Το βιβλίο της Εξόδου περιέχει την ιστορία του Ισραηλιτικού λαού από τη γέννηση του Μωυσή έως την κατασκευή της Κιβωτού της Διαθήκης και της Σκηνής του Μαρτυρίου κατά το δεύτερο έτος από την έξοδο. Η ιστορική και χρονολογική τοποθέτηση των γεγονότων που περιγράφει η Έξοδος δεν μπορεί να γίνει με μεγάλη ακρίβεια.
Το βιβλίο περιλαμβάνει τρία μέρη, που αναφέρονται στην παραμονή των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο και τις προσπάθειες του Μωυσή και του Ααρών να πείσουν το φαραώ ν' απελευθερώσει τους Ισραηλίτες (1,1-12,36), στην έξοδό τους από τη δουλεία της Αιγύπτου και την πορεία τους προς το όρος Σινά (12,37-18,27), τη συνθήκη (διαθήκη) που συνήψε στο όρος Σινά ο Θεός μαζί τους και την οργάνωση της λατρείας τους (19,1-40,38).
Πρώτο μέρος (1,1-12,36): Η αλλαγή της πολιτικής κατάστασης με την άνοδο του Ραμσή Β' (1290-1224 Π.Χ.) στο θρόνο της Αιγύπτου, όπου ήταν εγκαταστημένοι οι απόγονοι του Ιακώβ, είχε οδυνηρές γι' αυτούς συνέπειες, καθώς μετατράπηκαν σε δούλους των Αιγυπτίων. Από τη δεινή θέση τους τους απάλλαξε ο Μωυσής, ο οποίος τους οδήγησε έξω από την Αίγυπτο, στην έρημο του Σινά.
Στο μέρος του βιβλίου που αναφέρεται στη ζωή του Ισραήλ στην Αίγυπτο, παρέχονται πληροφορίες για την αύξηση των Ισραηλιτών και τα περιοριστικά μέτρα των Αιγυπτίων. Ακολούθως ο συγγραφέας της Εξόδου, κινούμενος μεταξύ ιστορικών γεγονότων και βιογραφικών πληροφοριών με λαογραφικό χαρακτήρα, περιγράφει όσα προηγήθηκαν της Εξόδου. Η αφήγηση αρχίζει με βιογραφικά στοιχεία για τη γέννηση, τη σωτηρία, την ονομασία και την ανατροφή του Μωυσή, το φόνο του Αιγυπτίου, τη φυγή του Μωυσή στη Μαδιάμ και το γάμο του με την κόρη του Μαδιανίτη ιερέα Ιοθόρ.
Η βιβλική ιστορία συνεχίζεται με το όραμα της φλεγόμενης και μη καιόμενης βάτου στο όρος Σινά, τη θεοφάνεια και το διάλογο μεταξύ Θεού και Μωυσή, στον οποίο φαίνονται καθαρά η απόφαση, η εντολή και η υπόσχεση του Θεού. Από τη φλεγόμενη βάτο, σημείο της παρουσίας του Θεού, θα πληροφορηθεί ο Μωυσής για το λόγο που παρακίνησε το Θεό να συμπαρασταθεί στο λαό του. Έτσι ο Μωυσής γίνεται το όργανο της σωτηρίας του λαού του. Στο όραμα της βάτου ο Μωυσής παίρνει τη διαβεβαίωση ότι ο αποκαλυπτόμενος Θεός είναι ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Και στο ερώτημά του "ποιο είναι τ' όνομά του" παίρνει την απάντηση «Εγώ ειμί ο Ων». Είναι ο αναλλοίωτος, ο αιώνιος και ο υπάρχων Θεός με κάπως παθητική παρουσία, αλλά και με δυναμική μετοχή στην ιστορία του λαού του και του κόσμου όλου. Ο «Κύριος» του Σινά είναι ο Θεός της δημιουργίας και όλης της ανθρώπινης ιστορίας, ο πάντοτε γνωστός στον Ισραήλ Θεός των Πατριαρχών, του οποίου το όνομα «Γιαχβέ» τώρα μόνο γίνεται γνωστό στον περιούσιο λαό.
Αφηγούμενος ακολούθως ο συγγραφέας της Εξόδου τη δραματική ιστορία του λαού του σε ώρες κρίσιμες για την εθνική του υπόσταση, περιγράφει πως ο Μωυσής επιστρέφει στην Αίγυπτο και με τον αδελφό του τον Ααρών προσπαθούν με σημεία θαυμαστά να πείσουν το φαραώ να επιτρέψει την αναχώρηση των Ισραηλιτών, χωρίς όμως να το πετύχουν. Ακολουθούν οι δέκα «πληγές» (τιμωρίες), που το νόημά τους ως σημείων της δυναμικής παρουσίας και της απόφασης του Θεού για το λαό του δεν μπόρεσε να συλλάβει ο φαραώ. Με την τελευταία πληγή, το θάνατο των πρωτοτόκων των Αιγυπτίων, θεσμοθετείται η θυσία του Πάσχα, για να φέρνει στην εθνική μνήμη τα γεγονότα που οδήγησαν στη σωτηρία του Ισραήλ από τη δουλεία της Αιγύπτου.
Δεύτερο μέρος (12,37-18,27): Η ιστορική αφήγηση συνεχίζεται με την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Οδηγώντας ο Μωυσής τους Ισραηλίτες από την Αίγυπτο με κατεύθυνση τη Χαναάν είχε να ακολουθήσει τη μεγάλη παραλιακή οδική αρτηρία, που άρχιζε από τη Μέμφιδα, περνούσε από την περιοχή Γκωσέν, διέσχιζε τη χώρα των Φιλισταίων και έφτανε μέχρι τη Δαμασκό. Η λεωφόρος αυτή ήταν βέβαια σύντομη και ασφαλής, αλλά αν την ακολουθούσε ο Μωυσής υπήρχε φόβος να συμβεί ένα από τα δύο· να εμποδιστούν οι Ισραηλίτες στην πορεία τους προς τη Χαναάν από τις αιγυπτιακές φρουρές που φύλαγαν τη λεωφόρο, σε περίπτωση που ο φαραώ θα άλλαζε γνώμη, ή με τις πρώτες δυσκολίες να μετανοήσουν οι Ισραηλίτες και να θελήσουν να γυρίσουν πίσω στην Αίγυπτο. Για να αποφευχθούν λοιπόν τα δύο αυτά ενδεχόμενα, ο Ισραήλ οδηγείται προς την Ερυθρά Θάλασσα. Καθοδηγούμενος και προστατευόμενος απ' τον προπορευόμενο Θεό του με τη μορφή «στήλης νεφέλης» τη μέρα και «στήλης πυρός» τη νύχτα, σημείων της θείας παρουσίας, περνά θαυματουργικά την Ερυθρά Θάλασσα και υμνεί το Θεό για τη σωτηρία του.
Η πορεία προς το Σινά δεν ήταν καθόλου εύκολη. Η έλλειψη τροφής και νερού έκανε τους Ισραηλίτες όχι μόνο να γογγύζουν, αλλά και να αμφιβάλλουν για τον Κύριο και Θεό τους. Θαυματουργικά και πάλι ο Θεός μεριμνά για τη διατροφή τους, προμηθεύοντας τους με μάννα και ορτύκια, καθώς επίσης φρόντισε και την παροχή νερού στο λαό του. Παρά ταύτα όμως οι διαμαρτυρίες του αγνώμονα λαού συνεχίζονται, ενώ ο κίνδυνος από την επίθεση των Αμαληκιτών παρέρχεται με τη νικηφόρα μάχη του Ιησού του Ναυή.
Τρίτο μέρος (19,1-40,38): Στο τρίτο μέρος του βιβλίου της Εξόδου ο ιερός συγγραφέας περιγράφει την αποκάλυψη στο Σινά, παραθέτει τη νομοθεσία με το Δεκάλογο και τις θρησκευτικές, νομικές και ηθικές διατάξεις και αφηγείται τα της συνομολόγησης της Διαθήκης. Ακολουθούν διατάξεις αναφορικά με τα αντικείμενα της λατρείας (Σκηνή του Μαρτυρίου, Κιβωτός της Διαθήκης, Τράπεζα της Προθέσεως, Επτάφωτη Λυχνία, Θυσιαστήριο Ολοκαυτωμάτων κλπ.), καθώς και η αφήγηση για τη λατρεία του χρυσού μόσχου. Το βιβλίο της Εξόδου τελειώνει με πληροφορίες για την κατασκευή των λατρευτικών αντικειμένων.
Πιο αναλυτικά, μέσα από μια μεγαλειώδη Θεοφάνεια, ο Κύριος συνήψε συνθήκη (διαθήκη) με το λαό του και του έδωσε τους νόμους του, που θα ρυθμίζουν την ηθική, κοινωνική και θρησκευτική ζωή του.
Τόσο η έξοδος από την Αίγυπτο όσο και τα γεγονότα που ακολούθησαν κατανοήθηκαν από τους Ισραηλίτες ως συνέπεια της σωτηριώδους επεμβάσεως του Θεού. Με τη διαθήκη που συνομολογείται στο Σινά καθορίζεται η ειδική σχέση με την οποία συνδέεται ο Θεός με το λαό του. Ο Θεός εξέλεξε τον Ισραήλ ως λαό του, τον απελευθέρωσε από την αιγυπτιακή σκλαβιά, τον προστάτευσε κατά την πορεία του στην έρημο και θα του χαρίσει μια γη για να εγκατασταθεί.. Ο Ισραήλ από την πλευρά του οφείλει να ανταποκριθεί στα όσα έκανε ο Θεός γι' αυτόν με μια ανάλογη συμπεριφορά, η οποία καθορίζεται από το νόμο της διαθήκης, όπου το κυριότερο τμήμα του αποτελεί ο Δεκάλογος (10 εντολές) και ανάλογη προσφορά λατρείας στο Θεό. Η σχέση αυτή δεν είναι βέβαια αδιατάρακτη. Οι Ισραηλίτες αθετούν από την πρώτη στιγμή τους όρους της διαθήκης, όπως έκανε με τη λατρεία του χρυσού μόσχου. Παρόλα αυτά όμως ο Θεός παραμένει πιστός σ' αυτήν, τους συγχωρεί και την ανανεώνει.
Το βιβλίο της Εξόδου τελειώνει με την ολοκλήρωση της Κιβωτού της Διαθήκης και της Σκηνής του Μαρτυρίου, δηλαδή του φορητού ναού των Εβραίων, που κατασκευάστηκε στην έρημο από το Μωυσή για τη λατρεία του Θεού.
Οι Ισραηλίτες περνούν την Ερυθρά θάλασσα
Εξ. 14,1 Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Εξ. 14,1 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και του είπε·
Εξ. 14,2 λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, καὶ ἀποστρέψαντες στρατοπεδευσάτωσαν ἀπέναντι τῆς ἐπαύλεως, ἀνὰ μέσον Μαγδώλου καὶ ἀνὰ μέσον τῆς θαλάσσης, ἐξεναντίας Βεελσεπφῶν, ἐνώπιον αὐτῶν στρατοπεδεύσεις ἐπὶ τῆς θαλάσσης.
Εξ. 14,2 “ειπέ στους Ισραηλίτας να επιστρέψουν από την Οθώμ και να στρατοπεδεύσουν απέναντι, της Επαύλεως, που κείται μεταξύ της Μαγδώλου και της Ερυθράς Θαλάσσης, καταντικρύ της Βεελσεπφών. Απέναντι αυτών θα στρατοπεδεύσης, πλησίον της Ερυθράς Θαλάσσης.
Εξ. 14,3 καὶ ἐρεῖ Φαραὼ τῷ λαῷ αὐτοῦ· οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ πλανῶνται οὗτοι ἐν τῇ γῇ· συγκέκλεικε γὰρ αὐτοὺς ἡ ἔρημος.
Εξ. 14,3 Ο Φαραώ, όταν ίδη τούτο, θα είπη στον λαόν του· Αυτοί οι Ισραηλίται περιπλανώνται εις την περιοχήν εκείνην, διότι τους έχει κλείσει η έρημος και δεν γνωρίζουν που να κατευθυνθούν.
Εξ. 14,4 ἐγὼ δὲ σκληρυνῶ τὴν καρδίαν Φαραώ, καὶ καταδιώξεται ὀπίσω αὐτῶν· καὶ ἐνδοξασθήσομαι ἐν Φαραὼ καὶ ἐν πᾶσι τῇ στρατιᾷ αὐτοῦ, καὶ γνώσονται πάντες οἱ Αἰγύπτιοι ὅτι ἐγώ εἰμι Κύριος. καὶ ἐποίησαν οὕτως.
Εξ. 14,4 Εγώ θα παραχωρήσω να σκληρυνθή η καρδία του Φαραώ και παρά τας τιμωρίας που έλαβε, θα εξέλθη αμετανόητος εις καταδίωξιν των Ισραηλιτών. Τοτε θα δοξασθώ εγώ δια τις ολοκληρωτικής συντριβής του Φαραώ και όλου του στρατού του, και θα μάθουν όλοι οι Αιγύπτιοι, ότι εγώ είμαι ο Κυριος”. Οι Ισραηλίται έκαμαν όπως διέταξεν ο Θεός.
Εξ. 14,5 καὶ ἀνηγγέλη τῷ βασιλεῖ τῶν Αἰγυπτίων ὅτι πέφευγεν ὁ λαός· καὶ μετεστράφη ἡ καρδία Φαραὼ καὶ τῶν θεραπόντων αὐτοῦ ἐπὶ τὸν λαόν, καὶ εἶπαν· τί τοῦτο ἐποιήσαμεν τοῦ ἐξαποστεῖλαι τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ, τοῦ μὴ δουλεύειν ἡμῖν;
Εξ. 14,5 Ανηγγέλθη στον βασιλέα των Αιγυπτίων, ότι έχει φύγει ο ισραηλιτικός λαός και μετεστράφη η καρδία αυτού και των αυλικών του εναντίον του Ισραηλιτικού λαού, και είπαν· “τι είναι αυτό που εκάμαμεν, να αφήσωμεν ελευθέρους να φύγουν τους Ισραηλίτας και έτσι να μη εργάζονται δι' ημάς ως δούλοι;”
Εξ. 14,6 ἔζευξεν οὖν Φαραὼ τὰ ἅρματα αὐτοῦ καὶ πάντα τὸν λαὸν αὐτοῦ συναπήγαγε μεθ᾿ ἑαυτοῦ
Εξ. 14,6 Ο Φαραώ διέταξε και έζευξαν τα πολεμικά του άρματα και παρέλαβε μαζή του όλον τον στρατόν του.
Εξ. 14,7 καὶ λαβὼν ἑξακόσια ἅρματα ἐκλεκτὰ καὶ πᾶσαν τὴν ἵππον τῶν Αἰγυπτίων καὶ τριστάτας ἐπὶ πάντων.
Εξ. 14,7 Ελαβεν εξακόσια εκλεκτά άρματα, όλον το ιππικόν των Αιγυπτίων και τους εμπείρους εις πόλεμον αρχηγούς, και εξήλθε εναντίον των Ισραηλιτών.
Εξ. 14,8 καὶ ἐσκλήρυνε Κύριος τὴν καρδίαν Φαραὼ βασιλέως Αἰγύπτου καὶ τῶν θεραπόντων αὐτοῦ, καὶ κατεδίωξεν ὀπίσω τῶν υἱῶν Ἰσραήλ· οἱ δὲ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐξεπορεύοντο ἐν χειρὶ ὑψηλῇ.
Εξ. 14,8 Ο Κυριος είχε παραχωρήσει να σκληρυνθή η καρδία του βασιλέως της Αιγύπτου και των αυλικών του, και έτσι αμετανόητος ο Φαραώ από τας τόσας τιμωρίας εκινήθη οπίσω των Ισραηλιτών εις καταδίωξιν αυτών. Οι Ισραηλίται όμως επροχωρούσαν προστατευόμενοι από την ένδοξον και παντοδύναμον χείρα του Θεού.
Εξ. 14,9 καὶ κατεδίωξαν οἱ Αἰγύπτιοι ὀπίσω αὐτῶν καὶ εὕροσαν αὐτοὺς παρεμβεβληκότας παρὰ τὴν θάλασσαν, καὶ πᾶσα ἡ ἵππος καὶ τὰ ἅρματα Φαραὼ καὶ οἱ ἱππεῖς καὶ ἡ στρατιὰ αὐτοῦ ἀπέναντι τῆς ἐπαύλεως ἐξεναντίας Βεελσεπφῶν.
Εξ. 14,9 Οι Αιγύπτιοι τους εκυνήγησαν και τους έφθασαν στρατοπεδευμένους πλησίον της Ερυθράς Θαλάσσης. Ολον το ιππικόν, τα άρματα του Φαραώ, οι ιππείς και όλη η στρατιά αυτού εστρατοπέδευσαν πλησίον της Επαύλεως απέναντι από την Βεελσεπφών.
Εξ. 14,10 καὶ Φαραὼ προσῆγε· καὶ ἀναβλέψαντες οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ τοῖς ὀφθαλμοῖς ὁρῶσι, καὶ οἱ Αἰγύπτιοι ἐστρατοπέδευσαν ὀπίσω αὐτῶν, καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα· ἀνεβόησαν δὲ οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ πρὸς Κύριον,
Εξ. 14,10 Ο Φαραώ ωδηγούσε το στράτευμά του. Οι Ισραηλίται υψώσαντες τα βλέμματά των είδον κατάπληκτοι ότι οι Αιγύπτιοι είχον στρατοπεδεύσει όπισθεν αυτών. Τρομαγμένοι εβόησαν προς τον Κυριον·
Εξ. 14,11 καὶ εἶπαν πρὸς Μωυσῆν· παρὰ τὸ μὴ ὑπάρχειν μνήματα ἐν γῇ Αἰγύπτῳ ἐξήγαγες ἡμᾶς θανατῶσαι ἐν τῇ ἐρήμῳ; τί τοῦτο ἐποίησας ἡμῖν ἐξαγαγὼν ἐξ Αἰγύπτου;
Εξ. 14,11 και φοβούμενοι σφαγήν των εις την έρημον είπον εν τη ολιγοπιστία των προς τον Μωϋσήν· “μήπως, επειδή δεν υπάρχουν τάφοι εις την Αίγυπτον, μας έβγαλες να φονευθώμεν εις την έρημον; Τι είναι αυτό που μας έκαμες βγάζοντας ημάς από την Αίγυπτον;
Εξ. 14,12 οὐ τοῦτο ἦν τὸ ῥῆμα, ὃ ἐλαλήσαμεν πρὸς σὲ ἐν Αἰγύπτῳ, λέγοντες· πάρες ἡμᾶς, ὅπως δουλεύσωμεν τοῖς Αἰγυπτίοις; κρεῖσσον γὰρ ἡμᾶς δουλεύειν τοῖς Αἰγυπτίοις ἢ ἀποθανεῖν ἐν τῇ ἐρήμῳ ταύτῃ.
Εξ. 14,12 Μηπως ημείς, όταν ευρισκόμεθα εις την Αίγυπτον, δεν σου είχαμεν είπει, άφησέ μας εδώ να είμεθα και να εργαζώμεθα ως δούλοι δια τους Αιγυπτίους; Διότι είναι προτιμότερον να είμεθα δούλοι στους Αιγυπτίους, παρά να αποθάνωμεν εις αυτήν την έρημον”.
Εξ. 14,13 εἶπε δὲ Μωυσῆς πρὸς τὸν λαόν· θαρσεῖτε, στῆτε καὶ ὁρᾶτε τὴν σωτηρίαν τὴν παρὰ τοῦ Κυρίου, ἣν ποιήσει ἡμῖν σήμερον· ὃν τρόπον γὰρ ἑωράκατε τοὺς Αἰγυπτίους σήμερον, οὐ προσθήσεσθε ἔτι ἰδεῖν αὐτοὺς εἰς τὸν αἰῶνα χρόνον·
Εξ. 14,13 Απήντησε δε ο Μωϋσής προς τον λαόν· “έχετε θάρρος. Σταθήτε ακλόνητοι και ανδρείοι και θα ιδήτε την σωτηρίαν, την οποίαν σήμερον θα πραγματοποιήση ο Θεός προς χάριν σας. Διότι, όπως βλέπετε τα αιγυπτιακά στρατεύματα σήμερον, δεν πρόκειται ποτέ πλέον να τα ίδετε στο μέλλον.
Εξ. 14,14 Κύριος πολεμήσει περὶ ὑμῶν, καὶ ὑμεῖς σιγήσετε.
Εξ. 14,14 Ο Κυριος θα πολεμήση δια την σωτηρίαν σας. Λοιπόν σταματήσατε τα παράπονα και περιμένετε με πίστιν”. Και ο Μωϋσής επεδόθη εις θερμήν προσευχήν προς τον Κυριον.
Εξ. 14,15 Εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωυσῆν· τί βοᾷς πρός με; λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, καὶ ἀναζευξάτωσαν·
Εξ. 14,15 Του είπε δε ο Κυριος· “τι φωνάζεις προς εμέ προσευχόμενος; Ειπέ στους Ισραηλίτας να ετοιμασθούν δια να αναχωρήσουν.
Εξ. 14,16 καὶ σὺ ἔπαρον τῇ ῥάβδῳ σου καὶ ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου ἐπὶ τὴν θάλασσαν καὶ ῥῆξον αὐτήν, καὶ εἰσελθάτωσαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ εἰς μέσον τῆς θαλάσσης κατὰ τὸ ξηρόν.
Εξ. 14,16 Συ δε σήκωσε την ράβδον σου, άπλωσε το χέρι σου εις την θάλασσαν και διαχώρισε αυτήν εις τα δύο. Και αφού διαχωρισθή η θάλασσα, ας εισέλθουν οι Ισραηλίται εις την ξηράν δια μέσου αυτής οδόν.
Εξ. 14,17 καὶ ἰδοὺ ἐγὼ σκληρυνῶ τὴν καρδίαν Φαραὼ καὶ τῶν Αἰγυπτίων πάντων, καὶ εἰσελεύσονται ὀπίσω αὐτῶν· καὶ ἐνδοξασθήσομαι ἐν Φαραὼ καὶ ἐν πάσῃ τῇ στρατιᾷ αὐτοῦ καὶ ἐν τοῖς ἅρμασι καὶ ἐν τοῖς ἵπποις αὐτοῦ.
Εξ. 14,17 Εγώ δε θα παραχωρήσω να σκληρυνθή η καρδία του Φαραώ και όλων των Αιγυπτίων, ώστε αμετανόητοι αυτοί και από τούτο το θαύμα να εισέλθουν εις την θάλασσαν οπίσω από τους Ισραηλίτας. Τοτε θα φανή η δόξα μου, διότι ο Φαραώ και όλη η στρατιά του και τα άρματα και το ιππικόν του θα πνιγούν εις την θάλασσαν, ενώ σεις θα σωθήτε υγιείς εις την απέναντι ακτήν.
Εξ. 14,18 καὶ γνώσονται πάντες οἱ Αἰγύπτιοι ὅτι ἐγώ εἰμι Κύριος, ἐνδοξαζομένου μου ἐν Φαραὼ καὶ ἐν τοῖς ἅρμασι καὶ ἵπποις αὐτοῦ.
Εξ. 14,18 Και όταν έτσι δοξασθώ με την καταστροφήν του Φαραώ και των αρμάτων και του ιππικού, θα μάθουν όλοι οι Αιγύπτιοι ότι εγώ είμαι Κυριος ο Θεός”.
Εξ. 14,19 ἐξῇρε δὲ ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ ὁ προπορευόμενος τῆς παρεμβολῆς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ ἐπορεύθη ἐκ τῶν ὄπισθεν· ἐξῇρε δὲ καὶ ὁ στῦλος τῆς νεφέλης ἀπὸ προσώπου αὐτῶν καὶ ἔστη ἐκ τῶν ὀπίσω αὐτῶν.
Εξ. 14,19 Επειτα από αυτά ο άγγελος του Θεού, ο οποίος επροπορεύετο από το στρατόπεδον των Ισραηλιτών ανήλθε προς τα άνω και μετέβη όπισθεν του στρατοπέδου. Υψώθη επίσης και η στήλη της νεφέλης που ευρίσκετο εμπρός από αυτούς και εστάθη όπισθεν αυτών.
Εξ. 14,20 καὶ εἰσῆλθεν ἀνὰ μέσον τῆς παρεμβολῆς τῶν Αἰγυπτίων καὶ ἀνὰ μέσον τῆς παρεμβολῆς Ἰσραὴλ καὶ ἔστη· καὶ ἐγένετο σκότος καὶ γνόφος, καὶ διῆλθεν ἡ νύξ, καὶ οὐ συνέμιξαν ἀλλήλοις ὅλην τὴν νύκτα·
Εξ. 14,20 Η νεφέλη δηλαδή αυτή παρενετέθη μεταξύ του στρατοπέδου των Αιγυπτίων και του στρατοπέδου των Ισραηλιτών και εκεί εστάθη. Εγινε δε σκότος και πυκνή ομίχλη. Επέρασεν η νύκτα και δεν ήλθον εις επαφήν το ένα με το άλλο τα δύο στρατόπεδα.
Εξ. 14,21 ἐξέτεινε δὲ Μωυσῆς τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν θάλασσαν, καὶ ὑπήγαγε Κύριος τὴν θάλασσαν ἐν ἀνέμῳ νότῳ βιαίῳ ὅλην τὴν νύκτα καὶ ἐποίησε τὴν θάλασσαν ξηράν, καὶ ἐσχίσθη τὸ ὕδωρ.
Εξ. 14,21 Ο Μωϋσής άπλωσε το χέρι του εις την Ερυθράν Θαλασσαν και αμέσως ο Θεός εξαπέλυσε καθ' όλην την νύκτα ισχυρότατον νότιον άνεμον εις την θάλασσαν, διηρέθη το ύδωρ εις δύο και έκαμε ξηρόν τον πυθμένα της θαλάσσης.
Εξ. 14,22 καὶ εἰσῆλθον οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ εἰς μέσον τῆς θαλάσσης κατὰ τὸ ξηρόν, καὶ τὸ ὕδωρ αὐτῆς τεῖχος ἐκ δεξιῶν καὶ τεῖχος ἐξ εὐωνύμων·
Εξ. 14,22 Οι Ισραηλίται εισήλθαν εις την ξηράν αυτήν οδόν του πυθμένος της θαλάσσης, τα δε ύδατα αυτής εκατέρωθεν της διόδου είχαν γίνει ακίνητα ωσάν δύο τείχη, ένα εκ δεξιών και ένα εξ αριστερών, δια τους διερχομένους Ισραηλίτας.
Εξ. 14,23 καὶ κατεδίωξαν οἱ Αἰγύπτιοι καὶ εἰσῆλθον ὀπίσω αὐτῶν, πᾶς ἵππος Φαραὼ καὶ τὰ ἅρματα καὶ οἱ ἀναβάται, εἰς μέσον τῆς θαλάσσης.
Εξ. 14,23 Οι Αιγύπτιοι κατεδίωξαν τους Ισραηλίτας, ηκολούθησαν οπίσω αυτών, όλον τα ιππικόν του Φαραώ και τα άρματα και οι αναβάται και επροχωρούσαν δια του ξηρού βυθού μεταξύ των διαχωρισμένων υδάτων της Ερυθράς Θαλάσσης.
Εξ. 14,24 ἐγενήθη δὲ ἐν τῇ φυλακῇ τῇ ἑωθινῇ καὶ ἐπέβλεψε Κύριος ἐπὶ τὴν παρεμβολὴν τῶν Αἰγυπτίων ἐν στύλῳ πυρὸς καὶ νεφέλης καὶ συνετάραξε τὴν παρεμβολὴν τῶν Αἰγυπτίων
Εξ. 14,24 Κατά τας μεταμεσονυκτίους ώρας και προς το γλυκοχάραμα έρριψεν ο Θεός δια του πυρίνου στύλου ωργισμένον βλέμμα κατά των Αιγυπτίων και επροκάλεσε ταραχήν και σύγχυσιν στον στρατόν των.
Εξ. 14,25 καὶ συνέδησε τοὺς ἄξονας τῶν ἁρμάτων αὐτῶν καὶ ἤγαγεν αὐτοὺς μετὰ βίας. καὶ εἶπαν οἱ Αἰγύπτιοι· φύγωμεν ἀπὸ προσώπου Ἰσραήλ, ὁ γὰρ Κύριος πολεμεῖ περὶ αὐτῶν τοὺς Αἰγυπτίους.
Εξ. 14,25 Ενέπλεξε τους άξονας και τους τροχούς των αρμάτων μάχης μεταξύ των και ώθησεν αυτούς ορμητικώς εις καταστροφήν. Εντρομοι τότε οι Αιγύπτιοι είπαν· “ας φύγωμεν από τους Ισραηλίτας, διότι ο Κυριος πολεμεί εναντίον μας εις υπεράσπισιν αυτών”.
Εξ. 14,26 εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου ἐπὶ τὴν θάλασσαν, καὶ ἀποκαταστήτω τὸ ὕδωρ καὶ ἐπικαλυψάτω τοὺς Αἰγυπτίους, ἐπί τε τὰ ἅρματα καὶ τοὺς ἀναβάτας.
Εξ. 14,26 Οταν δε εξήλθον οι Ισραηλίται από την θάλασσαν εις την αντίπεραν ακτήν, είπεν ο Κυριος στον Μωϋσήν· “άπλωσε το χέρι σου εις την θάλασσαν, και εγώ θα επαναφέρω τα ύδατα εις την θέσιν των και θα καταποντίσω τους Αιγυπτίους, τα άρματά των και τους αναβάτας αυτών”.
Εξ. 14,27 ἐξέτεινε δὲ Μωυσῆς τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν θάλασσαν, καὶ ἀποκατέστη τὸ ὕδωρ πρὸς ἡμέραν ἐπὶ χώρας· οἱ δὲ Αἰγύπτιοι ἔφυγον ὑπὸ τὸ ὕδωρ, καὶ ἐξετίναξε Κύριος τοὺς Αἰγυπτίους μέσον τῆς θαλάσσης.
Εξ. 14,27 Απλωσε πράγματι το χέρι του ο Μωϋσής εις την θάλασσαν και το ύδωρ αποκατεστάθη κατά την πρωΐαν, εις την προτέραν αυτού θέσιν. Οι Αιγύπτιοι προσεπάθησαν να διαφύγουν από το κατακαλύπτον αυτούς ύδωρ. Ο Κυριος όμως εξετίναξε τους Αιγυπτίους με τα επερχόμενα κύματα και τους διεσκόρπισεν εντός της θαλάσσης.
Εξ. 14,28 καὶ ἐπαναστραφὲν τὸ ὕδωρ ἐκάλυψε τὰ ἅρματα καὶ τοὺς ἀναβάτας καὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν Φαραώ, τοὺς εἰσπορευομένους ὀπίσω αὐτῶν, εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ οὐ κατελήφθη ἐξ αὐτῶν οὐδὲ εἷς.
Εξ. 14,28 Τα ύδατα επανελθόντα εις την προτέραν των θέσιν εσκέπασαν τα πολεμικά άρματα, τους αναβάτας αυτών, όλην την δύναμιν του Φαραώ, όλους εκείνους που είχαν εισέλθει εις την θάλασσαν, δια να καταδιώξουν τους Ισραηλίτας. Δεν απέμεινεν ούτε ένας από αυτούς.
Εξ. 14,29 οἱ δὲ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐπορεύθησαν διὰ ξηρᾶς ἐν μέσῳ τῆς θαλάσσης, τὸ δὲ ὕδωρ αὐτῆς τεῖχος ἐκ δεξιῶν, καὶ τεῖχος ἐξ εὐωνύμων.
Εξ. 14,29 Οι δε Ισραηλίται επροχώρησαν χαίροντες δια της ξηράς του βυθού εν μέσω της θαλάσσης, τα δε ύδατα αυτής είχον σταθή ακίνητα, τείχος εκ δεξιών και τείχος εξ αριστερών.
Εξ. 14,30 καὶ ἐῤῥύσατο Κύριος τὸν Ἰσραὴλ ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐκ χειρὸς τῶν Αἰγυπτίων· καὶ εἶδεν Ἰσραὴλ τοὺς Αἰγυπτίους τεθνηκότας παρὰ τὸ χεῖλος τῆς θαλάσσης.
Εξ. 14,30 Και έσωσεν έτσι ο Κυριος τους Ισραηλίτας κατά την ημέραν εκείνην από τα χέρια των Αιγυπτίων. Είδον οι Ισραηλίται νεκρούς πλέον τους Αιγυπτίους να εκβράζωνται από τα κύματα εις την παραλίαν,
Εξ. 14,31 εἶδε δὲ Ἰσραὴλ τὴν χεῖρα τὴν μεγάλην, ἃ ἐποίησε Κύριος τοῖς Αἰγυπτίοις· ἐφοβήθη δὲ ὁ λαὸς τὸν Κύριον καὶ ἐπίστευσαν τῷ Θεῷ καὶ Μωυσῇ τῷ θεράποντι αὐτοῦ.
Εξ. 14,31 Είδον όμως ακόμη και το παντοδύναμον χέρι του Θεού· όσα ο παντοδύναμος Κυριος δια την προστασίαν αυτών έπραξε κατά των Αιγυπτίων. Εφοβήθησαν το Κυριον, επίστευσαν εις αυτόν περισσότερον και στον δούλον του τον Μωϋσήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου