Σ’ αυτόν τον κόσμο που ζούμε μπορεί να εξηγηθεί λογικά ο πόνος; Γιατί να υπάρχουν, άραγε, οι φυσικές καταστροφές, οι πόλεμοι, οι λιμοί, τα εγκλήματα, η αδικία; Γιατί να υπάρχουν οιμωγές αθώων θυμάτων, κραυγές βασανισμένων παιδιών ή η θέα απελπισμένων ανθρώπων με αίμα ή δάκρυα;
Γιατί, άραγε, ο Γέροντας Παΐσιος τοποθετούσε νάρθηκες στα ραγισμένα κλωνιά των θάμνων ή των δέντρων γύρω από το κελί του, στην Παναγούδα, στο Άγιο Όρος;
Ο ίδιος ο Γέροντας Παΐσιος τόνιζε: «Σήμερα οι άνθρωποι δεν αγαπάν την κτίση, τα δέντρα, τα ζώα, τον άνθρωπο. Αυτοί θεωρούν πως η ζωή, όπως τα πάντα, είναι φτιαγμένα για χάρη τους, για την ευημερία και την ευτυχία τους, έτσι ώστε η δική τους ζωή να είναι σπουδαία και θαυμάσια, αλλά μακριά από το Θεό. Οι άνθρωποι σήμερα είναι αδόκιμοι, απρόσεχτοι, επηρμένοι, παράφρονες. Έχοντας ξεδιάντροπη αυτοπεποίθηση έχουν ξεπεράσει τα όριά τους. Υπεροπτικά σκεπτόμενοι ματαιοδοξούν να κυβερνήσουν έναν κόσμο που δεν είναι δικός τους. Όλα, όμως, έχουν τη δική τους σημασία, όλα όσα συμβαίνουν και απασχολούν το ανθρώπινο είδος. Αλλά η ίδια η ζωή δεν είναι δυνατόν να έχει σημασία για τους ίδιους. Στην ταραγμένη εποχή μας η ανθρωπότητα, για να λυτρωθεί, πρέπει να γονυπετήσει με μετάνοια κι ευγνωμοσύνη, με δέος ενώπιον του Θεού, συνειδητοποιώντας πως είναι οι ίδιες οι αμαρτίες του κάθε ανθρώπου που αυξάνουν τα βάσανα του κόσμου».
Ο παπα-Γιάννης είναι μία αγιασμένη μορφή της Ορθοδοξίας μας. Όταν τον αντίκριζες, το πρόσωπό του έλαμπε από θεία ιλαρότητα και τα λαμπερά, γαλάζια μάτια του είχαν ένα βαθύ βλέμμα-ανάβλεμμα. Ο λόγος του ήταν μεστός χριστιανικής σοφίας, με τον οποίο νουθετούσε και ειρήνευε ψυχές. Η συζήτησή μας περιστρεφόταν μειλίχια γύρω από τους νέους, τον άνθρωπο, τον πολιτισμό και τη σημερινή κοινωνικο-πολιτική κατάσταση.
Ο Παππούλης τόνιζε πως «η εποχή μας είναι περίοδος παρακμής. Και είναι περίοδος διάλυσης, καθώς δεν υπάρχει πραγματική αγάπη. Γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούν να προσφέρουν τον εαυτό τους ολοκληρωτικά, αφού σε κάθε ενέργεια αγάπης σκέφτονται τον εαυτό τους και κρατάνε κάτι γι’ αυτούς, όπως στον έρωτα ο καθένας αναγνωρίζει κι αγαπάει στον άλλο μονάχα το είδωλό του. Έτσι, η εποχή μας είναι περίοδος μοναξιάς κι εγωκεντρισμού. Για να καλυφθεί αυτό το κενό, η ανασφάλεια, οι παρενέργειες της μοναξιάς, οι νέοι καταφεύγουν στα ναρκωτικά, στο αλκοόλ και στη μουσική. Επίσης, υπάρχει απαξίωση του ιστορικού παρελθόντος. Η κοινωνική διάλυση που χαρακτηρίζει την εποχή μας θα δημιουργήσει ένα κόσμο δίχως πνεύμα κατανόησης κι αλληλεγγύης, στην ουσία δίχως το Θεό. Αναπόφευκτα, θα ακολουθήσει μοιραία η πορεία προς το θάνατο».
Ο Παππούλης, όμως, συνέχιζε με λόγους κατανυκτικούς να συμβουλεύει: «Η αγάπη είναι πιο γλυκιά από την ίδια τη ζωή μας. Η αγάπη είναι γέννημα της αληθινής γνώσης του Θεού. Η πίστη είναι κάποια γνώση Θεού. Αφού, λοιπόν, είναι γνώση χωρίς απόδειξη, θα πει πως η πίστη είναι υπέρλογη, με την οποία χωρίς απόδειξη ενωνόμαστε, μετουσιωνόμαστε με το πανάγαθο Πνεύμα του, το Ακτιστο Φως, κατά ένα τρόπο που είναι πέρα από τη σύλληψη ανθρωπίνου νου. Εύχομαι όλος ο κόσμος να πλησιάσει το Θεό, που είναι αγάπη, για να σωθεί, γιατί αυτός είναι ο προορισμός μας.
»Η ψυχή δεν έχει τέλος, έχει εικόνα και μορφή που μοιάζει με τον άγγελο, γιατί όπως οι Αγγελοι έχουν εικόνα και μορφή κι όπως ο απ’ έξω άνθρωπος έχει εικόνα, έτσι κι ο μέσα έχει εικόνα όμοια με τον Αγγελο και μορφή όμοια με τον απ’ έξω άνθρωπο. Η ψυχή είναι δώρο Θεού στον άνθρωπο, που θέλει να τη σώσει και να την πάρει κοντά του. Η ψυχή μας κοντά στο Θεό είναι αθάνατη. Ο πόνος της ψυχής είναι το πνευματικό κέρδος. Ο Χριστός μας έφερε καινούργια αγάπη, καινούργια χαρά, καινούργιο άνθρωπο».
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
ΠΑΤΗΡ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΛΑ'Ι'ΔΗΣ
ΤΟΜΟΣ Β'
Γιατί, άραγε, ο Γέροντας Παΐσιος τοποθετούσε νάρθηκες στα ραγισμένα κλωνιά των θάμνων ή των δέντρων γύρω από το κελί του, στην Παναγούδα, στο Άγιο Όρος;
Ο ίδιος ο Γέροντας Παΐσιος τόνιζε: «Σήμερα οι άνθρωποι δεν αγαπάν την κτίση, τα δέντρα, τα ζώα, τον άνθρωπο. Αυτοί θεωρούν πως η ζωή, όπως τα πάντα, είναι φτιαγμένα για χάρη τους, για την ευημερία και την ευτυχία τους, έτσι ώστε η δική τους ζωή να είναι σπουδαία και θαυμάσια, αλλά μακριά από το Θεό. Οι άνθρωποι σήμερα είναι αδόκιμοι, απρόσεχτοι, επηρμένοι, παράφρονες. Έχοντας ξεδιάντροπη αυτοπεποίθηση έχουν ξεπεράσει τα όριά τους. Υπεροπτικά σκεπτόμενοι ματαιοδοξούν να κυβερνήσουν έναν κόσμο που δεν είναι δικός τους. Όλα, όμως, έχουν τη δική τους σημασία, όλα όσα συμβαίνουν και απασχολούν το ανθρώπινο είδος. Αλλά η ίδια η ζωή δεν είναι δυνατόν να έχει σημασία για τους ίδιους. Στην ταραγμένη εποχή μας η ανθρωπότητα, για να λυτρωθεί, πρέπει να γονυπετήσει με μετάνοια κι ευγνωμοσύνη, με δέος ενώπιον του Θεού, συνειδητοποιώντας πως είναι οι ίδιες οι αμαρτίες του κάθε ανθρώπου που αυξάνουν τα βάσανα του κόσμου».
Ο παπα-Γιάννης είναι μία αγιασμένη μορφή της Ορθοδοξίας μας. Όταν τον αντίκριζες, το πρόσωπό του έλαμπε από θεία ιλαρότητα και τα λαμπερά, γαλάζια μάτια του είχαν ένα βαθύ βλέμμα-ανάβλεμμα. Ο λόγος του ήταν μεστός χριστιανικής σοφίας, με τον οποίο νουθετούσε και ειρήνευε ψυχές. Η συζήτησή μας περιστρεφόταν μειλίχια γύρω από τους νέους, τον άνθρωπο, τον πολιτισμό και τη σημερινή κοινωνικο-πολιτική κατάσταση.
Ο Παππούλης τόνιζε πως «η εποχή μας είναι περίοδος παρακμής. Και είναι περίοδος διάλυσης, καθώς δεν υπάρχει πραγματική αγάπη. Γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούν να προσφέρουν τον εαυτό τους ολοκληρωτικά, αφού σε κάθε ενέργεια αγάπης σκέφτονται τον εαυτό τους και κρατάνε κάτι γι’ αυτούς, όπως στον έρωτα ο καθένας αναγνωρίζει κι αγαπάει στον άλλο μονάχα το είδωλό του. Έτσι, η εποχή μας είναι περίοδος μοναξιάς κι εγωκεντρισμού. Για να καλυφθεί αυτό το κενό, η ανασφάλεια, οι παρενέργειες της μοναξιάς, οι νέοι καταφεύγουν στα ναρκωτικά, στο αλκοόλ και στη μουσική. Επίσης, υπάρχει απαξίωση του ιστορικού παρελθόντος. Η κοινωνική διάλυση που χαρακτηρίζει την εποχή μας θα δημιουργήσει ένα κόσμο δίχως πνεύμα κατανόησης κι αλληλεγγύης, στην ουσία δίχως το Θεό. Αναπόφευκτα, θα ακολουθήσει μοιραία η πορεία προς το θάνατο».
Ο Παππούλης, όμως, συνέχιζε με λόγους κατανυκτικούς να συμβουλεύει: «Η αγάπη είναι πιο γλυκιά από την ίδια τη ζωή μας. Η αγάπη είναι γέννημα της αληθινής γνώσης του Θεού. Η πίστη είναι κάποια γνώση Θεού. Αφού, λοιπόν, είναι γνώση χωρίς απόδειξη, θα πει πως η πίστη είναι υπέρλογη, με την οποία χωρίς απόδειξη ενωνόμαστε, μετουσιωνόμαστε με το πανάγαθο Πνεύμα του, το Ακτιστο Φως, κατά ένα τρόπο που είναι πέρα από τη σύλληψη ανθρωπίνου νου. Εύχομαι όλος ο κόσμος να πλησιάσει το Θεό, που είναι αγάπη, για να σωθεί, γιατί αυτός είναι ο προορισμός μας.
»Η ψυχή δεν έχει τέλος, έχει εικόνα και μορφή που μοιάζει με τον άγγελο, γιατί όπως οι Αγγελοι έχουν εικόνα και μορφή κι όπως ο απ’ έξω άνθρωπος έχει εικόνα, έτσι κι ο μέσα έχει εικόνα όμοια με τον Αγγελο και μορφή όμοια με τον απ’ έξω άνθρωπο. Η ψυχή είναι δώρο Θεού στον άνθρωπο, που θέλει να τη σώσει και να την πάρει κοντά του. Η ψυχή μας κοντά στο Θεό είναι αθάνατη. Ο πόνος της ψυχής είναι το πνευματικό κέρδος. Ο Χριστός μας έφερε καινούργια αγάπη, καινούργια χαρά, καινούργιο άνθρωπο».
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
ΠΑΤΗΡ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΛΑ'Ι'ΔΗΣ
ΤΟΜΟΣ Β'
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου