Φοβαμαι μηπως αυτη η αναβολη
που μας δινει ο Θεος ειναι η τελευταια
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Τελευταῖο ἀπόσπασμα από το κήρυγμα της ΚυριακῆςΑν ἔμεινε μέσα σας μιά σπίθα πίστεως, γονατίστε, προσευχηθῆτε καὶ διαβάστε τὰ τρομερὰ ἐκεῖνα ποὺ προφητεύει η Αποκαλυψη. Ἦρθε ὁ καιρὸς νὰ πληρώσῃ ἡ ἁμαρτωλὴ ἀνθρωπότης ὅλα τὰ ἁμαρτήματά της.
Πρέπει νὰ εὐχαριστήσουμε τὸν Θεό γιὰ τὴ μακροθυμία του.
Εἶμαι κ᾽ ἐγώ, ἀδελφοί μου,
ἁμαρτωλὸς σὰν κ᾽ ἐσᾶς καὶ τρέμω. Μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεὸς πολλὲς φορὲς
παράτασι καὶ νέες προθεσμίες. Αὐτὸ δὲν ζητᾶμε κάθε φορὰ στὴ Δοξολογία;
Κύριε, «παράτεινον τὸ ἔλεός σου τοῖς γινώσκουσί σε» (Ψαλμ. 35,11)· δῶσε
μας παράτασι, μιὰ ἀναβολή, μέρες καὶ ὧρες νὰ μετανοήσουμε. Φοβᾶμαι μήπως
ἡ ἀναβολὴ αὐτὴ εἶνε ἡ τελευταία.
Δὲν θὰ μείνῃ αὐτὸς ὁ κόσμος ἀτιμώρητος. Δὲν μπορεῖς, ἀγαπητέ μου, τὴν ὥρα ποὺ χτυπᾷ ἡ καμπάνα ἐσὺ νὰ βλαστημᾷς τὸ Θεό· δὲν μπορεῖς νὰ διώχνῃς τὴ γυναῖκα του κι αὐτὴ νὰ τρέχῃ σὰν τρελλή· δὲν μπορεῖς νὰ ἀδικῇς καὶ νὰ κλέβῃς. Εἶνε γραμμένα ὅλα αὐτὰ στὰ τεφτέρια τοῦ οὐρανοῦ. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, κ᾽ ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα. Θά ᾿ρθῃ ὥρα – ἔρχεται, ποὺ θὰ πληρώσουμε μὲ τόκο καὶ ἐπιτόκιο ὅλα τὰ ἁμαρτήματα· τὶς μοιχεῖες, τὰ διαζύγια, τὶς βλαστήμιες, τὶς ἀσέβειες, τὶς ψευδορκίες, ὅλη τὴν ἀσέβειά μας. Εἶνε τελευταία προθεσμία.
Φοβᾶμαι γιὰ τὸ ἔθνος μας, γιὰ τὸ λαό μας, μήπως φτάσαμε στὸ δώδεκα παρὰ πέντε. Μικρὸ διάστημα μένει. Ἐὰν ἀφήσουμε νὰ περάσῃ καὶ ἡ προθεσμία αὐτὴ καὶ δὲν γονατίσουμε, δὲν κλάψουμε, δὲν δείξουμε τὴ μετάνοιά μας εἰλικρινά, φοβᾶμαι. Τί φοβᾶμαι; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ἀντέστε στὰ σπίτια σας. Ἂν εἶστε Χριστιανοί, ἂν πιστεύετε, ἂν ἔχετε καρδιά, ἂν σᾶς ἔμεινε μέσα μιὰ σπίθα, μὴ ρωτᾶτε ἐμένα. Γονατίστε, προσευχηθῆτε, ἀνοῖξτε τὴν Ἀποκάλυψι καὶ διαβάστε τὰ τρομερὰ ἐκεῖνα ποὺ προφητεύει. Ἦρθε ὁ καιρὸς νὰ πληρώσῃ ἡ ἁμαρτωλὴ ἀνθρωπότης ὅλα τὰ ἁμαρτήματά της.
Ὦ Χριστέ! Ὦ Παναγία, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν ἐλεηθῆναι καὶ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν· ἀμήν.
Δὲν θὰ μείνῃ αὐτὸς ὁ κόσμος ἀτιμώρητος. Δὲν μπορεῖς, ἀγαπητέ μου, τὴν ὥρα ποὺ χτυπᾷ ἡ καμπάνα ἐσὺ νὰ βλαστημᾷς τὸ Θεό· δὲν μπορεῖς νὰ διώχνῃς τὴ γυναῖκα του κι αὐτὴ νὰ τρέχῃ σὰν τρελλή· δὲν μπορεῖς νὰ ἀδικῇς καὶ νὰ κλέβῃς. Εἶνε γραμμένα ὅλα αὐτὰ στὰ τεφτέρια τοῦ οὐρανοῦ. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, κ᾽ ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα. Θά ᾿ρθῃ ὥρα – ἔρχεται, ποὺ θὰ πληρώσουμε μὲ τόκο καὶ ἐπιτόκιο ὅλα τὰ ἁμαρτήματα· τὶς μοιχεῖες, τὰ διαζύγια, τὶς βλαστήμιες, τὶς ἀσέβειες, τὶς ψευδορκίες, ὅλη τὴν ἀσέβειά μας. Εἶνε τελευταία προθεσμία.
Φοβᾶμαι γιὰ τὸ ἔθνος μας, γιὰ τὸ λαό μας, μήπως φτάσαμε στὸ δώδεκα παρὰ πέντε. Μικρὸ διάστημα μένει. Ἐὰν ἀφήσουμε νὰ περάσῃ καὶ ἡ προθεσμία αὐτὴ καὶ δὲν γονατίσουμε, δὲν κλάψουμε, δὲν δείξουμε τὴ μετάνοιά μας εἰλικρινά, φοβᾶμαι. Τί φοβᾶμαι; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ἀντέστε στὰ σπίτια σας. Ἂν εἶστε Χριστιανοί, ἂν πιστεύετε, ἂν ἔχετε καρδιά, ἂν σᾶς ἔμεινε μέσα μιὰ σπίθα, μὴ ρωτᾶτε ἐμένα. Γονατίστε, προσευχηθῆτε, ἀνοῖξτε τὴν Ἀποκάλυψι καὶ διαβάστε τὰ τρομερὰ ἐκεῖνα ποὺ προφητεύει. Ἦρθε ὁ καιρὸς νὰ πληρώσῃ ἡ ἁμαρτωλὴ ἀνθρωπότης ὅλα τὰ ἁμαρτήματά της.
Ὦ Χριστέ! Ὦ Παναγία, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν ἐλεηθῆναι καὶ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Φανερωμένης Χολαργοῦ – Ἀθηνῶν 14-8-1966)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου