Η ακτινογραφια της καρδιας
«Ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;» (Ματθ. 9,4)
Γιατί πάσχει καὶ ὑποφέρει ἡ ἀνθρωπότης; Νά, ἀγαπητοί μου, ἕνα σοβαρὸ ἐρώτημα.
Ἂν σ᾽ ἕνα ψευτοδιανοούμενο τοῦ αἰῶνος μας, ποὺ φαντάζεται ὅτι τὰ ξέρει ὅλα, ποῦμε χωρὶς περιστροφὲς ὅτι ἡ βαθύτερη αἰτία αὐτῆς τῆς πρωτοφανοῦς ἀναταραχῆς εἶνε ἡ καταπάτησι ἀπὸ ἄτομα καὶ ἔθνη τοῦ ἠθικοῦ νόμου, ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὸ Θεό, μὲ μιὰ λέξι ἡ ἁμαρτία, κι ὅτι τὸ φάρμακο τῆς θεραπείας τοῦ κακοῦ εἶνε ἕνα· ἡ ἀναστήλωσι τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν μέσα στὶς ψυχὲς, τῶν σπασμένων πλακῶν τοῦ νόμου, ἡ ἐπιστροφὴ τῶν ἀσώτων στὸν οὐράνιο Πατέρα, μὲ μία λέξι ἡ μετάνοια, οἱ ψευτοδιανοούμενοι δὲν θὰ μᾶς πιστέψουν. Ἀλλοῦ
βλέπουν αὐτοὶ τὶς αἰτίες τοῦ κακοῦ! Καὶ ἂν
κατεβοῦμε χαμηλότερα καὶ τολμήσουμε νὰ ὑποδείξουμε σ᾽ ἕνα τέτοιο
ἄνθρωπο φουσκωμένο ἀπὸ τὴ γνῶσι, ὅτι εἶνε κι αὐτὸς ἁμαρτωλός, ὑπόλογος
ἀπέναντι στὸ Θεὸ καὶ σὲ ἀνθρώπους, ὅτι ἔχει κι αὐτὸς ἀνάγκη
μετανοίας, ὤ τότε, θὰ σηκωθῇ καὶ μὲ ὀργὴ θὰ μᾶς ἀπαντήσῃ· Ἐγὼ
ἁμαρτωλός; καλύτερος χριστιανὸς ἀπὸ μένα δὲν ὑπάρχει· δὲν σκότωσα, δὲν
ἔκλεψα, δὲν…· γιατί ἔχω ἀνάγκη ἐγὼ ἀπὸ μετάνοια;…Ἂν σ᾽ ἕνα ψευτοδιανοούμενο τοῦ αἰῶνος μας, ποὺ φαντάζεται ὅτι τὰ ξέρει ὅλα, ποῦμε χωρὶς περιστροφὲς ὅτι ἡ βαθύτερη αἰτία αὐτῆς τῆς πρωτοφανοῦς ἀναταραχῆς εἶνε ἡ καταπάτησι ἀπὸ ἄτομα καὶ ἔθνη τοῦ ἠθικοῦ νόμου, ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὸ Θεό, μὲ μιὰ λέξι ἡ ἁμαρτία, κι ὅτι τὸ φάρμακο τῆς θεραπείας τοῦ κακοῦ εἶνε ἕνα· ἡ ἀναστήλωσι τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν μέσα στὶς ψυχὲς, τῶν σπασμένων πλακῶν τοῦ νόμου, ἡ ἐπιστροφὴ τῶν ἀσώτων στὸν οὐράνιο Πατέρα, μὲ μία λέξι ἡ μετάνοια, οἱ ψευτοδιανοούμενοι δὲν θὰ μᾶς πιστέψουν. Ἀλλοῦ
Ἀλλοίμονο! Πόσο ἀπατᾶται ὁ ἄνθρωπος, ἂν νομίζῃ ὅτι ἡ τυχὸν ἀποχὴ ἀπὸ ὡρισμένες ἐξωτερικὲς ἐκδηλώσεις τοῦ κακοῦ μᾶς δίνει τὸ δικαίωμα καὶ νὰ καυχώμαστε πὼς εἴμαστε ἐν τάξει!
Ἀγνοοῦμε δυστυχῶς τὸ βάθος τοῦ Χριστιανισμοῦ, γιατὶ δὲν ἀνοίγουμε τὸ Εὐαγγέλιο. Ἂν αὐτὸς ποὺ καυχᾶται γιὰ τὴν ἄψογη ζωή του καθρεφτιζόταν στὸ Εὐαγγέλιο, ἔντρομος θὰ ἔσπευδε νὰ ὁμολογήσῃ· «Κύριε, εἶμαι κ᾽ ἐγὼ ἁμαρτωλός, μοιάζω μὲ τὸν παράλυτο ποὺ θεράπευσες». Ἀλλὰ ποῦ αὐτὴ ἡ συναίσθησι; ποιός βάζει τὸν ἑαυτό του στὴ θέσι τοῦ παραλύτου;
* * *
«Εἶμαι ὁ καλύτερος ἄνθρωπος», λένε πολλοί, «δὲν ἔχω ἀνάγκη ἀπὸ κηρύγματα μετανοίας». Ἀλλὰ τέτοιο φρόνημα εἶχαν καὶ οἱ γραμματεῖς. Μελετοῦσαν τὸ Μωσαϊκὸ νόμο, τηροῦσαν τὶς διατάξεις, στὶς ὁποῖες προσέθεταν καὶ ἄλλα δικά τους «μή». Στὰ μάτια τοῦ λαοῦ φαίνονταν ἅγιοι· δὲν ἦταν ὅμως. Τοὺς συνέλαβε ἐπ᾿ αὐτοφώρῳ νὰ ἁμαρτάνουν ὁ φακὸς τοῦ Κυρίου. Πότε; Σὲ μία στιγμὴ ποὺ αὐτοὶ οὔτε ἔκλεβαν οὔτε σκότωναν οὔτε καμμιὰ ἄλλη ποινικῶς κολάσιμη πρᾶξι ἔκαναν, ἀλλ᾿ ἀμίλητοι, σοβαροί, ἔδιναν τὴν ἐντύπωσι ἁγίων. Σὲ μία τέτοια στιγμή, ὁ Κύριος τοὺς ἀπευθύνει τὴν τρομακτικὴ ἐρώτησι· «Ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;», γιατί μέσα σας σκέπτεστε πονηρά; (Ματθ. 9,4).
Μπορεῖτε νὰ φαντασθῆτε τὴν ταραχή τους τὴν ὥρα ἐκείνη; Ὁ Κύριος εἶδε τὸ ἐσωτερικό τους, ἔκανε μυστικὴ ἀκτινογραφία, καὶ βρῆκε ὅτι ἡ καρδιά τους ἦταν γεμάτη ἀπὸ ἠθικὴ κοπριά, λογισμοὺς πονηροὺς ποὺ γεννᾷ τὸ πάθος τοῦ φθόνου. Ἐνῷ δηλαδὴ ἐκεῖνος θεράπευε τὸν παράλυτο, ἐλευθέρωνε ἕναν αἰχμάλωτο τοῦ σατανᾶ καὶ ὅλοι χαίρονταν, οἱ γραμματεῖς στενοχωροῦνταν γιὰ τὴ δόξα του· σκέπτονταν πῶς νὰ τὸν διαβάλουν, πῶς νὰ συκοφαντήσουν τὸ ἔργο του. Ἡ φθονερὴ καρδιά τους γινόταν σκοτεινὸ ἄντρο μηχανορραφιῶν, ποὺ κατέληξαν κατόπιν στὸ δρᾶμα τοῦ Γολγοθᾶ. Ὁ Ἰησοῦς δικάστηκε, καταδικάστηκε καὶ σταυρώθηκε πρῶτα μέσα στὶς καρδιὲς τῶν φαρισαίων. «Καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· Ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;».
* * *
Ἀλλ᾿ ὁ ἔλεγχος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ πρέπει νὰ βάλῃ κ᾽ ἐμᾶς σὲ ἀνησυχία. Δὲν σκεπτόμαστε κ᾽ ἐμεῖς τὸ κακό, ὅπως τότε οἱ γραμματεῖς; Δὲν εἴμαστε κ᾽ ἐμεῖς πολλὲς φορὲς γεμᾶτοι πονηρὲς σκέψεις; Δυστυχῶς! Ἀποφεύγοντας, ὅπως οἱ γραμματεῖς, ὡρισμένες ἐξωτερικὲς πράξεις, ἀπὸ ντροπὴ μᾶλλον στοὺς ἀνθρώπους παρὰ ἀπὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, νομίζουμε πὼς εἴμαστε ἐν τάξει. Ταλαίπωροι ἐμεῖς! Φρουροῦμε σπίτια, ἀσφαλίζουμε καταστήματα καὶ ἀποθῆκες, βάζουμε περίφραξι σὲ κτήματα, ἀλλ᾿ ἀφήνουμε ἀφύλαχτο τὸ πολυτιμότερο ἀπ᾽ ὅλα, τὴν καρδιά μας. Ἔτσι εἰσέρχονται οἱ λῃσταί, οἱ πονηροὶ διαλογισμοὶ δηλαδή, ποὺ θ᾽ ἀναστατώσουν τὸν ψυχικό μας κόσμο, θὰ κλέψουν τὰ τιμαλφῆ μας, θὰ σφάξουν καὶ θ᾽ ἀφανίσουν.
Ἡ καρδιά μας! Αὐτὴ κατὰ τὸν ἱερὸ Αὐγουστῖνο εἶνε «ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος, ἐκεῖ ἑρπετά, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός, ζῷα μικρὰ μετὰ μεγάλων» (Ψαλμ. 103,25). Ἐκεῖ γιὰ πρώτη φορά, στοὺς σκοτεινοὺς θαλάμους της, ἐκτελοῦμε νοερὰ ὅλα τὰ ἁμαρτήματα καὶ ἐγκλήματα. Ἐκεῖ σχεδιάζουμε τὸ κακό· καὶ κλέβουμε καὶ φονεύουμε καὶ πορνεύουμε καὶ ἐκδικούμεθα τοὺς ἐχθρούς μας. Κανένα μάτι ἀνθρώπου δὲν μᾶς βλέπει γιὰ νὰ πῇ «Ἄλτ! Τί κάνετε τὴ στιγμὴ αὐτή;». Κι ἀλλοίμονο οὔτε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τὸ λέμε στὸν ἑαυτό μας. Ζοῦμε ὧρες ὁλόκληρες συνομιλώντας μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀγκαλιάζοντάς την ἡδονικὰ. Ἀνάγλυφη εἰκόνα ἐκείνου ποὺ ἁμαρτάνει μέσα στὴν καρδιά του δίνει ὁ Μέγας Βασίλειος στὴν περίφημη ὁμιλία του στὸ «Πρόσεχε σεαυτῷ»· σᾶς συνιστῶ νὰ τὴ βρῆτε καὶ νὰ τὴ μελετᾶτε· ἔχει βαθειὲς παρατηρήσεις.
Ὦ καρδιά, καρδιὰ ἀφύλαχτη! Ἐνῷ οἱ ἄνθρωποι δὲν δίνουν σημασία στὸ ἐσωτερικό σου, τὸ ὁποῖο ἀφήνουν νὰ μολύνεται μὲ ὅλες τὶς ἀκαθαρσίες τῶν διαλογισμῶν, ἐν τούτοις στὶς ἐξωτερικὲς κοινωνικὲς σχέσεις προσπαθοῦν νὰ ἐμφανίζωνται ἄψογοι, μὲ κάθε κανόνα καλῆς συμπεριφορᾶς· ἔχουν τὸ μειδίαμα στὰ χείλη, ἀλλὰ τὴ μοχθηρία στὴν καρδιά· εἶνε μιὰ ὡραία μαρμάρινη πλάκα, ποὺ καλύπτει ἕνα σωρὸ «ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας» (Ματθ. 23,27). Πρόβατο ἐξωτερικά, λύκος ἐσωτερικά· δαίμονας μὲ προσωπεῖο ἀγγέλου!
Ἀπατοῦμε καὶ ἀπατώμεθα. Δίνουμε τὸ λόγο μας, συντάσσουμε συμβόλαια, βάζουμε ὑπογραφές, ὑποσχόμαστε αἰώνια ἀγάπη, συμφιλίωσι καὶ εἰρήνη, ἀλλὰ σ᾽ ὅλα αὐτὰ δὲν ὑπάρχει σταθερότης, εἰλικρίνεια· ἡ καρδιὰ εἶνε ἄστατη, πονηρή, πολὺ διεφθαρμένη. Ἀπὸ τέτοια καρδιά, ποὺ μοιάζει σὰν κλουβὶ μὲ ἀτίθασα θηρία, θά ᾽ρθῃ στιγμὴ ποὺ τὰ θηρία αὐτά, τὰ πάθη, θὰ κάνουν ἔξοδο, θὰ σπάσουν τὰ κάγκελλα, θὰ πηδήσουν μαινόμενα στὸ στίβο καὶ θὰ αἱματοκυλήσουν πάλι τὴν ἀνθρωπότητα. Ποιός θὰ μπορέσῃ νὰ τὰ μαζέψῃ πάλι στὸ κλουβί; «Ἂν δὲν ἀλλάξῃ ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ὁ πόλεμος δὲν θὰ καταργηθῇ»· αὐτὸ δήλωσε στοὺς δημοσιογράφους ἕνας στρατηγὸς, ὅταν ὑπεγράφετο ἡ συνθηκολόγησι Ἰαπωνίας καὶ Ἀμερικῆς στὸ θωρηκτὸ «Μισσούρι». Ἀλλὰ ποιός, παρακαλῶ, θὰ ἀλλάξῃ τὴν καρδιά; ποιός θ᾽ ἀφαιρέσῃ τὴν παλιά, τὴ μαύρη καρδιά, καὶ θὰ δώσῃ τὴ νέα, τὴ λευκή; Ποιός ἄλλος παρὰ Ἐκεῖνος ποὺ διὰ τοῦ προφήτου Ἰεζεκιὴλ ὑποσχέθηκε καὶ εἶπε· «Καθαριῶ ὑμᾶς, καὶ δώσω ὑμῖν καρδίαν καινήν» (Ἰεζ. 36,25-26).
Ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου! νά ἡ μυστικὴ πυριτιδαποθήκη τῶν πολέμων. Νά γιατί ὁ Κύριος εἶπε· «Ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. 15,19). Σύμφωνα μὲ τὰ ἀδιάψευστα λόγια του, ἡ ἠθικὴ σῆψι ἀρχίζει μὲ τὶς πονηρὲς σκέψεις. Ἂς τὸ καταλάβουμε· οἱ σκέψεις αὐτὲς εἶνε ὅ,τι γιὰ τὴν πυρκαϊὰ τὸ πρῶτο ἔναυσμα, ὅ,τι γιὰ τὸ δάσος τὸ σκουλήκι. Θαυμάζεις ἕνα πελώριο δέντρο. Ἀλλὰ ὁ γεωπόνος βεβαιώνει ὅτι δὲν ἔχει ζωή, γιατὶ στὸν κορμό του μπῆκαν σκουλήκια. Δὲν κρατοῦν πριόνια καὶ τσεκούρια, ἐργάζονται ὅμως μέρα – νύχτα, ἀπομυζοῦν τὸ χυμό, καὶ μιὰ μέρα τὸ δέντρο θὰ ξεραθῇ. Γι᾿ αὐτὸ ἀκοῦς τὸ γεωπόνο καὶ λέει· «Ἂν ἀγαπᾶτε τὸ δέντρο, ἐξοντῶστε τὰ σκουλήκια»! Ὅ,τι εἶνε γιὰ τὸ δέντρο τὰ σκουλήκια, εἶνε γιὰ τὴν καρδιὰ οἱ κακοὶ λογισμοί. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Κύριος λέει· «Ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;».
* * *
Στὴν καρδιὰ ἂς στραφοῦμε, ἀδελφοί. Ἡ πονηρὴ σκέψι εἶνε κάτι τρομερό. Γιὰ τὴν ἐξωτερικὴ ἁμαρτία ἀπαιτοῦνται καὶ χρόνος καὶ τόπος καὶ συνθῆκες κατάλληλες καὶ ἄλλα πρόσωπα συνεργά· γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ ἁμαρτία δὲν ὑπάρχουν ἐμπόδια. Ἀστραπιαῖες οἱ κινήσεις. Γι᾽ αὐτὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα προτρέπει· «Υἱέ μου, πάσῃ φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν» (Παροιμ. 4,23). Μὲ ἄγρυπνη προσοχὴ καὶ θερμὴ προσευχὴ νὰ κατακαίουμε τὶς πονηρὲς σκέψεις, αὐτὰ τὰ «βδελύγματα τῆς ἐρημώσεως» (πρβλ. Δαν. 9,27 = Ματθ. 24,15. Μᾶρκ. 13,14) τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου. Ὦ Κύριε, «καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου» (Ψαλμ. 50,12).
Ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς εἶνε ὁ μεγάλος ἀγώνας τοῦ Χριστιανοῦ. Ἀλλὰ καὶ τὸ βραβεῖο εἶνε μεγάλο. Τὸ ἀνώτερο παράσημο στὴν Ἀγγλία, λένε, ποὺ ἀπονέμεται σὲ λίγους, εἶνε τὸ παράσημο τῆς περικνημῖδος· καὶ στὴν ταινία του ἀναγράφεται· «Εὐτυχὴς ἐκεῖνος ποὺ δὲν σκέφθηκε τὸ πονηρό». Ἀλλὰ τί εἶνε τὸ παράσημο αὐτὸ μπροστὰ στὸ ἄφθαρτο ἐκεῖνο βραβεῖο ποὺ ὁ Καρδιογνώστης θ᾽ ἀπονείμῃ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ὅταν «τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων θὰ κριθοῦν κατὰ τὸ εὐαγγέλιον» (῾Ρωμ. 2,16), σ᾽ ἐκείνους ποὺ θά ᾽χουν φυλάξει τὴν καρδιά τους καθαρὴ καὶ θὰ κριθοῦν ἄξιοι τοῦ θείου μακαρισμοῦ «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. 5,8)!
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
῾Ραδιοφωνικὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε ἀπὸ τὸν Σταθμὸ Λαρίσσης τὸ 1949.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου