
Ἡ ξύλινη κούπα τοῦ Ὁσίου Παρθενίου καὶ τὸ θαλασσινὸ νερό!
Μιὰ μέρα ὁ Ὅσιος Παρθένιος καθόταν μέσα σὲ μιὰ βροχοσπηλιὰ δίπλα στὴ θάλασσα μὲ ἕνα πνευματικό του παιδί, τὸν Γιώργη ἀπὸ τὸν Πλατανιά, καὶ κουβέντιαζαν γιὰ ὧρες κι ἐξομολογοῦνταν ὁ ἄνθρωπος ὅ,τι εἶχε μέσα στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του στὸν Γέροντα, καρτερῶντας νὰ τὸν συμβουλέψει καὶ νὰ τοῦ φανερώσει τοῦ Θεοῦ τὸ θέλημα.
–Γέροντα, δίψασα, τοῦ εἶπε κάποια στιγμὴ ὁ προσκυνητῆς. Στέγνωσαν τὰ χείλη μου καὶ νιώθω πάνω τους σὰν νὰ ἔχει πέσει ὅλο τὸ ἁλάτι τῆς θάλασσας. Τί κρῖμα, Γέροντα, νὰ μὴν ἔχει τὸ μοναστήρι μιὰ πηγὴ μὲ ὡραῖο, γάργαρο νερό, εἶπε γνωρίζοντας τὸ πρόβλημα τῆς ἔλλειψης τοῦ νεροῦ. Ὁ Κόφινας, ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ τὸ μοναστήρι, μπορεῖ νὰ εἶναι θεόρατο βουνό, μὰ εἶναι ὅλο πέτρα. Δὲν εἶναι δασωμένο γιὰ νὰ κρατάει τὸ νερὸ καὶ νὰ τρέχουνε πηγές.
Ὁ Ὅσιος Παρθένιος τὸν κοίταξε τότε χαμογελῶντας καὶ τοῦ λέει:
–Τί ζήτησες, εὐλογημένε, μὲ πίστη ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δὲν σοῦ τὸ ἔδωσε;
Καὶ βάζει τὸ χέρι του στὴν τσέπη ἀπ’ τὸ κοντόρασό του καὶ βγάζει μιὰ ξύλινη κούπα, ποὺ εἶχε μαζί του, καὶ σκύβοντας τὴ γεμίζει θαλασσινὸ νερό. Κάνει πάνω της τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ τὴ δίνει στὸν Γιώργη.
–Νά, πιες, τοῦ λέει.
Παίρνει ὁ Γιώργης τὴν ξύλινη κούπα καὶ τὴ φέρνει δειλὰ στὰ χείλη του καὶ γυρίζοντάς την τὰ βρέχει μιὰ στάλα μὲ τὸ νερό. Τότε μεμιὰς κατάλαβε πὼς τοῦτο τὸ νερὸ ἦταν γλυκὸ καὶ εἶχε μιὰ γεύση, ποὺ ὅμοιά της δὲν εἶχε δοκιμάσει. Δίχως νὰ τὰ χάσει μὲ τὸ θαῦμα, δίνει μιὰ στὴν κούπα καὶ τὴν ἀδειάζει στὸ διψασμένο λαρύγγι του κι ὕστερα εἶχε καὶ τό ‘λεγε πὼς τέτοιο νερὸ δὲν εἶχε ξαναπιεὶ ποτὲ στὴ ζωή του.
Πηγή: «Ἦταν κάποτε παιδιά. Ὁ Ὅσιος Παρθένιος καὶ ὁ Ὅσιος Εὐμένιος ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Κουδουμά», τῆς Ἄννας Ἰακώβου, ἐκδ. «Ἄθως-Παιδικά»
Θαύματα τῶν Ὁσίων Παρθενίου καὶ Εὐμενίου
Ἡ ζωὴ τῶν Ὁσίων Παρθενίου καὶ Εὐμενίου τῆς Μονῆς Κουδουμὰ ἦταν γεμάτη ἀπὸ θαυματουργικὰ σημάδια ὄχι μόνο ὅσο ἦταν ἐν ζωῇ, ὄχι μόνο μετὰ τὸ θάνατο τοὺς ἀλλὰ καὶ πρὶν ἐνδυθοῦν τὸ ράσο ἀπὸ τὰ πρῶτα νεανικά τους χρόνια. Θὰ ἦταν φρόνιμο νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ δύο θαύματα τοῦ Ὁσίου Παρθενίου ποὺ δείχνουν πὼς ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία του εἶχε ἡ δυνατότητα τῆς θαυματουργίας.
Μία μέρα στὸ σπίτι ἡ μητέρα εἶχε παραγγείλει στὸν Παρθένιο, Νικόλαο τότε, νὰ ἀνάψει τὸ φοῦρνο γιὰ νὰ ψηθεῖ τὸ ψωμὶ ποὺ εἶχε ζυμώσει. Ὁ Νικόλαος τὸ ἀμέλησε καὶ ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νὰ φουρνίσει τὸ ψωμὶ ἡ μητέρα του ἔβαλε τὶς φωνές. Ἀτάραχος ὁ Νικόλαος τῆς εἶπε φούρνισε μητέρα καὶ μὴ ταράζεσαι. Ἐκείνη σεβάστηκε τὴν προτροπή του καὶ ἔβαλε τὸ ψωμὶ στὸ φοῦρνο. Ὁ Νικόλαος σχημάτισε ἐπάνω στὸ φοῦρνο τὸ σχῆμα τοῦ σταυροῦ καὶ τὸ ψήσιμο τοῦ ἄρτου ἔγινε κανονικά, καλύτερα ἀπὸ κάθε ἄλλη φορά. Τότε ἡ μητέρα του εἶπε: παιδί μου δὲν εἶμαι ἄξια νὰ σὲ ἔχω στὸ σπίτι μου. Στὸ Θεὸ ἀνήκεις πήγαινε κοντά του. Τὰ ἴδια λόγια ἀκριβῶς εἶπε καὶ στὸ ἄλλο της τὸ παιδὶ τὸν Ὅσιο Εὐμένιο ποὺ τότε ἔφερε τὸ ὄνομα Ἐμμανουήλ.
Ἕνα ἀκόμα θαῦμα ποὺ σχετίζεται μὲ τὸν ὅσιο Παρθένιο εἶναι αὐτὸ ποὺ συνέβη ὅταν δούλευε στὰ πλοῖα μὲ τὸν νονό του, καπετὰν Ἀνδροκλή. Τὸ 1852, πρὶν ἀκόμα πεθάνει ὁ πατέρας τους ὁ Ἀνδροκλὴς ζήτησε νὰ τὸν πάρει μαζί του στὸ πλεούμενο γιὰ νὰ μάθει τὴ ναυτικὴ τέχνη. Κάποια μέρα μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια δουλείας στὸ πλοῖο, τὸ πλοιάριο ἦρθε στὰ Μάταλα καὶ ἑτοιμάζονταν νὰ φύγουν γιὰ ἄλλο ταξίδι. Ὁ Νικόλαος προφασίστηκε νὰ πάρει ροῦχα ἀπὸ τὸ σπίτι του καὶ ἐξαφανίστηκε. Τὸ πλοιάριο δὲν τὸν περίμενε καὶ ἔφυγε, χωρὶς ὅμως νὰ γυρίσει ποτὲ ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ ταξίδι, στὸ ὁποῖο πνίγηκαν ὅλα τὰ μέλη τοῦ πληρώματος. Ὁ Θεός του εἶχε δείξει σημάδι νὰ μὴν ταξιδέψει καθὼς εἶχε δείξει σημεῖο – εἰδοποίηση.
Ἂν τὸ ἔλεγε καὶ στοὺς ἄλλους δὲν θὰ τὸν πίστευε κανεὶς γιατί ἡ πίστη δὲν εἶναι κάτι ποὺ ἀνακοινώνεται ἢ παρουσιάζεται ἀλλὰ ἀνακαλύπτεται ἐλεύθερα ἀπὸ τὸν καθένα μας. Ἔτσι ἄφησε τὰ καράβια καὶ γύρισε στὸν ἀγαπημένο ἐκκλησιασμὸ καὶ ἀργότερα τὴ μοναχικὴ ζωή.
Θὰ σημειώσουμε ἀκόμα ἕνα θαῦμα τῶν Ὁσίων ποὺ ἔγινε ὅταν ἔκτιζαν τὸ μοναστήρι. Κάποια στιγμή, καθὼς συνεχίζονταν τὸ κτίσιμο τὴ μονῆς, τελείωσαν οἱ πέτρες. Οἱ τεχνῖτες ἐνημέρωσαν τοὺς δύο Πατέρες πὼς δὲν μποροῦσαν νὰ περιμένουν μέχρι νὰ βρεθοῦν καινούριες πέτρες καθὼς ἔχαναν μεροκάματα γιὰ τὶς οἰκογένειες τους. Θὰ ἔφευγαν ἀπὸ τὸ μοναστήρι ὥστε νὰ ἐργαστοῦν ἀλλοῦ καὶ ὅταν θὰ βρίσκονταν οἱ πέτρες θὰ ἐπέστρεφαν γιὰ νὰ συνέχιζαν τὸ κτίσιμο. Οἱ Ὅσιοι παρακάλεσαν τοὺς τεχνῖτες νὰ μὴν φύγουν μέχρι τὸ πρωί. Ὅλο τὸ βράδυ προσεύχονταν θερμὰ στὸ ἱερὸ τοῦ ναοῦ τῶν χαλασμάτων γιὰ νὰ βρεθοῦν οἱ πέτρες. Σὲ λίγο ξέσπασε μιὰ μεγάλη τρικυμία. Ὅταν ἠρέμησε, ἡ παραλία μπροστὰ στὸ μοναστήρι ἦταν γεμάτη ἀπὸ τὶς πέτρες, τὶς ὁποῖες εἶχε φέρει ἡ τρικυμία ποὺ προκλήθηκε μὲ τὴν προσευχὴ τῶν ὁσίων πατέρων. Ἔκπληκτοι οἱ τεχνῖτες ἀντίκρυσαν τὶς πέτρες ποὺ τοὺς ἦταν ἀπαραίτητες γιὰ τὴ συνέχιση τοῦ κτισίματος. Οἱ ὅσιοι δοξολόγησαν τὸ Θεὸ ποὺ ἄκουσε τὴν προσευχή τους καὶ ἡ ἀνέγερση τῆς μονῆς συνεχίστηκε ἀπρόσκοπτα.
Πηγή: Ἀπόσπασμα ἀπὸ ὁμιλία του Δρ. Ἰωάννη Ν. Λίλη (Λέκτορα Δογματικῆς καὶ Συμβολικῆς Θεολογίας τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Ἡρακλείου Κρήτης) στὶς 10 Ἰουλίου 2011, ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τῶν Ὁσίων Παρθενίου καὶ Εὐμενίου, στὴν πανηγυρίζουσα Ἱερὰ Μονὴ Κουδουμὰ στὴ Μεσσαρὰ τῆς Κρήτης. Δημοσιεύθηκε στὴν ἐπίσημη ἱστοσελίδα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γορτύνης καὶ Ἀρκαδίας.

Γερόντισσα Γαλακτία: «Χθὲς ἦρθαν οἱ Ὅσιοι Παρθένιος καὶ Εὐμένιος τοῦ Κουδουμὰ» (1 Αὐγούστου 2016)
Συνομιλία πατρὸς Ἀντωνίου μὲ Γερόντισσα ἐνώπιον τῶν φροντιστριών της.
-π. Ἀντώνιος: «Ἦρθε ὁ Μέγας Ἀντώνιος;»
-Γερόντισσα: «Ω, ναί… Φίλοι εἴμαστε… Καὶ ἡ ψηλὴ Ἁγία Αἰκατερίνη… Καὶ ἡ ψηλὴ Ἁγία Εἰρήνη Χρυσοβαλάντου… Γριὰ ἤτανε μὰ δὲν τῆς φαίνεται».
-π. Ἀντώνιος: «Τί σοῦ λένε;»
-Γερόντισσα: «Πολλᾶ… Νά… Χθὲς ἦρθαν οἱ Ὅσιοι Παρθένιος καὶ Εὐμένιος τοῦ Κουδουμά. Μοῦ εἶπαν: “Θεία Κοινωνία νὰ λὲς στὸν κόσμο… Νὰ παίρνει δύναμη… Νὰ ἀντέξουν αὐτὰ ποὺ ἔρχονται… Ὄχι, ὅμως ξεκάρφωτα”. Ἔδειξαν ἕνα πετραχήλι. “Μεγάλη ἐξομολόγηση” εἶπαν. Καὶ ὅ,τι πεῖ τὸ πετραχήλι”. Καὶ ἕνα κομβοσχοίνι ἔδειξαν. “Νὰ λὲς ἔτσι. Μὲ αὐτὰ θὰ ἀντέξει ὁ κόσμος. Νὰ μὴν κατακρίνουν οἱ ἄλλοι αὐτοὺς ποὺ θὰ βλέπουν νὰ κοινωνοῦν συχνά”. Τὸ εἶπαν κι αὐτό».
-π. Ἀντώνιος: «Εἶδες δυσκολίες;»
-Γερόντισσα: «Μεγάλες! Ἀναστατώσεις, πολέμους, πεῖνα. Δὲν ξέρω νὰ τὰ πῶ. Δὲν ξέρω νὰ τὰ ἐκφράσω. Δὲν μὲ βοηθᾶ πιὰ ἡ κεφαλή μου. Πέφτω κάθε μέρα. Ὅλα ὅμως θὰ εἶναι ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος. Ὑπὲρ τῆς πίστεως. Δόξα μεγάλη. Ἔρχεται μπόρα ἀλλὰ καὶ δόξα. Ὅλα ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος. Αὐτὸ νὰ τὸ τονίζεις».
Πηγή: “Ἡ Ὁσία Γερόντισσα Γαλακτία τῆς Κρήτης”, Ἱερὰ Μητρόπολις Μόρφου, ἐκδ. Θεομόρφου, σελ. 146-147

Στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Παναγίας του Κουδουμὰ ὁ Ὅσιος Εὐμένιος Σαριδάκης!
Ὁ πονηρὸς βλέποντας τὴν πνευματικὴ πρόοδο τοῦ μοναχοῦ ἄρχισε συστηματικὰ νὰ τὸν πολεμᾶ. Μέρα καὶ νύχτα, δίχως διακοπὴ παρουσιαζόταν μπρός του μὲ διάφορες μορφὲς προσπαθῶντας νὰ τὸν βλάψει. Ὁ Σωφρόνιος (ὡς μοναχὸς εἶχε τὸ ὄνομα Σωφρόνιος κι ὅταν χειροτονήθηκε εἰς πρεσβύτερον πῆρε τὸ ὄνομα Εὐμένιος) καταλαβαίνοντας τὰ τεχνάσματά του τὸν πολεμοῦσε μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ πολλὴ προσευχὴ καταφέρνοντας νὰ ἀποκρούει τὶς δαιμονικὲς ἐπιθέσεις. Ὡστόσο, ἡ ἀπειρία τὸν ὁδήγησε σὲ ἐπίφοβα μονοπάτια, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ πονηρὸς νὰ ἀδράξει τὴν πρώτη εὐκαιρία ποὺ τοῦ δόθηκε καὶ νὰ ἐκδικηθεῖ τὸν ἀγωνιστὴ μοναχὸ ταλαιπωρῶντας τὸν σκληρὰ γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα τῆς ζωῆς του.
Ὁ πατὴρ Σωφρόνιος, ἂν καὶ φιλότιμος στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα ἦταν ἀκόμη ἄπειρος καὶ δὲν εἶχε ἀποκτήσει τὴν ἀπαιτούμενη διάκριση. Ἦταν τὸ 1960 ὅταν σὲ ἡλικία 29 χρονῶν μετὰ ἀπὸ ἀπανωτὲς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ πίστεψε πὼς κατάφερε καὶ νίκησε τὰ δαιμόνια καὶ πὼς ἡττημένα τὰ γελοιοποίησε. Ἔνιωσε τότε μέσα του μιὰ παράξενη ἱκανοποίηση (κούφια εὐχαρίστηση). Τὴ σκέψη αὐτὴ τὴν ἔκανε μιὰ μέρα καθὼς κατέβαινε τὰ σκαλιὰ τοῦ Νοσοκομείου Λοιμωδῶν. Αὐτὴ τὴ φευγαλέα στιγμὴ ποὺ πέρασε ὁ ὑπερήφανος λογισμὸς ἀπὸ τὸν νοῦ του περίμενε ὁ πονηρός. Μὲ μανία τὸν χτύπησε στὸ πρόσωπο καὶ στὴ συνεχεία αἰχμαλώτισε τὸ νοῦ καὶ τὸ σῶμα του.
Τὰ ἀδέρφια του τὸν πήρανε στὸ χωριό τους την Ἐθιά. Ἄρχισε τότε ἕνας μεγάλος ἀγῶνας μὲ πολὺ προσευχή, πολλὰ δάκρυα, ἀγρυπνίες, νηστεῖες, ἐπισκέψεις σὲ μοναστήρια ὅπου διαβάζονταν οἱ ἀνάλογες εὐχὲς ποὺ ἔχει ἡ ἐκκλησία γι’ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις.
Ἕνα τέτοιο προσκύνημα ἔγινε καὶ στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κουδουμά. Συγγενεῖς καὶ συχωριανοὶ συνόδευσαν ὁδοιπορῶντας τον πατὴρ Σωφρόνιο στὸ προσκύνημα. Μόλις ἔφτασαν στὸ μοναστήρι ὁ πατὴρ Σωφρόνιος βλέπει τὴν Παναγία νὰ ἀνοίγει τὰ χέρια της καὶ νὰ τὸν ἀγκαλιάζει.
Νὰ πὼς περιγράφει ὁ ἴδιος τὴ συγκλονιστικὴ στιγμή:
-Τὴν Παναγία τὴν εἶδα, ὅταν πήγαινα στὸν Κουδουμά. Συναντήσαμε μιὰ ἐκκλησία, ποὺ εἶναι τοῦ Πέτρου καὶ Παύλου. Καθίσαμε ἐκεῖ, ἤπιαμε νερό, φάγαμε ψωμὶ κι ἐλιὲς καὶ μετὰ συνεχίσαμε νὰ πᾶμε στοῦ Κουδουμά. Καί, μόλις φθάσαμε ἐκεῖ, νιώθω τὴν Παναγία καὶ μὲ κάνει μιὰ ἀγκαλιά, ἔτσι. Πῶς ἀγκαλιάζεις ἕνα ἄτομο, ἔτσι. Δὲν εἶδα τίποτε. Μόνο τὴν ἀγκαλιὰ ἔνιωσα. Τότε ἤμουν εἴκοσι ἐννέα χρόνων.
Ὁ ἐξάδελφος τοῦ Ἀντώνιος Σαριδάκης θυμᾶται ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ προσκύνημα:
-Ἡ χαριστικὴ βολὴ στὸ διάβολο δόθηκε ἀπὸ τὴν Παναγία του Κουδουμά. Τὸν πήγαμε ἐκεῖ μὲ συνοδεία πολλῶν συγγενῶν καὶ χωριανῶν. Ἡ Παναγία τὸν εἶχε ἀγκαλιάσει, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ ἴδιος, καὶ τὸν τραβοῦσε πρὸς τὸν Κουδουμά, καὶ ἡ ἐνάντια δύναμη τοῦ σατανᾶ τὸν τραβοῦσε πρὸς τὰ πίσω. Βέβαια δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ ὑπερισχύσει ἡ δύναμη τῆς Παναγίας. Ὑπῆρχε μέγας κίνδυνος νὰ χαθεῖ γιὰ πάντα, ἀλλὰ ἡ Παναγία τὸν προστάτεψε.
Στὸ μοναστήρι του Κουδουμὰ γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ τοῦ πατρὸς Σωφρονίου ἀπὸ τὸν πειρασμὸ συμπροσευχήθηκαν μὲ θέρμη ὁ τότε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς καὶ ἐνάρετος Πνευματικός, Ἱερομόναχος Νικόδημος Καλλιγιαννάκης, ὁ μακαριστὸς Ἴερομ. Ἀναστάσιος Λεονταρίδης ὁ Κουδουμιανὸς καὶ ὁ μακαριστὸς Ἱερομόναχος Εὐμένιος Λυκάκης ὁ Σιναΐτης ποὺ ὑπῆρξε παραδελφός του Σωφρονίου στὸ μοναστήρι τοῦ ἁγίου Νικήτα.
Ὁ δεσμὸς μὲ τὸ μοναστήρι του Κουδουμά: Μετὰ τὸ συγκλονιστικὸ γεγονὸς τῆς θεραπείας του, ὁ Σωφρόνιος ἀπὸ εὐλάβεια καὶ εὐγνωμοσύνη ἐγγράφεται στὸ μοναχολόγιο τῆς Ι. Μ. Κουδουμὰ καὶ θὰ παραμείνει ἀδελφὸς τῆς Μονῆς μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του.
Ἀγαποῦσε πολὺ τοὺς δύο κτήτορες τῆς Μονῆς, τοὺς Ὁσίους Παρθένιο καὶ Εὐμένιο. Κάποτε μάλιστα ὁ Ὅσιος Εὐμένιος ἐμφανίστηκε μπρός του κι ὁ Σωφρόνιος παρατήρησε πὼς εἴχανε τὸ ἴδιο ὕψος. Ὁ ἴδιος ἀφηγεῖται χαριτωμένα:
-Αὐτὸς ὁ Εὐμένιος, οὔτε πιὸ ψηλὸς εἶναι, οὔτε πιὸ κοντός, ἕνα ἀλφάδι εἴμαστε!
Ὁ Ἅγιος συνέβαλε ἀθόρυβα καὶ στὴν ἀνοικοδόμηση τῆς Μονῆς δωρίζοντας μετὰ θάνατον τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ἀπολαβῶν του ἀπὸ τὴν ἱερατική του διακονία. Τὸ ποσὸ αὐτὸ δαπανήθηκε γιὰ τὴν ἀνέγερση τῆς τράπεζας τῆς Μονῆς Κουδουμὰ καθὼς καὶ τῶν ξενώνων τῶν προσκυνητῶν. Ὅσο ζοῦσε ἔκανε καὶ μικρότερες δωρεὲς ἱερῶν κειμηλίων, τὰ ὁποῖα φυλάσσονται μὲ ἰδιαίτερη εὐλάβεια στὸ Μοναστήρι.
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ὁ Ὅσιος Εὐμένιος ὁ Νέος»

Συγκλονιστικὰ θαύματα σὲ ὅλο τὸν κόσμο!
Τὰ τελευταῖα χρόνια, ἡ Μονή του Κουδουμὰ ἔχει γίνει ξακουστὴ σὲ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο γιὰ τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων Πατέρων Παρθενίου καὶ Εὐμενίου. Ἄνθρωποι ἀπ’ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, τὴν Κύπρο, μὲ τὴν ὁποία ἔχουν συναφθεῖ στενοὶ δεσμοί, ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ προστρέχουν παρακαλῶντας γιὰ τὴν ὑγεία τὴ δική τους ἀλλὰ καὶ τῶν προσφιλῶν τους ἀτόμων.
«Μετὰ τὴ Κοίμησή τους, ἀλλὰ καὶ πρίν, οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἦταν θαυματουργοί», λέει ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἀρχιμανδρίτης Μακάριος καὶ προσθέτει:
«Ὅμως ἀπὸ ὅταν κατατάχθηκαν στὸ ἐπίσημο Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας, τὸ 2007, θέλησαν νὰ ἔρθουν πιὸ κοντὰ στὸν κόσμο καὶ ἐμφανίζονται, πάντα μαζί, κάνοντας εὐεργεσίες σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἀντιμετωπίζουν προβλήματα ὑγείας, τοὺς ὁποίους καὶ θεραπεύουν, ἢ καὶ σὲ ἄλλους ποὺ ἀντιμετωπίζουν δυσκολίες κι ἐκεῖνοι τοὺς προστατεύουν». Ὁ ἡγούμενος ἔχει πολλὲς ἱστορίες νὰ θυμηθεῖ. Ἀπὸ τὴ Γερμανία ὡς τὴν Κύπρο, ἄνθρωποι ποὺ νόσησαν ἀπὸ καρκίνο εἶχαν τὴν εὐκαιρία, ὅπως λέει, νὰ δοῦν τοὺς Ἅγιους Πατέρες, ν’ ἀκούσουν κυρίως τὸν Ἅγιο Παρθένιο νὰ τοὺς ἀπευθύνεται καὶ νὰ θεραπευτοῦν.
«Ξέρετε, θαῦμα δὲν εἶναι μόνο ἡ θεραπεία. Θαῦμα εἶναι καὶ νὰ σοῦ δώσει ὁ Ἅγιος τὸ κουράγιο νὰ σηκώσεις τὸ Σταυρό σου», λέει ὁ ἡγούμενος μιλῶντας στὴν ἐφημερίδα “Νέα Κρήτη”.
Κι εἶναι πολλὲς αὐτὲς οἱ περιπτώσεις. Ἄνθρωποι ποὺ συρρέουν στὸ μοναστήρι, ἀναζητῶντας τὴν ἐλπίδα καὶ τὴ δύναμη νὰ παλέψουν ὅλα τὰ δύσκολα ποὺ ἀντιμετωπίζουν καὶ ποὺ κατὰ κύριο λόγο ἀφορᾶ τὴν ἴδια τή ζωή… Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τὰ ὅσα συνέβησαν τὸ 2011, ὅταν ἡ κάρα τοῦ Ἁγίου Παρθενίου ταξίδεψε στὴν Ἀθήνα, μετὰ ἀπὸ πρόσκληση τῆς Ἐνορίας τῶν Ταξιαρχῶν στὸ Περιστέρι.
«Χιλιάδες κόσμου ἦρθαν νὰ προσκυνήσουν, πρᾶγμα ποὺ μᾶς ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση, καθότι τότε οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἦταν ἄγνωστοι στὸ εὐρὺ κοινό», λέει ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Κουδουμά, ὁ ὁποῖος προσθέτει πὼς πολλοὶ ἦταν οἱ πιστοὶ ποὺ τοῦ ἔλεγαν πὼς «δυὸ μαυροφορεμένοι ἐμφανίζονταν στὸν ὕπνο τους καὶ τοὺς προσκαλοῦσαν νά ‘ρθουν νὰ τοὺς γνωρίσουν»!
«Τὴν τελευταία μέρα κι ἐνῷ εἴχαμε ἤδη πάρει τὴν κάρα τοῦ Ἁγίου ἀπὸ τὸ ναό, μᾶς ζήτησαν νὰ πᾶμε στὸ Νοσοκομεῖο Παίδων “Ἁγία Σοφία” νὰ σταυρώσουμε ἕνα μωράκι μερικῶν ἡμερῶν ποὺ εἶχε μεταφερθεῖ ἀπὸ τὴ Ρόδο μὲ C-130, καθὼς εἶχε προσβληθεῖ ἀπὸ μικροβιακὴ μηνιγγίτιδα. Τὸ μωρὸ ἦταν σὲ πολὺ ἄσχημη κατάσταση, μὲ τὴ ζωή του νὰ βρίσκεται σὲ πραγματικὸ κίνδυνο. Σαφῶς καὶ πήγαμε. Κι ἀφοῦ τὸ σταυρώσαμε, ἡ προϊσταμένη μᾶς ζήτησε νὰ προσευχηθοῦμε καὶ γιὰ τὰ ἄλλα παιδάκια ποὺ νοσηλεύονταν στὴ ΜΕΘ. Τὰ σταυρώσαμε βεβαίως καὶ πρὶν φύγουμε ἀφήσαμε σὲ ὅλους, νοσηλευόμενους καὶ νοσηλευτές, εἰκονίτσες τῶν Ἁγίων Πατέρων…
Τὴν ἑπομένη τὸ μεσημέρι, μᾶς παίρνει ἡ μητέρα τοῦ παιδιοῦ τηλέφωνο γιὰ νὰ πεῖ πὼς τὸ παιδί της βγῆκε ἀπὸ τὴ ΜΕΘ καὶ τὸ ἴδιο βράδυ τηλεφώνησε καὶ ἡ προϊσταμένη, συγκλονισμένη καὶ κλαίουσα, γιὰ νὰ μᾶς πεῖ πὼς καὶ τὰ 11 παιδάκια ποὺ ἦταν στὴ μονάδα βγῆκαν ἀπὸ τὴν ἐντατική!».
«Ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἐπίσκεψη ἐμεῖς φύγαμε πιὸ ὠφελημένοι ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σταυρώσαμε, γιατί εἴδαμε νὰ συμβαίνουν τόσα θαύματα ποὺ ἀκόμη κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δὲν τὸ πιστεύαμε», λέει ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Κουδουμά, γιὰ νὰ προσθέσει πὼς τὸ “δώρημα”, ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ δηλαδή, «ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν ἴδιο τόν πιστό. Ἀπὸ τὴν εὐλάβεια προσέγγισης τῶν ἀνθρώπων καὶ τῆς πίστης των».
Παράλληλα, βέβαια, ξεκαθαρίζει πὼς «ἡ δική μας πίστη δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ θαύματα. Ἐμεῖς πιστεύουμε στὸν ἀληθινὸ Θεό, ποὺ ἦρθε καὶ μᾶς ἀποκαλύφτηκε, στὸν Χριστό, ποὺ ἐβάσταξε τὶς ἁμαρτίες μας, τὴ ζωή μας ὁλόκληρη καὶ τὴν κατέστησε στὴν πρώτη κατάσταση, ὅπως ἦταν στὸν Παράδεισο. Ὡστόσο, αὐτὰ τὰ θαύματα μᾶς τονώνουν τὴν πίστη καὶ κυρίως μᾶς βοηθοῦν νὰ καταλάβουμε καὶ μὲ τὸ μυαλό, ὄχι μόνο μὲ τὴν καρδιά, ὅτι ἡ πίστη μας εἶναι ἀληθινὴ καὶ ἔχει ἀντίκρισμα πνευματικὸ καὶ ὑλικὸ καὶ σωματικὸ στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων».
Εἶναι χαρακτηριστικὲς οἱ περιπτώσεις δύο ἀνθρώπων μὲ καρκίνο ποὺ δέχτηκαν τὴν εὐεργεσία τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τώρα, γεροὶ καὶ δυνατοί, ἐπισκέπτονται ἀνὰ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα τὴ Μονή.
Χαρακτηριστικὴ εἶναι ὅμως καὶ ἡ περίπτωση ἑνὸς νεαροῦ πού, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἡγούμενος, ἐνεπλάκη σὲ τροχαῖο ἀτύχημα πρὶν ἀπὸ περίπου τρία χρόνια.
Κι ἐνῷ κανεὶς θὰ περίμενε, βλέποντας τὴ σφοδρότητα τῆς σύγκρουσης, τὸ ὕψος τῆς χαράδρας στὴν ὁποία ἔπεσε μὲ τὸ αὐτοκίνητό του, ἀλλὰ καὶ τὰ συντρίμμια τοῦ ὀχήματος, πὼς θὰ ἦταν νεκρός, ἐκεῖνος εἶναι γερὸς καὶ ἀρτιμελής. Μάλιστα, ἐπισκέπτεται τὴ Μονὴ πάρα πολὺ συχνά.
«Ὁ Ἀνδρέας εἶχε πάει νὰ προσκυνήσει σὲ μιὰ ἀγρύπνια τὴν παραμονὴ τῆς μνήμης τῶν Ἁγίων κι ὅταν ἔφυγε ἔγινε τὸ τροχαῖο», λέει ὁ ἡγούμενος καὶ προσθέτει: «Τὰ σωστικὰ συνεργεῖα, ποὺ πρὶν κατέβουν τὴ χαράδρα βάθους 80 μέτρων τὸν νόμιζαν νεκρό, τὸν βρῆκαν 100 μέτρα μακριά, κυριολεκτικὰ τακτικὰ τοποθετημένο. Ὅπως ὁ ἴδιος ἐξομολογήθηκε, τὴν ὥρα τῆς πτώσης εἶδε δύο μοναχοὺς νὰ τὸν σηκώνουν καὶ νὰ τὸν τοποθετοῦν στὴ θέση ποὺ βρέθηκε».
Ὁ ἡγούμενος θυμᾶται, ἐπίσης, τὴν περίπτωση μιᾶς ἀσθενοῦς ἀπὸ τὴ Λεμεσό, τῆς κ. Ἀνδρομάχης, ποὺ “εἶδε” δύο μοναχοὺς νὰ μπαίνουν μέσα στὸ ἰατρεῖο τὴν ὥρα ποὺ μιλοῦσε μὲ τὴ γιατρό της, νὰ τὴ σταυρώνουν καὶ νὰ φεύγουν!
Ἡ γυναῖκα αὐτή, νιώθοντας στὴ ζωή της τὴν παρουσία τῶν Ἁγίων, ἀνέκτησε τὴ δύναμή της γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὴ σωρεία τῶν προβλημάτων ποὺ ἡ οἰκογένειά της καὶ ἡ ἴδια ἀντιμετωπίζει.
Πηγή: Romfea.gr καὶ ἐφημερίδα “Νέα Κρήτη”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου