Ὁ λαὸς ἵσταται διὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ Συναξαρίου.
Συναξάριον
Τῇ Ϛ´ (6ῃ) τοῦ μηνὸς Δεκεμβρίου, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Νικολάου, ἀρχιεπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας, τοῦ θαυματουργοῦ καὶ ὁμολογητοῦ, (τλ´-330/345).
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Θεοφίλου ἐπισκόπου Ἀντιοχείας, τοῦ Ἀπολογητοῦ, (ρπε´- 185).
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀβρααμίου τοῦ Σύρου, ἐπισκόπου Κρατείας τῆς Βιθυνίας, ὕστερον δὲ ἐν Παλαιστίνῃ μονάσαντος, ἐν εἰρήνῃ τελειωθέντος (φνζ´- 557).
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου Ἀντωνίου, τοῦ ἐν Σιήσκῳ
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Ἀέρος τoῦ ἐπισκόπου
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ὁσίας μητρὸς ἡμῶν Ἀσέλλης (Asella), τῆς ἐν Ῥώμῃ. (†406)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων ἱεραποστόλων Αὐξιλίου (Auxilius), Ἰσσερνίνου (Isserninus) καὶ Σεκουνδίνου (Secundinus), συνεργατῶν τοῦ ἁγίου Πατρικίου τῆς Ἰρλανδίας. (ε´ αἰ.)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Διονυσίας τῆς χήρας, Δατίβης (Dativa) ἀδελφῆς Ἁγ. Διονυσίας, Λεοντίας, Τερτίου, Αἰμιλιανοῦ τοῦ ἀνάργυρου ἰατροῦ, Βονιφατίου, Μαγιορικοῦ (Majoricus) παιδομάρτυρος υἱοῦ Ἁγ. Διονυσίας, καὶ Σέρβου (Servus), ἀθλησάντων ἐν βορείῳ Ἀφρικῇ ὑπὸ τοῦ Οὑννερίχου (Hunneric), ἀρειανοῦ Βανδάλου βασιλέως. (~†484)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ὁσίας μητρὸς ἡμῶν Γερτρούδης (Gertrude) τῆς Γεροντίσσης, α´ ἡγουμένης τοῦ κοινοβίου Χαμάης (Hamaye) πλησίον τοῦ Δουακοῦ (Duacum, Douai), ἐν βορείῳ Γαλλίᾳ. (†649)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Μαξίμου, μητροπολίτου Κιέβου καὶ Βλαδιμήρ, τοῦ καταπολεμήσαντος τὴν μετὰ τῶν Παπικῶν ψευδοένωσιν ἐν Λυὼν (1274) καὶ ἐν εἰρήνῃ τελειωθέντος. (†1305) Τὸ δὲ τίμιον σκῆνος αὐτοῦ διατηρεῖται ἀλώβητον ἐν τῷ καθεδρικῷ ναῷ τοῦ Βλαδιμήρ.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Ἐνδόξου Νεομάρτυρος Νικολάου, τοῦ Καραμάνου ἢ Κασσίτη ἐπονομαζομένου, τοῦ ἐν Σμύρνῃ μαρτυρήσαντος (͵αχνζ´ -1657).
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου Νείλου, τοῦ ἐν τῇ νήσῳ Στολοβνόε, ἐν τῇ λίμνῃ Σεληγέρα, Ῥωσίας.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμην εὐγνώμονα ἐπιτελοῦμεν φοβερᾶς τινος ἀπειλῆς σεισμοῦ, μετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης ἡμῖν καὶ διασώσεως τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ οἱ Ἅγιοι νεο-ἱερομάρτυρες καὶ Ὁμολογητές: Μπόρις (Voskoboynikov) ἐπίσκοπος Ἰβάνοβο ἐν Καζακστὰν (Τσιμκέντ), Φίλιππος (Ρασποπὸφ) ἐν Ἀμούρ, Ἐλεάζαρ τῆς Εὐπατόριας (Σπυριδόνοφ) ἐν Κολιμὰ Σιβηρίας, Σεραφείμ (Τιεβάρ) Πέρμ, Ἰωάννης (Βασίλιεφ) ἐν Καζακστάν, Ἀλέξανδρος (Οὐκσούσοφ), Γεώργιος (Προζίλοφ ), Γρηγόριος Περάτζε ὁ Γεωργιανός, ἐν Ἄουσβιτς ἐν ἔτει ͵αϠμβ´ (1942) ἐν πολλαῖς βασάνοις, φυλακαῖς καὶ διωγμοῖς ὑπό τῶν ἀθέων μπολσεβίκων τελειωθέντες ἐν Ῥωσίᾳ.
Στίχοι
Ὁ Νικόλαος, πρέσβυς ὢν ἐν γῇ μέγας,
Καὶ γῆς ἀποστὰς εἰς τὸ πρεσβεύειν ζέει.
Ἕκτῃ Νικόλεώ γε φάνη βιότοιο τελευτή.
«Θαυμαστός ὁ Θεός ἐν τοῑς ἁγῖοις Αὐτοῦ» (Ψαλμ. 67, 36)
Ο π. Ευάγγελος Χαλκίδης κι ο άγιος Νικόλαος
Ο πατήρ
Ευάγγελος Χαλκίδης από τον ιερό ναό αγίου Γεωργίου της Κοινότητος Αγίου
Βασιλείου Λαγκαδά,… ήταν όντως ενάρετος και μοσχοβολούσε αγιότητα. Ήταν
μία αγιασμένη μορφή… Λίγοι άνθρωποι υπήρξαν τόσο ελεήμονες, όσο ο πατήρ
Ευάγγελος. Χόρτασε νηστικούς, ξεδίψασε διψασμένους, έντυσε γυμνούς,
βοήθησε αρρώστους κι αυτά πάντοτε κρυφά. Ήταν μία πνευματική τράπεζα, τα
αγαθά της οποίας εγεύοντο όλοι όσοι τον πλησίαζαν.
Αρχικά διωρίσθηκε εφημέριος του ιερού ναού
Κοιμήσεως Θεοτόκου Λοφίσκου της επαρχίας Λαγκαδά (τότε η Μητρόπολη
Θεσσαλονίκης ήταν ενιαία), με την εντολή να εξυπηρετή τις θρησκευτικές
ανάγκες των χριστιανών των χωριών Αρετής και Δρυμιάς και αργότερα της
Μικροκώμης. Λειτουργούσε μία Κυριακή στον Λοφίσκο και μία στην Αρετή.
Στην Αρετή υπήρχε παλιά ένα τζαμί, το οποίο οι κάτοικοι είχαν χωρίσει στα δύο. Το ένα μέρος το χρησιμοποιούσαν ως παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου και το άλλο ως Σχολείο. Ο π. Ευάγγελος πήγαινε τακτικά σ’ αυτό το παρεκκλήσι για να κάνη Όρθρο κι Εσπερινό. Πηγαίνοντας, λοιπόν, παραμονή του Ψυχοσάββατου του 1954 μαζί με μία ενορίτισσά του στο ναό για να αφήσουν ένα ψυχοχάρτι, είδαν το ναό φωτισμένο και κάποιον κληρικό να ψέλνη μελωδικότατα στο αναλόγιο, ο οποίος μόλις τους είδε, μπήκε στο Άγιο Βήμα, πήρε τα Τίμια Δώρα, τα ύψωσε στον ουρανό και χάθηκε. Ο παπα-Βαγγέλη έμεινε άναυδος. Παρακολουθούσε εκστατικός τα δρώμενα. Μπήκε μέσα στο Ιερό για να αφήση το χαρτί. Είδε ότι δεν υπήρχε κανείς. Κατάλαβε ότι ήταν ο άγιος Νικόλαος. Ταράχθηκε πολύ. Έτρεξε αμέσως στο σπίτι του και μόλις μπήκε μέσα, λιποθύμησε. Όταν αργότερα συνήλθε, δεν μπορούσε να μιλήση. Για τρεις ημέρες είχε χάσει την φωνή του. Του έμεινε μόνιμα ένα μικρό τσέβδισμα, για να του θυμίζη πάντα ότι με τα ίδια του τα μάτια είδε υπερφυσικές καταστάσεις.
***
Ένας φίλος και προστατευόμενος του Αγ. Νικολάου,
ο μπαρμπα-Κωνσταντής Σωτηρίου.
Ο πασίγνωστος
στα μέρη του «Παππούς», Κωνσταντίνος Σωτηρίου ήταν … κάτοικος Ιερισσού.
Γεννήθηκε το 1880. Ο πατέρας του εργαζόταν στο Άγιον Όρος. Σε ηλικία
επτά ετών έμεινε ορφανός από μητέρα. Τον εφρόντιζε μία θεία του. Είχε
και έναν αδελφό ο οποίος εκοιμήθη σε ηλικία πέντε ετών.
Μία ημέρα αρρώστησε με υψηλό πυρετό. Ήταν
μικρό παιδί, μόνο του στο σπίτι• πήγε να πιή νερό και η στάμνα ήταν
άδεια. Ξάπλωσε, έκλαιγε με λυγμούς και έλεγε: «Γιατί να μην έχω και εγώ
την μανούλα μου;», ξαφνικά άνοιξε η πόρτα του δωματίου», βλέπει έναν
ιερέα με πετραχήλι να του χαμογελά και να τον χαϊδεύη στο μέτωπο. Του
λέει ο μικρός:
-Ποιος είσαι εσύ, δεν είσαι δικός μας ιερέας• τους ξέρω όλους.
-Σωστά λες, Κωνσταντή. Εγώ είμαι αυτός, και του έδειξε την εικόνα του άγιου Νικολάου που είχαν στο σπίτι. Η μητέρα του ευλαβείτο πολύ τον Άγιο. Ο μικρός λέει:
-Αυτός είναι ο άγιος Νικόλαος, μου έλεγε η μητέρα μου.
-Ναι, εγώ είμαι ο άγιος Νικόλαος και ήρθα για να σε βοηθήσω, μη κλαις.
-Έχω πυρετό και διψώ αλλά η στάμνα δεν έχει νερό.
-Σήκω να δης, η στάμνα είναι γεμάτη νερό. Απόρησε ο μικρός που την είδε γεμάτη. Ήπιε νερό, αμέσως έπεσε και ο πυρετός.
-Αχ, είμαι καλά.
-Ναι, Κωνσταντή, και τώρα θα έλθει η θεία
σου, θα σου φέρει να φας και θα πας να παίξης με τα άλλα παιδάκια που
παίζουν έξω. Θα ανάβεις το κανδήλι και όποτε με χρειάζεσαι θα με
φωνάζεις• εγώ θα έρχομαι να σε βοηθώ. Και τον έχασε από εμπρός του. Όπως
ήρθε ξαφνικά έτσι και έφυγε…
Τον χειμώνα έμενε μόνος στο χωριό για να
πηγαίνη στο σχολείο, και το καλοκαίρι τον έπαιρνε ο πατέρας του στο
Άγιον Όρος. Όμως ήταν πολύ δύσκολο να μένη μόνος του στην ηλικία που
ήταν, γι’ αυτό αναγκαστικά διέκοψε το σχολείο. Πήγε μόνο δύο τάξεις και
μετά εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ιερά Μονή Καρακάλλου κοντά στον πατέρα
του, που εργαζόταν ως πελεκητής..
Αργότερα ήρθε στην Ιερισσό και έμαθε την
τέχνη του βαρελοποιού. Ήταν γνωστός ως «ο Σωτήρης ο Βαρελάς». Από το
επώνυμο του (Σωτηρίου) πήρε το όνομα «Σωτήρης» και το «Βαρελάς» δήλωνε
το επάγγελμα του. Τους έξι χειμερινούς μήνες εργαζόταν στην Ιερισσό και
τους υπόλοιπους στο Άγιον Όρος, στην Ιερά Μονή Καρακάλλου και σε διάφορα
κελλιά. Νυμφεύθηκε κι απέκτησε έξι παιδιά. .
Ο άγιος Νικόλαος συνέχιζε να τον επισκέπτεται σε ώρες κινδύνου. Ένα βράδυ κινδύνευε ο γυιός του στην θάλασσα και εκείνη την ώρα τον ξύπνησε ο Άγιος
λέγοντας του: «Κωνσταντή, ξύπνα, το παιδί σου κινδυνεύει και εσύ
κοιμάσαι, σήκω να προσευχηθής». Όταν άνοιξε τα μάτια του, είδε τον Άγιο
και το κρεμαστό κανδήλι στο δωμάτιο να κινήται συνεχώς από μόνο του.
Ξύπνησε και την γυναίκα του, έκαναν προσευχή και το παιδί τους σώθηκε•
όντως, όπως έμαθαν αργότερα, εκείνη την ώρα βρισκόταν σε μεγάλο κίνδυνο…
Στο δωμάτιο του ήταν το εικονοστάσι, η εικόνα του άγιου Νικολάου και ένα κρεμαστό κανδήλι.
Το κυρίαρχο ήταν η θέρμη στην προσευχή του,
η ηρεμία του. Ήταν πλήρως απορροφημένος σ’ αυτό που έκανε. Δεν ήταν
τυπική και στεγνή η προσευχή του, είχε γλύκα και πολύ φόβο Θεού.
Μερικά χρόνια πριν από το τέλος της ζωής του μπαρμπα-Κωνσταντή διαπιστώθηκε ότι έβλεπε συχνά τον άγιο Νικόλαο.
Ο κ. Αριστείδης Γιαπουντζής,
ειρηνοδίκης, παρέμεινε κάποιο χρονικό διάστημα στο σπίτι και έγινε
αφορμή να αποκαλυφθή η έκταση που είχε η επικοινωνία του με τον Άγιο. Το
δωμάτιο του ήταν δίπλα στο δωμάτιο του παππού- τους χώριζε ένας τοίχος.
Ο κ. Αριστείδης έκανε υπομονή γι’ αυτό που συνέβαινε τη νύχτα, αλλά
επειδή ταλαιπωρήθηκε πολύ και θορυβήθηκε, παραπονέθηκε στον γυιό του
μπαρμπα-Κωνσταντή ότι δεν μπορούσε να κοιμηθή τα βράδια από συζητήσεις.
«Το βράδυ» είπε, «σηκώνεται από τον ύπνο του ο παππούς και ακούγεται καθαρά ότι μιλά με κάποιον
κάποιος τον σκέπτεται. Εσείς γνωρίζετε τι γίνεται; Μήπως στέκεται
κάποιος έξω από το παράθυρο; Με ξυπνά και εμένα η συζήτηση», είπε, «δεν
μπορώ να κοιμηθώ το πρωί είμαι χάλια στην δουλειά μου». Τότε ο γυιός του
ζήτησε ιδιαίτερα από τον παππού να μάθη τι γίνεται, γιατί είχε
στενοχωρηθή, επειδή εταλαιπωρείτο ο φιλοξενούμενος. Στην αρχή ο παππούς
ξαφνιάστηκε, φοβήθηκε ότι θα αποκαλυφθή και δεν μιλούσε- θύμωσε μάλιστα
επειδή δεν ασχολούνταν μαζί του. Στην μεγάλη όμως πίεση που του ασκήθηκε
να δώση μία απάντηση, εκείνος με παράπονο και δυσκολία είπε: «Τι να πω… Να, το βράδυ παρουσιάζεται ο άγιος Νικόλαος και μου μιλάει. Τι να κάνω; Βουβός να κάθωμαι;».
Αυτό δεν το γνώριζαν οι δικοί του, γιατί το δωμάτιο τους ήταν πιο
μακρυά, και εάν κάποτε κάτι άκουγαν, νόμιζαν ότι μουρμούριζε, επειδή
προσευχόταν, πράγμα που συνέβαινε. Αλλά ο κ. Αριστείδης επέμενε, δεν
ήταν μουρμουρητό προσευχής.
Κάποια στιγμή η νύφη του τον ρώτησε: «Πως είναι ο Άγιος;» Ο παππούς φειδωλός μόνον χαμογέλασε καθώς τον έφερε στην μνήμη του και είπε: Να, είναι…κοντός, δεν είναι ψηλός άνδρας». Χαμογέλασε και σταμάτησε εκεί την συζήτηση.
Στο εξής, όταν συνέβαινε κάτι παράξενο στην συμπεριφορά του και ρωτούσαν να μάθουν τον λόγο, λίγο ευκολώτερα έκανε αναφορά σε εμφανίσεις του Αγίου ο παππούς. Μετά από τέτοιες συζητήσεις με τον Άγιο, τις επόμενες ημέρες, καθώς καθόταν με το κεφάλι σκυφτό, έκλαιγε. Κάποια ημέρα τα δάκρυα του έπεφταν στο πάτωμα. Θορυβήθηκαν οι δικοί του και τον ρώτησε επίμονα η νύφη του, αν πονά, εάν του έχουν κάνει κάτι που τον στενοχώρησε, κι εκείνος απήντησε: «Δεν πονώ, δεν μου φταίει κάτι, εγώ τα έχω όλα, δεν κλαίω για μένα, για σας κλαίω, γι’ αυτά…(και έδειξε τα παιδιά), για την ανθρωπότητα κλαίω, που δεν θα δει από εδώ και πέρα άσπρη μέρα».
Ο Νικόλαος, γαμπρός του στην μικρότερη
κόρη του, είχε αρρωστήσει βαρειά από νεφρική ανεπάρκεια. Ήταν πατέρας
τεσσάρων μικρών παιδιών. Οι γιατροί δεν του έδωσαν ελπίδες ζωής.
Αναγκάσθηκαν να το πουν στον παππού. Πικράθηκε γιατί σκεφτόταν τα
ορφανά. Εκείνο το βράδυ προσευχόταν κλαίγοντας και παρακαλώντας τον Θεό
για τον άρρωστο. Τα ξημερώματα άκουσε τον άγιο Νικόλαο να του
λέη: «Φτάνει Κωνσταντή, μην παιδεύεσαι άλλο• τετρακόσιες μετάνοιες
έκανες έως τώρα. Σταμάτησε όμως γιατί ο Νικόλαος δεν θα ζήσει. Έτσι
πρέπει να γίνη. Αυτό είναι το θέλημα του Θεού … Γέμισε πόνο και
δάκρυα. Το πρωί δεν βγήκε από το δωμάτιο του. Τον αναζήτησαν. Δεν είχε
διάθεση για τίποτε. Ήταν πολύ στενοχωρημένος και έκλαιγε συνεχώς.
Ρώτησαν τι συνέβη και απάντησε: Ο Νίκος θα πεθάνει. Μου το είπε ο άγιος
Νικόλαος». Ο καλός Θεός όμως δεν επέτρεψε να το ζήση, διότι εκοιμήθη έξι
μήνες πριν από τον γαμπρό του… . Έκλεισε τα 82. Λίγο πριν από
τα Χριστούγεννα του είπε ο άγιος Νικόλαος: «Τώρα πια, Κωνσταντή, ν’
αρχίσης να ετοιμάζεσαι και να μην ξαναφάς ποτέ άλλη φορά κρέας».
Ο παππούς ενημέρωσε τους δικούς του γι’ αυτό… Την ώρα που έψαλλαν τα
εγκώμια στην Εκκλησία, γύρω στις 9 μ.μ., ξεψύχησε, το έτος 1963 σε
ηλικία 83 ετών. Μόλις τελείωσε η περιποίηση της σωρού του, κτύπησε η
καμπάνα για την έξοδο του Επιταφίου. Σε λίγο περνούσαν τον Επιτάφιο
μπροστά από το σπίτι του. Το Μεγάλο Σάββατο έγινε η κηδεία του..
Από το βιβλίο «Ασκητές μέσα στον
κόσμο», 7η διήγηση, Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος»,
Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής, 2008
***
«Οὐδείς
ἐν πειρασμοῖς σέ ποτέ προσεκάλεσε καί τήν λύσιν εὐθύς οὐκ ἐδέξατο,
Ἅγιε. Τούς μέν ἐν θαλάσσῃ, τούς δέ ἐν τῇ γῇ γάρ οὐ διαλείπεις σώζων
ἑκάστοτε, ὡς ἔχων τό δύνασθαι …».
Ρωμανός ὁ μελωδός
Πεθαίναμε απ΄ την παγωνιά και την πείνα….
Ο π. Φιλάδελφος (Mishin)
θυμάται ένα θαύμα του Αγίου Νικολάου ενώ ήταν στην εξορία (από το
Ημερολόγιο Sretensky: Testament of the New Martyrs and Confessors of
Russia ):
«Ήμουν στην εξορία. Ήταν μια χρονιά φοβερής
πείνας. Η δουλειά ήταν πολύ και πολύ σκληρή. Δεν υπήρχε τίποτα για
φαγητό. Απολύτως τίποτα. Και ένας χειμώνας σκληρός, γκρίζος. Η μεταφορά
σταμάτησε και οι παραδόσεις τελείωσαν. Ήμασταν εντελώς πεινασμένοι και
παγωμένοι για αρκετές μέρες, και τα πράγματα χειροτέρευαν, οι
θερμοκρασία έπεσε κάτω από τους σαράντα βαθμούς. Τα πουλιά πάγωναν
πετώντας. Και τα κουρέλια που φοράγαμε… Πολλά από τα αδέρφια μου
έπεφταν, έχαναν τις δυνάμεις τους και δεν μπορούσαν να περπατήσουν. Κι
εγώ ετοιμαζόμουν να πεθάνω από την πείνα και το κρύο.
«Περάσαμε τη νύχτα σε ξεχωριστές
καλύβες—μικρές, άθλιες. Γεμίσαμε το παράθυρο με κουρέλια. Στο πάτωμα
υπήρχε χιόνι – φυσούσε μέσα από τις ρωγμές. Η πόρτα ήταν μισάνοιχτη. Μια
ολόκληρη μάζα πάγου είχε παγώσει πάνω του.
«Παντού ένας παγωμένος αέρας. Ξάπλωσα,
τυλιγμένος στα κουρέλια. Η παγωνιά δυνάμωσε και μετέτρεψε ολόκληρο το
σώμα μου σε πάγο. Ξαφνικά, ήθελα να κοιμηθώ, ήμουν άσχημα. Ήξερα πολύ
καλά — αυτό είναι προάγγελος του θανάτου. Αν είχα αποκοιμηθεί έστω και
λίγο… αυτό θα’ταν όλο, δεν θα είχα σηκωθεί για πολλά χρόνια.
Ανασηκωμένος με όλες μου τις δυνάμεις, αποφάσισα να προσευχηθώ για τελευταία φορά στον Άγιο Νικόλαο τον Θαυματουργό. «Ω Θεέ μου», του είπα, «πεθαίνω. Τα βλέπεις όλα. Είσαι ο γρήγορος βοηθός, οπότε έλα και βοήθησέ με».
Δεν θυμάμαι τι έγινε μετά, τι είπα ή δεν είπα — δεν θυμάμαι. Άκουσα
μόνο ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα. Άνοιξα. Μια δυνατή ριπή ανέμου και
κρύο χιόνι χτύπησε το πρόσωπό μου. Δεν ήταν κανείς.
«Μα τι ήταν αυτό; Έξω από την πόρτα
υπήρχαν φρέσκα ίχνη. Κοίταξα γύρω ως τη γωνία… Ένας μεγάλος σάκος
βρισκόταν εκεί, και το χιόνι δεν τον είχε καλύψει ακόμα. Θεέ μου, τι
φάντασμα ήταν αυτό; Κοίταξα ξανά γύρω μου για ίχνη. Έφευγαν προς την
κατεύθυνση του δάσους. Ούτε ψυχή πουθενά τριγύρω — μόνο η χιονοθύελλα
δυνάμωνε.
«Σήκωσα το σάκο. Ήταν βαρύς. Τον πήρα μέσα στην καλύβα και τον άνοιξα… Αγαπητά μου παιδιά!…» άρχισε να κλαίει ο γέροντας. «Υπήρχαν φρέσκα καρβέλια ψωμί στο τσουβάλι. Και ήταν ακόμα ζεστά, τελείως ζεστά! Σαν να τα είχαν βγάλει μόλις από τον φούρνο.
Αλλά τι φούρνος θα μπορούσε να βρισκόταν εκεί;! Δεν υπήρχε ούτε ένα
σπίτι σε απόσταση πενήντα βερστών, μόνο εξόριστοι και κρατούμενοι.
“Λοιπόν, ζήσαμε με αυτό το ψωμί μια
ολόκληρη εβδομάδα. Όταν οι χιονοθύελλα ησύχασε, μας έφερναν μερίδες και
κανείς δεν πέθανε τότε. Σε άλλους στρατόπεδα, ακούσαμε, πολλοί πάγωσαν
σε εκείνη την καταιγίδα. Αλλά κανένας από μας δεν πάγωσε. Θαυματουργέ Νικόλαε, σώσε μας!…”
https://orthochristian.com/43581.html
***
«Να, αυτός είναι ο παππούς που μας φιλοξένησε».
Προς
το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κάπου στο Ρωσικό μέτωπο, μια μικρή
ομάδα από έξι ή οκτώ στρατιώτες κατόρθωσε να διασπάσει τις γραμμές του
εχθρού, που τους είχε περικυκλώσει, και να αναζητήσει το δρόμο της
επιστροφής στα χωριά τους.
Κατευθύνονταν ανατολικά, πότε μέσα από
έρημους δρόμους, πότε διασχίζοντας δάση και χωράφια για να αποφύγουν τη
σύλληψη από τους Γερμανούς.
Ένα βράδυ εξαντλημένοι και ταλαίπωροι, βουτηγμένοι ως τα γόνατα στο χιόνι, βρέθηκαν εκτεθειμένοι στην άκρη ενός αγρού.
«Εδώ θαρρώ πως ήρθε το τέλος μας…», μουρμούρισε ένας από αυτούς.
Εκείνη τη στιγμή διέκριναν ένα φως, όχι πολύ μακριά τους.
Προχώρησαν προς τα εκεί, ώσπου βρέθηκαν
μπροστά σε μια μοναχική καλύβα, στημένη πάνω σε μια κορφούλα στη μέση
του αγρού. Ένας από όλους χτύπησε και μπήκε μέσα, όπου βρήκε ένα γέρο
καθισμένο να μερεμετίζει τα σανδάλια του από φελλό. Δεν χρειάστηκε να
του ζητήσουν καταφύγιο. Ο γέροντας τους κάλεσε να μπουν και να
διανυκτερεύσουν κοντά του.
Η καλύβα ήταν ζεστή. Σωριάστηκαν στο πάτωμα και, κατάκοποι όπως ήταν, τους πήρε αμέσως ο ύπνος.
Όταν ξύπνησαν, είχε ήδη φέξει.
Τότε διαπίστωσαν πως ήταν κουλουριασμένοι ο
ένας δίπλα στον άλλο, όχι στο πάτωμα μιας καλύβας, αλλά έξω στο χωράφι,
πασπαλισμένοι με νιφάδες χιονιού. Δεν υπήρχε στέγη πάνω από τα κεφάλια
τους, μόνο ο ανοικτός ουρανός.
Στην πρωινή σιωπή, μπόρεσαν να ακούσουν την
μακρινή καμπάνα μίας εκκλησίας. Όλα αυτά έγιναν στη Δυτική Ουκρανία. Οι
στρατιώτες πετάχτηκαν όρθιοι, κι ακολουθώντας τους ήχους της καμπάνας,
βρήκαν την εκκλησία.
Μπαίνοντας μέσα, ένας από αυτούς πρόσεξε την εικόνα του αγίου Νικολάου.
«Να» φώναξε, «αυτός είναι ο παππούς που μας φιλοξένησε».
(αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Τα θαυμάσια του Θεού, σελ. 189-190 όπου αναγράφεται και η πηγή)
***
«Γονάτισε και άρχισε να προσεύχεται στον Άγιο Νικόλαο»
Ένας
νεαρός άνδρας ονόματι Ανδρέας, μας είπε την ακόλουθη ιστορία. Μια μέρα
βρέθηκε άστεγος και χωρίς δεκάρα λεφτά στην τσέπη του…
Ήταν νύχτα. Δεν είχε φάει τίποτα. Ίσως και
μερικές μέρες -δεν θυμάτε – αλλά δεν είχε και πού να πάει… Πέρασε δίπλα
από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου στο Pyzhi (αυτός ο ναός βρίσκεται
στην οδό Μπολσάγια Ορντίνκα όχι μακριά από το σταθμό του μετρό
Τρετιακόφσκαγια) και μπήκε στο αυλή. Εκεί γονάτισε και άρχισε να
προσεύχεται στον Άγιο Νικόλαο για τους πόνους του και ότι είχε ανάγκη να
φάει…
Προσευχήθηκε και ξαναβγήκε έξω. Επειδή όμως
δεν είχε πού να πάει, μετά από λίγο, αφού περπατούσε, ξαναγύρισε στην
αυλή του ναού, αποφασίζοντας να περιμένει εκεί το πρωί… Στο παγκάκι κοντά στο οποίο προσευχόταν υπήρχε ένα καρβέλι λευκό ψωμί, κομμένο σε φέτες…
Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις Αυτού.
Lyuda Karaseva,
***
Σε τυφώνα στον Ειρηνικό Ωκεανό…
Άκουσα αυτήν την ιστορία από τον ιερομόναχο Θεοφύλακτο ένα μοναχό από το μοναστήρι των Σπηλαίων Pskov
κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980. Του την διηγήθηκε ένας
πιστός υψηλόβαθμος στρατιωτικός αξιωματούχος του ναυτικού και ήταν η
αφορμή για να επιστρέψει στην πίστη.
Στη νεότητά του ήταν καπετάνιος μιας τορπιλάκατου στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Μια μέρα το καράβι βγήκε εκτός πορείας. Οι μετεωρολογικές προβλέψεις
ήταν καλές και τίποτα δεν ανέφερε κάτι ανησυχητικό. Την ίδια στιγμή στον
ορίζοντα πρόβαλε αρχικά το πρώτο μαύρο σύννεφο το οποίο άρχισε να
εξαπλώνεται γρήγορα. Ένας άνεμος άρχισε να φυσάει που προοδευτικά
δυνάμωνε. Ξέσπασε μια καταιγίδα. Τεράστια κύματα άρχισαν να χτυπούν το
καράβι. Άρχισε να παίρνει κλίση από τα αριστερά προς τα δεξιά. Το νερό
εισέβαλε στη μηχανή. Το πλοίο θα έμενε χωρίς μηχανή. Θα ήταν ακυβέρνητο.
Αυτό θα ήταν μοιραίο για όλους. Ο καπετάνιος δεν ήταν δειλός αλλά ο
φόβος του θανάτου άρχισε να τον κυριεύει. Αλλά δεν ήταν μόνος είχε την
ευθύνη όλου του πληρώματος.
Τι να κάνει ; Αστραπιαία περνάνε από το νου του τα λόγια της μητέρας του που του είχε πει εδώ και καιρό.: « Να προσεύχεσθε στο Θεό. Αυτός σώζει τους ανθρώπους όπου κι αν βρίσκονται» αλλά και τα λόγια του παππού του ενός γερόλυκου της θάλασσας: ”Αυτός που δεν βρέθηκε στη θάλασσα δεν προσευχήθηκε ποτέ στον Θεό.“ Ο
καπετάνιος είχε να πατήσει στην εκκλησία από την παιδική του ηλικία.
Εντάχθηκε στην komsomol και έπειτα έκανε τη θητεία του. Δεν ήξερε ούτε
καν να προσευχηθεί. Αλλά μέσα του από τα βάθη της ψυχής του κραύγαζε με όλο του το είναι : «Κύριε σώσε με! Κύριε σώσε με! ”
Ξαφνικά έγινε ένα θαύμα. Βλέπει ένα γέρο να περπατάει από τη δεξιά πλευρά του πλοίου πάνω στα κύματα.
Έφερε αμφίεση ιερέα. Ο καπετάνιος είχε το χρόνο να παρατηρήσει τα
χαρακτηριστικά του προσώπου του. Ένα μικρό γενάκι και ένα σπινθηροβόλο
βλέμμα. Ο γέρος ευλόγησε το καράβι και με τα δυο του χέρια και αμέσως ο άνεμος κόπασε. Η θάλασσα κάλμαρε. Η καταιγίδα σταμάτησε. Ο καπετάνιος κράταγε την αναπνοή του.
Υποσχέθηκε κατά την επιστροφή του να
περάσει χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση από μια εκκλησία και ν΄ανάψει
ένα κερί ως δείγμα ευγνωμοσύνης για τη σωτηρία τη δικιά του και του
πληρώματος. Αλλά στην Άπω Ανατολή εκείνη την εποχή όλες οι εκκλησίες
είχαν καταστραφεί.
Σύντομα όμως του δόθηκε η ευκαιρία. Η
υπηρεσία του τον μετέθεσε στο τότε Λένιγκραντ. Ενώ ήταν σ΄ένα τραμ
παρατηρεί μια πεντάτρουλη εκκλησία. Κατεβαίνει στην επόμενη στάση και
κατευθύνεται προς αυτή. Αυτή ήταν ο καθεδρικός του Αγίου Νικολάου.
Εισχωρεί στο μισοσκόταδο του ναού παίρνει
ένα κερί και κοιτάει γύρω του να δει που θ΄ανάψει το κερί. Βλέπει την
εικόνα ενός ηλικιωμένου επισκόπου και αποφασίζει, «θα βάλω το κερί μπροστά από αυτόν τον παππού. ”
Ο καπετάνιος πλησιάζει, κοιτάζει την εικόνα εξεταστικά. Τα
χαρακτηριστικά του προσώπου του αντιστοιχούν επακριβώς με εκείνου του
ηλικιωμένου που κόπασε την καταιγίδα στον Ειρηνικό Ωκεανό.
“Τίνος εικόνα είναι αυτή; ” ρωτάει μια γυναίκα που διακονούσε το ναό. ”Τι θέλετε να πείτε τίνος εικόνα; Αυτός είναι ο ιεράρχης Νικόλαος ο προστάτης όσων ταξιδεύουν στη θάλασσα, “ απαντάει αυτή.
Αυτό το περιστατικό περιγράφεται από τον π. Θεοφύλακτο στη συλλογή του « This Happened in Our Time »(Pravoslavie 22/05/14)
Πορφύρης Δ. Σταφυλά Π.
http://www.networkedblogs.com/X6UXN
***
Η ευγνώμων καρδιά ενός παιδιού προς τον Άγιο Νικόλαο
«Ήταν
στη Μόσχα, πριν από 5-6 χρόνια (δηλαδή στις αρχές του 20ού αιώνα). Σε
μια φτωχή οικογένεια, η μητέρα βγήκε για να κάνει τις δουλειές του
σπιτιού, αφήνοντας τον μικρό τρίχρονο παιδί της μόνο στο δωμάτιο. Όταν η
μητέρα έκλεισε την πόρτα πίσω της, ο γάντζος της πόρτας έπεσε στη
γροθιά και η πόρτα κλειδώθηκε από μέσα. Το μικρό τριγύρισε στο δωμάτιο,
έφτασε στη βρύση και την άνοιξε. Το νερό άρχισε να τρέχει. Δεν κατάφερε
να το κλείσει. Φοβήθηκε και άρχισε να ουρλιάζει. Η μητέρα του ήρθε, αλλά
η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Ενώ πήγε να φωνάξει τον κλειδαρά, να ανοίξει
την πόρτα… το παιδί ησύχασε. Ανήσυχη, η μητέρα έτρεξε μες στο δωμάτιο –
το παιδί της δεν τό ΄βλεπε πουθενά. Έτρεξε στην κούνια και το μωρό ήταν
ήρεμα ξαπλωμένο κι όλο βρεγμένο. Η κούνια ήταν φτιαγμένη με ψηλές
πλευρές, ώστε το παιδί να μην μπορεί να μπει μόνο του μέσα…
– Πώς μπήκες εδώ; – αναφώνησε έκπληκτη η μητέρα.
«Ο παππούς με έβαλε μέσα», απάντησε το παιδί χαμογελώντας.
-Ποιος παππούς;
-Αυτός εκεί! – και το μικρό έδειξε με το χέρι του την εικόνα του Αγίου Νικολάου.
Εδώ η πιστή μητέρα έπεσε με δάκρυα
τρυφερότητας μπροστά στην εικόνα του Θαυματουργού-Ελεήμονος: κατάλαβε
ότι ο ίδιος ο Άγιος είχε εμφανιστεί στο αθώο μωρό της και πατρικά το
αγκάλιασε, βάζοντάς το στην κούνια του. Και η ευγνώμων καρδιά
του παιδιού, ευχαριστούσε τον Άγιο, χωρίς καμία προτροπή, όπως μπορούσε:
έκτοτε, το παιδί άρχισε να βάζει τα περισσότερα από τα δώρα που του
έφερναν στην εικόνα του Αγίου του Θεού. «Αυτό είναι για τον παππούλη», έλεγε συνήθως το παιδί, βάζοντας την παιδική του προσφορά στην εικόνα,
και μόνο τότε του επέτρεπαν να πάρει τα δώρα από την εικόνα όταν του
έλεγαν ότι ο «παππούς» έδωσε εντολή να τα δώσουν στα φτωχά παιδιά. ”
Να, ένα συγκινητικό παράδειγμα όχι μόνο της
βοήθειας του Αγίου, που εκείνη τη στιγμή δεν του ζητήθηκε, αλλά και
μιας εκπληκτικής ευαισθησίας και ευγνωμοσύνης που φούντωσε ξαφνικά σε
τόσο μικρή ηλικία.
Από το βιβλίο «Πώς ζει η Ρωσική Ορθόδοξη Ψυχή μας» του Επισκόπου Βόλογκντα και Τοτέμσκι Νίκωνος, που δημοσιεύτηκε το 1909.
Ο
άγιος Νικόλαος ο θαυματουργός, ο «γοργοϋπήκοος», ο μέγας και θερμός
προστάτης και βοηθός των πλεόντων στο τρικυμισμένο πέλαγος της ζωής…
https://iconandlight.wordpress.com/2023/12/05/%ce%bf-%ce%ac%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%bd%ce%b9%ce%ba%cf%8c%ce%bb%ce%b1%ce%bf%cf%82-%ce%bf-%ce%b8%ce%b1%cf%85%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%b3%cf%8c%cf%82-%ce%bf-%ce%b3%ce%bf%cf%81/
Άγιος
Νικόλαος Μύρων της Λυκίας, ο Θαυματουργός κατέβηκε στο χαράκωμα, –
Παππούκα, πότε θα τελειώσει αυτός ο καταραμένος πόλεμος; – Σύντομα,
σύντομα, παιδάκια μου! Αλλά δε θα είναι ο τελευταίος, θα δώσουν μάχη
ακόμα τέσσερα άλογα και θα νικήσει το κόκκινο!”
https://iconandlight.wordpress.com/2021/12/05/%ce%ac%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%bd%ce%b9%ce%ba%cf%8c%ce%bb%ce%b1%ce%bf%cf%82-%ce%bc%cf%8d%cf%81%cf%89%ce%bd-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%bb%cf%85%ce%ba%ce%af%ce%b1%cf%82-%ce%bf-%ce%b8%ce%b1%cf%85%ce%bc-2/
Ἀπολυτίκιον τοῦ ἁγίου Νικολάου Μύρων τῆς Λυκίας.
Ἦχος δ´.
Κανόνα πίστεως καὶ εἰκόνα πρᾳότητος, ἐγκρατείας Διδάσκαλον, ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια, διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια, Πάτερ Ἱεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον τοῦ ἁγίου Νικολάου Μύρων τῆς Λυκίας.
Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς κρήνη ἀκένωτος, τῶν θεϊκῶν δωρεῶν, πηγάζεις, Νικόλαε, τῇ οἰκουμένη ἀεί, θαυμάτων τὰ ῥεύματα, παύεις τῶν πολυπλόκων, πειρασμῶν τὰς ἑφόδους, σῴζεις τοὺς ἐν κινδύνοις, ὡς θερμὸς ἀντιλήπτωρ· διὸ τὴν προστασίαν σου, πάντες κηρύττομεν.
Ἀπολυτίκιον τοῦ Νεομάρτυρος Νικολάου, τοῦ Καραμάνου τοῦ ἐν Σμύρνῃ. (Χαραλάμπους Μπούσια)
Ἦχος πλ. α´. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὃν ἠρνήσω, Νικόλαε, ὡμολόγησας Χριστὸν πολλῇ παῤῥησίᾳ ἐν δυσχειμέροις καιροῖς τῆς δουλώσεως ἀνόμων πρὸ τοῦ βήματος καὶ ἐν τῇ Σμύρνῃ, ἀθλητά, νεομάρτυς εὐσθενές, ἀγχόνῃ ἀπηῳρήθης, ὁ ἱλεούμενος Κτίστην ἡμῖν τιμῶσί σου τὴν ἄθλησιν.
Στιχηρά. Τοῦ Ἁγίου.
Ἦχος βʹ. Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου
Μύροις, παροικήσας αἰσθητῶς, μύρον ἀληθῶς ἀνεδείχθης, μύρῳ χρισθεὶς νοητῷ Ἅγιε Νικόλαε, Ἀρχιεράρχα Χριστοῦ, καὶ μυρίζεις τὰ πρόσωπα, τῶν πίστει καὶ πόθῳ, σοῦ τὴν παναοίδιμον, μνήμην τελούντων ἀεί, λύων συμφορῶν καὶ κινδύνων, τούτους καὶ τῶν θλίψεων Πάτερ, ἐν ταῖς πρὸς τὸν Κύριον πρεσβείαις σου.
Νίκη, φερωνύμως ἀληθῶς, τοῦ πιστοῦ λαοῦ ἀνεδείχθης, ἐν πειρασμοῖς κραταιά, Ἅγιε Νικόλαε, θεράπων ὄντως Χριστοῦ· πανταχοῦ γὰρ καλούμενος, ὀξέως προφθάνεις, πόθῳ τοὺς προστρέχοντας, ὑπὸ τὴν σκέπην σου· σὺ γὰρ ἐν νυκτὶ καὶ ἡμέρᾳ, πίστει ὀπτανόμενος σῴζεις, ἐκ τῶν πειρασμῶν καὶ περιστασεων.
Εἰς τὸν Στίχον, Στιχηρὰ Προσόμοια.
Ἦχος πλ. α´. Χαίροις ἀσκητικῶν.
Χαίροις ὁ ἱερώτατος νοῦς· τὸ τῆς Τριάδος καθαρὸν ἐνδιαίτημα· ὁ στῦλος τῆς Ἐκκλησίας· ὁ τῶν πιστῶν στηριγμός· καταπονουμένων ἡ βοήθεια· ἀστήρ, ὁ ταῖς λάμψεσιν, εὐπροσδέκτων δεήσεων, διασκεδάζων, πειρασμῶν τε καὶ θλίψεων, σκότος πάντοτε, Ἱεράρχα Νικόλαε· ὅρμος ὁ γαληνότατος, ἐν ᾧ καταφεύγοντες, οἱ τρικυμίαις τοῦ βίου περιστατούμενοι σῴζονται. Χριστὸν ἐκδυσώπει, ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν δοθῆναι, τὸ μέγα ἔλεος.
Δόξα.
Ἦχος πλ. βʹ.
Ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, καὶ πιστὲ θεράπον, λειτουργὲ Κυρίου, ἄνερ ἐπιθυμιῶν, σκεῦος ἐκλογῆς, στῦλε καὶ ἑδραίωμα τῆς Ἐκκλησίας, Βασιλείας κληρονόμε, μὴ παρασιωπήσῃς, τοῦ βοᾶν ὑπὲρ ἡμῶν τὸν Κύριον.
Κοντάκιον προεόρτιον τῶν Χριστουγέννων
Ἦχος γ´. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ Παρθένος σήμερον τὸν προαιώνιον Λόγον ἐν σπηλαίῳ ἔρχεται ἀποτεκεῖν ἀποῤῥήτως. Χόρευε, ἡ οἰκουμένη, ἀκουτισθεῖσα· δόξασον μετὰ ἀγγέλων καὶ τῶν ποιμένων, βουληθέντα ἐποφθῆναι παιδίον νέον, τὸν πρὸ αἰώνων Θεόν.
Κοντάκιον τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Νικολάου,
φέρον ἀκροστιχίδα τήνδε, ᾨδὴ Ῥωμανοῦ.
ι´
Ὑπὸ τὴν σκέπην σου κἀμὲ ἀγκάλισαι, θεόφρον, ὡς πάλαι καὶ τοὺς νέους,
Νικόλαε, εὐχαῖς σου αὐτοπτικῶς διαγαγὼν
ἀπὸ τοῦ θανάτου πρὸς ζωὴν καὶ τὴν ῥευστὴν ὁμῶς καὶ τὴν οὐράνιον·
καὶ νῦν αἰτῶ σε, πάτερ, διάσωσον ἐκ τοῦ βροτοκτόνου
5 τὴν ζωήν μου καὶ κινδύνων ἐξάρπασον ταῖς σαῖς ἱκεσίαις·
ὑπάρχεις γὰρ ἀεὶ ἐλπὶς ἀπορούντων
καὶ λιμὴν γαληνιῶν πᾶσιν ἀνθρώποις,
ἄγκυρα καὶ φῶς καὶ ἔρεισμα, ὅτι πέλεις
τοῖς ἐν ἀνάγκῃ ἀήττητος πρόμαχος.
ι´
Κάτω από την προστασία σου αγκάλιασε και μένα, θεόφρονα Νικόλαε, όπως και τους
νέους στο παρελθόν,
αφού με περάσεις εποπτεύοντας διά των προσευχών σου
από τον θάνατο προς την πρόσκαιρη ομοίως και την ουράνια ζωή·
και τώρα σε παρακαλώ, πατέρα, διάσωσε από τον ανθρωποκτόνο
τη ζωή μου και απομάκρυνέ με από τους κινδύνους με τις ικεσίες σου·
γιατί είσαι πάντα η ελπίδα των φτωχών
και λιμάνι που φέρνει τη γαλήνη σε όλους τους ανθρώπους,
αποκούμπι και φως και στήριγμα, διότι είσαι
ανίκητος προστάτης όσων έχουν ανάγκες.
O AΓΙΟΣ ΤΩΝ ΘΑΛΑΣΣΩΝ, ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ. π. ΑΝΑΝΙΑΣ ΚΟΥΣΤΕΝΗΣ. 6.12.2000
https://www.youtube.com/watch?v=rrrPL3TYvwo
Ἅγιος Νικόλαος, ὁ ἅγιος τῶν ἀδικημένων καὶ τὸ Ψαλτήρι (6.12.20)
https://www.youtube.com/watch?v=o-07uhi3RnU
Ἡ ὁμολογία καὶ ὁ ἱερὸς θυμὸς τοῦ ἁγίου Νικολάου (6.12.2018)
https://www.youtube.com/watch?v=xxiWyhyeyaA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου