Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2020

«ΑΠΑΡΝΗΣΑΣΘΩ ΕΑΥΤΟΝ»

 

«ΑΠΑΡΝΗΣΑΣΘΩ ΕΑΥΤΟΝ»

ΑΧΘΟΦΟΡΟΣ b. 

«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου, ἀκολουθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν…» (Μάρκ. 8, 34)

ΟΛΟΙ, ἀγαπητοί μου, ὅλοι λεγόμαστε χριστιανοί. Ἀλλʼ ἐρωτοῦμε˙ Εἴμαστε πράγματι χριστιανοί; Γιὰ νὰ εἶνε κανεὶς χριστιανός, πρέπει νʼ ἀκούη καὶ νὰ κάνει ὅ,τι λέει ὁ Χριστός. Ἀπόλυτη ὑπακοὴ στὸ Χριστό, ὑπακοὴ σʼ ὅλα ὅσα διατάζει, εἶνε τὸ γνώρισμα τοῦ άληθινοῦ χριστιανοῦ. Καὶ τί διατάζει ὁ Χριστός; Τὸ βλέπουμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο. Λέει ὁ Χριστός˙ «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι».

Ἀκούτε τί λέει; Τὸ νόημα τῶν λόγων του˙ Θέλεις, ἄνθρωπε, νὰ μὲ ἀκολουθήσης, νὰ γίνης ὀπαδὸς καὶ μαθητής μου; Σὲ καλῶ κοντά μου, ἀλλὰ δὲν σὲ βιάζω. Μπροστά σου εἶνε δυὸ δρόμοι. Ὁ ἕνας εἶνε ὁ δρόμος τοῦ σατανᾶ, ποὺ στὴν ἀρχὴ φαίνεται εὔκολος καὶ εὐχάριστος, ἀλλὰ στὸ τέλος, εἶνε γκρεμός, καταστροφή, κόλασις. Ὁ ἄλλος δρόμος εἶνε ὁ δικός μου. Εἶνε ὁ δρόμος ποὺ φαίνεται στενὸς καὶ δύσκολος. Δρόμος ἀνηφορικὸς καὶ κουραστικός, δρόμος στρωμένος μὲ ἀγκάθια, μὲ πολλὰ ἐμπόδια καὶ πειρασμούς, δρόμος ποὺ μοιάζει μὲ τὸ δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ. Ἀλλὰ ὁ δρόμος αὐτός, δρόμος τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς, εἶνε εὐλογημένος, καὶ στὸ τέλος τοῦ δρόμου ζωὴ αἰώνια. Ὦ ἄνθρωπε! Αὐτοὶ οἱ δυὸ δρόμοι εἶνε μπροστά σου. Διάλεξε ἕναν ἀπὸ τοὺς δυὸ. Εἶσαι ἐλεύθερος. Ἀλλʼ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ διαλέξης καὶ θʼ ἀποφασίσης τὸ δικό μου δρόμο, – λέει ὁ Χριστός –, πρέπει νὰ συμμορφωθῆς σὲ τρεῖς ὅρους.
Καὶ ποιοί εἶνε, Χριστέ, οἱ ὅροι μὲ τοὺς ὁποίους μᾶς δέχεσαι;
Καὶ ὁ Κύριος, ὁ ἐσταυρωμένος Κύριος, ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ σταυροῦ ἀπαντᾶ στὸν κάθε ἕνα ποὺ θέλει τὴ σωτηρία του˙ Οἱ ὅροι εἶνε τρεῖς. «Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» εἶνε ὁ πρῶτος ὅρος. «Ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ» εἶνε ὁ δεύτερος ὅρος. Καὶ «Ἀκολουθείτω μοι» εἶνε ὁ τρίτος ὅρος.
Τρεῖς ὅροι! Μὴ φοβηθῆς ἀκούγοντάς τους. Ἐκτέλεσέ τους καὶ θὰ βρῆς εἰρήνη καὶ ἀνάπαυσι.
Ἀλλὰ τί σημαίνουν οἱ τρεῖς ὅροι ποὺ προβάλλει ὁ Χριστός;

Ἀφήνοντας τὸν δεύτερο καὶ τὸν τρίτο ὅρο, στὴ σύντομη αὐτὴ ὁμιλία θὰ μιλήσουμε γιὰ τὸν πρῶτο ὄρο, τὴν ἀπάρνησι τοῦ ἑαυτοῦ μας.

* * *

«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν». Τί σημαίνει τὸ «ἀπαρνησάσθω»; Νὰ ἀρνηθῆ κανεὶς τὸν ἑαυτό του. Δηλαδή, νὰ μισήση τὸν ἑαυτό του.
Νὰ μισήσω τὸν ἑαυτό μου; Ἀκούγοντας οἱ ἄνθρωποι τὸν ὅρο αὐτὸ παραξενεύονται καὶ ρωτοῦν˙ Πῶς ὁ Χριστός, ποὺ διέταξε νὰ ἀγαποῦμε «τὸν πλησίον ὡς ἑαυτόν», λέει τώρα νὰ μισήσουμε τὸν ἑαυτό μας; Μισήσεις καὶ ἀγαπήσεις δὲν εἶνε δυὸ πράγματα ἀντίθετα; Πῶς συμβιβάζονται; Παρακαλῶ προσέξετε.
Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ὅπως πολλὲς φορὲς τὸ λέμε, εἶνε ἔξοχο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Αἰσθάνεται μέσα του ὅτι, ἄν καὶ μοιάζει μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους στὰ κοινὰ γνωρίσματα τῆς φύσεώς του, σωματικὰ καὶ ψυχικά, ὅμως κάθε ἄνθρωπος ἔχει καὶ κάτι τὸ ἰδιαίτερο ποὺ τὸν ξεχωρίζει ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Ὅπως τὰ φύλλα ποὺ εἶνε πάνω στὸ ἴδιο δένδρο εἶνε ὅμοια ἀλλά, ὅπως λένε οἱ φυσιοδῖφες, κάθε φύλλο ἔχει καὶ κάποια διαφορὰ ἀπὸ τὰ ἄλλα φύλλα, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, μέσα στὰ ἑκατομμύρια καὶ δισεκατομμύρια τῶν ἀνθρώπων, σὰν ἄτομο ἔχει κάτι τὸ ἰδιαίτερο, ἀποτελεῖ μιὰ ξεχωριστὴ προσωπικότητα. Εἶνε μοναδικὸς καὶ ἀνεπανάληπτος. Αὐτὸς καὶ μόνο, μὲ τὴν ἰδιαίτερη προσωπικότητά του, μιὰ φορὰ ἐμφανίζεται πάνω στὴ γῆ.
Γιὰ νὰ διατηρηθῆ ὁ ἄνθρωπος, νὰ ζήση καὶ νὰ προοδεύση, ἔχει μέσα του ζωηρὸ τὸ ἔνστικτο τῆς ζωῆς. Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀγαπάει τὸν ἑαυτό του. Πεινᾶ; Θὰ φροντίση νὰ βρῆ τροφή. Διψᾶ; Θὰ τρέξη στὶς πηγές. Κρυώνει; Θὰ φροντίση γιὰ τὴ θέρμανσί του. Ἀρρωσταίνει; Θὰ ζητήση τὸ φάρμακό του. Ὁ κάθε ἄνθρωπος δὲν ἀφήνει τὸν ἑαυτό του νηστικό, διψασμένο, γυμνό, ἄρρωστο.
Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας εἶνε ἔμφυτη. Τὴ φύτεψε ὁ Θεὸς μέσα στὸν κάθε ἄνθρωπο. Καὶ χάρις στὴν ἀγάπη αὐτὴ ζῆ καὶ ὑπάρχει ὁ ἄνθρωπος. Καὶ μόνο ὅταν ἀπὸ διάφορες αἰτίες, κυρίως δὲ ἀπὸ ἀπιστία, χάση τὴν ἀγάπη του αὐτὴ πρὸς τὸν ἑαυτό του, τότε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀπελπισμένος αὐτοκτονεῖ. Αὐτοὶ ποὺ αὐτοκτονοῦν μισοῦν τὸν ἑαυτό τους καὶ μὲ μανία καταστρέφουν τὸ δένδρο τῆς ζωῆς ποὺ φύτεψε ὁ Θεός.
Ὅταν λέη ὁ Χριστὸς «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν», δὲν ἐννοεῖ νὰ μισήσουμε τὸν ἑαυτό μας, ποὺ εἶνε δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καὶ πρέπει νὰ τὸ προσέχουμε καὶ νὰ τὸ περιποιούμαστε, ἀλλʼ ἐννοεῖ κάτι ἄλλο. Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε πιὰ ὁ ἁγνός, ὁ ἀθῶος, ὁ ἀπονήρευτος. Μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ὕστερα ἀπὸ τὴν πτῶσι τῶν πρωτοπλάστων, μπῆκε ἡ ἁμαρτία, ἡ κλίσις καὶ ἡ ροπὴ γιὰ τὸ κακό. Ὤ ἡ ἁμαρτία! Φοβερὸ μικρόβἶο. Αὐτὴ ἡ ἁμαρτία μόλυνε καὶ διέφθειρε τὸν ἄνθρωπο. Διέφθειρε καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας, ποὺ πρὸ τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων ἦταν μιὰ ἀγάπη ἁγνή, φυσική. Ἀλλὰ μὲ τὴν ἁμαρτία ἡ ἀγάπη αὐτὴ σὰν ὁρμητικὸ χείμαρρος ξέφυγε ἀπὸ τὰ ὄριά της καὶ προκάλεσε καὶ προκαλεῖ μεγάλες καταστροφές. Ἡ ἀγάπη ἔγινε ἐγωκεντρική, θηριώδης. Τὰ πάθη κυριάρχησαν. Ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μας, τίποτε γιὰ τοὺς ἄλλους. Ἄς πεινοῦν, ἄς διψοῦν, ἄς εἶνε γυμνοί, ἄς εἶνε ἐκτεθιμένοι σὲ χίλιους κινδύνους καὶ ἀνάγκες. Τοῦ ἐγωϊστοῦ ἀνθρώπου καρφὶ δὲν τοῦ καίγεται. Κλεισμένος στὸ καβούκι του σὰν σαλίγκαρος, μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του φροντίζει. Τοὺς ἄλλους τοὺς βλέπει μόνο σὰν μέσα ἐκμεταλλεύσεως γιὰ νὰ ἱκανοποιήση τὴν ἀκολασία του, τὴ φιλοδοξία του καὶ τὴ φιλαργυρία του, γιὰ νὰ ρουφήξη τὸ αἷμα τους.

* * *

Αὐτὴ ἡ ἀγάπη, ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὰ φυσικά της ὅρια καὶ καταντᾶ κακία καὶ πάθος, φιληδονία, φιλοδοξία καὶ φιλαργυρία, αὐτὴ ἡ ἀγάπη δὲν ἀξίζει νὰ λέγεται ἀγάπη, δὲν ἔχει καμμιὰ σχέσι μὲ τὴ διδασκαλία καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσίασε τὴ ζωή του γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ὁ ἀληθινὸς χριστιανὸς σταυρώνεται, ὑποφέρει καὶ πάσχει γιὰ τὸν πλησίον του. Ἐνῶ ὁ φίλαυτος καὶ ἐγωιστὴς σταυρώνει, ἐκμεταλλεύεται καὶ βασανίζει τοὺς ἄλλους. Ὄχι, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔπλασε ὁ Θεὸς ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος ποὺ διέφθειρε ἡ ἁμαρτία καὶ ὁ σατανᾶς, ὁ ἄνθρωπος μὲ τὶς κακίες καὶ τὰ πάθη του, ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος ὅπως τὸν χαρακτηρίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ ζῆ καὶ βασιλεύει μέσʼ στὶς καρδιὲς ὅλων μας, αὐτὸς εἶνε ἐκεῖνος ποὺ πρέπει νὰ τὸν ἀπαρνηθοῦμε καὶ νὰ τὸν μισήσουμε.
Ἐφʼ ὅσον στὴν καρδιά μας ζοῦνε τὰ ἀπαίσια πάθη, οὔτε τὸν Θεὸ οὔτε τὸν πλησίον μας ἀγαποῦμε, καὶ δὲν ἀξίζει νὰ λεγώμαστε μαθηταὶ καὶ ὀπαδοὶ τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξοντωθοῦν οἱ κακίες καὶ τὰ πάθη χρειάζεται ἀγῶνας σκληρός, χρειάζεται πρὸ παντὸς ἡ χάρις τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ξερριζώνει ἀπὸ τὰ στήθη τῶν ἀνθρώπων τὴ φιλαυτία, τὸ ἄκαρπο αὐτὸ δέντρο, καὶ φυτεύει τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὡραῖο καὶ καρποφόρο αὐτὸ δέντρο, ποὺ τὶς ρίζες του τὶς ἔχει στὸ βράχο τοῦ Γολγοθᾶ.
Σὐνθημά μας˙ Γιὰ νὰ ζήση ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νὰ πεθάνουν τὰ πάθη μας, πρέπει νὰ νικηθῆ ἡ ἁμαρτία καὶ ὁ σατανᾶς.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστῖνου Ν. Καντιώτου (Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης) »Σταγόνες ἀπὸ τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν», σελ. 244-249 (ἕκδοσις Γ΄, »Ἀδελφότης ΣΤΑΥΡΟΣ», Ἀθῆναι 1990).

augoustinos-kantiotis.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου