Όταν
ό Θεόδωρος ό Ηγιασμένος βρισκόταν στην Πανόπολη με τον πνευματικό του πατέρα,
όσιο Παχώμιο, ένας φιλόσοφος τον προσέγγισε και τον προκάλεσε σε διαλεκτική
συζήτηση περί την Πίστη. Ό φιλόσοφος υπέβαλε στον Θεόδωρο τρεις ερωτήσεις:
«Ποιος δεν γεννήθηκε, αλλά πέθανε;», «Ποιος γεννήθηκε και δεν πέθανε;», «Ποιος
πέθανε και δεν είδε φθορά;». Στα ερωτήματα αυτά ό όσιος Θεόδωρος απάντησε: «Ό
Άδάμ δεν γεννήθηκε, άλλα πέθανε. Ό Ενώχ γεννήθηκε και δεν πέθανε. Ή γυναίκα του
Λώτ πέθανε και δεν είδε φθορά».
Ό
όσιος έδωσε στον φιλόσοφο τις έξης συμβουλές: «Εισάκουσε τις σώες νουθεσίες μας•
απόφυγε τις ανωφελείς συζητήσεις και τούς σχολαστικούς συλλογισμούς•
προσέγγισε, τον Χριστό του Όποιου εμείς είμαστε διάκονοι και θά λάβεις άφεση των
αμαρτιών σου». Ό φιλόσοφος έμεινε άναυδος από την τόσο εύστοχη απάντηση κι
έφυγε κατησχυμένος.
Από το
παράδειγμα αυτό, φαίνεται προδήλως ή αβυσσαλέα διαφορά μεταξύ ενός παγανιστή
φιλοσόφου και ενός χριστιανού άγιου. Ό πρώτος χάνεται σε αφηρημένες φιλοσοφίες,
σε περίτεχνα λόγια, σε λογικές αντιπαραθέσεις, σε διανοητικές ακροβασίες!
Απεναντίας ό άλλος έχει όλο τον νου του συγκεντρωμένο στον Ζωντανό Θεό και στη
φροντίδα της σωτηρίας της ψυχής. Ό φιλόσοφος είναι αφηρημένος και νεκρός, ό χριστιανός
είναι πρακτικός και ζωντανός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου