Σάββατο 16 Μαΐου 2015

ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΙ, ΩΣ ΕΛΛΗΝΕΣ, ΩΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΩΜΕΝ ΚΑΛΩΣ» . ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΗΜΕΡΕΣ ΦΟΒΕΡΕΣ… ΘΑ ΓΙΝΗ ΑΝΩ – ΚΑΤΩ Ο ΚΟΣΜΟΣ… ΘΑ ΣΑΛΠΙΣΟΥΝ ΟΙ ΣΑΛΠΙΓΓΕΣ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΩΣ.


Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
  • ΑΓΓΕΛ. ΣΑΛΠ.«Στῶμεν καλῶς». Ἔρχονται ἡμέρες φοβερές. Θὰ πέσουν ἔθνη, θὰ πέσουν βασίλεια. Θὰ γίνῃ ἄνω – κάτω ὁ κόσμος. Ὅ,τι εἴδαμε ὣς τώρα εἶνε μικρά. Νὰ εἴμεθα μὲ τὸ Εὐαγγέλιον. Ἐμεῖς οἱ ὀλίγοι θὰ γίνωμε ἡ ζύμη καὶ ἡ μαγιὰ ἑνὸς νέου κόσμου. Καὶ τότε ἡ Ἑλλὰς δὲν θὰ πεθάνῃ ποτέ. Θὰ εἶνε τὸ ἄστρο τὸ φωτεινό, τὸ ὁποῖο θὰ φωτίζῃ τὸν κόσμο καὶ θὰ φωνάζῃ καὶ εἰς τὰ ἄλλα ἔθνη· «Στῶμεν καλῶς». Ἤγγικεν ἡ ὥρα τῆς κρίσεως, καὶ θὰ σαλπίσουν οἱ σάλπιγγες τῆς Ἀποκαλύψεως.

  • Ὁμιλῶ προφητικὰ τὴν ὥρα αὐτή, καὶ ἐνθυμηθῆτε, ἀδέλφια μου, τὰ λόγια μου. Θὰ μείνωμε ἐδῶ. Καὶ ἐὰν φύγουν ὅλοι, νὰ ξέρετε πολὺ καλὰ ὁ ἐπίσκοπος Φλωρίνης θὰ μείνῃ ἐδῶ. Γιατὶ ἔχει μιὰ παράδοσι. Τὸ ῥάσον μένει. Διαβάστε τὴν ἱστορία. Ὅταν ἔπεσε ἡ Σμύρνη, φύγανε ὅλοι. Δὲν ἔμεινε κανείς. Μόνο ἕνας, ἕνα ῥάσο, τὸ ῥάσο τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης, ἔμεινε στὴν ἔρημη Σμύρνη καὶ ἔβαψε μὲ τὸ αἷμα του τὰ καλντερίμια τῆς πόλεως. Εἴμαστε συνεχισταὶ τῆς ἱστορικῆς γενιᾶς τῶν ἐπισκόπων ἐκείνων. Καὶ ἐὰν ὅλοι φύγουν, ἐμεῖς θὰ μείνουμε ἐδῶ, καὶ θὰ φωνάζουμε ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸ ὑπερπέραν· «Στῶμεν καλῶς».
 Τῶν Ταξιαρχῶν Μιχαὴλ & Γαβριὴλ
8 Νοεμβρίου

Η ΥΠΑΡΞΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ

«Στῶμεν καλῶς»

ΣΗΜΕΡΑ ἑορτάζουν οἱ ἄγγελοι. Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τελεῖ τὴν σύναξι τῶν ἁγίων ἀσωμάτων δυνάμεων, τῶν ὁποίων κορυφαῖοι, ταξίαρχοι καὶ ἀρχιστράτηγοι, εἶνε ὁ Μιχαὴλ καὶ ὁ Γαβριήλ.
Θὰ παρακαλέσω νὰ προσέξετε τὰ λίγα λόγια ποὺ θὰ σᾶς πῶ γιὰ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους.

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΓΓΕΛΟΙ;

―Ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι! Μὰ ὑπάρχουν ἄγγελοι; θὰ ρωτήσῃ κάποιος. Εὰν εἶνε ἐδῶ κανένα δεσποινάριο ἢ κανένας νεαρός, ὁ ὁποῖος γράφτηκε στὸ πανεπιστήμιο καὶ νομίζει ὅτι ἔφτασε στὰ ἄστρα καὶ τὰ γνωρίζει ὅλα, θὰ πῇ· Ἄκου ἐκεῖ, ὁ δεσπότης καὶ Ἐκκλησία στὸν εἰκοστὸ αἰῶνα νὰ μιλοῦν γιὰ ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους!…
Δὲν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι σήμερα, δὲν πιστεύουν. Πέρα ἀπὸ τὴν ὕλη, πέρα ἀπὸ τὰ αἰσθητὰ πράγματα, πέρα ἀπὸ τὸν κύκλο ἐκεῖνον τὸν ὁποῖον διαγράφουν οἱ πέντε αἰσθήσεις (πέρα ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα βλέπουν, τὰ ὁποῖα ἀκοῦν, τὰ ὁποῖα ὀσφραίνονται, τὰ ὁποῖα γεύονται καὶ ἅπτονται), πέρα αὐτῶν τῶν ὑλικῶν πραγμάτων τίποτε ἄλλο δὲν παραδέχεται ὁ σύγχρονος ἄπιστος κόσμος. Ὕλη καὶ μόνο ὕλη. Πρὸς αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους τί νὰ ποῦμε; «Οὐ μὲ πείσεις, κἂν μὲ πείσῃς». Ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτοὺς θὰ ἀπαντήσουμε τὰ ἑξῆς ὀλίγα.
Δὲν ὑπάρχουν μόνο αὐτὰ τὰ ὁποῖα βλέπουμε, αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἀκοῦμε, αὐτὰ τὰ ὁποῖα γευόμεθα, αὐτὰ τὰ ὁποῖα μᾶς προσφέρουν οἱ πέντε αἰσθήσεις. Αὐτά, ἀπέναντι σὲ ὅλα ὅσα ὑπάρχουν, εἶνε ἕνας κόκκος ἄμμου. Εἶνε πολὺ κοντόφθαλμος ὅποιος περιορίζει τὸ πεδίον τῆς ὑπάρξεως στὸν κύκλο τῶν πέντε αἰσθήσεων. Θέλετε παραδείγματα;
Πάρε ἕνα ποτήρι νερὸ καὶ βάλ᾿ το κάτω ἀπὸ τὸ μικροσκόπιο. Θὰ δῇς, ὅτι μέσα στὸ ποτήρι κολυμποῦνε ζῳάκια. Πόσα ζῳάκια; Ὄχι πέντε – δέκα, ἀλλὰ περισσότερα ἀπ᾿ ὅλο τὸν πληθυσμὸ τῆς Ἑλλάδος· ὀκτώ, ἐννέα καὶ δέκα ἑκατομμύρια! Τὰ βλέπεις ὅλα αὐτὰ μὲ γυμνὸ μάτι; Δὲν τὰ βλέπεις. Καὶ ὅμως ὑπάρχουν.
Θέλεις ἄλλο παράδειγμα; Πάρε ἕνα κομμάτι πέτρας. Βλέπεις τίποτα; Μόνο πέτρα βλέπεις. Καὶ ὅμως μέσα στὴν πέτρα αὐτὴ ὑπάρχει κάτι ἀόρατο. Ποιό ἀόρατο; Ὑπάρχει ἡ δύναμις τῆς πυρηνικῆς ἐνεργείας, φωτιὰ ἱκανὴ νὰ κάψῃ ὁλόκληρη πόλι, τεραστία δύναμις.
 Ἄρα ὑπάρχει τὸ ὁρατόν, ὑπάρχει καὶ τὸ ἀόρατον. Καὶ συνεπῶς δὲν ἔχεις δίκιο, ὅταν λές, Πιστεύω ὅ,τι βλέπω, πιστεύω ὅ,τι ἀκούω, πιστεύω ὅ,τι γεύομαι, πιστεύω ὅ,τι αἰσθάνομαι μὲ τὶς κεραῖες τῶν πέντε αἰσθήσεων. Πέρα ἀπὸ τὶς κεραῖες τῶν πέντε αἰσθήσεων ὑπάρχει μιὰ ἄλλη αίσθησις, ἡ ἕκτη αἴσθησις. Ἂν ἔχῃς μόνο τὶς πέντε αἰσθήσεις, εἶσαι κτῆνος. Γιατὶ τὶς πέντε αἰσθήσεις ἔχουν καὶ τὰ ζῷα. Καὶ μάλιστα μερικὰ ζῷα ἔχουν κάποιες αἰσθήσεις ἰσχυρότερες ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Ἀλλὰ δὲν εἶσαι ζῷο. Δὲν ἔχεις μόνο πέντε αἰσθήσεις ποὺ λειτουργοῦν· ἔχεις καὶ κάποια ἄλλη ἕκτη αίσθησι, ἡ ὁποία εἶνε κεραία. Ὤ Θεέ μου Θεέ μου! Αὐτὴ τὴν ἕκτη κεραία οἱ ἐπιστήμονες τὴν ὀνομάζουν διόρασι καὶ διαίσθησι. Ἐμεῖς δὲ οἱ Χριστιανοὶ τὴν ὀνομάζουμε μὲ τὸ ὡραιότερο ὄνομα· πίστις. Αὐτὴ τὴν ἕκτη αίσθησι πρέπει νὰ ἔχουμε ὅλοι. Αὐτὸ ποὺ λέγουν, ὅτι Δέχομαι μόνο ὅ,τι συλλαμβάνω μὲ τὶς αἰσθήσεις, εἶνε κήρυγμα σαθρόν, τὸ ὁποῖο δὲν δύναται νὰ σταθῇ οὔτε εἰς τὸ πείραμα οὔτε εἰς τὴν παρατήρησι. Καὶ συνεπῶς πρέπει νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι, ὅπως ὑπάρχουν ὁρατά, ὑπάρχουν καὶ ἀόρατα πράγματα.

ΑΝΑΓΚΑΙΑ Η ΥΠΑΡΞΙΣ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ

Στὸν κύκλο τῶν ἀοράτων ἀνήκουν τὰ  ἀσώματα πνεύματα, οἱ ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι.
Εἶνε λοιπὸν καὶ λογικῶς δυνατὴ ἡ ὕπαρξις τῶν ἀγγέλων. Δὲν μποροῦν νὰ τὴν ἀποκλείσουν. Ὄχι δὲ μόνον δυνατὴ καὶ ἐνδεχομένη, ἀλλὰ καὶ ἀναγκαία εἶνε ἡ ὕπαρξις τῶν ἀγγέλων. Πῶς;
Αὐτὸς ὁ κόσμος, ὁ ὁρατὸς καὶ ὑλικός, διαιρεῖται σὲ τρία βασίλεια· τῶν ὀρυκτῶν, τῶν φυτῶν, καὶ τῶν ζῴων. Κλιμακωτὰ βαίνει ἡ δημιουργία, ἀπὸ τὰ ἐλάχιστα εἰς τὰ μέγιστα. Τὸ ἐλάχιστο ποιό εἶνε; Τὸ χῶμα. Αὐτὸ τὸ χῶμα ποὺ πατοῦμε εἶνε ἀναίσθητο. Δὲν κουνιέται, δὲν μιλάει, δὲν κάνει τίποτε. Ἔχει μόνο τὸ «εἶναι». Μετὰ ἀνωτέρα βαθμίδα τῆς δημιουγίας εἶνε τὸ φυτό. Αὐτὸ αὐξάνει, ἐνῷ ὁ βράχος δὲν αὐξάνει. Ὅπως εἶνε ὁ βράχος, ἔτσι θὰ παραμένῃ· ἢ μᾶλλον ἐλαττώνεται καὶ φθείρεται ἀπὸ τὰ ἄγρια κύματα τῶν ὠκεανῶν. Ἐνῷ τὸ φυτὸ ἔχει ὄχι μόνο τὸ «εἶναι» ἀλλὰ καὶ τὸ «αὐξάνεσθαι», νέα ἰδιότητα. Μετὰ ἔχουμε τὸ τρίτο σκαλοπάτι τῆς δημιουργίας. Ἔχουμε τὰ ζῷα, τὰ ὁποῖα ἔχουν τὸ «εἶναι», ὅπως τὸ ἔχει ἡ ὕλη. Ἔχουν τὸ «αὐξάνεσθαι», ὅπως τὸ ἔχουν τὰ φυτά. Ἀλλ᾿ ἔχουν καὶ κάτι ἀκόμη. Ποιό; Τὸ «αἰσθάνεσθαι»· ὄχι τὸ συναισθάνεσθαι, ἂν καὶ μερικὰ ζῷα ἔχουν καὶ συναισθηματικὸ κόσμο, ἀτελῆ ἐν πάσῃ περιπτώσει. Λοιπόν, τὰ ζῷα ἔχουν τρεῖς ἰδιότητες. Γεννᾶται τώρα τὸ ἐρώτημα· Ὁ ἄνθρωπος ποῦ ὑπάγεται; Ὑπάγεται εἰς τὴν κατηγορία τοῦ τρίτου βασιλείου, τῶν ζῴων; Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει μόνο τὸ «εἶναι», ὅπως τὸ χῶμα καὶ ὁ βράχος· δὲν ἔχει μόνο τὸ «αὐξάνεσθαι», ὅπως τὰ πλατάνια· δὲν ἔχει μόνο τὸ «αἰσθάνεσθαι», ὅπως τὰ ζῷα. Ἀλλὰ ἔχει καὶ ἄλλα γνωρίσματα, ἀκόμη ἀνώτερα. Ποιά; Ἔχει τὸ «συναισθάνεσθαι». Ἔχει τὸ «διανοεῖσθαι», δηλαδὴ τὸ λογικόν. Καὶ ἀκόμα περισσότερο ἔχει τὴν συνείδησι. Καὶ τέλος κορυφαῖον γνώρισμα ἔχει τὴν ἐλευθερία. Χάσμα μέγα ὑπάρχει μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ ὑπολοίπου ὁρατοῦ κόσμου. Τὸ τελευταῖο ἰδίως γνώρισμα, τὴν ἐλευθερία, ἂν τὸ χάσωμε, δὲν εἴμεθα πλέον ἄνθρωποι. Τὴν ἐλευθερία κατ᾿ ἐξοχὴν τὴν αἰσθανόμεθα ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες· καὶ ἅμα τὴν χάσωμε ἐπαναστατοῦμε, καὶ δὲν ἡσυχάζομε ἂν δὲν μπορέσωμε νὰ τὴν ἀποκτήσουμε.
Ὁ ἄνθρωπος λοιπὸν διαφέρει τῆς ὕλης, διαφέρει τῶν φυτῶν, διαφέρει τῶν ζῴων. Διότι ἔχει τὸ «εἶναι» τῶν βράχων, ἔχει τὸ «αὐξάνεσθαι» τῶν φυτῶν, ἔχει τὸ «αἰσθάνεσθαι» τῶν ζῴων, καὶ τὸ παραπάνω ἔχει τὸ «διανοεῖσθαι», τὴν λογική, ἡ ὁποία δημιουργεῖ ἐπιστήμας. Ἔχουμε κατόπιν τὴν συνείδησι, ἡ ὁποία δημιουργεῖ τοὺς ἐνόχους καὶ βροντοφωνεῖ καὶ ἀστράφτει ὅπως ὁ εἰσαγγελεύς, ὅτι εἶνε ἔνοχος ὁ κατηγορούμενος (Πρὸς τί ἄλλωστε δικάζομεν;). Καὶ παραπάνω, εἰς τὴν κορυφήν, εἶνε ἕνα, τὸ ὁποῖον ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες αἰσθανόμεθα περισσότερο· εἶνε ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶνε ἐλεύθερος ὁ ἄνθρωπος. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται εἰς τὴν κορυφὴν τῆς πυραμίδος ὅλων τῶν δημιουργημάτων. Ἀρχίσαμε ἀπὸ τὰ εὐτελέστερα, ἀρχίσαμε ἀπὸ τὸ χῶμα, ἀπὸ τὰ φυτά, ἀπὸ τὰ ζῷα, ἀπὸ … ἀπὸ …, καὶ φτάσαμε εἰς τὴν κορωνίδα τῆς δημιουργίας, στὸν ἄνθρωπο.
Σταματᾷ ἆραγε ἐδῶ αὐτὴ ἡ δημιουργία; Ὁ Θεὸς ἐδημιούργησε αὐτὴ τὴν ποικιλία τῶν δημιουργημάτων, τὴν ἀφάνταστον ποικιλίαν. Οἱ φυσικοὶ μετροῦν τὰ φυτά· ἀναρίθμητα. Μετροῦν τὰ ζῷα· ἀναρίθμητα. Μετροῦν τὰ κύτταρα· ἀναρίθμητα. Λοιπόν, θὰ σταματήσῃ ἡ δημιουργία στὸν ἄνθρωπο; Ὄχι. Παραπάνω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ὑπάρχει ἕνα τελειότερο ὄν. Ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος δημιούργησε ὁλόκληρη τὴν φύσι, δημιούργησε καὶ τελειότερα ὄντα ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Καὶ τὰ τελειότερα αὐτὰ ὄντα εἶνε οἱ ἄγγελοι. Καὶ εἶνε τελειότερα. Τὸ λέγει ἡ Ἐκκλησία, ἡ φιλοσοφοῦσα Ἐκκλησία. Τὸ λέγει κάπου καὶ ὁ Σωκράτης σ᾿ ἕναν διάλογο. Καὶ λέγει, ὅτι εἶνε ἀνώτερα, γιατὶ εἶνε ἀσώματα. Δὲν εἶνε ὑλικά, δὲν ἔχουν στομάχι, δὲν ἔχουν κοιλιά. Ἐμεῖς βαρυνόμεθα ἀπὸ τὴν ὕλη, ἀπὸ τὸ σῶμα. Τὸ λέγει ἕνας σοφός, ὅτι «αἰσχύνομαι», ντρέπομαι, ὅταν τρώω. Διότι ἂν τρῶς μόνο, εἶσαι σὰν τὰ ζῷα. Τρῶνε τὰ ζῷα, τρῶς κ᾿ ἐσύ. «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Α΄ Κορ. 15,32). Αἰσχύνομαι, λέγει, διότι τρώω. Καὶ ἀπέφευγε νὰ τρώῃ ἐνώπιον τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.
Λοιπὸν ἐκεῖ εἶνε τὸ θέμα. Ὅτι ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκες. Ἀνάγκη τοῦ ὕπνου, ἀνάγκη τῆς τροφῆς, ἀνάγκη ποτοῦ. Ἔχουμε ἀνάγκη διαιωνίσεως τοῦ γένους· φυτεμένα μὲν στὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν Θεό, κατώτερα ὅμως ἐν γένει αὐτά. Ἀλλ᾿ ὁ ἄγγελος εἶνε ἀπηλλαγμένος αὐτῶν τῶν ἀναγκῶν. Καί, ὅπως εἶπε ὁ Χριστός, εἶνε πλάνη νὰ νομίζῃ κανείς, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλη ζωὴ ἀνωτέρα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη· «Πλανᾶσθε μὴ εἰδότες τὰς γραφάς». Οἱ Γραφὲς λ.χ. λένε, ὅτι στὸν ἄλλο κόσμο οὔτε παντρεύουν οὔτε παντρεύονται, «ἀλλ᾿ ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσι» (Ματθ. 22,29). Οἱ ἄγγελοι ζοῦν ἀνώτερα, διότι εἶνε τὰ ἀνώτερα λογικὰ ὄντα ποὺ ὑπάρχουν.

Καὶ ποιό εἶνε τὸ ἔργο τῶν ἀγγέλων;

Τὸ πρῶτο ἔργο τῶν ἀγγέλων, ἢ μᾶλλον ἡ τροφὴ τῶν ἀγγέλων, εἶνε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ θεωρία τοῦ Ὑψίστου ὄντος.
Ἄλλο ἔργο τους εἶνε ἡ διακονία καὶ ὑμνῳδία τοῦ Θεοῦ, νὰ ψάλλουν τὸ «ἀλληλούϊα».
Ἐν σχέσει μ᾿ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους εἶνε οἱ καλύτεροί μας φίλοι. Ὅπως δίπλα στὸν ἀνώτατο ἄρχοντα ὑπάρχουν ὑπασπισταί, ἔτσι δίπλα στὸν ἄνθρωπο, τὸν βασιλέα τῆς γῆς, ἔπλασε ὁ Θεὸς ὑπασπιστάς. Προστάτες καὶ φύλακες τοῦ ἀνθρώπου εἶνε οἱ ἄγγελοι.
Εἶνε καὶ ἀγγελιοφόροι. Ὅπως στὸ στρατὸ ὑπάρχουν ἀγγελιοφόροι, ἔτσι καὶ στὴν Ἐκκλησία. Καὶ ἀγγελιοφόροι στὴν Ἐκκλησία εἶνε οἱ ἄγγελοι. Τὰ ὑψηλότερα μηνύματα εἶνε αὐτὰ ποὺ μεταφέρουν οἱ ἄγγελοι. Θὰ μποροῦσα νὰ σᾶς ἀναφέρω ἑκατὸ τέτοια μηνύματα, ἀλλὰ θὰ ἀρκεστῶ μόνο σὲ τέσσερα. Τὸ πρῶτο ἀγγελικὸ μήνυμα τὸ ἄκουσε ἡ Θεοτόκος. «Ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ Χαῖρε». Τὸ δεύτερο τὸ ἄκουσαν οἱ βοσκοί, ποὺ ἐφύλασσαν «φυλακὰς τῆς νυκτὸς ἐπὶ τὴν ποίμνην αὐτῶν» (Λουκ. 2,8) στὴν ὕπαιθρο τῆς Βηθλεέμ. «Ἤκουσαν οἱ ποιμένες τῶν ἀγγέλων ὑμνούντων…», «ὅτι ἐτέχθη σήμερον σωτήρ» (ἔ.ἀ. 2, 11). Τὸ τρίτο μήνυμα, τὸ «Χριστὸς ἀνέστη», τὸ ἄκουσαν πρῶτες οἱ γυναῖκες, οἱ μυροφόρες, διότι αὐτὲς ἔχουν πλοῦτο συναισθημάτων.

Τὸ πρῶτο λοιπὸν μήνυμα τὸ ἄκουσε ἡ Παρθένος, τὸ δεύτερο οἱ βοσκοί, τὸ τρίτο οἱ γυναῖκες. Ποιές γυναῖκες; Αὐτὲς ποὺ ἔχουν μέσα τους εὐγενῆ αἰσθήματα.
Τὸ πρωῒ στὴν ἐκκλησία ἦταν ἑκατὸ γυναῖκες καὶ δύο ἄνδρες. Θὰ μείνῃ ἡ Ἐκκλησία μὲ τὶς γυναῖκες. Ἡ γυναίκα δὲν ἐσταύρωσε τὸν Χριστό. Ἡ γυναίκα δὲν ἐπότισε μὲ ὄξος τὸν Χριστό. Ὁ ἄνδρας καὶ ὄχι γυναίκα τὸν ἐπρόδωσε. Ἄνδρας τὸν ἐσταύρωσε καὶ τὸν πότισε μὲ ὄξος καὶ χολή. Εἶνε σκληρὴ ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνδρός. Ἐὰν ὑπάρχῃ ἀκόμη ἀνθρωπότης, τὸ ὀφείλουμε εἰς τὴν εὐγενῆ καρδιὰ τῆς μάνας.
Ἡ γυναίκα εἶνε ἡ ἑστία. Ἡ γυναίκα εἶνε ὅ,τι ἱερὸ καὶ ὅσιο ὑπάρχει. Καὶ ἐὰν ἡ γυναίκα παρεκτρέπεται, δὲν εἶνε αὐτὴ ἡ αἰτία. Ἐμεῖς οἱ ἄντρες εἴμεθα ἐκεῖνοι ποὺ τὴν σπρώχνουμε. Καὶ τὸ ὕψιστο μήνυμα ποὺ ἀκούστηκε, δὲν τὸ ἄκουσαν φιλόσοφοι καὶ ποιηταί, ἀλλὰ γυναῖκες εὐλαβέστατες. Ὄρθρου βαθέος οἱ μυροφόρες γυναῖκες, αὐτές ἄκουσαν πρῶτες τὸ «Χριστὸς ἀνέστη».
Ὑπάρχει καὶ ἕνα ἄλλο τελευταῖο μήνυμα, ποὺ ἐγὼ τὸ φοβᾶμαι. Γιατὶ θεωρῶ τὸν ἑαυτό μου ἁμαρτωλό. Σεῖς εἶσθε ἅγιοι, εἶστε ἐν τάξει. Πόσο μὲ λυπεῖ αὐτό! Σᾶς ἐρωτῶ καὶ μοῦ λέτε· Ἐγὼ εἶμαι ὁ καλύτερος Χριστιανός· καλύτερος κι ἀπὸ σένα, δεσπότη. Καλά, τοὺς λέω· δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ἀσφαλῶς ὅτι εἶσαι καλύτερος ἀπὸ μένα.
Ἐγὼ τὸ τελευταῖο μήνυμα τὸ φοβᾶμαι. Ξέρετε πόσο τὸ φοβᾶμαι; Καὶ κλαίω θρηνῶ καὶ σηκώνομαι τὴ νύχτα καὶ παρακαλῶ τὸ Θεό. Ἂς μὴν τὸ πιστεύετε ἐσεῖς· τὸ πιστεύει ὁ Σωκράτης, τὸ πιστεύει ὁ Ἀριστοτέλης. Ποιό εἶνε; Τὸ τελευταῖο μήνυμα εἶνε, ὅτι οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἀρχάγγελοι θὰ σαλπίσουν καὶ θὰ ποῦν· Νεκροί, ἀναστηθῆτε! Καὶ βῆμα τεράστιο θὰ στηθῇ, καὶ ὁ Χριστὸς θὰ κρίνῃ τοὺς πάντες καὶ τὰ πάντα. Καὶ τότε αὐτοὶ οἱ μεγάλοι καὶ οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς σὰν τὰ φύλλα θὰ τρέμουν μπροστὰ στὸ βῆμα. Δὲν εἶνε παραμύθι αὐτό. Εἶνε μιὰ πραγματικότης.
Αὐτὰ εἶνε τὰ μηνύματα τῶν ἀγγέλων. Νεκροί, ἀναστηθῆτε καὶ παρουσιαστῆτε γυμνοὶ καὶ τετραχηλισμένοι ἐνώπιον τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ κριθῆτε.

Οἱ ἄγγελοι μείνανε ὅλοι πιστοὶ στὸ Θεό;

 Οἱ ἄγγελοι εἶνε ἐλεύθερα πλάσματα τοῦ Θεοῦ, ἔχουν ἐλευθερία. Καὶ ἀκριβῶς λόγῳ τῆς ἐλευθερίας δὲν ἐμείνανε ὅλοι πιστοὶ στὸ Θεό. Ἔπεσαν οἱ ἄγγελοι. Ἡμάρτησαν οἱ ἄγγελοι, ὅπως ἔπειτα ἁμάρτησε ὁ ἄνθρωπος. Πρέπει νὰ διαβάσετε ἕνα διήγημα τοῦ Δάντη, γιὰ νὰ δῆτε τὸ δρᾶμα τῆς πτώσεως τῶν ἀγγέλων, τῶν πιπτόντων ἀγγέλων. Τὸ λέει τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα (βλ. Λουκ. 10,21).
Λοιπόν, ἔπεσαν οἱ ἄγγελοι. Γιατί ἔπεσαν; Τί ἁμαρτία ἔκαναν; Καλὰ ὁ ἄνθρωπος, κάνει ἁμαρτίες καὶ πέφτει· ὁ ἄγγελος τί ἁμαρτία κάνει; Τί ἁμαρτίες μπορεῖ νὰ κάνῃ ἕνας ἄγγελος; Νὰ κλέψῃ; Ὄχι, δὲν ἔχει χέρια γιὰ νὰ κλέψῃ. Νὰ κάνῃ πορνεία, μοιχεία; Δὲν ἔχει τὰ μέλη τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Λοιπὸν ποιά ἁμαρτία μπορεῖ νὰ κάνῃ; Παραπάνω ἀπὸ τὴν κλοπή, παραπάνω ἀπὸ τὴ μοιχεία καὶ τὴν πορνεία, παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα, τὸ ὕψιστο, ἡ κορυφὴ τῶν ἁμαρτήματων, εἶνε κάτι ἄλλο. Ἕνας μοιχὸς καὶ ἕνας πόρνος μπορεῖ νὰ μετανοήσῃ, ἕνας κλέφτης μπορεῖ νὰ μετανοήσῃ. Ἕνας μόνο δὲν μετανοεῖ. Ποιός;
Τὸ κορυφαῖον ἁμάρτημα, τὸ μεγαλύτερο ἐξ ὅλων τῶν ἁμαρτημάτων, εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια. Ὑπερηφανεύτηκαν οἱ ἄγγελοι, μία μερίδα τῶν ἀγγέλων, μὲ ἀρχηγὸ τὸν λαμπρότερο τῶν ἀγγέλων, τὸν Ἑωσφόρο, ὁ ὁποῖος ἔλαμπε εἰς τὸ στερέωμα. Ὅπως λάμπει ἕνας ὀρθρινὸς ἀστὴρ ἐν καιρῷ νυκτός, ἔτσι ἔλαμπε κι αὐτός. Ὑπερηφανεύτηκε ὅμως καὶ εἶπε· «Θὰ στήσω τὸ θρόνο μου πάνω ἀπὸ τὰ ἄστρα» (πρβλ. Ἠσ. 14,13-14) (Κάτι παρόμοιο κάνει καὶ ἡ ἀνθρωπότητα σήμερα. Θέλει νὰ στήσῃ τὸ θρόνο της πάνω ἀπὸ τὰ ἄστρα).
Εἶπε λοιπὸν ὁ Ἑωσφόρος· Θὰ στήσω τὸ θρόνο μου ὑπεράνω τῶν ἄστρων, θὰ γίνω Θεός, ἀνώτερος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀμέσως ἔπεσε ὡς ἀστραπή. Ἔπεσε μέσα στὸν τάρταρον, τὸν αἰώνιον τάρταρον. Αὐτὸ ὡς τιμωρία τῆς ὑπερηφανείας του. Πρᾶγμα τὸ ὁποῖο τὸ βλέπουμε καὶ εἰς τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴν θρησκείαν καὶ φιλοσοφίαν.
Ἡ πτῶσι λοιπὸν τῶν ἀγγέλων εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια. Ἔπεσαν. Καὶ τότε τί ἔγινε;
Τώρα θὰ σᾶς πῶ κάτι. Μοῦ λέτε, ὅτι ξέρετε τὴν Ἐκκλησία. Ἀκοῦτε κάθε φορὰ τὴν θεία λειτουργία. Χασμουριοῦνται οἱ ἄνδρες, βγάζουν τὰ ρολόγια τους καὶ ἀνυπομονοῦν πότε θὰ τελειώσῃ. Δὲν ὑπάρχει ὡραιότερον θέατρον. Μυσταγωγία ὑπέροχος, μαργαριτάρια, θεῖα πράγματα. Μοῦ εἶπε κάποιος, ὅτι κάτω στὴν Οὐγκάντα, ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ οἱ μαῦροι ἄκουσαν τὴν θεία λειτουργία στὴ γλῶσσα τους, πέσανε κάτω καὶ κλαίγανε. Καὶ βλέπεις τὸν ἄλλον, τὸ κτηνάριον, καὶ χασμουριέται. Καὶ δὲν χασμουριέται μπροστὰ σ᾿ ἕνα δεσποινάριο, σ᾿ ἕνα βρωμερὸν ὑποκείμενον, ἀλλ᾿ ἐδῶ ποὺ εἶνε τὸ κάλλος τὸ αἰώνιο. Ἀλλοίμονο ποῦ κατήντησε ἡ Ἑλληνικὴ φυλή! Ὁ λαός μας δὲν ἔχει πλέον αἰσθήματα μεγάλα. Διότι, ὅπως εἶπα στὴν ἀρχή, ἂν ἔχουμε μόνο τὶς πέντε αἰσθήσεις είμαστε κτήνη. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει μία ἕκτη αίσθησι. Αὐτὴ εἶνε ἡ κεραία ἡ μεγάλη, διὰ τῆς ὁποίας ἐπικοινωνοῦμε μὲ τὸν ἀόρατο κόσμο.
Τὴν ὥρα ἐκείνη ποὺ πέφτανε οἱ ἄγγελοι, ἕνας ἐκ τῶν ἀγγέλων, ὁ Μιχαὴλ ὁ ἀρχάγγελος, ἐσάλπισε σάλπισμα μεγάλο καὶ εἶπε ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ἀκοῦμε στὴν θεία λειτουργία· «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου», δηλαδή· Σταματῆστε!… Ἐσήμανε τρόπον τινὰ συναγερμό. Ὅπως ὅταν γίνεται στὸ στρατὸ κίνημα διατάσσεται συναγερμὸς καὶ ἐπιφυλακή, κάπως ἔτσι καὶ στὸν οὐράνιο κόσμο, ὅταν ἐπαναστάτησε ἕνα ἐκ τῶν ταγμάτων ἐναντίον τῆς Θεότητος, τότε λοιπὸν τὰ πιστὰ στρατεύματα εἰς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ ἐσάλπισαν· «Στῶμεν καλῶς». Καὶ σταμάτησε ἡ διαρροὴ τῶν ἀγγέλων, καὶ ἔμειναν ἄγγελοι αἰώνιοι.

ΕΝΑ ΔΙΔΑΓΜΑ ΝΑ ΚΡΑΤΗΣΟΥΜΕ

Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Πολλὰ τὰ διδάγματα. Ἕνα μάτσο διδάγματα μπορῶ νὰ σᾶς δώσω. Ἐγὼ θέλω ἀπὸ τὰ διδάγματα αὐτὰ νὰ κρατήσετε ἕνα καὶ μόνο.
Θέλω νὰ μὴ λησμονήσετε, ὅτι ἡ πτῶσι τῶν ἀγγέλων εἶνε ἀποτέλεσμα τῆς ὑπερηφανείας, καὶ νὰ κρατήσετε τὴν κραυγὴν αὐτὴν τὴν φοβερά, τὸ «Στῶμεν καλῶς».
Καὶ ἐγὼ ὡς ἐπίσκοπος ἐδῶ, ἄγγελος κατά τινα μεταφορικὴν ἔννοια (βλ. Ἀπ. 2,1κ.ἑ.), κρατῶ τὴν σάλπιγγα τοῦ εὐαγγελίου καὶ σαλπίζω πάνω ἀπὸ μισὸν αἰῶνα στὴν Ἑλλάδα. Μπορεῖ πολλοὶ νὰ μὲ κατηγορήσουν γιὰ πολλὰ πράγματα, ἀλλὰ δὲν μποροῦν νὰ ποῦν ὅτι δὲν ἐκήρυξα τὴν ἀλήθεια. Δὲν εἶνε μόνο ἡ Φλώρινα εἰς τὴν ὁποία ἐκήρυξα· εἶνε ὁλόκληρη ἡ Ἑλλάδα καὶ πέραν τῆς Ἑλλάδος. Καὶ διὰ γλώσσης καὶ διὰ γραφίδος καὶ μὲ κάθε τρόπο ἐλάλησα τὴν ἀλήθεια εἰς τὸν λαόν. Καὶ τὴν ὥραν αὐτὴ ποὺ εὑρίσκομαι ἐδῶ, τὴν ἐπίσημον αὐτὴν ἡμέρα, φωνάζω καὶ ἐγὼ μὲ τὴν σάλπιγγα τοῦ εὐαγγελίου·
«Στῶμεν καλῶς». «Στῶμεν καλῶς» οἱ πάντες· οἱ δάσκαλοι, οἱ καθηγηταί, οἱ ἀξιωματικοί, οἱ στρατιῶτες, μικροὶ – μεγάλοι, ἀπὸ τὸν προέδρο τῆς δημοκρατίας μέχρι τὸν τελευταῖο πολίτη. «Στῶμεν καλῶς», «στῶμεν καλῶς», «στῶμεν καλῶς»· τρία «στῶμεν καλῶς».
«Στῶμεν καλῶς» ὡς ἄνθρωποι, μηδὲν πράττοντες ἀνάξιον τοῦ ἀνθρώπου. Διότι «πόσον ὡραῖον εἶνε ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος εἶνε!».
«Στῶμεν καλῶς» ὡς Ἑλληνες. Νὰ μὴν ἀτιμάσουμε τὴν ὡραιότερη πατρίδα τοῦ κόσμου. Νὰ μὴν εἴμαστε βάρβαροι.
Καὶ ἀκόμη περισσότερο προχωρῶ καὶ σαλπίζω· «Στῶμεν καλῶς» ὡς Χριστιανοί, μὴ πράττοντες πράγματα ἀνάξια καὶ ἀντιχριστιανικά. Μηδὲν ἀνάξιον ἀνθρώπου, μηδὲν ἀνάξιον Ἕλληνος, μηδὲν ἀνάξιον Χριστιανοῦ.
«Στῶμεν καλῶς». Ἔρχονται ἡμέρες φοβερές. Θὰ πέσουν ἔθνη, θὰ πέσουν βασίλεια. Θὰ γίνῃ ἄνω – κάτω ὁ κόσμος. Ὅ,τι εἴδαμε ὣς τώρα εἶνε μικρά.
«Στῶμεν καλῶς», ἄνδρες γυναῖκες καὶ μικρὰ παιδιά. Νὰ εἴμεθα μὲ τὸ Εὐαγγέλιον. Ἐμεῖς οἱ ὀλίγοι θὰ γίνωμε ἡ ζύμη καὶ ἡ μαγιὰ ἑνὸς νέου κόσμου. Καὶ τότε ἡ Ἑλλὰς δὲν θὰ πεθάνῃ ποτέ. Θὰ εἶνε τὸ ἄστρο τὸ φωτεινό, τὸ ὁποῖο θὰ φωτίζῃ τὸν κόσμο καὶ θὰ φωνάζῃ καὶ εἰς τὰ ἄλλα ἔθνη· «Στῶμεν καλῶς». Ἤγγικεν ἡ ὥρα τῆς κρίσεως, καὶ θὰ σαλπίσουν οἱ σάλπιγγες τῆς Ἀποκαλύψεως.
Ὁμιλῶ προφητικὰ τὴν ὥρα αὐτή, καὶ ἐνθυμηθῆτε, ἀδέλφια μου, τὰ λόγια μου. Θὰ μείνωμε ἐδῶ. Καὶ ἐὰν φύγουν ὅλοι, νὰ ξέρετε πολὺ καλὰ ὁ ἐπίσκοπος Φλωρίνης θὰ μείνῃ ἐδῶ. Γιατὶ ἔχει μιὰ παράδοσι. Τὸ ῥάσον μένει. Διαβάστε τὴν ἱστορία. Ὅταν ἔπεσε ἡ Σμύρνη, φύγανε ὅλοι. Δὲν ἔμεινε κανείς. Μόνο ἕνας, ἕνα ῥάσο, τὸ ῥάσο τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης, ἔμεινε στὴν ἔρημη Σμύρνη καὶ ἔβαψε μὲ τὸ αἷμα του τὰ καλντερίμια τῆς πόλεως. Εἴμαστε συνεχισταὶ τῆς ἱστορικῆς γενιᾶς τῶν ἐπισκόπων ἐκείνων. Καὶ ἐὰν ὅλοι φύγουν, ἐμεῖς θὰ μείνουμε ἐδῶ, καὶ θὰ φωνάζουμε ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸ ὑπερπέραν· «Στῶμεν καλῶς». Ἀμήν.

† Ὁ Φλωρίνης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας
Αὐγουστῖνος
 (ἱ. ναὸς Ἁγίου Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης 8-11-1973)      http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=44192

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου