Γίνεσθε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο πατήρ υμών οικτίρμων εστί. [Να είστε λοιπόν ευσπλαχνικοί, όπως ευσπλαχνικός είναι και ο Ουράνιος Πατέρας σας.] (Κατά Λουκάν 6,36)
Πάσαν την μέριμναν υμών επιρρίψαντες επ’ αυτόν, ότι αυτώ μέλει περί υμών.
[Όλη σας την φροντίδα, είτε για τα καθημερινά σας προβλήματα, είτε για
την αντιμετώπιση των δυσκολιών και των διωγμών, αναθέσατέ την με
εμπιστοσύνη στον Κύριο, διότι Αυτός ενδιαφέρεται και φροντίζει για σας.]
(Α’ Πέτρου 5,7)
Μακάριοι πάντες οι πεποιθότες επ’ αυτώ. [Τρισευτυχισμένοι και ευλογημένοι θα είναι, όσοι θα έχουν στηρίξει την ελπίδα και την πίστη τους σ’ Αυτόν.] (Ψαλμοί 2,13)
Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: Να πιστεύεις στο Θεό και να μην φοβάσαι τίποτα! Γιατί ο Θεός είναι μεγαλύτερος από όλους και από όλα!
Το ότι στενοχωριόμαστε δείχνει, ότι δεν εμπιστεύομαστε τη ζωή μας στο
Χριστό. Να ξέρεις, ότι τίποτα δεν γίνεται, χωρίς να υπάρχει αιτία. Ούτε
μια πευκοβελόνα δεν πέφτει από το πεύκο, αν δεν θέλει ο Θεός.
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Η
πλήρης ανάθεση της ζωής μας στο Θεό, είναι μια λύτρωση από την
ανασφάλεια που φέρνει η πίστη στο εγώ και μας κάνει να χαρούμε τον
παράδεισο από αυτή τη ζωή. Υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια από την
εμπιστοσύνη στον Θεό; Ο άνθρωπος που έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στον Θεό, χαίρεται τα πάντα. Είτε είναι άρρωστος, είτε μένει νηστικός, είτε τον αδικούν, είτε…, είτε…, πιστεύει ότι ο Θεός τα έχει επιτρέψει, ελπίζει στον Θεό και είναι πάντα ασφαλισμένος στο λιμάνι της ελπίδος του Θεού.
Όταν αγωνίζεται με ελπίδα ο άνθρωπος, έρχεται η Θεία παρηγοριά και νιώθει έντονα η ψυχή τα χάδια της αγάπης του Θεού.
Όποιος εμπιστεύεται στον Θεό, σπέρνει δοξολογία και δέχεται την Θεϊκή χαρά και την αιώνια ευλογία. Όποιος σπέρνει κακομοιριά, θερίζει κακομοιριά και αποθηκεύει άγχος.
Οι ακτήμονες Μοναχοί που εμπιστεύονται στον Θεό τον εαυτό τους, έχουν και όλες τις αποθήκες του Θεού στα χέρια τους, αρκεί να θέλουν μόνο να απλώνουν τα χέρια τους στον Ουρανό, για να παίρνουν ευλογίες.
Πολλοί επισκέπτες έδιναν στο Γέροντα διάφορα τρόφιμα, για να εκδηλώσουν την αγάπη τους. Εκείνος τα μοίραζε συνεχώς, χωρίς να κρατάει για τον εαυτό του τίποτα. Σε σχετική ερώτηση, γιατί δεν κρατούσε κάτι, είπε:
-Αν τα κρατήσω, θα κάνω σούπερ-μάρκετ εδώ! Θυμάμαι ακόμα και τους Ισραηλίτες που ο Θεός τους έριχνε καθημερινά το μάννα.
Όσοι όμως κρατούσαν κάτι για την επόμενη ημέρα, τους σάπιζε. Πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού.
«Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι »… Δεν αφήνουμε το Θεό νοικοκύρη να μας κυβερνάει• γι’ αυτό ταλαιπωρούμαστε. Πρέπει να αφήσουμε εν λευκώ τον εαυτό μας και το μέλλον μας στη Θεία Πρόνοια, στο θείο θέλημα, και ο Θεός θα μας φροντίσει. Να έχουµε απόλυτη εµπιστοσύνη.
Ας αναθέσουμε τον εαυτό μας, τα παιδιά μας, την οικογένειά μας, την ζωή μας ολόκληρη στον Χριστό ο οποίος σαν Θεός που είναι μπορεί να μας περάσει μέσα από την φωτιά και την τρικυμία χωρίς να πάθουμε το παραμικρό.
Έχουμε την δύναμη του τιμίου Σταυρού, του Αγίου Συμβόλου, την θεία Χάρη του Χριστού….
***
Η καλοσύνη
είναι μία από τις πολλές ιδιότητες του Θεού, γι’ αυτό πάντα σκορπάει
χαρά, διώχνει σύννεφα, ανοίγει καρδιές σαν την ανοιξιάτικη λιακάδα που
βγάζει άνθη από την γη, θερμαίνει ακόμη και τα φίδια και τα βγάζει από τις παγωμένες τους τρύπες, για να χαρούν και αυτά την καλοσύνη του Θεού.Τα φιλότιμα παιδιά του Θεού, που βοηθάνε στο σήκωμα των Σταυρών των συνανθρώπων τους, ο Θεός τα δυναμώνει πνευματικά και τα απαλλάσσει από Σταυρούς (δοκιμασίες).
Όσοι πλησιάζουν τους πονεμένους, πλησιάζουν στον Θεό φυσιολογικά, διότι ο Θεός πάντα βρίσκεται κοντά στα πονεμένα Του παιδιά.
– Όταν θέλω να κάνω ελεημοσύνη και δεν έχω να δώσω, τότε κάνω ελεημοσύνη με αίμα. Ο άλλος που έχει και δίνει υλική βοήθεια, νιώθει και χαρά, ενώ αυτός που δεν έχει να δώση, συνέχεια υποφέρει και ταπεινωμένος λέει: «Δεν έκανα ελεημοσύνη». Η καλή διάθεση είναι το πάν.
Όσοι έχουν αυτή την αγνή (Αρχοντική) αγάπη, είναι γεμάτοι από καλοσύνη, γιατί μέσα τους έχουν τον Χριστό και στο πρόσωπο τους ζωγραφισμένη την Θεότητα.
Όσοι όμως εργάζονται ταπεινά και αποκτούν αρετές και σκορπούν ταπεινά, από αγάπη, τα μυστικά τους βιώματα, είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες, διότι δίνουν πνευματική ελεημοσύνη και βοηθούν πολύ θετικά τις αδύνατες ή τις κλονισμένες ψυχές στην πίστη. Εκείνοι πάλι που πετάνε ακόμη και τον εαυτό τους στον κόσμο, από αγάπη, αφού πέταξαν πια τον κόσμο από μέσα τους, αυτοί πετάνε πια στον Ουρανό και δεν πιάνονται από τον κόσμο.
Δεν υπάρχει εξυπνότερος άνθρωπος από τον ελεήμονα, που δίδει γήινα, φθαρτά πράγματα, και αγοράζει άφθαρτα, ουράνια. Όπως δεν υπάρχει πιο ανόητος στον κόσμο από τον πλεονέκτη, που μαζεύει συνέχεια και στερείται συνέχεια και, στο τέλος, αγοράζει την κόλαση με τις συγκεντρωμένες του οικονομίες. Αυτοί φυσικά που χάνονται με υλικά πράγματα, το ‘χουν τελείως χαμένο, γιατί χάνουν και τον Χριστό.
Πιστεύω, ας υποθέσουμε, ότι έχω αγάπη˙ ο Θεός, για να δοκιμάση την αγάπη μου, μου στέλνει έναν φτωχό. Αν έχω λ.χ. δυό ρολόγια, ένα καλό κι ένα λίγο χαλασμένο, και δώσω το χαλασμένο στον φτωχό, σημαίνει ότι η αγάπη μου είναι δευτέρας ποιότητος. Αν έχω πραγματική αγάπη, θα δώσω το καλό στον φτωχό. Μπαίνει όμως η βλαμμένη λογική και λέμε: «Τί, το καλό θα δώσω; Γι’ αυτόν, αφού δεν έχει κανένα ρολόι, καλό είναι και το παλιό», και δίνω το παλιό. Αλλά, όταν δίνης το παλιό, ζη ο παλαιός άνθρωπος ακόμη μέσα σου˙ αν δίνης το καινούριο, είσαι αναγεννημένος άνθρωπος. Κολάσιμη κατάσταση είναι, όταν κρατάς και τα δυο και δεν δίνης κανένα.
– Γέροντα, πώς βγαίνει κανείς από αυτήν την κατάσταση;
– Να σκεφθή: «Αν ήταν ο ίδιος ο Χριστός, τί θα έδινα; Ασφαλώς το καλύτερο». Έτσι καταλαβαίνει ποια είναι η πραγματική αγάπη. Θα πάρη λοιπόν μια γερή απόφαση και την άλλη φορά θα δώση το καλύτερο. Μπορεί λίγο να δυσκολευθή στις αρχές, αλλά, αν αγωνίζεται μ’ αυτόν τον τρόπο, θα φθάση σε κατάσταση να δίνη και το παλιό και το καινούριο, για να διευκολύνη τους άλλους, και αυτός να μην έχη ρολόι, αλλά να έχη μέσα του Χριστό και να ακούη το γλυκό χτύπημα της καρδιάς του που θα σκιρτά από θεϊκή χαρά. Αν σου αφαιρέσουν το ιμάτιο και εσύ δώσης και τον χιτώνα που έχεις, θα σε ντύση μετά ο Χριστός. Αν πονάς έναν ταλαίπωρο και τον βοηθάς, σκέψου, αν ήταν ο ίδιος ο Χριστός, τί θυσία θα έκανες! Έτσι δίνει κανείς εξετάσεις.
Είναι αμαρτία άλλος να δυσκολεύεται να αγοράση κάτι που του χρειάζεται και άλλος να έχη πράγματα που δεν τα χρησιμοποιεί και να μην τα δίνη σ’ αυτόν που τα έχει ανάγκη! Αυτό για μένα είναι η μεγαλύτερη κόλαση. Στην Κρίση θα μας πη ο Χριστός: «Επείνασα και ουκ εδώσατέ μοι φαγείν»… Υπάρχουν τόσα ορφανά που δεν έχουν έναν άνθρωπο να χαϊδέψη λίγο το κεφαλάκι τους. Οι άνθρωποι ξεχνούν όσους υποφέρουν. Ο νους τους είναι σε όσους καλοπερνούν και συγκρίνουν μ’ αυτούς τον εαυτό τους και όχι με εκείνους που υποφέρουν.
Όσοι δεν συμπάσχουν με τους πονεμένους, αυτοί πάσχουν από θανάσιμη πνευματική αρρώστια, την ασπλαγχνία. Εκείνοι πάλι που ενοχλούνται από τα βογκητά των αρρώστων και αγανακτούν, επειδή δεν μπορούν να συγκεντρωθούν, πάσχουν από πολλές πνευματικές αρρώστιες.
Η θυσία για τον συνάνθρωπο μας κρύβει την μεγάλη μας αγάπη για τον Χριστό. Όσοι έχουν μεν την αγαθή προαίρεση για να ελεήσουν, αλλά δεν έχουν τίποτα και πονάνε γι αυτό, ελεούν με το αίμα της καρδιάς τους.
Ένας νεαρός περίμενε καταμεσήμερο (στην Παναγουδα) ξαπλωμένος στο χώμα. Ήταν Ελληνοαμερικανός και ήξερε μόνο Αγγλικά. «Πώς θα συνεννοηθείς με τον Γέροντα;», τον ρώτησα. «Κάποιον θα στείλει ο Θεός», απάντησε. «Να, εσένα», συμπλήρωσε… Τελικά ο π. Παΐσιος καταλάβαινε όλα όσα του έλεγε το παιδί, καλύτερα από τον μεταφραστή, και του απαντούσε Ελληνικά… «Η μητέρα μου», παραπονέθηκε ο νεαρός, «μου ζητά συνεχώς χρήματα, και όσα και αν της δώσω από τις λίγες οικονομίες μου, τα σπαταλά άσκοπα. Δεν ξέρω τι να κάνω». «Άκου, παιδί μου», του απαντά ο π. Παΐσιος. «Τα χρήματα που θάδινες στην μητέρα σου να τα δίνης ελεημοσύνη σ’ ένα φτωχό και κείνη την ώρα να κάνης μια προσευχή. Να λες: Θεέ μου, αυτά τα δίνω για την μητέρα μου, εσύ φρόντισέ την. Τότε ο Θεός θα την αναλάβει από μόνος Του, θα βρει τρόπους»».
Από το βιβλίο: Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, Στ’ έκδοσις, Άγιον Όρος 2008, σελ. 618.Όταν ένας κοσμικός δίνη από καθαρή διάθεση και όχι από ανθρωπαρέσκεια, τότε ο Θεός δεν θα τον αφήση, αλλά κάποτε θα μιλήση στην καρδιά του. Μου διηγήθηκε μια φορά ένας γνωστός μου που ζούσε στην Ελβετία το εξής περιστατικό: Μια πλούσια άθεη κυρία ήταν τόσο πονόψυχη, που είχε φθάσει σε σημείο να μοιράση όλη την περιουσία της σε φτωχούς και πονεμένους, και στο τέλος έμεινε πάμφτωχη. Τότε, όσοι είχαν βοηθηθή, φρόντισαν να μπή στο καλύτερο Γηροκομείο. Παρόλο όμως που έκανε τόσες καλωσύνες, παρέμενε άθεη. Πήγαιναν να της μιλήσουν για τον Χριστό και δεν δεχόταν συζήτηση. Έλεγε πώς ο Χριστός δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας καλός άνθρωπος, ένας κοινωνικός εργάτης, και άλλες τέτοιες θεωρίες. Ίσως και οι Χριστιανοί που είχε γνωρίσει να μην την είχαν βοηθήσει, για να συγκινηθή από την ζωή τους. «Κάνε προσευχή γι᾿ αυτήν την ψυχή», μου έλεγε ο φίλος μου. Πάντως έκανε πολλή προσευχή και εκείνος για την μεταστροφή της. Μετά από καιρό μου είπε ο φίλος μου: «Μια μέρα που πήγα να την επισκεφθώ στο Γηροκομείο, την βρήκα ολότελα αλλαγμένη. “Πιστεύω, πιστεύω”, φώναζε». Της είχε συμβή ένα γεγονός που την αλλοίωσε· ζήτησε μετά να βαπτισθή.
Ο Θεός είναι πολυεύσπλαχνος. Δεν έρχεται πρόωρα, παράκαιρα. Μας δίνει την ευκαιρία να κρίνουμε τον εαυτό μας, να καταλάβουμε ορισμένα πράγματα και να μην επιζητούμε να μας εμφανιστεί σε στιγμές που η παρουσία Του θα σήμαινε καταδίκη για μας.
Θα ήθελα να σας πω ένα παράδειγμα πάνω σ’ αυτό.
Πριν πολλά χρόνια ήρθε κάποιος να με δει. Μου ζήτησε να του δείξω το Θεό, του είπα ότι δεν μπορούσα να το κάνω, αλλά πρόσθεσα ότι, ακόμα και να μπορούσα, αυτός δεν θα ήταν δυνατό να ατενίσει το Θεό – σκέφτηκα πως για να συναντήσει κανείς το Θεό πρέπει να έχει κάτι κοινό μαζί Του, κάτι που δίνει μάτια να δει και νου να κατανοήσει.
Ο άνθρωπος εκείνος με ρώτησε γιατί τα έλεγα αυτά – του πρότεινα λοιπόν να σκεφτεί λίγα λεπτά και να μου πει αν υπήρχε κάποιο χωρίο του Ευαγγελίου που να τον είχε συγκινήσει ιδιαίτερα, για να δει ποιά σχέση υπάρχει μεταξύ του Θεού και του ιδίου.
Μου απάντησε λοιπόν «ναι, είναι στο όγδοο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Ιωάννου, το χωρίο που μιλάει για τον λιθοβολισμό της πόρνης».
«Α, ναι!» είπα, «αυτό είναι ένα από τα πιο όμορφα και συγκινητικά κομμάτια στο Ευαγγέλιο».
«Τώρα» του είπα, «κάθισε και σκέψου ειλικρινά: στη σκηνή που περιγράφεται ποιός είσαι εσύ…»
Ο άνθρωπος μου σκέφτηκε λίγο και έπειτα είπε: «Νιώθω πως είμαι ο μόνος Εβραίος που δεν θα είχε απομακρυνθεί, αλλά θα είχε λιθοβολήσει τη γυναίκα». Τον κοίταξα λοιπόν και του απάντησα: «Δόξαζε το Θεό που δεν σου επιτρέπει να τον συναντήσεις πρόσωπο προς πρόσωπο!».
*από το βιβλίο: «Μάθε να προσεύχεσαι» του Αρχιεπισκόπου Anthony Bloom (Εκδ. «Η Έλαφος»).
***
Διήγηση από το Μητερικό
Οι άγιοι πατέρες Θεωνάς και Θεόδωρος αφηγούνταν την εξής ιστορία:«Κάποια κοπέλα στην Αλεξάνδρεια έχασε τους γονιούς της και έμεινε ολομόναχη με μεγάλη περιουσία και ήταν ακόμα αβάφτιστη. Κάποια μέρα εκεί που περνοδιάβαινε στον κήπο της βλέπει κάποιον άνθρωπο έτοιμο να κρεμαστεί.
Τρέχει και του φωνάζει·
“Τι πας να κάνεις, άνθρωπέ μου;”.
“Άσε με, γυναίκα, είμαι καταστεναχωρημένος” της απαντάει.
“Πες μου την αλήθεια, και ίσως να μπορώ να σε βοηθήσω”, του λέει η κοπέλα.
“Χρωστάω ολάκερη περιουσία και με πιέζουν πολύ οι δανειστές μου. Προτίμησα έτσι να πεθάνω γρήγορα και να μην ζω τέτοια τυραννισμένη ζωή”, της εξομολογήθηκε.
“Σε ικετεύω, πάρε όσα έχω και δώστα στους δανειστές σου, φτάνει να μην αυτοκτονήσεις”, τον παρακάλεσε εκείνη.
Πήρε εκείνος από τη θεόσταλτη ευεργέτρια όσα του χρειαζόταν και ξόφλησε το χρέος του.
Από τότε εκείνη στενεύτηκε οικονομικά και αναγκάστηκε να γίνει πόρνη. Δεν πέρασε πολύς καιρός όπου αρρώστησε και νιώθοντας κατάνυξη ήρθε στα συγκαλά της και παρακαλούσε τους γείτονες της·
“Για το όνομα του Θεού, λυπηθείτε την ψυχή μου και πέστε στον πατριάρχη της Αλεξάνδρειας, να με κάνει Χριστιανή”.
Όλοι την περιγελούσαν κατάμουτρα και την κοροΐδευαν·
“Ποιος σε θέλει εσένα τέτοια κοινή γυναίκα;”.
Αυτό της μάτωνε την ψυχή.
Σε τέτοια κατάσταση βρισκόταν και ήταν βουτηγμένη στη λύπη, όταν της παρουσιάστηκε άγγελος Κυρίου με τη μορφή του ανθρώπου, που είχε ελεήσει, και τη ρωτάει·
“Τι σε βασανίζει;”.
“Θέλω να γίνω χριστιανή και κανείς δεν μου κάνει τη χάρη να μιλήσει για μένα στον πατριάρχη”, του αποκρίθηκε.
“Εγώ θα φέρω μερικούς και θα σε πάνε στην εκκλησία”, τη διαβεβαίωσε.
Πραγματικά φέρνει και άλλους δύο, που ήταν και αυτοί άγγελοι, και την πηγαίνουν στην εκκλησία. Μεταμορφώνονται σε κάποια σπουδαία πρόσωπα και καλούν τους κληρικούς, που ήταν για τα βαφτίσματα. Αυτοί τους ρωτάνε·
“Εσείς δίνετε εγγύηση γι’ αυτήν;”.
“Ναι”, απάντησαν.
Αφού οι κληρικοί τέλεσαν την ακολουθία γι’ αυτούς που πρόκειται να βαφτιστούν, τη βάφτισαν. Την έντυσαν με τα ρούχα των νεοφώτιστων και έτσι λευκοφορεμένη μπήκε στο σπίτι της με τη συνοδεία των αγγέλων. Την άφησαν και έγιναν άφαντοι.
Οι γείτονες λοιπόν βλέποντάς την με τα άσπρα ρούχα τη ρώτησαν·
“Ποιος σε βάφτισε;”.
Δεν ήξερε τι να τους απαντήσει και εκείνοι τα πρόφτασαν στον πατριάρχη, που κάλεσε τους υπεύθυνους για τη βάφτιση·
“Πείτε μου, εσείς βαφτίσατε αυτήν τη γυναίκα;”, ζήτησε να μάθει•
“Από τον τάδε και τον τάδε του αυγουστάλιου βαφτίστηκε”, του λένε.
Στέλνει ο επίσκοπος και φωνάζουν αυτούς που αναφέρθηκαν, και ζητά να μάθει αν έτσι έχουν τα πράγματα.
“Εσείς εγγυηθήκατε γι’ αυτήν;”, τους ρωτάει.
“Ούτε είδαμε ούτε ξέρουμε, κύριε, αυτούς που το έκαναν”, του είπαν.
Κατάλαβε τότε ο επίσκοπος ότι πρόκειται για θεϊκό θέλημα, προσκάλεσε τη νεοφώτιστη κοπέλα και τη ρώτησε·
“Πες μου, γυναίκα, έχεις κάνει τίποτα καλό ή ξέρεις ίσως κάτι;”.
“Μια κοινή ήμουν, δέσποτα, και πάμφτωχη, τι καλό θα μπορούσα να κάνω;”, απόρησε εκείνη.
“Πραγματικά δεν ξέρεις να ’χεις κάνει τίποτα καλό; Πες μου”, την ξαναρωτάει.
“Όχι, δέσποτά μου, μόνο να, είδα κάποτε έναν άνθρωπο που ήθελε να κρεμαστεί, επειδή πνιγόταν από τους δανειστές του, και δίνοντάς του όλο μου το βιός, που πραγματικά ήταν πολύ, τον έσωσα”, του λέει.
Μόλις τα είπε, αναπαύτηκε στην μακαριότητα του Θεού λυτρωμένη και αυτή από τα κρίματά της, τα θεληματικά και τα αθέλητα».
Από το βιβλίο του Δημητρίου Γ. Τσάμη, «Μητερικόν» τόμος Β’, σ. 27-29.
Κάθισμα αγίου Παϊσίου. Ήχος πλ. δ΄. Την Σοφίαν και Λόγον.
Γλυκυτάτω
τω βέλει της θεϊκής, αγαπήσεως Πάτερ εκκεντηθείς, τον κόσμον κατέλιπες
και μητρός σχέσιν έρριψας, και εν ερήμω εκτήσω την θείαν προς άπαντας,
γενικήν αγάπην ης βέλος σε ένυττεν, Όσιε απαύστως προς ανάπαυσιν πάντων·
διό εκ του αίματος σης καρδίας ηλέησας, ασθενείς κινδυνεύοντας,
πενθούντας πλανωμένους πτωχούς, έτι δε τεθνεώσιν έδωκας, αναψυχήν ταίς
ευχαίς σου προς Κύριον.
Καλοφωνικος Ειρμός «Eσείσθησαν λαοί» δ’ ήχου (Άγια)
Εσείσθησαν λαοί, εταράχθησαν έθνη, βασιλείαι κραταιαί δε, έκλιναν Αγνή,
εκ του φόβου του τόκου σου·
ήλθε γαρ ο Βασιλεύς μου,
και καθείλε τον τύραννον,
και τον κόσμον φθοράς ελυτρώσατο.
( από τον θεομητορικό της Κυριακής του δ’ ήχου)
iconandlight.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου