλοί άνθρωποι που βαστάνε απο τους αρχαίους Έλληνες, σαν και τούτον τον Αγιονορίτη καλόγερα, που είναι και στο πρόσωπο σάν τους παλιούς”(*).
Αλλά και τούτη την ώρα που γράφω, λάμπει απάνω στον τοίχο, κοντά στο εικονοστάσι με τα αγαπημένα εικονίσματα που γλύτωσα απο τους αλλόθρησκους και που τα προσκυνούσαν οι πρόγονοί μου.
Πόσο χαίρουμε σαν το βλέπω να μπαίνει μέσα στο καταφύγιό μου! Η χαρά που νιώθω είναι μιά κρυφή χαρά, που τη φυλάγω στην καρδιά μου, σαν ένα φως ανέσπερο, που θα την ζεσταίνει τον χεμώνα. Αυτό το υπερκόσμιο φως είναι μιά ελπίδα που έρχεται “εξ ετοίμου κατοικητηρίου του Κυρίου”, είναι μιά θεϊκή επίσκεψη που μου δίνει παρηγοριά.
Κάθε βράδυ το περιμένω με αγάπη. Δεν πηγαίνω πουθενά για να μην χάσω την ιερή αυτή επίσκεψη. Χαίρομαι που κρατά πολλή ώρα η παρουσία του και παρακαλώ ν’ αργήσει να φύγει.
Μόλις αρχίζει και φεγγίζει μυστικά λέγω: “Καλώς το! Καλώς ήρθες πάλι στο φτωχικό μας. Κάθε βράδυ με χαρά σε περιμένουμε, και σαν φεύγεις, με ελπίδα σε προσμένουμε να’ρθεις το άλλο βράδυ. Ας αργήσουνε να περάσουμε οι μέρες που μας έρχεσαι”. Κάνω τον σταυρό μου και συλλογίζουμε: “Τούτη την ώρα χρυσαφώνεις τα παλιά τέμπλα στα μοναστήρια, στολίζεις με ακριβά πετράδια το φτωχό εικονοστάσι, που είναι μέσα στη σπηλιά του ασκητή ή κανένα σκοτεινό κουβούκλι που κάνει την προσευχή της καμιά ταπεινή και πικραμένη ψυχή. Την ίδια ώρα, όμως, μπαίνεις και σε σπίτια ψυχρά και δίχως πνοή, που κάθουνται μέσα άπιστοι άνθρωποι, και δεν σε παίρνουνε είδηση, αλλοίμονο! ω χαιρέτισμα αρχαγγελικό, ω αγιασμένη πορφύρα, που έγινες απο τα αθάνατα αίματα που χύσανε οι Μάρτυρες του Χριστού. Μπαίνεις και σε φυλακές σκοτεινές, εκεί που βασανίζουνται οι απελπισμένοι, για να τους δώσει λίγη ελπίδα. Μπαίνεις και σε τρύπες υγρές κι ανήλιαγες. Μπαίνεις και σε άψυχα κι άσλαχνα εργοστάσια, μα κανένας δεν σε παίρνει είδηση, ούτε πότε μπαίνεις, ούτε πότε φεύγεις, ούτε ποιά μέρα θα σβήσεις, φεύγοντας για πάντα, σαν τον άνθρωπο που δεν γυρίζουν να τον δούνε. Άραγε ο Θεός σε στέλνει μονάχα σε μας για να μας φέρεις την ελπίδα του και τον χαιρετισμό της αγάπης του, και σε περιμένουμε με αγάπη και με πόθο;…”
Αλλοίμονο! Σε στέλνει σε όλους τους ανθρώπους μα αυτοί δεν σε βλέπουν , ω φως ιλαρόν*, ω φώς εσπερινόν, ω φως ανέσπερον!
*ιλαρόν:-επίθετο- εύθυμο, φαιδρό , χαροπό.
Πηγή: Φώτης Κόντογλου “Ευλογημένο Καταφύγιο”, Κεφάλαιο :Το βασίλεμα του ήλιου Εκδόσεις -Εκδόσεις Ἀκρίτας,
***
Ο Στάρετς Ιωσήφ της Όπτινα έλαμπε ολόκληρο μ’ αυτό το θείο φως…
Το
1907, ο π. Λεβάσωφ, επισκεφτηκε για πρώτη φορά το μοναστήρι της Όπτινα,
με σκοπο να δει τον γέροντα Ιωσήφ. … ”Ζήτησα να μου δείξουν το δρόμο
για τη σκήτη και το κελλί του και σε λίγο βρισκόμουν στο δωμάτιο
υποδοχής. Το δωμάτιο ήταν μικρό και η επίπλωσή του απλή… Ήταν άρρωστος
εκείνη την εποχή. Χαιρετιστήκαμε. Μετά είδα ένα περίεργο φως
γύρω από το κεφάλι του, όπως επίσης και μια φαρδιά ακτίνα να πέφτει πάνω
του από ψηλά, σα να’ χε ανοίξει το ταβάνι του κελλιού του. Η ακτίνα
έπεφτε από τον ουρανό κι ήταν ίδια με το φως που περιέβαλλε το πρόσωπό
του. Η όψη του φωτίστηκε και φάνηκε ένα χαμόγελο.
Ήμουν απροετοίμαστος να δω αυτό το θέαμα
και τα ‘χασα. Ξέχασα όλες τις ερωτήσεις που τριγύριζαν στο κεφάλι μου
και για τις οποίες γύρευα να βρω απαντήσεις από κάποιο γέροντα έμπειρο
στην πνευματική ζωή.
Με πολλή βαθιά χριστιανική ταπείνωση και
πραότητα (τα χαρακτηριστικά του Γέροντα) στεκόταν και περίμενε
υπομονητικά να μιλήσω. Εγώ έμενα σαστισμένος. Δεν μπορούσα να τραβήξω τα
μάτια μου από το θέαμα αυτό, που μου ήταν τελείως πρωτόγνωρο.
Τελικά κατάφερα να θυμηθώ αόριστα τι ήθελα να εξομολογηθώ κι άρχισα να ψελλίζω: «Μπάτιουσκα, είμαι πολύ αμαρτωλός».
Μόλις μπόρεσα ν’ αρθρώσω τα λόγια αυτά… Σε μια στιγμή άρχισε πάλι να τον τυλίγει το φως και να πέφτει πάνω του η ακτίνα. Μερικές φορές το φως ήταν πιο λαμπρό και πιο εκτυφλωτικό. Δεν μπορούσα ν’ αποχωριστώ εύκολα αυτό το ουράνιο θέαμα. Πρέπει να χαιρέτησα το Γέροντα τουλάχιστο δέκα φορές.
Παρατηρούσα συνέχεια αυτό το χαριτόβρυτο
πρόσωπο που είχε ένα αγγελικό χαμόγελο κι έλαμπε ολόκληρο μ’ αυτό το
θείο φως, που εξακολουθούσε να τον φωτίζει καθώς έβγαινα από το κελλί
του..
» Το φως που είδα πάνω στο Γέροντα δεν μπορεί να παρομοιαστεί με κανένα επίγειο φως, όπως για παράδειγμα το φως του ήλιου, ή του φωσφόρου ή το ηλεκτρικό, του φεγγαριού κ.λ.π. Δεν έχω ξαναδεί παρόμοιο φως.
» Πιστεύω πως το όραμα αυτό ήταν αποτέλεσμα
της κατάστασης της έντασης και της προσευχής στην οποία βρισκόταν ο
Γέροντας και προκάλεσε τη Χάρη του Θεού να επισκεφτεί τον εκλεκτό Του.
Τώρα γιατί αξιώθηκα εγώ να δω τέτοιο όραμα, δεν μπορώ να το εξηγήσω. (Στάρετς Ιωσήφ της Όπτινα)
139. Επίσης
και το φως που έλαμψε στον μακάριο Παύλο στο δρόμο της Δαμασκού (Πράξ.
9, 3), με το οποίο υψώθηκε ως τον τρίτο ουρανό και άκουσε αλάλητα
μυστήρια, δεν ήταν κάποιος φωτισμός νοημάτων και γνώσεως· ήταν
υποστατική μέσα στην ψυχή έλλαμψη της δυνάμεως του αγαθού Πνεύματος. Την
υπερβολική λαμπρότητα αυτού του φωτός δεν μπόρεσαν ν’ αντέξουν τα
σαρκικά μάτια και τυφλώθηκαν (Πράξ. 9, 8). Με αυτό το φως αποκαλύπτεται
κάθε γνώση και γνωστοποιείται αληθινά ο Θεός στην άξια και αγαπώμενη από
Αυτόν ψυχή. Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος
Πηγή : Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄ τόμος, σελ. 298-315.
Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε προς το φως, να κατακτήσετε το φως. Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης του Ωρωπού
https://iconandlight.wordpress.com/2015/06/03/%CF%8C%CE%BB%CE%B7-%CF%83%CE%B1%CF%82-%CE%B7-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%80%CE%AC%CE%B8%CE%B5%CE%B9%CE%B1-%CE%BD%CE%B1-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CE%BD-%CE%B1%CF%84%CE%B5%CE%BD%CE%AF/
Βιώματα
στη θεία Λειτουργία, Εβίωσα στον Καθαγιασμό των τιμίων Δώρων το
Μυστήριον της Αγίας Τριάδος! δια Πνεύματος Αγίου! Να ξέρετε ότι το Άγιον
Πνεύμα είναι παρόν! Είναι σαν Περιστέρι: είναι σαν φλόγες πυρός; είναι
σαν φως;
https://iconandlight.wordpress.com/2020/06/11/45977/
Έβλεπα να καίγονται σαν λαμπάδες από τις φλόγες της Πεντηκοστής.
https://iconandlight.wordpress.com/2017/06/06/17968/
Η χάρις του Αγίου Πνεύματος εμφανίζεται σαν ένα άρρητο φως. Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ
https://iconandlight.wordpress.com/2017/06/04/18122/
Φως ιλαρόν αγίας δόξης, αθανάτου Πατρός, ουρανίου, αγίου, μάκαρος, Ιησού Χριστέ. Ελθόντες επί την ηλίου δύσιν, ιδόντες φως εσπερινόν, υμνούμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα Θεόν. Άξιόν Σε εν πάσι καιροίς υμνείσθαι φωναίς οσίαις. Υιε Θεού, ζωήν ο διδούς· διο ο κόσμος Σε δοξάζει.
Ήχος β’
Είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν Πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες· αύτη γαρ ημάς έσωσε.
Εξαποστειλάριον Ήχος γ’, Ο ουρανόν τοις άστροις
Φως ο Πατήρ, φως ο Λόγος, φώς και το άγιον Πνεύμα, όπερ εν γλώσσαις πυρίναις, τοις Αποστόλοις επέμφθη, και δι’ αυτού πάς ο κόσμος φωταγωγείται, Τριάδα σέβειν αγίαν.
Καταβασίαι
Ήχος βαρύς
«Άφλεκτος πυρί εν Σινά προσομιλούσα, βάτος Θεόν εγνώρισε, τω βραδυγλώσσω και δυσήχω Μωσεί και Παίδας ζήλος Θεού, τρεις αναλώτους τω πυρί υμνωδούς έδειξε. Πάντα τα έργα τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας».
Ήχος δ’
«Λύει τα δεσμά και δροσίζει την φλόγα,
Ο τρισσοφεγγής της θεαρχίας τύπος,
Υμνούσι Παίδες, ευλογεί δε τον μόνον,
Σωτήρα και παντουργόν, ως ευεργέτην,
Η δημιουργηθείσα σύμπασα κτίσις».
Ωδή θ’ Ειρμός άλλος
«Χαίροις Άνασσα, μητροπάρθενον κλέος.
Άπαν γαρ ευδίνητον εύλαλον στόμα,
Ρητρεύον, ου σθένει σε μέλπειν αξίως.
Ιλιγγιά δε νούς άπας σου τον τόκον
Νοείν· όθεν σε συμφώνως δοξάζομεν». (Δις)
Όσοις έπνευσεν η θεόρρυτος χάρις,
Λάμποντες, αστράπτοντες, ηλλοιωμένοι,
Οθνείαν αλλοίωσιν ευπρεπεστάτην
Ισοσθενούσαν την άτμητον ειδότες,
Σοφήν τρίφεγγον ουσίαν δοξάζομεν.
Ευχή Μυστική δι’ ης επικαλείται το Πνεύμα το Άγιον ο αυτό προορών.
Ελθέ το φώς το αληθινόν, ελθέ η αιώνιος ζωή, ελθέ το αποκεκρυµµένον µυστήριον, ελθέ ο ακατανόµαστος θησαυρός, ελθέ το ανεκφώνητον πράγµα, ελθέ το ακατανόητον πρόσωπο, ελθέ η αίδιος αγαλλίασις, ελθέ το ανέσπερον φώς, ελθέ πάντων των µελλόντων σωθήναι η αληθινή προσδοκία, ελθέ των κειµένων η έγερσις, ελθέ των νεκρών η ανάστασις , ελθέ ο δυνατός, ο πάντα αεί ποιών και µεταποιών και αλλοιών µόνο τω βούλεσθαι!
Ελθέ ο αόρατος και αναφής πάντη και αψηλάφητος, ελθέ ο αεί αµετακίνητος και καθ` ώραν όλος µετακινούµενος και ερχόµενος προς ηµάς τους εν τω άδη κειµένους, ο υπεράνω πάντων των ουρανών, ελθέ το περιπόθητον όνοµα και θρυλούµενον, λαληθήναι δε παρ` ηµών όπερ ής η γνωσθήναι, οποίος ή ποταπός, όλως ηµίν ανεπίδεκτον.
Ελθέ η αιώνιος χαρά, ελθέ το στέφος το αµαράντινον, ελθέ η πορφύρα του µεγάλου Θεού και βασιλέως ηµών, ελθέ η ζώνη η κρυσταλλοειδής και διάλιθος, ελθέ το υπόδηµα το απρόσιτον, ελθέ η βασίλειος αλουργίς και αυτοκρατορική όντως δεξιά! Ελθέ, όν επόθησε και ποθεί η ταλαίπωρος µου ψυχή, ελθέ ο µόνος προς µόνον, ότι µόνος ειµί καθάπερ οράς
Ελθέ ο χωρίσας εκ πάντων και ποίησας µε µόνον επι της γής, ελθέ ο γενόµενος πόθος αυτός εν εµοί και ποθείν σε ποιήσας µε, τον απρόσιτον παντελώς! Ελθέ η πνοή µου και η ζωή, ελθέ η παραµυθία της ταπεινής µου ψυχής, ελθέ η χαρά και η δόξα και η διηνεκής µου τρυφή!
Ευχαριστώ σοι, ότι έν πνεύµα εγένου µετ` εµού ασυγχύτως, ατρέπτως, αναλλοιώτως ο επί πάντων Θεός, και αυτός µοι τα πάντα εν πάσι γεγένησαι, τροφή ανεκλάλητος και είς άπαν αδάπανος, αεννάως υπερεκχεοµένη τοίς τής εµής ψυχής χείλεσι και υπερεκβλύζουσα εν τή πηγή της καρδιάς µου, ένδυµα απαστράπτον και καταφλέγον τους δαίµονας, κάθαρσις δια αφθάρτων και αγιών δακρύων εκπλυνούσα µε, ών ή σή παρουσία, προς ούς παραγίνη, χαρίζεται.
Ευχαριστώ σοι, ότι φώς ανέσπερον µοι γεγένησαι και ήλιος άδυτος που κρυβήναι µη έχων ο πληρών της σής δόξης τα σύµπαντα. Ουδέποτε γαρ απεκρύβης από τινός, αλλα ηµείς αεί κρυπτόµεθα από σού, ελθείν προς σε µη βουλόµενοι. Που γαρ και κρυβήση ο µηδαµού έχων τόπον της σης καταπαύσεως; η διά τι, ο µήποτε αποστρεφόµενος των πάντων τινά, µήτε τινά αυτών εντρεπόµενος;
Νύν ούν ενσκήνωσον, ∆έσποτα, έν εµοί και κατοίκησον και µείνον αδιαστάτως, αχωρίστως µέχρι τέλους έν εµοί τω δούλω σου, Αγαθέ, ίνα καγώ ευρεθώ εν τη εξόδω µου και µετά την εξόδον έν σοί Αγαθέ και συµβασιλεύσω σοι, τω επί παντών Θεώ!
Μείνον , ∆έσποτα, και µη εάσης µε µόνον, ίνα ερχόµενοι οι εχθροί µου οι ζητούντες αεί του καταπιείν την ψυχήν µου και ευρίσκοντές σε µένοντα εν εµοί, φεύξωνται και µη ισχύσωσι κατ` εµού, βλέποντές σε, τον ισχυρότερον πάντων, ένδοθεν καθήµενον εν τη οικία της ταπεινής µου ψυχής.
Ναι, ∆έσποτα, ως εµνήσθης µου, ότε έν τώ κόσµω ετύγχανον και αγνοούντος µου αυτός εξελέξω µε και από του κόσµου εχώρισας και προ προσώπου της δόξης σου έστησας, ούτω και νύν ένδον ιστάµενον µε είς αεί και αµετακίνητον εν τη έν εµοί οικήσει σου διαφύλαξον, ίνα βλέπων σε διηνεκώς ο νεκρός εγώ ζώ και έχων σε ο πένης αεί πλουτώ και βασιλεών πάντον έσοµαι πλουσιότερος και εσθιών και πίνων σε και καθ` ώραν επενδυόµενος έν ανεκλαλήτοις ώ και έσοµαι εντρυφών αγαθοίς, ότι σύ υπάρχεις πάν αγαθόν και πάσα δόξα και πάσα τρυφή και σοί πρέπει η δόξα, τη Αγία και Οµοουσίω και Ζωοποιώ τριάδι, τη έν Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύµατι σεβόµενη τε και γνωριζόµενη και προσκυνουµένη και λατρευοµένη υπό πάντων πιστών , νύν και αεί και είς τους αιώνας των αιώνων . Αµήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου