ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ, Η ΜΕΡΑ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ
«Μνήσθητι, ελέησον,
Ψυχοσάββατο. Μια μέρα αλλιώτικη, μια μέρα διαφορετική. Μια μέρα που
είναι γεμάτη μνήμη, αγάπη και προσευχή. Μνήμη, αγάπη και προσευχή γι’
αυτούς που φύγανε, από αυτούς που μείνανε. Όλοι μας αυτή τη μέρα
θυμόμαστε ευσυγκίνητοι τους αγαπημένους μας και νοσταλγούμε, άλλος
λίγο-άλλος πολύ, την παρουσία τους, το πρόσωπό τους, τη φωνή τους, τη
ματιά τους, το έργο τους, το πέρασμά τους, τη ζωή τους που πέρασε μέσα
από την περαστική μας ζωή, μέσα από την εφήμερη και πρόσκαιρη ζωή όλων.
Πάντως, η αγάπη, η πραγματική αγάπη, η θεία αγάπη, είναι μόνο μνήμη·
μνήμη και προσευχή.
«Αιωνία η μνήμη αυτών!», λέμε και ψάλλουμε. Αλλά σε ποια μνήμη
αναφερόμαστε και σε ποιανού μνήμη η μνήμη τους θα είναι αιώνια; Μήπως
πρόκειται για τη δική μας μνήμη; Μα κι εμείς «κατεχόμαστε» από τον
θάνατο των αδυναμιών, των σφαλμάτων, των έξεων, των παθών, των αμαρτιών,
των οικείων θανάτων των δικών μας πτώσεων και, ως εκ τούτου, η αναιμική
μνήμη μας αδυνατεί να είναι «αιώνια», υπέρχρονη, θεϊκή, ισοτάλαντη με
την ατελεύτητη θεία ζωή. Το «αιωνία η μνήμη αυτών» αναφέρεται
αποκλειστικά στη μνήμη του αθάνατου και ζωοδότου Θεού μας, του Τριαδικού
Θεού. Κι εμείς κάποτε, σαν κι αυτούς, θα πεθάνουμε. «Και ποιος δεν
πέθανε;», αναρωτιέται ο Άγιος Σωφρόνιος Σαχάρωφ. Το ότι μας περιμένει
κάποτε ο θάνατος, αυτό είναι το μόνο βέβαιο μέσα στην αβεβαιότητα και
την προσκαιρότητα της ζωής μας.
Η αγάπη, ο Θεός που είναι αγάπη, ανασταίνει και ζωοποιεί τους
κεκοιμημένους μας μέσα σε αυτή την υπέρλογη μνήμη Του. Αυτή η μνήμη της
αγάπης είναι μόνο Προσευχή, μετοχή και μέθεξη στη θεία Ευχαριστία.
«Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη Βασιλεία Σου!» είπε με πίστη ο Ληστής εν τω
σταυρώ και εισήλθε πάραυτα δικαιωμένος και λυτρωμένος μέσα στον
Παράδεισο. «Μνήσθητι, Κύριε!», λέει και ο ιερεύς του Υψίστου Θεού, όταν
εξάγει ευλαβικά τις μερίδες των ψυχών από το ζυμωτό πρόσφορο στην
Πρόθεση και αυτοστιγμεί ανοίγουν οι Ουρανοί της Ευσπλαχνίας. «Μνήσθητί
μου, Κύριε!», λέμε κι εμείς και νιώθουμε αμέσως μέσα μας ότι αρχίζει να
τρίζει και να σωριάζεται η φυλακή της πτωμαΐλας μας. Θυμήσου μας, Κύριε,
Εσύ που μας αγαπάς, πριν μας κρίνεις δίκαια. Αλλά και η κρίση Σου, κι
αυτή αγάπη είναι. Δεν είναι η «τιμωρία» και ο «σωφρονισμός» μας, όπως
εσφαλμένα την εκλαμβάνει το πεπερασμένο μας μυαλό.
Λοιπόν, η αγάπη για τους κεκοιμημένους μάς καλεί σε προσευχή.
Προσευχόμαστε, επειδή ακριβώς αγαπάμε. Κι αν δεν προσευχηθούμε, αν δεν
προσευχόμαστε γι’ αυτούς που φύγανε, αυτό σημαίνει ότι εμείς είμαστε
σοβαρά και επικίνδυνα ελλιπείς και κολοβωμένοι κατά την αγάπη του Θεού.
Πολύ απλά ΔΕΝ αγαπάμε. Δεν αγαπάμε εν τω Θεώ· αγαπάμε κατά κόσμον, κατά
τη σάρκα και κατά τον φιλόκοσμο εαυτό μας. Αγαπώντας όμως κατά Θεόν,
προσευχόμαστε. Και όσο προσευχόμαστε, αγαπάμε. Κι έρχεται μετά ως δωρεά
και χάρις η ακατάληπτη και ανεξιχνίαστη Σωτηρία του Θεού. Και,
προσευχόμαστε, γιατί; Προσευχόμαστε να θυμηθεί ο Θεός, αυτούς που ήδη
Αυτός γνωρίζει και θυμάται με την αγάπη και την ευσπλαχνία Του, πριν καν
τους θυμηθούμε εμείς, όσους εμείς θυμόμαστε, ιδιαίτερα σήμερα το
Ψυχοσάββατο: «Κύριε Ιησού Χριστέ, διά της Θεοτόκου, ανάπαυσον τους
δούλους σου»!
Όλοι μπροστά στον θάνατο, μπροστά στο μυστήριο του θανάτου, είμαστε
μικροί, φρούδοι, ανίσχυροι, ασήμαντοι, μηδαμινοί, σχεδόν ανύπαρκτοι από
το δέος και τον φόβο που μας διακατέχει. Κανείς από μας δεν είναι πιο
πάνω και πέρα από τον θάνατο. Θα έρθει στιγμή που, αργά ή γρήγορα, σε
κοσμικό και βιολογικό επίπεδο, θα «καταποθούμε» από αυτόν. Ποιος από μας
μπορεί να υπερβεί και να νικήσει το θάνατο; Κανείς. Μόνο εκείνος που,
με την χριστοευαγγελική ζωή του, με τον αγώνα του, με τη μετάνοιά του,
με την πίστη του, με την αγάπη προς τον Χριστό και τον πλησίον του,
γίνεται διαρκώς ένα με τον Χριστό, τον μόνο Νικητή του θανάτου και
Αρχηγό της ζωής.
«Κύριε Ιησού Χριστέ, διά της Θεοτόκου, ανάπαυσον τους δούλους Σου!».
Τους δούλους Σου! Δηλαδή, τους ανθρώπους που Εσύ μας χάρισες στη ζωή
και το διάβα μας. Θυμήσου, Κύριε, τους γονείς μας, τους συζύγους μας, τα
παιδάκια μας, τους συγγενείς μας, τους φίλους μας, τους συμμαθητές μας,
τους συντοπίτες μας, τους γειτόνους μας, τους γνωστούς μας, τους
συναδέλφους μας, τους εχθρούς μας, όσους δεν (μπορούμε και δεν γίνεται
πάντα να) θυμόμαστε εμείς (εξαιτίας της ανθρώπινης αδυναμίας μας), όσους
έχουν λησμονηθεί από όλους και δεν έχουν τώρα κάποιον να τους
μνημονεύσει για μία και μοναδική φορά στον κόσμο αυτόν.
Με τι αρχοντιά ο Χριστός μάς εισάγει στον δικό Του τρόπο, στον
τρόπο της Ευχαριστίας, της Ευεργεσίας και της Σωτηρίας για τους
κεκοιμημένους μας! Είναι αποκλειστικά δική Του η Σωτηρία, ωστόσο ευδοκεί
και θέλει οπωσδήποτε κι εμάς να γίνουμε ταπεινοί αρωγοί και ελάχιστοι
συνεργοί της. Αν όμως δεν θυμηθούμε κατά Χριστόν τούς κεκοιμημένους μας,
ας μην τρέφουμε καμία απολύτως αυταπάτη μέσα μας ότι μπορεί να
ομοιάσαμε με τον Χριστό κατά το θέλημα και τον τρόπο της αγάπης Του!
Και πόσο πολύτιμα είναι κι εκείνα τα χαρτάκια με τα ονόματα των
ανθρώπων, με τα ονόματα των ψυχών των κεκοιμημένων μας. Το όνομα που
ακούστηκε κατά τη Βάπτισή μας, αυτό το ίδιο όνομα θα ψελλίζει ο
λειτουργός για μας, όταν θα έχουμε αφήσει τον κόσμο και τα του κόσμου.
Όλα αυτά τα χαρτάκια που συσσωρεύονται πλάι στην Πρόθεση, είναι τα γλυκά
παράσημα του κάθε ενσυνείδητου ιερέα. Μας θυμίζουν το παρηγορητικό
χρέος της αγάπης. Κάποτε θα παρέλθει και για μας, σκληρά και αδυσώπητα, ο
«πανδαμάτορ» χρόνος. Όπως έφυγαν οι προηγούμενοι, έτσι θα φύγουν οι
τωρινοί, έτσι θα απέλθουν και οι μελλοντικοί. «Φεύγουμε, φεύγετε,
φεύγουν». Και τι θα γίνει μετά; Μάλλον τι θα γίνουμε όλοι; Θα γίνουμε
ένα «όνομα», ένα σιωπηλό «όνομα», ένα ευδιάκριτο, καλογραμμένο ή
κακογραμμένο «όνομα», απλά ένα «όνομα» μιας αλλοτινής ύπαρξης σε ένα
άψυχο, καθαρό, τσαλακωμένο, ατημέλητο ή ευπρεπισμένο χαρτί. Η αναμονή
μας και η αγωνία μας, ακόμη και τότε, δεν πρόκειται να πάψουν να
υπάρχουν. Κι ας μην είμαστε κατά το σώμα παρόντες. Από «εκεί» που θα
είμαστε, όπως θα είμαστε, ανάλογα τη μετάνοια ή την αμετανοησία μας, θα
ευχόμαστε ανείπωτα τεταμένα να βρεθεί ένας Ιερέας του Υψίστου, ένας
ορθόδοξος λευίτης, ένας ρασοφόρος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, για να
προσέξει αυτό το χαρτί, να δει επιτέλους τ’ όνομά μας και να μας
μνημονεύσει στην ιερά Πρόθεση. Στην Πρόθεση! Στο κατώφλι τ’ Ουρανού.
Στην πύλη του Παραδείσου. «Εκεί» όπου πάντες, ζωντανοί και κεκοιμημένοι,
ενώνονται στο Μυστήριο της θείας Λειτουργίας για να σωθούν διά του
Χριστού, διά της Θυσίας Του, διά του Πάθους Του και διά της Αναστάσεώς
Του.
«Κύριε Ιησού Χριστέ, διά της Θεοτόκου και πάντων Σου των Αγίων,
μνήσθητι, ελέησον, ανάπαυσον και σώσον τους κεκοιμημένους δούλους Σου!».
Ας μη ξεχνάμε ποτέ τούτη την ιερότατη προσευχή για τους κεκοιμημένους
μας, όχι μόνο κάθε Ψυχοσάββατο, αλλά για όλες τις μέρες του χρόνου. Όσο
εμείς ενωνόμαστε με τον Χριστό, τόσο ο θάνατος, ο πόνος, ο κλαυθμός, ο
οδυρμός, το δάκρυ και ο αναστεναγμός, ο σβησμός, η οδύνη και η απόγνωση
του θανάτου, καταλύεται και καταργείται για μας αλλά και για όσους
αγαπάμε, με τη δύναμη και τη χάρη της προσευχής· της προσευχής που
γίνεται μόνο μέσα στην Εκκλησία, διά των Μυστηρίων και των Ευχών της,
της προσευχής που διενεργείται τόσο παραμυθητικά μέσα στην πονεμένη πλην
όμως πιστή καρδιά μας…
π.Δαμιανός
[
Διάφορες άλλες αναρτήσεις για τη σημερινή ημέρα, το κατανυκτικό και
χαρμολυπικό «Ψυχοσάββατο των Ψυχών», από το ιστολόγιο «Το Ειλητάριον»·
(1) «ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ» (ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ· 1924–1994):
https://toeilhtarion.blogspot.com/2015/02/blog-post_55.html·
(2) «ΚΑΙ ΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕ;…» (ΑΓΙΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ· 1896–1993):
https://toeilhtarion.blogspot.com/2014/06/blog-post_7.html·
(3) «Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ» (ΑΝTONY BLOOM, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΣΟΥΡΟΖ· 1914–2003):
https://toeilhtarion.blogspot.com/2016/06/blog-post_94.html·
(4) «Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ, ΓΕΡΟΝΤΑ ΜΟΥ, Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!» (ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ):
https://toeilhtarion.blogspot.com/2016/03/blog-post_4.html·
(5) «ΕΒΛΕΠΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΝΑ ΜΟΥ ΛΕΝΕ “Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!”» (ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΑΝΩΝΥΜΟΥ
ΙΕΡΕΩΣ): https://toeilhtarion.blogspot.com/2014/08/blog-post_30.html·
(6) «ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ, ΟΥΡΑΝΟΙ ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ!» (ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΩΥΣΗΣ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ· 1952–2014):
https://toeilhtarion.blogspot.com/2018/02/blog-post_29.html·
(7) «ΤΟ ΧΑΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΝΑ ΠΕΘΑΙΝΕΙΣ ΜΕ ΧΑΡΑ» (ΠΑΥΛΟΣ ΕΥΔΟΚΙΜΩΦ·
1901–1970): https://toeilhtarion.blogspot.com/2016/02/blog-post_15.html·
(8) «ΓΙΑ ΕΝΑ ΤΡΙΣΑΓΙΟ»: https://toeilhtarion.blogspot.com/2020/07/blog-post_55.html·
(9) «ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ»: https://toeilhtarion.blogspot.com/2017/06/blog-post.html
(10) «ΕΤΗΣΙΟ ΧΗΡΟΠΛΑΚΩΜΑ»: https://toeilhtarion.blogspot.com/2019/02/blog-post_27.html. ]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου