Τετάρτη 6 Ιουλίου 2022

Ένας ήσυχος ύμνος, γεμάτος φως: Η ασκητική ζωή και ο μαρτυρικός θάνατος του ιερομονάχου Ανδρέα από τα Κόμανα της Γεωργίας, φύλακος του τάφου του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.

 

Ιωάννης Χρυσόστομος -St. John Chrysostom_Святой Иоанн Златоуст_წმიდა იოანე ოქროპირი_234 

Συναξάριον τοῦ Μηναίου.
Τῇ Ζʹ(7ῃ) τοῦ μηνός Ἰουλίου, Μνήμη τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Κυριακῆς (289).
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Θωμᾶ τοῦ ἐν τῷ Μαλεῷ (10ο αιων)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Περεγρίνου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ, Λουκιανοῦ, Πομπηΐου, Ἡσυχίου, Παππίου, Σατορνίνου καὶ Γερμανοῦ (2ο αιων)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Εὐσταθίου, Πολυκάρπου καὶ Εὐαγγέλου (284-305)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ Ὁσιομάρτυρος Ἀνδρέου (Κουρασβίλι) τοῦ Ὁμολογητοῦ, ἐκ Κομάνων τῆς Γεωργίας, φύλακος τοῦ τάφου τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (1993)

Ένας ήσυχος ύμνος, γεμάτος φως: ο νεομάρτυρας Ανδρέας

Η ασκητική ζωή και ο μαρτυρικός θάνατος του ιερομόναχου Ανδρέα από τα Κόμανα της Γεωργίας, φύλακος του τάφου του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.

«Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου.
οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη·» (Ματθ. 5, 14)

Τον Αύγουστο του 1992 ξέσπασε ένας σφοδρός εμφύλιος πόλεμος στη βορειοδυτική περιοχή της Γεωργίας, στην Αμπκχαζία (Abkhazia). Οι μουσουλμάνοι αυτονομιστές της Αμπκχαζίας παίρνοντας συμμάχους από την Ανατολική Τουρκία, την κεντρική Ασία, την Συρία, την Ιορδανία, τη Ρωσία και την Ουκρανία, σκότωσαν 20.000 ανθρώπους και έδιωξαν 250.000 από την πατρίδα τους πεζούς. Η κάποτε γνωστή για τις φυσικές ομορφιές της στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας Αμπκχαζία, έγινε τόπος εθνικής καθάρσεως. Οι περισσότεροι εκδιωχθέντες ήταν Γεωργιανοί ―οι οποίοι αποτελούσαν το 44% του πληθυσμού της περιοχής― όπως επίσης Αρμένιοι, Εσθονοί και Εβραίοι.

Με την κατάρρευσι της σοβιετικής κυβερνήσεως στις αρχές της δεκαετίας του ᾽90, στην περιοχή αυτή ―που είχε ήδη εμποτισθή από τις εθνικές διακρίσεις και την προπαγάνδα των σοβιετικών αρχών― δεν υπήρχε πλέον καμμία απολυταρχική αρχή. Έτσι η περιοχή έγινε θύμα εθνικών εχθροπραξιών, που ωδήγησαν σε εμφύλιο πόλεμο και άφησαν την Αμπκχαζία θρυμματισμένη.

Από ένα τόσο πυκνό σκοτάδι όμως έλαμψε μια ακτίνα φωτός αποκαλύπτοντας τη δόξα του Θεού μέσα από τον ανθρώπινο πόνο. Ο π. Ανδρέας με την ασκητική ζωή του ―που ήταν σύμφωνη με τη ζωή των πατέρων της ερήμου της πρώτης Εκκλησίας― έθεσε τα θεμέλια για τη μαρτυρική του θυσία προβάλλοντας την παρουσία του Θεού. Στα επόμενα άρθρα παρουσιάζουμε τόσο τους ασκητικούς αγώνες του π. Ανδρέα όσο και το μαρτύριό του. Είθε η ζωή του να μας εμπνέη να σηκώνουμε αγόγγυστα το σταυρό μας και να ακολουθούμε το παράδειγμα του Χριστού.

1. Νεανικά χρόνια και μεταστροφή στον Χριστιανισμό

Ανδρέας Κουρασβίλι Κόμανα Αμπχαζίας_Andrew the New Martyr of Komani_иеромонах Андрей Курашвили_მღვდელმონაზონ ანდრიასი (ყურაშვილი)_13989_300Στις 3 Απριλίου του 1966 η οικογένεια του Elgudja Kurashuili απέκτησε ένα αγόρι στο οποίο έδωσαν το όνομα Πάατα (Paata). Ωνομάστηκε έτσι, επειδή ένας πρόγονος της οικογένειας που έφερε το όνομα αυτό θυσίασε τη ζωή του σ’ έναν πόλεμο εναντίον των ειδωλολατρών.

Αν και ο πατέρας του Πάατα είχε γαλουχηθή μέσα στην κομμουνιστική ιδεολογία, μεγάλωσε τα παιδιά του με τα ιδανικά της ειλικρινείας και της αξιοπρεπείας. Τον καιρό που υπήρχε ο κομμουνισμός στη Γεωργία ο Elgudja κατάφερε να διασώση όλες τις εικόνες από την εκκλησία του χωριού και άλλες μεν να τις δώση στον πατριάρχη Εφραίμ τον Β΄ και τις υπόλοιπες να τις φυλάξη στο τοπικό Εθνολογικό Μουσείο το οποίο είχε ιδρύσει ο ίδιος.

Η μητέρα του Πάατα, η Lamara, δούλευε στο σπίτι ανατρέφοντας τα οκτώ παιδιά της, από τα οποία τα τέσσερα υπηρέτησαν την Εκκλησία· δυό αγόρια της έγιναν ιερείς και δύο από τις κόρες μοναχές. Το παράδειγμα της ευγενείας της μητέρας αλλά και η αγάπη της τα βοήθησε να πλησιάσουν το Θεό.

Ο Πάατα ήταν ένα ευγενικό αγόρι που, αν και κάποιες φορές ήταν υπερήφανο και θυμώδες, ήταν πάντοτε δίκαιο. Μετά την ογδόη τάξι συνέχισε την εκπαίδευσί του σε τεχνικό σχολείο και παράλληλα δούλευε σ’ ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζαν σύρματα. Τα περισσότερα χρήματα που κέρδιζε από τη δουλειά του πήγαιναν στην οικογένειά του.

Ο Πάατα ήταν προικισμένος με φοβερή σωματική δύναμι. Στα γυμνασιακά του χρόνια ήταν πρωταθλητής της ελληνορρωμαικής πάλης και του καράτε. Η μελέτη δεν του άρεσε πολύ, αλλά αγαπούσε τη λογοτεχνία.

Με το πέρας των σπουδών του στο τεχνικό σχολείο γύρισε στο χωριό του το Bagrat, στην Ιμερετία, και άρχισε να ζη μια συνηθισμένη ζωή έχοντας πολλούς φίλους και διασκεδάζοντας συχνά μαζί τους. Πολύ γρήγορα όμως συνειδητοποίησε ότι τέτοια ζωή δεν τον ικανοποιούσε, και έτσι άρχισε να ψάχνη το θησαυρό της πνευματικής ζωής που δεν είχε γνωρίσει ποτέ.

Στα 18 του χρόνια υπηρέτησε στο σοβιετικό στρατό και στάλθηκε στην Ουγγαρία. Κατά τη διάρκεια της θητείας του έστελνε και λάμβανε πολλά γράμματα από την οικογένειά του. Ιδιαίτερα όμως χαιρόταν όταν λάμβανε από τη μητέρα του επιστολές οι οποίες ήταν γεμάτες ενδιαφέρον και μητρική αγάπη. Όταν απολύθηκε ο Πάατα, εξέφρασε όλη την εσωτερική του δυσαρέσκεια για το στράτευμα με το να μαζέψη όλα όσα είχε στο στρατό και να τα πετάξη στο ποτάμι, πνίγοντας μ᾽ αυτό τον τρόπο όλες τις αναμνήσεις της στρατιωτικής του θητείας στα νερά του.

Εκείνη την εποχή η ανεξαρτησία της Γεωργίας άνοιξε σε πολλούς το δρόμο για τη γνωριμία τους με την Εκκλησία. Στο χωριό Bagdati υπήρχε μια Χριστιανική βιβλιοθήκη, που είχε υπεύθυνο τον Ηλία Karkadze, ο οποίος έγινε ο νονός του Πάατα και τώρα είνε ιερέας. Ο π. Ηλίας θυμάται ότι μία μέρα συνάντησε τον Πάατα και, μετά από μία σύντομη συνομιλία, ο Πάατα του ζήτησε βιβλία, επειδή είχε αρχίσει να δείχνη ενδιαφέρον για τη Χριστιανική πίστι. Αφού διάλεξε αρκετά βιβλία, πήγε σπίτι του και από κείνη τη στιγμή άρχισε να αλλάζη τρόπο ζωής. Διάβαζε για πάρα πολλές ώρες και δεν έβγαινε καθόλου έξω. Το ενδιαφέρον του για την πίστι μεγάλωνε και η γνώσι του βάθαινε. Τα θεόπνευστα κείμενα τον άγγιξαν κατάβαθα, ώστε μία φορά, τόσο απορροφήθηκε από το θείο λόγο, που δεν βγήκε από το σπίτι για μία εβδομάδα. Από εκείνη την περίοδο ο Πάατα άρχισε να ζη ασκητικά και με πολύ ζήλο, αποδοκιμάζοντας τις εφήμερες απολαύσεις. Έτσι προσέφερε όλη του τη νεότητα στο Χριστό.

Το 1991 ο Πάατα ανακάλυψε ότι ο «ιερέας» που τον είχε βαπτίσει δεν ήταν χειροτονημένος, έτσι ζήτησε από τον φίλο του Ηλία να γίνη ο ανάδοχός του. Την ίδια χρονιά ο Πάατα πήγαινε για προσκύνημα κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής στην Adjata και συγκεκριμένα στο μοναστήρι του Αγίου Ανδρέα. Μετά την πρώτη του επίσκεψι στο μοναστήρι, ξαναγυρνά για δεύτερη φορά, αλλά αυτή τη φορά δεν θα ξαναφύγη, θα καθήση εκεί.

Επισκεπτόμενος κάποτε την οικογένειά του αποσύρθηκε σε μια σπηλιά του χωριού και παρέμεινε εκεί μέσα δύο εβδομάδες εν προσευχή.

Ανήμερα των γενεθλίων του, στις 3 Απριλίου του 1992, εκάρη μοναχός παίρνοντας το όνομα του αποστόλου Ανδρέα, ο οποίος κάποτε είχε κηρύξει στην Adjara. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς χειροτονείται ιερεύς και ως ιερομόναχος αναλαμβάνη την ηγουμενία του μοναστηριού.

Ο π. Ανδρέας είχε το δικό του κήπο. Τον καλλιεργούσε μόνος του και η σοδειά ήταν αρκετή για τις ανάγκες του μοναστηριού. Έψηνε ψωμί και έφτειαχνε ωραία πρόσφορα. Διάβαζε καθημερινά όλο το Ψαλτήρι και έκανε 200 μετάνοιες. Στη συνέχεια διάβαζε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας και του αγίου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου.

Για πέντε μήνες είχε αποκλειστή στο μοναστήρι εξ αιτίας του χιονιού. Όλο εκείνο το διάστημα ο π. Ανδρέας προσευχόταν έντονα και έλεγε χαρακτηριστικά· «Αν ξέραμε τι είνε η απομόνωσι αυτή, θα αφήναμε τα πάντα και θ’ ακολουθούσαμε αυτή την οδό»..

Η άσκησι του πατρός Ανδρέα ήταν πολύ αυστηρή· έτρωγε και κοιμόταν ελάχιστα, και στην πραγματικότητα κανείς δεν έπαιρνε είδησι πότε ξέκλεβε λίγο ύπνο. Δεν κοιμόταν ποτέ σε κρεβάτι. Συνήθιζε να κάθεται πάνω σε σανίδες κοντά στον τοίχο, να βάζη τα πόδια του στην καρέκλα, και έτσι να αναπαύεται. Η ψυχή του επιζητούσε τη μόνωσι, να ζη σε μέρος που δεν υπήρχε άνθρωπος και να ζη εκεί σε μυστική συζήτησι με τον Ένα που τον είχε καλέσει σε μια τόσο υψηλή αποστολή. Αρχικά, ο γέροντάς του, π. Δανιήλ, του απαγόρευε να κάνη αυτού του είδους την άσκησι. Καθώς ο π. Ανδρέας προχωρούσε όμως στην ιερατική του πορεία, ποθούσε όλο και περισσότερο την ερημική ζωή. Απέφευγε να μιλά πολύ, τόσο με λαϊκούς όσο και με γυναίκες. Απαιτούσε την αυστηρότητα από τους άλλους, επειδή πρώτα έδειξε αυστηρότητα στον εαυτό του.

2. Η ζωή του στα Κόμανα

Ανδρέας Κουρασβίλι Κόμανα Αμπχαζίας_Andrew the New Martyr of Komani_иеромонах Андрей Курашвили_da_dzaΟ πατήρ Ανδρέας επιθυμούσε να εργάζεται κοντά στον πνευματικό του πατέρα επίσκοπο Δανιήλ. Ο τελευταίος γνώριζε πολύ καλά αυτή του την επιθυμία και περίμενε να βρεθή η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να την πραγματοποιήση. Πολύ σύντομα ο επίσκοπος κάλεσε τον π. Ανδρέα να υπηρετήση στο Abkhazeti ως προϊστάμενος του ιερού ναού του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Γι’ αυτή τη θέσι είχε και την ευλογία του Πατριάρχου Ηλία του Β΄.

Εκείνο τον καιρό υπήρχαν πολλές αναταραχές στο Sukhumi και οι κάτοικοί του ζούσαν μέσα σε μια εμπόλεμη κατάστασι. Οι δύο αντίπαλες ομάδες, οι αυτονομιστές της περιοχής και οι Zviadists, δημιουργούσαν πολλά προβλήματα, από τη μία ανατινάζοντας γέφυρες, προκαλώντας ζημιές στο σιδηρόδρομο, κάνοντας σαμποτάζ, χαλώντας οδικά δίκτυα, κι από την άλλη τρομοκρατώντας τους πολίτες και παίρνοντάς τους ακόμη και ομήρους.

Παρ᾽ όλες αυτές τις αντιξοότητες ο π. Ανδρέας στα μέσα Φεβρουαρίου του 1993 ξεκίνησε με το δόκιμο Γαβριήλ από το Sukhumi (Σουχούμι) με προορισμό τα Κόμανα.
Ξεκίνησαν αρχικά με τα πόδια και στη συνέχεια επιβιβάστηκαν στο λεωφορείο και με πολλή δυσκολία κατάφεραν να φτάσουν στον προορισμό τους αποφεύγοντας πολλά στρατιωτικά μπλόκα που βρίσκονταν κατά μήκος της όχθης του ποταμού Gumista.

Η εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου βρίσκεται στο κέντρο της πόλεως πάνω σ’ ένα λόφο. Οι κάτοικοι της περιοχής υποδέχτηκαν τον π. Ανδρέα με πολλή αγάπη και χαρά, μιάς και δεν είχαν ιερέα για αρκετό καιρό κ᾽ είχαν μείνει χωρίς θεία λειτουργία. Στα Κόμανα υπήρχαν μόνο στρατιώτες οι οποίοι είχαν αποκάμει από την μάχη, αλλά τόσο τα κηρύγματα όσο και η παρουσία του π. Ανδρέα αποτέλεσαν βάλσαμο στην ψυχή τους. Πήγαιναν πολύ συχνά να εκκλησιαστούν, αν και αρχικά δεν έδειξαν και τόσο ενδιαφέρον για την πίστι.
Ο πατήρ Ανδρέας μαζί με το δόκιμο μοναχό Γαβριήλ πήγαιναν συχνά στην πρώτη γραμμή της μάχης, στην εμπόλεμη κυριολεκτικά ζώνη, και έκαναν συζητήσεις με τους στρατιώτες πάνω σε θέματα πίστεως. Πολλές φορές έμεναν και στο χωριό Akhalsheni (Αχαλσενι), όπου και οι ντόπιοι και οι στρατιώτες τους υποδέχονταν με μεγάλο ενθουσιασμό. Δυστυχώς εκείνο το χωριό δεν είχε ανθρώπους με αληθινά σταθερή πίστι, και έτσι ο π. Ανδρέας έπρεπε να τους κηρύττη συχνά το λόγο του Θεού προκειμένου να τους ενδυναμώνη.

Βλέποντας ο διάβολος τις επίπονες προσπάθειες του π. Ανδρέα ξεκίνησε φοβερό πόλεμο. Ένα βράδυ ο δόκιμος Γαβριήλ έγινε αυτόπτης μάρτυρας μιάς τέτοιας σφοδρής επιθέσεως των δαιμόνων, οι οποίοι προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να πνίξουν τον π. Ανδρέα. Την επόμενη μέρα ο λαιμός του π. Ανδρέα ήταν γεμάτος μελανιές και μώλωπες. Συμβουλεύοντας το δόκιμο Γαβριήλ του είπε· Πρόσεξε, θα πρέπη να αντιμετωπίσης μόνος σου τον πόλεμο αυτό εναντίον των δαιμόνων. «Μα δεν μπορώ να νικήσω, πάτερ, σ’ αυτή τη μάχη, εκτός κι αν ο Θεός με σώση». Πράγματι το ίδιο εκείνο βράδυ ο δόκιμος Γαβριήλ ήρθε και ο ίδιος αντιμέτωπος με τους δαίμονες, τους οποίους νίκησε με τη βοήθεια του Θεού και τις προσευχές του π. Ανδρέα.

Γενικά, οι ατέρμονες συζητήσεις δεν ήταν κάτι που ανέπαυαν τον π. Ανδρέα. Ο λόγος του ήταν σύντομος αλλά ακριβής. Ήξερε να συγκινή τις καρδιές των ακροατών του μόνο με λίγες λέξεις και να τους φέρνη σε συναίσθησι μετανοίας ξυπνώντας μέσα τους την επιθυμία για ουράνια θέματα.

Ένα άλλο χάρισμα που είχε δοθή στον πατέρα Ανδρέα ήταν αυτό των δακρύων. Έλεγε ασταμάτητα μέσα του την καρδιακή προσευχή ενθυμούμενος κάθε στιγμή το θάνατο. Αυτή η διαρκής μνήμη θανάτου ήταν πάντοτε στο νού του και με αυτό τον τρόπο κατάφερνε τις θλίψεις να τις αντιμετωπίζη ως ευλογίες.

Τον συνόδευε πάντα ο λόγος του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου· «Κράτα το νού σου στον άδη και μην απελπίζεσαι». Όταν κάποιοι ρωτούσαν τον π. Ανδρέα πως είνε, εκείνος τους απαντούσε με μια ερώτησι· Δεν έχεις το φόβο του θανάτου; έχοντας υπ’ όψιν τον άγιο Μακάριο ο οποίος, αν και είχε ανέβει με αγγέλους στον παράδεισο, δεν ήξερε αν ο ίδιος θα σωζόταν· και τον όσιο Ποιμένα ο οποίος διακήρυττε, ότι όλοι θα σώζονταν εκτός από τον ίδιο.

Ο πατήρ Ανδρέας έτρεφε μεγάλη αγάπη και ευλάβεια προς τους αγίους Πατέρες που ήταν ησυχασταί και ασκούνταν στη νοερά προσευχή. Ήξερε από προσωπική πείρα τις δυσκολίες της ησυχαστικής ζωής και τα εμπόδια που έπρεπε να ξεπεράση κανείς για να είνε δοσμένος ολοκληρωτικά στην ευχή. Αγαπούσε πολύ τους λόγους του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου, το Πατερικό της Αιγύπτου και τα γράμματα προς τους μοναχούς του αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Πόσο στενοχωρούνταν όταν άκουγε κάποιους να υποστηρίζουν, ότι στις μέρες τους δεν ήταν δυνατόν κανείς να μιμηθή τους Πατέρες εκείνης της περιόδου!
—Γιατί; Γιατί είνε αδύνατον; ρωτούσε αμέσως. Δεν είνε ο Θεός ο ίδιος χθες και σήμερα και πάντα; (Εβρ. 13,8).

Τέλος ένα ακόμη χάρισμα που είχε δοθή στον π. Ανδρέα από το Θεό ήταν εκείνο του να βλέπη τις καρδιές των ανθρώπων και να καταλαβαίνη σε τι ψυχική κατάστασι ήταν όσοι έρχονταν να τον συναντήσουν. Αντιλαμβανόταν αμέσως τον λόγο για τον οποίο κάποιος υπέφερε από μια συγκεκριμένη ψυχική ασθένεια και του έδινε την πιο ευεργετική θεραπεία.

Όλες αυτές οι ακούσιες και οι εκούσιες ασκήσεις δυνάμωναν την πίστι του π. Ανδρέα και τον προετοίμαζαν, όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο, για το μαρτυρικό του θάνατο.

3. Το μαρτυρικό του τέλος

Αγιος_saint_προσευχη_proseyxh_prayer_15082ef67ff69b76d72065f18e98b98d-33Στις δύσκολες ώρες του πολέμου, που ο θάνατος είχε γίνει για τους κατοίκους της Γεωργίας ένα καθημερινό φαινόμενο, η θεία Πρόνοια τους είχε χαρίσει τον εικοσιεφτάχρονο ιερομόναχο π. Ανδρέα. Η αγάπη που είχε στο Θεό, η εμπιστοσύνη του και οι προσευχές του διατηρούσαν ένα κλίμα γαλήνης και ηρεμίας μέσα στις πραγματικά δύσκολες συνθήκες που αντιμετώπιζαν. Στο πρόσωπό του αντανακλούσαν τόσο η εσωτερική του καθαρότητα όσο και οι επίπονοι μοναχικοί του αγώνες. Παρ’ όλες τις αντίξοες συνθήκες και τις δύσκολες καταστάσεις μέσα στις οποίες ζούσε, κρατούσε μέσα του άσβεστη τη φλόγα της πίστεως και αισθανόταν την παρουσία του Θεού λέγοντας ασταμάτητα την ευχή του Ιησού. Επιζητούσε την ησυχία και τη μόνωσι. Ήταν σε συνεχή κατάστασι μετανοίας.

Ο λόγος του ήταν ήρεμος, γαλήνιος, ζεστός. Είχε το χάρισμα να απαλύνη τον πόνο ταλαιπωρημένων ανθρώπων με μια ευγένεια ψυχής. Ποτέ δε θύμωνε με κανέναν και κάλυπτε τις ανθρώπινες αδυναμίες με μεγαλοψυχία και φοβερή αγάπη. Η ευαίσθητη καρδιά του τον ωθούσε να δίνη ελεημοσύνη όσα τρόφιμα του πρόσφεραν. Οι θείες λειτουργίες καθώς και οι αγρυπνίες, που τελούσε στον τάφο του αγίου Βασιλίσκου, ήταν καθημερινές. Προσευχόταν όλο το βράδυ και ικέτευε τον άγιο Χρυσόστομο μπροστά στη λάρνακά του να μεσιτεύη στον Κύριο για να χαρίση την ειρήνη στην περιοχή τους. Όλα αυτά ήταν μέρος της ασκητικής ζωής του π. Ανδρέα στα Κόμανα.

Η περιοχή όμως ήταν σε εμπόλεμη κατάστασι και ο κλοιός έσφιγγε όλο και περισσότερο. Η κατάληψι της πόλεως αναμενόταν από στιγμή σε στιγμή. Όλοι βρίσκονταν σε αναταραχή και αγωνία. Ο π. Ανδρέας όμως ήταν ο μοναδικός κάτοικος της πόλεως που δεν είχε κανένα ίχνος φόβου στην καρδιά του. Κάποτε ο δόκιμος Γαβριήλ τον ρώτησε σχετικά με το φόβο, όταν οι μουσουλμάνοι εχθροί πυροβολούσαν γύρω από το μοναστήρι· «π. Ανδρέα, δεν φοβάστε;» Και ο π. Ανδρέας τότε τον ρώτησε με τη σειρά του· «Αν δεν φοβάσαι την αιώνια κόλασι, γιατί φοβάσαι τους Abkhazians;». Τότε ο δόκιμος Γαβριήλ κατάλαβε, ότι πρέπει να αδολεσχήση στην πιθανή απώλεια της ψυχής του και στην πιθανότητα να μην κερδίση την αιώνια Βασιλεία. Ο πατήρ Ανδρέας είχε την αδιαμφισβήτητη ελπίδα του ελέους του Θεού, αλλά ταυτόχρονα είχε και τη συναίσθησι της δικής του αναξιότητος.
Οι εναπομείναντες κάτοικοι των Κομάνων επιζητούσαν παρηγοριά κι αυτή τους την προσέφερε απλόχερα ο π. Ανδρέας μέσα από θείες λειτουργίες, παρακλήσεις, ικεσίες και προσευχές. Είχε ετοιμαστή πολλές φορές να εγκαταλείψη τα Κόμανα, αλλά τώρα δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή. Ένα θέμα μόνο τον απασχολούσε τώρα· να μπορέση να φανή άξιος του θανάτου σε μια επερχόμενη εισβολή του εχθρού.

Λίγο πριν το μαρτυρικό του θάνατο ο π. Ανδρέας επισκέπτεται για λίγες μέρες το χωριό του και συναντά τους γονείς του, συγγενείς και φίλους. Αλλά ανησυχώντας για την ενορία του γυρίζει πίσω στα Κόμανα, για να εκπληρώση το καθήκον του ενώπιον Θεού και ανθρώπων.
Στις 4 Ιουλίου τα Κόμανα βρίσκονταν στο κέντρο των εχθροπραξιών. Από κάθε σημείο της πόλεως ακούγονταν πυροβολισμοί. Όλοι οι κάτοικοι μαζεύτηκαν στην εκκλησία. Κάποια μοναχή ρώτησε τον π. Ανδρέα αν θα έπρεπε να εγκαταλείψουν την πόλι, κ᾽ εκείνος αρνούμενος τόνισε· Πρέπει όλο το βράδυ να προσευχηθούμε και το πρωί να τελέσουμε τη θεία λειτουργία. Οι τοίχοι της εκκλησίας σείονταν από τους πυροβολισμούς και τις εκρήξεις.
Την επομένη ημέρα, 5 Ιουλίου, η πόλι κυκλώθηκε από τους εχθρούς και οι φωνές των κατακτητών μπορούσαν ν’ ακουστούν μέσα στο ναό όπου ήταν συγκεντρωμένοι όλοι οι κάτοικοι. Όλοι τώρα μπορούσαν να αισθανθούν πόσο κοντά τους ήταν ο θάνατος. Ακόμη όμως και σ’ αυτές τις στιγμές το πρόσωπο του π. Ανδρέα ήταν ήρεμο και γαλήνιο. Όταν ακούστηκαν ξαφνικά κραυγές ανθρώπων που φώναζαν βοήθεια, ο π. Ανδρέας χωρίς να φοβηθή έτρεξε να βοηθήση, ενώ οι σφαίρες έπεφταν βροχή απ’ όλες τις μεριές. Ήταν κάτι ηλικιωμένοι ενορίτες που δεν μπόρεσαν να μπούν στην εκκλησία.

Μέσα σε λίγα λεπτά οι πυροβολισμοί είχαν όλοι στόχο την εκκλησία. Στις 3 το πρωί ο π. Ανδρέας είπε· Ο θάνατος είνε πολύ κοντά, γι’ αυτό είνε ώρα να εξομολογηθούμε και να κοινωνήσουμε. Όλοι όσοι ήταν στο ναό εξωμολογήθηκαν και κοινώνησαν τελευταία φορά από τα χέρια του ποιμένος τους. Αμέσως μετά ο π. Ανδρέας τους ζήτησε να μη μιλάνε και να προσεύχωνται εσωτερικά ο καθένας, για να μπορέσουν να ακούσουν την ήρεμη φωνή της αιωνιότητος εν μέσω καταιγισμού. Ο π. Ανδρέας βρίσκονταν σε μια άλλη διάστασι, εκεί όπου βασίλευε η αιώνια αρμονία και ομορφιά και όπου οι δυνάμεις της κολάσεως δεν μπορούσαν να τον αγγίξουν.
Στις 4:30΄ οι εχθροί βρίσκονταν έξω από τις πόρτες του ναού, τον οποίο είχαν περικυκλώσει, και χτυπούσαν να τους ανοίξουν. Ένας ενορίτης παίρνοντας ευλογία από τον π. Ανδρέα άνοιξε τις πόρτες και οι εχθροί χύμηξαν μέσα, άρπαξαν τον π. Ανδρέα και τον έβγαλαν έξω. Ο π. Ανδρέας υπάκουσε ταπεινά μη φέρνοντας καμμία αντίδρασι. Εξ άλλου αυτή ήταν η στιγμή που περίμενε όλη του τη ζωή. Λέγοντας συνεχώς μυστικά την ευχή, έσκυψε το κεφάλι και γονάτισε να προσευχηθή. Έτσι όμως, όπως ήταν γονατιστός, ένας στρατιώτης τον πυροβόλησε στο πίσω μέρος του λαιμού. Αντί να πέση μπροστά, όπως θα ήταν φυσικό, το σώμα του έπεσε πίσω, κ᾽ έτσι δεν προσκύνησε τους δολοφόνους του. Το αίμα από την πληγή έρρεε για είκοσι λεπτά όπως το νερό.

Οι ενορίτες του τον βρήκαν να κοίτεται στο χώμα με μισόκλειστα μάτια και ένα φωτεινό χαμόγελο στο πρόσωπο. Σήκωσαν προσεκτικά το σώμα του και το εναπόθεσαν μέσα στο ναό ανάμεσα από τις πόρτες του ιερού μπροστά στην αγία Τράπεζα. Αφού έχρισαν με άγιο έλαιο το πρόσωπο, τα χέρια και τα πόδια του, καθάρισαν τα ρούχα του και του έβαλαν στο δεξί του χέρι να κρατά το κομποσχοίνι του, αυτό που κρατούσε 24 ώρες το εικοσιτετράωρο και προσευχόταν.
Αν και ήταν Ιούλιος και θα έπρεπε το σώμα του να αρχίση να αποσυντίθεται, εκείνο έμεινε ανέπαφο. Το αίμα επίσης, που είχε χυθή στο σημείο του μαρτυρίου του, δεν είχε πήξει. Τέλος, το αίμα, στην πληγή που είχε στο κεφάλι, συνέχιζε να τρέχη. Όλα αυτά ήταν θαυμαστά γεγονότα, τα οποία συνεκλόνισαν τους Αμπχάζιους στρατιώτες, που έσπευσαν να ζητήσουν συγχώρησι μη μπορώντας να κρύψουν τα δάκρυά τους.

Ανδρέας Κουρασβίλι Κόμανα Αμπχαζίας_Andrew the New Martyr of Komani_иеромонах Андрей Курашвили_მღვდელმონაზონ ანდრიასი (ყურაშვილი)_23es (2)Ο μαρτυρικός θάνατος του π. Ανδρέα έφερε μια νέα τροπή στις εχθροπραξίες. Το αίμα του και η θυσία του ξεπλήρωσαν τις αμαρτίες όλης της Γεωργίας. Όταν οι στρατιώτες αντίκρυσαν το σώμα του βουτηγμένο στο αίμα μέσα στο ναό, έμειναν άφωνοι και έφυγαν ντροπιασμένοι. Παρ’ όλο που μπήκαν στο ναό κρατώντας στα χέρια τους αυτόματα όπλα, είδαν ότι οι πιστοί δεν είχαν κανένα ίχνος φόβου στα μάτια τους.
Όλο το βράδυ οι πιστοί ενορίτες έψαλλαν τη νεκρώσιμη ακολουθία και το πρωί της 7ης Ιουλίου, στη γιορτή του αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού (24 Ιουνίου π.η./7 Ιουλίου ν.η.), εναπόθεσαν το μαρτυρικό σώμα του π. Ανδρέα στα ευλογημένα χώματα των Κομάνων, θάβοντάς τον δίπλα στον τοίχο της εκκλησίας του αγίου Χρυσοστόμου.
Στον τάφο του πατρός Ανδρέα υπάρχει ένας ξύλινος σταυρός, σημάδι του πνευματικού σταυρού που τόσο αγάπησε και σήκωσε αγόγγυστα φτάνοντας μέχρι το μαρτύριο. Η ζωή του υπήρξε μια συνεχής προσευχή στο Θεό, ένας ήσυχος ύμνος γεμάτος φως, γι᾽ αυτό και παρέλαβε από το Θεό τρία στεφάνια· το στεφάνι της καθαρότητος, το στεφάνι της ταπεινώσεως, και το στεφάνι του μαρτυρίου. Είθε η ψυχή του ν’ αναπαύεται στα θεία σκηνώματα ανάμεσα στους αγίους· αμήν.
[πηγή· περιοδ. «The Orthodox Word», τ. 218-219, σσ. 159-193 – μετάφρασι· ι. μονή Αγίου Αὐγουστίνου Φλωρίνης]
(Τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων εἶνε ὁ σπόρος τῆς Ἐκκλησίας (ΙΑ΄- ΙΒ’), ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «Χριστιανική Σπίθα», ἀρ. φυλ. -Νοέμβριος 2011- Δεκέμβριος 2011- Ιανουάριος 2012)
πηγή: περιοδικὸ «Χριστιανική Σπίθα»

Στον ιερό τόπο των Κομάνων του Πόντου, όπου βρίσκεται κοντά στην αρχαία ελληνική Διοσκουριάδα και ρωμαϊκή – βυζαντινή «Σεβαστούπολη τη μεγάλη» (το σημερινό Sukhum) στην Αμπχαζία:
1. μαρτύρησε και ετάφη ο άγιος Βασιλίσκος, ανεψιός του αγίου Θεοδώρου του Τηρωνος. Υπάρχει ο τάφος του και ιαματική πηγή του αγίου – εορτάζει 22 Μαΐου
2. κοιμήθηκε και ετάφη ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Υπάρχει η λάρνακα του αγίου – εορτάζει στις 13 Νοεμβρίου και 27 Ιανουαρίου
3. ευρέθηκε την τρίτη φορά η ιερά κεφαλή του Τιμίου Προδρόμου – εορτάζει στις 25 Μαΐου

Κόμανα_Komana_Каманский монастырь св. Иоанна Златоуста, Абхазия_Αμπχαζια_Abkhazia_37-Внутренний-вид-2005 - ΑντιγραφήἈπολυτίκιον. Τῆς Ἁγ. Κυριακῆς.
Ἦχος δʹ.

ἀμνάς σου Ἰησοῦ, κράζει μεγάλη τῇ φωνῇ. Σὲ Νυμφίε μου ποθῶ, καὶ σὲ ζητοῦσα ἀθλῶ, καὶ συσταυροῦμαι καὶ συνθάπτομαι τῷ βαπτισμῷ σου· καὶ πάσχω διὰ σέ, ὡς βασιλεύσω σὺν σοί, καὶ θνήσκω ὑπὲρ σοῦ, ἵνα καὶ ζήσω ἐν σοί· ἀλλʼ ὡς θυσίαν ἄμωμον προσδέχου τὴν μετὰ πόθου τυθεῖσάν σοι. Αὐτῆς πρεσβείαις, ὡς ἐλεήμων, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Κυριακῆς
Ἦχος πλ. α’ Τὸν συνάναρχον Λόγον

Καλλιέρημα ὤφθης καὶ θῦμα ἅγιον, προσενεγκοῦσα τῷ Πλάστῃ τὴν καθαράν σου ψυχήν, ἣν ἐδόξασε Χριστός, ὦ καρτερόψυχε. Ὅθεν καὶ βρύει διὰ σοῦ, τοῖς τιμῶσί σε πιστοῖς, τὰς χάριτας ὑπὲρ ψάμμον, Κυριακὴ ἀθλοφόρε, ὡς ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος.

Δόξα. Τοῦ Μηναίου
Ἦχος πλ. βʹ.

κ δεξιῶν τοῦ Σωτῆρος, παρέστη ἡ παρθένος καὶ ἀθληφόρος καὶ Μάρτυς, περιβεβλημένη ταῖς ἀρεταῖς τὸ ἀήττητον, καὶ πεποικιλμένῃ ἐλαίῳ τῆς ἁγνείας, καὶ τῷ αἵματι τῆς ἀθλήσεως, καὶ βοῶσα πρὸς αὐτὸν ἐν ἀγαλλιάσει, τὴν λαμπάδα κατέχουσα. Εἰς ὀσμὴν μύρου σου ἔδραμον, Χριστὲ ὁ Θεός, ὅτι τέτρωμαι τῆς σῆς ἀγάπης ἐγώ, μὴ χωρίσῃς με νυμφίε ἐπουράνιε. Αὐτῆς ταῖς ἱκεσίαις κατάπεμψον ἡμῖν, παντοδύναμε Σωτὴρ τὰ ἐλέη σου.

Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου 
Ἦχος πλ. δʹ.

τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσὸς ἐκλάμψασα χάρις, τὴν οίκουμένην ἐφώτισεν· ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετο· τὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν. Ἀλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύων, Πάτερ Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Βασιλίσκου
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

ς βασίλειον δῶρον καὶ θῦμα ἅγιον, τῷ Βασιλεῖ τῶν αἰώνων καὶ ἀθλοθέτῃ Θεῷ, δι’ ἀθλήσεως στερρᾶς προσήχθης ἔνδοξε· σὺ γὰρ τὴν πλάνην καθελὼν, στρατιώτης εὐκλεὴς, πανεύφημε Βασιλίσκε, τῆς ἀληθείας ἐδείχθης, Χριστῷ πρεσβεύων ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Ἀπολυτίκιον τρίτης Εὐρέσεως τῆς τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου
Ἦχος δ’ Ταχὺ προκατάλαβε

ς θεῖον θησαύρισμα, ἐγκεκρυμμένον τῇ γῆ, Χριστὸς ἀπεκάλυψε, τὴν Κεφαλήν σου ἡμῖν, Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, πάντες οὖν συνελθόντες, ἐν τῇ ταύτῃ εὑρέσει, ᾄσμασι θεηγόροις, τὸν Σωτῆρα ὑμνοῦμεν, τὸν σῴζοντα ἡμᾶς ἐκ φθορᾶς ταῖς ἱκεσίαις σου.

Εἰς τὸν Στίχον, Στιχηρὰ Προσόμοια.
Ἦχος πλ. α’ Χαίροις ἀσκητικῶν

Βρύει ὡς μυροθήκη τερπνή, τὰ τῶν θαυμάτων θεῖα ῥεῖθρα Χρυσόστομε, ἡ λάρναξ ἡ σὴ ἐν κόσμῳ, καὶ ἰαμάτων ῥοαῖς, τὰς ψυχὰς μυρίζει τῶν τιμώντων σε· Χριστοῦ τῶν χαρίτων γάρ, τοῖς ἀΰλοις ἀρώμασι, καταπλουτήσας, εὐωδίαν δεδώρησαι, τὴν ἀείζωον, τοῖς ἐν πίστει προστρέχουσιν· ὅθεν καταπολαύοντες, χαρίτων σῶν Πάνσοφε, καὶ τῶν ἀχράντων καὶ θείων, κατατρυφῶντες λειψάνων σου, πιστῶς ἐξαιτοῦμεν, ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν δοθῆναι, τὸ μέγα ἔλεος.

Κόσμου ὁ σιτομέτρης πιστοί, ὁ ἐν τρυφῇ τῇ οὐρανίᾳ τοῦ Πνεύματος, καρδίας ἐκτρέφων πάντων, οὐκ ἐξ Αἰγύπτου χωρεῖ, Ἰωσὴφ δὲ νέος προδεικνύμενος, σεπτοῖς ἐν λειψάνοις, ἀπὸ Κομάνων μετάγεται, δεινῶν τὴν ζάλην, καὶ τὸ πέλαγος σήμερον, τὸ τῶν θλίψεων, διατέμνων ἐντεύξεσι. Τοῦτον οὖν μακαρίσωμεν, καὶ πίστει βοήσωμεν. Πάρεσο Μάκαρ ἐν μέσῳ, τῶν ἐκτελούντων τὴν μνήμην σου, αὐτοῖς σωτηρίαν, παρεχόμενος πλουσίως, καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

iconandlight.wordpress.com 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου