
Δημήτριος Παναγόπουλος ὁ Ἱεροκήρυκας:
Ἔχουμε καμιὰ περίπτωση, ποὺ μποροῦμε νὰ ποῦμε ψέματα; Θὰ πρέπει νὰ ρωτήσουμε τὸν Ἅγιο Διονύσιο. Ὁ Ἅγιος Διονύσιος εἶπε ψέματα. Κάποιος σκότωσε τὸν ἀδερφό του καὶ αὐτὸς ἔφυγε τρέχοντας ὡς φυγόδικος καὶ πέρασε ἀπὸ τὸ μοναστήρι του. Χτύπησε τὴν πόρτα τῆς μονῆς καὶ εἶπε:
-Γέροντα κρύψε με! Εἶμαι φονιᾶς.
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος τὸν ἔβαλε μέσα, χωρὶς νὰ ξέρει βέβαια, ὅτι τοῦ εἶχε σκοτώσει τὸν ἀδερφό του. Σὲ λίγο κατὰ πόδας ἔφτασε τὸ ἀπόσπασμα, τὸ ὁποῖο εἶχε τὴν πληροφορία, ὅτι ὁ φονιᾶς πῆγε πρὸς τὸ μοναστήρι.
Ὁ Ἅγιος τοὺς εἶπε:
-Δὲν πέρασε παιδιά μου ἀπὸ ἐδῶ κανείς.
Ἀναγκάστηκαν τότε νὰ τὸν ποῦνε:
-Γέροντα, ξέρεις ποιόν σκότωσε αὐτὸν ποὺ ἀναζητοῦμε; Τὸν ἀδερφό σου σκότωσε αὐτός! Πρόσεξε! Δῶσ’ τον, ἂν ξέρεις…
Καταλαβαίνετε, στὸ ἄκουσμα αὐτῶν τῶν λόγων, τί ἔνοιωσε ὁ Ἅγιος Διονύσιος καὶ τί σφίξιμο ἔγινε μέσα του. Καὶ ἐρωτῶ: Ἔχουμε ἐμεῖς τέτοιες περιπτώσεις, ποὺ λέμε ψέματα; Καὶ ἐὰν συνέβαινε σὲ ἐμᾶς αὐτὸ τὸ γεγονός, θὰ τὸν κρύβαμε τὸν φονιᾶ τοῦ ἀδερφοῦ μας, τοῦ παιδιοῦ μας, τοῦ γονιοῦ μας; Δὲν θὰ τὸν κρύβαμε. Θὰ τὸν παρουσιάζαμε μὲ χέρια καὶ μὲ πόδια καὶ θὰ τὸν πετάγαμε ἔξω. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἔσφιξε τὴν καρδία του καὶ δὲν τὸν παρέδωσε.
-Ὄχι παιδιά μου, λάθος θὰ κάνετε. Μπορεῖ νὰ ἔρχονταν πρὸς τὰ ἐδῶ, ἀλλὰ τελικὰ μπορεῖ νὰ ἔφυγε πρὸς τὰ ἐκεῖ.
Θὰ ρωτήσει τώρα ὁ κάποιος: «γιατί νὰ μὴν τὸν δώσει;».
Γιὰ νὰ τοῦ δώσει περιθώριο νὰ μετανοήσει. Καὶ νὰ μετανοήσει μὲ 2 βοηθήματα: ἕνα ἀφ’ ἑνὸς ἀντιμέτωπος τῆς συνειδήσεώς του, ὅτι ἀφαίρεσε ζωὴ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντικαταστήσει καὶ ἀφ’ ἑτέρου βλέποντας τὴν μακροθυμία καὶ τὴ μεγάλη καρδιὰ τοῦ ἀδερφοῦ τοῦ φονευθέντος. Αὐτὰ τὰ 2 θὰ τὸν βοηθοῦσαν νὰ γυρίσει στὸν ἑαυτόν του.
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος τὸν ἔβγαλε κρυφίως ἔξω ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ τὸν ἔδωσε χρήματα. Τώρα ἂν μετανόησε ἢ δὲν μετανόησε δὲν τὸ ξέρω, ὡστόσο στὸ ἀπόσπασμα δὲν τὸν ἔδωσε. Καὶ εἶπε ἔτσι ψέματα ὁ Ἅγιος Διονύσιος γιὰ πρώτη φορά, διότι ἦταν φιλαλήθης. Καὶ γράφεται πάνω στὴ Ἁγία του Λάρνακα ποὺ ὑπάρχει στὴν Ζάκυνθο, τὸ ἑξῆς ἐπιγραμματικὰ τῆς χειρονομίας του αὐτῆς:
“Ἐψεύτηκε πρώτη φορά, τὴν παρθενιά του χάνει…
Καὶ ἁγιάζει ὁ ἀναμάρτητος τὴν ὥρα ποὺ ἁμαρτάνει!”
Ἂς κάνουμε καὶ ἐμεῖς σὲ τέτοιες περιπτώσεις τὴν ἀβαρία αὐτὴ καὶ τότε ὁ Θεὸς τὸ ψέμα θὰ μᾶς τὸ λογίσει ὡς δικαιοσύνη…
Πατὴρ Συμεῶν Κραγιόπουλος:
Ὁ ἅγιος Διονύσιος, ὅταν ἔκρυψε τόν φονιά τοῦ ἀδελφοῦ του, εἶπε ἕνα ψέμα. Τήν ὥρα ἐκείνη ὅμως ἁγιάζονταν καί τά χείλη του καί ὅλη ἡ ὕπαρξή του. Πῆγε ὁ φονιάς ἐκεῖ πού ἀσκήτευε ὁ ἅγιος καί, ὅταν ἦλθαν οἱ διῶκτες τοῦ φονιᾶ, τούς εἶπε: «Δέν πέρασε ἀπό ἐδῶ», ἐνῶ τόν εἶχε κρυμμένο, καί τόν γλίτωσε. Γιά νά μήν πεῖ ψέμα, ἔπρεπε νά φανερώσει τόν φονιά καί νά τόν παρουσιάσει στούς διῶκτες του; Ὄχι. Διότι, ἄν ἔκανε κάτι τέτοιο, ἐκείνη τήν ὥρα θά θανάτωναν τόν φονιά καί ἔτσι καί ἡ ψυχή τοῦ φονιᾶ θά χανόταν, διότι ἦταν ἀκόμη ἀμετανόητος, καί οἱ διῶκτες του θά γίνονταν φονιάδες. Ἐνῶ, μέ τό νά πεῖ τό ψέμα αὐτό –ἀλλά τέτοιο ψέμα· χρειάζεται προσοχή καί πρέπει πολύ νά ζυγίζει κανείς τά πράγματα– σώζει καί τήν ψυχή τοῦ φονιᾶ, πού ἀργότερα γίνεται μοναχός, καί προλαμβάνει τούς διῶκτες του ἀπό τό νά γίνουν φονιάδες. Καί ἀργότερα, πού θά ἔμαθαν καί ἐκεῖνοι τήν ἀλήθεια, πολύ θά ὠφελήθηκαν ἀπό αὐτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου