Γράφει η Σοφία Τρικελίδου στην Romfea.gr
Φιλόλογος – 1ο ΓΕΛ Κοζάνης
Δεκαεπτά χρόνια μετά την κοίμησή του…
Διακεκριμένος Ιεράρχης ο Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Αντώνιος Γ. Κόμπος γεννήθηκε στο Άργος του Ν. Αργολίδος 20 Δεκεμβρίου 1920 και ακολούθησε μια πορεία σπουδών και μελέτης δια βίου.
Υπηρέτησε ως δάσκαλος αρχικά και καθηγητής Θεολόγος στη συνέχεια σε σχολεία και Εκκλησιαστικές Σχολές στην Πάτμο, Κόρινθο, Κατερίνη, Ξάνθη και Λαμία έως το 1971.
Κάτοχος μεγάλης θεολογικής παιδείας, ξένων γλωσσών και άριστος γνώστης της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής γραμματείας, τιμώμενος δύο φορές το 1959 και 1960 με υποτροφία μετέβη για περαιτέρω σπουδές στην Οξφόρδη και στο Παρίσι, όπου και συνέταξε την διδακτορική του διατριβή.
Διορίστηκε το 1971 Ιεροκήρυκας στη Μητρόπολη Αιτωλοακαρνανίας και χειροτονήθηκε Επίσκοπος Σισανίου και Σιατίστης 25-5-1974, με πλούσιο συγγραφικό έργο και με εμφανή την πολυσχιδή του δράση στον Λειτουργικό, Ποιμαντικό, Κηρυκτικό και Φιλανθρωπικό τομέα.
Σε όλη του τη ζωή, ανταποκρινόμενος στις επιταγές του χρέους που όριζε η συνείδηση και η θέση του κάθε φορά, υπήρξε συνεπής εκφραστής των χριστιανικών αξιών και άγρυπνος θεματοφύλακας των υψηλών ιδεωδών.
Προσωπικότητα ξεχωριστή διέγραψε μια διαδρομή ζωής μοναδική με τρόπους συμπεριφοράς που αποκαλύπτουν το μεγαλείο της ψυχής του αλλά και την πνευματική του υπεροχή.
Η εγγενής αρχοντιά του ήταν εκφρασμένη σε κάθε του κίνηση, μέσα από την αφοπλιστική απλότητα και την ασύλληπτη ταπείνωση του αναδεικνυόταν η σπουδαιότητά του.
Και εκείνο το ευθυτενές βλέμμα του που έφτανε ως τα βάθη της ψυχής, μαρτυρούσε τη βαθιά του πεποίθηση πως με την ειλικρίνεια και την άδολη αγάπη μπορεί να πλησιάσει ο άνθρωπος τον Κύριο.
Η υπεροχή της αγάπης του έγκειται ακριβώς σε αυτό το γεγονός, στη γνησιότητά της. Ο ίδιος απείχε από καθετί προσποιητό, αφού το ψεύτικο και η κολακεία δεν είχε θέση κοντά σ’ αυτόν τον κληρικό.
Πρόσφερε, ανεξαιρέτως σε όλους, την αγάπη του θυσιαστική και ανεπιτήδευτη, έκδηλη όχι μόνο ως έκφραση συναισθηματική αλλά ως έμπρακτη φανέρωση της γνήσιας πατρικής μέριμνας.
Επαγρυπνούσε για τον πάσχοντα άνθρωπο, επενεργούσε στην ψυχή που τον αναζητούσε και ενέτεινε τη μαχητικότητά της.
Βαθύτατα Ιεροπρεπής, γινόταν αισθητή η ευγένεια της ψυχής του και η εντιμότητα του πνεύματος μέσα στις εκδηλώσεις της καθημερινότητας, με τις πράξεις να διακηρύσσουν την αρετή του.
Ζούσε ασκητικά μέσα στον κόσμο, χωρίς να επιδιώκει να διαχωρίσει τη θέση του σε κάτι, πλάι στον πονεμένο άνθρωπο συμπάσχοντας και εκείνος, δίπλα στον ταλαιπωρημένο πολίτη υπομένοντας και ο ίδιος, κοντά στον νέο δάσκαλος και οδηγός εκείνος με την «πραεῖαν τόλμην», μέσα στο θόρυβο του κόσμου αθόρυβος και διακριτικός ο ίδιος.
Όταν έβλεπε συντετριμμένη την ψυχή του ανθρώπου από τα δράματά της έκλαιγε και εκείνος και όταν διέκρινε αλαζονεία και σκληροκαρδία προσευχόταν θερμά και πάλι με δάκρυα μόνος μονώτατος ενώπιον του Κυρίου, γιατί ο Αντώνιος Σιατίστης υπήρξε ο Ποιμήν ο Καλός και όχι ο μισθωτός. Αφιλοχρήματος και ακτήμων από επιλογή, μοίραζε τα πάντα δίχως να κρατά κάτι για τον εαυτό του, σύμπενης και βοηθός των πενήτων.
Πρόσχαρος και καλοσυνάτος δεχόταν κοντά του όλους χωρίς διακρίσεις. Είχε ολάνοιχτη την πόρτα της Μητροπόλεως και τη θύρα της ψυχής του για όλους και κατέφθαναν κοντά του άνθρωποι από όλη την Ελλάδα και το Εξωτερικό. Δε χρειαζόταν συστάσεις για να πλησιάσει κάποιος τον Αντώνιο Σιατίστης.
Δεν ήταν προαπαιτούμενο οι γνωριμίες. Δεν χρειαζόταν να υποστεί κανείς τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και να βιώσει σε αρκετές περιπτώσεις τον υπεροπτικό τρόπο άσκησης της εξουσίας που προσπαθεί να δικαιολογηθεί στα πλαίσια του προστατευτισμού, καθιστώντας απόμακρο τον ίδιο τον άνθρωπο.
Υψωνόταν πάνω από κάθε ανθρώπινη μικρότητα και πέρα από καθετί επιτηδευμένο, ως ο αληθινός πνευματικός πατέρας, διατηρώντας τα αυστηρότερα μέτρα για τον εαυτό του και εξαντλώντας την επιείκεια και την αγάπη του στον άλλον. Και ο άλλος δεν ήταν ένας συγκεκριμένος αλλά ήταν ο καθένας, ήταν όλοι.
Στεκόταν με τόσο σεβασμό μπροστά στον άνθρωπο, που σπάνια βιώνει κανείς, γιατί στο πρόσωπο του άλλου έβλεπε τον «αδελφό του», όπως έλεγε.
Την ελευθερία και την ακεραιότητα του προσώπου αγωνιζόταν να διαφυλάξει, δείχνοντας το δρόμο προς την αθανασία κοντά στον Κύριο Ιησού Χριστό, για την οποία είναι προορισμένος ο άνθρωπος, εάν το επιθυμεί.
Σήμερα, Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2022, δεκαεπτά χρόνια μετά την κοίμηση του ( †Σάββατο 17-12-2005) ομολογούμε για πολλοστή φορά πόσο πολύ μας λείπει! Πόσο είναι αισθητή η απουσία του στα γήινα μάτια μας.
Πόσο θα θέλαμε να τον ξαναβλέπαμε να κινείται ανάμεσά μας σχεδόν αέρινα, με εκείνη τη λιπόσαρκη μορφή του που μόνο σιγουριά, ασφάλεια και ένθεη χαρά μετέδιδε.
Πόσο μας λείπει ο ήχος της γλυκύτατης φωνής του με τον γρήγορο κυματισμό της, όταν λειτουργούσε ικέτης εκείνος για μας και μας ανέβαζε στον ουρανό, όταν εκήρυττε και μας συγκλόνιζε, όταν μας υποδεχόταν και όλος ο κόσμος άνοιγε μπροστά μας, όταν μας αποχαιρετούσε και μας διαβεβαίωνε: «Ναι…… ναι…. όλα θα πάνε καλά, παιδιά μου…!», εκείνος μιλούσε για το μέλλον κι ας περιοριζόμασταν εμείς στο παρόν. Θεέ μου, πόσο μας λείπει!
Στο λιτό μνήμα του, στο προαύλιο της Μητροπόλεως Σιατίστης καταφεύγουμε συχνά και προσευχόμενοι ζητούμε τις πρεσβείες του προς τον Κύριο.
Εκεί, εναποθέτουμε τις αγωνίες μας, τις ολιγοψυχίες, τους φόβους, τα λάθη μας αλλά και τη χαρά μας γιατί μας έκανε την ύψιστη τιμή να μας ανοίξει την πατρική του αγκαλιά ο Άγιος Σισανίου και Σιατίστης Αντώνιος και τώρα μας περιβάλλει με μια αναβλύζουσα ευωδία.
Εκεί γινόμαστε μάρτυρες θαυμάσιου σκηνικού: Μια νεαρή μητέρα προσέρχεται με το πεντάχρονο αγοράκι της. Ίσα- ίσα που καταφέρνει ο μικρός, ισορροπώντας το χεράκι του, να ανάψει ένα κερί, η μητέρα ασπάζεται το σταυρό, όταν εκείνος της λέει «Μαμά να ψάλλω στον Άγιο;».
Πριν προλάβει η μητέρα να απαντήσει, το παιδί άρχισε να ψάλλει «Ἁγνή Παρθένε Δέσποινα Ἄχραντε Θεοτόκε…» και η αψεγάδιαστη παιδική φωνή αντήχησε σε όλο τον προαύλιο χώρο, καθαρή στην άρθρωση, μελωδική, αρμονική, πλήρης μουσικότητας.
Μόλις τελείωνε όλο τον ύμνο ξανάρχιζε πάλι και είχε δοθεί ολόψυχα αφοσιωμένος ο μικρός στην ευγενική του προσφορά, που και η παρουσία μας δεν ανέστειλε την επιθυμία του.
Έκθαμβοι μείναμε να κοιτάζουμε το μικρό παιδί, ρίγη συγκίνησης μας πλημμύρισαν, ήταν αδύνατο να συγκρατήσουμε τα δάκρυά μας μπροστά στην ανιδιοτελή, υπέροχη κατάθεση του μικρού προσκυνητή.
Άλλοτε πάλι παιδιά δημοτικού και γυμνασιόπαιδα, κορίτσια και αγόρια σε σχηματισμούς ανέμελης παρέας πλησιάζουν με ζωηράδα νεανική, ανάβουν από ένα κερί και σιγοψιθυρίζουν μεταξύ τους τα αναγραφόμενα στη λευκή πλάκα του μνήματος:
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΙΣΑΝΙΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ Α΄
ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΣΕΝ ΘΕΟΦΙΛΩΣ ΑΠΟ 1974 ΕΩΣ 2005
ΕΜΟΙ ΤΟ ΖΗΝ ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΠΟΘΑΝΕΙΝ ΚΕΡΔΟΣ
Είναι η νέα γενιά που μεγαλώνει με τα ακούσματα του σεπτού Ιεράρχη, ο οποίος έζησε στη γωνιά αυτή της Δ. Μακεδονίας τριάντα ένα χρόνια, μια ζωή διάφανη, υποδειγματική, με απόλυτη συνέπεια σε όσα είχε υποσχεθεί και δεν άφησε ασυγκίνητο κανένα.
Αυτός ο σπουδαίος Άνθρωπος, ο υπέροχος Κληρικός που αγωνίστηκε πολύ και αγαπήθηκε πολύ ως σύγχρονος Άγιος, ο Επίσκοπος Σισανίου και Σιατίστης Αντώνιος Κόμπος.
Η ευθύνη μας είναι μεγάλη. Αδύναμοι και χοϊκοί παραμένουμε, στρέφουμε όμως τα μάτια μας σε κάθε περίπτωση εκεί στον ιερό χώρο της Μητροπόλεως που περιβάλλει το Άγιο σκήνωμά του και αμέσως αισθανόμαστε νοερά την παρουσία του, όπως άλλοτε.
Στέκεται στις σκάλες χαμογελαστός, προσηνής με την ευδιάκριτη εκείνη ουράνια γλυκύτητά του και ενώ ξεπροβοδίζει όλους που ευλαβικά προσέρχονται, η ματιά του διατρέχει το στερέωμα του ουρανού με τον χαρακτηριστικό τρόπο που είχε να κοιτάζει ο ταπεινός Επίσκοπος και να αγγίζει το βάθος των πραγμάτων.
Στο πέρασμά του από τον γήινο κόσμο μας η βαθιά του επιθυμία, όπως την εξέφρασε με το στίχο του Γκαίτε, στον εκφωνηθέντα λόγο κατά την εις Επίσκοπον χειροτονία του στις 25-5-74 βρίσκει τη δικαίωσή της καθώς «ο ποιμανθείς λαός» με παρρησία: «ἦλθες να μᾶς ἀλλάξῃς, να μᾶς φωτίσῃς, να μᾶς διδάξῃς»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου