Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὺγουστίνου Καντιώτου
Τοὺς ἔχει ἤδη τώρα μπροστά του καὶ ἀτενίζει τὶς ἱερὲς μορφές τους· βλέπει τοὺς ἀξιωματικοὺς αὐτοὺς τῆς στρατιᾶς τοῦ Κυρίου. Ἡ συνάντησις αὐτὴ ἔχει κάτι τὸ ἰδιαίτερο· τοὺς βλέπει καὶ τὸν βλέπουν γιὰ τελευταία φορά. Τοὺς τὸ λέει· καὶ ὅλοι, ὅπως εἶνε ἑπόμενο, αἰσθάνονται μεγάλη θλῖψι, συγκλονίζονται προαισθανόμενοι τὴν ὀρφάνια τους.
Μὲ τὸ πνευματικὸ ὅμως χάρισμα τῆς προοράσεως, ποὺ εἶνε προικισμένος, βλέπει καὶ τί θὰ συμβῇ στὸ μέλλον. Προβλέπει, τί λυσσώδεις μάχες πρόκειται νὰ δώσῃ ἡ Ἐκκλησία, τὸ μικρὸ αὐτὸ στράτευμα τοῦ Χριστοῦ, ἐναντίον τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων.
Συμφερει η ελεημοσυνη!
«Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» (Πράξ. 20,35)
Στὴ
Μίλητο, ἀγαπητοί μου, γνωστὴ πόλι τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὁ ἀπόστολος Παῦλος
καλεῖ σὲ ἱερατικὸ συνέδριο –ὅπως θὰ τὸ λέγαμε σήμερα– τοὺς κληρικοὺς τῆς
περιοχῆς τῆς Ἐφέσου. Καὶ ὅλοι οἱ κληρικοί, «οἱ πρεσβύτεροι τῆς
ἐκκλησίας» ποὺ λέει σήμερα τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα (Πράξ. 20,17),
σπεύδουν νὰ βρεθοῦν κοντά του.
Κατὰ τὸ παρελθὸν ὁ Παῦλος εἶχε μείνει στὴν Ἔφεσο ἀρκετὸ
διάστημα καὶ εἶχε ἐργασθῆ ἐκεῖ ἐντατικά. Ὅλος ὁ κλῆρος ἦταν δικά του
πνευματικὰ ἀναστήματα, συνδεόταν λοιπὸν στενὰ μὲ τὸν καθένα τους.
Αὐτὴ τὴ φορὰ ὅμως δὲν θέλει νὰ καθυστερήσῃ στὴν Ἀσία, γιατὶ θέλει τὴν
ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς νὰ βρίσκεται στὰ Ἰεροσόλυμα. Παραπλέει λοιπὸν
τὴν Ἔφεσο καὶ τοὺς καλεῖ στὴ Μίλητο.Τοὺς ἔχει ἤδη τώρα μπροστά του καὶ ἀτενίζει τὶς ἱερὲς μορφές τους· βλέπει τοὺς ἀξιωματικοὺς αὐτοὺς τῆς στρατιᾶς τοῦ Κυρίου. Ἡ συνάντησις αὐτὴ ἔχει κάτι τὸ ἰδιαίτερο· τοὺς βλέπει καὶ τὸν βλέπουν γιὰ τελευταία φορά. Τοὺς τὸ λέει· καὶ ὅλοι, ὅπως εἶνε ἑπόμενο, αἰσθάνονται μεγάλη θλῖψι, συγκλονίζονται προαισθανόμενοι τὴν ὀρφάνια τους.
Μὲ τὸ πνευματικὸ ὅμως χάρισμα τῆς προοράσεως, ποὺ εἶνε προικισμένος, βλέπει καὶ τί θὰ συμβῇ στὸ μέλλον. Προβλέπει, τί λυσσώδεις μάχες πρόκειται νὰ δώσῃ ἡ Ἐκκλησία, τὸ μικρὸ αὐτὸ στράτευμα τοῦ Χριστοῦ, ἐναντίον τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων.
«Λύκοι βαρεῖς», λέει (ἔ.ἀ.
20,29), θὰ πέσουν ἐπάνω στὸ ποίμνιο, στὶς τάξεις της, μὲ σκοπὸ νὰ
«θύσουν καὶ ἀπολέσουν» (πρβλ. Ἰω. 10,10). Θὰ ἔρθουν στιγμὲς κρίσιμες
γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Καὶ οἱ ἱερεῖς τοῦ Κυρίου, πολὺ περισσότερο οἱ
ἐπίσκοποι, πρέπει νὰ βρίσκωνται πάνοπλοι στὶς θέσεις τους, γιὰ νὰ
ὁδηγήσουν ὡς ἀξιωματικοὶ τοὺς πιστοὺς τοῦ Χριστοῦ σὲ αἱματηρὲς ἀλλὰ
νικηφόρες μάχες κατὰ τοῦ ἑωσφόρου.
Πάνοπλοι λοιπόν. Καὶ ποιά εἶνε τὰ ὅπλα καὶ τὰ ἐφόδια ἑνὸς ἐπισκόπου, ἑνὸς ἱερέως, ἑνὸς διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ πιὸ κατάλληλος καὶ ἁρμόδιος νὰ τὰ ὑποδείξῃ εἶνε μόνο ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ μεγάλος αὐτὸς στρατηγὸς τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔλαβε μέρος σὲ τόσες μάχες κατὰ τοῦ «κοσμοκράτορος» (Ἐφ. 6,12) καὶ βγῆκε νικητής. Καὶ τὰ ὑποδεικνύει τώρα στὴν ὑπέροχη ὁμιλία ποὺ κάνει στοὺς συγκεντρωμένους κληρικοὺς τῆς Ἐφέσου.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μακάρι νὰ τὴ μελετοῦν, εἰ δυνατὸν κάθε μέρα, ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἡ θεία χάρις τοὺς ἔταξε στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ περιεχόμενό της δὲν εἶνε ἁπλῶς μιὰ θεωρητικὴ ἔκθεσι κάποιου, ποὺ καταστρώνει σχέδια μακριὰ ἀπ᾽ τὴν πραγματικότητα καὶ ποὺ ποτέ δὲν ἐπιχείρησε νὰ τὰ ἐφαρμόσῃ στὴν πρᾶξι. Ἀντιθέτως· εἶνε ἡ διατύπωσι τῆς πείρας κάποιου, ποὺ ἔζησε τὴν πραγματικότητα· ἀντίκρυσε τὸν ὠρυόμενο λέοντα (βλ. Α΄ Πέτρ. 5,8), ἄκουσε τὶς ὠρυγές, τὰ οὐρλιάσματά του, πάλεψε μαζί του καὶ τὸν νίκησε. Αὐτὸς εἶνε ὁ ἀπόστολος Παῦλος! Αὐτὸς λοιπὸν μιλάει τώρα ἀπὸ τὴν πεῖρα του στοὺς κληρικούς, κι αὐτοὶ τὸν ἀκοῦνε μὲ ὅλη τους τὴν προσοχή.
Ἡ πεῖρα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, φωτιζομένη ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, τὸν ἔχει διδάξει, ὅτι τὰ ἀπαραίτητα ὅπλα κάθε πνευματικοῦ ἡγέτου τῆς Ἐκκλησίας εἶνε τὰ ἑξῆς.
ἡ βαθειὰ ταπεινοφροσύνη – «δουλεύων τῷ Κυρίῳ», λέει στὴν ὁμιλία του, «μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πολλῶν δακρύων» (Πράξ. 20,19)·
ἡ ὑπομονὴ — «καὶ πειρασμῶν τῶν συμβάντων μοι ἐν ταῖς ἐπιβουλαῖς τῶν Ἰουδαίων» (ἔ.ἀ.)· ὑπέμεινε πειρασμούς, σκευωρίες καὶ θλίψεις ἐκ μέρους τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ·
ἡ ἀνδρεία στὸ κήρυγμα, τὸ νὰ κηρύττῃ δηλαδὴ ἄφοβα τὸ Χριστό, χωρὶς νὰ ὑπολογίζῃ συνέπειες, καὶ ἀπερίτμητα, χωρὶς νὰ ἀλλοιώνῃ καὶ νὰ προσαρμόζῃ τὰ λόγια του κατὰ τὴν ἀρέσκεια τῶν κρατούντων — δίδαξε, ὅπως λέει ἐδῶ, «δημοσίᾳ καὶ κατ᾿ οἴκους, διαμαρτυρόμενος Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι τὴν εἰς τὸν Θεὸν μετάνοιαν καὶ πίστιν τὴν εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν» ἔ.ἀ. 20,20-21)·
ἡ ἀγάπη, ποὺ βεβαιώνεται μὲ θυσίες — καὶ ὁ Παῦλος τοὺς ὑπενθυμίζει, ὅτι ἐπὶ μία «τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον» (ἔ.ἀ. 20,31)·
ἡ ἀκτημοσύνη —«ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα», λέει (ἔ.ἀ. 20,33)·
καὶ τέλος ἡ ἐλεημοσύνη —«μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» (ἔ.ἀ. 20,35).
Αὐτὰ εἶνε ἡ πανοπλία, τὰ κυριώτερα ὅπλα, τοῦ Παύλου· καὶ αὐτὰ πρέπει νὰ εἶνε ἡ πανοπλία κάθε κληρικοῦ, ἂν θέλῃ στὸ πρόσωπό του νὰ νικήσῃ καὶ νὰ θριαμβεύσῃ ὁ Χριστός.
Τώρα, ἂν μὲν εἶχα μπροστά μου μόνο κληρικοὺς ἢ ἂν ἀπηύθυνα τὰ λόγια αὐτὰ μόνο σὲ ἐργάτες ἐν γένει τῆς Ἐκκλησίας, θὰ ἔπρεπε νὰ προσθέσω καὶ ἄλλα πολλά· ἐπειδὴ ὅμως τὸ σύντομο τοῦτο κήρυγμα ἀπευθύνεται καὶ πρὸς λαϊκούς, ἄντρες καὶ γυναῖκες, κρίνω καλὸ νὰ παρακαλέσω ὅλους, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, νὰ προσέξουμε τὸ τελευταῖο ὅπλο ποὺ ὑποδεικνύει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τὴν ἐλεημοσύνη. Ἀξίζει μάλιστα νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι ὁ ἀπόστολος ὑπενθυμίζει τὴν προτροπὴ αὐτὴ ὡς λόγον τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου, καὶ διασῴζει ἐδῶ ἀκριβῶς τὸ σχετικὸ ῥητό.
Πάνοπλοι λοιπόν. Καὶ ποιά εἶνε τὰ ὅπλα καὶ τὰ ἐφόδια ἑνὸς ἐπισκόπου, ἑνὸς ἱερέως, ἑνὸς διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ πιὸ κατάλληλος καὶ ἁρμόδιος νὰ τὰ ὑποδείξῃ εἶνε μόνο ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ μεγάλος αὐτὸς στρατηγὸς τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔλαβε μέρος σὲ τόσες μάχες κατὰ τοῦ «κοσμοκράτορος» (Ἐφ. 6,12) καὶ βγῆκε νικητής. Καὶ τὰ ὑποδεικνύει τώρα στὴν ὑπέροχη ὁμιλία ποὺ κάνει στοὺς συγκεντρωμένους κληρικοὺς τῆς Ἐφέσου.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μακάρι νὰ τὴ μελετοῦν, εἰ δυνατὸν κάθε μέρα, ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἡ θεία χάρις τοὺς ἔταξε στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ περιεχόμενό της δὲν εἶνε ἁπλῶς μιὰ θεωρητικὴ ἔκθεσι κάποιου, ποὺ καταστρώνει σχέδια μακριὰ ἀπ᾽ τὴν πραγματικότητα καὶ ποὺ ποτέ δὲν ἐπιχείρησε νὰ τὰ ἐφαρμόσῃ στὴν πρᾶξι. Ἀντιθέτως· εἶνε ἡ διατύπωσι τῆς πείρας κάποιου, ποὺ ἔζησε τὴν πραγματικότητα· ἀντίκρυσε τὸν ὠρυόμενο λέοντα (βλ. Α΄ Πέτρ. 5,8), ἄκουσε τὶς ὠρυγές, τὰ οὐρλιάσματά του, πάλεψε μαζί του καὶ τὸν νίκησε. Αὐτὸς εἶνε ὁ ἀπόστολος Παῦλος! Αὐτὸς λοιπὸν μιλάει τώρα ἀπὸ τὴν πεῖρα του στοὺς κληρικούς, κι αὐτοὶ τὸν ἀκοῦνε μὲ ὅλη τους τὴν προσοχή.
Ἡ πεῖρα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, φωτιζομένη ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, τὸν ἔχει διδάξει, ὅτι τὰ ἀπαραίτητα ὅπλα κάθε πνευματικοῦ ἡγέτου τῆς Ἐκκλησίας εἶνε τὰ ἑξῆς.
ἡ βαθειὰ ταπεινοφροσύνη – «δουλεύων τῷ Κυρίῳ», λέει στὴν ὁμιλία του, «μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πολλῶν δακρύων» (Πράξ. 20,19)·
ἡ ὑπομονὴ — «καὶ πειρασμῶν τῶν συμβάντων μοι ἐν ταῖς ἐπιβουλαῖς τῶν Ἰουδαίων» (ἔ.ἀ.)· ὑπέμεινε πειρασμούς, σκευωρίες καὶ θλίψεις ἐκ μέρους τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ·
ἡ ἀνδρεία στὸ κήρυγμα, τὸ νὰ κηρύττῃ δηλαδὴ ἄφοβα τὸ Χριστό, χωρὶς νὰ ὑπολογίζῃ συνέπειες, καὶ ἀπερίτμητα, χωρὶς νὰ ἀλλοιώνῃ καὶ νὰ προσαρμόζῃ τὰ λόγια του κατὰ τὴν ἀρέσκεια τῶν κρατούντων — δίδαξε, ὅπως λέει ἐδῶ, «δημοσίᾳ καὶ κατ᾿ οἴκους, διαμαρτυρόμενος Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι τὴν εἰς τὸν Θεὸν μετάνοιαν καὶ πίστιν τὴν εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν» ἔ.ἀ. 20,20-21)·
ἡ ἀγάπη, ποὺ βεβαιώνεται μὲ θυσίες — καὶ ὁ Παῦλος τοὺς ὑπενθυμίζει, ὅτι ἐπὶ μία «τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον» (ἔ.ἀ. 20,31)·
ἡ ἀκτημοσύνη —«ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα», λέει (ἔ.ἀ. 20,33)·
καὶ τέλος ἡ ἐλεημοσύνη —«μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» (ἔ.ἀ. 20,35).
Αὐτὰ εἶνε ἡ πανοπλία, τὰ κυριώτερα ὅπλα, τοῦ Παύλου· καὶ αὐτὰ πρέπει νὰ εἶνε ἡ πανοπλία κάθε κληρικοῦ, ἂν θέλῃ στὸ πρόσωπό του νὰ νικήσῃ καὶ νὰ θριαμβεύσῃ ὁ Χριστός.
Τώρα, ἂν μὲν εἶχα μπροστά μου μόνο κληρικοὺς ἢ ἂν ἀπηύθυνα τὰ λόγια αὐτὰ μόνο σὲ ἐργάτες ἐν γένει τῆς Ἐκκλησίας, θὰ ἔπρεπε νὰ προσθέσω καὶ ἄλλα πολλά· ἐπειδὴ ὅμως τὸ σύντομο τοῦτο κήρυγμα ἀπευθύνεται καὶ πρὸς λαϊκούς, ἄντρες καὶ γυναῖκες, κρίνω καλὸ νὰ παρακαλέσω ὅλους, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, νὰ προσέξουμε τὸ τελευταῖο ὅπλο ποὺ ὑποδεικνύει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τὴν ἐλεημοσύνη. Ἀξίζει μάλιστα νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι ὁ ἀπόστολος ὑπενθυμίζει τὴν προτροπὴ αὐτὴ ὡς λόγον τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου, καὶ διασῴζει ἐδῶ ἀκριβῶς τὸ σχετικὸ ῥητό.
* * *
«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες», εἶπε ὁ
Χριστός (Ματθ. 5,7). «Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν»,
προσθέτει καὶ ὁ μέγας ἀπόστολός του Παῦλος (Πράξ. 20,35). Καὶ ἔχει τὸ
θάρρος νὰ τὸ λέῃ πρὸς ὅλους, γιατὶ πρῶτος αὐτὸς τὸ ἐφήρμοσε. Δὲν
ἀκούσατε τί εἶπε ἐδῶ; ἐργαζόταν, λέει, τὴ νύχτα μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια,
γιὰ νὰ βγάζῃ τὸ ψωμί του, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ καλύπτῃ ἀνάγκες ἐκείνων ποὺ
ὑπηρετοῦσαν κοντά του, γιὰ νὰ μπορῇ νὰ βοηθῇ ἀσθενεστέρους, φτωχοὺς
ἀδελφοὺς τοῦ Κυρίου. Ἔτσι ἐλεοῦσε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καὶ ἐπικαλεῖται
μάρτυρες τοὺς κληρικούς του· «Αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ
τοῖς οὖσι μετ᾽ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται. Πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι
οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων» (ἔ.ἀ. 20,34-35).
Τί λέτε τώρα, ἀδελφοί μου; ἐμεῖς εἴμαστε ἆραγε σὲ θέσι νὰ ἐπαναλάβουμε
τὰ μεγάλα αὐτὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου;
Προτρέπει ὁ Παῦλος νὰ μνημονεύουμε αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ Κύριος, «Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» (ἔ.ἀ. ), ὅτι δηλαδὴ εἶνε καλύτερα νὰ δίνῃ κανεὶς παρὰ νὰ παίρνῃ. Σύμφωνα μὲ τὰ λόγια αὐτά, συμφέρει νὰ ἐλεῇς. Αὐτὸ βέβαια ἰσχύει ἂν κάποιος πιστεύῃ· γιατὶ ἂν δὲν πιστεύῃ, ἀλλάζουν τὰ κριτήρια.
Οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς, ποὺ ἐνεργοῦμε μὲ κοσμικὰ κριτήρια, ἐξετάζοντας τὸν ἑαυτό μας ὑπὸ τὸ φῶς τῶν λόγων αὐτῶν τοῦ Κυρίου, βλέπουμε ὅτι ζοῦμε μὲ ἀσπλαχνία καὶ ἀδιαφορία γιὰ τὸν πλησίον, καὶ ἀκούγοντας τὸ ῥητὸ αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ σκεπάσουμε ἀπὸ ντροπὴ τὸ πρόσωπό μας. Γιατὶ –ποιός δὲν τὸ βλέπει;– ὡς πρόγραμμα στὴ ζωή μας δὲν ἔχουμε τὸ «Μακάριόν ἐστι διδόναι μᾶλλον ἢ λαμβάνειν» (προτιμότερο νὰ δίνῃς ἐλεημοσύνη παρὰ νὰ παίρνῃς), ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο, «μακάριον μᾶλλον λαμβάνειν ἢ διδόναι»· πρόγραμμά μας εἶνε τὸ «μακάριοι οἱ κατέχοντες», ἢ ὅπως λένε οἱ πολλοὶ «ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς». Ζητᾶμε νὰ τὰ κρατήσουμε ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ μὴν ἀφήσουμε τίποτα γιὰ τοὺς ἄλλους.
Ἀλλ᾿ ἀκριβῶς γιὰ τὴν αἰτία αὐτὴ ἡ ἀνθρωπότητα κατήντησε μιὰ «ἀγέλη λύκων», ποὺ ὁ ἕνας προσπαθεῖ νὰ φάῃ τὸν ἄλλο. Δὲν βλέπετε; Ὅλα τὰ κράτη, καὶ πρὸ παντὸς τὰ ἰσχυρότερα, ζητοῦν ν᾽ ἁρπάξουν ἀπὸ τὰ ἄλλα, τὰ ἀνίσχυρα κράτη, ὅ,τι ἔχουν καὶ δὲν ἔχουν, αὐτὰ ὅμως νὰ μὴ δώσουν ἀπολύτως τίποτα, οὔτε μιὰ λουρίδα γῆς, οὔτε ἕνα τόννο πετρελαίου. Τὰ μεγάλα κράτη δὲν ἐλεοῦν τὰ μικρά, ἀλλὰ σὰν λύκοι ζητοῦν νὰ τὰ καταβροχθίσουν. Τὸ ἴδιο ἐφαρμόζουν καὶ οἱ πλούσιοι ἀπέναντι στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀδυνάτους· συγκεντρώνουν στὰ χρηματοκιβώτιά τους καθημερινῶς ἑκατομμύρια χρήματα καὶ πλούτη, σ᾽ αὐτὸν ὅμως ποὺ πάσχει δὲν δίνουν οὔτε μιὰ δραχμή.
Προτρέπει ὁ Παῦλος νὰ μνημονεύουμε αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ Κύριος, «Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» (ἔ.ἀ. ), ὅτι δηλαδὴ εἶνε καλύτερα νὰ δίνῃ κανεὶς παρὰ νὰ παίρνῃ. Σύμφωνα μὲ τὰ λόγια αὐτά, συμφέρει νὰ ἐλεῇς. Αὐτὸ βέβαια ἰσχύει ἂν κάποιος πιστεύῃ· γιατὶ ἂν δὲν πιστεύῃ, ἀλλάζουν τὰ κριτήρια.
Οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς, ποὺ ἐνεργοῦμε μὲ κοσμικὰ κριτήρια, ἐξετάζοντας τὸν ἑαυτό μας ὑπὸ τὸ φῶς τῶν λόγων αὐτῶν τοῦ Κυρίου, βλέπουμε ὅτι ζοῦμε μὲ ἀσπλαχνία καὶ ἀδιαφορία γιὰ τὸν πλησίον, καὶ ἀκούγοντας τὸ ῥητὸ αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ σκεπάσουμε ἀπὸ ντροπὴ τὸ πρόσωπό μας. Γιατὶ –ποιός δὲν τὸ βλέπει;– ὡς πρόγραμμα στὴ ζωή μας δὲν ἔχουμε τὸ «Μακάριόν ἐστι διδόναι μᾶλλον ἢ λαμβάνειν» (προτιμότερο νὰ δίνῃς ἐλεημοσύνη παρὰ νὰ παίρνῃς), ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο, «μακάριον μᾶλλον λαμβάνειν ἢ διδόναι»· πρόγραμμά μας εἶνε τὸ «μακάριοι οἱ κατέχοντες», ἢ ὅπως λένε οἱ πολλοὶ «ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς». Ζητᾶμε νὰ τὰ κρατήσουμε ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ μὴν ἀφήσουμε τίποτα γιὰ τοὺς ἄλλους.
Ἀλλ᾿ ἀκριβῶς γιὰ τὴν αἰτία αὐτὴ ἡ ἀνθρωπότητα κατήντησε μιὰ «ἀγέλη λύκων», ποὺ ὁ ἕνας προσπαθεῖ νὰ φάῃ τὸν ἄλλο. Δὲν βλέπετε; Ὅλα τὰ κράτη, καὶ πρὸ παντὸς τὰ ἰσχυρότερα, ζητοῦν ν᾽ ἁρπάξουν ἀπὸ τὰ ἄλλα, τὰ ἀνίσχυρα κράτη, ὅ,τι ἔχουν καὶ δὲν ἔχουν, αὐτὰ ὅμως νὰ μὴ δώσουν ἀπολύτως τίποτα, οὔτε μιὰ λουρίδα γῆς, οὔτε ἕνα τόννο πετρελαίου. Τὰ μεγάλα κράτη δὲν ἐλεοῦν τὰ μικρά, ἀλλὰ σὰν λύκοι ζητοῦν νὰ τὰ καταβροχθίσουν. Τὸ ἴδιο ἐφαρμόζουν καὶ οἱ πλούσιοι ἀπέναντι στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀδυνάτους· συγκεντρώνουν στὰ χρηματοκιβώτιά τους καθημερινῶς ἑκατομμύρια χρήματα καὶ πλούτη, σ᾽ αὐτὸν ὅμως ποὺ πάσχει δὲν δίνουν οὔτε μιὰ δραχμή.
* * *
Ὦ Χριστέ μου! Ὁ λόγος σου
«Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν» ἔχει περιφρονηθῆ, ἔχει
ξεχαστῆ, ἔχει ἐξαφανιστῆ ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς Γῆς. Ὅπου κι ἂν σταθοῦμε
ἀκοῦμε ἄλλα λόγια κι ὅπου κι ἂν στρέψουμε τὸ βλέμμα, ἀντικρύζουμε τὸ
διαβολικὸ σύνθημα «Ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς». Ἀλλὰ καὶ γι᾽ αὐτὸ ὁ
κόσμος κατήντησε ἕνα φοβερὸ θηριοτροφεῖο.
Ἐσταυρωμένε Θεὲ τῆς ἀγάπης! Πόσο θὰ διαρκέσῃ ἀκόμη αὐτὴ ἡ σκληροκαρδία; Συντόμευσε τὰ χρόνια αὐτὰ τῆς βαρβαρότητος. Καὶ δῶσε μας νὰ κατανοήσουμε ὅλοι, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἔθνη καὶ ἄτομα, νὰ νιώσουμε καὶ νὰ ἐφαρμόσουμε στὴν καθημερινή μας ζωὴ τὶς θεῖες ἐντολές σου «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες» καὶ «Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν».
Ἐσταυρωμένε Θεὲ τῆς ἀγάπης! Πόσο θὰ διαρκέσῃ ἀκόμη αὐτὴ ἡ σκληροκαρδία; Συντόμευσε τὰ χρόνια αὐτὰ τῆς βαρβαρότητος. Καὶ δῶσε μας νὰ κατανοήσουμε ὅλοι, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἔθνη καὶ ἄτομα, νὰ νιώσουμε καὶ νὰ ἐφαρμόσουμε στὴν καθημερινή μας ζωὴ τὶς θεῖες ἐντολές σου «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες» καὶ «Μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν».
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
1940 (9-6-1940 ἱ. ναὸς Ἁγ. Λαζάρου
[Νεκροταφεῖον] Μεσολόγγι γραπτὸ κήρυγμα) «Μακάριόν [ἐστι] μᾶλλον
διδόναι ἢ λαμβάνειν» (Πράξ. 20,35)
― περιοδικὸ «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς» τ. 243/31-5-1940, σσ. 69-70
«Κυριακὴ» 2196/2019 Ἡ ἐλεημοσύνη συμφέρει! (Πράξ. 20,35)
― περιοδικὸ «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς» τ. 243/31-5-1940, σσ. 69-70
«Κυριακὴ» 2196/2019 Ἡ ἐλεημοσύνη συμφέρει! (Πράξ. 20,35)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου