Άγιος Θεόφιλος ο δια Χριστόν σαλός του Κιτάγιεβο Κιέβου
Ατημελησία και σαλότητες
Ο Θεόφιλος ήταν συνεχώς και αποκλειστικά απασχολημένος με τη μελέτη του Θεού και με την προσευχή και δεν έδινε την παραμικρή προσοχή στην εμφάνιση του. Τον απασχολούσε η ωραιότητα της ψυχής και όχι η καθαριότητα του σώματος. Τα ρούχα του ήταν τριμμένα, με πολλά μπαλώματα και με λεκέδες από ζύμη και από λάδι. Ακόμη και όταν πήγαινε στην εκκλησία ο μακάριος, φορούσε τον μανδύα του επάνω από την πουκαμίσα του και με το κουκούλι του ατημέλητα ριγμένο, βάδιζε στον δρόμο με το στέρνο του γυμνό. Στα πόδια του φορούσε σχισμένες παντόφλες, ή μία ξεχαρβαλωμένη ψηλή μπότα στο ένα πόδι και στο άλλο μία πάνινη μπότα ή ένα ψάθινο παπούτσι. Το κεφάλι του μερικές φορές ήταν τυλιγμένο με μια παλιά, βρώμικη πετσέτα.
Μερικοί που συνήθιζαν να κοροϊδεύουν, παρατηρούσαν το κουρελόπανο στο κεφάλι του Στάρετς και τον ρωτούσαν γελώντας:
«Πάτερ Θεόφιλε, τι σε πονάει σήμερα;»
«Γιατρός είσαι;» απαντούσε απότομα ο μακάριος κι έφευγε από κοντά τους.
Αντίθετα μία άλλη φορά, θέλησε να εμφανιστή υπερβολικά υγιής και με τον τρόπο αυτό να εκθέση τους παχύσαρκους και λαίμαργους. Έβαλε ένα μαξιλάρι πάνω στο στομάχι του και περπατούσε στην αυλή. Κατόπιν προχώρησε έξω από την πύλη του μοναστηριού προς το δάσος, όπου συνάντησε μερικούς δοκίμους που αργολογούσαν επιπόλαια και κουνώντας το κεφάλι του ελεγκτικά, τους είπε:
«Γιατί κατακρίθηκαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι;»
Αλλά οι ευδιάθετοι νέοι είχαν παρατηρήσει
το μεγάλο ψεύτικο στομάχι του Θεόφιλου και απάντησαν μ’ ένα ξέσπασμα
από ασυγκράτητα γέλια.
Όμως ακόμη και αυτή η ατημελησία, την
οποία έβλεπαν συνεχώς και κατέκριναν όλοι, είχε ιδιαίτερη σημασία για
τον Θεόφιλο. Ήταν παρατηρημένο ότι, όσο πιο ακατάστατα
ντυνόταν, τόσο περισσότερο αγωνιζόταν το πνεύμα του και τόσο
εντονώτερες και φλογερότερες γίνονταν οι προσευχές του και το πρόσωπο
του γινόταν πιο σκεπτικό.
[1] Ματθ. ε’ 14
[2] Ιωάν. δ’ 44
[3] Ψαλμ. κε’ 8 και κς’ 4
[4]
Στις ρωσικές εκκλησίες ο «άμβων» είναι ένα μικρό βάθρο στο κέντρο της
εκκλησίας. Η εικόνα που αναφέρεται εδώ βρίσκεται συνήθως σε κάποιο
αναλόγιο μεταξύ «άμβωνος» και εισόδου και είναι αντίστοιχη με τις δικές
μας εικόνες του νάρθηκος.
[5] Ψαλμ. ξς’ 2
6. Σοφ. Σειραα’χ κγ’ 19
***
Η τιμωρία του ζωέμπορου
Στο Κίεβο ζούσε ένας πολύ πλούσιος ζωέμπορος, ο Α. Ντ. Η γυναίκα του ήταν μειλίχια και θεοφοβούμενη, ο ίδιος όμως ήταν άνθρωπος τραχύς, σκληρός και ολιγόπιστος. Η γυναίκα του σύχναζε στις εκκλησίες και στα μοναστήρια, έδινε ελεημοσύνη, δεχόταν τους φτωχούς και τους ξένους, είχε ευλάβεια στους ασκητές, ήταν δε από καρδίας αφοσιωμένη στον στάρετς Θεόφιλο και συχνά τον προσκαλούσε στο σπίτι. Ο δε σύζυγός της, ως άνθρωπος διεφθαρμένος και σκληρόκαρδος, δεν μπορούσε να ανεχθή τον στάρετς Θεόφιλο στο σπίτι του και κάθε φορά μάλωνε γι’ αυτό την γυναίκα του και την κορόιδευε.
«Πώς δεν ντρέπεσαι να ασχολείσαι μ’ αυτόν τον παράξενο τρελλό και να τον δέχεσαι σπίτι σου;» της έλεγε.
Ένα ωραίο πρωινό, που ο Ντ. δεν ήταν σπίτι, ήρθε ο στάρετς Θεόφιλος εφοδιασμένος με κομμάτια κάρβουνο και άρχισε να γράφη αριθμούς στην ταπετσαρία, άλλους πενταψήφιους και άλλους εξαψήφιους.
Η σύζυγος δεν τόλμησε να τον σταματήση και στεκόταν παράμερα, κοιτώντας τον μακάριο. Σύντομα επέστρεψε ο άνδρας της. Αντιλήφθηκε τον ταύρο του Θεοφίλου στην αυλή και θέλησε να πειράξη τον στάρετς. Μόλις όμως μπήκε στο δωμάτιο και είδε τους τοίχους, έφριξε· η ακριβή ταπετσαρία ήταν μαύρη με αριθμούς γραμμένους με κάρβουνο.
«Ποιος τόλμησε να κάνη τέτοιο πράγμα; Ο Θεόφιλος; Φυσικά!»
Και διέσχισε τα δωμάτια ψάχνοντας για τον Θεόφιλο. Βλέποντας τον στην κρεββατοκάμαρα, ρίχθηκε επάνω του με κατηγορίες και βρισιές. Αλλά ο Θεόφιλος, παριστάνοντας τον τρελλό, άρχισε να βγάζη τα ρούχα του. Ο Ντ. έφτυσε και πετάχθηκε έξω από το σπίτι. Η σύζυγός του, ξαναβρίσκοντας την ψυχραιμία της από την βαναυσότητα του συζύγου της, άρχισε να ζητά συγγνώμη από τον Θεόφιλο και του πρόσφερε λίγο λάχανο τουρσί που του άρεσε πολύ. Εκείνος όμως το αρνήθηκε και της έδωσε μία αυστηρή και διφορούμενη απάντησι.
«Όχι, όλα τελείωσαν! Ο Θεός είναι δίκαιος. Με πρόσβαλαν, με κατέστρεψαν και με άφησαν ζητιάνο. Κύριος έδωκε, Κύριος αφείλετο[*]». Και αμέσως βγήκε από το σπίτι.
Σε λίγο καιρό η οικογένεια του Ντ. έπαθε μεγάλη συμφορά. Η δουλειά τους άρχισε να μην πηγαίνη καλά, τα κεφάλαιά τους άρχισαν να εξαφανίζονται και εμφανίσθηκαν τεράστια χρέη. Σύντομα η περιουσία τους εκπλειστηριάσθηκε και ο υπερόπτης πλούσιος Ντ. έγινε ένας ζητιάνος, σέρνοντας την ύπαρξί του σε κάποια άθλια καλύβα που του παρεχώρησαν οι αρχές του Κιέβου από λύπη και οίκτο…
*Ιώβ α’ 21, Ο Κύριος έδωσε και ο Κύριος τ’ αφαίρεσε.
Αποσπάσματα από τον υπέροχο και χαριτωμένο βίο του Οσίου Στάρετς Θεοφίλου του δια Χριστόν Σαλού… , Μέρος Β’, Ζ΄, Περιοδικό ” Ἁγιορειτική Μαρτυρία “, Τριμηνιαία Έκδοσις Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου –(1989-90)
Απολυτίκιον Οσίου Θεοφίλου του Ρώσσου, του διά Χριστόν σαλού. ῏Ηχος α΄. Της ερήμου πολίτης.
Την μωρίαν εμφρόνως ενδυθείς ως ιμάτιον, ήσχυνας τον πλάνης πατέρα, χριστοφόρε Θεόφιλε· σοφίαν γαρ Θεού επιποθών, ηυλόγησας τιμών των κοσμικών, ως ουδέν δε προβαλλόμενος σεαυτόν, επέτυχες της κλήσεως· δόξα τω σε φυλάξαντι Χριστώ, δόξα τω σε ενισχύσαντι, δόξα τω χορηγήσαντι ημίν, πέλεκυν κατ’ επάρσεως.
Μεγαλυνάριον
Φίλος ανεδείχθης Θεού σοφός, διά της μωρίας, καταργήσας τον πονηρόν, και πιστοίς διδάσκεις, ταπείνωσιν εσχάτην, Θεόφιλε Κιτάεφ, Μονής το καύχημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου