Παίρνω, ἀγαπητοί μου, ἀφορμὴ ἀπὸ τὴ σημερινὴ ἑορτὴ γιὰ νὰ πῶ λίγα λόγια.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἁγίους. Καὶ οἱ ἅγιοι –ἐδῶ εἶνε ἡ σοφία τοῦ
Θεοῦ– δὲν εἶνε μόνο καλόγεροι, ποὺ ζοῦν σὲ σπηλιὲς καὶ κρατοῦν
κομποσχοίνι καὶ προσεύχονται ὅλη τὴ νύχτα σὰν ἄγγελοι – τοὺς τιμοῦμε
πρεπόντως. Ἅγιοι δὲν εἶνε μόνο κληρικοί, παπᾶδες καὶ δεσποτάδες καὶ
πατριάρχες. Ἂν ἀνοίξουμε τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας, θὰ δοῦμε ἁγίους
ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα. Ἔχω γράψει κ᾿ ἐγὼ ἕνα βιβλίο μὲ τίτλο «Ἀπ᾿ ὅλα
τὰ ἐπαγγέλματα»· φαίνεται ἐκεῖ, ὅτι ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα τὰ ἁγιάζει ὁ
Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Οἱ ἅγιοι δὲν εἶνε μόνο ἄντρες· εἶνε καὶ
γυναῖκες εἶνε καὶ παιδιά, εἶνε καὶ γέροντες ἀσπρομάλληδες, ὅπως εἴδαμε
στὶς 23 τοῦ μηνός, στὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Πολυκάρπου, ὁ ὁποῖος σὲ
βαθύτατο γῆρας μαρτύρησε γιὰ τὸ Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία μας, δηλαδή, ἔχει
ἰσοτιμία καὶ δὲν κάνει διακρίσεις. Μπορεῖ ν᾿ ἁγιάσῃ καὶ ὁ ἄντρας καὶ ἡ
γυναίκα καὶ τὸ παιδὶ καὶ ὁ γέρος, κάθε ἡλικία καὶ τάξις· καὶ ὁ ἄσπρος
καὶ ὁ μαῦρος καὶ ὁ κόκκινος καὶ ὁ κίτρινος καὶ ὁ θνητὸς παντὸς γένους. Ἡ
ἁγιότης εἶνε ἕνα λουλούδι ποὺ φυτρώνει σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ τὰ πλάτη τῆς
γῆς.
* * *
Σήμερα ἑορτάζει ἡ ἁγία Φωτεινή, ποὺ ἔζησε καὶ μαρτύρησε τὴν ἐποχὴ τοῦ Νέρωνος, τοῦ ἄσπονδου αὐτοῦ ἐχθροῦ τοῦ χριστιανισμοῦ.
Προηγουμένως τί ἦταν; Μιὰ ἁμαρτωλὴ γυναίκα. Ἦταν –ὅπως
ἐκφράζομαι συνήθως–, ἕνα κοράκι μαῦρο ποὺ ἔτρωγε σάρκες, καὶ ἀπότομα
ἔγινε περιστέρι. Ἦταν θαῦμα τοῦ Κυρίου. Εἶνε ποτὲ δυνατὸν ἕνα κοράκι νὰ
γίνῃ περιστέρι; Ἐὰν στὸ φυσικὸ κόσμο αὐτὸ δὲν συμβαίνῃ, στὸν ἠθικὸ καὶ
θρησκευτικὸ ὅμως κόσμο συμβαίνει μὲ τὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ. Θέλετε νὰ
μάθετε τὴν ἱστορία της; Ἀνοῖξτε τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο στὸ 4ο
κεφάλαιο, κ᾿ ἐκεῖ θὰ δῆτε τὴ φωτογραφία της. Πῶς ὀνομάζεται ἐκεῖ;
Λέγεται «Σαμαρεῖτις» (Ἰω. 4,9). Εἶνε ἡ Σαμαρείτιδα. Ὅπως εἴπαμε, ἦταν
ἁμαρτωλή. Τόσο ἁμαρτωλή, ποὺ εἶχε διώξει πέντε ἄντρες τὸν ἕνα κατόπιν
τοῦ ἄλλου· κι ὁ ἕκτος, μὲ τὸν ὁποῖο ζοῦσε, δὲν ἦταν σύζυγός της.
Παρ᾿ ὅλ᾿ αὐτὰ εἶχε καὶ κάτι μέσ᾿ στὴν καρδιά, μιὰ ντροπή.
(Ἁμαρτάνεις τέλος πάντων, ἄνθρωπε, ἀλλὰ νά ᾿χῃς λίγη ντροπή· ἐνῷ τώρα
καὶ ἡ ντροπὴ χάθηκε). Πῶς φαίνεται ὅτι εἶχε ντροπή; Διότι –κ᾿ εἶνε καλὸ
σημάδι– δὲν ἔβγαινε ἔξω, δὲν γύριζε δεξιά – ἀριστερά. Κι ὅταν ἀκόμα
ἦταν ἀνάγκη νὰ πάῃ στὴν πηγὴ γιὰ νερό, δὲν πήγαινε πρωὶ ἢ ἀπόγευμα·
(ὅσοι εἴμαστε ἀπὸ χωριὰ ξέρουμε ὅτι τότε πηγαίνουν γιὰ νερό· τὸ
καταμεσήμερο, καὶ μάλιστα Ἰούνιο μῆνα ποὺ καίει ὁ ἥλιος τὶς πέτρες, δὲν
πηγαίνουν). Περίμενε λοιπόν, κι ἀφοῦ ἔπαιρναν ὅλες οἱ γυναῖκες νερό,
τότε πλέον πήγαινε αὐτή, τὸ μεσημέρι, ὁλομόναχη νὰ γεμίσῃ τὴ στάμνα της.
Ἀλλὰ μιὰ μέρα ἐκεῖ στὴν πηγή, στὸ φρέαρ τῆς Συχάρ, συνάντησε
ἕνα ξένο. Δὲν τὸν ἤξερε. Ὁ ξένος ὅμως τὴν ἤξερε, καὶ μάλιστα πολὺ καλά.
Πῶς, ἀφοῦ τὴν ἔβλεπε πρώτη φορά, γνώριζε τὴ ζωή της; Περίεργος ξένος.
Ποιός ἦταν; Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός! Καὶ βάδισε χιλιόμετρα χωρὶς
τὰ δικά μας συγκοινωνιακὰ μέσα, μὲ τὰ πόδια, ἐπὶ ὧρες κάτω ἀπὸ τὸν
καυστικὸ ἥλιο. Πῆγε γιὰ μία ψυχή, γιὰ μία ἁμαρτωλὸ ψυχή. Ὤ ἀγάπη τοῦ
Χριστοῦ μας! Ποτέ δὲν ἀγαπήθηκε ἄνθρωπος ὅπως ἀγάπησε ὁ Χριστὸς τὸν
ἁμαρτωλὸ ποὺ μετανοεῖ.
Τὸν εἶδε, λοιπόν, στὴν πηγή. Καὶ ὁ Χριστὸς μὲ εὐγένεια τῆς
ζήτησε νερό. Καὶ ἀπὸ τὸ νερὸ ἄνοιξε μιὰ συζήτησι, ἕνας διάλογος. Ὅσοι
ἔχετε πάει στὰ γυμνάσια καὶ λύκεια, διδαχθήκατε διαλόγους φιλοσόφων.
Θαυμάζουν ὅλοι τοὺς διαλόγους τοῦ Πλάτωνος. Ὁμολογῶ κ᾿ ἐγώ, ὅτι οἱ
διάλογοι τοῦ Πλάτωνος ἔχουν ὕψος, βάθος πνεύματος καὶ ἔκφρασι σπουδαία.
Ἀλλὰ τί εἶνε οἱ διάλογοι αὐτοί, ποὺ κάνει ὁ Σωκράτης μὲ τοὺς μαθητάς
του, μπροστὰ στὸ διάλογο τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴ Σαμαρείτιδα; Εἶπαν κάποιοι,
ὅτι καὶ μόνο αὐτὸς ὁ διάλογος ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός. Εἶπαν
ἄλλοι ὅτι, κι ἂν στοὺς ἄλλους πλανῆτες ὑπάρχουν λογικὰ ὄντα, δὲν εἶνε
δυνατὸν νὰ ἔχουν ἄλλη θρησκεία ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὴν ποὺ κήρυξε ὁ Χριστὸς
ἐκεῖ παρὰ τὸ φρέαρ τῆς Συχάρ.
Νὰ ἐξηγήσουμε ὅλο τὸ διάλογο; Δὲν μποροῦμε. Ἕνα μόνο σᾶς λέω.
Ὅταν ἡ Σαμαρείτιδα ἀντιλήφθηκε ὅτι ὁ ξένος αὐτὸς διαφέρει ἀπὸ τοὺς
ἄλλους Ἰουδαίους, τοῦ λέει· –Νομίζω ὅτι εἶσαι προφήτης· γι᾿ αὐτὸ θέλω νὰ
μοῦ λύσῃς ἕνα μεγάλο ζήτημα, ποὺ μᾶς ἔχει χωρίσει σὲ δυὸ θρησκευτικὲς
μερίδες. Ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ εἶνε οἱ Ἰουδαῖοι, ποὺ λένε ὅτι τὸ Θεὸ πρέπει
νὰ τὸ λατρεύουμε μόνο στὸ ναὸ ποὺ ἔχτισε ὁ Σολομῶν στὰ Ἰεροσόλυμα. Ἀπὸ
τὴν ἄλλη εἴμαστε ἐμεῖς οἱ Σαμαρεῖτες, ποὺ λέμε ὅτι τὸ Θεὸ πρέπει νὰ τὸ
λατρεύουμε μόνο στὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους Γαριζεὶν ὅπου εἶνε ὁ ναὸς ὁ δικός
μας. Ποιό εἶνε τὸ σωστό; Καὶ ὁ Χριστὸς ἀπήντησε μὲ λόγια ποὺ δὲν
ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὰ ζυγίσῃ. –Λάθος, λέει. Ὁ Θεὸς δὲν περιορίζεται σὲ
ἕνα σημεῖο τῆς γῆς· εἶνε παρὼν σ᾿ ὁλόκληρο τὸ σύμπαν. Ὅπου νὰ πᾷς,
παντοῦ εἶνε. «Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι
καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (ἔ.ἀ. 4,24). (Αὐτὴ εἶνε ἡ πνευματικὴ
θρησκεία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ). Ἡ Σαμαρείτιδα, ἔξυπνη –
τετραπέρατη, ἀπήντησε· –Αὐτὰ ποὺ λὲς εἶνε δύσκολα γιὰ μένα νὰ τὰ
καταλάβω· ἀλλὰ ἐλπίζω ὅτι θὰ μᾶς τὰ ἐξηγήσῃ ὅλα ἐκεῖνος ποὺ
περιμένουμε, ὁ Μεσσίας. Καὶ τότε ὁ Χριστὸς τῆς λέει· –Ἐγὼ εἶμαι ποὺ σοῦ
μιλῶ… Τόση ἦταν ἡ χαρά της ἀπὸ τὴν ἀποκάλυψι αὐτή, ὥστε ἄφησε τὴ
στάμνα κ᾿ ἔτρεξε στὸ χωριό. –Ἐλᾶτε, εἶπε στοὺς συγχωριανούς της, ἐλᾶτε
νὰ δῆτε ἕναν ποὺ μοῦ εἶπε ὅλα τὰ μυστικά μου· μήπως αὐτὸς εἶνε ὁ
Xριστός; Πῆγαν ὅλοι καὶ τὸν εἶδαν. Καὶ ὁ Χριστὸς ἄνοιξε τὸ στόμα του,
τοὺς δίδαξε, καὶ μαγεύτηκαν. Kαὶ στὴ γυναῖκα εἶπαν· –Tώρα πιστεύουμε
ὄχι γιατὶ μᾶς τό ᾿πες ἐσύ, ἀλλὰ διότι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μὲ τ᾿ αὐτιὰ καὶ τὰ
μάτια μας βεβαιωθήκαμε, ὅτι αὐτὸς εἶνε ὁ σωτήρας τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός.
Στὰ στοιχεῖα αὐτὰ ἡ παράδοσις προσθέτει τὰ ἑξῆς. Ἡ Σαμαρείτιδα
πίστεψε, βαπτίστηκε, καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Φωτεινή. Μαζί της βαπτίστηκαν
οἱ πέντε ἀδελφές της καὶ οἱ δύο υἱοί της. Ἔγινε ἀπόστολος. Καὶ πῆγε
παντοῦ. Ποῦ κατέληξε; Σὲ μιὰ πόλι ποὺ μᾶς συγκινεῖ. Εἶνε ἡ Σμύρνη. Ὦ
Σμύρνη ἀλησμόνητος! Ἐκεῖ ἐκήρυξε φλογερά, καὶ πίστεψαν πολλοί. Γι᾿ αὐτὸ
ἔπειτα οἱ κάτοικοι τῆς Σμύρνης, ἀπὸ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὴν ἁγία Φωτεινή,
ἔκτισαν –μέσα σὲ 40 μέρες!– τὸν περίλαμπρο ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς.
Πολλοὺς εἵλκυσε στὰ δίχτυα τοῦ Χριστοῦ ἡ ἁγία Φωτεινὴ. Μεταξὺ
τῶν ἄλλων ποὺ συνέλαβε ἦταν καὶ ἕνας μάγος τρομερός. Ὅλοι τὸν
φοβοῦνταν. Αὐτὸς μὲ ἐγωισμὸ τὴν πλησίασε καὶ τῆς λέει· –Ἐγὼ ἔχω δύναμι
πιὸ μεγάλη ἀπὸ αὐτὸν ποὺ πιστεύεις. –Τί θέλεις; –Θὰ σοῦ δώσω, λέει, ἕνα
φάρμακο, νὰ δῶ ἂν μπορῇς νὰ τὸ πιῇς. Ἡ ἁγία Φωτεινὴ θυμήθηκε τὸ λόγο
τοῦ Χριστοῦ «Κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει» (Μᾶρκ.
16,18). Κάνει τὸ σταυρό της καὶ τὸ πίνει. Ὁ μάγος περίμενε νὰ πεθάνῃ·
τίποτα. –Ἦταν ἀδύνατο τὸ φάρμακο, λέει· θὰ σοῦ δώσω πιὸ ἰσχυρό. Δίνει
δεύτερο· τίποτα. Δίνει τρίτο· τίποτα. Τότε ὁ μάγος ὡμολόγησε· –Μὲ
νίκησες· αὐτὸς ποὺ πιστεύεις εἶνε πιὸ ἰσχυρὸς ἀπ᾿ ὅλους τοὺς μάγους καὶ
τοὺς δαίμονες… Ἔτσι πίστεψε στὸ Χριστό, βαπτίστηκε καὶ πῆρε τὸ ὡραῖο
ὄνομα Θεόκλητος.
Μὴ φοβᾶστε, λοιπόν. Σὰν τὴν ἁγία Φωτεινὴ κάντε τὸ σταυρό σας,
ποὺ εἶνε τὸ ἰσχυρὸ ὅπλο, καὶ ἡ μαγεία δὲν θὰ σᾶς κάνῃ τίποτα.
Ἰσχυρότερος ἀπ᾿ ὅλους εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἐν τῷ
ὀνόματι τοῦ ὁποίου ἐκδιώκονται τὰ δαιμόνια.
* * *
Προβάλλει, ἀγαπητοί μου, ὡς
παράδειγμα ἡ ἁγία Φωτεινή. Σήμερα βέβαια ὑπάρχουν καὶ γυναῖκες ποὺ δὲν
θέλουν νὰ ἔχουν σχέσι μὲ τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὲς ὅποιον πιστεύει τὸν
θεωροῦν καθυστερημένο. Λέγονται φεμινίστριες καὶ αὐτοτιτλοφοροῦνται
προοδευτικές!
Ἀλλὰ τί εἶνε πρόοδος; Δὲν εἶνε πρόοδος τὸ νὰ κόβῃς μαλλιά, νὰ
ντύνεσαι ἀντρικά, νὰ ξενυχτᾷς σὲ ντισκοτέκς, νὰ χαρτοπαίζῃς σὲ καζῖνα
ἢ νὰ κάνῃς τὸ σπίτι σου χαρτοπαικτικὴ λέσχη, νὰ χορεύῃς ἔξαλλους
χορούς. Δὲν εἶνε πρόοδος οἱ ἐκτρώσεις, τὰ διαζύγια, ὁ καρνάβαλος. Αὐτὰ
εἶνε ἐκφυλισμός. Γι᾿ αὐτὸ ἔχει δίκιο ἕνας ἅγιος ἀσκητὴς σ᾿ ἕνα
μοναστηράκι τῆς Σερβίας, ποὺ τὸν τιμᾷ ὅλη ἡ Ὀρθοδοξία, ὁ Ἰουστῖνος
Πόποβιτς. Αὐτὸς λέει, ὅτι οἱ Χριστιανοὶ τοῦ αἰῶνος μας πρέπει, κοντὰ
στὶς ἄλλες δεήσεις, νὰ κάνουν καὶ τὴν ἑξῆς· «Σῶσε μας, Κύριε, ἀπὸ τὴν
“πρόοδο” τοῦ αἰῶνος τούτου»!
Εἴθε ὁ Θεός, διὰ τῶν πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Θεοκλήτου καὶ τῆς ἁγίας Φωτεινῆς τῆς Σαμαρείτιδος, νὰ μᾶς ἐλεήσῃ καὶ νὰ μᾶς σώσῃ.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν Τετάρτη 25-2-1987 ἑσπέρας. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 26-2-2005, ἐπανέκδοσις 16-1-2016.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου