Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019

Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης προς τη Δυτική Εκκλησία και τη σχέση της προς την Ανατολική.

Agios Ioannis Theologos
Γράφει ο Παναγιώτης Ι. Μπούμης στην Romfea.gr
Ομότ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών

Στόν πρῶτο στίχο τῆς Β΄ Ἐπιστολῆς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ καί ἀποστόλου Ἰωάννου διαβάζουμε: «Ὁ πρεσβύτερος ἐκλεκτῇ κυρίᾳ καί τοῖς τέκνοις αὐτῆς, οὕς ἐγώ ἀγαπῶ ἐν ἀληθείᾳ, καί οὐκ ἐγώ μόνος, ἀλλά καί πάντες οἱ ἐγνωκότες τήν ἀλήθειαν».
Διαπιστώσεις:

1) Ὁ Ἰωάννης ἀπευθύνεται σέ μία κυρία ἀορίστως, ἀφοῦ παραλείπει νά βάλει ἀκόμη καί τό ὁριστικό ἄρθρο τῇ καί νά γράψει τῇ ἐκλεκτῇ Κυρίᾳ (ἄν καί ἦταν πολύ γνωστή, ὅπως φαίνεται στή συνέχεια).
2) Ἐκτός αὐτοῦ, ἐνῶ ἦταν καί ἐκλεκτή, ὅμως παραδόξως ἀποφεύγει νά θέσει τό ὄνομά της. Γιατί; Μήπως ἦταν περιττό;
3) Ἐκτός τῆς ὀνομασίας της παραλείπει νά ἀναφέρει καί τόν τόπο πού διέμενε ἡ κυρία αὐτή. Δέν εἶχε μία ὁρισμένη κατοικία-διεύθυνση;
4) Συγχρόνως ἀπευθύνεται καί στά τέκνα της. «Καί τοῖς τέκνοις αὐτῆς», γράφει. Ἀλλά οὔτε τῶν τέκνων της ἔχει τά ὀνόματα οὔτε τή διαμονή τους, ὥστε νά μπορούσαμε μέ τή βοήθεια αὐτῶν νά προσεγγίζαμε καί τήν ταυτότητα τῆς μητέρας τους.
5) Φυσικά παρ' ὅλα αὐτά κανείς δέν μπορεῖ νά ἰσχυριστεῖ ὅτι δέν ἦταν ὑπαρκτά πρόσωπα καί ὅτι ὁ Ἰωάννης γράφει τήν ἐπιστολή αὐτή σάν ἕνα εἶδος φιλολογικό-λογοτεχνικό.
6) Ὅτι δέν ἦταν ἀνύπαρκτα καί φανταστικά τά πρόσωπα, συμπεραίνουμε καί ἀπό τή συνέχεια τοῦ ἴδιου στίχου πού λέει «οὕς ἐγώ ἀγαπῶ ἐν ἀληθείᾳ». Ποιούς ἀγαποῦσε καί μάλιστα «ἐν ἀληθείᾳ»; Ἀνύπαρκτα πρόσωπα καί μᾶς παραπλανᾶ; Ἀδύνατον.
7) Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά ἐνισχύεται ἡ ἄποψη ὅτι ἦταν πραγματικά πρόσωπα ὅταν γράφει: Τήν «οἰκογένεια» αὐτήν τήν ἀγαποῦν καί «πάντες» (= ὅλοι) «οἱ ἐγνωκότες τήν ἀλήθειαν», ὅλοι ὅσοι ἔχουν γνωρίσει τήν ἀλήθεια, ἀσφαλῶς τή χριστιανική.
8) Μέ τή διαβεβαίωση αὐτή συμπεραίνουμε ἐπίσης ὅτι προφανῶς καί ἡ κυρία (καί «ἡ οἰκογένεια») αὐτή ἀγαποῦσε ἤ καί ἐκπροσωποῦσε τήν ἀλήθεια, γιά νά τήν ἀγαποῦ(σα)ν ὅσοι γνώριζαν τήν ἀλήθεια.
9) Ἀλλά τό «πάντες» μᾶς δίδει καί κάποιο ἰδιαίτερο στίγμα. Τό πάντες σημαίνει ὅτι ὅλοι οἱ γνωρίζοντες ἤ γνωρίσαντες («ἐγνωκότες») τήν ἀλήθεια δέν μπορεῖ νά ἦταν περιορισμένοι, συναγμένοι, σέ ἕνα τόπο, σέ μιά μόνο περιοχή (λίγο παράδοξο), ἀλλά ἦσαν διεσπαρμένοι σέ πολλούς τόπους, σέ πολλές τοπικές κοινότητες. Ἄρα δέν μιλάει γιά τούς πιστούς μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας.
10) Αὐτό τό «πάντες» ἐν συνδυασμῷ μέ τό «ἐγνωκότες» μᾶς δίνει καί ἄλλο προσδιοριστικό στοιχεῖο. Τό «ἐγνωκότες» εἶναι παρακείμενος καί σημαίνει «ἔχουν γνωρίσει». Ἔτσι ὁ παρακείμενος μᾶς ἀνάγει καί σέ ἄλλους χρόνους, προγενέστερους. Δέν λέει γνωρίζοντες τώρα, αὐτήν τήν ἐποχή μόνο. Καί αὐτή ἡ χρονική ἐπέκταση μπορεῖ νά σημαίνει πολλά χρόνια, ἀκόμη καί πολλούς αἰῶνες. Μιλάει γιά χωρίς ὅρια χρονικό διάστημα. Μιλάει γιά ὑπερχρονικό «πρόσωπο».
11) Ἑπομένως μᾶλλον ἀποκλείεται νά πρόκειται γιά ἕνα φυσικό πρόσωπο, ἔστω ἑβδομήντα ἐτῶν, γιά μία κυρία, ἔστω ὑπεραιωνόβια. Τά ἴδια ἰσχύουν καί γιά μιά χριστιανική κοινότητα ἤ τοπική Ἐκκλησία. Μᾶλλον πρόκειται γιά μιά ὀντότητα ὑπερχρονική καθώς καί ὑπερτοπική κατά τό «πάντες», ὅπως εἴδαμε προηγουμένως.
12) Πάντως ὅλα αὐτά ὑπονοοῦν ὅτι ἡ «κυρία» αὐτή ἦταν ἤ εἶναι ἕνα σημαίνον «πρόσωπο» εὐρύτατα γνωστό, μέ γνωστούς καί φίλους σέ ὅλη τή γνωστή οἰκουμένη, ὅπου ὑπῆρχαν ἤ ὑπάρχουν ἄνθρωποι γνωρίζοντες τήν ἀλήθεια.
13) Ὁ προσδιορισμός αὐτός ἐνισχύεται καί ἀπό τόν στίχο 13 ἐν συσχετισμῷ βεβαίως πρός τόν 1ο στίχο. Στόν στίχο 13 διαβάζουμε: «Ἀσπάζεταί σε τά τέκνα τῆς ἀδελφῆς σου τῆς ἐκλεκτῆς».
14) Ἀπό τόν ἀσπασμό τοῦ 13ου στίχου διαπιστώνουμε καί κάτι ἄλλο: Ὁ ἀσπασμός στέλνεται ἀπό τά τέκνα τῆς ἀδελφῆς της τῆς ἐκλεκτῆς, ὄχι ἀπό ὁποιαδήποτε κυρία-ἀδελφή (δέν ἦταν ὅποια καί ὅποια). Προσδιορίζει ρητῶς τῆς ἀδελφῆς σου τῆς ἐκλεκτῆς. Αὐτό μᾶς ἀναγκάζει νά ὑποθέσουμε ὅτι ἡ ἐκλεκτή αὐτή ἀδελφή δέν ἦταν μία τοπική Ἐκκλησία. Δέν μπορεῖ νά θεωρεῖ μόνο μία τοπική Ἐκκλησία ὡς ἐκλεκτή καί ὅλες τίς ἄλλες τοπικές Ἐκκλησίες νά μήν τίς θεωρεῖ ἐκλεκτές. Αὐτή ἡ διάκριση μᾶς ὁδηγεῖ σαφῶς στό νά καταλήξουμε ὅτι ἡ ἐκλεκτή ἀδελφή της δέν ἦταν μία τοπική Ἐκκλησία, ἀλλά μία ὑπερτοπική Ἐκκλησία. Καί μιά τέτοια μέ πολλές μάλιστα τοπικές-αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες (πρβλ. τό «τέκνα») εἶναι ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γενικῶς. Εἶναι ὑπερτοπική καί ὑπερχρονική ἀσφαλῶς.
15) Κατ' ἀναλογία καί ἡ πρώτη κυρία-ἀδελφή δέν εἶναι τοπική Ἐκκλησία, ἀλλά ὑπερτοπική καί ὑπερχρονική. Ἔτσι ἐπιβεβαιώνονται τά συμπεράσματα τοῦ πρώτου στίχου. Ὡστόσο καί ἀπό τό στίχο 13 μαθαίνουμε ὅτι ἡ ἐκλεκτή αὐτή κυρία, ἡ παραλήπτρια τῆς ἐπιστολῆς, εἶχε καί μία ἄλλη ἀδελφή ἐκλεκτή μέ τέκνα καί αὐτή, τῶν ὁποίων ὅμως ὁ Ἰωάννης πάλι δέν δίνει ὀνόματα, ὥστε νά ἔχουμε ἕνα καλλίτερο προσδιορισμό μέ αὐτά τῶν προσώπων. Ἴσως δέν ἦταν ἀπαραίτητο ἤ θά ἔχει τό λόγο του. Πάντως ἔτσι τίς ἐξισώνει.
16) Περαιτέρω δημιουργοῦνται ἐρωτηματικά, τά ὁποῖα ἀναπηδοῦν ἐπίσης ἀπό τήν ἀντιπαραβολή τῶν δύο αὐτῶν στίχων 1 καί 13 καί εἶναι τά ἑξῆς: α) Γιατί ὁ Ἰωάννης στέλνει ἀσπασμούς πρός τήν παραλήπτρια τῆς ἐπιστολῆς του μόνο ἀπό τά τέκνα τῆς ἀδελφῆς της καί ὄχι ἀπό τήν ἴδια τήν ἀδελφή της; Εἶχε μεσολαβήσει κάτι; β) Ἐπίσης γιατί τά παιδιά αὐτῆς τῆς ἀδελφῆς δέν στέλνουν ἀσπασμούς πρός τά παιδιά τῆς παραλήπτριας ἀδελφῆς τῆς ἐπιστολῆς, ἐνῶ ἡ ἐπιστολή ἀπευθύνεται καί πρός τά παιδιά αὐτῆς, ὅπως εἴδαμε στόν 1ο στίχο; Εἶχε συμβεῖ κάτι καί τί; γ) Τούς ἀσπασμούς πού ἔστειλε ὁ Ἰωάννης ἀπό τά τέκνα τῆς ἀδελφῆς πού τά συνήντησε; Ἔμενε στό σπίτι τους ἤ στῆς μητέρας τους ἤ στήν περιοχή τους; Καί τότε γιατί ἀπό τή μητέρα τους δέν στέλνει; Μήπως δέν ὑπῆρχε πιά; Μήπως δέν ζοῦσε; Πάντως ἀπό τά συμφραζόμενα δέν συνάγεται κάτι τέτοιο: Ἐκλεκτή τή λέει, ὄχι μακαριστή. Κάποιος ἄλλος λόγος θά ὑπάρχει.
17) Ὅλα αὐτά τά στοιχεῖα κάτι ὑποκρύπτουν, κάτι συμβολίζουν. Ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι μιλάει γιά τίς δύο ἀδελφές ὑπερτοπικές καί ὑπερχρονικές Ἐκκλησίες τῆς Δύσεως καί τῆς Ἀνατολῆς. Ἀπό τίς τοπικές Ἐκκλησίες τῆς Ἀνατολῆς στέλνει τούς ἀσπασμούς στήν ἑνιαία Ἐκκλησία τῆς Δύσεως. Οἱ Ἐκκλησίες τῆς Ἀνατολῆς εἶναι ὁ οἰκεῖος τόπος τοῦ Ἰωάννου. Εἶναι ἡ Ἰωάννειος Ἐκκλησία.
18) Νομίζουμε περαιτέρω ὅτι μέ αὐτές τίς ἁδρές, ἁπλές, ἀλλά περιεκτικές γραμμές ὁ Ἰωάννης προλέγει καί ἐπιβεβαιώνει τήν ὕπαρξη τῶν δύο μεγάλων Ἐκκλησιῶν, τή συγκρότησή τους καί τήν ἐξέλιξη τῶν πολιτευμάτων τους, ὅσον ἀφορᾶ τή διάρθρωσή τους.
19) Εἰδικῶς δέ σύμφωνα μέ τήν ἐπιστολή ὡς πρός τήν ἐξέλιξη τῆς διάρθρωσής τους βλέπουμε μία ἀντιστροφή στήν πορεία τους. Ἡ παραλήπτρια ἀδελφή στήν ἀρχή εἶχε τά τέκνα της ἐμφανῶς ὡς ἰδιαίτερες τοπικές Ἐκκλησίες. Δέν ἦταν συμπαγής, μονοκρατορική. Στή συνέχεια (μεταγενεστέρως) βλέπουμε ὅτι οἱ ἀσπασμοί ἀπευθύνονται (στό στίχ. 13) μόνο σ' αὐτή. Τά τέκνα της ἀγνοοῦνται. Εἶχε γίνει πλέον ἑνιαία. Ἡ Ρώμη «ἐκάλυπτε» τά τέκνα της, δηλαδή τίς τοπικές Ἐκκλησίες της.
20) Ἀντιθέτως ἡ δεύτερη ἀδελφή ἦταν διακλαδωμένη ἀπό τήν ἀρχή μέ τά τέκνα της. Μέ αὐτά ὑφίστατο. Στή συνέχεια (μεταγενεστέρως) «ὑποχωρεῖ» αὐτή ὡς «μητέρα» καί ἐμφανίζονται στό προσκήνιο ἐντονότερα (κατά τούς ἀσπασμούς τοῦ 13ου στίχου) τά τέκνα της, οἱ αὐτοκέφαλες ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Οἱ τοπικές ὀρθόδοξες αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες τῆς δίνουν ἄλλη μορφή, διαμόρφωση, ἴσως καί πιό δημοκρατική.
21) Αὐτά ὅλα τά δεδομένα κάλλιστα μᾶς ὁδηγοῦν στό νά ἐφαρμόσουμε καί συγχρόνως νά ἐπιβεβαιώσουμε τό καί ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία ἀνωτέρω σχῆμα τῆς συστάσεως ἤ καί λειτουργίας τοῦ πολιτεύματος τῶν δύο μεγάλων τμημάτων τῆς Ἐκκλησίας, αὐτῶν τῆς Δύσεως καί τῆς Ἀνατολῆς¹.
22) Ἔτσι δικαιολογεῖται ἡ μεγάλη σημασία τῶν δύο αὐτῶν «προσώπων», ἀδελφῶν, ὥστε νά ἀσχοληθεῖ ὁ Ἰωάννης εἰδικῶς καί ἡ ἐπιστολή του νά τεθεῖ στήν Ἁγία Γραφή ὡς καθολική.
23) Ὁ τιμητικός χαρακτηρισμός αὐτῶν τῶν ἀδελφῶν ὡς ἐκλεκτῶν —ἐκλεγμένων ἀπό τόν Θεό— καί ἡ περαιτέρω προβολή αὐτῶν μέ ἀξιόλογα-ἀξιομνημόνευτα τέκνα εἶναι διαφωτιστικά-καθοριστικά.
24) Ἡ εὐρύτατη σύσταση-προβολή καί γνωριμία μέσα στήν παγκόσμια κοινωνία αὐτῶν τῶν ὑπερτοπικῶν καί ὑπερχρονικῶν μέ τά «τέκνα» τους Ἐκκλησιῶν τονίζει μέ συντομία ἀλλά καί ἔμφαση στήν ἐπιστολή του ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης τίς ὑποχρεώσεις τους στήν ἄσκηση ἀγάπης καί κοινωνίας ἐν ἀληθείᾳ.
Σημειώσεις:
1) Σημ. Περισσότερα μέ αὐτήν τήν κατάσταση, τή σύσταση καί τήν ἐξέλιξη τῶν δύο τμημάτων τῆς χριστιανοσύνης κατά τόν Ἰωάννη βλέπε Παν. Μπούμη, Δύο «ἐκλεκτές ἀδελφές»-Ἐκκλησίες καί οἱ διαφορετικοί «πρῶτοι» τους (Μηνύματα τῶν Β΄ καί Γ΄ Ἐπιστολῶν τοῦ Ἰωάννου), Ἔκδ. «Ἑπτάλοφος», Ἀθήνα 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου