Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015

Ἐπιτομή Ἑρμηνείας τοῦ Βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.

π. Ἀθαν. Μυτιληναίου.

Σύν Ἁγίῳ Τριαδικῷ Θεῷ.


        Εἰσαγωγή
        Ἀδελφοί μου,
        Θά πρέπει ἀσφαλῶς μέ πολύ δέος καί προσευχή συνεχῆ νά
προσεγγίζη κανείς τόν λόγον τοῦ Θεοῦ, τήν Ἁγίαν Γραφήν καί εἰδικώτερα τό προφητικώτατον Βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως.
        Ἡ δυσκολία μάλιστα νά ἀποδοθῆ μία συντομωτάτη περίληψις τοῦ ὅλου Βιβλίου μέσα σέ δύο Ὁμιλίες εἶναι προφανής.
        Ὅμως, ἐπικαλούμενοι τήν βοήθειαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, θά προσπαθήσωμε, ὅση δύναμις, κάτι νά προσφέρωμε διά τήν οἰκοδομήν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
        Πρίν ὅμως προχωρήσωμε, θά ἐπιθυμοῦσα νά σημειώσω ὅτι καμμία ὑποκειμενική ἑρμηνεία δέν θά χρησιμοποιηθῆ παρά μόνον ὅ,τι εἶναι κατατεθειμένον εἰς τήν ὀρθόδοξον διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας μας.
        Πρέπει ἀκόμη νά τονισθῆ, ὅτι ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ὀφείλει νά μελετᾶ τοῦτο τό βιβλίον κατά τήν ρητήν παραγγελίαν τοῦ Κυρίου: «ὅ βλέπεις γράψον εἰς βιβλίον καί πέμψον ταῖς ἑπτά Ἐκκλησίαις... καί μή σφραγίσῃς τούς λόγους τῆς προφητείας τοῦ Βιβλίου τούτου. Ὁ καιρός γάρ ἐγγύς ἐστίν» (Ἀποκ. 1, 11. 22, 10).
        Μέσα εἰς τό Βιβλίον αὐτό θά προσπαθῆ ὁ πιστός «νά καταμανθάνη τούς καιρούς καί νά ἀναμένη τόν ἄχρονον, τόν ἀόρατον, τόν δι᾿ ἡμᾶς ὁρατόν» (Ἁγ. Ἰγνατίου, Πρός Πολύκαρπον, ΙΙΙ) κατά τόν Ἅγ. Ἰγνάτιον.
        Ὁ πειρασμός, νά καθορίζη, ὁ ἀναγνώστης τούς χρόνους ἐκβάσεως τῶν περιγραφομένων προφητειῶν, περιορίζεται ἀπό τόν θεμελιακόν ὅρον ἑρμηνείας τῶν προφητειῶν πού θέτει ὁ Ἅγ. Εἰρηναῖος: «Ἀσφαλέστερον καί ἀκινδυνότερον τό περιμένειν τήν ἔκβασιν τῆς προφητείας ἤ τό καταστοχάζεσθαι καί ἀπομαντεύεσθαι» (Κατά Αἰρέσ. V 30,2).
       
Καί πού συμπληρώνει ὁ Ἅγ. Ἀνδρέας Καισαρείας:«Ὁ χρόνος ἀποκαλύψει καί ἡ πεῖρα τοῖς νήφουσιν».
       
Ἡ Ἀποκάλυψις εἶναι τό ἔσχατον Βιβλίον τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀλλά καί ὁλοκλήρου τῆς Ἁγ. Γραφῆς.

        Ἀποτελεῖ τήν κατακλεῖδα της καί ἔχει ἱκανή ἀντιστοιχία μέ τό πρῶτον Βιβλίον, τήν Γένεσιν μέ τήν ὁποίαν συνιστᾶ τόν ἄξονα: Πτῶσις- Σωτηρία.
        Ἔτσι, ἄν ἡ Γένεσις μᾶς περιγράφει τήν Δημιουργίαν τοῦ Κόσμου, τοῦ Ἀνθρώπου καί τήν πτῶσιν του, ἡ Ἀποκάλυψις μᾶς περιγράφει προφητικά τήν πορείαν τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Δημιουργίας μέσα εἰς τόν χρόνον, τήν ἀναγέννησιν τοῦ ἀνθρώπου, τήν ἀναδημιουργίαν τοῦ κτιστοῦ ὁρατοῦ κόσμου καί τήν αἰωνίαν των δόξαν.
        Ἡ Ἀποκάλυψις περιέχει ἐν συντομίᾳ ὁλόκληρον τό Μυστήριον τῆς Θείας Οἰκονομίας, ἀπό τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὅπου ἡ Γυνή – Θεοτόκος μέ τό ἄρρεν παιδίον, τόν Ἰησοῦν, καταδιώκεται καί τῆς ὁποίας τό ἄρρεν παιδίον ἁρπάζεται εἰς τόν Οὐρανόν, δηλαδή ἡ Ἀνάληψις τοῦ Ἰησοῦ.
        Ἀναφέρεται εἰς τήν ἵδρυσιν ἐπί τῆς γῆς τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, δηλ. τῆς Ἐκκλησίας, τήν ἱστορικήν της παρουσίαν καί τήν παγκοσμίαν ἐπέκτασίν της.
        Τήν ἐξέλιξιν τῆς πάλης της μέ τάς ἀντιθέους δυνάμεις, τάς ἐσχάτους πληγάς πού θά ἐπιπέσουν εἰς τήν ἀμετανόητον ἀνθρωπότητα.
        Τέλος, εἰς τήν ἐμφάνισιν τοῦ Ἀντιχρίστου, τήν τελικήν συντριβήν του, τήν Δευτέραν Παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ ὡς Κριτοῦ, τήν ἀνάστασιν ὅλων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος νεκρῶν, τήν τελικήν Κρίσιν, τήν αἰωνίαν τιμωρίαν τῶν ἀσεβῶν, τήν αἰωνίαν δόξαν τῶν πιστῶν, τήν ἀποκάλυψιν τῆς Καινῆς Ἱερουσαλήμ – τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τήν ἀνακαίνισιν τοῦ ὁρατοῦ κτιστοῦ κόσμου, τήν αἰωνίαν κοινωνίαν τῶν θεωμένων πιστῶν μετά τοῦ Χριστοῦ.
        Κεντρική ἰδέα τοῦ Βιβλίου παραμένει πάντοτε ἡ Δευτέρα τοῦ Χριστοῦ Παρουσία.
        Κύριον θέμα, ὁ ἀγών τῆς Ἐκκλησίας κατά τῶν ἀντιθέων δυνάμεων μέ νικηφόρον ἔκβασιν τῆς Ἐκκλησίας.
        Ὅλα αὐτά καταγράφονται μέ ὁράματα, παραστάσεις καί εἰκόνες πού ἀποτελοῦν τήν συμβολικήν γλῶσσαν τοῦ Βιβλίου.
        Ἡ Ἀποκάλυψις, ὡς προφητικόν Βιβλίον, ἀποκαλύπτει ὄχι μόνον τά μέλλοντα ἀλλά καί τά παρόντα σέ σχέσι μέ τόν χρόνον καταγραφῆς της.
        Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος σημειώνει εἰς τόν Εὐαγγελιστήν Ἰωάννην, ὁ ὁποῖος εἶναι καί ὁ καταγράψας τήν Ἀποκάλυψιν εἰς τήν νῆσον Πάτμον: «Γράψον οὖν ἅ εἶδες, καί ἅ εἰσι καί ἅ μέλλει γίνεσθαι μετά ταῦτα»(Ἀποκ. 1,19).
        Ὁ σκοπός τοῦ Βιβλίου εἶναι ἡ προπαρασκευή τῶν πιστῶν ἐν ὄψει τῶν ἐπερχομένων θλίψεων, καί ἡ παρηγορία τους διά τήν ἀγαθήν ἔκβασιν τοῦ ἀγῶνος.
        Πρό παντός ὅμως ἡ προειδοποίησίς τους διά τάς ἀναμενομένας θλίψεις ὥστε νά μή σκανδαλιστοῦν καί θεωρήσουν τήν Ἐκκλησίαν ἀσθενῆ καί ἀνυπεράσπιστον, τόν δέ Ἰησοῦν ὡς μή ἐνδιαφερόμενον διά τήν Ἐκκλησίαν του.
        Κάτι παρόμοιον συνέβη καί μέ τό ἐπικείμενον Πάθος τοῦ Χριστοῦ ὅταν οἱ Μαθηταί εἰδοποιοῦνται, ἀκριβῶς διά νά μή σκανδαλισθοῦν, καί νά ἐννοήσουν ἀργότερα ὅτι τό Πάθος ἦτο ἑκούσιον.
        Ἔτσι, δέν πρέπει νά ἰδοῦμε τήν Ἀποκάλυψιν μέ τήν στενήν ἔννοιαν τῆς προφητείας ἀλλά σάν ἕνα Βιβλίον πού ἔρχεται νά ἐνισχύση, νά παρηγορήση, νά ἀνορθώση, νά εἰδοποιήση, νά ἐπισημάνη, ἰδιαιτέρως δέ σέ ἐποχές πού τό θρησκευτικόν συναίσθημα εἶναι χαμηλόν.
        Εἶναι ἕνα ζωντανόν Βιβλίον, μέ πολλήν καί ἀνέκφραστον χάριν καί δροσερότητα.
        Εἶναι ἕνα ἀληθινόν ἀριστούργημα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
        Ἔχει ἑνότητα, συμμετρίαν, εὐρυθμίαν, δύναμιν λόγου, πλοῦτον χρωμάτων καί τόνων, ποικιλίαν θεμάτων, πλαστικότητα, ζωηρότητα, παραστατικότητα.
        Εἶναι θεολογικώτατον, ἀφυπνιστικόν συνειδήσεων, συναρπαστικόν, μέ σκηνικά τόν οὐρανόν καί τήν γῆν, καί χρόνον ἀνελίξεως, τήν παγκόσμιον ἱστορίαν καί τήν αἰωνιότητα.
        Δι᾿ αὐτό καί ἀποτελεῖ λάθος ἑρμηνευτικόν νά θέλωμε νά ἑρμηνεύσωμε τό Κείμενόν του μέ βάσι ἕναν τόπον, ὅπως ἡ Ἑλλάδα, ἡ Κων/πολις, ἕνα ρεῦμα, ὅπως ὁ Μωαμεθανισμός, ὁ Κομμουνισμός, ἤ μίαν χρονικήν περίοδον, ὅπως ἡ τεσσάρων αἰώνων Τουρκική Κατοχή, ὁ εἰκοστός αἰών κλπ.
        Ὅλα βεβαίως αὐτά, περιέχονται εἰς τόν ὀπτικόν ὁρίζοντα τοῦ Βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως, ἀλλά δέν ἐξαντλεῖται μέ αὐτά.
        Ἕνα ἀκόμη σημεῖον πρέπει νά ἀναφερθῆ.
        Πότε ἀρχίζει τό Βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως νά πληροῦται;
        Πρέπει νά σημειώσωμε ὅτι δέν περιορίζεται μόνον εἰς τήν ἐποχήν τοῦ ἱεροῦ συγγραφέως οὔτε εἰς τά ἔσχατα τῆς ἱστορίας, ἀλλά ἀρχίζει ἀπό τήν στιγμήν πού συγγράφεται.
        Κάθε τί πού πραγματοῦται εἶναι προανάκρουσμα ἑπομένων γεγονότων μέ τελικήν ἔκβασιν τά περί τήν Δευτέραν Παρουσίαν τοῦ Κυρίου.
        Ὀρθόδοξοι ἑρμηνευταί, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Καισαρείας, ἀναζητοῦν εἰς τήν Ἀποκάλυψιν, τήν ἱστορικήν, τήν ἠθικήν, τήν θεολογικήν καί μυστικήν διάστασιν τοῦ ἱεροῦ κειμένου.
        Ἡ ἱστορική διάστασις, εἶναι ἐκεῖνο πού ἤδη συμβαίνει ἤ πρόκειται νά συμβῆ, ὅπως οἱ Ἑπτά Ἐκκλησίες τῆς Μ. Ἀσίας, τά ἔσχατα, ὁ Ἀντίχριστος, ἡ Δευτέρα τοῦ Χριστοῦ Παρουσία.
        Ἡ ἠθική διάστασις εἶναι ὅ,τι δύναται νά διδάξη, νά ἐπανορθώση, νά διατηρήση, νά ἐλέγξη, νά τιμωρήση, νά παρηγορήση.
        Ἡ μυστική καί θεολογική διάστασις εἶναι ἡ εὕρεσις βαθυτέρου νοήματος καί μηνύματος τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπον πού θά ἀναπτυχθῆ μία προσωπική σχέσις ἀνθρώπου καί Θεοῦ, ὅπως καί ὅλες οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ μέσα εἰς τήν ἱστορίαν καί τήν Δημιουργίαν πού ἐκφράζουν τήν σοφίαν, τήν δύναμιν καί τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ.
        Μετά ἀπό τήν σύντομην αὐτήν Εἰσαγωγήν, μποροῦμε τώρα νά ἰδοῦμε πολύ περιληπτικά καί σέ κάποιες ἑνότητες τήν ἑρμηνείαν τοῦ ἱεροῦ Κειμένου τοῦ Βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως.
        «Ἀποκάλυψις Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἥν ἔδωκεν αὐτῷ ὁ Θεός, δεῖξαι τοῖς δούλοις αὐτοῦ ἅ δεῖ γενέσθαι ἐν τάχει, καί ἐσήμανεν ἀποστείλας διά τοῦ ἀγγέλου αὐτοῦ τῷ δούλῳ αὐτοῦ Ἰωάννῃ, ὅς ἐμαρτύρησε τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί τήν μαρτυρίαν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅσα εἶδε.
        Μακάριος ὁ ἀναγινώσκων καί οἱ ἀκούοντες τούς λόγους τῆς προφητείας καί τηροῦντες τά ἐν αὐτῇ γεγραμμένα. Ὁ γάρ καιρός ἐγγύς»
(Ἀποκ. 1, 1 – 3).
        Μέ αὐτή τήν θαυμασίαν εἰσαγωγικήν ἐπιγραφήν ἀρχίζει τό Βιβλίον.
        Διακρίνεται διά τόν ἐπίσημον τόνον της, ὑπενθυμίζουσα τήν ἐπιγραφήν τῶν προφητικῶν βιβλίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
        Φανερώνεται ὁ χαρακτήρ τοῦ Βιβλίου ὡς «Ἀποκάλυψις».
        Δηλώνεται τό κῦρος καί ἡ αὐθεντία τοῦ Βιβλίου διότι πηγή του εἶναι ὁ Θεός καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός, εἴτε προσωπικῶς εἴτε δι᾿ ἀγγέλου.
        Τονίζεται, ὅπως καί καθ᾿ ὅλον τό μῆκος τοῦ Βιβλίου, ὅτι «ὁ καιρός ἐγγύς».
        Παρατηροῦμεν ὅτι ὅλες οἱ προφητεῖες εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην, δέν δείχνουν σύντομη χρονικά τήν ἔκβασίν τους, ἐνῶ ἐδῶ κατά κόρον τονίζεται ὅτι ὁ χρόνος ἐκβάσεως ὅλων τῶν γεγραμμένων εἶναι σύντομος.
        Ἀπό τήν ἐποχήν τοῦ Ἀβραάμ ἕως τήν Γέννησιν τοῦ Χριστοῦ παρῆλθον 2100 χρόνια, καί οἱ προφητεῖες διά τόν Χριστόν δέν δείχνουν βιασύνη ἐκπληρώσεως.
        Διά τήν Δευτέραν ὅμως Παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ δείχνουν βιασύνην ἐκπληρώσεως.
        Καί ἔχουν παρέλθη 2000 χρόνια.
        Μήπως τό τέλος τῆς ἱστορίας εἶναι κοντά;
        Μετά ἀπό τήν ἐπιγραφικήν Εἰσαγωγήν, ἀποτείνεται πρός τάς Ἑπτά Ἐκκλησίας τῆς Μ. Ἀσίας, πρός τάς ὁποίας καί ἀποστέλλει, κατ᾿ ἐντολήν τοῦ Χριστοῦ, τό Βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως, πού τελικά παίρνει ἐπιστολικόν χαρακτῆρα.
        Περιγράφει ἐν συνεχείᾳ τό ἱστορικόν τῆς καταγραφῆς τοῦ Βιβλίου:
        «Ἐγώ Ἰωάννης... ἐγενόμην ἐν τῇ νήσῳ τῇ καλουμένῃ Πάτμῳ... Ἐγενόμην ἐν πνεύματι ἐν τῇ Κυριακῇ ἡμέρᾳ, καί ἤκουσα φωνήν ὀπίσω μου μεγάλην ὡς σάλπιγγος λεγούσης: ὅ βλεπεις γράψον εἰς βιβλίον καί πέμψον ταῖς ἑπτά Ἐκκλησίαις, εἰς Ἔφεσον καί εἰς Σμύρναν, καί εἰς Πέργαμον καί εἰς Θυάτειρα καί εἰς Σάρδεις καί εἰς Φιλαδέλφειαν καί εἰς Λαοδίκειαν» (Ἀποκ. 1,9 – 11).
        Καί ἐπιστρέφει, ὅπως διηγῆται, νά ἰδῆ ποιός ὁμιλεῖ, καί βλέπει ἑπτά χρυσές λυχνίες πού ἀνάμεσά τους περιεπάτει κάποιος ὅμοιος μέ ἄνθρωπον, ντυμένος ποδήρη χιτῶνα μέ χρυσῆ ζώνη.
        Τά μαλλιά του ἦσαν λευκά σάν τό χιόνι καί τά μάτια του σάν φλόγα πυρός.
        Τά πόδια του σάν χαλκολίβανος καί ἡ φωνή του σάν ἦχος ἀπό τήν πτῶσιν πολλῶν ὑδάτων.
        Στό δεξί του χέρι κρατοῦσε ἑπτά ἀστέρια, καί ἀπό τό στόμα του ἐξεπορεύετο μιά κοφτερή δίκοπη ρομφαία.
        Τό πρόσωπό του ἦταν λαμπερό σάν τόν μεσουρανοῦντα ἥλιον.
        Καί ἐγώ, συνεχίζει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, ἔπεσα χάμω σάν νεκρός.
        Ἀλλά ἐκεῖνος μέ ἤγγισε καί μοῦ λέγει: «Μή φοβοῦ. Ἐγώ εἰμί ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος καί ὁ ζῶν, καί ἐγενόμην νεκρός, καί ἰδού ζῶν εἰμί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων, καί ἔχω τάς κλεῖς τοῦ θανάτου καί τοῦ Ἅδου.
        Γράψον οὖν ἅ εἶδες, καί ἅ εἰσι καί ἅ μέλλει γίνεσθαι μετά ταῦτα»
( Ἀποκ. 1,17 – 19).
        Ποῖος λοιπόν ἦτο ὁ ἀποκαλυπτόμενος;
        Ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεός Λόγος.
        Τά Ἑπτά ἀστέρια, εἶναι οἱ ἑπτά Τοπικές Ἐκκλησίες τῆς Μ. Ἀσίας πού προαναφέραμε.
        Φυσικά, ἐπειδή δέν εἶναι οἱ μόνες οὔτε καί οἱ μεγαλύτερες, διαυτό ὑπό τόν σχηματικόν ἀριθμόν ἑπτά, νοεῖται ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία πρός τήν ὁποίαν στέλλει ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἑπτά Ἐπιστολές, ἤ ἑπτά πτυχές πού ἀφοροῦν εἰς τήν Ἐκκλησίαν.
        Οἱ Ἐπιστολές βέβαια ἱστορικά ἀνταποκρίνονται εἰς τούς ἑπτά ἐκκλησιαστικούς ἀποδέκτας, ἀλλά τό περιεχόμενον ἐπεκτείνεται πρός ὅλην τήν Ἐκκλησίαν.
        Ἄξιον παρατηρήσεως εἶναι ὅτι τά ἑπτά ἀστέρια, πού εἶναι οἱ ἐπίσκοποι τῶν ἀντιστοίχων Ἐκκλησιῶν, εὑρίσκονται εἰς τό δεξί χέρι τοῦ Χριστοῦ.
        Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι στό χέρι του, στή δικαιοδοσίαν του, στήν πρόνοιάν του, μέ ὅλον τό πλήρωμά της, λαϊκούς καί κληρικούς, καί τίποτα δέν τοῦ διαφεύγει.
        Καί τί λέγει ὁ Κύριος εἰς τόν Ἰωάννην;
        «Τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Ἐφέσῳ Ἐκκλησίας γράψον».
       
Μέ τόν ἴδιον τύπον θά ἀποταθῆ ὁ Κύριος καί πρός τάς ἑπτά Ἐκκλησίας.
        Μποροῦμε νά ὑπογραμμίσωμε μέ πολλή συντομία ἕνα κεντρικό σημεῖον ἀπό κάθε Ἐπιστολήν.
        Ἡ περίπτωσις, ὅπως εἴπαμε, μᾶς ἐνδιαφέρει ἄμεσα, διότι ὁ Κύριος ἀποτείνεται πρός τούς πιστούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς κάθε ἐποχῆς.
        1. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἐφέσου
       
Ὁ Κύριος ἐπαινεῖ τήν Ἐκκλησίαν αὐτήν διότι ἀπεδοκίμασε τούς ψευδαποστόλους ἰουδαΐζοντας αἱρετικούς, ὅπως καί τούς Νικολαΐτας.
        Ὅμως, κατά τήν προσπάθειαν κατά τῶν αἱρετικῶν ἠτόνισε κάπως ἡ ἀγάπη της πρός τόν Ἰησοῦν Χριστόν.
        «Ἀλλά ἔχω κατά σοῦ, ὅτι τήν ἀγάπην σου τήν πρώτην ἀφῆκας » (2,4).
        Τό παράπονον τοῦ Ἰησοῦ εἶναι ὅτι ὁ ἐνθουσιασμός, ἡ πύρωσις τῆς καρδίας, ἡ ἀφοσίωσις, ἡ λατρεία, ἔχουν ὑποτονισθῆ.
        Ἡ ἀγάπη δέν νοεῖται ὡς ἐξαντλουμένη εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἀλλά καί εἰς τήν Ὀρθοπραξίαν καί εἰς τήν ἰδιαιτέραν ἀγαπητικήν ἀνάβασιν τῆς καρδίας πρός τόν Θεόν.
        2. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Σμύρνης.
        Ἡ Ἐκκλησία αὐτή ἐπαινεῖται ἐξ ὁλοκλήρου.
        «Οἶδα σου τά ἔργα καί τήν θλῖψιν καί τήν πτωχείαν. Ἀλλά πλούσιος εἶ (2,9).
        Διαγράφεται ἕνα τρίπτυχο χριστιανικῆς πορείας: Τά ἔργα, ὡς δρᾶσις ποιμαντική, καί ὡς ἔργα ἀγάπης καί φιλανθρωπίας.
        Ἡ θλῖψις, ὡς στοιχεῖον γνησιότητος πού φανερώνει τάς δυσκολίας τῶν ἀντιθέων καί κοσμικῶν δυνάμεων πού πολεμοῦν τήν Ἐκκλησίαν καί τήν θλίβουν ποικιλοτρόπως.
        Ἡ πτωχεία, ὡς σπουδαῖον ἀγαθόν πού δείχνει τήν κατανόησιν τοῦ εὐαγγελικοῦ πνεύματος καί πού ἀποτελεῖ καί αὐτή στοιχεῖον γνησιότητος τοῦ Εὐαγγελίου.
        Τέλος, διαγράφεται μελλοντικός διωγμός διά τόν ὁποῖον ὁ Κύριος συμβουλεύει: μηδέν φοβοῦ ἅ μέλλεις παθεῖν», καί «Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου».
       
Ὁ διωγμός εἶναι ὁ κλῆρος τῆς Ἐκκλησίας εἰς τόν κόσμον.
        Ἐκκλησία διωκομένη εἶναι ἀπόδειξις ὅτι εὑρίσκεται εἰς ὀρθήν ὁδόν καί ἔχει χάριν πολλήν ἀπό τόν Θεόν.
        Ἐκκλησία μή διωκομένη καί πού συμμαχεῖ μέ τόν κόσμον, ἔχει ἀποδοκιμασθεῖ ἀπό τόν Χριστόν.
        3. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Περγάμου
        Ἡ πόλις τῆς Περγάμου ὀνομάζεται ὑπό τοῦ Κυρίου, θρόνος τοῦ Σατανᾶ.
        Ὅμως ἡ Ἐκκλησία τῆς Περγάμου ἔδειξε ἀντίστασιν εἰς τήν ἐπικρατοῦσαν εἰδωλολατρείαν ἔχοντας καί εἰς τό ἐνεργητικόν της τό μαρτύριον τοῦ Ἐπισκόπου της Ἀντύπα.
        Ὑπάρχουν ὅμως καί τά παράπονα τοῦ Ἰησοῦ:
        «Ἔχεις κρατοῦντας τήν διδαχήν τῶν Νικολαϊτῶν».
        Οἱ Νικολαΐται ἦσαν γνωστικίζοντες αἱρετικοί καί ἐθεωροῦντο ὡς ἀντινομισταί.
        Ἐν ὀνόματι, δῆθεν τῆς χριστιανικῆς ἐλευθερίας, εἶχαν ἐλαστικές ἀντιλήψεις περί πίστεως καί σαρκικῶν ἁμαρτημάτων.
        Ἀρχή των ἦτο: «Παραχρῆσθαι τῇ σαρκί δεῖ».
        Πολλοί σήμερα Χριστιανοί μας ἔχουν μακρινούς των προγόνους τούς Νικολαΐτας, μέ τό νά ἔχουν χαλαρή ἀντίληψι περί τῆς ἠθικῆς, καί μάλιστα ἐπί τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων.
        4. Ἡ Ἐκκλησία τῶν Θυατείρων
       
Ἐπαινεῖται ἡ ἀγάπη καί ἡ πίστις καί ἡ διακονία καί ἡ ὑπομονή τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς.
        Ἠνήχετο ὅμως μία ψευδοπροφῆτιν μέ τό συμβολικό ὄνομα Ἰεζάβελ.
        Αὐτή ἦτο χριστιανή πλανεμένη πού ὑπηρετοῦσε τόν προφητισμόν, δηλαδή δαιμονικές προφητεῖες.
        Ἡ ἐποχή μας ἔχει πολλούς τέτοιους, μέ τήν γενικήν ὀνομασίαν «φωτισμένοι», πού ἐμφανίζονται ὡς ὁραματισταί, ἐνυπνιασταί κλπ.
        Αὐτοί ὅλοι σφετερίζονται τήν Ἐκκλησίαν καί τόν κλῆρον καί πλανοῦν τούς πιστούς.
        Εὔκολα δέν γίνονται ἀντιληπτοί διότι δείχνουν ὑπερβάλλοντα ζῆλον πίστεως, ἀλλά στήν πραγματικότητα εἶναι κίβδηλοι καί ἀποδοκιμάζονται ἀπό τόν Χριστόν.
        5. Ἡ Ἐκκλησία τῶν Σάρδεων
       
Κεντρικόν σημεῖον: «Οἶδα σου τά ἔργα, ὅτι ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῆς, καί νεκρός εἶ».
       
Φοβερός λόγος.
        Ὁ καθένας εὑρίσκει τόν ἑαυτόν του.
        Πρόκειται διά μίαν εὐσεβοφάνειαν, ἕνα σχῆμα εὐσεβείας πού στό βάθος ἡ πνευματική ζωή εἶναι νεκρή.
        Εἶναι αὐτό πού σημειώνει ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Τοῦτο δέ γίνωσκε, ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροί χαλεποί· ἔσονται γάρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι... ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τήν δέ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι» ( Β΄Τιμ. 3, 1 – 5).
        6. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Φιλαδελφείας
       
Μία ἐπιστολή γεμάτη ἀπό ἔπαινον.
        «Ὅτι ἐτήρησας τόν λόγον τῆς ὑπομονῆς μου, κἀγώ σε τηρήσω ἐκ τῆς ὥρας τοῦ πειρασμοῦ τῆς μελλούσης ἔρχεσθαι ἐπί τῆς οἰκουμένης ὅλης, πειράσαι τούς κατοικοῦντας ἐπί τῆς γῆς» (3,10).
        Καί ποῖος αὐτός ὁ παγκόσμιος πειρασμός;
        Θά εἶναι ὁ πειρασμός τῆς πίστεως καί τοῦ ἠθικοῦ βίου πού θά ἀνοίξουν τόν δρόμον εἰς τόν Ἀντίχριστον.
        Ποῖος θά μείνη πιστός εἰς τό θεανθρώπινον Πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ ὅταν θά ὑπάρχη ὄχι μόνον κατακλυσμός ἀπιστίας ἀλλά καί διωγμός καί μαρτύριον δι᾿ ἐκεῖνον πού θά πιστεύη εἰς τόν Χριστόν;
        «Κράτει ὅ ἔχεις».
       
Εἶναι ἡ Παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας πού πρέπει σταθερά νά κρατήσωμε.
        7. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Λαοδίκειας
        Μία ἐπιστολή πού συνδυάζει αὐστηρότητα, δριμύτητα καί τρυφερότητα.
        «Οἶδα σου τά ἔργα, ὅτι οὔτε ψυχρός εἶ οὔτε ζεστός
· ὄφελον ψυχρός ἦς ἤ ζεστός. Οὕτως ὅτι χλιαρός εἶ, καί οὔτε ζεστός οὔτε ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου» (3,15).
        Εἶναι οἱ πιστοί πού «χωλαίνουσιν ἐπ᾿ ἀμφοτέραις ταῖς ἰγνύαις» (Γ΄Βασ. 18,21), ἀνάμεσα εἰς τόν Χριστόν καί εἰς τόν κόσμον.
        Εἶναι οἱ κοσμικοποιημένοι Χριστιανοί πού ταυτοχρόνως ἔχουν ὑψηλήν ἰδέαν περί τῆς θρησκευτικότητός των.
        Δυσκολεύονται νά μετανοήσουν ἐπειδή ζοῦν τήν ψυχολογίαν τῆς ἐπαρκείας καί τῆς αὐταρεσκείας.
        Θά σέ ξεράσω, εἶναι ἡ ἀπάντησις τοῦ Χριστοῦ.
        Ἐν τούτοις, ὁ Κύριος κάνει ἔκκλησιν μετανοίας: «Ἐγώ ὅσους ἐάν φιλῶ, ἐλέγχω καί παιδεύω· ζήλευε οὖν καί μετανόησον. Ἰδού ἔστηκα ἐπί τήν θύραν καί κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καί ἀνοίξῃ τήν θύραν, καί εἰσελεύσομαι πρός αὐτόν καί δειπνήσω μετ᾿ αὐτοῦ καί αὐτός μετ᾿ ἐμοῦ» (Ἀποκ. 3,19 – 21).
        **************

       Μέ τήν ἀνάλυσιν τῶν τριῶν πρώτων κεφαλαίων τοῦ Βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως, κλείει τό Πρῶτον μέρος τοῦ ὅλου Βιβλίου εἰς τό ὁποῖον ἐπεσκοπήθη τό παρόν τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἦτο κατά τούς χρόνους τοῦ Εὐαγγ. Ἰωάννου μέ τήν ἀποστολήν τῶν Ἑπτά Ἐπιστολῶν πρός τάς Ἑπτά Ἐκκλησίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.
       Ἦτο ἡ ἀποκάλυψις τοῦ παρόντος, «ἅ εἰσιν» χωρίς αὐτό νά ἀποκλείη τήν ἀποκάλυψιν τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ὡς πτυχές της καθ᾿ ὅλην τήν πορείαν της μέσα εἰς τήν ἱστορίαν.
       Ὅσον ὅμως προχωρεῖ ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας μέσα εἰς τούς αἰῶνας καί θά πλησιάζη πρός τό τέρμα της πού συμπίπτει μέ τό τέλος τῆς Ἱστορίας, τόσον θά πυκνώνονται καί οἱ πειρασμοί της μέ ἀποκορύφωσι τήν παρουσίαν τοῦ Ἀντιχρίστου.
       Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία ἀποδύεται σέ ἀγῶνας πού περιγράφονται μεταξύ τῶν Κεφαλαίων Δ΄1 καί ΙΘ΄10.
       Εἶναι «ἅ δεῖ γενέσθαι μετά ταῦτα» (4,1).
       Ὁ σκοπός πού θά ἐκτεθοῦν οἱ μελλοντικοί ἀγῶνες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι νά προετοιμάση τούς πιστούς σέ τοῦτο, νά τούς παραμυθήση, νά τούς βοηθήση νά μή σκανδαλιστοῦν καί νά μή κοσμικοποιηθοῦν.
       Οἱ ὀπτασίες πού θά ἰδῆ ὁ Εὐαγγ. Ἰωάννης καί πού ἀναφέρονται εἰς τούς ἀγῶνας τῆς Ἐκκλησίας, ἀρχίζουν μέ ἕνα ἄνοιγμα εἰς τόν οὐρανόν.
       
«Μετά ταῦτα εἶδον καί ἰδού θύρα ἀνεωγμένη ἐν τῷ οὐρανῷ, καί ἡ φωνή ἡ πρώτη ἥν ἤκουσα ὡς σάλπιγγος λαλούσης μετ᾿ ἐμοῦ, λέγων·ἀνάβα ὧδε καί δείξω σοι ἅ δεῖ γενέσθαι μετά ταῦτα» (4,1).
       Ποῖα «μετά ταῦτα»;
       Μετά ἀπό τήν πρώτην ὀπτασίαν πού εἶδε ὁ Εὐαγγ. Ἰωάννης, τόν δοξασμένον Ἰησοῦν νά τοῦ ὑπαγορεύη τήν καταγραφήν τῶν Ἑπτά Ἐπιστολῶν, καί χωρίς νά διακοπῆ ἡ ὀργανική συνέχεια, ἀλλάσσει τό σκηνικόν καί μεταφέρεται ἀπό τήν γῆν εἰς τόν οὐρανόν.
       Ὅταν κανείς μελετᾶ τό ἱερόν Κείμενον ἀπό τοῦ 4ου Κεφαλαίου, ἔχει τήν αἴσθησιν τοῦἀνοικτοῦ χώρου πού ὅ,τι διαδραματίζεται, εὑρίσκεται ἄλλοτε ἐπί τῆς γῆς, ἄλλοτε εἰς τόν οὐρανόν καί ἄλλοτε μεταξύ γῆς καί οὐρανοῦ.
       Μία θύρα ἀνοιγμένη εἰς τόν οὐρανόν.
       Τοῦτο σημαίνει τήν φανέρωσιν τῶν κρυπτῶν μυστηρίων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
       
«Καί ἰδού θρόνος ἔκειτο ἐν τῷ οὐρανῷ καί ἐπί τόν θρόνον καθήμενος» (4,2).
       Ὁ θρόνος εἶναι τό σύμβολον τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ.
       Καί ὁ καθήμενος εἶναι ὁ Θεός, πού τό Ὄνομά του ἀποφεύγεται νά εἰπωθῆ ἀλλά γίνεται μία ζωντανή συμβολική περιγραφή.
       Μοιάζει μέ τόν ἴασπιν καί γύρω ἀπό τόν θρόνον μία ἴρις πού ἔμοιαζε μέ σμαράγδια.
       Γύρω ἀπό τόν θρόνον, 24 ἄλλοι θρόνοι πού ἐκάθηντο 24 πρεσβύτεροι φορεμένοι στά λευκά καί μέ χρυσᾶ στεφάνια εἰς τά κεφάλια τους.
       Εἶναι ἡ κοινωνία τοῦ θεοῦ μετά τῶν κτισμάτων του, τούς ἀνθρώπους καί τούς ἀγγέλους.
       Οἱ 24 Πρεσβύτεροι εἶναι ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων ἐπί τῶν ὁποίων ὁ Θεός ἀναπαύεται.
       Εἶναι Πρεσβύτεροι, διά νά δηλωθῆ ἡ πνευματική των ὡριμότητα. Ὁ ἀριθμός 24 εἶναι τό δίς 12 πού σημαίνει σχηματικά μεγάλο πλῆθος ἁγίων.
       Τά λευκά ἱμάτια εἶναι τό σύμβολον τῆς ἁγνότητος καί ἁγιότητος.
       Τά χρυσᾶ στεφάνια, εἶναι τό σύμβολον τῆς νίκης κατά τοῦ κακοῦ, ἀλλά καί ὅτι οἱ Ἁγιοι εἶναι τό «βασίλειον ἱεράτευμα» (Ἀποκ. 1,6).
       Οἱ 24 Πρεσβύτεροι ἦσαν καθισμένοι, πού φανερώνει τήν ἀνάπαυσιν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
       Εἶναι «κυκλόθεν τοῦ θρόνου» πού θυμίζει εἰκόνα τῆς Θείας Λειτουργίας.
       Ὁλόκληρη ἡ εἰκόνα δείχνει τό βαθύτατον μυστήριον τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί τῆς κοινωνίας του μετά τῆς Κτιστῆς του Δημιουργίας.
       Ἀπό τόν θρόνον ἐκπορεύονται ἀστραπές καί φωνές καί βροντές.
       Ἡ εἰκόνα πού εἴδαμε παίρνει μιά δυναμικότητα καί ἐξαγγέλλει τό ἀπροσπέλαστον μεγαλεῖον τοῦ Παντοκράτορος Θεοῦ.
       Ἑπτά λαμπάδες πυρός καίονται μπροστά εἰς τόν Θρόνον τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι τά Ἑπτά Πνεύματα τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό Τρίτον Πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος εἰς τήν πληρότητα τῶν ἐνεργειῶν του.
       Μπροστά ἀπό τόν θρόνον τοῦ Θεοῦ, μιά γυάλινη θάλασσα ὅμοια μέ κρύσταλλο πού εἶναι προφανῶς τό «πάτωμα» τοῦ ὅλου σκηνικοῦ.
       Ἀλλ᾿ ἐάν εἶναι τό «πάτωμα» τοῦ οὐρανίου σκηνικοῦ, τότε διά τήν γῆν εἶναι ὁ «οὐρανός» της, ἀπό τήν ὁποίαν ἐποπτεύει ὁ Θεός καί εἶναι τό σύμβολον τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ ὅλων τῶν γηίνων πραγμάτων.
       Γύρω ἀπό τόν θρόνον τοῦ Θεοῦ εἶναι τέσσερα ζῶα, τέσσερις δηλαδή ἀγγελικές ὑπάρξεις πού εἶναι γεμάτα ἀπό μάτια καί τό κάθε ἕνα ἔχει ἕξι φτεροῦγες.
       Τό πολυόματον αὐτῶν τῶν ζώων φανερώνει τήν παγγνωσίαν τοῦ Θεοῦ καί τό πολυπτέρυγον, τήν εὐκινησίαν τους εἰς τήν ταχυτάτην ἐκτέλεσιν τῶν Θείων Βουλῶν.
       Τό πρῶτον ζῶον εἶναι τό λεοντάρι, καί δείχνει τό βασιλικόν μεγαλεῖον.
       Τό δεύτερον, εἶναι τό βόδι, καί δείχνει τήν δύναμιν.
       Τό τρίτον, εἶναι μέ ἀνθρώπινον πρόσωπον καί δείχνει τήν ἀνθρωπίνην εὐφυΐαν.
       Καί τό τέταρτον, εἶναι ὁ ἀετός καί δείχνει τό ὀξυδερκές καί εὐπετές.
       Τά ζῶα αὐτά θεωροῦνται καί σύμβολα τῶν τεσσάρων Εὐαγγελιστῶν.
       Τά ζῶα αὐτά, ὑμνοῦν τόν Θεόν εἰς τό διηνεκές μέ τόν ὕμνον:
«Ἅγιος,Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος ὁ Θεός ὁ Παντοκράτωρ, ὁ ἦν καί ὁ ὤν καί ὁ ἐρχόμενος» (4,8).
       Μέ τό τέλος τοῦ ὕμνου, οἱ 24 Πρεσβύτεροι πέφτουν καί προσκυνοῦν τόν ζῶντα Θεόν τόν καθήμενον ἐπί τοῦ θρόνου, ἀφοῦ ἀποθέσουν τά χρυσᾶ στεφάνια τους πρό τοῦ θρόνου,καί λέγοντες «
Ἄξιος εἶ, ὁ Κύριος καί Θεός ἡμῶν, λαβεῖν τήν δόξαν καί τήν τιμήν καί τήν δύναμιν, ὅτι Σύ ἔκτισας τά πάντα, καί διά τοῦ θελήματός σου ἦσαν καί ἐκτίσθησαν» (4,11).
       Στήν συνέχεια, ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής βλέπει στό δεξί χέρι τοῦ καθημένου ἐπί τοῦ θρόνου, ἕνα βιβλίον, περγαμηνόν ἤ παπύρινον εἰλητάριον πού ἦτο γραμμένον ἐσωτερικά καί ἐξωτερικά, δηλαδή ὀπισθόγραφα, καί ἦτο σφραγισμένον μέ ἑπτά σφραγῖδες.
       Τό βιβλίον στό δεξί χέρι τοῦ Θεοῦ φανερώνει τήν πάνσοφον μνήμην του, τήν ἄβυσσον τῶν κριμάτων του καί τάς θείας βουλάς του.
       Οἱ ἑπτά σφραγῖδες δείχνουν τό ἄγνωστον τῶν θείων βουλῶν σέ ὅλα τά κτιστά αἰσθητά καί νοητά ὄντα.
       Ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι τό περιεχόμενον τούτου τοῦ μυστηριώδους βιβλίου περιλαμβάνει ὅ,τι θά καταγραφῆ στό Βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως καί ἀπό τά Κεφάλαια 6 – 22 πού εἶναι ὁλόκληρον τό σωτηριῶδες μέλλον τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἱστορίας τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ Σύμπαντος καί πού εἶναι γνωστόν μόνον εἰς τό Ἐσφαγμένον Ἀρνίον καί τό ὁποῖον θά τό ἀποσφραγίση καί θά τό ὑπαγορεύση νά καταγραφῆ στό Βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως πού ἔχομεν ἡμεῖς στά χέρια μας, καί μέ γλῶσσα συμβολική καί προφητική.
       Στήν συνέχεια, ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής ἤκουσε μίαν ἀγγελικήν φωνήν νά κηρύσση: «
Τίς ἄξιος ἐστιν ἀνοῖξαι τό Βιβλίον καί λῦσαι τάς σφραγῖδας αὐτοῦ;» (5,2).
       Καί κανείς δέν μποροῦσε, ἀπ᾿ ὅλα τά αἰσθητά καί νοητά κτίσματα, νά τό ἀνοίξη.
       Καί ὁ Ἰωάννης κλαίει γι᾿ αὐτό.
       Ἕνας ὅμως πρεσβύτερος τόν καθησυχάζει ὅτι βρέθηκε Ἐκεῖνος πού θά τό ἀνοίξη τοῦτο τό μυστηριῶδες Βιβλίον.
       Εἶναι «ὁ λέων ὁ ἐκ τῆς φυλῆς Ἰούδα, ἡ ρίζα Δαυίδ» (5,5).
       Εἶναι ὁ Μεσσίας Ἰησοῦς, ὁ ἱστορικός Ἰησοῦς, ὁ Ἐνανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, πού ὑπερίσχυσε διά τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ του ἔργου, διά νά ἀνοίξη τό Βιβλίον.
       Καί πράγματι:
       
«Καί εἶδον, συνεχίζει ὁ Ἰωάννης, ἐν μέσῳ τοῦ θρόνου τῶν τεσσάρων ζώων καί ἐν μέσῳ τῶν Πρεσβυτέρων Ἀρνίον ἑστηκός ὡς ἐσφαγμένον, ἔχον κέρατα ἑπτά καί ὀφθαλμούς ἑπτά» (5,6).
       Εἰς τήν ὅλην ὀπτασιακήν εἰκόνα, ἐφ᾿ ἐξῆς τό Ἐσφαγμένον καί ἐστηκός Ἀρνίον, τό ὁποῖον εἶναι ὁ Παθών δι᾿ ἡμᾶς Ἐνανθρωπήσας Θεός Λόγος, θά ἔχη τήν κεντρικήν θέσιν εἰς τό ὅλον Βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως.
       Ἐφ᾿ ἑξῆς, ἡ Θεολογία τοῦ Σταυροῦ τῶν Εὐαγγελίων ἀντικαθίσταται μέ τήν Θεολογίαν τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου, πού φυσικά εἶναι ἡ ἴδια ἡ Θεολογία μέ διαφορετικήν εἰκόνα.
       Ἔτσι, μέ τήν εἰκόνα τοῦ Ἀρνίου συμπληρώνεται καί ἡ ὅλη ὀπτασιακή εἰκόνα, ὁ Πατήρ ἐπί τοῦ Θρόνου, τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μέ τάς ἑπτά καιομένας λαμπάδας, καί ὁ Υἱός ὡς Ἀρνίον.
       Εἶναι ὅλη ἡ Ἁγία Τριάς, ὅπως ἐμφανίζεται καί εἰς τά Εὐαγγέλια καί πού ἐργάζεται τό Μυστήριον τῆς Θείας Οἰκονομίας.
       Τά ἑπτά κέρατα τοῦ Ἀρνίου δείχνουν τό πλήρωμα τῆς βασιλικῆς ἐξουσίας καί δυνάμεώς Του.

       Οἱ ἑπτά ὀφθαλμοί δείχνουν τήν παγγνωσίαν τοῦ Υἱοῦ, ἀλλά καί τά ἑπτά Πνεύματα – Λαμπάδες πού δείχνουν ὅτι ὁ Υἱός ἀποστέλλει τό Πνεῦμα τό Ἁγιον εἰς τόν κόσμον ὅπως καί ὁ Πατήρ.
       
«Ὅταν δέ ἔλθῃ ὁ Παράκλητος ὅν ἐγώ πέμψω ὑμῖν παρά τοῦ Πατρός, τό Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας ὅ παρά τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται» παραθέτει ὁ Χριστός εἰς τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιον (15,26).
       Καί συνεχίζει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής τήν ὀπτασιακήν του περιγραφήν:
       Καί εἶδα, γράφει, τό Ἀρνίον νά λαμβάνη ἀπό τήν δεξιάν τοῦ Καθημένου ἐπί τοῦ θρόνου, τό Βιβλίον.
       Καί ὅταν τό ἔλαβε, τά τέσσαρα Ζῶα, καί οἱ 24 Πρεσβύτεροι ἔπεσαν καί τόν προσκύνησαν μέ ὕμνους καί θυμιάματα.
       Αὐτό δείχνει ὅτι τόσον ὁ Ἀγγελικός κόσμος, ὅσον καί ὁ κόσμος τῶν ἀνθρώπων προσκυνοῦν τήν ἀνθρωπίνην φύσιν τοῦ Χριστοῦ λατρευτικά ὅπως καί τήν Θείαν Φύσιν.
       Τό γεγονός τῆς παραλαβῆς τοῦ Βιβλίου θεωρεῖται κοσμοϊστορικό γεγονός δι᾿ αὐτό καί προκαλεῖ τήν δοξολογίαν τῶν Ἀγγέλων καί τῶν Ἁγίων.
       Μετά τήν δοξολογίαν τῶν μυριάδων τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων καί τῶν τεσσάρων Ζώων καί τῶν 24 Πρεσβυτέρων καί ὅλων τῶν κτισμάτων εἰς τόν οὐρανόν καί εἰς τήν γῆν καί ὑποκάτω τῆς γῆς ἀκροτελεύτια λέγουν:
«Ἄξιον ἐστι τό Ἀρνίον τό ἐσφαγμένον λαβεῖν τήν δύναμιν καί τόν πλοῦτον καί σοφίαν καί ἰσχύν καί τιμήν καί δόξαν καί εὐλογίαν» (5,12).
       Καί εὑρισκόμεθα εἰς τό 6ον Κεφάλαιον.
       Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης βλέπει εἰς τήν συνέχειαν τό ἄνοιγμα τῶν 7 σφραγίδων.
       Πρίν ὅμως προχωρήσωμεν εἰς τήν ἀνάλυσίν τους, θά πρέπη νά σημειώσωμε ὅτι μετά τό ἄνοιγμα καί τῶν 7 σφραγίδων πού ἀντιστοιχοῦν σέ 7 ἀποκαλυπτικάς εἰκόνας, ἔρχεται μία νέα ἑπτάδα ὀπτασιακῶν εἰκόνων πού ἀνοίγουν μέ τό σάλπισμα ἑπτά ἀγγέλων.
       Μετά καί ἀπό αὐτήν τήν ἑπτάδα, ἔρχεται μία τρίτη ἑπτάδα πού ἀναφέρεται πάλι σέ ὀπτασιακές εἰκόνες μέ χαρακτηριστικό τήν ἔκχυσιν ἀντιστοίχως ἑπτά φιαλῶν.
       Μέσα σέ αὐτάς τάς τρεῖς ἑπτάδας, σύνολο δηλαδή 21 εἰκόνων, ἔχομεν ὀπτασιακάς πτυχάς τῆς πορείας τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἱστορίας.
       Καί τώρα τίθεται τό ἐρώτημα.
       Κατά τήν διάρκειαν τῆς ἐκθέσεώς των πῶς πρέπει νά ἐννοηθοῦν χρονικά;
       Ἡ μία, δηλαδή, ἑπτάδα ὁραμάτων καλύπτει μία σειρά γεγονότων, μέ τό τέλος τῶν ὁποίων ἀρχίζει νέα σειρά ὁραμάτων – γεγονότων;
       Ποία, δηλαδή, εἶναι ἡ χρονική σχέσις αὐτῶν τῶν τριῶν ἑπτάδων ἀποκαλύψεων;
       Ἔχουν διατυπωθεῖ δύο ἀντιλήψεις περί χρονικῆς σχέσεως τῶν τριῶν ἑπτάδων – ὁραμάτων.
       Ἡ πρώτη θεωρία δέχεται τήν κατά παραλλήλους κύκλους ἐπανάληψιν τῶν αὐτῶν πραγμάτων καί ἰδεῶν ἤ γεγονότων στίς ἑπταδικές εἰκόνες τῶν ἀλλεπαλλήλων ὁράσεων καί καλεῖται θεωρία τῆς ἐπαναλήψεως ἤ ἀνακεφαλαιώσεως ἤ κυκλική θεωρία.
       Ὅταν δηλαδή, πληρωθοῦν τά γεγονότα τῶν ἑπτά σφραγίδων, ἀρχίζει ἡ πλήρωσις τῶν ἑπτά σαλπίγγων.
       Ὅταν πληρωθοῦν καί αὐτές, ἀρχίζει ἡ πλήρωσις τῶν ἑπτά φιαλῶν.
       Ὅταν καί αὐτές πληρωθοῦν, ἀρχίζει πάλι ὁ κύκλος τῶν ἑπτά σφραγίδων κ.ο.κ.
       Ἔχομε, δηλαδή, τρεῖς παραλλήλους κύκλους πληρώσεως ἑπταδικῶν γεγονότων πού διαρκῶς πληροῦνται ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων μέ πύκνωσι πρός τά ἔσχατα.
       Τυπική περίπτωσις:
«Παιδία, ἐσχάτη ὥρα ἐστί, καί καθώς ἠκούσατε ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καί νῦν ἀντίχριστοι πολλοί γεγόνασι
· ὅθεν γινώσκομεν ὅτι ἐσχάτη ὥρα ἐστίν» (Α΄Ἰω. 2,18).
       Ἡ ἐσχάτη ὥρα εἶναι, δηλαδή, κάθε στιγμή, ὅπου καί ἐμφανίζονται ἀντίχριστοι.
       Αὐτοί θά συνεχίσουν νά ἐμφανίζωνται, ἕως ὅτου ἔλθη ἡ ὄντως ἐσχάτη ὥρα μέ τόν ὄντως Ἀντίχριστον, πού οἱ προηγούμενοί του ὑπῆρξαν πρόδρομοί του.
       Ἡ δευτέρα μέθοδος ἀποδέχεται τήν εὐθύγραμμον χρονολογικήν ἤ περιοδικήν πρόοδον τῶν συμβολιζομένων στίς ἐπί μέρους ὁράσεις γεγονότων, καί καλεῖται χρονολογική θεωρία.
       Ὅταν, δηλαδή, πληρωθοῦν τά γεγονότα τῆς πρώτης ἑπτάδος, προχωροῦμε εἰς τά γεγονότα τῆς ἑπόμενης ἑπτάδος ἕως ὅτου φθάσωμε εἰς τά ἔσχατα χωρίς ἐπανάληψι τῶν γεγονότων.
       Παράδειγμα:
«Εὐθύς δέ μετά τήν θλῖψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων ὁ ἥλιος σκοτισθήσεται καί ἡ σελήνη οὐ δώσει τό φέγγος αὐτῆς...» (Ματθ. 24,29).
       Ἐδῶ πρόκειται, ὅπως βλέπωμε, περί εὐθυγράμμου θέσεως τῶν γεγονότων.
       Ἐν τούτοις, οἱ καλύτεροι ἑρμηνευταί, παλαιοί καί νεώτεροι, δέχονται τήν πρώτην θεωρίαν χωρίς νά ἀποκλείουν καί τήν δευτέραν.
       Δέχονται, δηλαδή, ὅτι μία προφητεία, ὅπως καί τῶν παλαιῶν προφητῶν, δέν ἐξαντλεῖται σέ μία χρονική στιγμή ἀλλά συνυφαίνεται μέ τό ἄμεσον, τό προσεχές καί τό ἀπώτατον μέλλον.
       Μία προφητεία ἐπαναλαμβάνεται καί ταυτοχρόνως προχωρεῖ.
       Οἱ δύο αὐτές μέθοδοι μποροῦν νά παρασταθοῦν μέ μίαν ἑλικοειδῆ γραμμή, δηλαδή μέ μία ἀνηφορική ἄνοδο γύρω ἀπό ἕνα κυκλικό βουνό, πού μετά ἀπό κάθε πλήρη κύκλον ὁ ἀναβάτης εὑρίσκεται σέ ἕνα ἄνωθεν σημεῖον ἀπό τήν ἀφετηρίαν καί ταυτοχρόνως νά μπορῆ νά βλέπη τήν κορυφήν. (Π. Μπρατσιώτης).
       Ἕνα ἀκόμη σημεῖον πρέπει νά τονισθῆ.
       Τά προφητευόμενα τῆς Ἀποκαλύψεως ἀρχίζουν ἀπό τήν στιγμήν πού ἐδόθη πρός δημοσίευσιν τό Βιβλίον.
       Κάθε τι πού πραγματοποιεῖται εἶναι προανάκρουσμα τῶν ἑπομένων γεγονότων μέ τελικήν ἔκβασι τήν Δευτέραν τοῦ Χριστοῦ Παρουσίαν.
       Καί τώρα ἐρχόμεθα νά ἰδοῦμε τήν ἀποσφράγισιν τοῦ μυστηριώδους ἐκείνου Βιβλίου.
       
1. Τό Ἀρνίον ἀποσφραγίζει τήν πρώτην σφραγίδα, καί ὁ Ἅγ. Ἰωάννης βλέπει ἵππον λευκόν καί ὁ καθήμενος ἐπ᾿ αὐτόν εἶχε τόξον καί στεφάνι εἰς τό κεφάλι, σύμβολα νίκης, ἐξουσίας καί βασιλείας.
       Ὁ καθήμενος εἶναι ὁ Χριστός, ἤ ὑπό τόν Χριστόν τό Εὐαγγέλιον, ὁ Χριστιανισμός πού ἐξαγγέλλεται εἰς τά ἔθνη διά τοῦ στόματος τῶν Ἀποστόλων.
       Εἶναι ἡ ἀνατολή τοῦ Χριστιανισμοῦ.
       «Καί ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ».
       Ἀξίζει νά ἐφαρμόσωμε ἐδῶ τάς ἤδη ἀναφερθείσας μεθόδους ἑρμηνείας.
       Ἡ σφραγίδα ἡ πρώτη ἐκφράζει τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου εἰς τόν κόσμον.
       Κατά τήν χρονολογικήν θεωρίαν θά πρέπει μετά τήν διάδοσιν τοῦ Χριστιανισμοῦ ὑπό τῶν Ἀποστόλων εἰς τόν κόσμον, ἡ πρώτη σφραγίδα νά ἔχη ἐκπνεύση καί ἐφ᾿ ἐξῆς νά μή ἔχωμε διάδοσι τοῦ Εὐαγγελίου.
       Κατά τήν κυκλικήν θεωρίαν, ἡ πρώτη σφραγίδα δέν ἐξαντλεῖται ἀλλά τό ἀποστολικόν κήρυγμα διά τῶν διαδόχων των συνεχίζεται μέχρι σήμερον καί μέχρι συντελείας.
       
2. Μέ τό ἄνοιγμα τῆς δευτέρας σφραγίδος, ἐξῆλθεν ἄλλος ἵππος πυρρός.
       Καί εἰς τόν καθήμενον ἐδόθη ἡ ἐξουσία νά πάρη τήν εἰρήνην ἀπό τήν γῆν καί οἱ ἄνθρωποι νά ἀλληλοσφαγοῦν.
       Τό Εὐαγγέλιον ὅταν ἤρχισε νά διαδίδεται, δέν ἔγινε δεκτόν ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους, δι᾿ αὐτό καί ἐξαπελύθησαν διωγμοί ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν καί ἐφάνησαν οἱ μάρτυρες τῆς Πίστεως.
       Ἀλλ᾿ ὅπως ὁ λευκός ἵππος, δηλαδή ἡ διάδοσις τοῦ Εὐαγγελίου συνεχῶς θά ἐξαπλοῦται μέσα εἰς τήν ἱστορίαν, ἔτσι καί ὁ πυρρός ἵππος, δηλαδή οἱ διωγμοί διαρκῶς θά ἐξαπολύωνται ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν καί θά ἔχωμεν διαρκῶς καί νέους μάρτυρας.
       
3.
Μέ τό ἄνοιγμα τῆς τρίτης σφραγίδος, ἐξέρχεται ἵππος μαῦρος, πού ὁ

καθήμενος ἐπ᾿ αὐτόν εἶχε στό χέρι του ζυγαριά.
       Καί ἀκούστηκε φωνή: 1 δηνάριο θά πουλιέται ἡ λίτρα τό σιτάρι,καί 1 δηνάριον οἱ τρεῖς λίτρες κριθαριοῦ.
       Καί μή λείψη τό λάδι καί τό κρασί.
       Εἶναι ἕνας ἐπερχόμενος λιμός πού οἱ ἄνθρωποι θά πεθαίνουν ἀπό τήν πεῖνα.
       Αὐτός θά εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἀποστασίας τῶν ἀνθρώπων ἀπό τό Εὐαγγέλιον.
       
4. Μέ τό ἄνοιγμα τῆς τετάρτης σφραγῖδος, ἐπρόβαλε ἵππος χλωρός, κίτρινος, πού τό ὄνομά του εἶναι «Θάνατος».
       Ὁ Ἅδης τόν ἀκολουθοῦσε, καί ἐπῆρε τήν ἐξουσίαν νά φονεύση τό τέταρτον τοῦ πληθυσμοῦ τῆς γῆς μέ πολέμους, ἀρρώστειες, πεῖνα, καί ἄγρια θηρία.
       Ὅλα αὐτά θά εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀποστασίας ἀπό τόν Θεόν.
        Ἐάν προσέξωμε, τήν προοδευτικήν λύσιν τῶν τεσσάρων πρώτων σφραγίδων θά παρατηρήσωμε ὅτι ἔχομε μίαν προοδευτικήν κλιμάκωσιν: Τήν ἐξάπλωσιν τοῦ Εὐαγγελίου, τόν διωγμόν του, τήν τιμωρίαν τῶν διωκτῶν μέ πεῖνα, μέ ἀρρώστειες, καί μέ πολέμους.
       
5.Ἴσως μέχρι τώρα ἀπό τάς πληγάς πού ἐξαπελύθησαν νά ἐνομίσθη ὅτι οἱ εὐσεβεῖς ἐχάθησαν.
       Τήν ἀπάντησι ἔρχεται νά δώση τό ἄνοιγμα τῆς πέμπτης σφραγῖδος:
       Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης βλέπει «ὑποκάτω τοῦ Θυσιαστηρίου τάς ψυχάς τῶν ἐσφαγμένων διά τόν λόγον τοῦ θεοῦ καί διά τήν μαρτυρίαν ἥν εἶχον».
       Ζητοῦν ἀποκατάστασιν, δηλαδή ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν, ἀλλά τούς βεβαιώνεται νά ἀναπαυθοῦν – ἐννοεῖται εἰς τόν Παράδεισον – λίγο ἀκόμη καιρόν ἕως ὅτου καί ἄλλοι ἀδελφοί των γίνουν μάρτυρες μέσα εἰς τήν ἱστορίαν.
       Πρόκειται διά τό χριστιανικόν μαρτύριον πού πρέπει οἱ πιστοί, ἐάν θέλουν νά εἶναι ὄντως πιστοί, νά ἔχουν πρό τῶν ὀφθαλμῶν των.
       Τό χωρίον αὐτό εἶναι ἕνα ἰσχυρόν σημεῖον ὑπέρ τῆς ζωῆς τῶν ψυχῶν καί τῆς παραμονῆς των εἰς τόν Παράδεισον, πού ἐδῶ τοποθετεῖται κάτω ἀπό τό Θυσιαστήριον τοῦ Θεοῦ.
       
6. Καί ἐρχόμεθα εἰς τήν Ἕκτη σφραγῖδα πού εἶναι πολύ ἐκτενής.
       Διαιρεῖται σέ τρία μέρη, ἐκ τῶν ὁποίων τό πρῶτον ἀναφέρεται εἰς τήν ἀναστάτωσιν τοῦ σύμπαντος καί τά δύο τελευταῖα εἶναι διαψάλματα.
       Τό πρῶτον μέρος περιγράφει ὅτι μέ τό ἄνοιγμα τῆς σφραγῖδος, ἔγινε μέγας σεισμός.
       Ὁ ἥλιος ἐσκοτίνιασε καί ἡ σελήνη ἔγινε κόκκινη σάν αἷμα.
       Τά ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ ἔπεσαν, καί ὁ οὐρανός ἐχωρίσθη σάν βιβλίον εἰλητάριο, στά δυό.
       Στήν γῆ ἐπάνω ἐσημειώθησαν μεγάλες μετατοπίσεις καί γεωλογικές μεταβολές.
       Οἱ ἄνθρωποι ἐκρύβησαν εἰς τάς ὀπάς τῆς γῆς μέ φόβον πολύ μεγάλον.
        Ἐδῶ θά ἐφαρμόσωμε τήν εὐθύγραμμον μέθοδον πού χρησιμοποιεῖ καί ὁ Κύριος εἰς τά Εὐαγγέλια: «
Εὐθύς δέ μετά τήν θλῖψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων ὁ ἥλιος σκοτισθήσεται καί ἡ σελήνη οὐ δώσει τό φέγγος αὐτῆς...» (Ματθ. 24,29).
       Ἤ ὅπως γράφη ὁ Ἀπ. Πέτρος: «
Ἤξει δέ ἡ ἡμέρα Κυρίου, ...ἐν ᾖ οὐρανοί ροιζηδόν παρελεύσονται, καί γῆ καί τά ἐν αὐτῇ ἔργα κατακαήσεται»(Β΄Πέτρ. 3,10).
       Πρόκειταιπερί τῶν ἐσχάτων τοῦ σύμπαντος ἀναστατώσεων ἀπ᾿ ὅπου θά προέλθη, ὅπως θά ἰδοῦμε εἰς τό τέλος τοῦ Βιβλίου, τό καινούργιο Σύμπαν, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
       Τά ἐπί τοῦ Σταυροῦ γεγονότα, ὅπως ὁ σεισμός, ὁ σκοτασμός τοῦ ἡλίου κλπ. ἦσαν προοίμια ἐκείνων πού θά συμβοῦν τότε κατά τήν Δευτέραν τοῦ Χριστοῦ Παρουσίαν.
       Πρέπει ὅμως νά εἰποῦμε ὅτι πρίν γίνουν αὐτές οἱ παγκόσμιες ἀναστατώσεις, θά γίνουν σεισμοί καί ἀναστατώσεις ἐπί τῆς πίστεως καί τῶν ἠθῶν.
       Εἰς τό ἀγωνιῶδες ἐρώτημα τῆς Ἐκκλησίας ἐμπρός εἰς τά κοσμοϊστορικά γεγονότα «καί τίς δύναται σωθῆναι» ἔρχεται ἀμέσως τό ἑπόμενον διπλοῦν Διάψαλμα νά δώση τήν ἀπάντησιν.
       Εἶναι δύο συναρπαστικές καί πολύ παρηγορητικές ὀπτασίες πού δείχνουν τήν θέσιν τῶν πιστῶν μέσα εἰς αὐτάς τάς φοβεράς ἀναστατώσεις.
       Ἡ πρώτη σκηνή – ὀπτασία εἶναι ἐπίγειος, ἡ δέ δευτέρα μία σύντομη ἀλλά ἁδρή εἰκόνα οὐρανίου ζωῆς τῶν πιστῶν.
       Ἔτσι, αὐτή ἡ δυάδα τῶν ὀπτασιῶν θέλει νά πληροφορήση τόν πιστόν ὅτι, ὅ,τι καί ἄν συμβῆ εἰς τήν γῆν μή φοβηθῆ διότι εἰς τόν οὐρανόν τόν ἀναμένει ἡ μακαριότης τοῦ θεοῦ.
       
Α΄ Τέσσερις ἄγγελοι κρατοῦν τούς ζωογόνους ἀνέμους τῆς γῆς.
       Ἕνας πέμπτος ἄγγελος τούς φωνάζει ὅτι πρίν προβοῦν εἰς τό φθοροποιόν τοῦτο ἔργον τους διά τήν τιμωρίαν τῶν ἀσεβῶν, νά ἔλθουν νά σφραγίσουν τούς πιστούς δούλους τοῦ Θεοῦ εἰς τά μέτωπά τους.
       Εἶναι μία συμβολική παράστασις τῆς γραφικῆς ρήτρας: «
Ἔγνω Κύριος τούς ὄντας αὐτοῦ (Ἀριθμ. 16,5. Β΄Τιμ. 2,19).
       Ἤδη ἡ Ἐκκλησία σφραγίζει τούς πιστούς της μέ τά μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος.
       Καί ποιός ὁ σκοπός τῆς σφραγίσεως;
       Ὄχι βεβαίως ἡ ἀποφυγή τοῦ Μαρτυρίου ἀλλά ἡ προστασία τῶν πιστῶν ἀπό τήν πλάνην τῶν Ψευδοχρίστων καί κυρίως ἀπό τήν πλάνην τοῦ Ἀντιχρίστου.
       Βεβαίως, πρέπει νά ἔχη καί γενικώτερον χαρακτῆρα προστασίας.
       Ὁ Χριστός λέγει ὅτι «
εἰ μή ἐκολοβώθησαν αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι, οὐκ ἄν ἐσώθη πᾶσα σάρξ· διά δέ τούς ἐκλεκτούς κολοβωθήσονται αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι»(Ματθ. 24,21 – 23).
       
Αὐτή ἡ σφράγισις ἔχει ἰδιότυπον χαρακτῆρα ἀνάλογα μέ τήν περίπτωσιν καί τήν ἐποχήν.
       Μία προφητικήν σφράγισιν ἔχομεν εἰς τόν προφήτην Ἰεζεκιήλ(8,1-18, 9,1-11).
       Μία ἱστορικήν σφράγισιν ἔχομεν κατά τήν καταστροφήν τῆς Ἱερουσαλήμ ὑπό τοῦ Βεσπασιανοῦ καί Τίτου τό 70 μ.Χ.
       Οἱ Χριστιανοί ἐνεθυμήθησαν τούς σχετικούς λόγους τοῦ Κυρίου καί ἀφοῦ ἀπεχώρησαν ἀπό τήν πόλιν, ἐσώθησαν.
       Ἡ σφράγισις τῶν πιστῶν κατά τάς ἐσχάτους ἡμέρας δέν γνωρίζομε τί μορφή θά ἔχη, ἀλλά τότε ὁ Θεός θά τήν ἀποκαλύψη διά τῆς Ἐκκλησίας Του.
       Καί ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής ἀκούει τόν ἀριθμόν τῶν ἐσφραγισμένων.
       Εἶναι 144.000 ἀπό τάς 12 φυλάς τοῦ Ἰσραήλ.
       Δέν εἶναι ἀκριβής ἀριθμός ἀλλά συμβολικός καί πρόκειται διά τόν κατά πνεῦμα Νέον Ἰσραήλ, δηλαδή Χριστιανοί καί ἐξ Ἰουδαίων καί ἐξ ἐθνῶν.
       
Β΄ Καί ἐρχόμεθα εἰς τό Δεύτερον Διάψαλμα κατά τήν λύσιν τῆς 6ης σφραγῖδος.
       Ἐδῶ φαίνεται ἡ λειτουργία τῆς θριαμβευούσης Ἐκκλησίας.
       Εἶναι μία σκηνή πού δείχνει ποῖον τό μέλλον τῶν πιστῶν πού θά σφραγισθοῦν ἐπί τῆς γῆς.
       Τό διάψαλμα αὐτό ἀποτελεῖ μία ἐκ τῶν ὡραιοτέρων σελίδων τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τό ἀποκορύφωμα τοῦ Βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως.
       «
Καί ἰδού ὄχλος πολύς ὅν ἀριθμῆσαι αὐτόν οὐδείς ἐδύνατο» ἀπό κάθε λαόν καί γλῶσσαν καί φυλήν ὅλων τῶν αἰώνων καί ὅλων τῶν ἐποχῶν.
       Ὅλοι αὐτοί προέρχονται ἀπό τήν θλῖψιν τήν μεγάλην καί ἐλεύκαναν τά ἱμάτιά τους εἰς τό Αἷμα τοῦ Ἀρνίου, δηλαδή ἔγιναν μάρτυρες Χριστοῦ, δι᾿ αὐτό γι᾿ αὐτούς δέν ὑπάρχει δάκρυ καί πόνος, πεῖνα καί δίψα καί ταλαιπωρία.
       Παντοτινά βρίσκονται ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ καί τόν λατρεύουν εἰς τό διηνεκές.
       Καί ἐρχόμεθα εἰς τήν λύσιν τῆς 7ης σφραγῖδος.
       Μέ τό ἄνοιγμά της, γίνεται σιγή ἕως ἡμίωρον εἰς τόν οὐρανόν καί κατόπιν ἐμφανίζονται ἑπτά Ἄγγελοι μέ ἑπτά σάλπιγγες πού ἡ παρουσία τους ἀνοίγει μία καινούργια ἑπτάδα πληγῶν.
       Ἡ πλήρωσις τῆς δευτέρας ἑπτάδος δέν εἶναι χρονική ἐπέκτασις τῆς πρώτης ἀλλά ἁπλῶς λεπτομερέστερες πτυχές τῆς πρώτης ἑπτάδος ἡ ὁποία ἐξετέθη διαγραμματικά ἐνῶ τώρα ἔχομε μιά λεπτομεριακότητα, περιπλοκότητα, δυσληπτότητα καί φοβερότητα τῶν εἰκόνων.
       
Πρῶτον σάλπισμα ὑπό τοῦ πρώτου Ἀγγέλου
       
Χαλάζι, φωτιά καί αἷμα ἔπεσε στήν γῆν καί τό τρίτον τῆς γῆς κατεκάη ὅπως καί τό τρίτον τοῦ φυτικοῦ βασιλείου.
       Ἡ πληγή αὐτή θυμίζει τήν 1ην καί 7ην πληγή τοῦ Φαραώ, πού ἐκεῖνες, οἱ παληές φαραωνικές πληγές ὑπῆρξαν ἱστορικοί τύποι τῶν πληγῶν τῶν ἐσχάτων.
       Ἡ τιμωρία τῶν Σοδόμων ὑπῆρξε καί αὐτή τύπος ἱστορικός αὐτῆς τῆς ἐσχατολογικῆς πληγῆς.
       Τό καταπληκτικόν εἶναι ὅτι οἱ ἱστορικοί τύποι δέν ἀφήνουν περιθώρια διά μίαν ἀλληγορικήν ἑρμηνείαν.
       
Δεύτερον σάλπισμα
       
Ἕνα ἀντικείμενον σάν βουνό, φλεγόμενον ἔπεσε εἰς τήν θάλασσαν καί τό τρίτον τῶν ψαριῶν ἀπέθανε ἀφοῦ τό νερό τῆς θάλασσας ἔγινε σάν αἷμα κόκκινον.
       Τό ἴδιον συνέβη καί μέ τό τρίτον τῶν πλοίων.
       Οἱ παλαιοί ἐκκλησιαστικοί ἑρμηνευταί ἦταν ἀδύνατον νά φαντασθοῦν τάς ἐπιτεύξεις τοῦ τεχνικοῦ πολιτισμοῦ πού θά μποροῦσε νά στραφῆ ἐναντίον τοῦ ἰδίου τοῦ ἀνθρώπου.
       Ἐδῶ ἰσχύει τό τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Καισαρείας:
«ὁ χρόνος ἀποκαλύψει καί ἡ πεῖρα τοῖς νήφουσιν».
       
Σήμερα, μία ραδιενεργός μόλυνσις ἀπό τήν ἔκρηξιν μιᾶς πυρηνικῆς βόμβας εἶναι ἱκανή νά ἐπιφέρη τέτοια καταστροφή ὅπως προβλέπεται ἀπό τήν προφητείαν.
       
Τρίτον σάλπισμα
       
Πάλιν ἀπό τόν οὐρανόν πέφτει φοβερόν ἀντικείμενον, ἀστέρας ὀνομαζόμενος, σέ κατάστασι πυρακτώσεως καί πλήττει τό 1/3 τῶν γλυκέων ὑδάτων ὥστε ἀπό τήν ἔλλειψιν νεροῦ, ἐπειδή αὐτό ἐπικράνθη, ἀπέθανον πολλοί ἄνθρωποι.
       Πιθανότατα, ὅπως καί ἡ προηγούμενη πληγή, δέν ἔχει ἀλληγορικόν χαρακτῆρα ἀλλά ρεαλιστικόν, ὅπως μία μόλυνσις τοῦ περιβάλλοντος, πολύ δυνατή σήμερα, ἕνας χημικός πόλεμος, μία ραδιενεργός ἔκρηξις κλπ. Μποροῦν νά ἐπιφέρουν τόν θάνατον πολλῶν ἀνθρώπων.
       
Τέταρτον σάλπισμα
       
Μέ αὐτό, ἐπλήγη τό 1/3 τοῦ ἡλίου καί τῆς σελήνης καί τῶν ἀστέρων, δηλαδή τρόπον τινά ὁ φωτισμός των ὥστε νά μειωθῆ ὁ φωτισμός τῆς γῆς ἀπό τά ἀντίστοιχα οὐράνια σώματα κατά τό 1/3.
       Πρόκειται περί ἀλλοιώσεων μετεωρολογικῶν καί ἀντιστοιχεῖ μέ τήν 9ην πληγήν τοῦ Φαραώ.
       Ἕως αὐτήν τήν πληγήν ἔχομε βλάβη τοῦ περιβάλλοντος τοῦ ἀνθρώπου.
       Οἱ ἑπόμενες τρεῖς ἀποτείνονται εἰς τήν βλάβην τοῦ ἀνθρώπου.
       Ἐδῶ γίνεται μία διακοπή τῶν σαλπισμάτων πού ἐπιφέρουν πληγάς καί μεσολαβεῖ μία παρένθεσις μετανοίας.
       Πρόκειται περί Ἀγγέλου ὑπό μορφήν ἀετοῦ πού πετᾶ ἐν μεσουρανήματι καί λέγει:
«οὐαί, οὐαί, οὐαί τούς κατοικοῦντας ἐπί τῆς γῆς ἐκ τῶν λοιπῶν φωνῶν τῆς σάλπιγγος τῶν τριῶν ἀγγέλων τῶν μελλόντων σαλπίζειν» (8,13).
       
Εἶναι μία ὑστάτη προσπάθεια τοῦ οὐρανοῦ νά δημιουργήση τήν ἐπιστροφήν εἰς τόν Θεόν τῶν ἀνθρώπων.
       Ἐπειδή ὅμως δέν μετανοοῦν ἐπέρχονται καί οἱ λοιπές πληγές.
       
Πέμπτον σάλπισμα
       
Μέ αὐτό, πέφτει ἕνας ἀστήρ εἰς τήν γῆν, καί τοῦ ἐδόθη τό κλειδί τοῦ φρέατος τῆς ἀβύσσου.
       Εἶναι ὁ Διάβολος πού ἐν συνεχείᾳ θά ἐπιφέρη πολλά κακά εἰς τήν ἀνθρωπότητα.
       Καί ἀπό τό φρέαρ τῆς ἀβύσσου ἀνέβη καπνός πού ἐσκοτίσθη ὁ ἥλιος.
       Ἀπό τόν καπνόν ἐβγῆκαν ἀκρίδες πού ἔμοιαζαν μέ ἄλογα καί εἰς τά κεφάλια τους εἶχαν κάτι πού ἔμοιαζε μέ χρυσάφι.
       Τά πρόσωπά τους ἦσαν ἀνθρώπινα καί εἶχαν τρίχες στά κεφάλια τους σάν τρίχες γυναικῶν.
       Τά δόντια τους ἦσαν λεονταρίσια, οἱ θώρακές τους σιδερένιες, καί τό φτερούγισμά τους ἔδινε θόρυβον σάν ἅρματα πού τρέχουν στόν πόλεμον. Οἱ οὐρές τους μοιάζουν σάν τοῦ σκορπιοῦ πού πλήττουν τούς ἀνθρώπους βασανιστικά.
       Βασιλέας των εἶναι ὁ Ἀπολλύων.
       Τί σημαίνουν ὅλα αὐτά;
       Ἀπό τήν περιγραφήν, δέν μοιάζουν νά εἶναι βιολογικά ὄντα.
       Μοιάζουν περισσότερον μέ φθοροποιά, ἀληθινά σατανικά μηχανήματα.
       Μᾶς θυμίζουν ἀρκετά τά σημερινά ἀεροπλάνα, μέ τήν μεταλλικήν ἐπένδυσι τῶν πτερύγων τῶν ἀκρίδων.
       Τό ὄνομα «Ἀπολλύων» σημαίνει αὐτός πού καταστρέφει ἐντελῶς.
       Ἡ ὅλη πληγή ἴσως νά ὑπονοῆ πολύ καταστρεπτικούς πολέμους.
       Οἱ ἄνθρωποι ἐκ τῶν ἀποτελεσμάτων αὐτῶν θά ἐπιζητοῦν τόν θάνατον ἀλλά δέν θά τόν εὑρίσκουν.
       Πιθανῶς πρόκειται περί ἀσθενειῶν ἐκ τῆς ραδιενεργείας μέ φοβερά ἀποτελέσματα ἤ καί ψυχικῶν ἀκόμη νόσων ἐκ τῆς τρομακτικότητος τέτοιων γεγονότων, ὅπως εἶναι ἕνας πυρηνικός πόλεμος.
       Ἡ πέμπτη πληγή ἴσως εἶναι μία εἰκόνα συγχρόνου καί ἀναμενομένης πραγματικότητος.
       
Ἕκτον σάλπισμα (Ἀποκ. 9,13-21)
       
Λύονται τέσσερις Ἄγγελοιπού ἦσαν δεμένοι εἰς τόν ποταμόν Εὐφράτην καί προκαλεῖται φοβερά πολεμική σύρραξις.
       Εἶναι πονηροί αὐτοί οἱ ἄγγελοι, δηλαδή δαίμονες, πού προκαλοῦν αὐτήν τήν σύρραξιν.
       Ὁ ἀριθμός τῶν στρατευμάτων εἶναι 200.000.000 ἄνδρες.
       Ὁ χῶρος εἶναι ἡ Μεσοποταμία, τό σημερινόν Ἰράκ.
       Τό ἱππικόν ἔχει τριῶν χρωμάτων θώρακες: κοκκίνους, κιτρίνους καί κυανοῦς.
       Ποιοί εἶναι οἱ «ἐρυθροί», οἱ «κίτρινοι» καί οἱ «κυανοί»;
       Πάντως ὅλες οἱ προδιαγραφές τῆς πληγῆς ἀπό τεχνικῆς πλευρᾶς σήμερα εἶναι ἀπολύτως δυνατές, ἀκόμη καί ὁ ἀριθμός τῶν στρατιωτῶν.
       Μόνη ἡ Κίνα μπορεῖ σήμερα νά διαθέση 200.000.000 στρατόν.
       Ὁ χῶρος τῆς συρράξεως εἶναι ὁμοίως πολύ ὕποπτος διότι εἶναι σήμερα πολύ ἐπίμαχος.
       Μήπως αὐτή ἡ πληγή προειδοποιεῖ διά μίαν παγκοσμίαν σύρραξιν ἀσυνήθους μορφῆς;
       Καί τό καταπληκτικόν:«
Καί οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων, οἵ οὐκ ἀπεκτάνθησαν ἐν ταῖς πληγαῖς ταύταις, οὐ μετενόησαν ἐκ τῶν ἔργων τῶν χειρῶν αὐτῶν, ἵνα μή προσκυνήσουσι τά δαιμόνια καί τά εἴδωλα τά χρυσᾶ καί τά ἀργυρᾶ καί τά χαλκᾶ..., καί οὐ μετενόησαν ἐκ τῶν φόνων αὐτῶν οὔτε ἐκ τῶν φαρμακειῶν αὐτῶν οὔτε ἐκ τῆς πορνείας αὐτῶν οὔτε ἐκ τῶν κλεμμάτων αὐτῶν»(9,20-21).
       
Εὑρισκόμενοι εἰς τό 10ον Κεφάλαιον, Ἄγγελος δίδει εἰς τόν Ἅγιον Ἰωάννην ἕνα καλάμι νά μετρήση τόν Ναόν τοῦ Θεοῦ, τόν παλαιόν, καί τό πρό τοῦ Ναοῦ Θυσιαστήριον καί τούς εὑρισκομένους ἐκεῖ προσκυνητάς.
       Παίρνει ὅμως τήν ἐντολήν νά μή μετρήση τήν αὐλήν τοῦ Ναοῦ διότι παρεχωρήθη αὐτή, ὅπως καί ἡ Πόλις, εἰς τά ἐθνη πού θά τήν καταπατήσουν 42 μῆνες.
       Εἶναι μία συμβολική πρᾶξις προστασίας πού ἰσοδυναμεῖ μέ τό σφράγισμα τῶν πιστῶν.
       Ἡ πόλις εἶναι ἡ Ἐκκλησία, πού σημαίνει ὅτι δέν θά συληθῆ μόνον τό ἐσώτερόν της, δηλαδή οἱ ἀληθεῖς πιστοί, ἐνῶ οἱ κατ᾿ ἐπίφασιν Χριστιανοί θά προσβληθοῦν ὑπό τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος καί θά φθάσουν νά προσκυνήσουν τόν Ἀντίχριστον.
       Εἶναι ὄντως φοβερόν.
       Αὐτή ἡ παράγραφος τῆς Ἀποκαλύψεως πρέπει ἰδιαιτέρως νά μελετηθῆ ἀπό ὅλους μας ἐπισταμένα.
       Καί συνεχίζει ὁ ἱ. Εὐαγγελιστής μίαν νέαν προφητείαν (11,3-14).
       Πρόκειται διά τούς δύο μάρτυρας πού θά ἐμφανιστοῦν τάς ἡμέρας τοῦ Ἀντιχρίστου καί πού κατά τήν ἑρμηνείαν ἀξιολογωτάτων Πατέρων εἶναι ὁ Προφήτης Ἠλίας καί ὁ Ἐνώχ, πού καί οἱ δύο δέν ἐγνώρισαν θάνατον ἀλλά ἀνελήφθησαν «ὡς εἰς οὐρανόν».
       Αὐτοί τώρα θά δράσουν εἰς τήν Ἁγίαν Πόλιν, τήν ἱστορικήν Ἱερουσαλήμ.
       Θά ἔλθουν ὡς δεύτεροι Πρόδρομοι τῆς Δευτέρας Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, θά κηρύξουν κήρυγμα μετανοίας καί ἐπιστροφῆς, θά ὑποδείξουν καί θά ἐλέγξουν τόν Ἀντίχριστον ἐπί 3 ½ χρόνια, ὅσα καί ἡ βασιλεία τοῦ Ἀντιχρίστου, καί κατόπιν θά θανατωθοῦν ὑπ᾿ αὐτοῦ εἰς τήν πλατεῖαν τῆς ἱστορικῆς Ἱερουσαλήμ, καί θά μείνουν τά σώματά τους ἄταφα ἐπί 3 ½ ἡμέρες.
       Τότε ὅλοι οἱ κάτοικοι θά χαροῦν τῆς γῆς, γιατί θά τούς ἔχουν ἰδῆ εἰς τήν τηλεόρασιν, καί θά ἀνταλλάξουν δῶρα μεταξύ των ἀπό τήν χαρά των.
       Ὅμως, κατάπληκτοι, καί τοῦτο θά τό ἰδοῦν ὅλοι οἱ λαοί τῆς γῆς, ὕστερα ἀπό 3 ½ ἡμέρες, αὐτοί θά ἀναστηθοῦν καί θά ἀναληφθοῦν εἰς τόν οὐρανόν.
       Ὅταν συμβοῦν αὐτά, τότε θά σημειωθῆ φοβερός σεισμός πού τό 1/10 τῆς πόλεως θά ἔχη πέση καί θά ἔχη φονεύση 7.000 ἀνθρώπους.
       Εἶναι ἕνας συμβολικός ἀριθμός καταστροφῆς τῆς πόλεως καί θανάτου ἀνθρώπων, διά νά πιστωθῆ ὅτι οἱ δύο Μάρτυρες, Ἠλίας καί Ἐνώχ ἦσαν ἀπό τόν Θεόν.
       
Ἕβδομον σάλπισμα
       
Μέ τό σάλπισμα τοῦ ἑβδόμου Ἀγγέλου δέν ἀρχίζει ἀμέσως ἡ ἑβδόμη πληγή ἀλλά προηγεῖται μία πρᾶξις εἰς τόν Οὐρανόν σάν μία ἀπαραίτητος ψυχική προετοιμασία ἐν ὄψει τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Ἀντιχρίστου.
       Εἶναι ἕνα Διάψαλμα, ὅπου ἀκούονται μεγάλες φωνές εἰς τόν οὐρανόν.
       Εἶναι μία Προσευχή τῶν Ἁγίων εὐχαριστήριος διότι ἐγγίζει τό τέλος τῆς ἱστορίας μέ τήν Κρίσιν τοῦ Χριστοῦ ἐπί τῶν Ἐθνῶν.
       Καί τώρα ἐρχόμεθα εἰς τό 12ον Καφάλαιον.
       Εἰς αὐτό ἀναφέρεται μία τριμερής ὀπτασία.
       Εἰς τήν πρώτην εἰκόνα παρίσταται μία γυναῖκα μεγαλοπρεπής καί οὐρανία μαζί μέ τό ἄρρεν παιδί της.
       Εἰς τήν δευτέραν εἰκόνα διαγράφεται ἡ μάχη τοῦ δράκοντος-Διαβόλου μετά τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ καί ἡ πτῶσις τοῦ πρώτου ἐπί τῆς γῆς.
       Εἰς τήν τρίτην εἰκόνα ἔχομεν τόν θυμόν τοῦ δράκοντος πού καταδιώκει τήν γυναῖκα τῆς πρώτης εἰκόνος, ἡ ὁποία καταφεύγει εἰς τήν ἔρημον.
       Καί ἐρχόμεθα εἰς τήν πρώτην εἰκόνα: «
Καί σημεῖον μέγα ὤφθη ἐν τῷ οὐρανῷ, γυνή περιβεβλημένη τόν ἥλιον, καί ἡ σελήνη ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτῆς, καί ἐπί τῆς κεφαλῆς αὐτῆς στέφανος ἀστέρων δώδεκα, καί ἐν γαστρί ἔχουσα ἔκραζεν καί ὠδίνουσα καί βασανιζομένη τεκεῖν» (12, 1-2).
       
Μεγαλοπρεπής εἰκόνα.
       Θαῦμα μέγα, μεγίστης σημασίας, μέ ἐσχατολογικήν διάστασιν.
       Εἶναι ἡ Μητέρα τοῦ Μεσσίου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος Μαρία.
       Εἶναι μία εἰκόνα τῆς Πρώτης Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, ταυτοχρόνως ὅμως εἰς τήν αὐτήν εἰκόνα, μέ ἐσχατολογικήν διάστασιν, εἶναι ἡ Ἐκκλησία.
       Ὡς πρός τήν Ἐκκλησίαν, ὁ ἥλιος εἶναι ὡς σύμβολον τοῦ ἡλίου τῆς Δικαιοσύνης Χριστοῦ.
       Ἡ σελήνη, τό σύμβολον τῆς ἀλλοιουμένης κοσμικῆς ζωῆς, εὑρίσκεται κάτω ἀπό τά πόδια της πού δείχνει τήν ὑπέρβασιν τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν ματαιότητα τοῦ κόσμου.
       Τά Δώδεκα Ἀστέρια, εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων ἐπί τῆς ὁποίας θεμελιώνεται.
        Ὡς πρός τήν πρώτην εἰκόνα, πού εἶναι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, «ἐν γαστρί ἔχουσα καί κράζει ὠδίνουσα καί βασανιζομένη τεκεῖν» (12, 2), εἶναι ἡ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου Σύλληψις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πού ἑτοιμάζεται ἡ Θεοτόκος νά τόν γεννήση.
       Ἐνῶ διαδραματίζεται ἡ πρώτη εἰκόνα, ἔρχεται εἰς τό προσκήνιον τῆς ὀπτασίας ἡ δευτέρα εἰκόνα.
       
«Καί ὤφθη ἄλλο σημεῖον ἐν τῷ οὐρανῷ, καί ἰδού δράκων πυρρός μέγας, ἔχων κεφαλάς ἑπτά καί κέρατα δέκα, καί ἐπί τάς κεφαλάς αὐτοῦ ἑπτά διαδήματα, καί ἡ οὐρά αὐτοῦ σύρει τό τρίτον τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ, καί ἔβαλεν αὐτούς εἰς τήν γῆν»(12, 3-4).
       
Ὁ δράκων εἶναι ὁ Διάβολος.
       Ἐδῶ «οὐρανός» εἶναι τό στερέωμα, ὅπως καί διά τήν περίπτωσιν τῆς «Γυναικός», καί ἐκφράζει δύο γήινες πραγματικότητες, τό Μυστήριον τῆς Εὐσεβείας πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, καί τό Μυστήριον τῆς Ἀνομίας, πού εἶναι ὁ Διάβολος καί τό πιστόν ὄργανόν του ὁ Ἀντίχριστος, πού μάχονται εἰς τήν ἱστορίαν κατά τῆς Ἐκκλησίας.
       Τό κόκκινον χρῶμα τοῦ δράκοντος ἐκφράζει «τό φονικόν καί αἱμοχαρές αὐτοῦ» (Ἅγ. Ἀνδρέας).
       Τά ἑπτά κεφάλια σημαίνουν τό πολυπληθές τῶν ὀργάνων του καί τήν διείσδυσίν του μέσα εἰς τόν κόσμον.
       Τά δέκα κέρατά του δείχνουν τήν δύναμίν του μέσα εἰς τόν κόσμον.
       Τά δέκα διαδήματα εἶναι ἡ ἐπίστεψις τοῦ κακοῦ ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων, ἀπ᾿ ὅσα σκέπτεται καί ἐνεργεῖ τό πολυκέφαλον διαβολικόν τέρας.
       Ἡ οὐρά του πού συμπαρασύρει τό ἕνα τρίτον τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ ἐκφράζει, τόσον τούς πεπτωκότας ἀγγέλους, ὅσον καί τήν πτῶσιν τῶν ἀστηρίκτων Χριστιανῶν.
       Ὁ Δράκων, μετά ταῦτα, στάθηκε ἕτοιμος νά καταβροχθίση τό ἀρσενικόν παιδί πού θά ἐγεννοῦσε ἡ Γυναῖκα.
       Εἶναι οἱ σταδιακές ἐνέργειες τοῦ Σατανᾶ προκειμένου νά καταστρέψη τό μεσσιανικόν ἔργον τοῦ Χριστοῦ.
       Καί ὅταν ἡ Γυναῖκα γεννᾶ τόν ἄρρενα, τότε ἐκεῖνος ἡρπάγη εἰς τόν οὐρανόν, πού δείχνει ὅτι ἀναληφθείς ὁ Χριστός μετά τήν Ἀνάστασίν του εἰς τόν οὐρανόν, δέν ἄφησεν πλέον δυνατότητες εἰς τόν Διάβολον νά τόν καταστρέψη.
       Ὅμως ὁ Διάβολος δέν παραιτεῖται.
       Στρέφεται πρός τήν Γυναῖκα-Ἐκκλησίαν, πού δείχνει ὅτι
«ἀεί ὁ ἀποστάτης ἀντικρύ τῆς Ἐκκλησίας ὁπλίζεται, τούς ἀναγεννωμένους κατά καιρόν ἐξ αὐτῆς, οἰκεῖον βρῶμα ποιεῖσθαι ὀρεγόμενος...» (Ἅγ. Ἀνδρέας).
       
Καί ἡ Γυναῖκα-Ἐκκλησία καταφεύγει εἰς τήν ἔρημον ὅπου ἐκεῖ τῆς ἑτοιμάσθηκε τόπος ἀπό τόν Θεόν νά παραμείνη ὅσον χρόνον τό πιστόν ὄργανον τοῦ Διαβόλου, ὁ Ἀντίχριστος, δηλαδή 3 ½ χρόνια θά βασιλεύη ἐπί τῆς γῆς.
       Ἐφ᾿ ἑξῆς, ἀφ᾿ ὅτου ὁ Χριστός ἔβαλε τόν θεμέλιον τῆς Ἐκκλησίας ἐπί τῆς γῆς, καί ὁ Διάβολος θά μαίνεται ἐναντίον της, ἐκείνη πάντοτε, θά καταφεύγη εἰς τήν ἔρημον καί τάς Κατακόμβας εἴτε τοπικά εἴτε τροπικά.
       Καί ἐρχόμεθα εἰς τήν τρίτην εἰκόνα τῆς ὅλης ἐκείνης ὀπτασίας.
       Ὁ ἱερός Εὐαγγ. Ἰωάννης βλέπει νά γίνεται πόλεμος εἰς τόν οὐρανόν, μεταξύ τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ μετά τῶν οὐρανίων δυνάμεών του, καί τοῦ Δράκοντος καί τῶν Δυνάμεών του.
       
Καί ἐνικήθη «ὁ δράκων, ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος, ὁ καλούμενος Διάβολος καί ὁ Σατανᾶς, ὁ πλανῶν τήν οἰκουμένην ὅλην»(12,9), καί πετάχθηκε εἰς τήν γῆν, μαζί δέ καί οἱ δαιμονικοί του ἄγγελοι.
       Τότε ἀκούστηκε εἰς τόν οὐρανόν ὕμνος τῶν ἁγίων πρός τόν Θεόν ὅτι ἐπί τέλους ἐνικήθη «ὁ κατήγορος τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν, ὁ κατηγορῶν αὐτῶν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἡμέρας καί νυκτός» (12,10).
       Ἡ πτῶσις τοῦ Διαβόλου ἔχει τρεῖς φάσεις.
       Ἡ πρώτη φάσις πτώσεως εἶναι ὅτε ὁ Ἐωσφόρος ἐξέπεσε ἀπό τόν οὐρανόν θέλοντας νά ἐξισωθῆ πρός τόν Θεόν πάσχοντας ἀπό τήν ἀλαζονείαν τῆς ἰσοθεΐας.
       Ἡ δευτέρα φάσις πτώσεως εἶναι ἡ συντριβή του ἀπό τήν σταυρικήν θυσίαν τοῦ Χριστοῦ.
       Καί ἡ τρίτη, ὅταν ἐπανέλθη ὁ Κύριος κατά τήν Δευτέραν Του Παρουσίαν καί ὁ Διάβολος θά ριφθῆ εἰς τήν αἰωνίαν κόλασιν, ὅπου θά εἶναι καί ἡ ὁριστική του πλέον ἦττα.
       Καί ὅταν ὁ Διάβολος εἶδε ὅτι ἐβλήθη εἰς τήν γῆν, κατεδίωξε τήν Γυναῖκα πού ἐγέννησε τόν Ἄρρενα, δηλαδή τήν Ἐκκλησίαν.
       Ὅπως ἀντιλαμβανόμεθα, ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής διηγεῖται ἱστορικά πρόσωπα καί γεγονότα μέ συμβολικόν χαρακτῆρα.
       Τότε ἡ Γυναῖκα-Ἐκκλησία καταφεύγει εἰς τήν ἔρημον πετῶντας μέ δύο φτεροῦγες ἀετοῦ, σύμβολα τῆς θείας προστασίας.
       Καί ὁ Δράκων-Διάβολος ξέρασε ἀπό τό στόμα του ποτάμι νεροῦ διά νά πνίξη τήν Γυναῖκα-Ἐκκλησίαν πού εἶναι ὅλα τά κατά καιρούς, φιλοσοφικά, ἀντιχριστιανικά καί αἱρετικά ρεύματα πού κατακλύζουν καί προσπαθοῦν νά «πνίξουν» τήν Ἐκκλησίαν ἐπί τῆς γῆς.
       Καί ἡ γῆ προσωποποιουμένη ἀνοίγει τό στόμα της καί καταπίνει τό διαβολικόν ποτάμι, πού δείχνει ὅτι καί ἡ κτῖσις γίνεται ὄργανον τοῦ Θεοῦ διά νά σώση τήν Ἐκκλησίαν, ὅπως τόν παλαιόν Ἰσραήλ στήν Ἐρυθράν θάλασσαν ἀπό τήν Φαραωνικήν μανίαν.
       Ἀλλά καί πάλιν, μετά τήν ἀποτυχίαν του αὐτήν, ὀργίζεται ὁ Διάβολος «
καί ἀπῆλθε ποιῆσαι πόλεμον μετά τῶν λοιπῶν τοῦ σπέρματος αὐτῆς, τῶν τηρούντων τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ καί ἐχόντων τήν μαρτυρίαν τοῦ Ἰησοῦ» (12,17).
       Εἶναι οἱ πιστοί Χριστιανοί πού ἔχουν ἀπομείνει εἰς τάς πόλεις καί τά χωριά.
       Εἶναι τό «λεῖμμα», τό κατάλοιπον ὅσων δέν θά ἔχουν σκύψη νά προσκυνήσουν τόν Διάβολον μέσα στήν κοσμικήν του ἐξουσίαν πού λέγεται πολιτισμός, κοινωνισμός, ἀσύδοτη ἐλευθερία, ἀπελευθέρωσις ἀπό τήν ἠθικήν καί τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ, ἀξιώματα καί τιμάς τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου.
       Καί εἰσερχόμεθα εἰς τό 13ον Κεφάλαιον.
       Πρόκειται διά τήν ἐμφάνισιν δύο Προσώπων, τοῦ Ἀντιχρίστου καί τοῦ Ψευδοπροφήτου,πού τούς βλέπει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης, τόν μέν πρῶτον ὡς θηρίον κόκκινον μέ ἑπτά κεφάλια καί δέκα κέρατα, μέ δέκα διαδήματα πού ἦσαν γραμμένα ὀνόματα βλασφημίας, νά ἀναδύεται ἀπό τήν θάλασσαν, πού εἶναι τό σύμβολον τῆς κοσμικῆς ἀκαταστασίας καί ἁμαρτωλότητος, καί πού ἡ περιγραφή του εἶναι ὁμοία μέ τόν Δράκοντα-Διάβολον ἀπ᾿ ὅπου παίρνει καί τήν ἐξουσίαν.
       Τό δέ δεύτερον θηρίο, ἀναδύεται ἀπό τήν γῆν, σημάδι τῆς χαμερποῦς πολιτείας του, ἔχοντας δύο ἀρνίσια κέρατα καί μιλάει σάν δράκοντας, πού δείχνει τήν ὑποκρισίαν του σάν ἄκακος ἀλλά στό βάθος δαιμονικός.
       Πάντως, πρέπει νά σημειώσωμε ὅτι καί τά δύο αὐτά πρόσωπα θά εἶναι ἀληθινά, ἱστορικά, ἀνθρώπινα πρόσωπα, πού θά δράσουν «κατ᾿ ἐνέργειαν τοῦ Σατανᾶ» καί τό δεύτερον θηρίον, ὁ Ψευδοπροφήτης, θά εἶναι ἕνα εἶδος προδρόμου, προλαλητοῦ καί διαφημιστοῦ τοῦ Ἀντιχρίστου.
       Ἄς ἔλθωμε ὅμως εἰς τόν Ἀντίχριστον νά ἰδοῦμε μερικά χαρακτηριστικά του ἀπό τήν δρᾶσιν καί τήν πολιτείαν του.
       Ὁ ἴδιος, ἤ κάποιος ἀπό τούς ὑπηρετοῦντας τάς βουλάς του, θά μοιάση ὅτι ἐθανατώθη καί κατόπιν θά προκληθῆ ἐντυπωσιακή δῆθεν ἀνάστασις, σάν κακέκτυπος ἀπομίμησις τοῦ θανάτου καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
        Ἀπό τό ψευδοθαῦμα αὐτό ἐθαύμασε ὅλη ἡ γῆ ἀπό τούς ἐπιπολαίους καί ἀπίστους εἰς τόν χριστόν ἀνθρώπους, καί προσκυνοῦν τόν Δράκοντα-Διάβολον πού ἔδωσε τέτοια ἐξουσία εἰς τόν Ἀντίχριστον.
       Φαίνεται, ὅτι διά νά τόν θαυμάση ὅλη ἡ γῆ, θά προβληθῆ ὅλη ἡ ὑπόθεσις ἀπό τήν Τηλεόρασιν ἡ ὁποία θά εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου εἰ ς τήν ὑπηρεσίαν του ὅπως ἐξ ἄλλου ἔχει σημαντικά ἀπό τώρα ἔχει τεθῆ στούς δαιμονικούς σκοπούς του.
       Παραχωρεῖται ἀπό τόν Θεόν ἕνεκα τῆς ἀποστασίας τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ὁ Ἀντίχριστος στραφῆ βλάσφημα κατά τοῦ Θεοῦ καί πολεμήση τούς πιστούς Χριστιανούς, καί τούς νικήση, ἐννοεῖται μέ τήν κακοποίησιν καί τό μαρτύριον.
       Ἡ κυριαρχία τοῦ Ἀντιχρίστου θά εἶναι παγκοσμία διότι «
ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπί πᾶσαν φυλήν καί λαόν καί γλῶσσαν καί ἔθνος» (13, 7).
       
Καί ὅπως οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μέ τό βαθύ τους βλέμμα ἐρευνοῦν τήν Ἁγίαν Γραφήν, εὑρίσκουν ὅτι ὁ Ἀντίχριστος θά εἶναι ἑβραϊκῆς καταγωγῆς καί θά πλαισιωθῆ ἀπό τόν ἑβραϊκόν λαόν διά τάς κοσμοκρατορικάς του κατακτήσεις.
       Ἄς ἰδοῦμε ὅμως καί λίγα χαρακτηριστικά ἀπό τό δεύτερον Θηρίον, τόν Ψευδοπροφήτην.
       Μέ κάθε τρόπον ἐργάζεται διά νά προσκυνηθῆ ὁ Ἀντίχριστος, κάνοντας ἀκόμη καί ἐκπληκτικά ψευδοθαύματα.
       Ὁ Πνευματισμός, ἡ Μαγεία, ἡ Φιλοσοφία, τά ἀνθρωποκεντρικά κοινωνικά συστήματα, τά κηρύγματα τῆς ἀθεΐας, θά εἶναι τό κύριον προδρομικόν του ἔργον διά νά ὁδηγήση εἰς τόν Ἀντίχριστον.
       Ἡ σχέσις τῶν δύο θηρίων μέσα εἰς τήν ἱστορίαν εἶναι ὥστε ὁ μέν Ἀντίχριστος, ἤ οἱ ἐπί μέρους πρόδρομοι τοῦ Ἀντιχρίστου, νά δροῦν δυναμικά ὡς ἐξουσία, ὁ δέ Ψευδοπροφήτης ἤ οἱ πρόδρομοί του νά δροῦν ὡς ἰδεολογία ἤ αἵρεσις, πάντως μέ πνευματικήν διάστασιν.
       Ἡ δρᾶσις τοῦ Ἀντιχρίστου ξεκινᾶ εὐθύς μετά τήν ἔξοδον τῶν Πρωτοπλάστων ἀπό τόν Παράδεισον, πού ὁ Διάβολος ἤκουσε τό μήνυμα τῆς σωτηρίας καί δρᾶ ἀντι-σωτηριακά.
       Καί ἡ δρᾶσις αὐτή εἶναι τό «μυστήριον τῆς ἀνομίας» πού ἤδη ἐνεργεῖται, κατά τόν Ἀπ. Παῦλον (Β΄Θεσ. 2, 7) καί στέκεται παράλληλα καί ἀντίθετα εἰς τό Μυστήριον τῆς Εὐσεβείας πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία (Α΄Τιμ. 3, 16).
       Ἡ εὐθεῖα γραμμή τοῦ Μυστηρίου τῆς Εὐσεβείας ἐνεργήθη διά τοῦ Ἄβελ, τοῦ Σήθ, τοῦ Νῶε, τοῦ Σήμ, τοῦ Ἀβραάμ, τῆς Θεοτόκου καί φθάνομε εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν πού ἱδρύει τήν Ἐκκλησίαν ἐπί τῆς γῆς.
       Ἡ εὐθεῖα γραμμή τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἀνομίας ἐνεργεῖται διά τοῦ Κάιν, τοῦ Ἰούδα, τοῦ Ἀρείου, τῆς Χριστιανικῆς Δύσεως ὡς ἀντίληψις ἐκκοσμικευμένου Χριστιανισμοῦ, τοῦ Ψευδοπροφήτου ὡς Προσώπου, καί τέλος τοῦ Ἀντιχρίστου ὡς προσώπου.
       Πότε θά ἔλθη ὁ Ἀντίχριστος;
       Ἀναφερόμενος ὁ Ἀπ. Παῦλος εἰς τήν Δευτέραν τοῦ Χριστοῦ Παρουσίαν, σημειώνει εἰς τούς Θεσσαλονικεῖς ὅτι ἐάν δέν ἔλθη πρῶτα ἡ ἀποστασία, δηλαδή ὁ Ἀντίχριστος, δέν θά ἐλθη ὁ Χριστός, καί μάλιστα εὐθύς μετά τόν Ἀντίχριστον.
       Συνεπῶς, ὁ χρόνος ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου συνδεόμενος μέ τήν Δευτέραν τοῦ Χριστοῦ Παρουσίαν, παραμένει ἄγνωστος.
       Ἐν τούτοις ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε πολλά σημάδια διά τήν δευτέραν του ἔλευσιν, ὅπως χαρακτηριστικά τό παράδειγμα τοῦ Νῶε ὅπου ἡ κατασκευή τῆς κιβωτοῦ δέν μποροῦσε νά παραταθῆ πέραν κάποιων λογικῶν ὁρίων, ὅπως τά 120 χρόνια κατασκευῆς της καί τῆς τυχόν μετανοίας τῆς γενεᾶς ἐκείνης, ἐνῶ ὁ χρόνος τοῦ κατακλυσμοῦ παρέμενε ἄγνωστος.
       Ἔτσι καί τότε, λέγει ὁ Κύριος, κάπου γύρω χρονικά σέ ἐκεῖνα τά σημάδια, καί αὐτά εἶναι πολλά, θά ἔλθη ὁ Χριστός καί πρό αὐτοῦ ὁ Ἀντίχριστος.
       Ἡ ἐποχή μας ἄρχισε νά δείχνη κάποια προαγγελθέντα ἀπό τόν Κύριον σημάδια τοῦ τέλους.
       Πρέπει ἀκόμη νά σημειώσωμε ὅτι ὁ Ψευδοπροφήτης θά ἐνεργήση ὥστε, διά τῆς ἀπειλῆς οἰκονομικοῦ ἀποκλεισμοῦ, νά ἐπιβάλη χάραγμα, σφραγῖδα εἰς τό μέτωπον ἤ τό δεξί χέρι εἰς ὅσους θά ἀποδεχθοῦν τόν Ἀντίχριστον.
       Πρόκειται περί ἀνεξιτήλου καί ἰδιοτύπου ταυτότητος ἡ ὁποία θά εἶναι ἄρνησις τῆς σφραγῖδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού ἐλάβαμε κατά τήν βάπτισιν.
       Καί ἡ σφραγῖδα θά συνίσταται ἤ ἀπό τό ὄνομα τοῦ Ἀντιχρίστου ἤ ἀπό τόν ἀριθμό τοῦ ὀνόματός του πού εἶναι ὁ 666.
       Πάντως, μέχρι πού νά ἔλθη ὁ Ἀντίχριστος τό ὄνομά του θά μένη ἄγνωστον καί τότε πού θά ἔλθη θά γίνη γνωστόν μόνον εἰς ἐκείνους πού θά νήφουν πνευματικά.
       Μετά ἀπό τήν πικρήν περιγραφήν ὅλων τῶν προηγουμένων, μεσολαβεῖ τό θαυμάσιον Διάψαλμα τῶν 144.000 πού ἔχουν τρία γνωρίσματα, ὅτι εἶναι Παρθένοι, ὅτι ἔχουν ἀφιερώσει τόν ἑαυτόν τους εἰς τόν Χριστόν καί ὅτι εἶναι ἄμωμοι εἰς τήν καθόλου ζωήν των (14, 1 – 5).
       Μέ τό κλείσιμον καί τῆς Ἑβδόμης Σάλπιγγος πού περιεῖχε ὅ,τι ἀφοροῦσε τόν Ἀντίχριστον καί τόν Ψευδοπροφήτην, ἔρχεται ἡ τρίτη ἑπτάδα πληγῶν μέ τήν μορφήν χρυσῶν φιαλῶν πού ἑπτά ἀντίστοιχοι ἄγγελοι ἐκχέουν εἰς τήν γῆν.
       Μέ τήν ἔκχυσιν τῆς πρώτης φιάλης
«ἐγένετο ἕλκος κακόν καί πονηρόν ἐπί τούς ἀνθρώπους τούς ἔχοντας τό χάραγμα τοῦ θηρίου» (16,2).
       
Πρόκειται περί πραγματικῆς σωματικῆς πληγῆς πού θυμίζει τήν ἕκτην πληγήν τοῦ Φαραώ.
       Μέ τήν ἔκχυσιν τῆς δευτέρας φιάλης εἰς τήν θάλασσαν, μετεβλήθη τό νερόν σέ κόκκινον, μέ συνέπεια νά πεθάνη κάθε θαλασσία ζωή καί θυμίζει τήν πρώτην φαραωνικήν πληγήν.
       Μέ τήν ἔκχυσιν τῆς τρίτης φιάλης εἰς τά ποτάμια καί τάς πηγάς ἔγιναν κόκκινα τά νερά σάν αἷμα καί τά ὁποῖα ἐστάθησαν ἀκατάλληλα πρός πόσιν.
       Μέ τήν ἔκχυσιν τῆς τετάρτης φιάλης εἰς τόν ἥλιον ἐδημιουργήθη καῦμα φοβερόν εἰς τούς ἀνθρώπους, καί πού ἔρχεται νά συμπληρώση τήν προηγουμένην πληγήν τῆς λειψυδρίας.
       Καί οἱ ἄνθρωποι ἀντί νά μετανοήσουν, βλασφημοῦν τό Ἅγιον Ὄνομα τοῦ Θεοῦ.
       Μέ τήν ἔκχυσιν τῆς πέμπτης φιάλης ἐπί τοῦ θρόνου τοῦ Ἀντιχρίστου γίνεται σκότος ἤ αἰσθητόν ἤ νοητόν, δηλαδή σύγχυσις ἀνάμεσα εἰς τούς θιασώτας τοῦ Ἀντιχρίστου, καί θυμίζει τήν ἐννάτην φαραωνικήν πληγήν.
       Καί πάλιν ὅμως δέν μετανοοῦν.
       Καί ἔρχεται ἡ ἔκχυσις τῆς ἕκτης Φιάλης.
       Αὐτή ἀναφέρεται εἰς τόν τελευταῖον πόλεμον τῆς ἱστορίας, τόν φοβερόν Ἀρμαγεδῶνα, πού θά γίνη τάς παραμονάς τῆς μεγάλης ἡμέρας τοῦ Κυρίου, δηλ. τῆς Δευτέρας Παρουσίας.
       Εἰς τόν τόπον τοῦ Ἀρμαγεδῶνος, πού γεωγραφικά ἀνήκει εἰς τήν Παλαιστίνην ἀλλά δέν πρόκειται περί τῆς αὐτῆς, εἰς τήν Ἀποκάλυψιν, τοπογραφίας, θά γίνη ὁ ἀλληλοσπαραγμός τῆς ἀνθρωπότητος πού ἀκολούθησε τόν Ἀντίχριστον, καί πού βασικά ὅλα τά ἔθνη θά ἔχουν ξεκινήσει διά τόν μεγάλον πόλεμον ἐναντίον τῆς ἠγαπημένης Πόλεως, δηλ. τῆς Ἐκκλησίας, καί τελικά θά εὑρεθοῦν νά ἀλληλοσπαράσσωνται.
       Αὐτό φαίνεται καί ἀπό τόν πόλεμον τοῦ Γώγ καί τοῦ Μαγώγ πού θά μᾶς ἀναφέρη τό Βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως εἰς τό 20όν Κεφάλαιον.
       Καί τέλος, ἔρχεται ἡ πληγή τῆς Ἑβδόμης Φιάλης, πού ἐξεχύθη εἰς τόν ἀέρα, μέ ἀποτέλεσμα νά συμβοῦν τρομερά ἀτμοσφαιρικά καί γεωλογικά φαινόμενα.
       Καί αὐτή ἡ πληγή ὁμοιάζει μέ τήν Ἑβδόμην Φαραωνικήν.
       Ἦταν τόσον μεγάλη ἡ πληγή πού οἱ ἄνθρωποι ἀντί νά μετανοήσουν ἔφθασαν νά βλασφημήσουν τό Ἅγιον Ὄνομα τοῦ Θεοῦ.
       Εὑρισκόμεθα εἰς τό 17ον Κεφάλαιον, ὅπου ἕνας Ἄγγελος λέγει εἰς τόν Ἅγ. Ἰωάννην:
«δεῦρο δείξω σοι τό κρῖμα τῆς πόρνης τῆς μεγάλης τῆς καθημένης ἐπί ὑδάτων πολλῶν, μεθ᾿ ἧς ἐπόρνευσαν οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς καί ἐμεθύσθησαν οἱ κατοικοῦντες τήν γῆν ἐκ τοῦ οἴνου τῆς πορνείας αὐτῆς» (17, 1 -2). Καί μέ ὡδήγησε εἰς τήν ἔρημον «ἐν πνεύματι», συνεχίζει νά διηγῆται ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, ὅπου εἶδα μίαν γυναῖκα νά κάθεται εἰς τό κόκκινον θηρίον πού ἔκανε λόγον πρίν, καί πού εἶχε ἑπτά κεφάλια καί δέκα κέρατα γεμᾶτα ἀπό ὀνόματα βλασφημίας.
       Ἡ γυναῖκα ἦτο ντυμένη ἱμάτιον πορφυροῦν καί κόκκινον καί στολισμένη μέ πολλά χρυσᾶ κοσμήματα.
       Κρατοῦσε στό χέρι της ἕνα χρυσό ποτήρι γεμᾶτον ἀπό βδελύγματα καί ἀπό τά ἀκάθαρτα τῆς πορνείας τῆς γῆς.
       Στό μέτωπόν της εἶχε ὄνομα γραμμένον:
«Μυστήριον, Βαβυλών ἡ μεγάλη, ἡ μήτηρ τῶν πορνῶν καί τῶν βδελυγμάτων τῆς γῆς»(17, 5).
       
Καί εἶδα τήν γυναῖκα νά μεθᾶ ἀπό τό αἷμα τῶν Ἁγίων καί τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰησοῦ.
       Καί ἐγώ ἀπόρησα ἀπό τό θέαμα αὐτό.
       Καί ὁ Ἄγγελος μοῦ λέγει:
«Τό θηρίον ὅ εἶδες, ἦν καί οὐκ ἔστι, καί μέλλει ἀναβαίνειν ἐκ τῆς ἀβύσσου καί εἰς ἀπώλειαν ὑπάγειν»(17, 8).
       
Ἤδη ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής χρησιμοποιεῖ τό ὄνμα Βαβυλών, ἀλλά τότε ἡ Βαβυλών δέν ὑπῆρχε, μία Πόλις πού ἤσκησε φοβερήν κυριαρχίαν ἐπί τῆς γῆς, καί ὁ Λαός τοῦ Θεοῦ εἶχε γίνει αἰχμάλωτός της.
       Ὅμως, μέ τήν ἀρχαίαν Βαβυλῶνα, ὡμοίαζε ἡ τότε Ρώμη μέ τήν καισαρολατρεία της καί τό φοβερόν ὄργιόν της εἰς βάρος τῶν Χριστιανῶν.
       Ὡς τόσον, πρόκειται περί εἰκονικῆς πόλεως, δηλαδή ἑνός κέντρου ἀποστασίας καί διαφθορᾶς πού ἐπιδρᾶ εἰ ςὄλα τά γεωγραφικά μήκη καί πλάτη κατ᾿ ἔμπνευσιν πάντα τοῦ Ἀντιχρίστου. Σήμερον «κέντρον» εἶναι ἡ «Δύσις» ὄχι ἐν ἐννοίᾳ γεωγραφικῇ ἀλλά πολιτιστικῇ πού ἐπηρεάζει ὅλους τούς πολιτισμούς τῆς γῆς.
       Ἀλλ᾿ αὐτό τό «κέντρον» τῆς ἀποστασίας, δέν θά διαρκέσηπολύ.
        Ἀκούει ὁ Θεολόγος ἕναν Ἄγγελον νά κράζη μέ μεγάλη φωνή:
«Ἔπεσεν, ἔπεσεν Βαβυλών ἡ μεγάλη, καί ἐγένετο κατοικητήριον δαιμονίων καί φυλακή παντός πνεύματος ἀκαθάρτου...» (18, 2).
       
Καί τότε ἀρχίζει τό πένθος καί ὁ ὀδυρμός τῶν βασιλέων τῆς γῆς, καί τῶν ἐμπόρων καί τῶν ναυτικῶν διά τό κατάντημά της.
       Ὁ σημερινός μας κόσμος εἶναι ἕνας κόσμος βαβυλωνικός καί σάπιος πού ἑτοιμάζεται νά πέση.
       Καί τά κριτήριά του διά τήν πτῶσιν;
       Ἡ ἀθεΐα, ὁ ἀμοραλισμός, ὁ «στρῆνος» δηλαδή ἡ ἀλαζονία τοῦ βίου, μέσα εἰς τήν πολυτέλειαν, τήν ἀφθονίαν τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καί τήν σπατάλην, ὅταν ἄλλοι λαοί πεθαίνουν ἀπό τήν πεῖναν, πού δείχνει τήν ἀβυσσαλέαν ἀσπλαχνίαν τῶν ἀνθρώπων.
       Καί ὄχι μόνον ὁ κόσμος αὐτός ὁ ἀποστάτης καί δαιμονικός βουλιάζει, ἀλλά ταυτοχρόνως γίνεται καί κατοικητήριον δαιμόνων, ὅπου βεβαίως ἀπουσιάζει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί ἡ εὐλογία.
       Εἰς αὐτόν τόν καταρρέοντα κόσμον, ἀκούεται πάλιν ἡ φωνή τοῦ οὐρανοῦ:
«ἔξελθε ἐξ αὐτῆς ὁ λαός μου, ἵνα μή συγκοινωνήσητε ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῆς, καί ἵνα ἐκ τῶν πληγῶν αὐτῆς μή λάβητε» (18, 4).
       
Πρόκειται διά τήν σχέσιν τῶν πιστῶν μέ τούς ἀπίστους.
       Ὁ θεός παραγγέλλει μίαν «ἔξοδον» τοῦ λαοῦ του, ἄλλοτε τροπική, ἄλλοτε τοπική.
       Ὁ Νῶε, ὁ Λώτ, ὁ Τωβίτ, εἶναι παραδείγματα τροπικῆς ἐξόδου.
       Ἡ φυγή ἀπό τήν πολιορκημένην Χριστοκτόνον Ἱερουσαλήμ ὅλων τῶν Χριστιανῶν, εἶναι μία τοπική ἔξοδος.
       Ἡ ἔξοδος τῶν ἐσχάτων θά εἶναι καί τοπική καί τροπική, ἀνάλογα τό πῶς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον θά ὑπαγορεύη εἰς τήν Ἐκκλησίαν.
       Μετά ἀπό τήν προφητικήν καταστροφήν τῆς νοητῆς Βαβυλῶνος ἠκούσθη εἰς τόν οὐρανόν φωνή πολλοῦ ὄχλου πού ἔψαλλαν: «
Ἀλληλούϊα· ἡ σωτηρία καί ἡ δόξα καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ὅτι ἀληθιναί καί δίκαιαι αἱ κρίσεις αὐτοῦ· ὅτι ἔκρινε τήν πόρνην τήν μεγάλην, ἥτις διέφθειρε τήν γῆν ἐν τῇ πορνείᾳ αὐτῆς, καί ἐξεδίκησε τό αἷμα τῶν δούλων αὐτοῦ ἐκ χειρός αὐτῆς» (19, 1-3).
       
Ἤδη εἰσερχόμεθα εἰς τήν τελευταίαν πρᾶξιν καί ἔκβασιν τοῦ ὅλου δράματος τῆς πάλης τοῦ Χριστοῦ κατά τῶν ἀντιθέων δυνάμεων.
       Ἄξιον πολλῆς προσοχῆς ἀπό ἑρμηνευτικῆς ἀπόψεως εἶναι ὅτι ἐφ᾿ ἑξῆς ὁ Προφήτης Ἰωάννης ὅ,τι θά μᾶς περιγράψη δέν ὑπόκειται εἰς χρονολογικήν ἀλληλουχίαν, ἀλλά Πρώτην καί Δευτέραν παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ, παρελθόν, παρόν καί μέλλον, προσεχές καί ἀπώτατον, ὅλα εὑρίσκονται εἰς μίαν καί τήν αὐτήν εἰκόνα.
       Ἐάν θά ἀναζητήσωμε χρονικήν ἀλληλουχίαν κινδυνεύουμε νά ἀποδεχθοῦμε χιλιαστικάς θέσεις, τάς ὁποίας ἔχει καταδικάσει ἡ Ἐκκλησία μας, ἔστω καί ὑπό τήν πνευματικωτέραν μορφήν.
       Ὡς παράδειγμα, εἶναι ἡ μάχη τοῦ Ἀρμαγεδῶνος διά τήν ὁποίαν θά γίνη καί πάλιν λόγος πιό κάτω, χωρίς νά σημαίνη ὅτι θά γίνη δύο φορές ἀλλά γίνεται δευτέρωσις περιγραφῆς χωρίς νά ἀναζητοῦνται χρονικά στοιχεῖα.
       Μέ αὐτά τά στοιχεῖα ἄς προχωρήσωμε εἰς τήν ἑρμηνείαν τοῦ ἱεροῦ κειμένου.
       Ὕστερον ἀπό τάς τρεῖς ἑπτάδας πληγῶν καί τάς ἀλλεπαλλήλους εἰκόνας τῆς Ἀποκαλύψεως, βλέπει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής ἀνοιγμένον τόν οὐρανόν ὄχι διά νά ἀποκαλυφθοῦν τά μυστήρια τοῦ μέλλοντος ἀλλά διά νά ἐμφανισθῆ ὁ Κριτής Χριστός, ὁ Κριτής συμπάσης τῆς Δημιουργίας, ὁρατῆς καί ἀοράτου.
       Ἐξέρχεται ἀπό τόν οὐρανόν ἵππος λευκός καί ὁ καθήμενος ἐπ᾿ αὐτοῦ εἶχε τό ὄνομα: «
ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ» (19, 11-13).
       
Εἶναι ὁ Κριτής Χριστός πού ἀκολουθεῖται ἀπό τάς οὐρανίους ἀγγελικάς Δυνάμεις.
       Εἰς τήν συνέχειαν ὁ Ἅγ. Ἰωάννης βλέπει
«τό θηρίον καί τούς βασιλεῖς τῆς γῆς καί τά στρατεύματα αὐτῶν συνηγμένα ποιῆσαι τόν πόλεμον μετά τοῦ καθημένου ἐπί τοῦ ἵππου καί μετά τοῦ στρατεύματος αὐτοῦ» (19, 19).
       
Πρόκειται διά μίαν δευτέραν ἀναφοράν εἰς τόν τελευταῖον τῆς ἱστορίας τρομερόν πόλεμον τοῦ Ἀρμαγεδῶνος πού ἀνεφέρθη εἰς τό 16ον Κεφ., ὅπως καί τρίτη ἀναφορά θά γίνη εἰς τό 20όν Κεφάλαιον.
       Πῶς πρέπει νά ἐννοήσωμε τήν μάχην αὐτήν, πού θά εἶναι ὅλα τά ἔθνη καί θά ἡγῆται ὁ Ἀντίχριστος καί ὁ Ψευδοπροφήτης, ἐναντίον τοῦ ἱππέως Χριστοῦ-Κριτοῦ;
       Πιθανῶς τό πρᾶγμα θά εἶναι ὅπως μᾶς τό περιγράφη προφητικά ὁ Ἰεζεκιήλ.
       Ἀναφερόμενος εἰς τόν Γώγ, ὅπου καί ἡ Ἀποκάλυψις εὐθύς πιό κάτω κάνει λόγον (20,8), πρόκειται περί ταυτότητος θέματος, γράφει:
«Τάδε λέγει Κύριος Κύριος τῷ Γώγ... καί ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, ἐν ἡμέρᾳ ἄν ἔλθῃ Γώγ ἐπί τήν γῆν τοῦ Ἰσραήλ (ἐναντίον δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Ἁγίων) λέγει Κύριος Κύριος, ἀναβήσεται ὁ θυμός μου... καί καλέσω ἐπ᾿ αὐτόν πᾶν φόβον, λέγει Κύριος· μάχαιρα ἀνθρώπου ἐπί τόν ἀδελφόν αὐτοῦ ἔσται (παγκόσμιος δηλαδή ἀλληλοσπαραγμός, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀποστασίας καί ἐχθρικῆς στάσεως κατά τῆς Ἐκκλησίας) καί κρινῷ αὐτόν θανάτῳ... καί πῦρ καί θεῖον βρέξω ἐπ᾿ αὐτόν καί ἐπί πάντας τούς μετ᾿ αὐτοῦ καί ἐπ᾿ ἔθνη πολλά μετ᾿ αὐτοῦ» (Ὅπου εἰκάζεται ὅτι πρόκειται περί παγκοσμίου πολέμου καί ἀλληλοσπαραγμοῦ) (38, 17-22).
       Ὡς πρός τήν ἀδελφοκτονίαν πού σημειώνει ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ, θά μποροῦσε νά πραγματωθῆ μεταξύ τῶν ἀντιθέων Δυνάμεων ὅπως μεταξύ τοῦ ἀθέου κομμουνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς, τοῦ ἀθέου ὑλισμοῦ τῆς Δύσεως καί τοῦ ἀθέου Σιωνισμοῦ τῶν Ἑβραίων.
       Ἐξ ἄλλου, μία τέτοια σύγκρουσις σήμερα εἶναι δυνατή καί ἀναμένεται.
       Παρατηροῦμε ὅτι ὁ ἀρχηγός αὐτῶν τῶν στρατευμάτων θά εἶναι ὁ Ἀντίχριστος καί ὁ Ψευδοπροφήτης, οἱ ὁποῖοι συλλαμβάνονται καί ρίπτονται ζῶντες εἰς τήν λίμνην τοῦ πυρός, τήν αἰωνίαν κόλασιν, ὅπου τελικά ὁ Ἀντίχριστος καί ὁ Ψευδοπροφήτης φεύγουν ἀπό τό προσκήνιον τῆς ἱστορίας.
       Χωρίς πάντα νά ὑπάρχη ἱστορική ἀλληλουχία εἰς τά γεγονότα, ἀλλά περιγραφόμενα εἰς μίαν καί τήν αὐτήν εἰκόνα, ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής βλέπει ἕναν Ἄγγελον ὁ ὁποῖος δένει μέ βαρυά ἀλυσίδα τόν Δράκοντα, τόν Διάβολον καί τόν ἔρριψε εἰς τήν ἄβυσσον ἐπί χίλια χρόνια.
       Τό «δέσιμο» τοῦ Σατανᾶ δέν εἶναι τί ἄλλο παρά ὅτι μένει ἀνενέργητος, μέ ἀκρωτηριασμένη δύναμι, μέ δέσμευσι τῆς τόλμης του, καί φυσικά μόνον διά τούς ἐν συνειδήσει βαπτισμένους Χριστιανούς, πού ὁ Χριστός μέ τήν πρώτην του Παρουσίαν τόν ἔδεσε.
       Τά χίλια χρόνια, εἶναι ἕνας στρογγυλός ἀριθμός πού φανερώνει τόν μεταξύ τῶν δύο Παρουσιῶν τοῦ Χριστοῦ χρόνον, ἤ τόν χρόνον τοῦ Εὐαγγελίου, καί δέν εἶναι 1000 χρόνια μετά ἀπό τήν παρουσίαν τοῦ Ἀντιχρίστου ὅπως διδάσκουν παλαιοί καί νεώτεροι Χιλιασταί.
       Μετά ἀπό τήν μακράν περίοδον τοῦ Εὐαγγελίου, καί λίγο πρίν ἀπό τήν Δευτέραν τοῦ Χριστοῦ Παρουσίαν, ὅταν οἱ Χριστιανοί θά ἔχουν ἀρχίσει νά κοσμικοποιοῦνται, τότε θά λυθῆ ὁ Σατανᾶς γιά λίγο, ὁπότε θά ἔλθη ἡ μεγάλη ἀποστασία κατά τήν διάρκειαν τῆς ὁποίας θά δράση ὁ Ἀντίχριστος καί ὁ Ψευδοπροφήτης, καί εὐθύς μετά ἡ Κρίσις καί τό τέλος τῆς ἱστορίας.
       Ὅλα αὐτά συνοψίζονται εἰς τόν λόγον τοῦ ἀγγέλου: «
Τό θηρίον ὅ εἶδες, ἦν καί οὐκ ἔστι, καί μέλλει ἀναβαίνειν ἐκ τῆς ἀβύσσου καί εἰς ἀπώλειαν ὑπάγειν» (Ἀποκ. 17, 8).
       Τό «ἦν» δηλ. ἦτο, σημαίνει τόν πρό Χριστοῦ χρόνον πού δροῦσε ὁ Διάβολος μέ τήν εἰδωλολατρείαν.
       Τό «Οὐκ ἔστι» δηλ. δέν ὑπάρχει, εἶναι ὁ χρόνος τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ χρόνος τῶν δύο τοῦ Χριστοῦ Παρουσιῶν ἤ ὁ χρόνος τῶν 1000 ἐτῶν.
       Καί τό «μέλλειν ἀναβαίνειν» δηλ. πρόκειται νά ἀνέλθη ἐκ τῆς ἀβύσσου, εἶναι τό «λύσιμο» τοῦ Διαβόλου καί εἶναι ὁ χρόνος τοῦ Ἀντιχρίστου, δηλαδή τά 3,5 χρόνια.
       Τό δέ «εἰς ἀπώλειαν ὑπάγειν» δηλ. ὅτι μετά ἀπό ὅλα αὐτά ὁ Διάβολος πηγαίνει εἰς τήν ἀπώλειαν, τήν αἰωνίαν καί ὁριστικήν πλέον κόλασιν.
       Μετά ἀπό ὅλα αὐτά πού σημαδεύουν τό τέλος τῆς ἱστορίας, ὁ Ἅγ. Ἰωάννης βλέπει εἰς τόν οὐρανόν «
θρόνον μέγαν λευκόν καί τόν καθήμενον ἐπ᾿ αὐτοῦ οὗ ἀπό προσώπου ἔφυγεν ἡ γῆ καί ὁ οὐρανός, καί τόπος οὐχ εὑρέθη αὐτοῖς» (20, 11).
       Εἶναι ὁ θρόνος τοῦ Χριστοῦ-Κριτοῦ ἐμφανής πλέον ἐνώπιον ὅλωντῶν λογικῶν κτισμάτων ὁρατῶν καί ἀοράτων καί πού εὑρίσκεται μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς.
       Εἶναι αὐτό πού γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος:
«Ὅτι αὐτός ὁ Κύριος... καταβήσεται ἀπ᾿ οὐρανοῦ» (Α΄Θεσ. 4, 16-17), ἤ αὐτό πού περιγράφει ὁ Κύριος: «Ὅταν ἔλθη ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καί πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίση ἐπί θρόνου δόξης αὐτοῦ, καί συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τά ἔθνη...» (Ματθ. 25, 31).        Ἐν συνεχείᾳ μέ λιτάς, ἀλλά πολύ ζωηράς γραμμάς ὁ Ἅγ. Ἰωάννης περιγράφει τήν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν, μικρῶν καί μεγάλων, καί κατά τήν ἡλικίαν καί κατά τά ἀξιώματα, καί καθ᾿ οἱονδήποτε τρόπον, φυσικόν ἤ βίαιον ἀποθανόντων, νά δίδουν λόγον τῶν πεπραγμένων των ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ-Κριτοῦ, καί μέ βάσι τά ἀνοιγμένα βιβλία τῶν πράξεών των πού εἶναι ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ.
       Ἐνῶ αὐτά θά συμβαίνουν εἰς χρόνον μηδέν, ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, δηλαδή ὁλόκληρον τό κτιστόν σύμπαν, θά περνᾶ ἀπό τήν φθοράν εἰς τήν ἀφθαρσίαν καί τήν ἀλλαγήν τῆς μορφῆς εἰς νέαν μορφήν.
       Καί γράφει ὁ Θεολόγος:
«Καί εἶδον οὐρανόν καινόν καί γῆν καινήν· ὁ γάρ πρῶτος οὐρανός καί ἡ πρώτη γῆ ἀπῆλθον· καί ἡ θάλασσα οὐκ ἔστιν ἔτι» (21, 1).
       Τό τέλος τοῦ ὁρατοῦ κτιστοῦ κόσμου εἶναι πράγματι καταπληκτικόν.
       Τίποτα δέν θά ἐξαφανισθῆ ἀπό τήν οὐσίαν του, ὅλα θά ἔχουν ἀλλάξει εἰς τήν μορφήν των, τά πάντα θά ἔχουν περάσει ἀπό τήν φθοράν, δηλαδή τήν μεταβολήν , εἰς τήν ἀφθαρσίαν, τά πάντα θά δεχθοῦν τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ, καί ὅλα θά ἔχουν γίνει ὁ «χῶρος» τῆς Καινῆς Ἱερουσαλήμ, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
       Γράφει ὁ Ἅγ. Εἰρηναῖος: «
Οὐ γάρ ἡ ὑπόστασις, οὐδέ ἡ οὐσία τῆς κτίσεως ἐξαφανίζεται (δηλαδή ἡ δομή καί ἡ οὐσία τῆς ὕλης)ἀληθής γάρ καί βέβαιος ὁ συστησάμενος αὐτήν – ἀλλά τό σχῆμα παράγει τοῦ κόσμου τούτου, τουτέστιν ἐν οἷς παράβασις γέγονεν, ὅτι ἐπαλαιώθη ὁ ἄνθρωπος ἐν αὐτοῖς. Καί διά τοῦτο τό σχῆμα τοῦτο πρόσκαιρον ἐγένετο, προειδότος τά πάντα τοῦ Θεοῦ... παρελθόντος δέ τοῦ σχήματος τούτου... ἔσται ὁ οὐρανός καινός καί ἡ γῆ καινή» (Ἔλεγχ. Ψευδ. Γνώσεως Ἀποσπάσματα, ἀριθμός 96).
       Ἐν συνεχείᾳ βλεπει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης νά κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανόν μέσα εἰς τόν καινούργιον κτιστόν κόσμον, ἡ Πόλις Ἱερουσαλήμ, ὄχι ἡ ἱστορική, ἡ παλαιά, ἀλλά ἡ καινή, ἡ δοξασμένη πλέον Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού εἰκονίζεται ὡς πόλις διότι ἀνάμεσα εἰς τούς ἀνθρώπους καί τούς ἀγγέλους θά κατοικῆ ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός.
       Καί ἀκούστηκε φωνή ἀπό τόν οὐρανόν: «
Ἰδού ἡ σκηνή τοῦ θεοῦ μετά τῶν ἀνθρώπων, καί σκηνώσει μετ᾿ αὐτῶν, καί αὐτοί λαός αὐτοῦ ἔσονται καί αὐτός ὁ Θεός μετ᾿ αὐτῶν ἔσται» (21, 3).
       Εἰς αὐτήν τήν καινούργιαν Πόλιν, δηλαδή τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, δέν θά ὑπάρχει πλέον τό δάκρυ, τό πένθος, ἡ κραυγή, ὁ πόνος καί ὁ θάνατος, διότι τό πρῶτον σχῆμα, ἡ πεπτωκυῖα κατάστασις, ὁριστικά ἔχουν παρέλθει.
       Καί ὁ καθήμενος ἐπί τοῦ θρόνου Ἰησοῦς Χριστός εἶπε:
«Ἰδού καινά ποιῶ πάντα» (21, 5).
       Μερίδα εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ θά ἔχουν οἱ νικηταί τοῦ κόσμου καί τῶν παθῶν.
       Ὅσοι στάθηκαν δειλοί εἰς τήν πίστιν, καί οἱ ἄπιστοι, καί οἱ διεστραμμένοι, καί οἱ φονεῖς, καί οἱ ἀνήθικοι, καί οἱ μάγοι, καί οἱ εἰδωλολάτραι, καί ὅλοι ὅσοι ἔζησαν τήν ψεύτικην καί ματαίαν ζωήν, αὐτῶν ὅλων ἡ μερίδα θά εἶναι ἡ λίμνη πού καίει αἰώνια μέ φωτιά καί θειάφι, δηλαδή ἡ αἰωνία κόλασις, πού εἶναι ὁ δεύτερος θάνατος, ὁ αἰώνιος τῶν ὑπάρξεων χωρισμός ἀπό τόν θεόν.
       Πλάϊ ὅμως εἰς τόν χαρακτηρισμόν τῆς Ἐκκλησίας ὡς Καινῆς Ἱερουσαλήμ, ἐδόθη καί ὁ χαρακτηρισμός ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Νύμφη τοῦ Χριστοῦ.
       Καί βλέπει τώρα ὁ ἱερός Συγγραφεύς, ἕναν Ἄγγελον πού τοῦ λέγει:
«Ἔλα νά σοῦ δείξω τήν Νύμφην, τήν Γυναῖκα τοῦ Ἀρνίου».
       Καί τόν ὁδηγεῖ ἐκστατικά σέ ὄρος πολύ ὑψηλόν, καί ἐκεῖ τοῦ δείχνει τήν Ἐκκλησίαν, ὡς ἁγίαν Πόλιν Ἱερουσαλήμ, πού εἶχε τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ.
       Φωστήρας της, ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μέ τήν ὑπέρλαμπρον δόξαν του.
       Εἶχε τεῖχος μεγάλον καί ὑψηλόν, ἐνδεικτικόν τῆς αἰωνίου ἀσφαλείας της ἀπό τό κακόν.
       Εἶχε δώδεκα πυλῶνες, πού εἶναι οἱ 12 Ἀπόστολοι καί ἡ ἀποστολική διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου διά τῶν ὁποίων εἰσερχόμεθα εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
       Τούς πυλῶνας φρουροῦν δώδεκα ἄγγελοι, εἰκόνα τῆς θείας προστασίας.
       Εἰς τόν κάθε πυλῶνα, καί ἕνα ὄνομα γραμμένον ἀπό τά ὀνόματα τῶν Δώδεκα φυλῶν τοῦ Νέου Ἰσραήλ, ἀπό κάθε ἔθνος καί λαόν καί φυλήν ὅλων τῶν αἰώνων καί ὅλων τῶν ἐποχῶν.
       Ἡ πόλις εἶναι τετράγωνη, πού στήν κάθε πλευρά της ὑπάρχουν τρεῖς πυλῶνες.
       Οἱ τέσσερις τριάδες πυλώνων εἶναι εἰκόνα διατάξεως τῶν τεσσάρων τριάδων τῶν φυλῶν τοῦ παλαιοῦ στρατοπέδου τοῦ Ἰσραήλ εἰς τήν ἔρημον, μέ κέντρον τήν Κιβωτόν τῆς Διαθήκης, σύμβολον ἐγκατοικήσεως τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσα εἰς τόν λαόν του.
       Οἱ τέσσερις πλευρές, σύμβολα τῶν 4 Εὐαγγελίων πού περιχαρακώνουν τήν Νέαν Πόλιν-Ἐκκλησίαν, καί τῆς καθορίζουν τό περιεχόμενον.
       Ἡ τετραμερής διάταξις τῶν πυλῶν ἐκφράζει ἀκόμη τό σημεῖον τοῦ Σταυροῦ.
       Οἱ τέσσερις πλευρές τῆς πόλεως βλέπουν πρός τά 4 σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος πρός τά ὁποῖα ἱεραποστολικά ἀποτείνονται μέ τό κήρυγμα τόσον τοῦ Σταυροῦ, ἤτοι τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ὅσον καί τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἁγίας Τριάδος πού ἐκπροσωπεῖται μέ τούς ἀνά τρεῖς Πυλῶνας.
       Τό κήρυγμα, ὡς κήρυγμα τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ὁμοιόμορφον, διότι καί οἱ 4 πλευρές ἔχουν ἑκάστη ἀνά τρεῖς πυλῶνας, πού εἶναι τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
       Εἰς τήν τετραμερῆ διάταξι τῆς Πόλεως εὑρίσκονται οἱ 4 ἰδιότητες τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς.
       Οἱ θεμέλιοι τοῦ τείχους εἶναι δώδεκα, ἡ θεμελιώδης διδασκαλία τῶν 12 Ἀποστόλων.
       Τό μέτρημα τῆς πόλεως εὑρέθη τετράγωνον σχῆμα, δεῖγμα τῆς ἀπολύτου τελειότητος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
       Ἡ ἐνδόμησις τοῦ τείχους ἀποτελεῖται ἀπό 12 πολύτιμους λίθους, καί ἡ πόλις ἀπό καθαρόν χρυσάφι, δεῖγμα τῆς καθαρότητος καί τῆς πολυ-τελείας τῶν κατοίκων της.
       Ναός δέν ὑπῆρχε εἰς αὐτήν, διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶναι ὁ Ναός της.
       Ἀνάγκη ἡλιακοῦ φωτός δέν ὑπάρχει διότι ἡ Θεία δόξα τήν φωτίζει.
       Ἐκεῖ, τίποτα τό ἀκάθαρτον δέν μπορεῖ νά εἰσχωρήση.
       Ἐκεῖ μέσα κυλᾶ τά κρυστάλλινα νερά του τό ποτάμι τῆς ζωῆς πού ἐκπηγάζει ἀπό τόν θρόνον τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἀρνίου, πού θυμίζει τόν ποταμόν τοῦ παλαιοῦ Παραδείσου πού ἔχασαν οἱ Πρωτόπλαστοι.
       Ὁ Μυστικός αὐτός Ποταμός, εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον πού ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός καί ἀποστέλλεται ὑπό τοῦ Υἱοῦ.
       Ὁ ποταμός αὐτός εἶναι ἀκόμη ἡ αἰώνιος ζωή καί τό Ἅγιον Βάπτισμα πού ἀναγεννᾶ τόν ἄνθρωπον.
       Εἰς τό μέσον τῆς πλατείας καί «ἐντεῦθεν καί ἐκεῖθεν τοῦ ποταμοῦ» δένδρον ζωῆς, πού ἀποδίδει αἰωνίους καρπούς, πού εἶναι ὁ Χριστός, καί πού ἱστορικός παλαιός τύπος ἦτο τό δένδρον τῆς Ζωῆς εἰς τό μέσον τοῦ παλαιοῦ παραδείσου.
       Εἰς τόν νῦν αἰῶνα, εἶναι τό Μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
       Οἱ καρποί τοῦ δένδρου εἶναι ἡ θεογνωσία μέ ὅλην τήν παραδεισιακήν μακαριότητα.
       Ἐκεῖ καί ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἀρνίου, ὅπου οἱ πιστοί «ὄψονται τό Πρόσωπον αὐτοῦ» (22, 4), πού εἶναι ἡ αἰωνία θεωρία τοῦ Προσώπου τοῦ θεοῦ.
       Καί οἱ κάτοικοι τῆς Πόλεως φέρουν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἰς τά μέτωπά των, πού σημαίνει τήν αἰωνίαν ἰδιοκτησίαν τοῦ Θεοῦ ἐπί τῶν ἀνθρώπων, φέροντες δηλαδή τήν αἰωνίαν δόξαν καί λαμπρότητα ἐπί τῶν προσώπων των, τήν αἰωνίαν θέωσιν καί μακαριότητα.
       Καί ἐρχόμεθα εἰς τόν Ἐπίλογον τοῦ Βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως ὅπου βεβαιοῦται ὑπό τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κατ᾿ ἐπανάληψιν, ὅτι ἔρχεται ταχύ καί ὁ μισθός του φέρεται μαζί του διά νά ἀποδοθῆ κατά τόν τρόπον πού ὁ κάθε πιστός ἐργάσθηκε εἰς τήν ζωήν του.
       Βεβαιοῦται ἀκόμη, ὅτι ὅ,τι ἐγράφη εἰς τοῦτο τό Βιβλίον εἶναι ἀξιόπιστον καί ἀληθινόν.
       Μία σπουδαία παραγγελία δίδεται εἰς τόν Ἰωάννην: «
Μή σφραγίσης τούς λόγους τῆς Προφητείας τοῦ Βιβλίου τούτου
· ὁ καιρός γάρ ἐγγύς ἐστιν» (22, 10).
       Τοῦτο σημαίνει ὅτι πρέπει νά μελετοῦμε τοῦτο τό Βιβλίον μετά μεγίστης προσοχῆς, καί ἐσχατολογικῆς προσδοκίας, διότι ὁ καιρός τῆς ἐκβάσεως ὅσων ἐγράφησαν εἶναι κοντινός.
       Καί τελειώνει τό ὅλον Βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως μέ τόν αἰώνιον Διάλογον Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας πού ἐνισχύει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον.

       
«Ἐγώ τό Α καί τό Ω, ὁ Πρῶτος καί ὁ Ἔσχατος, ἀρχή καί τέλος...
       Ἐγώ Ἰησοῦς ἔπεμψα τόν ἄγγελόν μου μαρτυρῆσαι ὑμῖν ταῦτα ἐπί ταῖς Ἐκκλησίαις.
       Ἐγώ εἰμι ἡ ρίζα καί τό γένος Δαυίδ, ὁ ἀστήρ ὁ λαμπρός ὁ πρωϊνός.
       Καί τό Πνεῦμα καί ἡ νύμφη λέγουσιν
· ἔρχου. Καί ὁ ἀκούων εἰπάτω· ἔρχου. Καί ὁ διψῶν ἐρχέσθω, καί ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν...
 
       Λέγει ὁ μαρτυρῶν ταῦτα· ναί ἔρχομαι ταχύ. Ἀμήν, ναί ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ.
       Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ μετά πάντων τῶν ἁγίων
· Ἀμήν».          http://www.arnion.gr/index.php/keimena-p-thanasiou/kainh-diauhkh/113-pitomi-rmineias-to-vivliou-t-s-pokalypseos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου