Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2024

Η λειτουγία των αισθήσεων και η χαρμολύπη στην Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών

Σκοπός του ανθρώπου που ζει μέσα στην Ορθόδοξη Παράδοση είναι η αποκατάσταση της κοινωνίας με τον Δημιουργό του. Προς τον σκοπό αυτό απαραίτητη προϋπόθεση είναι η τήρηση των θείων εντολών, η αρχή της πρακτικής αρετής, η οποία έχει καρπό την κάθαρση του νου από τα πάθη και την καλλιέργεια των αρετών. Την πρακτική αρετή διαδέχεται η φυσική γνώση, η γνώση δηλαδή των λόγων των κτιστών όντων, η οποία δίνει τη θέση της στη γνώση και θεωρία του Θεού.

«Στην Ορθόδοξη Εκκλησία και θεολογία τίποτα δεν είναι θεωρία και αυτονομημένη διδαχή· όλα είναι πράξη, αισθητή εμπειρία, καθολική σωματική συμμετοχή» . Για να φτάσει κανείς στην γνώση, η σωματική άσκηση είναι η μοναδική οδός· δεν μπορεί ο άνθρωπος με μόνη τη νοητική λειτουργία του να γνωρίσει τον Θεό, αλλά χρειάζεται απαραίτητα η προσωπική εμπειρία της ένωσης με τον Θεό. Όπως αναφέρει και ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, το μυστήριο της σωτηρίας του ανθρώπου «καὶ τὴν μὲν πρᾶξιν θεωρίαν ἐνεργουμένην, τὴν δὲ θεωρίαν, πρᾶξιν μυσταγωγουμένην».

Παναγία Γλυκοφιλούσα, έργο Ειρήνης Μαγειρία

Αυτήν την πρακτική θεωρία βίωσαν και οι Νηπτικοί Πατέρες της Εκκλησίας και μετέφεραν στα έργα τους την εμπειρία τους. Η Φιλοκαλία αποτελεί ανθολόγηση αποσπασμάτων κειμένων που περιγράφουν αυτήν την πορεία από την πρακτική αρετή στη θεωρία, όπως τη βίωσαν τριάντα έξι Πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας από τον 4ο έως τον 15ο αιώνα μ.Χ.. Η συλλογή των αποσπασμάτων πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με μία άποψη τον 14ο αιώνα, ενώ κατά μία άλλη τον 18ο αιώνα. Τη συλλογή πραγματοποίησε, από χειρόγραφα του Αγίου Όρους, ο μητροπολίτης Κορίνθου άγιος Μακάριος Νοταράς, ο οποίος την παρέδωσε στον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη για συμπλήρωση και επεξεργασία και παραδόθηκε στη συνέχεια προς έκδοση, η οποία έλαβε χώρα στη Βενετία το 1782. Η Φιλοκαλία γνώρισε ευρεία διάδοση και λίγα χρόνια αργότερα, το 1793, μεταφράστηκε στα σλαβονικά από τον μοναχό Παΐσιο Βελιτσκόφσκι. Μεταφράστηκε ακόμη στα αγγλικά, αραβικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά, ρουμανικά, ρωσικά, σερβοκροατικά, φινλανδικά, κάνοντας έτσι παγκοσμίως γνωστή την ορθόδοξη πνευματική παράδοση.
Η Φιλοκαλία ως έκφραση της εμπειρίας της θεώσεως, έχει ως βάση την Αγία Γραφή ως τον οδοδείκτη της ορθόδοξης πορείας του ανθρώπου, αλλά και την ἐν ἁγίῳ Πνεύματι ερμηνεία που της έδωσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Γι’ αυτόν το λόγο η Φιλοκαλία δεν απευθύνεται μόνο στους Μοναχούς αλλά και στους λαϊκούς, επειδή και οι δύο έχουν τον ίδιο σκοπό: την κάθαρση από τα πάθη. Η μέθοδος για την επίτευξη της κάθαρσης διδάσκεται από τους Νηπτικούς. Τα κείμενά της Φιλοκαλίας μάλιστα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν απλώς ηθικές παραινέσεις, καθώς η μελέτη τους αλλά, πιο σωστά, η βίωσή τους οδηγεί και στην κατανόηση του δόγματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ετυμολογικά η λέξη φιλοκαλία σημαίνει την αγάπη του κάλλους, αλλά διευρύνοντας την έννοια λίγο περισσότερο, σημαίνει την αγάπη του όντως Κάλλους. Η αγάπη του Θεού και η αναζήτησή Του δεν είναι απλά ένα ανθρώπινο συναίσθημα, αλλά αποτελεί βίωμα εσωτερικό. Αυτό γίνεται φανερό και από τον πλήρη τίτλο του έργου που επιγράφεται ως εξής: Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν συνερανεισθεῖσα παρὰ τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν ἐν ῇ διὰ τῆς κατὰ τὴν Πρᾶξιν καὶ Θεωρίαν Ἠθικῆς Φιλοσοφίας ὁ νοῦς καθαίρεται, φωτίζεται, καὶ τελειοῦται.

Η “νήψις” προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα νήφω, που σημαίνει την πνευματική εγρήγορση και τη νηφαλιότητα. Ιδιαίτερα στην ορθόδοξη παράδοση νήψη ονομάζεται η κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο άνθρωπος φυλάσσοντας τον νου του από τη διάχυσή του και από την προσβολή των λογισμών που εισέρχονται σε αυτόν μέσω του φανταστικού. Η νήψη είναι μέθοδος πνευματική και επιστήμη που απαλλάσσει τον άνθρωπο από εμπαθείς σκέψεις και πονηρά έργα και αποτελεί την ασφαλή οδό για να φτάσει ο άνθρωπος στη γνώση του Θεού. Η νήψη διδάσκει τον πιστό να λειτουργεί σωστά τα τρία μέρη της ψυχής -το λογιστικό, το θυμικό και το επιθυμητικό-, να φυλλάττει τις αισθήσεις και τις τέσσερις γενικές αρετές -τη φρόνηση, την ανδρεία, τη σωφροσύνη και τη δικαιοσύνη . Καμία αρετή δεν είναι δυνατόν να κατορθωθεί στον άνθρωπο χωρίς τη νήψη . Στενά συνδεδεμένη με τη νήψη είναι η προσευχή, ώστε η μία δεν μπορεί να σταθεί χωρίς την άλλη . Η νήψη καθαίρει την προσευχή και η προσευχή καθαίρει τη νήψη. Η νήψη παρατηρεί και αντιλαμβάνεται τους λογισμούς που επιχειρούν να περάσουν στον νου, ενώ η προσευχή τους εμποδίζει με την επίκληση του ονόματος του Ιησού Χριστού .

Νηπτικοί ονομάστηκαν οι Πατέρες, οι οποίοι μέσα από αυτήν την πνευματική μέθοδο, της νήψης και της προσευχής, έλαβαν τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος και βίωσαν την εμπειρία της μέθεξης των ενεργειών του Θεού. Επομένως Νηπτικοί δεν καλούνται μόνο οι Πατέρες, αποσπάσματα έργων των οποίων περιλαμβάνονται στη Φιλοκαλία, αλλά, διευρύνοντας λίγο την κατηγορία των Νηπτικών, θα εντάσσαμε σε αυτήν, όλους τους Πατέρες της Εκκλησίας, καθώς όλοι εντάσσονται σε αυτή την αδιάκοπη παράδοση φωτισμού του Αγίου Πνεύματος, η οποία άρχισε τα πρώτα τα χρόνια της Εκκλησίας και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.

Νήψη και προσευχή αποτελούν την “ηθική φιλοσοφία” που αναφέρεται στον τίτλο της έκδοσης της Φιλοκαλίας, η οποία είναι ο τρόπος που ο νους καθαίρεται, φωτίζεται, καὶ τελειοῦται. Ο τρόπος αυτός «ήταν η αδιάκοπη προσευχή στον Κύριό μας Ιησού Χριστό, του Υιό του Θεού. Όχι απλώς με το νου μόνο και τα χείλη αλλά στρέφοντας ολόκληρο τον νου στον μέσα άνθρωπο, που είναι και το θαυμαστό. Έτσι, μέσα τους, στα ίδια τα βάθη της καρδιάς επικαλούνται το πανάγιο όνομα του Κυρίου […] τίποτα άλλο δε δέχονται ούτε από μέσα ούτε από έξω και τη διάνοιά του ολότελα ασχημάτιστη και καθαρή» . Με αυτόν τον τρόπο η καρδιά και ο νους καθαίρονται, ενώνονται μεταξύ τους και καθίσταται ευκολότερη η άσκηση των εντολών. Ο νους φωτίζεται από την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος και εμφανίζονται ξανά οι καρποί του -οι αρετές- στην καρδιά του ανθρώπου, η οποία γίνεται κατοικητήριο του Θεού, είναι θεωμένη.

Η συνάντηση αυτή με τον Θεό στον τόπο της καρδιάς του ανθρώπου, είναι η εμπειρία και η προσωπική βιωματική γνώση του Θεού. Βασική αρχή στην Ορθόδοξη Ασκητική Παράδοση είναι ότι ο Θεός δε γνωρίζεται μέσω των γνωστικών δυνάμεων του ανθρώπου, μέσω δηλαδή των αισθήσεων και της διάνοιας. Ο Θεός γίνεται γνωστός σε εκείνους που μέσω της άσκησης καθάρισαν την καρδιά τους από τα πάθη και την έκαναν κατοικητήριό Του· αυτοί είναι και οι πραγματικοί θεολόγοι της Εκκλησίας. Αυτή είναι και η διαφορά της εμπειρικής θεογνωσίας από την ακαδημαϊκή γνώση του Θεού.

Σκοπός της παρούσας εργασίας* είναι να δείξει πώς μετά την πτώση συντελέστηκε η διάσπαση του ανθρωπίνου προσώπου και διασκορπίσθηκαν οι δυνάμεις της ψυχής του και διαχύθηκαν στο εξωτερικό περιβάλλον. Ιδιαίτερα ερευνάται το θέμα των αισθήσεων και ποια είναι η λειτουργία τους μετά την πτώση, οπότε και διασπάσθηκε η αίσθηση, ως ενιαία δύναμη της ψυχής, η οποία κατευθυνόταν προς τη γνώση του Θεού, χωρίζοντας την στις πέντε αισθήσεις με τα αντίστοιχα αισθητήριά τους. Ακόμη εξετάζεται ο ρόλος της φαντασίας και πώς αυτή σε συνδυασμό με τις αισθήσεις γεννά τους εμπαθείς λογισμούς και τα πάθη. Από τα πάθη εξετάζεται αυτό της λύπης, το οποίο γεννάται κυρίως από τις εφήμερες ηδονές που επιζητεί ο άνθρωπος μέσω των αισθήσεων. Μέσω αυτών ο άνθρωπος αναζητεί τη χαρά, η οποία όμως δεν αποτελεί ένα απλό συναίσθημα που προκύπτει από τις εφήμερες ηδονές της ζωής αλλά είναι εσωτερικό βίωμα και αγιοπνευματική δωρεά.

Αυτά λοιπόν θα επιχειρήσουμε να παρακολουθήσουμε όχι στο περιορισμένο πλαίσιο ενός συγγραφέα, αλλά αφενός μέσω βιβλιογραφίας που επιλέχθηκε κατά την κρίση μας, δίνοντας κυρίως έμφαση στα κείμενα της Φιλοκαλίας των Ιερών Νηπτικών, και αφετέρου επιλέγοντας -βοηθητικά- αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα από τους Νηπτικούς Πατέρες εκτός της Φιλοκαλίας και από ορισμένους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Αυτό είναι απαραίτητο αφενός για να φανεί η ταύτιση ή ακόμη και η απόκλιση των Πατέρων σε ορισμένα σημεία, η οποία οφείλεται στις διαφορετικές συνθήκες της κάθε εποχής που γράφει ο καθένας αλλά και στον διαφορετικό αγώνα που κάνει ο κάθε Πατέρας εναντίον των παθών, αποβλέποντας όλοι πάντοτε όμως στον ίδιο σκοπό. Αφετέρου επιλέγεται για την εξέταση του θέματός μας, αυτή η κειμενοκεντρική μέθοδος με συστηματικό τρόπο κατάταξης των έργων των Πατέρων, γιατί ιδιαίτερα για το θέμα των αισθήσεων δεν υπάρχει κάποιο συστηματικό έργο στη Φιλοκαλία που εξετάζει την κάθε αίσθηση ξεχωριστά, πέραν του Συμβουλευτικού Εγχειριδίου του ερανιστή της Φιλοκαλίας, του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, αλλά αντίθετα απαντώνται διάσπαρτες πληροφορίες σε πολλά έργα των Πατέρων τόσο εντός όσο και εκτός της Φιλοκαλίας των Ιερών Νηπτικών.

Η εργασία βασίζεται κυρίως στα κείμενα των Νηπτικών Πατέρων όπως αυτά αναφέρονται στην πεντάτομη έκδοση της Φιλοκαλίας των Ιερών Νηπτικών από τον εκδοτικό οίκο Αστήρ και στα οποία παραπέμπουμε στην παρούσα μελέτη. Βοηθητικά, για την κατανόηση των έργων χρησιμοποιήθηκε η μετάφραση της Φιλοκαλίας στη νεοελληνική γλώσσα από τον εκδοτικό οίκο Το Περιβόλι της Παναγίας , αλλά και η αξιόλογη έκδοσή της από την Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα που περιλαμβάνει τόσο το πρωτότυπο κείμενο, όσο και τη μετάφραση και συνοδεύεται από σχόλια του καθηγητού της Δογματικής Θεολογίας του Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Δημητρίου Τσελεγγίδου. Στη μελέτη αυτή δεν εξετάζεται η γνησιότητα των κειμένων και των συγγραφέων, καθώς κάτι τέτοιο θα εξέφευγε του σκοπού της και εντάσσεται ενδεχομένως σε άλλον τομέα των θεολογικών σπουδών. Ακόμη, δεν περιλαμβάνονται βιογραφικά στοιχεία των Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων, καθώς κάτι τέτοιο θα καταλάμβανε μεγάλο μέρος της εργασίας μας. Αντ’ αυτού παραπέμπουμε τον αναγνώστη σε αντίστοιχες πηγές να μελετήσει τα σχετικά με τη βιογραφία τους.

Για τα κείμενα των εκτός της Φιλοκαλίας Νηπτικών Πατέρων, χρησιμοποιήθηκε η έκδοση της Πατρολογίας του Migne, αλλά και η έκδοση Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας για την ευκολότερη παρακολούθηση της μετάφρασης. Για την ανάπτυξη του κεφαλαίου περί των αισθήσεων αξιοποιήθηκε πρώτιστα το Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο του Αγίου Νικοδήμου που παρουσιάζει με μεθοδικό τρόπο τη διδασκαλία της Εκκλησίας περί των πέντε αισθήσεων παραπέμποντας μάλιστα σε χωρία της Αγίας Γραφής και σε έργα προγενέστερών του Πατέρων. Ακόμη για το θέμα των αισθήσεων, πέρα από τα επιλεγμένα αποσπάσματα Νηπτικών Πατέρων, χρησιμοποιήθηκε και το έργο του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου που επιγράφεται Περὶ κενοδοξίας˙ καὶ ὅπως δεῖ τοὺς γονέας ἀνατρέφειν τὰ τέκνα . Το έργο αποτελεί μία από τις πρώτες πηγές περί των αισθήσεων και παρέχει οδηγίες για τη διαπαιδαγώγηση των νέων, δίνοντας έμφαση στα αισθητήρια, ως τις πύλες της πόλης του σώματος, από τις οποίες εισέρχονται όλες οι εντυπώσεις και οι ερεθισμοί από τον εξωτερικό κόσμο.

*Η δημοσίευση αυτή, η οποία θα πραγματοποιηθεί σε συνέχειες, βασίζεται στο υλικό από την μεταπτυχιακή εργασία της κ. Ειρήνης Μαγειρία, θεολόγου, η οποία κατατέθηκε στο Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ. για την απόκτηση του διπλώματος μεταπτυχιακών σπουδών.

(Συνεχίζεται)

pemptousia.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου