Αδελφοί καί πατέρες, ας έπανέλθουμε στό σκοπό του αγώνα, γιά τόν όποιο μάς κάλεσε ό Κύριός μας. Μιλήσαμε γιά τις αρετές καί γιά την πίστη. Πράγματι ή πίστη είναι κορυφαία αρετή, γιατί μάς στηρίζει στό ξεκίνημά μας, όταν είμαστε άδαεΐς, άλλά καί στή συνέχεια γίνεται τό στήριγμα καί τό εξάρτημα τής μετάνοιας. "Ολες τις ελλείψεις μας τις συμπληρώνουμε μέ τήν πίστη, άφοϋ ό Κύριός μας μάς υπόσχεται, ότι «ουκ άφήσω υμάς ορφανούς» (5Ιω. ιδ', 18).
"Ολες οί αρετές είναι άλληλένδετες καί άλληλοεξαρτώμενες καί τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τήν πίστη. «Έργον άπιστον καί πίστις άεργος», είναι καί τά δυό στόν ίδιο βαθμό νεκρά. Ή άφηρημένη πίστη είναι νεκρή, κατά τό λόγο του Κυρίου: «Ον πας ό λίγων μοι Κύριε Κύριε, είσελεύσεται» (Ματ. ζ', 21). Τί θά ωφεληθεί κάποιος αν πιστεύει ότι υπάρχει Θεός; Μήπως καί οί δαίμονες δέν πιστεύουν στήν ύπαρξή του καί πρώτοι διδάσκουν γιά τή θεότητα τοΰ Κυρίου μας;
«Ο εχων τάς έντολάς μου καί τηρών αυτάς, εκείνος έστιν ό άγαπών με» (Τω. ιδ', 21), λέει ό Κύριος. ’Άρα ή πίστη γιά νά γίνει ζωντανή καί πραγματική, πρέπει νά εφαρμόζονται τά πιστευόμενα. Τότε ή πίστη είναι ζωντανή καί ενεργή, όταν τά εντάλματα του Δημιουργού εφαρμόζονται πρακτικά. Πώς θά αποδείξουμε ότι υπολογίζουμε καί άγαποΰμε αυτόν πού μάς κάλεσε; Μέ έργα άποδεικνύει κανείς τήν αγάπη του πρός τό Θεό. "Οπως γίνεται ό Κύριος «τοϊς πάσι τά πάντα» στούς πιστούς, έτσι καί οί πιστοί πρέπει νά θυσιάζουν γιά αυτόν «τά πάντα» καί τότε λειτουργεί ή πίστη «κατά πάντα».
"Οταν εμείς τηρούμε τις εντολές τού Θεού, ούτε δίνουμε σ’ αυτόν τίποτε, ούτε αυτός παίρνει άπό μάς. Ευεργετούμε μόνο τόν εαυτό μας, ως αληθινά πιστοί, καί ωφελούμαστε καί στό παρόν, αλλά καί θά ευεργετηθούμε στό μέλλον, στήν αιωνιότητα. Μέ τήν άκρίβεια τής φυλακής των εντολών φανερώνουμε τήν ταυτότητά μας. Ή άδιαφορία καί ή άμέλεια τής υποταγής μας στό θειο θέλημα, έμάς μόνο βλάφτει καί όχι τόν άνενδεή καί παντέλειο Θεό. Γι αύτό ας μή ραθυμούμε, μετεωριζόμαστε καί ξοδεύουμε άσκοπα τόν πολύτιμο χρόνο, πού μόνο τώρα έχουμε, γιατί δέν γνωρίζουμε τό αύριο, τό μέλλον. Καμμιά πρόφαση, πού μάς έμποδίζει νά φυλάξουμε τις εντολές τού Θεού, νά μή γίνεται παραδεκτή. Αύτό μάς διδάσκει ό Κύριος. Έάν τό δεξιό σου χέρι σέ εμποδίζει νά πειθαρχείς στις εντολές, κόψε το, καί αν τό δεξιό σου μάτι πάλι γίνεται εμπόδιο μήν τό λυπηθείς, γιατί σέ συμφέρει νά μπεις στή βασιλεία τού Θεού χωρίς αυτά παρά νά τά έχεις καί νά κολαστείς (πρβλ.Ματ. ε', 29-30). Μέ τις λέξεις χέρι καί μάτι εννοεί τά πιό άγαπητά μας πρόσωπα ή πράγματα.
Έδώ επισημαίνουμε τή σημασία των αιτίων καί αφορμών, ειδικά γιά τούς άδύνατους χαρακτήρες. Μη λές, «εγώ δέν θά υποκύψω», όταν είναι παρόν τό αίτιο. Δέν είμαστε δυνατότεροι από τό Σαμψών, ούτε σοφότεροι από τό Σολομώντα, ούτε αγιότεροι από τό Δαυίδ, τούς οποίους κατάστρεψαν τά αίτια.
Μέ κόπο θά σχολιάσουμε τούς γίγαντες των παθών, γιά νά γνωρίζουμε από αυτά πού μάς παρενοχλούν σέ ποιά ολέθρια κατάσταση βρισκόμαστε. Οί δυνάμεις τού σκότους συστηματικά κινούνται γιά τή δική μας υποδούλωση καί καταστροφή. ’Άν είμαστε προσεκτικοί καταλαβαίνουμε από τά πάθη, πού μάς παρενοχλούν, σέ ποιά τάξη μάχης βρισκόμαστε καί είμαστε έτοιμοι γιά τήν αντιμετώπισή τους. «Ητοίμάσθην καί ουκ έταράχθην» (Ψαλμ. ριη', 60).
Συνήθως οί πρώτοι δαίμονες, πού δίνουν τό έναυσμα τής μάχης είναι οί τής γαστριμαργίας, επειδή συνδέονται, δήθεν, μέ τή βιολογική μας σύσταση. ’Ακολουθούν αυτοί τής φιλαργυρίας καί πλεονεξίας, γιά τούς μοναχούς, γιά νά μή τούς λείψουν δήθεν τά άπαραίτητα. Διώχνουν έτσι τήν πίστη στό Θεό, πού προνοεΐ πατρικότατα. Μετά έρχονται οί τής φιλοδοξίας, μέ τέρμα τήν υπερηφάνεια, τόν πυθμένα τού άφανισμού καί τής διαβολοποίησης. Αυτή είναι ή τρίαινα τής ειδωλολατρίας, πού συμβολίζει τήν επικράτεια τού κόσμου τούτου, πού τήν κατάργησε ό Κύριος μέ τήν παρουσία του. Σ’ όσους γίνεται πιστευτός «ό δράκων», κατευθείαν έπιβάλλεται καί επιβουλεύεται τόν άνθρωπο μέσω των βιολογικών του αναγκών.
Σε μάς δμως, πατέρες καί αδελφοί, εύχομαι καί ελπίζω μέ τή Χάρη τοΰ Χριστού, τού γλυκύτατου μας σωτήρα, νά μή βρει θέση ή τόπο ή ακρόαση, αφού αισθητά γνωρίζουμε ότι «μηκέτι έαντοϊς ζώμεν αλλά τώ υπέρ ημών άποθανόντι καί έγερθέντι» (πρβλ. Β' Κορ. ε', 15). καί άρα «αντώ μέλει περί νμών» (Α' Πέτ. ε', 7), «είτε ζώμεν, είτε άποθνήσκομεν» (πρβλ. Ρωμ. ιδ', η).
Πίσω άπό τά τρία αύτά πάθη ακολουθούν τά υπόλοιπα «έθνη τών άλλοφύλων», πού συνεργούν στη συντριβή αύτών, πού οί τρεις πρώτοι δαίμονες πλήγωσαν. "Οσοι αισθάνονται ερεθισμούς καί ενοχλήσεις αισθησιακές, νά γνωρίζουν ότι έπεσαν θύματα τής γαστριμαργίας, τού κορεσμού καί τής ήδυφαγίας. "Οσοι πιέζονται άπό θυμούς, άντιλογίες καί ταραχή, είναι θύματα τής πλεονεξίας καί τού προσωπικού συμφέροντος. Ή λύπη δέν απουσιάζει. ’Ακολουθεί ό σβησμός τού ζήλου καί τής θέρμης τού πνεύματος. Τό τρίτο καί μεγαλύτερο κακό, ή υπερηφάνεια, τροφοδοτείται άπό τά προηγούμενα πάθη καί ειδικά άπό τήν αυτοπεποίθηση, τήν επιμονή στή γνώμη, στή γνώση, στό θέλημα καί στήν κρίση τού ανθρώπου.
Τούς τρεις αύτούς γίγαντες άνέτρεφε ό Κύριος, όταν άποσύρθηκε στήν έρημο τής ησυχίας καί νήστευε καί μάς παρέδωσε τά λάφυρα τής μάχης. Δέν υποχωρούμε στούς έρεθισμούς τής επιθυμίας καί στις πιό κρίσιμες ώρες τής ανάγκης, γιατί «ουκ επ' άρτϋ μόνω ζήσεται άνθρωπος» (Ματ. δ', 4). Δέν συμβιβαζόμαστε μέ καμμιά παράβαση τού θείου θελήματος ή τής θείας λατρείας, μέ ανταλλαγή δλης τής κοσμικής εξουσίας. «"Υπαγε όπίσω μον σατανά* Κύριον τόν Θεόν μον προσκυνήσω καί αυτω μόνω λατρευσω» (Ματ. δ', 10). Ούτε παράλογα προκαλοϋμε καί πειράζουμε τή θεία Πρόνοια, ούτε από περιέργεια, ούτε άπό απροσεξία, γιατί «ουκ έκπειράζομεν Κύριον τόν Θεόν ημών».
Νά γνωρίζετε ότι όλοι οί δαιμονιώδεις λογισμοί, είναι νοήματα αισθητών πραγμάτων, πού γνωρίσαμε ή πού άκούσαμε. Αυτά προβαλλόμενα στό νοΰ έρεθίζουν τό πάθος στό όποιο ανήκουν. ’Απ’ αυτό διαπιστώνει κανείς πού είναι αιχμάλωτος καί πειράζεται. 'Όταν μάς παρουσιάζεται, είτε είμαστε ξύπνιοι, είτε κοιμόμαστε, τό πρόσωπο αύτοΰ πού μάς λύπησε ή αδίκησε, φανερώνεται τό πάθος τής μνησικακίας. Μέ αυτόν τόν τρόπο μαθαίνει ό καθένας τό πάθος, πού τόν πολεμά καί στρέφει πρός αυτό τήν πάλη.
Πάντως δέν είναι μόνο άπό τούς δαίμονες οί ερεθισμοί καί οί εμπαθείς εικόνες. Καί ό ίδιος ό νους, μέ τή φαντασία καί τή μνήμη, κρατά άπό όσα συνέβησαν στό παρελθόν, καί ευεργετώντας μας, μάς δείχνει τήν άθλιότητά μας, γιά νά μετανοήσουμε καί θεραπευτούμε.
'Όπως στή θέση καί τάξη καί επικράτηση τού κακού διδαχθήκαμε τούς πανταίτιους, υπάρχουν κατά τούς Πατέρες μας καί σωσίβια, πού μάς βοηθούν στήν άνάπλαση καί θεραπεία. Σέ όσους νόμιμα άγωνίζονται, άντίθετη στις εμπαθείς μνήμες καί τό θυμό είναι ή κακοπάθεια, μέσω τής νηστείας καί άγρυπνίας. Μέ τόν τρόπο αυτό ταπεινώνεται τό παθητικό μέρος καί μετά, μέ τή μακροθυμία, άνεξικακία, άνεκτικότητα καί συμπάθεια, ή μερεύει τό επιθυμητικό μέρος.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΕΣ ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ
ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ.
"Ολες οί αρετές είναι άλληλένδετες καί άλληλοεξαρτώμενες καί τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τήν πίστη. «Έργον άπιστον καί πίστις άεργος», είναι καί τά δυό στόν ίδιο βαθμό νεκρά. Ή άφηρημένη πίστη είναι νεκρή, κατά τό λόγο του Κυρίου: «Ον πας ό λίγων μοι Κύριε Κύριε, είσελεύσεται» (Ματ. ζ', 21). Τί θά ωφεληθεί κάποιος αν πιστεύει ότι υπάρχει Θεός; Μήπως καί οί δαίμονες δέν πιστεύουν στήν ύπαρξή του καί πρώτοι διδάσκουν γιά τή θεότητα τοΰ Κυρίου μας;
«Ο εχων τάς έντολάς μου καί τηρών αυτάς, εκείνος έστιν ό άγαπών με» (Τω. ιδ', 21), λέει ό Κύριος. ’Άρα ή πίστη γιά νά γίνει ζωντανή καί πραγματική, πρέπει νά εφαρμόζονται τά πιστευόμενα. Τότε ή πίστη είναι ζωντανή καί ενεργή, όταν τά εντάλματα του Δημιουργού εφαρμόζονται πρακτικά. Πώς θά αποδείξουμε ότι υπολογίζουμε καί άγαποΰμε αυτόν πού μάς κάλεσε; Μέ έργα άποδεικνύει κανείς τήν αγάπη του πρός τό Θεό. "Οπως γίνεται ό Κύριος «τοϊς πάσι τά πάντα» στούς πιστούς, έτσι καί οί πιστοί πρέπει νά θυσιάζουν γιά αυτόν «τά πάντα» καί τότε λειτουργεί ή πίστη «κατά πάντα».
"Οταν εμείς τηρούμε τις εντολές τού Θεού, ούτε δίνουμε σ’ αυτόν τίποτε, ούτε αυτός παίρνει άπό μάς. Ευεργετούμε μόνο τόν εαυτό μας, ως αληθινά πιστοί, καί ωφελούμαστε καί στό παρόν, αλλά καί θά ευεργετηθούμε στό μέλλον, στήν αιωνιότητα. Μέ τήν άκρίβεια τής φυλακής των εντολών φανερώνουμε τήν ταυτότητά μας. Ή άδιαφορία καί ή άμέλεια τής υποταγής μας στό θειο θέλημα, έμάς μόνο βλάφτει καί όχι τόν άνενδεή καί παντέλειο Θεό. Γι αύτό ας μή ραθυμούμε, μετεωριζόμαστε καί ξοδεύουμε άσκοπα τόν πολύτιμο χρόνο, πού μόνο τώρα έχουμε, γιατί δέν γνωρίζουμε τό αύριο, τό μέλλον. Καμμιά πρόφαση, πού μάς έμποδίζει νά φυλάξουμε τις εντολές τού Θεού, νά μή γίνεται παραδεκτή. Αύτό μάς διδάσκει ό Κύριος. Έάν τό δεξιό σου χέρι σέ εμποδίζει νά πειθαρχείς στις εντολές, κόψε το, καί αν τό δεξιό σου μάτι πάλι γίνεται εμπόδιο μήν τό λυπηθείς, γιατί σέ συμφέρει νά μπεις στή βασιλεία τού Θεού χωρίς αυτά παρά νά τά έχεις καί νά κολαστείς (πρβλ.Ματ. ε', 29-30). Μέ τις λέξεις χέρι καί μάτι εννοεί τά πιό άγαπητά μας πρόσωπα ή πράγματα.
Έδώ επισημαίνουμε τή σημασία των αιτίων καί αφορμών, ειδικά γιά τούς άδύνατους χαρακτήρες. Μη λές, «εγώ δέν θά υποκύψω», όταν είναι παρόν τό αίτιο. Δέν είμαστε δυνατότεροι από τό Σαμψών, ούτε σοφότεροι από τό Σολομώντα, ούτε αγιότεροι από τό Δαυίδ, τούς οποίους κατάστρεψαν τά αίτια.
Μέ κόπο θά σχολιάσουμε τούς γίγαντες των παθών, γιά νά γνωρίζουμε από αυτά πού μάς παρενοχλούν σέ ποιά ολέθρια κατάσταση βρισκόμαστε. Οί δυνάμεις τού σκότους συστηματικά κινούνται γιά τή δική μας υποδούλωση καί καταστροφή. ’Άν είμαστε προσεκτικοί καταλαβαίνουμε από τά πάθη, πού μάς παρενοχλούν, σέ ποιά τάξη μάχης βρισκόμαστε καί είμαστε έτοιμοι γιά τήν αντιμετώπισή τους. «Ητοίμάσθην καί ουκ έταράχθην» (Ψαλμ. ριη', 60).
Συνήθως οί πρώτοι δαίμονες, πού δίνουν τό έναυσμα τής μάχης είναι οί τής γαστριμαργίας, επειδή συνδέονται, δήθεν, μέ τή βιολογική μας σύσταση. ’Ακολουθούν αυτοί τής φιλαργυρίας καί πλεονεξίας, γιά τούς μοναχούς, γιά νά μή τούς λείψουν δήθεν τά άπαραίτητα. Διώχνουν έτσι τήν πίστη στό Θεό, πού προνοεΐ πατρικότατα. Μετά έρχονται οί τής φιλοδοξίας, μέ τέρμα τήν υπερηφάνεια, τόν πυθμένα τού άφανισμού καί τής διαβολοποίησης. Αυτή είναι ή τρίαινα τής ειδωλολατρίας, πού συμβολίζει τήν επικράτεια τού κόσμου τούτου, πού τήν κατάργησε ό Κύριος μέ τήν παρουσία του. Σ’ όσους γίνεται πιστευτός «ό δράκων», κατευθείαν έπιβάλλεται καί επιβουλεύεται τόν άνθρωπο μέσω των βιολογικών του αναγκών.
Σε μάς δμως, πατέρες καί αδελφοί, εύχομαι καί ελπίζω μέ τή Χάρη τοΰ Χριστού, τού γλυκύτατου μας σωτήρα, νά μή βρει θέση ή τόπο ή ακρόαση, αφού αισθητά γνωρίζουμε ότι «μηκέτι έαντοϊς ζώμεν αλλά τώ υπέρ ημών άποθανόντι καί έγερθέντι» (πρβλ. Β' Κορ. ε', 15). καί άρα «αντώ μέλει περί νμών» (Α' Πέτ. ε', 7), «είτε ζώμεν, είτε άποθνήσκομεν» (πρβλ. Ρωμ. ιδ', η).
Πίσω άπό τά τρία αύτά πάθη ακολουθούν τά υπόλοιπα «έθνη τών άλλοφύλων», πού συνεργούν στη συντριβή αύτών, πού οί τρεις πρώτοι δαίμονες πλήγωσαν. "Οσοι αισθάνονται ερεθισμούς καί ενοχλήσεις αισθησιακές, νά γνωρίζουν ότι έπεσαν θύματα τής γαστριμαργίας, τού κορεσμού καί τής ήδυφαγίας. "Οσοι πιέζονται άπό θυμούς, άντιλογίες καί ταραχή, είναι θύματα τής πλεονεξίας καί τού προσωπικού συμφέροντος. Ή λύπη δέν απουσιάζει. ’Ακολουθεί ό σβησμός τού ζήλου καί τής θέρμης τού πνεύματος. Τό τρίτο καί μεγαλύτερο κακό, ή υπερηφάνεια, τροφοδοτείται άπό τά προηγούμενα πάθη καί ειδικά άπό τήν αυτοπεποίθηση, τήν επιμονή στή γνώμη, στή γνώση, στό θέλημα καί στήν κρίση τού ανθρώπου.
Τούς τρεις αύτούς γίγαντες άνέτρεφε ό Κύριος, όταν άποσύρθηκε στήν έρημο τής ησυχίας καί νήστευε καί μάς παρέδωσε τά λάφυρα τής μάχης. Δέν υποχωρούμε στούς έρεθισμούς τής επιθυμίας καί στις πιό κρίσιμες ώρες τής ανάγκης, γιατί «ουκ επ' άρτϋ μόνω ζήσεται άνθρωπος» (Ματ. δ', 4). Δέν συμβιβαζόμαστε μέ καμμιά παράβαση τού θείου θελήματος ή τής θείας λατρείας, μέ ανταλλαγή δλης τής κοσμικής εξουσίας. «"Υπαγε όπίσω μον σατανά* Κύριον τόν Θεόν μον προσκυνήσω καί αυτω μόνω λατρευσω» (Ματ. δ', 10). Ούτε παράλογα προκαλοϋμε καί πειράζουμε τή θεία Πρόνοια, ούτε από περιέργεια, ούτε άπό απροσεξία, γιατί «ουκ έκπειράζομεν Κύριον τόν Θεόν ημών».
Νά γνωρίζετε ότι όλοι οί δαιμονιώδεις λογισμοί, είναι νοήματα αισθητών πραγμάτων, πού γνωρίσαμε ή πού άκούσαμε. Αυτά προβαλλόμενα στό νοΰ έρεθίζουν τό πάθος στό όποιο ανήκουν. ’Απ’ αυτό διαπιστώνει κανείς πού είναι αιχμάλωτος καί πειράζεται. 'Όταν μάς παρουσιάζεται, είτε είμαστε ξύπνιοι, είτε κοιμόμαστε, τό πρόσωπο αύτοΰ πού μάς λύπησε ή αδίκησε, φανερώνεται τό πάθος τής μνησικακίας. Μέ αυτόν τόν τρόπο μαθαίνει ό καθένας τό πάθος, πού τόν πολεμά καί στρέφει πρός αυτό τήν πάλη.
Πάντως δέν είναι μόνο άπό τούς δαίμονες οί ερεθισμοί καί οί εμπαθείς εικόνες. Καί ό ίδιος ό νους, μέ τή φαντασία καί τή μνήμη, κρατά άπό όσα συνέβησαν στό παρελθόν, καί ευεργετώντας μας, μάς δείχνει τήν άθλιότητά μας, γιά νά μετανοήσουμε καί θεραπευτούμε.
'Όπως στή θέση καί τάξη καί επικράτηση τού κακού διδαχθήκαμε τούς πανταίτιους, υπάρχουν κατά τούς Πατέρες μας καί σωσίβια, πού μάς βοηθούν στήν άνάπλαση καί θεραπεία. Σέ όσους νόμιμα άγωνίζονται, άντίθετη στις εμπαθείς μνήμες καί τό θυμό είναι ή κακοπάθεια, μέσω τής νηστείας καί άγρυπνίας. Μέ τόν τρόπο αυτό ταπεινώνεται τό παθητικό μέρος καί μετά, μέ τή μακροθυμία, άνεξικακία, άνεκτικότητα καί συμπάθεια, ή μερεύει τό επιθυμητικό μέρος.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΕΣ ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ
ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου