Ο Βίος του Αγίου Ιωάννη της Κροστάνδης (1829 ─ 1908 μ.Χ.)
Ο Άγιος Ιωάννης, γεννήθηκε το 1829 στο χωριό Σούρα της επαρχίας Αρχάγγελσκ της ακραίας βορεινής
περιοχής της Ρωσίας. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και έτσι ανέθρεψαν και το παιδί τους. Έγινε ιερέας το 1855. Άρχισε αμέσως μεγάλο φιλανθρωπικό έργο. Αντικείμενο της αγάπης του ήταν οι απόκληροι του κόσμου, οι φτωχοί και οι καταφρονημένοι της Κροστάνδης. Με την θερμή προσευχή του θεράπευε πλήθος ανθρώπων. Πολλές φορές η θαυματουργική του θεραπεία γινόταν μ’ ένα γράμμα του Αγίου.Έγινε πασίγνωστος σ’ όλη την Ρωσία και όπου πήγαινε πλήθος κόσμου, ο συνωστισμός του κόσμου ήταν απερίγραπτος. Ακόμη και η εφημερίδα Τάιμς του Λονδίνου στις 13/1/1891 έγραψε για τον Άγιο Ιωάννη ανάμεσα σε πολλά άλλα: «Η ζωή αυτού του θαυμαστού ανθρώπου, μέσα στο Ρωσικό περιβάλλον, κάνει να ξαναζούν τα αποστολικά χρόνια».
Ο μεγάλος προφητικός Άγιος Ιωάννης προφήτευσε απειλητικά λίγο πριν τον ευλογημένο θάνατό του για τα μελλοντικά πεπρωμένα της Ρωσίας. Οι Ρώσοι διανοούμενοι, επηρεασμένοι από την ευρωπαϊκή κουλτούρα και ρεύματα είχαν απομακρυνθεί από την Χριστιανική πίστη και την Ορθόδοξη Εκκλησία εκείνη την εποχή, προσπαθώντας να τραβήξουν μαζί τους ολόκληρο τον ευσεβή για αιώνες Ρωσικό λαό. «Μετανοήστε, μετανοήστε !», φώναξε από τον άμβωνα του, ο Ιωάννης «πλησιάζει μια τρομερή χρονιά, τόσο αιματηρή και τόσο επικίνδυνη που δεν μπορείτε καν να φανταστείτε το τι τρομερά πράγματα θα γίνουν.» Είπε ότι διαφορετικά ο Κύριος, ο Θεός θα έπαιρνε τον Τσάρο από τη Ρωσία και θα την παρέδιδε σε σκληρούς τυράννους και το αίμα ποταμηδόν θα πότιζε όλη τη Ρωσική γη. Όπως και έγινε επακριβώς. Προφήτευσε και είδε στο όραμα αυτό την δολοφονία του τελευταίου Τσάρου της Ρωσίας Νικόλαου του Β΄, που δεν θα είχε ούτε τάφο.
Κοιμήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου του 1908. Είδε στο Όραμα του αυτό πολλά χρόνια πριν την δολοφονία του τελευταίου Χριστιανού Βασιλιά της Ρωσίας, του Τσάρου Νικόλαου Β΄ καθώς και τις έσχατες ημέρες του κόσμου και το φρικτό τέλος του Αντίχριστου στο Ναό του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ. Στο Προφητικό αυτό Όραμα του Αγίου Ιωάννη της Κροστάνδης καθοδηγήθηκε από τον Άγιο Σεραφείμ του Σαρώφ
Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ (1754 – 1833)
Οι Αγιασμένοι Άνθρωποι του Θεού δεν θα Προδώσουν την Πίστη ούτε με μια Λέξη
Ο Θεός να σας ευλογεί! Εγώ, ο αμαρτωλός υπηρέτης Ιωάννης, ιερέας της Κροστάνδης, γράφω με το ίδιο το χέρι μου, ένα όραμα που είδα, και σας μεταδίδω αυτήν την αλήθεια, όλα όσα είδα και άκουσα στο νυχτερινό όραμα μου που είδα την 1η Ιανουαρίου του 1901. Είδα σε όραμα το τι θα συμβεί στον αμαρτωλό κόσμο. Η οργή του Θεού σύντομα θα ξεσπάσει ξαφνικά και απροσδόκητα για την καταδίκη μας. Γράφω, και τα χέρια μου τρέμουν, και τα δάκρυα καλύπτουν το πρόσωπό μου.
Μετά τις βραδινές προσευχές μου, ξάπλωσα λίγο να ξεκουραστώ στο αμυδρά φωτισμένο κελί μου, καθώς ήμουν κουρασμένος. Μπροστά από την εικόνα της Μητέρας του Θεού, της Παναγίας, βρισκόταν κρεμασμένη μια λάμπα. Δεν είχε περάσει πάνω από μισή ώρα, όταν άκουσα ένα θρόισμα, έναν ελαφρύ θόρυβο. Κάποιος με άγγιξε ελαφρά τον δεξί μου ώμο και μια απαλή, ευγενική φωνή μου είπε: «Σήκω δούλε του Θεού Ιωάννη (Ιβάν), και ακολούθησε με, έλα μαζί μου!»
Σηκώθηκα γρήγορα και είδα κοντά στο παράθυρο έναν ένδοξο, φωτεινό στάρετς [1] (γέροντα), χλωμό, με γκρίζα μαλλιά, ο οποίος φορούσε ένα μαύρο μανδύα, με ένα κομποσκοίνι στο αριστερό του χέρι και κρατούσε μια ράβδο στο άλλο χέρι του. Με κοιτούσε αυστηρά, αλλά τα μάτια του ήταν ευγενικά και τρυφερά και κρατιόμουν με δυσκολία να μην πέσω εξαιτίας του μεγάλου φόβου μου που με κυρίευσε, αλλά ο υπέροχος γέροντας με στήριξε. Τα χέρια και τα πόδια μου έτρεμαν, ήθελα να μιλήσω, άλλα η γλώσσα μου δεν με υπάκουε, δεν γύριζε. Ο γέροντας έκανε το σημείο του σταυρού πάνω μου και σύντομα πλημύρισα με γαλήνη και χαρά. Έπειτα, έκανα το σημείο του σταυρού μου κι εγώ ο ίδιος …
Στη συνέχεια, έδειξε με τη ράβδο του προς τον δυτικό τοίχο του κελιού μου, εκεί σχεδίασε ο ίδιος προσωπικά κάτι αριθμούς, έτσι ώστε μπόρεσα να παρατηρήσω κάποιες χρονολογίες σε ένα συγκεκριμένο σημείο. Ο γέροντας είχε χαράξει στον τοίχο τους ακόλουθους αριθμούς: 1913, 1914, 1917, 1922, 1924 και 1934.
Ξαφνικά ο τοίχος εξαφανίστηκε και άρχισα να περπατώ με το γέροντα σε ένα καταπράσινο λιβάδι και είδα πλήθος από χιλιάδες, εκατομμύρια, διαφορετικούς σταυρούς: μικρούς και μεγάλους, ξύλινους, πέτρινους, σιδερένιους, χάλκινους, ασημένιους και χρυσούς, σαν να ήταν σημάδια τάφων. Πέρασα από τους σταυρούς, τους διέσχισα εγώ ο ίδιος και τόλμησα να ρωτήσω τον γέροντα, τι είδους σταυροί είναι αυτοί, για πιο λόγο υπήρχαν αυτοί οι σταυροί; Μου απάντησε ευγενικά: «Αυτοί οι σταυροί αυτοί υπάρχουν γι’ αυτούς που υπέφεραν και δολοφονήθηκαν για την πίστη τους στο Ιησού Χριστό και για τον Λόγο του Θεού, και έγιναν μάρτυρες.»
Και έτσι συνεχίσαμε να περπατάμε παρά κάτω. Ξαφνικά είδα ολόκληρα ποτάμια αίματος να ρέουν στη θάλασσα και η θάλασσα να γίνεται κόκκινη από το αίμα. Τρόμαξα από φόβο και ρώτησα ξανά τον γέροντα: «Γιατί χύθηκε τόσο πολύ αίμα;» Ο γέροντας κοίταξε γύρω του και απάντησε: «Αυτό είναι Χριστιανικό αίμα.»
Τότε ο γέροντας μου έδειξε κάποια σύννεφα με το χέρι του, και είδα πλήθος από αναμμένα καντήλια που έκαιγαν με άσπρη φλόγα. Έτσι, άρχισαν να πέφτουν προς το έδαφος: ένα, δύο, τρία, πέντε, δέκα, είκοσι, το ένα μετά το άλλο κατά δεκάδες και εκατοντάδες, όλο και περισσότερο, και όλα να καίγονται … Ήμουν πολύ λυπημένος γιατί κατά την πτώση τους, σκοτείνιαζαν και γινόταν σκόνη και στάχτες.
Οι Εφτά Αναμμένες Λυχνίες = Εφτά Εκκλησίες
Ο γέροντας μου είπε: «Κοίτα», και είδα μόνο επτά λάμπες (λυχνίες), σαν αναμμένα καντήλια, σε ένα από τα σύννεφα και ρώτησα τον γέροντα τι σημαίνουν όλα αυτά, ποιο είναι το νόημα των αναμένων καντηλιών που πέφτουν στο έδαφος; Έσκυψε το κεφάλι του και είπε: «Οι λάμπες που βλέπεις να πέφτουν, είναι οι εκκλησίες που έχουν πέσει σε αίρεση, άλλα αυτές οι Εφτά που παραμένουν Αναμμένες Λάμπες (Λυχνίες) στα σύννεφα είναι οι Εφτά Εκκλησίες της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, οι οποίες θα παραμείνουν αναμμένες Λάμπες (Λυχνίες) μέχρι τέλους του κόσμου!» (Ιερά Αποκάλυψη 1:12,20)
Το Χαρούμενο και Φωτεινό Πλήθος των Σεσωσμένων
Τότε, ο γέροντας στη συνέχεια, μου έδειξε ψηλά στον αέρα και είδα και άκουσα αγγέλους να ψάλλουν: «Άγιος, Άγιος, Άγιος ο Κύριος Σαβαώθ!». Και είδα ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων με αναμμένα κεριά στα χέρια τους που μας προσπέρασαν, με χαρούμενα και λαμπερά πρόσωπα. Μέσα σ’ αυτό το χαρούμενο και φωτεινό πλήθος ανθρώπων υπήρχαν Βασιλιάδες, Πρίγκιπες, Πατριάρχες, Αρχιεπίσκοποι Μητροπολίτες, Επίσκοποι, Αρχιμανδρίτες, Ηγούμενοι, Μοναχοί, Μοναχές, Ιερείς, Διάκονοι, Νεόφυτοι, Αρχάριοι, Προσκυνητές στην χάρη του Ιησού Χριστού, ομάδες λαϊκών, νέοι, ακόμα και παιδιά και βρέφη; Τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ τους συνόδευαν στην ουράνια κατοικία τους. Ρώτησα το θαυμαστό γέροντα ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι κι αυτός αποκρίθηκε, σαν να γνώριζε τη σκέψη μου, και μου είπε: «Όλοι αυτοί είναι οι άνθρωποι είναι οι δούλοι του Ιησού Χριστού που αγωνίστηκαν και υπέφεραν για την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού.» Τόλμησα να ρωτήσω αν θα μπορούσα να πάω και εγώ μαζί τους. Ο γέροντας μου είπε: «Είναι πολύ νωρίς για σένα, να είσαι υπομονετικός (να περιμένεις) επομένως, το να καθίσεις μαζί τους δεν είναι ευλογημένο από το Θεό!». Ρώτησα ξανά, «Πες μου, Πάτερ, ποια είναι αυτά τα βρέφη και πως βρέθηκαν εδώ, μαζί με αυτό το μεγάλο πλήθος;» Ο γέροντας είπε: «Αυτά τα νεογέννητα υπέφεραν και μαρτύρησαν επίσης για τον Ιησού Χριστό από τον βασιλιά Ηρώδη (14 χιλιάδες), [2] και ανάμεσα τους επίσης βρίσκονται και εκείνα τα βρέφη τα οποία έλαβαν στέφανο δόξας από τον Επουράνιο Βασιλέα, τα οποία φονεύτηκαν (με έκτρωση) ενώ βρίσκονταν ανυπεράσπιστα στη μήτρα της μητέρας τους και για αυτό είναι ανώνυμα, μια και δεν πρόλαβαν να βαπτιστούν. Διερωτήθηκα μέσα στον εαυτό μου: «Τι μεγάλη και τρομερή αμαρτία θα είναι για μια μητέρα ο φόνος του βρέφους της ;
Το “Βδέλυγμα της Ερημώσεως” εν τόπω Αγίω
Προχωρήσαμε περισσότερο και μπήκαμε σε μια μεγάλη εκκλησία. Ήθελα να κάνω το σημείο του σταυρού, άλλα ο γέροντας με απέτρεψε και με συμβούλευσε: «Δεν είναι ανάγκη να κάνεις το σταυρό σου, επειδή σ’ αυτό το μέρος εδώ είναι το “βδέλυγμα της ερημώσεως”». Είδα ότι η εκκλησία ήταν σκοτεινή και καταθλιπτική, με μια ζοφερή και σκοτεινή αγία τράπεζα. Δεν υπήρχε τέμπλο σε αυτή εκκλησία. Αντί για άγιες εικόνες, υπήρχαν μερικά παράξενα πορτρέτα με μορφές ζώων και στην αγία τράπεζα δεν ήταν τοποθετημένος ο σταυρός, αλλά ένα μεγάλο αστέρι και ένα ευαγγέλιο με αστέρια. Τα κεριά του αγίου βήματος, ήταν καμωμένα από πίσσα και όταν καίγονταν έτριζαν σαν καυσόξυλα, αναδύοντας μια ισχυρή δυσωδία. Και από εκεί εξέρχονταν όλα τα είδη των ερπετών, βάτραχοι, σκορπιοί, αράχνες σέρνονται, και ήταν πολύ αηδιαστικό να τα κοιτάς όλα αυτά. Το δισκοπότηρο στεκόταν εκεί, καλυμμένο με μια απαίσια βρωμιά και δυσωδία. Υπήρχε κι ένα πρόσφορο [4] με αστέρια. Ένας ιερέας στεκόταν μπροστά από την αγία τράπεζα με ένα πρόσωπο κατάμαυρο σαν πίσσα, με ένα αστραφτερό κόκκινο ράσο και πράσινοι βάτραχοι και αράχνες σέρνονται κατά μήκος αυτού του ράσου. Το πρόσωπό του ιερέα ήταν τρομακτικό και μαύρο σαν κάρβουνο, τα μάτια του είναι κόκκινα και καπνός εξέρχονταν από το στόμα του και τα δάχτυλά του είναι μαύρα, σαν στάχτη. «—Ω, Θεέ μου, πόσο αποκρουστικό ήταν αυτό το θέαμα» και όλα αυτά που έβλεπα —και ξαφνικά τότε κάποια άθλια, αηδιαστική, άσχημη μαύρη γυναίκα πήδηξε επάνω στην αγία τράπεζα, φορώντας ένα ολόσωμο κόκκινο μανδύα με ένα αστέρι στο μέτωπό της και χοροπηδούσε πέρα-δώθε επάνω στην αγία τράπεζα, και ούρλιαζε υστερικά σαν νυχτερινή κουκουβάγια και χασκογελούσε μέσα σε όλη την εκκλησία με μια τρομακτική φωνή: «Ελευθερία !» —και άρχισαν και όλοι οι άλλοι άνθρωποι που παρεβρίσκονταν, να χοροπηδούν σαν τρελοί, να τρέχουν γύρω από την αγία τράπεζα, φωνάζοντας, σφυρίζοντας και χειροκροτώντας. Σκέφτηκα ενδόμυχα: «Θεέ μου, πόσο τρομερό!». Μετά, όλοι μαζί άρχισαν να τραγουδούν άσεμνα τραγούδια. Στην αρχή σιγανά, στη συνέχεια πιο δυνατά, και στο τέλος άρχισαν να ουρλιάζουν σαν τα σκυλιά, τότε όλες οι φωνές μετατράπηκαν σε ένα ζωώδες γρύλισμα, που μετατράπηκε σε ένα βρυχηθμό. Ξαφνικά, ένας κεραυνός άστραψε, ένα φοβερό αστροπελέκι αντήχησε, η γη σείσθηκε και η εκκλησία κατέρρευσε, στέλνοντας την αγία τράπεζα, την κόκκινη γυναίκα, τους ανθρώπους, τον ιερέα και τους υπόλοιπους στην άβυσσο. Σκέφτηκα: «Θεέ μου πόσο τρομερό, σώσε μας!». Κρύος ιδρώτας έλουσε το μέτωπό μου, με αυτά που είδα.
Κοίταξα πίσω. Ο γέροντας είδε αυτό που είχε γίνει όπως και εγώ. Ο Γέροντας μου χαμογέλασε και μου είπε: «Είδες;» είπε. «Το είδα, πάτερ μου. Πες μου, όμως τι ήταν όλο αυτό το αποκρουστικό και φοβερό θέαμα; Ποια είναι η σημασία αυτής της φοβερής “εκκλησίας” ;» Ο Γέροντας μου απάντησε: «Ο ναός, οι ιερείς και ο λαός είναι αιρετικοί, κοσμικοί άνθρωποι, αποστάτες, άθεοι, ασεβείς, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις παραδόσεις της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και έφτιαξαν μια μοντέρνα νεωτερίζουσα “εκκλησία”, στα μέτρα τους, την οποία ο Θεός δεν την έχει ευλογήσει, η οποία δεν έχει τη χάρη του Θεού. Σε αυτή την εκκλησία δεν μπορεί κανείς να ψάλλει, να ομολογήσει, να κοινωνήσει ή να λάβει χρίσμα και βάπτισμα. Σ’ αυτή την εκκλησία δεν νηστεύουν, δεν παρακολουθούν ακολουθίες και δεν λαμβάνουν τη Θεία Κοινωνία.» «Κύριε, σώσε με, ελέησον μας τους αμαρτωλούς, στείλε μας μετάνοια και Χριστιανικό θάνατο», ψιθύρισα φοβισμένος, αλλά ο γέροντας με καθησύχασε: «Μη θρηνείς !», είπε, «Μόνο προσευχήσου στον Θεό.»
Η Πορεία των Αβάπτιστων
Έπειτα, περπατώντας παραπέρα, είδα μια κοσμοσυρροή, πολλούς ανθρώπους να περπατούν, τρομερά εξαντλημένοι, ο καθένας από τους οποίους είχε ένα αστέρι στο μέτωπο τους και ήταν τρομερά εξαντλημένοι από τη δίψα, περπατώντας εδώ και εκεί. Όταν μας είδαν φώναξαν δυνατά: «Άγιοι Πατέρες, προσευχηθείτε για μας στον Θεό. Είναι πολύ δύσκολο για μας, επειδή εμείς οι ίδιοι δεν μπορούμε. Οι πατέρες και οι μητέρες μας δεν μας δίδαξαν το Νόμο του Θεού και δεν έχουμε καν Χριστιανικό όνομα. [5] Δεν έχουμε λάβει τη σφραγίδα του Δώρου του Αγίου Πνεύματος, δεν έχουμε βαπτιστεί. Ούτε το όνομα του Ιησού Χριστού δεν έχουμε και δεν αναπαυόμαστε εν ειρήνη. Απορρίψαμε το Άγιο Πνεύμα και το σημείο του σταυρού. Και άρχισαν να κλαίνε. Άρχισα και εγώ να κλαίω και ακολούθησα τον γέροντα, αλλά δεν μπορούσα να τους βοηθήσω.
Βουνά από Πτώματα των Ιερών Μαρτύρων
Ακολούθησα το γέροντα. «Κοίτα!», μου είπε δείχνοντας με το δάκτυλο του. Βλέπεις ;! «Βλέπω βουνά», είπα. «Όχι, —μου είπε— είναι ένα βουνό από ανθρώπινα πτώματα βουτηγμένα στο αίμα. Πράγματι ! Είδα ένα βουνό από ανθρώπινα πτώματα βουτηγμένα στο αίμα. Φοβήθηκα πολύ και ρώτησα τον γέροντα ποιο είναι το νόημα αυτών των νεκρών πτωμάτων. Μου απάντησε: «Αυτοί οι άνθρωποι είναι μοναχοί και μοναχές, προσκυνητές, περιπλανώμενοι, δολοφονημένοι, που εξολοθρεύθηκαν από τον Αντίχριστο, και δεν έλαβαν τη σφραγίδα του. Υπέφεραν και μαρτύρησαν για την πίστη τους στον Ιησού Χριστό και την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία και έλαβαν τους στεφάνους του μαρτυρίου και πέθαναν για τον Ιησού Χριστό. Να προσεύχεσαι γι’ αυτούς τους δούλους του Θεού!», μου είπε». Προσευχήθηκα, «Σώσε Κύριε, και ελέησον τους δούλους του Θεού και όλους τους Χριστιανούς.»
Ο Ιερομάρτυρας Τελευταίος Τσάρος Νικόλαος Β΄, Χωρίς Τάφο
Αλλά ξαφνικά ο γέροντας γύρισε προς τη βόρεια πλευρά και έδειξε με το χέρι του. Είδα ένα Αυτοκρατορικό Παλάτι, γύρω από το οποίο έτρεχαν σκυλιά, διάφορα άγρια ζώα και σε διαφορετικά μεγέθη ερπετά, δράκοι και σκορπιοί, ούρλιαζαν και αναρριχούνταν στο παλάτι και επιτίθονταν έχοντας προτεταμένα τα δόντια τους. Και είδα τον Τσάρο, τον χρισμένο Τσάρο Νικόλαο τον Β΄ να κάθεται σ’ ένα θρόνο. Είδα, το πρόσωπό του να είναι χλωμό, άλλα ανδρείο. Έλεγε την ευχή του Ιησού. Ξαφνικά, ο θρόνος του τραντάχτηκε και έπεσε κάτω σαν νεκρός άνθρωπος. Το στέμμα του έπεσε στο έδαφος. Τα άγρια θηρία, οι σκύλοι και οι σκορπιοί τσαλαπάτησαν και συνέτριψαν τον Τσάρο. Το ξέσκισαν και τον ποδοπάτησαν σαν δαίμονες της κόλασης, και όλα μαζί εξαφανίστηκαν. «—Ω, Κύριε, πόσο τρομερό, σώσε μας και ελέησον μας από κάθε κακό, και εχθρό.» Ήμουν πολύ φοβισμένος και άρχισα να κλαίω γοερά με μεγάλη πικρά.
Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης είδε στο Όραμα του τον δολοφονημένο
Τσάρο Νικόλαο Β΄ της Ρωσίας πολλά χρόνια πριν, χωρίς τάφο.
Ο τελευταίος Χριστιανός Βασιλιάς της Ρωσίας, ο Τσάρος Νικόλαος Β΄ Ρομανώφ (1868 –1918) και οι οικογένεια του, η σύζυγός του, η Τσαρίνα Αλεξάνδρα Φιόντοροβνα και τα πέντε παιδιά τους. Όλοι αυτοί, μαζί με τους 4-5 τελευταίους πιστούς βοηθούς τους, εκτελέστηκαν από τους άθεους, εν ψυχρώ, είτε με πυροβολισμούς, είτε με ξιφολόγχες, είτε ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου στο Αικατερίνενμπουργκ στις 17 Ιουλίου του 1918. Οι σοροί τους ακρωτηριάστηκαν, κάηκαν με οξύ και ενταφιάστηκαν σε ένα χωράφι, κοντά στο δάσος Κοπτιάκι, που έμεινε άγνωστο μέχρι το 1989. Δολοφονήθηκαν ενώ ήταν αιχμάλωτοι, χωρίς δίκη και χωρίς απολογία. Τα λείψανα αξιώθηκαν Χριστιανικής ταφής τους μόνο το 1998. Ακριβώς 80 χρόνια μετά τη δολοφονία τους. Έτσι, ακριβώς όπως το είδε στο Προφητικό Όραμα του, ο Άγιος Ιωάννης, 17 χρόνια πριν, την 01/01/1901
+++++++
Ξαφνικά, ο γέροντας με πήρε από τον δεξί ώμο. «— Μην κλαις, μου είπε. Προσευχήσου στο τον Κύριο μας. Στην αρχή δεν μπορούσα να διακρίνω, αλλά στη συνέχεια είδα μια φιγούρα σαβανωμένη στα άσπρα — ήταν ο Νικόλαος ο Β΄ ο Τσάρος Ρωσίας [ο τελευταίος Τσάρος της]. Στο κεφάλι του είχε ένα στεφάνι από πράσινα φύλλα, και το πρόσωπό του ήταν άσπρο και κάπως ματωμένο. Φορούσε ένα χρυσό σταυρό γύρω από το λαιμό του και ψιθύριζε ήσυχα μια προσευχή. Και μετά μου είπε με δάκρυα: «Προσευχήσου για μένα, Πάτερ Ιωάννη (Ιβάν). Πες σε όλους τους Ορθοδόξους Χριστιανούς ότι εγώ ο Τσάρος – φονεύτηκα σαν μάρτυρας, πέθανα ανδρείως για την Ορθόδοξη Πίστη μου στο Ιησού Χριστό και για την Ορθόδοξη Μία, Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία και υπέφερα για όλους τους Χριστιανούς. Πες στους Άγιους Πατέρες, ότι πρέπει να κάνουμε μια κοινή Παννυχίδα [ολονύκτια ακολουθία – Μνημόσυνο] [6] για μένα τον αμαρτωλό, όπως και όλους εκείνους που με συνόδευαν έως το τέλος και κάηκαν στην φωτιά, άλλα δεν θα υπάρξει τάφος για μένα !» Μην ψάχνεις τον τάφο μου, είναι δύσκολο να τον βρεις. Σε παρακαλώ και πάλι: «Προσευχήσου για μένα, πατέρα Ιβάν, και συγχώρεσέ με, καλέ μου ποιμένα.»
Τότε όλα εξαφανίστηκαν στην ομίχλη. Προσευχήθηκα από μέσα μου: «Ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή του αποθανόντος υπηρέτη του Θεού Νικολάου, αιώνια μνήμη σε αυτόν. Θεέ μου, είναι τρομακτικό.» Σύντομα όλα έγιναν άφαντα μέσα στην ομίχλη. Έκλαψα πικρά προσευχόμενος για τον Τσάρο-μάρτυρα.
Τα χέρια μου και τα πόδια μου έτρεμαν από τον φόβο και έκλαιγα. Ο Γέροντας μου είπε ξανά: «Μην κλαις ! Να δοξολογείς τον Θεό. Προσευχήσου στον Θεό.» «Κοίτα!, μου είπε». Κοιτάζω και βλέπω μια κοσμοσυρροή από ανθρώπους διασκορπισμένους που ήταν ξαπλωμένοι στο έδαφος, να πεθαίνουν από την πείνα, να τρώνε γρασίδι και χόρτα. Πολλοί όμως είχαν ήδη πεθάνει. Τα σκυλιά κατέτρωγαν τα σώματα των πεθαμένων, ενώ η δυσοσμία ήταν τρομερή. Σκέφτηκα: «Κύριε, αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν πίστη ;». Από τα στόματά τους έβγαιναν βλασφημίες και γι’ αυτό δέχθηκαν την οργή του Κυρίου. «Κύριε, σώσε μας και ενίσχυσε μας στην ιερή πίστη του Ιησού Χριστού, είμαστε αδύναμοι και ανήμποροι χωρίς πίστη» προσευχήθηκα από μέσα μου σιωπηλά.»
Τα Βιβλία των Ψευδοθεωριών
Ο Γέροντας μου λέει ξανά: «Κοίτα εκεί.» Και τώρα βλέπω, ένα ολόκληρο βουνό από διάφορα βιβλία, μικρά και μεγάλα και ανάμεσα στα βιβλία σέρνονταν σκουλήκια εκπέμποντας μια τρομερή δυσοσμία. Ρώτησα το γέροντα ποια ήταν η σημασία αυτών των βιβλίων. Αυτός μου είπε: «Αυτά τα βιβλία είναι τα βιβλία της ασέβειας, της αθεΐας και της βλασφημίας που μόλυναν όλους τους Χριστιανούς με αιρετικές ψεύτικες διδασκαλίες! Μετά ο γέροντας ακούμπησε το ραβδί του σε κάποια από τα βιβλία και αυτά άρπαξαν αμέσως φωτιά. Ο άνεμος διασκόρπισε τις στάχτες τους.
Στη συνέχεια είδα μια Εκκλησία γύρω από την οποία ήταν στοιβαγμένα ένας σωρός από χαρτιά από δεήσεις για τους αποθανόντες. Έσκυψα και θέλησα να τις διαβάσω, άλλα ο γέροντας είπε: «Αυτές οι δεήσεις για τους πεθαμένους βρίσκονται εδώ πολλά χρόνια και οι ιερείς τις είχαν ξεχάσει να τις διαβάσει. Δεν πρόκειται ποτέ να τις διαβάσουν, άλλα οι νεκροί θα ζητούν κάποιον να προσευχηθεί γι’ αυτούς!» Εγώ τον ρώτησα: «Ποιοι θα προσευχηθούν γι’ αυτούς;». Ο γέροντας αποκρίθηκε: «Οι Άγγελοι θα προσευχηθούν γι’ αυτούς».
Προχωρήσαμε πιο πέρα, και ο γέροντας τάχυνε το βήμα του τόσο που με δυσκολία τον προλάβαινα. «Κοίτα!», μου είπε. Είδα ένα μεγάλο πλήθος από ανθρώπους να καταδιώκονται από τους δαίμονες, οι οποίοι τους κτυπούσαν με πασσάλους, με δίκρανα και γάντζους. «Τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί;» Ρώτησα τον γέροντα. Μου αποκρίθηκε: «Αυτοί είναι εκείνοι που απαρνήθηκαν την πίστη τους και αποστάτησαν από την Μία, Αγία, Καθολική, και Αποστολική Εκκλησία και δέχθηκαν την καινούρια νεωτερίζουσα, μοντέρνα εκκλησία. Αυτή η ομάδα, αποτελούνταν από ιερείς, μοναχούς, μοναχές, και λαϊκούς, οι οποίοι απαρνήθηκαν τους όρκους τους, ή το γάμο τους, και παρασύρθηκαν στο ποτό, την ανηθικότητα, και κάθε είδους βλασφημίες και άρχισαν να ζουν μια διεφθαρμένη ζωή. Ανάμεσα σε αυτούς υπήρχαν άθεοι, μάγοι, πόρνοι, μεθύστακες, φιλοχρήματοι, αιρετικοί, αποστάτες της Εκκλησίας, σχισματικοί και άλλοι. Όλοι αυτοί τους είδα να έχουν αποκρουστικά και μαυριδερά πρόσωπα και ανέδυαν μια τρομερή δυσοσμία ενώ αφροί έβγαιναν από τα στόματά τους. Και κραύγαζαν τρομερά. Οι δαίμονες τους κτυπούσαν, οδηγώντας τους στην απύθμενη άβυσσο, από την οποία έβγαιναν οι φλόγες της κολάσεως. Από εκεί ερχόταν μια δυσωδία, καπνός, και φωτιά. Ήμουν πολύ φοβισμένος. Έκανα το σημείο του σταυρού ενώ προσευχόμουν, ο Κύριος να μας αποτρέψει από τέτοια μοίρα!
Μετά, αντίκρισα μια ομάδα ανθρώπων να έρχονται προς το μέρος μας, νέων και γέρων μαζί, που ήταν όλοι ντυμένοι με άσχημα κόκκινα ρούχα, και κουβαλούσαν ένα τεράστιο κόκκινο αστέρι, με 5 άκρες (πεντάλφα). Σε κάθε γωνία της πεντάλφας κάθονταν 12 δαίμονες και στην μέση καθόταν ο ίδιος ο Σατανάς με τρομερά κέρατα και μάτια κροκοδείλου. Εκτόξευε ένα αηδιαστικό βλαβερό αφρό από το στόμα του στους ανθρώπους, ενώ βροντοφώναζε αυτές τις λέξεις: «Σηκωθείτε εσείς οι καταραμένοι με τη σφραγίδα μου …» Ξαφνικά εμφανίστηκαν πολλοί δαίμονες, όλοι κατακόκκινοι, οι οποίοι σφράγιζαν τους ανθρώπους με σιδερένιες σφραγίδες και πάνω σε όλους τους ανθρώπους τοποθέτησαν τη σφραγίδα στο μέτωπο όλων και στο δεξί χέρι τους με τη μορφή ενός αστεριού. Ρώτησα τον γέροντα: «Τι σημαίνει αυτό;» Και αποκρίθηκε: «Αυτή είναι η σφραγίδα του Αντίχριστου!». Φοβήθηκα πολύ, έκανα το σταυρό μου, και είπα μια προσευχή από μέσα μου.
Μετά από αυτό, όλα εξαφανίστηκαν σαν καπνός. Βιαζόμουν, μόλις και πρόλαβα να ακολουθήσω τον γέροντα, οπότε ο γέροντας ξαφνικά, σταμάτησε, έδειξε προς την Ανατολή με το χέρι του και είπε: «Κοίτα !» Και είδα πολλούς ανθρώπους με χαρούμενα πρόσωπα που κουβαλούσαν σταυρούς και κρατούσαν αναμμένα κεριά στα χέρια. Ανάμεσα στο πλήθος υπήρχε μια Αγία Τράπεζα, και επάνω της υπήρχε ένα χρυσό βασιλικό στέμμα, με ένα σταυρό και το Άγιο Ευαγγέλιο και ήταν γραμμένο με χρυσά γράμματα: «Για το άμεσο μέλλον». Πατριάρχες, επίσκοποι, ιερείς, μοναχοί, μοναχές, ερημίτες και λαϊκοί στέκονται γύρω από την Αγία Τράπεζα. Όλοι έψαλαν: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη». Από την μεγάλη χαρά μου έκανα το σταυρό μου και δόξασα το Θεό.
Βουνό από Πτώματα και Ποτάμια Αίματος Χριστιανών Μαρτύρων
Ξαφνικά ο γέροντας έκανε το σημείο του Σταυρού στον αέρα τρεις φορές. Και είδα ένα βουνό από πτώματα και ποτάμια αίματος να κυλούν. Άγγελοι πετούσαν πάνω από τα σώματα των φονευθέντων που είχαν δολοφονηθεί για το Λόγο του Θεού, για τον Ιησού Χριστό και μετά δυσκολίας κατάφερναν να ανεβάσουν τις ψυχές των Χριστιανών ενώπιον του Θρόνου του Θεού. Έψαλλαν «Αλληλούια !». Ήταν πολύ θλιβερό να βλέπεις όλα αυτά και έκλαψα πικρά και δυνατά και προσευχήθηκα. Ο γέροντας με έπιασε από το χέρι και είπε: «Μη κλαις. Ο Κύριος το έκρινε αυτό αναγκαίο εξ αιτίας της χλιαρής πίστης και της αθλιότητα μας. Έτσι πρέπει να γίνει. Ο ίδιος ο Σωτήρας μας, ο Ιησούς Χριστός, υπέφερε και έχυσε το πολύτιμο αίμα του επάνω στον Σταυρό για μας. Έτσι λοιπόν θα μαρτυρήσουν πολλοί ακόμη για τον Ιησού Χριστό ―εκείνοι που θα αρνηθούν να δεχτούν την “σφραγίδα του Αντίχριστου”, και όλοι αυτοί που θα χύσουν το αίμα τους θα λάβουν τα ουράνια στέμματα του μαρτυρίου». Ο γέροντας έπειτα προσευχήθηκε γι’ αυτούς τους δούλους του Θεού και στράφηκε στην Ανατολή και έκανε τρεις φορές τον σταυρό του: και είπε: «Εδώ και τώρα εκπληρώνεται η προφητεία του Δανιήλ. Το έσχατο “βδέλυγμα της ερημώσεως”». (Δανιήλ 9:27) (Δανιήλ 12:10-12) (Ματθαίος 24:15)
Ο Τρίτος Ναός του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ
Τελικά, είδα τον Μεγάλο Ναό (τον 3ο Ναό του Σολομώντος) της Ιερουσαλήμ και είχε ένα αστέρι ήταν τοποθετημένο επάνω στην πτερύγιο της στέγης του. Εκατομμύρια άνθρωποι συνωστίζονταν μέσα και γύρω από την αυλή του του Ναού, προσπαθώντας πολλοί να εισέλθουν μέσα. Ήθελα να κάνω τον σταυρό μου, αλλά ο γέροντας μού άρπαξε το χέρι και είπε πάλι: «Πρόσεχε! Εδώ είναι το “βδέλυγμα της ερημώσεως”». Εισήλθαμε στον Ναό, όπου υπήρχε πλήθος κόσμου. Και να! Είδα ένα θρόνο στο μέσον του Ναού. Είδα ένα Θρόνο και γύρω της έκαιγαν τρεις σειρές μαύρα κεριά από πίσσα. Και πάνω στον θρόνο καθόταν ο Παγκόσμιος Κυβερνήτης, ο Βασιλιάς, ο εξουσιαστής όλου του κόσμου, ντυμένος με λαμπερή κόκκινη πορφύρα, και στο κεφάλι του είχε τοποθετημένο ένα ολόχρυσο στέμμα με διαμάντια κι ένα άστρο.
Ρώτησαν τον γέροντα ποιος ήταν αυτός. «Είναι ο Αντίχριστος», μου είπε. Ήταν ψηλός, με μαύρα μάτια σαν κάρβουνα, μαύρη μυτερή γενειάδα, πρόσωπο σκληρό, πανούργο και μοχθηρό σαν αγρίμι και γαμψή μύτη. Ξαφνικά ο Αντίχριστος πετάχτηκε από τον θρόνο, τεντώθηκε με όλη του την μεγαλοπρέπεια, σήκωσε ψηλά το κεφάλι και άπλωσε το δεξί χέρι του προς το πλήθος των ανθρώπων. Τα νύχια των δακτύλων του ήταν σαν της τίγρεως και άρχισε να βρυχάται με την κτηνώδη του φωνή: «Εγώ είμαι ο Θεός σας, ο βασιλιάς και κυβερνήτης σας. Όποιος δεν δεχθεί την σφραγίδα μου, θα πεθάνει επί τόπου».
Όλοι οι άνθρωποι έπεσαν στα γόνατα και τον προσκύνησαν και εκείνος άρχισε να βάζει τη σφραγίδα του στα μέτωπα τους, έτσι ώστε να μπορέσουν να πάρουν λίγο ψωμί και να μην πεθάνουν από πείνα και δίψα. Γύρω από τον Αντίχριστο, οι υπηρέτες του οδηγούσαν αρκετούς ανθρώπους που τα χέρια τους ήταν δεμένα, και δεν είχαν πέσει ακόμη να τον προσκυνήσουν. Αυτοί τον πλησίασαν με τόλμη και αναφώνησαν δυνατά και ευθαρσώς: «Είμαστε Χριστιανοί, και όλοι εμείς πιστεύουμε στον Κύριό μας, τον Ιησού Χριστό!» Αμέσως το σπαθί του Αντίχριστου άστραψε και τα κεφάλια των νεαρών Χριστιανών κύλησαν κάτω· το αίμα τους άρχισε να ρέει για την πίστη του Ιησού Χριστού. Κατόπιν έφεραν μέσα νεαρούς, γυναίκες και μικρά παιδιά. Μόλις τους είδε εξαγριώθηκε, έγινε έξαλλος ακόμη περισσότερο και άρχισε να ουρλιάζει σαν θηρίο: «Θάνατος σε αυτούς ! Αυτοί οι Χριστιανοί είναι εχθροί μου ― Θανατώστε τους». Ακολούθησε άμεσος εκτέλεση και ακαριαίος θάνατος. Κύλησαν κεφάλια στο πάτωμα και σ’ ολόκληρο τον Ναό έρρευσε αίμα Χριστιανών.
Κατόπιν, έφεραν ένα δεκάχρονο αγόρι στον Θρόνο του Αντίχριστου για να τον προσκυνήσει. «Πέσε στα γόνατα!», του είπαν οι μπράβοι του. Αλλά το αγόρι πλησίασε στον θρόνο του Αντίχριστου και με θάρρος φώναξε: «Είμαι Χριστιανός και πιστεύω στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Κι εσύ είσαι ένας δαίμονας, ο υπηρέτης του Σατανά· είσαι ο Αντίχριστος». «Θάνατος σ’ αυτόν!», κραύγασε με ένα τρομερό, κτηνώδες μούγκρισμα. Οι άλλοι όμως, που είχαν δεχθεί το σφράγισμα του Αντίχριστου γονάτισαν και τον προσκύνησαν φοβισμένοι. Τελικά, όλοι έπεσαν στα γόνατα μπροστά στον Αντίχριστο, και τον προσκύνησαν.
Ξαφνικά ξανακούστηκε μια τρομακτική βοή σαν κοσμοχαλασιά και άρχισαν να πέφτουν χιλιάδες κεραυνοί και χιλιάδες αστραπές από τον ουρανό, και ταυτόχρονα πύρινα βέλη διέσχισαν τον αέρα και χτύπησαν τους υπηρέτες του Αντίχριστου. Ξαφνικά, ένα αρκετά μεγαλύτερο πύρινο βέλος, άστραψε, που είχε το σχήμα του σταυρού, έπεσε απ’ τον ουρανό και κτύπησε τον Αντίχριστο στο κεφάλι. Καθώς κουνούσε το χέρι του και έπεσε νεκρός, το στέμμα του έπεσε από το κεφάλι του και συνετρίβη στο έδαφος. Μετά εκατομμύρια όρνια πέταξαν, κούρνιασαν, και άρχισαν να ραμφίζουν τα πτώματα των υπηρετών του Αντίχριστου.
Τότε ένοιωσα τον γέροντα να με χτυπά στον ώμο και να μού λέει: «Ας προχωρήσουμε στον δρόμο μας». Και να! Είδα και πάλι μια λίμνη από ανθρώπινο αίμα― που έφθανε μέχρι τα γόνατα, μέχρι την μέση. —Ω, πόσο Χριστιανικό αίμα χύθηκε! Τότε θυμήθηκα τα λόγια του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στο Βιβλίο της Ιεράς Αποκάλυψης ότι το αίμα θα έφτανε ως το χαλινάρι του αλόγου: [«Και εξήλθε αίμα από το πατητήρι σε ύψος έως τα χαλινάρια των ίππων» (Αποκάλυψη 14:20)]. Σκέφτηκα: «—Ω Θεέ μου, σώσε με, τον αμαρτωλό !» Με κυρίευσε μεγάλος φόβος. Δεν ένιωθα τον εαυτό μου ούτε ζωντανό, ούτε νεκρό. Τότε είδα πολλούς Αγγέλους να πετούν και να ψάλλουν: «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ !».
Κοίταξα πίσω μου και είδα τον γέροντα να προσεύχεται γονατιστός. Κατόπιν σηκώθηκε ο γέροντας και είπε ευγενικά: «Μην θρηνείς. Γιατί σύντομα, πολύ σύντομα θα έρθει το τέλος του κόσμου. Δεν απομένουν χρόνια, σύντομα, το τέλος έρχεται ! Προσευχήσου στον Κύριο. Ο Θεός είναι εύσπλαχνος στους δούλους Του.» Τότε ο γέροντας με ευλόγησε και έδειξε προς την Ανατολή, και είπε: «Πάω εκεί.» Έπεσα στα γόνατά μου, και όπως έσκυψα τον είδα ότι άρχισε να απομακρύνεται γρήγορα από την γη προς τας ουρανίους μονάς. Καθώς απομακρύνονταν, θυμήθηκα ότι δε γνώριζα το όνομά του και έτσι τον ικέτεψα δυνατά: «Ποιο είναι το όνομά σου, γέροντα;» Τότε φώναξα πιο δυνατά. «Άγιε Πατέρα, πες μου, ποιο είναι το Άγιο Όνομά Σου; Και με απάντησε ευγενικά: «Σεραφείμ του Σαρώφ». «Και αυτά που είδατε, γράψτα για μην ξεχαστούν, για χάρη του Ιησού Χριστού.»
Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ παρέα με την Αρκούδα μέσα στα Δάση
Ξαφνικά, σαν να με χτύπησε ένα μεγάλο κουδούνι επάνω από το κεφάλι μου, άκουσα τον ήχο και σηκώθηκα από το κρεβάτι μου, ξύπνησα και άνοιξα τα μάτια μου. Κρύος ιδρώτας με έλουσε το μέτωπό μου, η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά και τα πόδια μου έτρεμαν. Έκανα μια προσευχή: Κύριε, συγχώρεσέ με, τον αμαρτωλό και ανάξιο υπηρέτη σου Ιωάννη. Ευλόγησε και βοήθησέ με μέσω των προσευχών του Αγίου Γέροντα! Με φώτισες, τον αμαρτωλό δούλο σου, τον ιερέα της Κροστάνδης. Δόξα στον Θεό μας. Αμήν.»
+++++++
(Πηγή: Από όραμα του Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης, της Ρωσίας την νύκτα της 1ης Ιανουαρίου 1901, όπου του παρουσιάσθηκε ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ -γέροντας) [1. Πηγή: Από το περιοδικό «Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία» 2. Πηγή: http://agiooros.freeforums.org].
Πηγή: 3.https://ipckatakomb.ru/prorocheskoe-videnie-svyatogo-pravednogo-o-ioanna/
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
- O όρος στάρετς (γέροντας) υποδηλώνει ένα μοναχό ή σε κάποιες περιπτώσεις ένα έγγαμο ιερέα, οποίος ζει μια εξαιρετικά άγια ζωή. Ο στάρετς σημειώνεται για την θεοσεβή ζωή του, για τον ασκητισμό του —σωματικό και πνευματικό— και για την ικανότητά του να οδηγεί άλλους στον δρόμο προς την σωτηρία.
- Βλέπε Ματθαίος 2:16-18. Η σφαγή των νηπίων τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 29 Δεκεμβρίου ως εορτή των αθώων νηπίων σφαγισθέντων υπό του Ηρώδη του Βασιλέως.
- Η φράση το “βδέλυγμα της ερημώσεως” είναι από την προφητεία του Δανιήλ 12:11 και Ματθαίου 24. Θα είναι το σύμβολο του Αντίχριστου που θα τοποθετηθεί στο Ναό του Σολομώντα και σε όλες τις Εκκλησίες, τα Τζαμιά, τις Συναγωγές, τις Παγόδες και τους Ναούς όλων των εθνών της γης. Θα απαιτείται προσκύνηση, δήλωση υποταγής στο Παγκόσμιο Δικτάτορα.
- Πρόσφορο είναι το ψωμί που χρησιμοποιείται στη Θεία Ευχαριστία.
- Ο Νόμος του Θεού που είναι γνωστός στα Ρωσικά σαν ZakonBozhij, αποτελεί κατηχητικό βιβλίο της Εκκλησίας.
- Παννυχίδα λέγεται η ακολουθία του Μνημοσύνου για τους κεκοιμημένους (τεθνεώτας) που τελείται στο κοιμητήριο ή στην εκκλησία. Ο Μάρτυρας και Άγιος, Τσάρος Νικόλαος Β΄ και η οικογένειά του δολοφονήθηκαν με κτηνώδη τρόπο το 1918. Οι κομμουνιστές εκτελώντας εντολές του Βλαντιμίρ Λένιν έκαψαν τα σώματά τους με οξύ και τα έθαψαν στο δάσος που βρίσκεται έξω από το Γεκατερινμπούργκ. Περίπου για 75 χρόνια η ύπαρξη του τάφου παρέμενε άγνωστη ως ότου μια ειδική επιτροπή βρήκε και εκταφίασε τα σώματά τους, και ενταφιάστηκαν με Χριστιανικό τελετουργικό.
- Vosduch είναι ο αέρας που σκεπάζει τα Θεία δώρα.
ΒΟΡΕΙΟΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου