Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2016

Ο ΤΑΞΕΩΤΗΣ ΔΗΛΑΔΗ Ο ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΣΤΗΘΗΚΕ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΞΙ ΩΡΕΣ. ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΔΗ.

Ό ταξεώτης, δηλαδή στρατιώτης, πού αναστήθηκε, διηγήθηκε ότι στο τελωνείο της πορνείας τά τελώνια- δαίμονες άρπαξαν την ψυχή του καί από τόν εναέριο χώρο την κατέβασαν στη γή. Ή γη άνοιξε καί ή ψυχή κατέβηκε από ένα στενό καί βρομερό πέρασμα στις υποχθόνιες φυλακές τού άδη, όπου οι ψυχές τών αμαρτωλών είναι κλεισμένες στο αιώνιο σκοτάδι καί υποφέρουν ανείπωτα από τά αιώνια βάσανα.
Ό ταξεώτης, κάτοικος της Καρχηδόνας, ζούσε αμαρτωλά. Όταν, σε μιάν επιδημία Λοιμού, είδε πολλούς συμπολίτες του να πεθαίνουν, ήρθε σε συναίσθηση της άμαρτωλότητάς του καί μετανόησε. Αλλά λίγο αργότερα έπεσε στο άμάρτημα της μοιχείας με τή γυναίκα ενός γεωργού, σ’ ένα προάστιο της πόλης, όπου είχε μετοικήσει. Σε λίγες μέρες, πριν προλάβει να μετανοήσει, πέθανε. Έξι ώρες μετά την ταφή του σ’ ένα κοντινό μοναστήρι, αναστήθηκε, αλλά μόνο έπειτα από τέσσερις μέρες μπόρεσε να μιλήσει. Τότε μέ δάκρυα διηγήθηκε στον επίσκοπο της Καρχηδόνας Θαλάσσιο οσα τού είχαν συμβεί μετά τόν θάνατό του.
(Σ.τ.Μ.: Βλ.f nau. LE TEXTE GREC DES RECITS DU MOINE ANASTASE SUR LES  SAINTS PERES DU SINAI. ORIENS CRISTIANUS 2(1902) 58/59 ΣΕ 83/87
Ό ταξεώτης, γιά τόν όποιο μιλήσαμε πιό πάνω, οταν αναστήθηκε, διηγήθηκε γιά τόν θάνατό του τά έξης:
«Όταν πέθανα, μου παρουσιάστηκαν Αιθίοπες. Ή όψη τους ήταν πολύ φοβερή. Ή ψυχή μου, αντικρίζοντας τους, συνταράχθηκε. Μετά είδα δύο πανέμορφους νέους. Ή ψυχή μου πετάχτηκε στα χέρια τους. Αρχίσαμε ν’ ανεβαίνουμε αργά-αργά στον αέρα, σάν να πετούσαμε. Φτάσαμε στα τελωνεία πού φρουρούσαν την άνοδο καί εμπόδιζαν την ψυχή κάθε ανθρώπου να συνεχίσει την πορεία της. Σε κάθε τελωνείο εξεταζόταν μια συγκεκριμένη αμαρτία: σε άλλο τό ψεύδος, σε άλλο ό φθόνος, σε άλλο ή υπερηφάνεια. Κάθε αμαρτία έχει στον αέρα τούς τελώνες-εξεταστές της. Οι άγγελοι, πάλι κρατούσαν μέσα σε κάτι σάν σακίδιο όλα τά καλά μου έργα, πού τά έβγαζαν από ’κει γιά να τά αντιπαραθέσουν στα παραπτώματα. -Έτσι περάσαμε τά τελωνεία.
«Καθώς πλησιάζαμε, όμως, στις πύλες τού ουρανού, φτάσαμε στο τελωνείο της πορνείας. Οι φρουροί δαίμονες μέ κράτησαν καί παρουσίασαν όλα τά σαρκικά άμαρτήματα πού είχα διαπράξει από τά δώδεκα μου χρόνια Οι άγγελοι, πού μέ συνόδευαν, είπαν:
»— Όλα τά σαρκικά άμαρτήματα πού διέπραξε, όσο έμενε στήν πόλη, τού τά συγχώρησε ό Θεός, επειδή μετανόησε γι` αυτά.
»0ί αντίπαλοι μου, όμως, παρατήρησαν:
»—Αλλά όταν έφυγε από την πόλη καί πήγε στο προάστιο, πόρνευε μέ τή γυναίκα τού γεωργού.
«Μόλις τό άκουσαν αυτό οι άγγελοι, μέ άφησαν κι έφυγαν, καθώς δεν βρήκαν καλά έργα, γιά να τά αντιπαραθέσουν στο αμάρτημα της μοιχείας. Τότε τά πονηρά πνεύματα μέ άρπαξαν καί, χτυπώντας με, μέ κατέβασαν στη γή. Ή γή άνοιξε, κι εγώ κατέβηκα από ένα στενό καί βρομερό πέρασμα στις υποχθόνιες φυλακές τού άδη».



Λόγος γιά τά πνεύματα-Λόγος γιά τόν θάνατο

Συγγραφέας : Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου