Τίποτα
δε γίνεται στο βίο, αγαπητοί αδελφοί, χωρίς πίστη. Υπάρχουν, βέβαια, τα
δεδομένα της πείρας και τα ορθά συμπεράσματα, στα οποία καταλήγει ο
νους του ανθρώπου, αλλά αυτά μέχρις ενός σημείου. Δεν είναι αρκετές
αυτές οι προϋποθέσεις, ώστε να στηριχθεί επάνω τους μια μεγάλη και
γενναία απόφαση. Τη ζωή δεν τη διέπουν μόνο φυσικοί νόμοι και λογικές
σχέσεις, μα και αστάθμητοι άλλοι παράγοντες. Αν ήταν να κινείται ο
άνθρωπος μόνο με τη λογική κρίση, τότε δε θ’ αποφάσιζε τίποτα μεγάλο στο
βίο του, γιατί όπως το είπε ένας αρχαίος, «λογισμός όκνον φέρει».
Παντού, λοιπόν, στη ζωή, και στην πιο θετική της εκδήλωση και στην πιο πεζή και πρακτική εποχή, σαν τη δική μας, πρέπει ν’ αναζητούμε την πίστη -τον πνευματικό κι αστάθμητο εκείνο παράγοντα, που με άμεσο τρόπο μάς πείθει και μάς βεβαιώνει για κείνα που δεν τα φτάνει και δεν τα τολμά ο λογισμός. Με την πίστη έχουμε μια άμεση αίσθηση της αλήθειας, διαθέτουμε μια όραση εσωτερική, που διαπερνά το υλικό περίβλημα των πραγμάτων και εισδύει στο εσώτατο βάθος των όντων, τοπικά και χρονικά. Ο απόστολος Παύλος λέει πως η πίστη είναι «ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (Εβρ. 11, 1)· δηλαδή, πίστη σημαίνει σιγουριά γι’ αυτά που ελπίζουμε και βεβαιότητα γι’ αυτά που δε βλέπουμε.
Ας εντοπίσουμε, όμως, το λόγο στη θρησκευτική πίστη, σε ό,τι έχει σχέση με το Θεό και τον άνθρωπο. Εκτός από εκείνα που με φυσικό τρόπο αποκαλύπτει ο Θεός στον έξω κόσμο και μέσα στον άνθρωπο, οι άλλες θρησκευτικές αλήθειες, που αποκαλύπτονται υπερφυσικά, γίνονται δεκτές μόνο με την πίστη. Ο νους του ανθρώπου δε μπορεί να φτάσει τις αλήθειες της αποκάλυψης και η λογική δε μπορεί να τις συλλάβει. Αλλιώς δε θα ήταν αλήθειες «εξ αποκαλύψεως» Θεού, αλλά «εξ ανακαλύψεως» ανθρώπου. Τότε δε θα μιλούσαμε για πίστη και Εκκλησία, αλλά για γνώση και επιστήμη. Πέρα και πάνω από την επιστήμη, όμως, είναι η πίστη· ένας κόσμος ολόκληρος.
Η πίστη είναι η πεποίθηση στην ύπαρξη του Θεού και η εμπιστοσύνη σ΄ Αυτόν, είναι η μεγάλη και ακατανίκητη ηθική δύναμη μέσα στον άνθρωπο. Γι’ αυτό πάντοτε μέσα στα ιερά ευαγγέλια, σαν απαραίτητος όρος, για να εκδηλωθεί η ευεργετική ενέργεια του Θεού στον άνθρωπο, ζητείται η πίστη. Η πίστη είναι η θύρα, που ανοίγεται και επιτρέπει στο Θεό να μπει στον άνθρωπο, σαν ελεύθερη και υπεύθυνη προσωπικότητα. Όταν ο Θεός δημιουργεί τον άνθρωπο, δεν τον ρωτάει· όταν, όμως, θέλει να θαυματουργήσει επάνω του, τότε τον ρωτάει εάν θέλει. Η ύλη είναι τυφλή και ανελεύθερη, υποταγμένη σε φυσικούς νόμους, που ο Θεός o οποίος τους έθεσε μπορεί και να τους αναστέλλει· ο άνθρωπος, όμως, είναι ενσυνείδητος και αυτοδιάθετος, είναι ελεύθερη προσωπικότητα, που αν θέλει ανοίγει ή κλείνει τη θύρα στο Θεό. Ο Θεός είναι τόσο αδύναμος μπροστά στην ελευθερία του ανθρώπου, την οποία ο ίδιος του έδωσε, που δεν τον εμποδίζει να τη χρησιμοποιήσει όπως θέλει, ακόμα κι αν είναι ολοφάνερο πως θα τη χρησιμοποιήσει στραβά. Είναι τόσος ο σεβασμός προς την ελευθερία του ανθρώπου από μέρους του Θεού, που δύσκολα μπορούμε να τον συλλάβουμε σε όλη του την έκταση.
Κάποτε που ο Ιησούς Χριστός βρέθηκε στην πατρίδα του «…δε μπορούσε να κάνει εκεί κανένα θαύμα… κι έμενε κατάπληκτος από την απιστία τους» (Μρκ. 6, 5-6). Η απιστία των ανθρώπων δεσμεύει τη δύναμη του Θεού. Το αντίθετο συμβαίνει με την πίστη. Το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού της Καπερναούμ, που ακούμε στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της δεύτερης Κυριακής των Νηστειών, είναι αποτέλεσμα της θείας δύναμης και της πίστης των ανθρώπων -και του παραλυτικού κι εκείνων που παρά τις πρακτικές δυσκολίες κατάφεραν να τον οδηγήσουν μπροστά στον Ιησού Χριστό. Η ψυχική και σωματική θεραπεία, που ακολούθησαν, ήταν αποτέλεσμα και επιβράβευση της πίστης.
Οι άνθρωποι αυτοί πίστεψαν κι έκαναν ένα μεγάλο άλμα στο κενό, σ’ αυτά που θα φανερωθούν στο μέλλον, σ’ αυτά που θ’ αποκαλυφθούν στις έσχατες ημέρες. Δε στηρίχθηκαν πουθενά, παρά μόνο στην ελευθερία τους. Μόνο στο διακριτικό κάλεσμα της αποκάλυψης του Χριστού. Μόνο στην εμπιστοσύνη που είχαν σ’ Εκείνον. Ριψοκινδύνευσαν και τον εμπιστεύθηκαν. Πίστεψαν, χωρίς να έχουν καμιά βέβαιη εξήγηση ή αποδεδειγμένη σιγουριά· αλλά πίστεψαν! Η πίστη, λοιπόν, αγαπητοί αδελφοί, είναι να πιστεύουμε σε κάτι, ακόμα κι όταν η λογική μάς λέει όχι. Αμήν.
Αρχιμ. Αμβρόσιος Σταμπλιάκας
Παντού, λοιπόν, στη ζωή, και στην πιο θετική της εκδήλωση και στην πιο πεζή και πρακτική εποχή, σαν τη δική μας, πρέπει ν’ αναζητούμε την πίστη -τον πνευματικό κι αστάθμητο εκείνο παράγοντα, που με άμεσο τρόπο μάς πείθει και μάς βεβαιώνει για κείνα που δεν τα φτάνει και δεν τα τολμά ο λογισμός. Με την πίστη έχουμε μια άμεση αίσθηση της αλήθειας, διαθέτουμε μια όραση εσωτερική, που διαπερνά το υλικό περίβλημα των πραγμάτων και εισδύει στο εσώτατο βάθος των όντων, τοπικά και χρονικά. Ο απόστολος Παύλος λέει πως η πίστη είναι «ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (Εβρ. 11, 1)· δηλαδή, πίστη σημαίνει σιγουριά γι’ αυτά που ελπίζουμε και βεβαιότητα γι’ αυτά που δε βλέπουμε.
Ας εντοπίσουμε, όμως, το λόγο στη θρησκευτική πίστη, σε ό,τι έχει σχέση με το Θεό και τον άνθρωπο. Εκτός από εκείνα που με φυσικό τρόπο αποκαλύπτει ο Θεός στον έξω κόσμο και μέσα στον άνθρωπο, οι άλλες θρησκευτικές αλήθειες, που αποκαλύπτονται υπερφυσικά, γίνονται δεκτές μόνο με την πίστη. Ο νους του ανθρώπου δε μπορεί να φτάσει τις αλήθειες της αποκάλυψης και η λογική δε μπορεί να τις συλλάβει. Αλλιώς δε θα ήταν αλήθειες «εξ αποκαλύψεως» Θεού, αλλά «εξ ανακαλύψεως» ανθρώπου. Τότε δε θα μιλούσαμε για πίστη και Εκκλησία, αλλά για γνώση και επιστήμη. Πέρα και πάνω από την επιστήμη, όμως, είναι η πίστη· ένας κόσμος ολόκληρος.
Η πίστη είναι η πεποίθηση στην ύπαρξη του Θεού και η εμπιστοσύνη σ΄ Αυτόν, είναι η μεγάλη και ακατανίκητη ηθική δύναμη μέσα στον άνθρωπο. Γι’ αυτό πάντοτε μέσα στα ιερά ευαγγέλια, σαν απαραίτητος όρος, για να εκδηλωθεί η ευεργετική ενέργεια του Θεού στον άνθρωπο, ζητείται η πίστη. Η πίστη είναι η θύρα, που ανοίγεται και επιτρέπει στο Θεό να μπει στον άνθρωπο, σαν ελεύθερη και υπεύθυνη προσωπικότητα. Όταν ο Θεός δημιουργεί τον άνθρωπο, δεν τον ρωτάει· όταν, όμως, θέλει να θαυματουργήσει επάνω του, τότε τον ρωτάει εάν θέλει. Η ύλη είναι τυφλή και ανελεύθερη, υποταγμένη σε φυσικούς νόμους, που ο Θεός o οποίος τους έθεσε μπορεί και να τους αναστέλλει· ο άνθρωπος, όμως, είναι ενσυνείδητος και αυτοδιάθετος, είναι ελεύθερη προσωπικότητα, που αν θέλει ανοίγει ή κλείνει τη θύρα στο Θεό. Ο Θεός είναι τόσο αδύναμος μπροστά στην ελευθερία του ανθρώπου, την οποία ο ίδιος του έδωσε, που δεν τον εμποδίζει να τη χρησιμοποιήσει όπως θέλει, ακόμα κι αν είναι ολοφάνερο πως θα τη χρησιμοποιήσει στραβά. Είναι τόσος ο σεβασμός προς την ελευθερία του ανθρώπου από μέρους του Θεού, που δύσκολα μπορούμε να τον συλλάβουμε σε όλη του την έκταση.
Κάποτε που ο Ιησούς Χριστός βρέθηκε στην πατρίδα του «…δε μπορούσε να κάνει εκεί κανένα θαύμα… κι έμενε κατάπληκτος από την απιστία τους» (Μρκ. 6, 5-6). Η απιστία των ανθρώπων δεσμεύει τη δύναμη του Θεού. Το αντίθετο συμβαίνει με την πίστη. Το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού της Καπερναούμ, που ακούμε στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της δεύτερης Κυριακής των Νηστειών, είναι αποτέλεσμα της θείας δύναμης και της πίστης των ανθρώπων -και του παραλυτικού κι εκείνων που παρά τις πρακτικές δυσκολίες κατάφεραν να τον οδηγήσουν μπροστά στον Ιησού Χριστό. Η ψυχική και σωματική θεραπεία, που ακολούθησαν, ήταν αποτέλεσμα και επιβράβευση της πίστης.
Οι άνθρωποι αυτοί πίστεψαν κι έκαναν ένα μεγάλο άλμα στο κενό, σ’ αυτά που θα φανερωθούν στο μέλλον, σ’ αυτά που θ’ αποκαλυφθούν στις έσχατες ημέρες. Δε στηρίχθηκαν πουθενά, παρά μόνο στην ελευθερία τους. Μόνο στο διακριτικό κάλεσμα της αποκάλυψης του Χριστού. Μόνο στην εμπιστοσύνη που είχαν σ’ Εκείνον. Ριψοκινδύνευσαν και τον εμπιστεύθηκαν. Πίστεψαν, χωρίς να έχουν καμιά βέβαιη εξήγηση ή αποδεδειγμένη σιγουριά· αλλά πίστεψαν! Η πίστη, λοιπόν, αγαπητοί αδελφοί, είναι να πιστεύουμε σε κάτι, ακόμα κι όταν η λογική μάς λέει όχι. Αμήν.
Αρχιμ. Αμβρόσιος Σταμπλιάκας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου