«Θεοτόκο, Μητέρα του παντός, το καύκημα της παρθενίας, της αρετής και τα πάντα της αγαθότης, προστρέχομεν, οι αμαρτωλοί, οι αδύνατοι, εις την εσπλαχνίαν της αγαθότης Σου, να λυπηθεις τους αθώους εκείνους, οπού φέρνουν την αμαρτωλή τους προσευκή ’λικρινης εις τον Παντουργόν και εις την Βασιλείαν Του• εκείνους οπού ’τρέξαν ξιπόλητοι και γυμνοί, εκείνους οπού άφησαν χηρες και αρφανά,
εκείνους οπού ’χύσαν το αιμα τους, κατά τον όρκον τους, ν’ αναστηθουνή δια της δυνάμεως τουύ Παντοκράτορα η σκλαβωμένη τους Πατρίδα, και να λαμπρυνθειή ο Σταυρός της Ορθοδοξίας, και δι’ αυτόν τον όρκον αυτείνοι πέθαναν δι’ αυτείνη την Πατρίδα και Θρησκεία, και θυσίασαν και το έχει τους, και πολλουν οι γυναίκες τους, τα παιδιά τους, οι συγγενείς τους διακονεύουν και ταλαιπωρούνται ξιπόλυτοι, γυμνοί, νηστικοί στα σοκάκια εκείνης της ’ματοκυλισμένης Πατρίδος, οπού ’ζύμωσαν οι γονέοι τους και οι συγγενείς τους, με το αίμα τους, και την γοδέρουν σήμερα και την τρωνε και την προδίνουν οι γουρνόλυκοι, με τ’ ακονισμένα δόντια και οι σύντροφοί τους αυτεινών οι τοιουτοι…» »Θεοτόκο, Μήτηρ τουύ παντός, αυτούς τους αθώους να λυπηθεις, αυτούς τους
γυμνούς και ταλαίπωρους• αυτείνοι, φέρνουν δοξολογίαν εις τον Θεόν και
την Βασιλείαν Του. Να πρεσβέψεις εις την παντοδυναμίαν Του, ν’ αναστήσει
πίσου τους γερούς Του Ναούς, τ’ άγια τα Μοναστήρια, οπού ’τρώγαν ψωμί
οι δυστυχισμένοι, αφου αυτά οπού ’ζουσαν πολύ αδύνατοι από την ευλογίαν
του Θεού και από τους κόπους των Πατέρων, των Καλογέρων –δεν ήταν
Καπιτσίνοι δυτικοί, ήταν υπερέτες των Μοναστηριων της Ορθοδοξίας• δεν
ήταν τεμπέληδες, δούλευαν και προσκυνουσαν…»
«Και εις τον αγωνα της Πατρίδος, σ’ αυτά τα Μοναστήρια γενόταν τα
μυστικοσυμβούλια, συναζόταν τα ολίγα αναγκαια τουύ Πολέμου, και εις τον
Πόλεμον θυσίαζαν και σκοτωνόταν αυτείνοι οι ’περέτες των Μοναστηριών και
των Εκκλησιων –τριάντα, ειναι μόνον σ’ εμένα σκοτωμένοι, έξω εις τους
Πολέμους και εις το Κάστρο, το Νιόκαστρο, και εις την Αθήνα. Έλιωσαν
αυτείνοι οι Πατέρες, τώρα εις τα γηρατειά τους, βασανίζονται πολύ εις
τους δρόμους…«
«Θεοτόκο μου, να παρακαλέσης τον Αφέντη μας (Χριστόν) και τον Μονογενήν
Σου (Υιόν), να τ’ αναστήση πίσου αυτά, και τις άγιες Εκκλησίες Του, οπού
κατακερματίσαμεν εμεις οι αχάριστοι και μας ήβρε η δίκια (δικαια) Του
οργή και της Βασιλείας Του• να Τον παρακαλέσης, Θεοτόκο μου, να τ’
αναστήση πίσου και να σηκώσει την δίκια Του οργή οπού ’χει σ’ εμας τους
αχάριστους και να φέρει πίσου την ευκή Του και την ευλογία Του και της
Βασιλείας Του, οπού την στερηθήκαμεν από την κακία μας και ’διοτέλειά
μας και εγίναμεν η παλιόψαθα της κοινωνίας μας, και εγίναμεν καθώς
φαινόμαστε ως την σήμερον• το έλεός Του, είναι άβυσσος της θαλάσσης, και
τους ανόητους εμας και τους ’διοτελείς, να μας ενώσει και να μας
φωτίσειη, και να μας δώση εις το εξης, πατριωτικά και αγαθά αιστήματα,
δια την Πατρίδα μας και την Θρησκεία μας, και πίστη καθαρά να ’χουμε εις
τον Παντουργό μας και εις την Βασιλεία Του, να μας σώση εδωώ και εις
την παντοτεινή ζωή, να δώσει του γηρατείου Του ’ρήνη και ομόνοιαν, την
ευκή Του και την ευλογία Του, και εις τον λαόν Του, να ’ρθή πίσου η
νεκρανάστασί του, δια της ευλογίας Του».
ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ
(1797–1864)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου