
Ήμουν ἔγκυος τὸ πρῶτο παιδί μου. Ὅσο πλησίαζε ἡ ὥρα τῆς γέννας, μὲ κατέλαβε φόβος. Δύσκολο ψυχολογικὸ πρόβλημα. Θεωροῦσα ὅτι τὴν ὥρα τοῦ τοκετοῦ θὰ ἔρθει τὸ τέλος μου…Ἡ Γερόντισσά μου ἔλεγε μὲ μία ἀδιαμφισβήτητη σιγουριά: «μὴ φοβᾶσαι παιδί μου. Σοῦ ἐγγυῶμαι ὅτι ὄχι ἁπλὰ θὰ ζήσεις, ἀλλὰ θὰ γεννήσεις χωρὶς νὰ αἰσθανθεῖς τὸ παραμικρό»! Ἀκριβῶς, ὅπως τὰ εἶπε ἔγιναν. Ἂν μὲ ρωτοῦσε κάποιος ἔπειτα, τί σημαίνει γέννα, δὲν θὰ γνώριζα τί νὰ ἀπαντήσω. Ἀργότερα μοῦ ἐξήγησε, ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔπαθα ὀφειλόταν σὲ ἐμβρυακὸ προσωπικό μου τραῦμα! Ἡ μάνα μου, μοῦ ἐξήγησε ἡ Γερόντισσα, εἶδε ἕνα τρομακτικὸ ὄνειρο ὅταν μὲ κυοφοροῦσε. Ἀναπτύχθηκε μεγάλη φοβία στὴν ψυχή της ὅτι θὰ πεθάνει στὴ γέννα. Αὐτὸ τὸ αἴσθημα πέρασε στὸ ἔμβρυο δηλαδὴ σ’ ἐμένα! Τὸ ἐκδήλωσα κι ἐγὼ στὸ πρῶτο μου παιδί. Ὅταν ρώτησα τὴν μάνα μου, ἔμεινε ἄφωνη. Θυμήθηκε καὶ ἐπικύρωσε τὸ γεγονός!
Στὸ δεύτερο παιδί μου, ἔπαθα μετὰ τὴν γέννα μία μικρὴ ἐπιλόχεια κατάθλιψη. Νόμιζα πάλι ὅτι θὰ πεθάνω σύντομα. Μετὰ τὸν σαραντισμὸ πῆγα στὴν Γερόντισσα. Δὲν τῆς ἀνέφερα τὸ παραμικρό. Κάθισα καὶ ἀπόλαυσα τὴν χαρὰ καὶ τὴν ζωτικότητα τῆς συντροφιᾶς της. Ὅταν ἔφευγα, μὲ ἀποχαιρέτησε ἐγκάρδια καὶ μοῦ εἶπε: «στὸ καλὸ παιδί μου. Καὶ κοίταξε, δὲν πεθαίνεις! Δὲν πᾶς πουθενά! Ἐδῶ θὰ εἶσαι! Ἀκοῦς;». Αὐτὸ ὑπῆρξε καὶ ἡ θεραπεία μου.
Πάντα γνώριζε τί μοῦ συμβαίνει καὶ τί σκέπτομαι. Ἐπενέβαινε διακριτικὰ ἀλλὰ καὶ ἄμεσα. Διόρθωνε ἢ βελτίωνε τὶς ὑποθέσεις μου.
Τὰ περιστατικὰ πολλὰ ποὺ δὲν γίνεται νὰ ἀναφερθοῦν ὅλα. Κάποτε μία ἀδικία μεγάλη ἀπὸ στενὸ συγγενικὸ πρόσωπο ταλαιπώρησε τὸν σύζυγό μου κι ἐμένα. Δὲν εἶπα τίποτα. Προσπάθησα νὰ τὸ ξεπεράσω. Κάποτε ποὺ πῆγα στὴν Γερόντισσα, μοῦ εἶπε: «ἡ ἀδικία αὐτὴ θὰ ξεπερασθεῖ ἔτσι κι ἔτσι..». Ἔμεινα ἄφωνη. Ὅπως τὸ εἶπε, ἔτσι κι ἔγινε.
Συνήθιζα νὰ δίνω κρυφὰ σὲ ἕνα ἀναγκεμένο πρόσωπο φαγητό. Ἔδωσα μία Κυριακή τῆς Τυρινῆς καὶ τὴν Καθαρὴ Δευτέρα δὲν ἔδωσα τίποτα. Σκέφτηκα: «Τί θὰ δώσω τώρα. Ψωμὶ κι ἐλιές;». Ἔπειτα πῆγα στὴν κατάκοιτη πλέον Γερόντισσα. Ἐκείνη μὲ κοίταξε στοργικὰ καὶ μοῦ εἶπε: «Ἔπρεπε νὰ δώσεις φαγητό. Ἄλλη φορὰ θὰ δίνεις ἔστω ἕνα χουφτιδάκι» καὶ μοῦ ἔδειξε μὲ τὸ χέρι της. «Εἶναι ἡλικιωμένο τὸ πρόσωπο».
Εἶχα ἕνα ὀδυνηρὸ πρόβλημα ὑγείας. Κατὰ καιροὺς ἐμφανιζόταν ἔντονα καὶ ὑπέφερα πολύ. Φαινόταν θεραπευτικὰ ἀξεπέραστο. Μία μέρα πῆγα στὴν κατάκοιτη Γερόντισσα. Φεύγοντας μὲ ἀγκάλιασε καὶ μὲ φιλοῦσε. Ἔπειτα, ἔκανε μία κίνηση μὲ τὸ χέρι της καὶ σὰν κάτι νὰ ἀφαίρεσε ἀπὸ τὸ σημεῖο ποὺ ὑπέφερα. Στὴ συνέχεια ἔκανε μία ἔντονη κίνηση, σὰν νὰ τὸ ἔριξε κάτω μὲ ὁρμὴ καὶ εἶπε: «Νὰ βγάλω καὶ νὰ πετάξω ἐτούτονε τὸ κομπαλάκι νὰ μὴ σὲ πειράζει»! Αὐτὸ ἦταν! Ἡ θεραπεία μου δεδομένη διὰ χειρὸς τῆς Γερόντισσας!
Ἕνα στενὸ οἰκογενειακό μου πρόσωπο ὑπέφερε ἀπὸ ἕνα αὐτοάνοσο πρόβλημα. Τὰ φάρμακα δὲν βοηθοῦσαν. Πῆγε μία μέρα στὴ Γερόντισσα. Δὲν πῆγε γιὰ τὸ θέμα τῆς δυσκολίας ποὺ ἀντιμετώπιζε. Ἐπιθυμοῦσε γενικὰ νὰ ζητήσει τὴν εὐχή της. Κάθισε δίπλα στὸ κρεβάτι της. Αὐθόρμητα ἡ γιαγιά, βγάζει τὸ χέρι ἀπὸ τὴν κουβέρτα καὶ σταυρώνει τὸ ἐπώδυνο σημεῖο τοῦ οἰκείου μου προσώπου. Αὐτὸ ἦταν! «Ἰάθη παραχρῆμα» γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω τὴ γλώσσα τῆς Γραφῆς! Μᾶλλον, διαπίστωσε τὴν πλήρη ἴαση ὅταν ἐπέστρεψε στὴν οἰκία του!
Μετὰ τὴν Ὀσιακὴ της κοίμηση, τὴν παρακάλεσα μὲ θερμὴ προσευχὴ καὶ δάκρυα. «Θὰ ἐπικοινωνοῦμε ἢ τελείωσε ἡ μεταξὺ μας σχέση;» τῆς ἔλεγα. Τὸ ἴδιο βράδυ ἦρθε ὁλοζώντανη, ἀστραφτερή, πανέμορφη στὸν ὕπνο μου.
Γενικὰ δὲν δίνω καμία σημασία στὰ ὄνειρα ὡς πεδίο δράσης τοῦ σατανᾶ. Ὅμως, αὐτὸ ποὺ εἶδα, ἦταν ἀλλιώτικο. Ἦταν ζωντανό, ξεκάθαρο, γλυκό, ἤρεμο, κατανυκτικό, εἰρηνικό. Τὴν εἶδα νὰ μπαίνει στὸ σπίτι μου μὲ τὴν Μοναχική της φορεσιά. Κρατοῦσε στὰ χέρια τὸν ξύλινο Σταυρὸ ποὺ συνήθως χρησιμοποιοῦσε. Μοῦ χαμογελοῦσε καὶ μὲ σταύρωνε στὸ σημεῖο ποὺ παλαιότερα μὲ θεράπευσε ἀπὸ τὸ χρόνιο πρόβλημα ποὺ εἶχα…Ἔνοιωθα σὰν βρέφος στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάνας του! Ξύπνησα καὶ εἶχα ἄρωμα καὶ αἴσθηση παραδείσου!
Ἄλλοτε, πάλι, τὴν εἶδα ἀκόμα πιὸ νέα. Ἔνοωσα ἀκριβῶς τὰ ἴδια συναισθήματα. Κρατοῦσε ἕνα σιδερένιο καρότσι γεμάτο τυλιγμένα δῶρα! Τόσα πολλὰ ποὺ ἔπεφταν καὶ τὰ μάζευαν. Περνοῦσε μέσα ἀπὸ πολὺ κόσμο καὶ χαρούμενη μοίραζε. Οἱ ἄνθρωποι, γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι, ἔπαιρναν ἀπὸ τὰ χέρια της καὶ πανηγύριζαν! Τὸ ἑπόμενο πρωὶ κάποιος μοῦ ἔστειλε στὸ κινητό, μία φωτογραφία ἀπὸ τὸν τάφο της. Δίπλα ἀκριβῶς, ὑπῆρχε τὸ καρότσι ποὺ εἶδα τὸ προηγούμενο βράδυ ὅτι κρατοῦσε! Ἦταν ἀκριβῶς τὸ ἴδιο! Μὲ τὰ ἴδια σημάδια! Κάνανε ἐργολαβικὲς ἐργασίες καὶ βρέθηκε τὸ καρότσι δίπλα στὸν τάφο της! Ἡ Γερόντισσα, τὸ χρησιμοποίησε σὰν νοερὸ μεταφορικὸ μέσο, γιὰ νὰ μεταδίδει τὴν ἀφθονία τῶν θεϊκῶν δωρεῶν στοὺς ἀνθρώπους! Ἐκείνων ποὺ τώρα διαχειρίζεται. Καὶ μοῦ τὸ ἔδειξε, πρὶν δῶ τὴν συγκεκριμένη φωτογραφία!
Ἐξακολουθεῖ καὶ μετὰ θάνατον νὰ δηλώνει «παροῦσα»! Ἤμουν στὸν τάφο της, ὅταν τηλεφώνησαν δύο Ἀρχιμανδρίτες στὸν παρόντα ἐκεῖ π. Ἀντώνιο, ἕνας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ ἕνας ἀπὸ τὴν Κρήτη. Τοῦ εἶπαν, θαυμαστὲς ἐπεμβάσεις τῆς Γερόντισσας σὲ ὀξύτατα θέματα ὑγείας ποὺ ἀντιμετώπιζαν!
Καὶ μία νεαρὴ μανούλα πολύτεκνη. Εἶχε φέρει μία θεία της τὴν φωτογραφία της στὴ Γερόντισσα, ἐνῶ ἀκόμα ζοῦσε. Τὴν κοίταξε ἡ Γερόντισσα, συνοφρυώθηκε ἀπὸ τὸν πόνο καὶ εἶπε: «Σὰν τὴν ἄμμο τῆς θάλασσας τὸ κακὸ στὴν κεφαλή»!
Εἶχε ὄντως, διάσπαρτους μεταστατικοὺς ὄγκους στὸ κεφάλι. Ἡ θεία της, μετὰ τὴν κοίμηση τῆς Γερόντισσας, πήγαινε μὲ ἄλλους συγγενεῖς στὸν τάφο της καὶ τὴν παρακαλοῦσε. Ἕνα βράδυ τὴν εἶδε χαμογελαστὴ ὁλοζώντανη μεταξὺ ὕπνου καὶ ἐγρήγορσης. Τῆς μετέφερε καὶ τὸν πατέρα της νὰ τὸν δεῖ. Εἶχε φύγει πρὸ πολλοῦ μὲ ἀνακοπή. Νέος ἄνθρωπος. Τὴν ἐνθάρρυνε. Ἡ ἀνιψιὰ ἔκανε μαγνητική. Οὔτε καρκινικὸ κύτταρο δὲν βρέθηκε στὸ κεφάλι της!
Τώρα ἡ Γερόντισσα, μᾶς προσκαλεῖ κι ἐμᾶς στὴν ὁδὸ τῆς ἁγιότητας! Ἔχει ἄλλα μέτρα καὶ μεγαλύτερες δυνατότητες ἐκεῖ ποὺ ζεῖ! Στὴν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ! Τρέχει χωρὶς κανένα φραγμὸ πλέον! Ἡ μεγάλη φιλανθρωπία της, ἔγινε συνεχὴς θαυματουργία! Τὸ μεγάλο θαῦμα της θὰ εἶναι, νὰ μᾶς ἐντάξει στὴν ὁδὸ τῆς ἁγιότητας. Κανένας μας δὲν ἀποκλείεται. «Ἅγιοι εἰσὶ πάντες ὅσοι πίστιν ὀρθὴν μετὰ βίου ἔχουσιν. Κἄν σημεῖα μὴ ἐργάζωνται, κἄν δαίμονας μὴ ἐκβάλλωσιν, ἅγιοι εἰσὶ» (Ε.Π.Ε. 23,366) κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο. Ἄρα ἐργαζόμενοι μέσα στὴν Ἐκκλησία τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐπιμελῶς μετανοοῦντες, ἁγιαζόμαστε. Εἰσερχόμαστε στὴν συχνότητα τῶν Ἁγίων! Τοὺς νοιώθουμε καὶ μᾶς νοιώθουν! Τοὺς ζητᾶμε καὶ μᾶς φροντίζουν! Μέχρι νὰ ἐνταχθοῦμε, ἔστω στοιχειωδῶς καθαιρόμενοι στοὺς κόλπους τοὺς δικούς τους.
Τὰ δικά της ὑπερφυσικὰ χαρίσματα, ἀποτελοῦν κινητήριο μοχλό, νὰ υἱοθετήσουμε καὶ ἐμεῖς στοιχειωδῶς, τὰ δικά της ἐμπνευσμένα καὶ ἀξιοθαύμαστα ἀγωνίσματα! Νὰ στοχεύσουμε στὶς ἀρετές της, ποὺ ἀπεκάλυψαν ζωντανὰ στὴν ἔνθεη βιοτή της, τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ! Μᾶς παρακινοῦν, νὰ βλέπουμε τοὺς πρώτους του πνευματικοῦ σταδίου καὶ ὄχι τοὺς τελευταίους… Ἡ ἔκπληξη τῶν θαυμάτων της πρέπει νὰ γίνει, γιά μᾶς, τοὺς ἐξεστηκότες περιλειπομένους, μαθητεία Χριστοῦ καὶ ἀγωγὴ τῶν ἐνεργημάτων μας. Ἂν ἀποκοποῦν τὰ χαρίσματα ἀπ’ αὐτὴν τὴν προοπτική, καταντοῦν ἕνα σκέτο θρησκευτικὸ «φολκλόρ», ποὺ δὲν ὠφελοῦν σὲ τίποτα, ἀλλὰ μᾶλλον, ἀποπροσανατολίζουν κιόλας,ὅπως τῶν πλανεμένων τὰ διαφημίσματα…
Βασίμως, εὐελπιστῶ, ὅτι θὰ συναντήσω καὶ πάλι τὴν Γερόντισσά μας νὰ μὲ περιμένει μὲ λευχειμωνοῦσα θεοΰφαντη στολὴ στὸ κατώφλι τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Κι ἐμένα καὶ πολλούς. Ἂς εἴμαστε ἀνάξιοι. Ἐμεῖς, ἐκεῖ, πάντα, μὲ ἐλπίδα θὰ ἀποτεινόμεθα καὶ ὁ διάβολος κατησχυμμένος θὰ τρίβει τὰ μάτια του. Γιατί, καὶ ἡ εὐτέλειά μου καὶ ὅσοι τὴν ἀγάπησαν, ἔχουμε «σπέρμα ἐν Σιὼν καὶ οἰκείους ἐν Ἱερουσαλὴμ» (Ἠσ. 31,9). Σὰν τὴν ὀσίαθλη Γαλακτία! Τὴν Γερόντισσα ὅλων μας! Τὴν ὁποία καθικετεύουμε «μὴ διαλείπει πρεσβεύειν ὑπὲρ ὑμῶν». Ἀμήν!
Πηγή: “Γερόντισσα Γαλακτία-Ἕνα ἀστέρι πολύφωτο μέσα στὸ νεοεποχίτικο σκοτάδι”, Μέρος Β’, ἐκδ. Ἀγαθὸς Λόγος, σέλ.35-40
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου