Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2022

Πως θα αντιμετωπίσουμε την κρίση; (Π. Αυγουστίνου Καντιώτου).


Ὅσο καὶ ἂν κάποιοι δὲν θέλουν ἀκόμη νὰ τὸ δοῦν, ἡ ζωή μας δὲν εἶνε πλέον ὅπως πρὶν λίγα χρόνια. Τὰ πράγμα­τα ἔχουν στενέψει. Ἡ ἐπιβίωσι γίνεται δύσκολη. Τὸ φάσμα τῆς πείνας ἀπειλεῖ. Πῶς ἀπ᾽ τὴν εὐημερία φτάσαμε ἐδῶ;

Ριζικὴ αἰτία, ἀπὸ τὴν ὁποία προέρχεται καὶ αὐξάνεται καὶ γιγαντώνεται σὲ θηρίο ὁ λιμός, εἶνε μία, ἡ ἁμαρτία. Ὅσο καὶ ἂν ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος δὲν θέλῃ ν᾽ ἀκούσῃ κἄν, ἀλλὰ γελάῃ καὶ καγχάζῃ γιὰ τὴν ὑπόδειξι τῆς ἁμαρτίας ὡς ῥιζικῆς αἰτίας τοῦ κακοῦ, καὶ νομίζῃ ὅτι μὲ δικές του θεωρίες θὰ διορθώσῃ τὴν κατάστασι, ἐν τούτοις αὐτὴ εἶνε ἡ ἀλήθεια. Ἄνθρωποι, ἀφαιρέστε ἀπὸ τὸ στῆθος σας τὴν ἁμαρτία καὶ κανείς δὲν θὰ εἶνε πεινασμένος!

Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ φανῇ ὅτι μιλᾶμε γενικὰ καὶ ἀόριστα, κρατώντας τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ σὰν λυχνάρι ποὺ φωτίζει «ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ», σὲ τόπο σκοτεινό (Β΄ Πέτρ. 1,19), θὰ ὑποδείξουμε τὰ μέσα ἐκεῖνα, μὲ τὰ ὁποῖα αὐτὸς ποὺ ἱππεύει στὸ μαῦρο ἄλογο τῆς Ἀποκαλύψεως (6,5-6) ποὺ εἰκονίζει τὸν λιμό, τὴν πεῖνα, μπορεῖ νὰ σταματήσῃ νὰ καλπάζῃ καὶ ν᾽ ἀπομακρυνθῇ ἀπ᾽ τὴ ζωή μας.

* * * * *

Τὰ μέσα ποὺ προλαμβάνουν τὸν κίνδυνο καὶ ἐξαφανίζουν την δυστυχία εἶνε τὰ ἑξῆς.

1. Ἡ ἐργατικότης. «Ἐργάζεσθε»! εἶνε ἡ θεία ἐντολή, ὁ νόμος τῆς ζωῆς (βλ. Γέν. 2,15· 3,19). Τὴν πεῖνα διώχνει ἡ ἐργατικότης. Ἀλλὰ ἡ ἐργατικότης, γιὰ νὰ φέρῃ τὰ ἀγαθά της ἀποτελέσματα, πρέπει νὰ συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὴν οἰκονομία.

2. Ἡ οἰκονομία. Μεγάλες σπατάλες γίνονται παντοῦ. Πῶς τώρα οἱ σπάταλοι εἶνε δυνατὸν νὰ σταθοῦν οἰκονομικά; πῶς στὶς οἰκογένειές τους νὰ μὴν ἐμφανισθῇ ἡ δυστυχία; πῶς νὰ μὴν πεινάσουν; Γι᾽ αὐτὸ ἡ ἁγία Γραφὴ μαζὶ μὲ τὴν ἐργατικότητα κηρύττει καὶ τὴν οἰκονομία. Εἶνε ἄξιο ἰδιαιτέρας παρατηρήσεως τὸ γεγονὸς ποὺ ἀναφέρεται στὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι δηλαδὴ ὁ Κύριος μετὰ τὴν εὐλογία καὶ τὸ χορτασμὸ τῶν πεντακισχιλίων διέταξε νὰ περισυλλεγοῦν ὅλα τὰ περισσεύματα τῶν ἄρτων. Νά ἡ διαταγή του· «Συναγάγετε τὰ περισσεύσαντα κλάσματα, ἵνα μή τι ἀπόλληται» (Ἰω. 6,12).
Καὶ ἡ διαταγὴ αὐτὴ τοῦ Κυρίου ἔχει βαθυτάτη σημασία γιὰ ὅλους. Μᾶς διδάσκει ἕνα πολυτιμότατο κοινωνικὸ δίδαγμα. Ἀκούγεται φωνή· Παιδιά μου! Ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ ποὺ τίθενται στὴ διάθεσί σας, θὰ χρησιμοποιήσετε ὅσα χρειάζονται γιὰ τὴ συντήρησι τῆς ζωῆς σας, καὶ τὸ ὑπόλοιπο δὲν θὰ τὸ πετάξετε στοὺς δρόμους, δὲν θὰ τὸ σπαταλήσετε ἀπερίσκεπτα, ἀλλὰ θὰ τὸ κρατήσετε, γιατὶ θὰ σᾶς χρειαστῇ γιὰ τὶς ἀνάγκες τὶς δικές σας ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν ἄλλων.

Ὑπογραμμίζουμε τὴ φράσι «καὶ γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν ἄλλων». Γιατὶ ἂν φυλᾶμε τὰ περισσέματα τῶν ἀγαθῶν μόνο γιὰ τὶς δικές μας ἀνάγκες, τότε θὰ πέσουμε ἀπ᾽ τὸ ἕνα κακὸ στὸ ἄλλο, ἀπὸ τὴ Σκύλλα στὴ Χάρυβδι, ἀπ᾽ τὴν ἀσωτία δηλαδὴ στὴ φιλαργυρία, στὴν ἀποταμίευσι γιὰ τὴν ἐξυπηρέτησι ἐγωιστικῶν καὶ μόνο σκοπῶν τῆς ζωῆς.

Γι᾽ αὐτό, γιὰ νὰ φέρῃ τὰ ἀγαθὰ ἀποτελέσματά της ἡ οἰκονομία ποὺ συνιστᾷ ἡ ἁγία Γραφή, πρέπει νὰ συνοδεύεται ἀπαραιτήτως ἀπὸ μία ἄλλην ἀρετή, τὴν ἀγάπη.

3. Ἡ ἀγάπη. Ἄνθρωποι, εἰργασθήκατε, καλλιεργήσατε τὴ γῆ, ἐκμεταλλευθήκατε τὶς πηγές, συγκεντρώσατε τὰ περισσέματα σὲ ἀποθῆκες, σὲ τεράστιες ἀποθῆκες τροφῶν; Τώρα τί θὰ κάνετε; Θὰ μιμηθῆτε τὸν ἄφρονα ἐκεῖνο πλούσιο τῆς παραβολῆς καὶ θὰ κλείσετε τὶς ἀποθῆκες καὶ θὰ ὑπογράψετε συμβόλαιο μὲ …τὸ θάνατο καὶ θὰ πῆτε «Ψυχή (μου), ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου» (Λουκ. 12,19); Ἢ θὰ μιμηθῆτε τὸν Ἰώβ, ποὺ τὰ περισσέματα τῶν ἀγαθῶν τὰ διέθετε γιὰ νὰ θρέψῃ, νὰ ντύσῃ καὶ νὰ παρηγορήσῃ τοὺς φτωχούς, καὶ ἔλεγε «Ὀφθαλμὸς ἤμην τυφλῶν, ποῦς δὲ χωλῶν, ἐγὼ ἤμην πατὴρ ἀδυνάτων»; (Ἰὼβ 29,15-16). Ἐσεῖς τί θὰ διαλέξετε τώρα, τὴν πλεονεξία ἢ τὴν ἐλεημοσύνη;

Ἡ ἁγία Γραφὴ θεωρεῖ τὴ γῆ ὅτι ἀνήκει στὸ Θεό, καὶ τὸν ἄνθρωπο ὄχι ὡς ἰδιοκτήτη ἀλλὰ ὡς ἕνα οἰκονόμο, ὡς διαχειριστὴ τῶν ἀγαθῶν, στὸν ὁποῖο ὁ Κύριος σαφῶς δίνει ἐντολὲς πῶς νὰ διαχειρισθῇ τὰ ἀγαθὰ ἀλλὰ καὶ τὸν ἀπειλεῖ μὲ τὶς πιὸ φρικτὲς τιμωρίες σὲ περίπτωσι ποὺ θὰ τὶς ἀθετήσῃ. Ὅπως ὁ δημόσιος ταμίας, ποὺ μέσα στὸ χρηματοκιβώτιό του ἔχουν εἰσρεύσει χρήματα ἀπὸ διάφορες πηγές, δὲν μπορεῖ νὰ πῇ, Αὐτὰ εἶνε δικά μου καὶ θὰ τὰ κάνω ὅ,τι θέλω, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ἔρχονται στὰ χέρια του ὑλικὰ ἀγαθὰ ἀπὸ ποικίλες πηγές, δὲν μπορεῖ νὰ πῇ, Αὐτὰ εἶνε ἀπολύτως δικά μου καὶ θὰ τὰ χρησιμοποιήσω ὅπως θέλω. Δὲν μπορεῖ νὰ πῇ, Ἥλιε μόνο γιὰ μένα πρέπει ν᾿ ἀνατέλλῃς, ποτάμια μόνο γιὰ μένα πρέπει νὰ τρέχετε, ἄνεμοι μόνο γιὰ μένα θὰ πνέετε, δέν­τρα μόνο γιὰ μένα θὰ δίνετε τοὺς καρπούς σας… Ὄχι. Φῶς – νερὸ – ἀέρας, τὰ τρία αὐτὰ βασικὰ ἀγαθά, εἶνε κοινά, ἀνήκουν ἐξ ἴσου σὲ ὅλους, καὶ ὁ βασιλιᾶς ἀλλὰ καὶ ὁ ἰδιώτης παίρνουν τὴ μερίδα ποὺ τοὺς ἀναλογεῖ χωρὶς καμμία διάκρισι. Ἀλλὰ καὶ τὰ ὑπόλοιπα ὑλικὰ ἀγαθά, ἐκεῖνα ποὺ ἐξαρτῶνται ἀπολύτως ἀπὸ τὰ τρία αὐτὰ βασικά, πρέπει νὰ μὴν περιορίζωνται σὲ λίγα ἄτομα, ἀλλὰ μὲ τὸ νόμο τῆς ἀλληλεγγύης καὶ τῆς ἀγάπης νὰ διαμοιράζωνται κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ μὴν ὑπάρχῃ κανένας ποὺ νὰ στερῆται τὴν καθημερινὴ τροφή.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἂς τὸ διακηρύξουμε· ἡ ἀρχικὴ μορφὴ τῆς ζωῆς, ἡ πρὶν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, δὲν ἦταν νὰ εἶνε ἡ γῆ χωρισμένη μὲ σύνορα καὶ γύρω ἀπ᾽ τὰ σύνορα νὰ φιλονικοῦν διαρκῶς οἱ γείτονες καὶ νὰ μαλώνουν, ἀλλὰ ὁ παράδεισος τῆς τρυφῆς ἦταν ἀνοιχτὸς γιὰ ὅλους, σὰν ἕνας βασιλικὸς κῆπος ποὺ οἱ πόρτες του εἶνε ἀνοιχτὲς γιὰ κάθε ἐπισκέπτη. Ἀλλὰ μετὰ τὴν τραγικὴ ἐκείνη πτῶσι εἰσώρμησε τὸ κακὸ στὴ ζωή. Τότε ἡ πλεονεκτικὴ τάσι καὶ ὁρμὴ ἐξώρμησε καὶ ὁ πλεονέκτης ἄνθρωπος εἶπε· Κι αὐτὸ εἶνε δικό μου, καὶ τ᾽ ἄλλο δικό μου, κ᾽ ἐκεῖνα ποὺ βρίσκονται μακριὰ εἶνε δικά μου, καὶ ὅλα εἶνε δικά μου. Ἀλλὰ ὁ λόγος αὐτός, Αὐτὸ εἶνε δικό μου κι αὐτὸ εἶνε δικό σου, αὐτὸ προκάλεσε καὶ προκαλεῖ τὰ μαλώματα, τὶς φιλονικίες, τοὺς πολέμους.

Τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα θὰ μποροῦσε νὰ λυθῇ ῥιζικὰ μόνο μὲ τὴν ἀγάπη, ἡ ὁποία θὰ ἕνωνε σὲ ἕνα ὅλους καὶ θὰ ἐπανέφερε στὴ γῆ τὶς ὡραῖες ἐκεῖνες καὶ εἰδυλλιακὲς ἡμέρες τῆς ζωῆς τῶν πρωτοπλάστων στὸν παράδεισο, ἢ τοὐλάχιστον τὶς ἄλλες ἐκεῖνες ἡμέρες ποὺ ἔζησε ἡ πρώτη χριστιανικὴ κοινωνία, ὅπως τὴν ζωγραφίζει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων (βλ. Πράξ. 4,32-35).

Ἀλλὰ πόσο μακριὰ βρίσκεται ἡ σημερινὴ ἀνθρωπότητα ἀπὸ τὸ ἰδεῶδες αὐτό! Ὁ αἰώνας μας εἶδε φρικτὲς εἰκόνες ἀσπλαχνίας. Εἶδε, κατὰ τὴν πρὸ τοῦ τελευταίου πολέμου εἰρηνικὴ περίοδο, πλούσιες χῶρες νὰ μὴ διανέμουν τὰ ἀγαθὰ ποὺ τοὺς περίσσευαν σὲ πειναλέους λαούς, ἀλλὰ νὰ παραδίδουν στὴ φωτιὰ τεράστιες ἀποθῆκες σιτάρι καὶ ἄλλα προϊόντα· εἶδε νὰ χύνουν στὴ θάλασσα ποτάμια ἀπὸ γάλα, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μὴν πέσῃ ἡ τιμὴ τῶν προϊόντων στὶς διεθνεῖς ἀγορὲς καὶ φτωχύνουν κατὰ μερικὰ ἑκατομμύρια οἱ μεγιστᾶνες τοῦ μαμωνᾶ. Εἶδε τοὺς πλουσίους νὰ ζοῦν μέσα σὲ ἀφάνταστη χλιδὴ καὶ πολυτέλεια… Καὶ ἔπειτα ἀπορροῦμε πῶς ξεσποῦν οἱ κοινωνικὲς ἐπαναστάσεις, πῶς γίνονται οἱ παγκόσμιοι πόλεμοι!

Τέλος ὡς ὅπλο ἰσχυρὸ κατὰ τοῦ «μαύρου ἀλόγου» (τῆς Ἀποκαλύψεως) ὑποδεικνύεται ἡ προσ­ευχή.

4. Ἡ προσευχή. Ἀλλὰ τί ἀνακατεύετε τὴν προσευχὴ σὲ ἕνα θέμα καθαρὰ ρεαλιστικό, ὅπως εἶνε τὸ θέμα τῆς διατροφῆς τοῦ λαοῦ; θὰ ποῦν ἴσως οἱ κοινωνιολόγοι καὶ οἰκονομολόγοι τῶν σημερινῶν καιρῶν. Στοὺς κυρίους αὐτούς, ποὺ παραξενεύονται γιατί στὸ θέμα τοῦτο ἐπιικαλούμεθα καὶ μεταφυσικὲς δυνάμεις, ἔχουμε ν᾿ ἀπαντήσουμε τὰ ἑξῆς.

Ὁρίστε, κύριοι. Τὰ χωράφια σκάφτηκαν βαθειὰ μὲ τὶς μηχανές, τὰ τρακτέρ· τὰ χώματά τους πλουτίστηκαν μὲ τὰ χημικά σας λιπάσματα· βρέθηκε ἐκλεκτὸς σπόρος, καὶ ὄχι μὲ τὸ χέρι κανενὸς ἀμαθοῦς γεωργοῦ ἀλλὰ μὲ τὸ χέρι ἐπιστήμονος γεωπόνου σπάρθηκε μὲ τάξι… Καί, βέβαιοι πλέον ὅτι τὰ χωράφια σας δέχτηκαν ἐξαιρετικὴ καλλιέργεια, χαίρεστε καὶ ἑτοιμάζεστε γιὰ τὴν πλούσια σοδειά. Ἀλλά, κύριοι, ἂν ὁ οὐρανὸς δὲν βρέξῃ, ἢ ἂν ὁ καιρὸς δὲν εἶνε κατάλληλος γιὰ τὴ βλάστησι καὶ ὡρίμασι, ἢ ἂν σύννεφα μαῦρα ἀκρίδων πέσουν ἐπάνω στὴν πράσινη πεδιάδα, ἢ χαλάζι μεγάλο σὰν καρύδι τσακίσῃ καὶ ῥίξῃ θανάσιμα τραυματισμένα τὰ σπαρτὰ κατὰ γῆς, σᾶς ἐρωτῶ, τί θὰ κάνετε ἐσεῖς;

Μπορεῖτε ν᾿ ἀποτρέψετε τὴ συμφορά; Ἢ μήπως νομίζετε ὅτι τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως περιφέρονται ἀδέσποτα ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ καὶ δὲν ὑπάρχει ὁ Νοῦς ποὺ τὰ κυβερνᾷ;

Ἂς τὸ πιστέψουμε, ἂς τὸ καταλάβουμε· κάθε προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἀνάγ­κη τὴν εὐλογία Ἐκείνου.

Απὸ το βιβλίο του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου «Τὰ τέσσαρα χρώματα», εκδοση 1955-56, σσ. 166-182

augoustinos-kantiotis.gr

simeiakairwn.wordpress.com 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου