Ὁ λαὸς ἵσταται διὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ Συναξαρίου.
Συναξάριον.
Τῇ ΙΓ´ (13ῃ) τοῦ μηνὸς Μαρτίου, μνήμη τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ λειψάνου τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Νικηφόρου, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. (†846)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Πουπλίου, ἐπισκόπου Ἀθηνῶν. (~†161-180)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Ἀφρικανοῦ, Πουπλίου, καὶ Τερεντίου, τῶν ἐν Καρθαγένῃ, ὧν ἡ σύναξις τελεῖται ἐν τῷ Παυλοπετρείῳ. (†250)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ ἅγιος μάρτυς Ἄβιβος ἐξ Ἑρμουπόλεως, λίθῳ προσδεθείς, καὶ ἐν ποταμῷ βληθείς, τελειοῦται.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ ἁγία μάρτυς Χριστίνα ἡ ἐκ Περσίδος, μαστιζομένη, τελειοῦται. (δ´ αἰ.)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Μαρίου, ἐπισκόπου Σεβαστείας τῆς Σαμαρείας, ἑνὸς τῶν τιη´ (318) θεοφόρων Πατέρων τῆς ἐν Νικαίᾳ Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325).
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ὁσίας μητρὸς ἡμῶν Εὐφρασίας τῆς ἐν τῇ Θηβαΐδι. (ε´ αἰ.)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Λεάνδρου, ἐπισκόπου Σεβίλλης τῆς Ἱσπανίας. (†596)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Θεοκτίστου τοῦ Σαββαΐτου. (†797)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων ὁσιομαρτύρων Ῥαμίρου (Ramirus) καὶ τῶν σὺν αὐτῷ ἐν τῇ μονῇ Ἁγίου Καλυδίου ἐν Λεὸν (Leon) τῆς Ἱσπανίας. (~†554 ἢ 630)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου Μοχοεμόκου (Mochoemoc, Pulcherius), κτίτορος ὁμωνύμου μονῆς (Liath-Mochoemoc) ἐν Ἰρλανδίᾳ. (~†656)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου Γεράλδου (Gerald), ἡγουμένου τῆς μονῆς Μάυο (Mayo) ἐν Ἰρλανδίᾳ. (†731)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Ἀνσοβίνου (Ansovinus), ἐπισκόπου Καμερίνου (Camerino) ἐν Ἰταλίᾳ. (†816)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου Ἑλδράδου (Heldrad), ἡγουμένου τῆς μονῆς Νέου Ῥήγματος (Novalesa) ἐν Ἰταλίᾳ. (†842)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων, Ῥοδερίκου (Rudericus) ἱερέως καὶ Σολομῶντος, τῶν ἐν Κορδούῃ (Córdoba) τῆς Ἱσπανίας. (†857)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Γαβριὴλ τοῦ Ἴβηρος, τοῦ ἀνασύραντος ἐκ τῆς θαλάσσης τὴν σεβασμίαν καὶ θαυματουργὸν εἰκόνα τῆς Πορταϊτίσσης ἐν Ἄθῳ. [ὅρα καὶ 13 Μαΐου] (†μετὰ τὸ 1004)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ κοίμησις τῆς ὁσίας μητρὸς ἡμῶν Ὑπομονῆς, τῆς Παλαιολογίνης, μητρὸς γενομένης τοῦ ἡρωϊκῶς ἀγωνισαμένου ἐν ταῖς ἐσχάταις ὥραις τῆς Βασιλευούσης ἐθνομάρτυρος Κωνστα- ντίνου ΙΑ´ τοῦ Παλαιολόγου. (†1450)
[ΤΟΠΙΚΑΙ ΕΟΡΤΑΙ] [ΕΝ ΛΕΥΚΑΔΙ] Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ νῆσος Λευκὰς εὐχαριστήριον πανήγυριν ἄγει ἐν τῇ μονῇ Παναγίας Φανερωμένης, εἰς ἀνάμνησιν σωτηρίας τοῦ λαοῦ ἐκ φοβεροῦ σεισμοῦ κατὰ τὴν 13ην Μαρτίου τοῦ ἔτους 1938.
Γέροντας Αρσένιος Σπηλαιώτης
“Βρήκαμε
ένα απλό, αγαθό και άκακο γεροντάκι πού μας έδωσεν ευλογίαν να
αγωνιζόμαστε όσο μπορούμε και να εξομολογούμαστε σε όποιον πνευματικόν
αναπαυόμαστε». Το γεροντάκι αυτό ήταν ο γνωστός Γερο-Εφραίμ ο βαρελάς,
του οποίου το καλύβι ήταν αφιερωμένο
στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, λίγο πιό κάτω από το γνωστόν ησυχαστήριον των Δανιηλαίων.
Ο Γερο-Εφραίμ, ήταν βαρελάς και ξυλόγλυπτης. Ό,τι του έδινες για αμοιβή, το δεχόταν αδιαμαρτύρητα. Γι’ αυτό πολλοί τον έμαθαν και τον εκμεταλλεύονταν. Έκανε, ας πούμε, ένα βαρέλι 1.000 δραχμές και εσύ του έδινες 200.
– Καλά είναι, Γερο-Εφραίμ; τον ρωτούσες.
– Καλά, καλά, ευχαριστώ, παιδί μου, απαντούσε.
Έτσι, πολλοί σκέφτονταν: «Καλός τεχνίτης, αλλά ελαφρούτσικος. Ευκαιρία να τον γελάσουμε». Και δεν ήξεραν πόσο έξω έπεφταν.
Μια φορά, κάποιος μοναχός κάλεσε έναν ξυλόγλυπτη, για να κατασκευάσει το τέμπλο του ναϊδρίου του.
– Πόσα θέλεις; – Είκοσι λίρες (χρυσές).
Κοιτά το ταμείο ο μοναχός, δεν βγαίνει. Τι να κάνει; «Ας φωνάξω τον Γερο-Εφραίμ, πού παίρνει όσα του δώσεις», σκέφτεται.
– Γέρο-Εφραίμ, μου φτιάχνεις το τέμπλο;
– Το φτιάχνω.
Δώστου-δώστου, τελείωσε το τέμπλο. Τώρα η πληρωμή. Ανοίγει ο μοναχός το ταμείο, βρίσκει δύο λίρες. Του τις δίνει.
– Καλά είναι, Γερο-Εφραίμ;
– Καλά, καλά, παιδί μου, ευχαριστώ.
Ο Γερο-Αρσένιος όμως, επειδή άκουσε ότι ο
άλλος ζήτησε είκοσι λίρες, έγινε φωτιά. Ακούς εκεί! Βρήκαν απλό τον
Γέροντα και τον εκμεταλλεύονται! Τρέχει στον Γερο-Εφραίμ να
διαμαρτυρηθεί. Τι όμως του λέει το απλό, αλλά σοφό γεροντάκι:
– Καλά, παιδί μου, και αν τα πληρωθούμε όλα εδώ, στην άλλη ζωή τί θα μείνει;
Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης”, έκδοση β’.
Λίγες μέρες μετά την κοίμησιν του Γέροντα μας (Εφραίμ), τον είδα σαν προσευχόμουνα σε όραμα.
Ήταν σ’ ένα πανευφρόσυνον τόπον. Το
πρόσωπόν του άστραφτε από την πολλήν δόξαν και στεκόταν έξω από ένα
ωραίο εκκλησάκι. Αφού χάρηκα πού τον είδα σε τόση δόξαν κατόπιν τον
ρώτησα:
– Γέροντα, τί είναι αυτό το όμορφο εκκλησάκι;
– Ά, αυτό είναι δικό μου. Θυμάσαι πού του εσκάλισα το τέμπλο με δυό λίρες; Επειδή δεν πληρώθηκα εκεί και δεν γόγγυξα ούτε κατάκρινα, ο Χριστός μου το φύλαξε στον ουρανό. Θυμάσαι πού σου τό ‘λεγα;
Συνήλθα, λέγει ο Γερο-Αρσένιος, από το
όραμα γεμάτος χαρά. Αλλά μου ‘δώσε και ένα μάθημα μεγάλο, μετά θάνατον ο
Γέροντας, πού το θυμάμαι σ’ όλη μου την ζωήν.
Το περιστατικό αυτό ο παππούς Αρσένιος το
διηγήθηκε σε πολλούς. Ο αείμνηστος Γέροντας μου παπα Χαράλαμπος, πολλές
φορές μας το ανέφερε προς παραδειγματισμόν.
Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου Μάριου, ἐπισκόπου Σεβαστείας (Ἀθανασίου ἱερομονάχου Σιμωνοπετρίτου)
῏Ηχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ποιμὴν θεοχάριστος τῇ Σεβαστείᾳ δοθείς, Χριστοῦ ὁμοούσιον πάσῃ δυνάμει σοφέ, ἐκήρυξας Μάριε· ὅθεν περιεβλήθης, ἁγιότητος χάριν, καὶ τῆς ἐπουρανίου, εὐφροσύνης μετέχεις, ἐν ᾗ μὴ διαλίπῃς ἡμῖν, πάντοτε εὔχεσθαι.
Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Νικηφόρου
Ἦχος δ´
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Νικηφόρε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἀπολυτίκιον. Ἁγίου Νικηφόρου
Ἦχος γ´. Θείας πίστεως
Θήκη ἔνθεος, καὶ ζωῆς πλήρης, ἀναδέδεικται, τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἡ σορὸς τῶν μυριπνόων λειψάνων σου· ἧς τῇ σεπτῇ κομιδῇ κομιζόμεθα, τὰς δωρεὰς Νικηφόρε τοῦ Πνεύματος. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν κλεινὴν βασιλίδα ἐγκωμιάσωμεν, Ὑπομονὴν τὴν Ὁσίαν, περιστερὰν εὐλαβῆ, ἐκ τοῦ κοσμου πετασθεῖσαν τῆς συγχύσεως, πρὸς τὰς σκηνὰς του οὐρανοῦ, ἐν ἀγάπῃ ἀκλινεῖ, ἀσκήσει καὶ ταπεινώσει, βοῶντες· Μῆτερ λιταῖς σου, θραῦσον ἡμῶν τῆς ἁμαρτίας δεσμούς
Ἀπολυτίκιον τοῦ ὁσίου Ἀρσενίου τοῦ σπηλαιώτου, τοῦ Ἀθωνίτου. (Χ. Μπούσια)
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἡσυχίαν καὶ νῆψιν φιλῶν ἐνῴκησας, ἐν δυσπροσίτοις σπηλαίοις καὶ κοινοβίοις σεπτοῖς, Ἰωσὴφ συνασκητὰ τοῦ οὐρανόφρονος, μάκαρ Ἀρσένιε, ὀδμαῖς ὁ εὐφράνας ἀγωγῆς ἀμέμπτου σου πᾶσαν κτίσιν, ἄρτι τὴν σὲ ἀνυμνοῦσαν καὶ σαῖς θερμαῖς λιταῖς προσφεύγουσαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου