«Παιδιά μου, την προηγουμένη νύκτα είδα ένα φοβερό όραμα. Είδα ότι βρέθηκα στο άγιο Θυσιαστήριο του πανσέπτου ιερού Ναού της Αναστάσεως του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα. Γύρω από την αγία Τράπεζα ήσαν αρκετοί αρχιερείς, πολλοί ιερείς, έγγαμοι και άγαμοι, και αρκετοί διάκονοι, πανέτοιμοι για την Θεία Λειτουργία. Ο δε κυρίως Ναός ήτο γεμάτος από μοναχούς και χριστιανούς.
Ξαφνικά, με πολύ μεγάλη βοή άρχισε να εισέρχεται από την κεντρική είσοδο του Ναού ένας βρωμερός χείμαρος, γεμάτος ακαθαρσίες και περιττώματα, που πλημμύρισε ολόκληρο το δάπεδό του, βρωμίζοντας τους πάντες και τα πάντα. Και αφού η βρωμερή και δυσώδης αυτή ακαθαρσία κάλυψε ολόκληρο τον Ναό, άρχισε κατόπιν διά μέσου της Ωραίας Πύλης να εισέρχεται και στο άγιο Βήμα και να κυκλώνη το κάτω μέρος της αγίας Τραπέζης. Οι χριστιανοί και μοναχοί μέσα στον Κυρίως Ναό αλλά και όλοι οι Λειτουργοί, αρχιερείς, ιερείς και διάκονοι, λερώθηκαν όχι μόνο στα πόδια τους αλλά και στα λειτουργικά τους άμφια, αφού η ακαθαρσία έφθασε μέχρι τα γόνατά τους.
Εγώ όμως, συνέχισε ο ευλαβέστατος και άγιος εκείνος ασκητής, γεμάτος φόβο και τρόμο για για να μην βρωμίσω από αυτήν την ακαθαρσία, ανέβηκα στο σύθρονον του αγίου Βήματος, που είναι πίσω από την αγία Τράπεζα και από κεί άρχισα να κραυγάζω και να διαμαρτύρωμαι με θυμό προς τους αρχιερείς, τους ιερείς, τους διακόνους και τους μοναχούς, διότι τους έβλεπα να στέκωνται αδρανείς και αδιάφοροι. Μερικοί μάλιστα αστειεύονταν και άλλοι γελούσαν για όσα συνέβαιναν γύρω τους! Γελούσαν με την φοβερή κατάντια τους. Και τους είπα με ιερή αγανάκτησι:
«Μα δεν βλέπετε τι γίνεται γύρω σας; Δεν βλέπετε πόσο αξιοθρήνητοι γίνατε με τόση ακαθαρσία επάνω σας; Γιατί δεν φροντίζετε για την καθαριότητα του Ναού; Γιατί δεν πλένετε τους χριστιανούς και δεν καθαρίζετε τον εαυτό σας; Γιατί δεν το κάνετε; Γιατί παραμένετε τόσο αδιάφοροι, αναίσθητοι και ψυχροί και μάλιστα μερικοί από σας και γελώντες;»…
Παρά τις παρατηρήσεις μου όμως, δυστυχώς όλοι τους παρέμειναν αδιάφοροι και αναίσθητοι. Και ξαφνικά, βλέπω δίπλα μου δύο ολόλαμπρους νέους. Ήσαν Άγγελοι Κυρίου. Γυρίζω προς αυτούς και με παρρησία τους ρωτώ:
«Που οφείλεται όλη αυτή η βρωμερή κατάστασις; Και γιατί προεκλήθη;»
Κι αυτοί μου είπαν ότι «όλη αυτή η βρωμερή και δυσώδης ακαθαρσία, οφείλεται:
πρώτον, στην κακή διαγωγή των περισσοτέρων κληρικών παντός βαθμού και δεύτερον, στην κολασμένη και ανήθικη ζωή των λαικών χριστιανών.
Και συμπλήρωσαν οι Άγγελοι:
«Όλη αυτή η ακαθαρσία των περιττωμάτων, που καταβρώμισε τον ιερό Ναό, το άγιον Βήμα, τους κληρικούς, μοναχούς και χριστιανούς, όλη αυτή η βρωμιά θα καθαρισθή αμέσως, αλλά… διά πυρός και σιδήρου!».
«Τον Σταυρόν Σου προσκυνούμεν Δέσποτα και
την Αγίαν Σου Ανάστασιν δοξάζομεν»
Και –ω του θαύματος!– από την επομένη άρχισε πόλεμος μεγάλος με τους Πέρσες, οι οποίοι κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ στις 22 Ιανουαρίου με τους αγίους Τόπους. Κατέσφαξαν χιλιάδες χριστιανούς, μεταξύ αυτών και ο ευλογημένος αυτός αββάς, που είδε το φοβερόν αυτό όραμα και που το διέδωσαν ορισμένοι από τους υποτακτικούς του, που κατάφεραν να σωθούν από την τρομερή εκείνη σφαγή.
Χιλιάδες τα πτώματα στους δρόμους και το αίμα έτρεχε σαν ποτάμι. Χιλιάδες και οι αιχμάλωτοι. Τότε ήτο, που πήραν οι Πέρσες σαν λάφυρο και τον Τίμιο Σταυρό (22 Ιανουαρίου του 614). Δυό-τρεις μέρες πριν, είδε το φοβερό όραμα ο άγιος εκείνος ασκητής.
Ύστερα από 14 χρόνια ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ηράκλειος νίκησε σε εκστρατεία (το 628μ.Χ.) τους Πέρσες και επανέφερε θριαμβευτικά τον Τίμιο Σταυρό και πάλι στα Ιεροσόλυμα, όπου τον ύψωσε στις 14 Σεπτεμβρίου, γεγονός που γιορτάζουμε πανηγυρικά ως την παγκόσμιο ημέρα Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.
Για την έλλειψι προσευχής και κάθε πνευματικού αγώνος από τον ιερό κλήρο παντός βαθμού, ακόμη και από την πιθανή χλιαρότητα των μοναχών-ασκητών και την ακόμη χειρότερη και βορβορώδη ζωή των τότε χριστιανών επέτρεψε ο Θεός να γίνουν όσα περιγράφει η ιστορία της εποχής εκείνης. Άραγε, εκείνος ο ευλογημένος ασκητής αν ζούσε στις ημέρες μας, ποια σκοτεινή εικόνα θα εδέχετο εξ αποκαλύψεως;
Γι᾿ αυτό, αν δεν μπορούμε τις μεγάλες νηστείες, αγρυπνίες, ορθοστασίες και λοιπά ασκητικά ορθόδοξα παλαίσματα, μπορούμε όμως προφορικά να επικαλούμεθα το πανάγιον Όνομα του Ιησού, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με,
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με,
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με…»
Στον Θεό πρέπει κάθε δόξα στους αιώνες Αμήν!
Από το βιβλίο: ” Η «Ευχή μέσα στον κόσμο “, Πρωτ. Στεφάνου Κ.Αναγνωστόπουλου, Εκδ. Γ. Γκέλμπεσης
***
Και λέγει μοι· μη σφραγίσης τους λόγους της προφητείας του βιβλίου τούτου· ο καιρός γαρ εγγύς εστιν. 11 ο αδικών αδικησάτω έτι, και ο ρυπαρός ρυπαρευθήτω έτι, και ο δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω έτι, και ο άγιος αγιασθήτω έτι. 12 Ιδού έρχομαι ταχύ, και ο μισθός μου μετ᾿ εμού, αποδούναι εκάστω ως το έργον έσται αυτού. (Αποκ. κβ’ 10-12).
«Και στους πιο δύσκολους καιρούς θα μπορέσει εύκολα να σωθεί αυτός που θα ασχοληθεί με επιμέλεια με την προσευχή του Ιησού, ανεβαίνοντας με την συχνή επίκληση του ονόματος του Υιού του Θεού στην αδιάλειπτη προσευχή».
«Ο Κύριος έχει δύναμη να αναδείξει τους εργάτες αν εμείς θα Τον παρακαλάμε. Ας προσευχόμαστε και ας Τον ικετεύουμε και τότε από τις πέτρες θα αναδείξει ο Κύριος τους εκλεκτούς του».
Στάρετς Σεραφείμ της Βίριτσα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου